Άγγλοι στρατιώτες στα χαρακώματα του Σόμ
Το portal του 902.gr, αναδημοσιεύει το αφιέρωμα στην έναρξη του Πρώτου Παγκόσμιου Ιμπεριαλιστικού πολέμου, που δημοσιεύτηκε στα φύλλα του Κυριακάτικου Ριζοσπάστη στις 13 Ιούλη και στις 20 Ιούλη 2014.
Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί συντόμευση του άρθρου που δημοσιεύεται στο 4ο τεύχος της ΚΟΜΕΠ του 2014 (Ιούλιος - Αύγουστος)
«Είναι αδύνατο να καταλάβει κανείς το δοσμένο πόλεμο αν δεν καταλάβει την εποχή», έγραφε ο Λένιν τον Αύγουστο του 1916, δύο χρόνια μετά την έναρξη του Α' Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου.1 Μια εποχή, που ήδη από τα τέλη του 19ου αρχές του 20ού αιώνα, χαρακτηριζόταν από το πέρασμα του καπιταλισμού στο ανώτατο, μονοπωλιακό του στάδιο, τον ιμπεριαλισμό. 

Η κυριαρχία των μονοπωλιακών ενώσεων στις οικονομίες των ανεπτυγμένων καπιταλιστικά κρατών, τα υπερκέρδη από την εξαγωγή κεφαλαίων και η ανάγκη εξασφάλισης πρώτων υλών και αγορών, όξυναν τον ενδοϊμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για την κατάκτηση εδαφών και τη διεύρυνση των οικονομικών σφαιρών επιρροής. Πράγματι, έως το 1914 οι 6 ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες (Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία, ΗΠΑ, Γερμανία, Ιαπωνία) είχαν συγκεντρώσει υπό αποικιακή εκμετάλλευση το μισό σχεδόν των εδαφών του πλανήτη και το 1/3 περίπου του πληθυσμού του. Η «λεία» αυτή, ωστόσο, δεν ήταν ισομερώς κατανεμημένη. Οι αποικίες της «προπορευόμενης» Βρετανίας π.χ. ήταν τριπλάσιες απ' ό,τι της Γαλλίας, 11πλάσιες απ' ό,τι της Γερμανίας και 100πλάσιες απ' ό,τι της Ιαπωνίας.2
Το γεγονός οφειλόταν στην ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού παγκοσμίως. Χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία και η Ιαπωνία, που ιστορικά εισήλθαν στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης αργότερα από ό,τι η Βρετανία και η Γαλλία, βρέθηκαν αντίστοιχα να έπονται στη διεκδίκηση εδαφών και αγορών. Η δυναμική όμως που απέκτησαν, καλύπτοντας με γοργούς ρυθμούς την απόσταση που τις χώριζε από τους «πρωτοπόρους», έκανε όλο και πιο επιτακτική την ανάγκη (για τα δικά τους μονοπώλια) για την αναδιανομή των αγορών και σφαιρών επιρροής, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται στο συνεχώς μεταβαλλόμενο ενδοϊμπεριαλιστικό συσχετισμό δυνάμεων.
Απόρροια όλων των παραπάνω υπήρξε η εκδήλωση εντάσεων, όπως η πρώτη και δεύτερη μαροκινή κρίση (1905 - 1906 και 1911, αντίστοιχα) ή η βοσνιακή κρίση (1908 - 1909), καθώς και τοπικών - περιφερειακών συγκρούσεων, όπως ο Ισπανοαμερικανικός πόλεμος (1898), οι πόλεμοι των Μπόερς (1899 - 1902), ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος (1904 - 1905), ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος (1911 - 1912) και βεβαίως οι Βαλκανικοί πόλεμοι (1912 - 1913).
Παράλληλα, διαμορφώνονταν και οι διεθνείς συμμαχίες των καπιταλιστικών κρατών, που σύντομα αποκρυσταλλώθηκαν σε δύο μεγάλους πολιτικοστρατιωτικούς συνασπισμούς. Προηγήθηκε το Σύμφωνο Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας (1879), στο οποίο κατόπιν προσχώρησε και η Ιταλία, συγκροτώντας την Τριπλή Συμμαχία - «Κεντρικές Δυνάμεις» (1882). Από την άλλη μεριά, οι «προαιώνιοι» ανταγωνιστές, Βρετανία και Γαλλία, αφού διευθέτησαν τις μεταξύ τους αποικιακές διαφορές (αγγλογαλλική Συμφωνία, 1904), συνασπίστηκαν με τη Ρωσία, συγκροτώντας την Τριπλή Εγκάρδια Συνεννόηση - «Αντάντ» (1907).
Τα καπιταλιστικά κράτη, βεβαίως, είχαν και έναν επιπλέον κίνδυνο να αντιμετωπίσουν, δυνητικά πολύ πιο επικίνδυνο από τους ανταγωνιστές τους. Και αυτός δεν ήταν άλλος από την ταξική πάλη που αναπτυσσόταν στο εσωτερικό τους, αλλά και τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα των καταπιεζόμενων λαών. Η αναχαίτιση-καταστολή των επαναστατικών διεργασιών που βρίσκονταν σε εξέλιξη στις γραμμές της παγκόσμιας εργατικής τάξης, αντικειμενικά γινόταν προτεραιότητα της διεθνούς καπιταλιστικής αντίδρασης.
Η διεθνής σοσιαλδημοκρατία και το ζήτημα του πολέμου
Το κρίσιμο ζήτημα της στάσης των σοσιαλιστών απέναντι στον πόλεμο βρέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων - αλλά και διαπάλης - στους κόλπους της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, ιδιαίτερα καθώς οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις οξύνονταν και ο κίνδυνος ενός γενικευμένου πολέμου αυξανόταν συνεχώς.
Η επίσημη θέση της Β' Διεθνούς, που διαμορφώθηκε με την καταλυτική συνδρομή των Λένιν και Λούξεμπουργκ στο Συνέδριο της Στουτγάρδης το 1907, όριζε πως «σε περίπτωση πολέμου η εργατική τάξη και οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποί της στις ενδιαφερόμενες χώρες είναι υποχρεωμένοι... να κάνουν ό,τι μπορούν για να εμποδίσουν την κήρυξη πολέμου με όλα τα μέσα που θεωρούν σκόπιμα, και που το είδος τους εξαρτάται από το βαθμό όξυνσης της ταξικής πάλης και της γενικής πολιτικής κατάστασης». Ομως, «σε περίπτωση που παρ' όλα αυτά ο πόλεμος εκραγεί, αυτοί πρέπει... να επιδιώξουν μ' όλα τα μέσα να χρησιμοποιήσουν την οικονομική και πολιτική κρίση που θα προκαλέσει ο πόλεμος, για να εξεγείρουν τις λαϊκές μάζες και να επιταχύνουν την πτώση της καπιταλιστικής ταξικής κυριαρχίας».3
Η θέση αυτή ωστόσο υιοθετήθηκε μόνο στα λόγια. Στην πράξη, η διεθνής σοσιαλδημοκρατία, που βρισκόταν σε μια πορεία γοργής αστικοποίησης, ακολουθούσε άλλη πολιτική γραμμή. Δεν ήταν λίγες οι φωνές, όπως π.χ. του Γερμανού σοσιαλδημοκράτη Ε. Ντάβιντ, που εκθείαζαν την αποικιοκρατία ως «αναπόσπαστο κομμάτι των γενικών εκπολιτιστικών σκοπών του σοσιαλιστικού κινήματος»! Αλλοι, όπως ο Χ. Βαν Κολ (Ολλανδία), ο Ε. Μπερνστάιν (Γερμανία), ο Ρ. Μακντόναλντ (Βρετανία) ή ο Α. Ρουανέ (Γαλλία), διατηρούσαν παρόμοιες απόψεις, ισχυριζόμενοι πως η αποικιοκρατία ήταν απλά κάτι το φυσιολογικό («όσο θα υπάρχει η ανθρωπότητα θα υπάρχουν και αποικίες») και πως αν ο «πολιτισμένος κόσμος» (δηλαδή οι αποικιοκράτες εκμεταλλευτές) αποσύρονταν από τις αποικίες εκείνες θα «διολίσθαναν» πίσω στη βαρβαρότητα.4
«Η αδυναμία και η έλλειψη μαχητικότητας στη ΙΙ Διεθνή φάνηκαν στην πορεία της μαροκινής κρίσης στα 1911. Στην πρόταση για τη σύγκληση μιας έκτακτης πλατιάς σύσκεψης του Διεθνούς Σοσιαλιστικού Γραφείου, για να εφαρμόσει το προλεταριάτο όλων των χωρών τις συμφωνημένες ενέργειες, η ηγεσία του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος απάντησε αρνητικά, με τη δικαιολογία πως οι ενέργειες αυτές και η αντιπολεμική προπαγάνδα είναι δυνατόν να βλάψουν την προεκλογική εκστρατεία του κόμματος».5 Στη σύγκληση του Διεθνούς Σοσιαλιστικού Γραφείου αντιτάχθηκε και ο ηγέτης της αυστριακής σοσιαλδημοκρατίας Β. Αντλερ, ισχυριζόμενος πως «δεν υπήρχε τέτοιος κίνδυνος [σ.σ. μετεξέλιξης της κρίσης σε πόλεμο] και πως η αστική διπλωματία είχε επιληφθεί της διασφάλισης ειρήνης».6
Η έκρηξη του πολέμου και η στάση της σοσιαλδημοκρατίας
Την αφορμή, για την ολομέτωπη ένοπλη σύγκρουση μεταξύ των δύο διαμορφωθέντων ιμπεριαλιστικών συνασπισμών, έδωσε στις 28 Ιούνη 1914 η δολοφονία του διαδόχου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του από Σέρβους εθνικιστές στο Σαράγεβο. Ενα μήνα μετά (28 Ιούλη) τα αυστροουγγρικά στρατεύματα εισέβαλαν στη Σερβία, πυροδοτώντας σειρά αλυσιδωτών γεγονότων. Στις 31 Ιούλη η Ρωσία - σύμμαχος της Σερβίας - κήρυξε γενική επιστράτευση, προκαλώντας την αντίδραση της Γερμανίας, η οποία την επόμενη μέρα (1 Αυγούστου) της κήρυξε τον πόλεμο. Στις 3 Αυγούστου, η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο και στη Γαλλία, ενώ την επομένη η Βρετανία κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία. Προοδευτικά εντάχθηκαν στον πόλεμο 38 χώρες, που μαζί με τις αποικίες τους, κάλυπταν το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού του πλανήτη.
Στην πορεία του πολέμου, οι αντιμαχόμενοι ιμπεριαλιστικοί συνασπισμοί διευρύνθηκαν, ενώ άλλαξε και η σύνθεσή τους. Στις Κεντρικές Δυνάμεις εντάχθηκαν ακόμη η Οθωμανική Αυτοκρατορία (1914) και η Βουλγαρία (1915), ενώ η Ιταλία άλλαξε ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, περνώντας με τις δυνάμεις της Αντάντ (1915). Με την Αντάντ συντάχθηκαν επίσης η Ιαπωνία (1914), οι ΗΠΑ (1917), καθώς και οι περισσότερες από τις εμπόλεμες τελικά χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα (1917). Οι αντιθέσεις, πάντως, υπήρξαν οξύτατες και μεταξύ των «συμμάχων», όπως υποδηλώνουν οι συνεχείς διαβουλεύσεις, συμφωνίες και διαφωνίες, πρωτόκολλα και συνθήκες, που πραγματοποιούνταν και μεταβάλλονταν διαρκώς «πάνω» και «κάτω από το τραπέζι» γύρω από το μελλοντικό μοίρασμα της λείας σε περίπτωση νίκης.
Τι στάση, όμως, κράτησε η διεθνής σοσιαλδημοκρατία; Παραμονές του πολέμου τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποτελούσαν μια καθ' όλα υπολογίσιμη δύναμη, μετρώντας 3,4 εκατομμύρια μέλη και 7,4 εκατομμύρια εργάτες οργανωμένους στα συνδικάτα υπό την επιρροή τους. Η σοσιαλδημοκρατία ήταν πρώτη πολιτική δύναμη στη Γερμανία και δεύτερη σε αρκετές άλλες από τις χώρες που ενεπλάκησαν στον πόλεμο (Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Αυστρία, Ιταλία). Διέθετε, επομένως, και υπολογίσιμες δυνάμεις και τον ανάλογο σχεδιασμό (όπως αυτός είχε χαραχθεί κατά τα συνέδρια της Β' Διεθνούς), ώστε να προβάλλει σοβαρά εμπόδια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την αλληλοσφαγή των εργαζομένων χάριν των κερδών των μονοπωλίων. Ωστόσο, τίποτα τέτοιο δε συμβαίνει.
Τουναντίον, σχεδόν παντού, οι σοσιαλδημοκράτες συνηγόρησαν - και συμμετείχαν (με την ένταξή τους στις πολεμικές κυβερνήσεις) - στην αλληλοσφαγή της παγκόσμιας εργατικής τάξης, στοιχιζόμενοι με τις ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις των «εθνικών» αστικών τους τάξεων. Επέδρασαν καταλυτικά στον ιδεολογικοπολιτικό παροπλισμό του σοσιαλιστικού - εργατικού κινήματος, αφαιρώντας του ταυτόχρονα και τις όποιες πρακτικές δυνατότητες να δράσει κατά του πολέμου (είτε τασσόμενοι ανοιχτά υπέρ του πολέμου είτε ισχυριζόμενοι πως απλώς δεν είχαν άλλη επιλογή). Συνέδραμαν τα μέγιστα στη δηλητηρίαση των εργατικών συνειδήσεων, υιοθετώντας τα σοβινιστικά επιχειρήματα των αστών («ντύνοντάς» τα κάποιες φορές με μαρξιστικοφανή επιχειρήματα, πως δήθεν επρόκειτο για πόλεμο αμυντικό - εθνικοαπελευθερωτικό, κ.λπ.). Στο πλαίσιο αυτό, προσπάθησαν «να δικαιολογήσουν με ευλογοφανή επιχειρήματα τόσο την ανικανότητά τους να προλάβουν το μακελειό, όσο και την ανάγκη γι' αυτούς να πάρουν μέρος σ' αυτό».7
Η στάση της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία», το προϊόν της προδοσίας μεμονωμένων ατόμων ή μεμονωμένων κομμάτων, αλλά το αποτέλεσμα της γενικότερης επικράτησης του οπορτουνισμού στις γραμμές της: «Η υπεράσπιση της συνεργασίας των τάξεων, η άρνηση της ιδέας της σοσιαλιστικής επανάστασης και των επαναστατικών μεθόδων πάλης, η προσαρμογή στον αστικό εθνικισμό, το γεγονός ότι ξεχνούν πως τα όρια της εθνότητας ή της πατρίδας είναι ιστορικά - μεταβατικά, η μετατροπή της αστικής νομιμότητας σε φετίχ, η άρνηση της ταξικής άποψης και της ταξικής πάλης από φόβο μήπως απομακρυνθούν οι "πλατιές μάζες του πληθυσμού" (διάβαζε: της μικροαστικής τάξης) - αυτές είναι αναμφισβήτητα οι ιδεολογικές βάσεις του οπορτουνισμού. Πάνω σ' αυτήν τη βάση αναπτύχθηκαν οι σημερινές σοβινιστικές, πατριωτικές διαθέσεις της πλειοψηφίας των αρχηγών της ΙΙ Διεθνούς. Την ουσιαστική επικράτηση των οπορτουνιστών ανάμεσά τους την τόνισαν από καιρό πολλοί παρατηρητές από τις πιο διαφορετικές πλευρές. Ο πόλεμος δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να αποκαλύψει εξαιρετικά γρήγορα και πολύ έκδηλα τις πραγματικές διαστάσεις αυτής της επικράτησης... Η ΙΙ Διεθνής πέθανε, νικημένη από τον οπορτουνισμό».8
Η διάσπαση της Διεθνούς
Στον αντίποδα προς το πλειοψηφικό ρεύμα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας βρέθηκε - πρώτα και κύρια - το κόμμα των Μπολσεβίκων (ΣΔΕΚΡ) της Ρωσίας, καθώς επίσης τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Βουλγαρίας («στενοί»), της Σερβίας και της Ρουμανίας, οι Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου των ΗΠΑ, καθώς και μια σειρά μειοψηφικές ομάδες (όπως αυτή του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, με επικεφαλής τους Κ. Λίμπκνεχτ, Ρ. Λούξεμπουργκ, Κλ. Τσέτκιν και Φ. Μέρινγκ).
Κεντρικό καθήκον και βασική κατευθυντήρια γραμμή πάλης της ταξικά συνεπούς, επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας, ήταν η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο, σε πόλεμο τάξης εναντίον τάξης, σε σοσιαλιστική επανάσταση.
Δύο δρόμοι ανοίγονταν μπροστά στο διεθνές προλεταριάτο: Η συστράτευση με τη «δική» του «εθνική» αστική τάξη και η συμμετοχή στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο υπό «ξένη» ταξικά σημαία ή η ένωση με τα ταξικά του αδέρφια των εμπόλεμων χωρών για την ανατροπή του πραγματικού εχθρού, των αστών, ανεξαρτήτως εθνικότητας. «Και οι δύο δρόμοι», σημείωνε ο Λένιν, είναι «δύσκολοι και απαιτούν θυσίες». Η επιλογή για την εργατική τάξη έγκειτο εντέλει σε αυτό: «Θέλει να προσφέρει αυτές τις θυσίες στην ιμπεριαλιστική αστική τάξη... και σε έναν από τους συνασπισμούς των μεγάλων Δυνάμεων ή στην υπόθεση της απελευθέρωσης της ανθρωπότητας από τον καπιταλισμό, από την πείνα, τους πολέμους; Το προλεταριάτο πρέπει να διαλέξει».9
Σε αντίθεση, πάντως, με την πλειοψηφία της σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας, κάποια τμήματα της εργατικής τάξης έδειξαν πως διέθεταν ταξικά αντανακλαστικά και πως δεν είχαν δηλητηριαστεί πλήρως από το μικρόβιο του σοβινισμού (όπως ισχυρίστηκαν πολλοί, για να δικαιολογήσουν την προδοτική τους στάση απέναντι στον πόλεμο). Ογκώδεις και μαχητικές αντιπολεμικές συγκεντρώσεις πραγματοποιήθηκαν στη Γερμανία, στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στη Βρετανία, κ.α., έως και την ημέρα της κήρυξης του πολέμου. Το αρχικό μούδιασμα από την οπορτουνιστική προδοσία, καθώς και η σοβινιστική έξαρση που κυριάρχησε, τουλάχιστον την πρώτη περίοδο (με τη συνεπικουρία αστών και σοσιαλδημοκρατών), άρχισαν σιγά - σιγά να υποχωρούν σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι επαναστατικές δυνάμεις στο εργατικό - σοσιαλιστικό κίνημα άρχισαν και αυτές από τη μεριά τους να ανασυγκροτούνται και να οργανώνονται καλύτερα. Ηδη από τα τέλη του 1914 κιόλας Γερμανοί και Γάλλοι - Βρετανοί εργάτες στρατευμένοι του μετώπου προχώρησαν σε αυθόρμητες εκδηλώσεις συναδέλφωσης, ενώ εμφανίστηκαν και προκηρύξεις που διακήρυσσαν: «Ο κύριος εχθρός βρίσκεται στη δική μας τη χώρα».10
Η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο - ταξικό στη Ρωσία
Ο στρατηγικός στόχος της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας για μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο - ταξικό έγινε πραγματικότητα πρώτα στη Ρωσία, τον «αδύναμο κρίκο» της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, όπου και οι αντικειμενικές συνθήκες είχαν δημιουργήσει τους όρους της επαναστατικής κρίσης, αλλά και ο υποκειμενικός παράγοντας (το κόμμα της εργατικής τάξης) διέθετε την ανάλογη επαναστατική γραμμή.
Τον Απρίλη του 1917, ο Β. Ι. Λένιν παρουσίασε στο κόμμα των Μπολσεβίκων τις προγραμματικές θέσεις (που έμειναν στην Ιστορία ως «Θέσεις του Απρίλη»), όπου τίθετο άμεσα ο στόχος της εργατικής εξουσίας, η στρατηγική κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης - δίχως ενδιάμεσους «σταθμούς» και μεσοβέζικες «λύσεις». «Ο Λένιν αξιοποίησε την άρνηση - αδυναμία της αστικής κυβέρνησης, από το Φλεβάρη του 1917 και στη συνέχεια, να αντιμετωπίσει οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, όπως του πολέμου και της επιβίωσης εκατομμυρίων φτωχών αγροτών και εργατών. Η επαναστατική εργατική εξουσία, η δικτατορία του προλεταριάτου - και όχι κάποια ενδιάμεση εξουσία - έλυσε τα προβλήματα της ειρήνης, της γης στους αγρότες, της ισοτιμίας των γυναικών, των εθνοτήτων, γενικά τα λεγόμενα αστικοδημοκρατικά προβλήματα, ανοίγοντας ταυτόχρονα το δρόμο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης».11 Η υιοθέτηση των «Θέσεων του Απρίλη» από το κόμμα των Μπολσεβίκων - όχι χωρίς διαπάλη - αποτέλεσε πράγματι ορόσημο στην εξέλιξη του επαναστατικού κινήματος στη Ρωσία, αλλά και στη γενικότερη Ιστορία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.
Η προσωρινή αστική κυβέρνηση, υπό τον πρίγκιπα Λβοφ, δεν μπόρεσε να σταθεί για πολύ. Το Μάη του 1917, υπό το βάρος ενός νέου κύματος εργατικών κινητοποιήσεων (με κυρίαρχα συνθήματα «κάτω ο πόλεμος» και «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ»), αναγκάστηκε να ανασχηματιστεί, περιλαμβάνοντας στη σύνθεσή της περισσότερους υπουργούς προερχομένους από τη σοσιαλδημοκρατία (Α. Κερένσκι, Β. Τσερνόφ, Ι. Τσερετέλι, κ.ά.).
Από κοινού αστοί και σοσιαλδημοκράτες πάσχισαν να πείσουν το λαό πως ο πόλεμος έπαψε πλέον να είναι ιμπεριαλιστικός, αλλά πως πλέον διεξαγόταν για την υπεράσπιση της πατρίδας και της Φεβρουαριανής επανάστασης που ανέτρεψε τον τσάρο. Σε ενίσχυσή τους, ο ιμπεριαλιστικός συνασπισμός της Αντάντ έστειλε στη Ρωσία τους «καλύτερους» εκπροσώπους του. Οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της Βρετανίας Α. Χέντερσον και Τζ. Τόμας, της Γαλλίας Α. Τομά, του Βελγίου Ε. Βαντερβέλντε, καθώς και εκπρόσωποι της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας: Ολοι έσπευσαν να πείσουν το ρωσικό λαό «να κάνει το χρέος του».
Ωστόσο, ούτε η πρωθυπουργοποίηση του Κερένσκι και οι συνεχώς ανακυκλούμενες υποσχέσεις για παραχωρήσεις - μεταρρυθμίσεις, ούτε η όξυνση της αντιμπολσεβικικής προπαγάνδας και η ένταση της καταστολής κατάφεραν να αποτρέψουν την πορεία των γεγονότων. Στις 6 προς 7 Νοέμβρη 1917 οι εργάτες και στρατιώτες, με επικεφαλής το κόμμα των Μπολσεβίκων, σήκωσαν τη σημαία της σοσιαλιστικής επανάστασης στην πρωτεύουσα, ενώ γρήγορα ο επαναστατικός πυρετός εξαπλώθηκε και στην υπόλοιπη χώρα, καθώς και στις μονάδες του στρατού και του στόλου. Ακολούθως, ξεκίνησε ένας πόλεμος ταξικός (εμφύλιος), ενάντια, τόσο στις εγχώριες δυνάμεις της αντεπανάστασης, όσο και στις δυνάμεις του διεθνούς ιμπεριαλισμού που έσπευσαν να τις συνδράμουν. Ο πόλεμος αυτός, στον οποίο ρίχτηκαν με αυτοθυσία και ηρωισμό εκατομμύρια εργάτες και αγρότες, έληξε 5 χρόνια μετά με νίκη των επαναστατών και την εγκαθίδρυση του πρώτου προλεταριακού κράτους στον κόσμο.
Η λήξη του πολέμου: Ο απολογισμός για τους αστούς και τους προλετάριους
Η νικηφόρα πορεία της επανάστασης στη Ρωσία, η εξέγερση των ναυτών του γερμανικού στόλου στο Κίελο και η εξάπλωση του επαναστατικού πυρετού σ' όλα τα προλεταριακά κέντρα της Γερμανίας (Νοέμβρης 1918), οι επαναστατικές εκδηλώσεις στους στρατούς και τα μετόπισθεν μιας σειράς ιμπεριαλιστικών χωρών (Γαλλία, Αυστροουγγαρία, κ.α.), επέσπευσαν τις διαδικασίες για τον τερματισμό των εχθροπραξιών. Ετσι, στις 11 Νοέμβρη 1918 στην Κομπιένη της Γαλλίας υπογράφτηκε ανακωχή μεταξύ της Γερμανίας και της Αντάντ, που ουσιαστικά σήμανε και το τέλος του πολέμου.
Το μοίρασμα της «λείας» μεταξύ των νικητριών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πραγματοποιήθηκε κατά τη «Διάσκεψη Ειρήνης» του Παρισιού, που άρχισε τις εργασίες της στις 18 Γενάρη 1919 και προϊόν της οποίας υπήρξε η Συνθήκη των Βερσαλλιών (28 Ιουνίου 1919). Η αναδιανομή του κόσμου, όπως προέκυψε από το λεγόμενο «Σύστημα των Βερσαλλιών» και επικυρώθηκε στη «Χάρτα» της νεοϊδρυθείσας Κοινωνίας των Εθνών, είχε ως εξής: Η Γερμανία απώλεσε το 1/8 των εδαφών της στην Ευρώπη, καθώς και όλες τις αποικίες της στην Αφρική, οι οποίες μοιράστηκαν κυρίως μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας. Οι κτήσεις της Γερμανίας στην Ασία περιήλθαν αντίστοιχα στην Ιαπωνία. Η Αυστροουγγαρία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία διαμελίστηκαν και διαλύθηκαν. Σε γενικές γραμμές, η Βρετανία διατήρησε την πρωτοκαθεδρία της στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Ιδιαίτερα ισχυρές, ωστόσο, αναδείχθηκαν και οι ΗΠΑ, που στο τέλος του πολέμου είχαν διπλασιάσει τις τοποθετήσεις κεφαλαίων τους στο εξωτερικό, ενώ είχαν συγκεντρώσει το 40% των παγκόσμιων αποθεμάτων σε χρυσό.
Το ιμπεριαλιστικό αυτό μοίρασμα του κόσμου παρέσυρε στη δίνη του πολέμου σχεδόν 1,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Από τα 65 περίπου εκατομμύρια που επάνδρωσαν τους στρατούς των εμπόλεμων συνασπισμών, 8,52 εκατομμύρια σκοτώθηκαν στα πεδία των μαχών, 21,18 εκατομμύρια τραυματίστηκαν - έμειναν ανάπηροι, ενώ 7,75 εκατομμύρια έγιναν αιχμάλωτοι ή αγνοούμενοι. Επιπροσθέτως, 948 χιλιάδες άμαχοι έχασαν τη ζωή τους ως απευθείας αποτέλεσμα των πολεμικών συγκρούσεων, ενώ άλλα 5,89 εκατομμύρια ως αποτέλεσμα των έμμεσων συνεπειών του πολέμου (πείνα, αρρώστιες, κ.ο.κ.). Κατά μέσο όρο 10.000 άνθρωποι έχαναν τη ζωή τους κάθε μέρα του πολέμου.
Την ίδια στιγμή που εκατομμύρια προλετάριοι έσβηναν στα πεδία των μαχών και στα εργοστάσια (όπου η εντατικοποίηση και εκμετάλλευση της εργασίας οξύνθηκαν ακόμα περισσότερο στο πλαίσιο της «πολεμικής προσπάθειας»), οι αστοί - όλων των χωρών, νικητών και ηττημένων - αποκόμισαν ανεπανάληπτα κέρδη. «Τα κέρδη των αγγλικών μονοπωλίων στο χρονικό διάστημα του πολέμου αυξήθηκαν κατά 4 δισ. λίρες στερλίνες», ενώ τα «ετήσια έσοδα των αμερικανικών μονοπωλίων στα 1916 - 1918 ήταν κατά μέσο όρο 4,8 δισ. δολάρια μεγαλύτερα από ό,τι στα τρία τελευταία χρόνια πριν από τον παγκόσμιο πόλεμο».12
«Οι μετοχές ανεβαίνουν και οι προλετάριοι πέφτουν», σημείωνε χαρακτηριστικά η Ρ. Λούξεμπουργκ απ' όταν ακόμα ο πόλεμος μαινόταν. «Και μαζί με καθέναν από αυτούς είναι ένας μελλοντικός αγωνιστής, ένας στρατιώτης της επανάστασης που κατεβαίνει στον τάφο. Αυτή η τρέλα, αυτή η ματωμένη κόλαση, θα πάψει να υπάρχει, από τη μέρα που οι εργάτες της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Ρωσίας θα βγουν επιτέλους από τη μέθη όπου σήμερα είναι βουτηγμένοι, θα τείνουν αδελφικά το χέρι, σκεπάζοντας ταυτόχρονα την κτηνώδικη κραυγή των θηρίων του ιμπεριαλιστικού πολέμου με την παλιά και δυνατή φωνή του πολέμου της εργασίας: Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε!»13
Επίλογος
Ο Α' Παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός Πόλεμος χαρακτηρίστηκε από πολλούς (μεταξύ αυτών και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Γ. Ουίλσον) ως «ο πόλεμος που θα τερμάτιζε όλους τους πολέμους». Δύο μόλις δεκαετίες αργότερα, ο ισχυρισμός αυτός θα διαψευδόταν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, από την έκρηξη ενός νέου, ακόμα φονικότερου ιμπεριαλιστικού πολέμου (δίχως να συνυπολογίζουμε τους δεκάδες τοπικούς - περιφερειακούς πολέμους και ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις της μεσοπεριόδου). Και αυτό, βεβαίως, γιατί οι αιτίες που γέννησαν τον Πρώτο Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο δεν εξαλείφθηκαν. Ο πόλεμος στην εποχή του ιμπεριαλισμού δεν είναι απλώς ένα «ατυχές» γεγονός, αλλά αποτελεί οργανικό προϊόν του καπιταλισμού, αναπόφευκτη εκδήλωση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Ο Α' Παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός Πόλεμος, όχι μόνο δεν «τερμάτισε όλους τους πολέμους», αλλά έθεσε και ο ίδιος το σπόρο του επόμενου, καθώς η αναδιανομή του κόσμου που επισφράγισε η Ειρήνη των Βερσαλλιών, «έκλεισε» μια σειρά προηγούμενους λογαριασμούς, αλλά «άνοιξε» και καινούργιους.
Ο Α' Παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός Πόλεμος έδειξε πως η εργατική τάξη δεν έχει κανένα συμφέρον να γίνεται βορά στα κανόνια των αντιμαχόμενων αστών. Εχθρός της δεν είναι ο ξένος προλετάριος, αλλά η δική της αστική τάξη, που εκμεταλλεύεται τον ιδρώτα και το αίμα της, τόσο σε καιρούς ειρήνης όσο και σε καιρούς πολέμου. Η πραγματική της απελευθέρωση, επομένως, έγκειται στην ανατροπή της αστικής εξουσίας.
Στρατηγικός στόχος του κόμματος της εργατικής τάξης την περίοδο της παγίωσης και κυριαρχίας του καπιταλισμού, δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η επαναστατική κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, ο σοσιαλισμός - χωρίς «ενδιάμεσα» καθήκοντα, στόχους και στάδια. Η συμμαχία με τμήματα της αστικής τάξης (που μπορεί να βαφτίζονται «εθνικά», «πατριωτικά» ή άλλο), για τη διεκπεραίωση «αστικοδημοκρατικών», κ.λπ. σκοπών, οδηγεί αναπόφευκτα σε μετατροπή του κόμματος της εργατικής τάξης (και κατά προέκταση και των εργατικών μαζών που το ακολουθούν και το εμπιστεύονται) σε βαστάζο της αστικής εξουσίας, σε φτιασιδωτή και εν τέλει σε διασώστη της. Οπως έχει αποδειχθεί πολλές φορές από την μακρόχρονη εμπειρία του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, ο συμβιβασμός με την αστική τάξη και τα κόμματά της, ισοδυναμεί αυτομάτως με θυσία των ζωτικών συμφερόντων της εργατικής τάξης. Οι όποιες βραχυπρόθεσμες παραχωρήσεις και «οφέλη», δεν μπορούν ποτέ να δικαιολογήσουν ή να ισοσκελίσουν τις μακροπρόθεσμες, στρατηγικές συνέπειες για το εργατικό κίνημα, που για ορισμένα ψίχουλα καλούνταν να παραδώσει συχνά έναν κόσμο ολόκληρο. Η συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις σημαίνει εγκλωβισμό, ενσωμάτωση της εργατικής τάξης και του κινήματός της στη λογική και τις σκοπιμότητες της αστικής διαχείρισης. Εν τέλει, σημαίνει παροπλισμό και υποταγή της εργατικής τάξης στην αστική.
Το 1917 - 1919 η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο - ταξικό έγινε πραγματικότητα στη Ρωσία, στη Γερμανία, στη Φινλανδία και την Ουγγαρία. Ωστόσο, μόνο στην πρώτη είχε νικηφόρο αποτέλεσμα, εξαιτίας μιας σειράς παραγόντων, όπως οι αντικειμενικές και υποκειμενικές αδυναμίες των νεοϊδρυθέντων επαναστατικών κομμάτων της εργατικής τάξης (των Κομμουνιστικών Κομμάτων), ο αντεπαναστατικός ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας και βεβαίως οι εξωτερικές παρεμβάσεις του διεθνούς ιμπεριαλισμού.
Δυστυχώς, μια σειρά διδάγματα, που αντλήθηκαν κυριολεκτικά μέσα από φωτιά και σίδερο, όπως π.χ. γύρω από την αστικοποίηση και τον αντεπαναστατικό ρόλο της σοσιαλδημοκρατίας, παραγνωρίστηκαν έως και αγνοήθηκαν από το επαναστατικό εργατικό κίνημα τα επόμενα χρόνια. Ο διαχωρισμός της σοσιαλδημοκρατίας σε «αριστερή» και «δεξιά» και η αναζήτηση συμμαχιών με τμήματα ή το σύνολό της - ιδιαίτερα στις παραμονές του Β' Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου - είχε πολλαπλές συνέπειες για το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, οδηγώντας σε απαράδεκτους ιδεολογικοπολιτικούς - οργανωτικούς συμβιβασμούς και οπισθοχωρήσεις, θέτοντας προσκόμματα στην ανάπτυξη και ευόδωση της επαναστατικής πάλης των λαών.
Ομοίως και ο μη-προσδιορισμός του χαρακτήρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ως ιμπεριαλιστικού: Γεγονός που καθόρισε τόσο το στρατηγικό στόχο των Κομμουνιστικών Κομμάτων, όσο και την πολιτική συμμαχιών τους. Ωστόσο, ο χαρακτήρας του πολέμου προσδιορίζεται αντικειμενικά από το χαρακτήρα της εποχής. Την εποχή, όπου ο καπιταλισμός έχει περάσει στο ανώτατο, μονοπωλιακό του στάδιο - τον ιμπεριαλισμό - ο πόλεμος δεν μπορεί παρά να έχει ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα. Το γεγονός αυτό είναι που με τη σειρά του καθορίζει και τη στάση της επαναστατικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, τόσο απέναντι στον πόλεμο γενικά, όσο και απέναντι στην αστική τάξη και το ζήτημα της εξουσίας.
Η ιστορική εμπειρία του Α' Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου, ιδιαίτερα γύρω από το κομβικό ζήτημα της σχέσης μεταξύ του πολέμου και της πάλης για την εργατική εξουσία, αποτελεί σημαντική θεωρητική και πρακτική παρακαταθήκη για τους εργαζομένους όλου του κόσμου. Μιας παρακαταθήκης που καταγράφηκε και στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 19ο Συνέδριο, όπου τονίζονταν χαρακτηριστικά: «Σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας, είτε σε αμυντικό είτε σε επιθετικό πόλεμο, το Κόμμα πρέπει να ηγηθεί στην αυτοτελή οργάνωση της εργατικής - λαϊκής πάλης με όλες τις μορφές, ώστε αυτή να συνδεθεί με τον αγώνα για ολοκληρωτική ήττα της αστικής τάξης, εγχώριας και ξένης ως εισβολέα, έμπρακτα να συνδεθεί με την κατάκτηση της εξουσίας».
Παραπομπές:
1. Β. Ι. Λένιν, «Προς τον Γκ. Ε. Ζηνόβιεφ», στα «Απαντα», τ. 49, σελ. 287.
2. Β. Ι. Λένιν, «Σοσιαλισμός και πόλεμος», στα «Απαντα», τ. 26, σελ. 320.
3. Β. Ι. Λένιν, «Παρατηρήσεις πάνω στην απόφαση του συνεδρίου της Στουτγάρδης "Για το μιλιταρισμό και τις διεθνείς συγκρούσεις"», και «Σημειώσεις», στα «Απαντα», τ. 16, σελ. 80 και 537.
4. Krivoguz I, The Second International, 1889-1914, εκδ. «Progress», Moscow, 1989, σελ. 239 - 240.
5. Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, Παγκόσμια Ιστορία, τόμος Ζ2, σελ. 701.
6. Krivoguz I, The Second International, 1889-1914, εκδ. «Progress», Moscow, 1989, σελ. 319.
7. Από άρθρο του Ιταλού σοσιαλιστή Zibordi στην Avanti, στο Β. Ι. Λένιν, Ο Ευρωπαϊκός Πόλεμος και ο διεθνής σοσιαλισμός, στα «Απαντα», τ. 26, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1973, σελ. 10.
8. Β. Ι. Λένιν, «Η κατάσταση και τα καθήκοντα της Σοσιαλιστικής Διεθνούς», στα «Απαντα», τ. 26, σελ. 36-37 και 42.
9. Β. Ι. Λένιν, «Δώδεκα σύντομες θέσεις για την υποστήριξη από μέρους του Γκ. Γκρόιλιχ της υπεράσπισης της πατρίδας», στα «Απαντα», τ. 30, σελ. 335.
10. Β. Ι. Λένιν, «Σοσιαλισμός και πόλεμος», στα «Απαντα», τ. 26, σελ. 345.
11. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949-1968, Β' τόμος, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2011, σελ. 21.
12. Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, «Παγκόσμια Ιστορία», τ. Η, σελ. 116 και 145.
13. Ρ. Λούξεμπουργκ, «Η εργατική τάξη και ο πόλεμος», εκδ. «Κοροντζή», Αθήνα, σελ. 40-41.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΚΑΙ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΣΤΡΑΤΙΩΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗΝ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ (1918- 1920)
Σχεδόν 100 χρόνια μετά την έναρξη του Α' Παγκοσμίου Ιμπεριαλιστικού Πολέμου, τα καπιταλιστικά κράτη, οι διεθνείς ενώσεις και συμμαχίες τους έχουν διεξαγάγει δεκάδες πολέμους και στρατιωτικές επεμβάσεις, με την εμπλοκή λιγότερων ή περισσότερων κρατών, που αγκάλιασαν ως και ολόκληρο τον κόσμο.
Όλες αυτές οι στρατιωτικές επεμβάσεις, όλα αυτά τα χρόνια «γίνονται για το ξαναμοίρασμα των αγορών μεταξύ των μονοπωλίων που, παρά την πολυεθνική μετοχική τους σύνθεση, εξακολουθούν να έχουν ως βάση της συγκρότησής τους κάποιο κράτος»1.
Σ' όλες τις περιπτώσεις, οι αντιμαχόμενοι στρατοί επανδρώνονται από «μισθωτούς σκλάβους», από εργάτες, παιδιά του λαού και της φτωχολογιάς, που ματώνουν για τα συμφέροντα της «δικιάς τους» πλουτοκρατίας κόντρα στα συμφέροντα της ξένης πλουτοκρατίας.
Κάθε φορά, οι αστικές τάξεις προσπαθούν να εξαπατήσουν τις εργαζόμενες μάζες, το λαό με «εθνικές» και «πατριωτικές» διακηρύξεις για την «υπεράσπιση της πατρίδας», με την επίκληση της «ελευθερίας» και της «δημοκρατίας», προκειμένου να ντυθούν στο «χακί», να εισέλθουν οικειοθελώς στην «κρεατομηχανή» του πολέμου. Συγκαλύπτουν έτσι και τους αποσπούν την προσοχή από τον ταξικό πόλεμο που πρέπει να διεξάγουν για την απελευθέρωσή τους από τα δεσμά της εκμετάλλευσης.
Ωστόσο, στην Ιστορία αυτού του αιώνα, υπήρξαν φορές που οι «μισθωτοί σκλάβοι» αρνήθηκαν να χύσουν το αίμα τους, να σκοτώσουν και να σκοτωθούν προς όφελος των αστικών τους τάξεων. Υπήρξαν ακόμα φορές που έστρεψαν τα όπλα τους αντίστροφα, εναντίον του πραγματικού τους εχθρού.
Η ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Σοβιετική Ρωσία
Προτού ακόμα τελειώσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, οι ιμπεριαλιστές στράφηκαν στρατιωτικά ενάντια στη νεαρή Σοβιετική εξουσία, που είχε εγκαθιδρυθεί στη Ρωσία με τη Μεγάλη Σοσιαλιστική Οχτωβριανή Επανάσταση στις 7 Νοέμβρη (25 Οκτώβρη με το παλιό ημερολόγιο) 1917. Απ' την άνοιξη του 1918 ξεκίνησε η απόβαση των πρώτων αγγλικών, γαλλικών και αμερικανικών στρατευμάτων. Μετά την ήττα της Γερμανίας, το Νοέμβρη του 1918, εντάθηκε η επέμβαση: 14 καπιταλιστικά κράτη, ανάμεσα σ' αυτά και η Ελλάδα, συμμετείχαν στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία με συνολική δύναμη 300.000 αντρών.2
Ο στόχος του διεθνούς ιμπεριαλισμού ήταν η ανατροπή της εργατικής εξουσίας. Ο Β. Ι. Λένιν έγραψε σχετικά: «Οι εχθροί της Σοβιετικής Ρωσίας μας περισφίγγουν σ' ένα στενό σιδερένιο κλοιό, για να αφαιρέσουν από τους εργάτες και τους αγρότες όλα όσα τους έδωσε η Οχτωβριανή Επανάσταση. Η σημαία της ρωσικής κοινωνικής επανάστασης, που ανεμίζει ψηλά, δεν αφήνει σε ησυχία τους διεθνείς άρπαγες -τους ιμπεριαλιστές- και αυτοί άρχισαν τον πόλεμο εναντίον μας, άρχισαν τον πόλεμο ενάντια στη Σοβιετική εξουσία, τα έβαλαν με την εξουσία των εργατών και αγροτών»3.
Η προσπάθεια των ιμπεριαλιστών να ανατρέψουν την επαναστατική - εργατική εξουσία απέτυχε. Οι βασικές στρατιωτικές δυνάμεις τους εγκατέλειψαν τα εδάφη της Σοβιετικής Ρωσίας στα τέλη της άνοιξης - αρχές καλοκαιριού του 1919, ενώ την άνοιξη του 1920 αποχώρησαν και τα στρατεύματα των ΗΠΑ.4 Ακολούθησε, τον Απρίλη του 1920, η επίθεση της Πολωνίας ενάντια στη χώρα των Σοβιέτ -με τη στήριξη (στρατιωτική, οικονομική) των Αγγλων και των Αμερικανών ιμπεριαλιστών. Η Πολωνία κατάφερε να αποσπάσει εδάφη απ' τη Σοβιετική Ρωσία, χωρίς, όμως, να πετύχει πλήρως τα σχέδιά της ή να συμβάλει στην ανατροπή της εργατικής εξουσίας.
Πολύτιμος σύμμαχος των λαών της Σοβιετικής Ρωσίας, στα δυο αυτά χρόνια της επέμβασης, ήταν εργαζόμενοι όλου του κόσμου, που σαμποτάρισαν με διάφορους τρόπους τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, αλλά και στρατιώτες και ναύτες που αρνήθηκαν να πολεμήσουν ενάντια στο ρωσικό λαό ή και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενώθηκαν μαζί του.
Το κίνημα διεθνούς αλληλεγγύης προς τη Σοβιετική Ρωσία στις καπιταλιστικές χώρες
«Σε κάθε χώρα υπάρχει η δική της εσωτερική εργατική, προλεταριακή αντιπολίτευση ενάντια στην επιδρομή κατά της Ρωσίας»5 (Β. Ι. Λένιν).
Πράγματι, σε πολλές χώρες του κόσμου οργανώθηκαν απ' τα Σοσιαλιστικά - Εργατικά και Κομμουνιστικά Κόμματα, τα Εργατικά Συνδικάτα, διάφορες πρωτοβουλίες αλληλεγγύης στη Σοβιετική Ρωσία, εναντίωσης στην ιμπεριαλιστική επέμβαση.
Η δραστηριότητα αυτή αναπτύχθηκε σε συνθήκες που η προδοσία και η χρεοκοπία της Β' Διεθνούς ήταν ακόμα νωπή, με τις ηγεσίες των συνδικαλιστικών οργανώσεων να ελέγχονται απ' τη σοσιαλδημοκρατία και τα περισσότερα Κομμουνιστικά Κόμματα μόλις να έχουν δημιουργηθεί.
Παρά τις όποιες δυσκολίες, σ' όλη σχεδόν την Ευρώπη, σε χώρες της Ασίας και της Αμερικής οργανώθηκαν εκδηλώσεις διαμαρτυρίας, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια και απεργίες, ιδρύθηκαν επιτροπές δράσης για τη στήριξη της Σοβιετικής Ρωσίας, παρεμποδίστηκε η μεταφορά όπλων και πολεμοφοδίων για τα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα.
Ακόμα, για πρώτη φορά στην Ιστορία του εργατικού κινήματος έγινε προσπάθεια να πραγματοποιηθεί διεθνής απεργία στην Αγγλία, τη Γαλλία και την Ιταλία.
Η απεργία σχεδιαζόταν να γίνει στις 21 Ιούλη του 1919, με το σύνθημα της υποστήριξης των επαναστάσεων στη Ρωσία και στην Ουγγαρία και διεκδικώντας να σταματήσει κάθε επέμβαση στις υποθέσεις τους.
Η απεργία δεν πέτυχε αλλά ξέσπασαν μεμονωμένες απεργίες σε διάφορες χώρες (Αγγλία, Ιταλία, Γερμανία, Νορβηγία κ.ά.). Ο Β. Ι. Λένιν έγραψε για αυτήν την πρωτοβουλία: «Ξέρουμε ότι οι εργάτες της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, όταν καθόριζαν την παγκόσμια απεργία στις 21 του Ιούλη, υπερνικούσαν πρωτάκουστες δυσκολίες. Ηταν μια δοκιμή πρωτόφαντη στην Ιστορία. Δεν είναι παράξενο που δεν πέτυχε»6.
Η εναντίωση των λαών των καπιταλιστικών κρατών στην προσπάθεια των κυβερνήσεών τους να ανατρέψουν τη Σοβιετική εξουσία ομολογείται και από τον Henry Wilson, επικεφαλής του Αυτοκρατορικού Επιτελείου του Βρετανικού Στρατού (1918-1922), που έγραψε κατά τη διάρκεια της επέμβασης (1η Δεκέμβρη 1919): «Σε καμία από τις Συμμαχικές χώρες δεν υπήρχε αρκετό αντίστοιχο βάρος στην κοινή γνώμη που να δικαιολογεί την ένοπλη επέμβαση ενάντια στους Μπολσεβίκους σε αποφασιστικό βαθμό»7.
Η διεθνής δραστηριότητα υπεράσπισης του πρώτου εργατικού κράτους και εναντίωσης στην αποστολή στρατευμάτων εναντίον του απλώθηκε στις εξής χώρες:
Στην Ευρώπη: Ιρλανδία, Μεγάλη Βρετανία, Νορβηγία, Σουηδία, Εσθονία, Δανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Γερμανία, Πολωνία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Τσεχοσλοβακία, Αυστρία, Ελβετία, Ρουμανία, Ιταλία, Γιουγκοσλαβία, Βουλγαρία, Ελλάδα, Τουρκία.
Στην Ασία: Μογγολία, Περσία, Αφγανιστάν, Ινδία, Κίνα, Κορέα, Ιαπωνία.
Στην Αμερική: Καναδάς, ΗΠΑ, Κούβα, Περού, Χιλή, Αργεντινή.
Ακόμα, στην Ουγγαρία, τη Γερμανία, την Τσεχοσλοβακία, τη Φινλανδία, την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία σημειώθηκαν εργατικές εξεγέρσεις - επαναστάσεις.8
Οι στρατιώτες ενάντια στην αντισοβιετική εκστρατεία
Ο Λένιν τόνιζε ιδιαίτερα και την καθοριστική σημασία που είχε για τη νίκη του σοβιετικού λαού η στάση των στρατιωτών και των ναυτών των καπιταλιστικών κρατών. «Με τη διαφώτιση και την προπαγάνδα αποσπάσαμε από την Αντάντ τα ίδια της τα στρατεύματα. Νικήσαμε τους ιμπεριαλιστές όχι μόνο με τους στρατιώτες μας αλλά και στηριζόμενοι στη συμπάθεια που τρέφουν για μας οι ίδιοι οι δικοί τους στρατιώτες»9.
Απ' την αντίπαλη πλευρά, ο Στρατηγός Ντ' Ανσέλμ είπε, απευθυνόμενος σε μέλος της παράνομης Κομματικής Επιτροπής των Μπολσεβίκων της Οδησσού: «Γνωρίζω ότι εσείς αποσυνθέσατε τα μισά στρατεύματά μου και ιδίως τα γαλλικά τμήματα»10.
Επιγραμματικά, οι παράγοντες που επιδρούσαν στη συνείδηση και τη στάση των στρατιωτών απέναντι στην αντισοβιετική εκστρατεία ήταν:
  • Η διεθνής ακτινοβολία της Μεγάλης Οχτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης.
  • Η διαφωτιστική - προπαγανδιστική δράση των Μπολσεβίκων.11
  • Η δράση των Κομμουνιστικών Κομμάτων και των εργατικών οργανώσεων στις χώρες προέλευσης των στρατιωτών.
  • Η επαφή με το ντόπιο πληθυσμό.
  • Η μεγάλη διάρκεια του πολέμου, η κούραση και οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στη Ρωσία.
Αυτές ήταν οι βασικές πηγές της «αποσύνθεσης» των ιμπεριαλιστικών στρατευμάτων, που μετέτρεψαν τη «βουβή» υπακοή των στρατιωτών σε δυσφορία, διαμαρτυρία, ανυπακοή και οδήγησαν ως και στην ανταρσία και τη συναδέλφωση με τον Κόκκινο Στρατό.
Η αλληλεγγύη του ΣΕΚΕ στη Σοβιετική Ρωσία
Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (μετέπειτα ΚΚΕ), στο Ιδρυτικό του Συνέδριο, που έγινε το Νοέμβρη του 1918, ενέκρινε χαιρετιστήριο ψήφισμα προς τη Ρωσική Δημοκρατία των σοβιέτ και διαμαρτυρία ενάντια στη σχεδιαζόμενη επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών στη Σοβιετική Ρωσία.12
Λίγες μέρες μετά την ίδρυση του Κόμματος, συζητήθηκε στη Βουλή η Επερώτηση που είχε καταθέσει ο Αριστοτέλης Σίδερις, βουλευτής που εντάχθηκε στο ΣΕΚΕ, με την οποία ζητούσε απ' την κυβέρνηση να απαντήσει «εάν επιβεβαιούται η φήμη περί συμμετοχής Ελληνικών στρατευμάτων εις την κατά της Ρωσίας εκστρατείαν».
Μιλώντας στη Βουλή, ο Α. Σίδερις, υποστήριξε πως δεν πρέπει «να αναμιχθώμεν εις τα εσωτερικά άλλου λαού» και πως πραγματικός στόχος της εκστρατείας είναι η «υποστήριξις των συμφερόντων εκείνων οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με οικονομικά συμφέροντα».
Ολοκληρώνοντας είπε: «Εγώ, όμως, δε δύναμαι να ακολουθήσω εις τούτο την πλειοψηφίαν και δηλώ ότι διαμαρτύρομαι κατά της εκστρατείας αυτής, διότι την ευρίσκω και άδικον και ασύμφορον προς το συμφέρον του Κράτους και του Εθνους»13.
Ο Βάσος Γεωργίου, για πολλά χρόνια δημοσιογράφος του Ριζοσπάστη, έγραψε πως «το ΣΕΚΕ ήταν το μοναδικό ελληνικό πολιτικό κόμμα που αντιτάχθηκε αποφασιστικά στην αποστολή του Γενάρη του 1919 (...) και πάλεψε, τόσο στην Ελλάδα, όσο και ανάμεσα στους φαντάρους και αξιωματικούς, για την αποτυχία της ουκρανικής εκστρατείας»14.
Το Α' Εθνικό Συμβούλιο του ΣΕΚΕ, που συνήλθε τον Μάη του 1919, με απόφασή του διαμαρτυρήθηκε για μια ακόμη φορά για την εκστρατεία, που τη χαρακτήριζε «ως φανεράν προσπάθειαν προς κατάπνιξιν της εκδηλωθείσης ήδη κοινωνικής επαναστάσεως»15.
Ανάμεσα στα αιτήματα της απεργίας της Πρωτομαγιάς του 1919 ήταν και η ανάκληση των ελληνικών στρατευμάτων απ' τη Ρωσία.16
Τέλος, αναφέρεται πως «με τη δουλειά των κομμουνιστών στα 1919, οι εργάτες της Βόρειας Ελλάδας αρνήθηκαν να υπακούσουν στην απόφαση της κυβέρνησης για να κόψουν την μπουκιά τους για να ενισχυθεί η μερίδα του στρατιώτη που πολεμούσε κατά της ρωσικής επανάστασης. Οι εργάτες της Κομοτηνής και του Σουφλίου δήλωσαν κατηγορηματικά πως δε δίνουν δεκάρα για τη μερίδα του στρατιώτη που πολεμούσε στην Ουκρανία και πως δε θα δούλευαν αν επιχειρούσαν οι εργοδότες να τους κρατήσουν έστω και μια δεκάρα»17.
Οι Ελληνες στρατιώτες στην Ουκρανία
Στις 2 Γενάρη '19, το Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα, με επικεφαλής το Στρατηγό Νίδερ, ξεκίνησε για την Ουκρανία. Τα πρώτα τμήματά του (34ο Σύνταγμα ΠΖ) αποβιβάστηκαν στην Οδησσό της «Μεσημβρινής Ρωσίας» (Ουκρανίας), στις 20 Γενάρη του '19.
Οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί του Σώματος είχαν επιλεχθεί αυστηρά, ενώ είχαν καταταχθεί και εθελοντές απ' όλες τις μονάδες του Ελληνικού Στρατού.
Επίσης, είχε γίνει και ανάλογη ιδεολογική «κατήχηση» ενάντια τους Μπολσεβίκους, ενώ η κυβέρνηση είχε συνδέσει την εκστρατεία με την επίτευξη «εθνικών στόχων», με το χαρακτηριστικό «Ο δρόμος για την Μικρά Ασία, περνά απ' τη Ρωσία».18
Ετσι, εξηγείται η στάση των Ελλήνων στρατιωτών στη Ρωσία, που σε σύγκριση με τα υπόλοιπα ξένα στρατεύματα χαρακτηρίζεται ως «αντιδραστικότερη».19
Ο Γιάννης Κορδάτος, μάλιστα, αναφέρει ότι οι αξιωματικοί που επιλέχθηκαν έπρεπε να είναι αφοσιωμένοι στο βενιζελικό κόμμα: «...με εμπιστευτική εγκύκλιο ρωτήθηκαν ορισμένοι αξιωματικοί αν θέλουν να πάρουν μέρος στην εκστρατεία της Ουκρανίας. Οι πρώτοι που δήλωσαν πως θέλουν να πάρουν μέρος ήταν ο Γ. Κονδύλης, ο Ν. Πλαστήρας και ο Νεόκοσμος Γρηγοριάδης».20
Ωστόσο, το «μικρόβιο» του μπολσεβικισμού άγγιξε και τους Ελληνες στρατιώτες. Η Ελληνική Κομμουνιστική Ομάδα Οδησσού κυκλοφόρησε, απ' τις πρώτες μέρες της εγκατάστασης των Ελλήνων στρατιωτών στην πόλη, προκήρυξη γραμμένη στα Ελληνικά, που βρήκε απήχηση ανάμεσα στους στρατιώτες και το περιεχόμενό της συζητούνταν πλατιά.
Η άμεση επαφή Ελλήνων στρατιωτών με τους Μπολσεβίκους, επιβεβαιώνεται από την επιστολή που έστειλε ο Γάλλος υποστράτηγος Μπουρύ (ή Μπούριους), Διοικητής της 156ης Μεραρχίας στον Διοικητή του 34ου Συντάγματος, Συνταγματάρχη Χρ. Τσολακόπουλο - Ρέμπελο, στις 28 Γενάρη του '19.
Στην επιστολή αναφερόταν πως «οι Ελληνες στρατιώται έχουν έλθει εις συμφωνίαν με τους μπολσεβίκους και όχι μόνον δεν θα πολεμήσουν εναντίον των, όταν αυτοί επιτεθούν, αλλά και θα ενωθούν μετ' αυτών».21
Το Φλεβάρη του '19, η Ισβέστια του Χάρκοβο έγραψε πως 70 Ελληνες στρατιώτες και ένας υπαξιωματικός πέρασαν στον Κόκκινο Στρατό.
Αναφέρεται πως ένας απ' τους Ελληνες στρατιώτες που πέρασαν στον Κόκκινο Στρατό, δήλωσε: «Θέλω να γίνω μπολσεβίκος. Μόλις έμαθα ποιοι είναι οι μπολσεβίκοι αποφάσισα να περάσω μαζί τους».22
Οι λιποταξίες Ελλήνων στρατιωτών προς τους Μπολσεβίκους, επιβεβαιώνονται και απ' τον αντισυνταγματάρχη Νεόκοσμο Γρηγοριάδη, Διοικητή του ΙΙ Συντάγματος ΠΖ του Εκστρατευτικού Σώματος.
Μάλιστα, ο Γρηγοριάδης όχι μόνο παραδέχεται τη λιποταξία ενός δεκανέα και δύο στρατιωτών αλλά αποκαλύπτει πως «σκηνοθέτησε» τη... δολοφονία τους, για να μην ακολουθήσουν και άλλοι το παράδειγμά τους!
Γράφει: «Τρόμαξα μια μέρα, που μου ανάφεραν στη Σεβαστούπολη, πως ελιποτάκτησεν ένας δεκανέας και δυο στρατιώτες - είναι κολλητικό το παράδειγμα - τους εξελόγιασεν η μπολσεβίκικη προπαγάνδα. Επρεπε να κοπεί το κακό στην αρχή του. Φωνάζω τον αξιωματικό Καραδήμα, των πληροφοριών, και του λέγω κρυφά, χωρίς να πάρει κανείς άλλος είδηση, να ματώσει ένα χιτώνιο κι ένα πουκάμισο, αφού τους βάλει τον αριθμό μητρώου του δεκανέα λιποτάκτη και να κρύψει τη νύχτα με καμιά εξάρτυση (λουριά φυσιγγιοθηκών) σε κανένα απόμερον ακατοίκητο σπίτι. Να κάνει όμως καλά την ηθοποιία του - να μου τα φέρει λαχανιασμένος, τάχα βρίσκοντάς τα το πρωί, σε πολλούς μπροστά, φωνάζοντας, πως είχε πληροφορίες, ότι οι Μπολσεβίκοι κρατούσαν τον δεκανέα και τους δυο άνδρες σ' ένα παλιόσπιτο, πήγε με συνοδεία, και να τι βρήκε - τους εσκότωσαν οι άτιμοι!» 23
Η πειθαρχία στις γραμμές των ελληνικών στρατευμάτων διαταράχθηκε περαιτέρω μετά την ήττα στη Μπερζόφσκα, τον Μάρτη του '19.
Τα ελληνικά και γαλλικά στρατεύματα είχαν εκατοντάδες νεκρούς και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη, οπισθοχωρώντας άτακτα προς την Οδησσό. Στις μάχες της Μπερζόφσκα τα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα είχαν απώλειες 500 περίπου στρατιωτών, απ' τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Ελληνες.24
Οι Ελληνες φαντάροι οπισθοχωρούσαν πεζοί, και με τα πόδια τους «πληγιασμένα από την πορεία». Στην Κρεμιδόφσκα, οι αξιωματικοί σχεδιάζουν να σταθμεύσουν προσωρινά και να ξανασύρουν τους στρατιώτες «ακόμα μια φορά ενάντια στους μπολσεβίκους».
Τότε, οι φαντάροι - σύμφωνα με όσα έγραψε ένας στρατιώτης που πήρε μέρος στην εκστρατεία, τον Ιούλη του '2925- «αποφασίζουν όλοι μαζί - με την οργανωμένη δύναμή τους - να γυρίσουνε πίσω. Κατά τις 2 με τα όπλα στο χέρι τραβάν όξω από τη σκηνή του Ταγματάρχη Μακρή και του φωνάζουν:
-- Στην Οδησσό!!
-- Ολοι στην Οδησσό, κι από κει στα χωριά μας!
Κιτρινισμένος ο Ταγματάρχης αναγκάζεται να υποσχεθεί και να υποκύψει»26
Στην Οδησσό, οι Ελληνες στρατιώτες για μια ακόμα φορά απειθάρχησαν, όταν ο Κόκκινος Στρατός κατέλαβε την πόλη:
«Κατά τις 9 το βράδυ σ' όλη την πόλη ακούστηκαν ισχυροί κρότοι όπλων και χειροβομβίδων. Οι αξιωματικοί ξελαρυγγίζονται να φωνάζουν: στα όπλα!... Ομως κανείς μας δεν κινείται. Αν δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Κόκκινο Στρατό όμως δεν θα τον χτυπήσουμε. Θα βοηθήσουμε με την παθητικότητά μας, με το σαμποτάζ, να νικήσει ο Κόκκινος Στρατός του Προλεταριάτου.
Και το κάναμε αυτό! Οξω στους δρόμους γινόντανε μάχες. Κανείς μας δεν κινήθηκε να χτυπήσει τους Μπολσεβίκους. Οι περισσότεροι φαντάροι των Συμμαχικών στρατευμάτων κάνανε το ίδιο κι αυτοί».27
Ο Ελληνας φαντάρος, έχοντας την εμπειρία αυτής της εκστρατείας, δέκα χρόνια μετά «έκλεινε» τις αναμνήσεις του, γράφοντας: «Θα πάμε πάλι όταν μας στείλουν στην Ουκρανία. Ομως ετούτη τη φορά δεν θ' αρκεστούμε μόνο στην παθητική μας στάση για τη νίκη των Μπολσεβίκων. Τώρα θα προχωρήσουμε πιο πολύ: Θα ενωθούμε με τον Κόκκινο στρατό, για την απελευθέρωση μας».28
Αντί Επιλόγου
Δέκα χρόνια μετά τη συμμετοχή της χώρας μας στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία εναντίον της εργατικής εξουσίας στη Ρωσία, το ΚΚΕ και η ΟΚΝΕ οργάνωσαν έναν έρανο για την αγορά ενός πολυβόλου για τον Κόκκινο Στρατό.
Η διεθνιστική αυτή πρωτοβουλία είχε στόχο να «ξεπλυθεί το αίσχος της ουκρανικής εκστρατείας» και την ενίσχυση του πεντάχρονου σχεδίου.29
Στον έρανο συμμετείχαν και φαντάροι και ναύτες, προσφέροντας απ' το υστέρημά τους. Ναύτες του Ναυστάθμου έγραψαν στην εφημερίδα της ΟΚΝΕ, Νεολαία: «Εμείς οι συνειδητοί ναύτες του πολεμικού ναυτικού δίνουμε για την αγορά του πολυβόλου που θα χαριστεί στον Κόκκινο Στρατό δραχμές εκατόν δέκα και υποσχόμαστε στην τάξη μας: Τα πολυβόλα που μας μαθαίνουν οι μιλιταριστές να χρησιμοποιήσουμε ενάντια στα αδέρφια μας, θα τα στρέψουμε ενάντια στους μιλιταριστές και την πλουτοκρατία, εγκαθιδρύοντας την εργαταγροτική εξουσία σ' όλο τον κόσμο».30
Το αστικό κράτος «απάντησε» στον έρανο με συλλήψεις, διώξεις και δίκες.
Σε μια τέτοια δίκη, τον Δεκέμβρη του '29 στην Κομοτηνή, ο κομμουνιστής Κοσμίδης «πούχε πιαστεί γιατί ενεργούσε έρανο υπέρ του πολυβόλου» ρωτήθηκε απ' τον Πρόεδρο του Δικαστηρίου:
«Ωστε αν σας στείλει η πατρίδα στην Ουκρανία δεν θα σκοτώσετε;».31
Η απάντηση του κατηγορούμενου ήταν:
«Οχι, γιατί σαν εργάτης που είμαι το τουφέκι μου δεν θα το στρέψω κατά του πρώτου εργατικού κράτους, αλλά κατά των ταξικών μου εχθρών».32
Παραπομπές:
1. ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, «Ο Λένιν για τον πόλεμο και τη στάση των Κομμουνιστών» στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, τ. 6/2012, σ. 20
2. Βλ. Κώστας Αυγητίδης, Η στρατιωτική επέμβαση των καπιταλιστικών χωρών ενάντια στη Σοβιετική Ρωσία και η Ελλάδα (1918-1920), «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1999, σ. 60.
3. Β. Ι. Λένιν, «Λόγος στη συγκέντρωση της συνοικίας Μπουτίρκι. 2 Αυγούστου 1918» στα Απαντα, τ. 37, «Σύγχρονη Εποχή», 5η έκδ., Αθήνα, 1982, σ. 27
4. Κώστας Αυγητίδης, ό.π., σ. 300
5. Β. Ι. Λένιν, «Τελικός λόγος πάνω στην Εκθεση για τη στάση του προλεταριάτου απέναντι στη μικροαστική δημοκρατία» στα Απαντα, τ. 37, ό.π., σ. 233
6. Β. Ι. Λένιν, «Λόγος στο Ι Πανρωσικό Συνέδριο των λειτουργών της παιδείας και του σοσιαλιστικού πολιτισμού. 31 του Ιούλη 1919» στα Απαντα, τ. 39, «Σύγχρονη Εποχή» 5η έκδ., Αθήνα, 1982, σ. 138.
7. Βλ. «Memorandum by the Chief of the Imperial General Staff» στο The Evacuation of North Russia 1919, His Majesty's Stationery Office, London, 1920, σ. 5.
8. Βλ. Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ του ΚΚΕ (επίμ.), Η Κομμουνιστική Διεθνής 1919-1943, «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2009, σ. 59
9. Β. Ι. Λένιν, «Λόγος στην εξωκομματική Συνδιάσκεψη της συνοικίας Μπλαγκούσε - Λεφόρτοβο. 9 του Φλεβάρη 1920» στα Απαντα, τ. 40, «Σύγχρονη Εποχή», 5η έκδ., Αθήνα, 1982, σ. 125
10. Κώστας Αυγητίδης, ό.π., σ. 258
11. Κώστας Αυγητίδης, ό.π., σ. 235-259
12, Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 1 (1918 - 1924), «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σ. 4
13. «Το ΣΕΚΕ και η Εκστρατεία στην Ουκρανία» στην εφ. Ριζοσπάστης, 17-11-1978, σ. 3.
14. Βάσος Γεωργίου, Ο διεθνισμός και ο πατριωτισμός του ΚΚΕ, «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1980, σ. 37.
15. Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα, τ. 1 (1918 - 1924), «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1974, σ. 30.
16. Χρονικό αγώνων και θυσιών του ΚΚΕ, Εκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα, 1978 σ. 26.
17. Αχιλλέας Μπλάνας, «Η φιλία ανάμεσα στο Σοβιετικό και Ελληνικό λαό» στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση, τ. 11/1977, σ. 43.
18. Κώστας Αυγητίδης, ό.π., σ. 106.
19. Ο.π., σ. 246.
20. Γιάννης Κορδάτος, Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας, τ. ΧΙΙΙ, 20ός Αιώνας, Αθήνα, 1959, σ. 521
21. Ο.π., σ. 56-57 και Α. Α., «Η τυχοδιωκτική εκστρατεία της Ουκρανίας» στην εφ. Ριζοσπάστης, 19-7-1929, σ. 1.
22. Αχιλλέας Μπλάνας, ό.π.
23. Π. Α. Ζάννας (επιμ.), Εκστρατεία στη Μεσημβρινή Ρωσία 1919, «Ερμής», Αθήνα, 1982, σ. 151-152.
24. Κώστας Αυγητίδης, ό.π., σ. 154.
25. Οι «αναμνήσεις» του στρατιώτη με τα αρχικά Α. Α. δημοσιεύτηκαν στον Ριζοσπάστη, σε τέσσερις συνέχειες τον Ιούλη του '29 (16, 17, 18, 19-7-1929).
26. Α. Α., «Η τυχοδιωκτική εκστρατεία της Ουκρανίας», ό.π., σ. 2.
27. Ο.π.
28. Ο.π.
29. «Πώς απολογούνται οι επαναστάτες» στην εφ. «Ριζοσπάστης», 6-12-1929, σ. 3.
30. «Για το πολυβόλο μας» στην εφ. Νεολαία, 25-10-1929, σ. 1.
31. «Πώς απολογούνται οι επαναστάτες», ό.π.
32. Ο.π.
http://www.902.gr/eidisi/istoria-ideologia/47933/100-hronia-apo-tin-ekrixi-toy-pagkosmioy-imperialistikoy-polemoy#/0
1 / 6