Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Ενωμένοι όλοι/ες ενάντια στο ρατσισμό; Σκέψεις μετά από μια αντιρατσιστική διαδήλωση στο Βερολίνο


Τo περασμένο Σάββατο, 13 Οκτώβρη, στο Βερολίνο ζήσαμε μια παράξενα ζεστή και ηλιόλουστη ημέρα του φθινοπώρου, σίγουρα ιδανική για το καλωσόρισμα περίπου 240.000 ανθρώπων όλων των ηλικιών, που διαδήλωσαν εναντίον του ρατσισμού και της ανόδου του ακροδεξιού λαϊκισμού στη Γερμανία. Μια έκταση 5 χιλιομέτρων του κέντρου της Ευρωπαϊκής μητρόπολης του Βερολίνου, από την Αλεξάντερπλατς μέχρι την Πύλη του Βρανδεμβούργου στη Στήλη Νίκης, κατακλύστηκε από διαδηλωτές που κατά κύριο λόγο ενώθηκαν κάτω από το hashtag #unteilbar
Τα πλήθη ακολούθησαν περίπου 40 φορτηγά με μεγάφωνα, μερικά από τα οποία μετέδιδαν πολιτικά μηνύματα και μουσική όλων των ειδών. Ανάμεσα στα φορτηγά μπορούσε κανείς να συναντήσει και το “παραδοσιακό” φορτηγό με techno που θύμισε κάτι από το love parade.

Συμμετείχαν σχεδόν όλες οι οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων των συνδικαλιστικών οργανώσεων, των ΜΚΟ, των πολιτικών κομμάτων (τόσο των mainstream όσο και των “περιθωριακών”), των ομάδων δικαιωμάτων της lgbtqi κοινότητας, των σχολείων, των πανεπιστημίων και των θεάτρων. Όλα τα μπλοκ είχαν μια ποικιλία από πανό, καθένα ανάλογα με τα δικά του ζητήματα (οι εργαζόμενοι/ες της Ryanair είχαν και αυτοί/ες μια δυναμική παρουσία), ωστόσο, όλοι/ες ενώθηκαν κάτω από το σύνθημα: “Αλληλεγγύη,όχι περιθωριοποίηση”. 

Ανάμεσα στα μπλοκ υπήρξε και ένα ιδιαίτερα μαζικό, από ανθρώπους που ζουν στη γειτονιά του Neükolln, τη γειτονιά όπου στην παρούσα συγκυρία διάφοροι πολιτικοί κοινωνικοί χώροι (στέκια) και αριστερά μπαρ αναγκάζονται να κλείσουν λόγω των υψηλών ενοικίων ή λόγω της λήξης των συμβολαίων τους με τις ιδιοκτήτριες εταιρίες. Αυτό αντικειμενικά παράγει μια νέα πραγματικότητα εκρηκτικών διαστάσεων, με έντονο ταξικό περιεχόμενο, σε μια γειτονιά που οι παλιότεροι έχουν δει τα τελευταία χρόνια να αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς. Από την πορεία δεν έλειψε, και μάλιστα με ιδιαίτερη μαζικότητα, ένα μπλοκ οργανωμένο κυρίως από άτομα ελληνικής καταγωγής της lgbtqi κοινότητας που διαδήλωσαν για την δολοφονία του ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου τον περασμένο Σεπτέμβριο στην Αθήνα.

Σύμφωνα με τους διοργανωτές η διαδήλωση αυτή ήταν μια απαραίτητη αντίδραση. Ο αριθμός των ατόμων που υπέγραψαν το αρχικό κάλεσμα της συγκέντρωσης του Σαββάτου ήταν ένα εντυπωσιακό πλήθος – περίπου 10.000 οργανώσεις και άτομα είχαν υπογράψει το κάλεσμα αυτό την περασμένη εβδομάδα. Το κείμενο ξεκινούσε κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την τρέχουσα τάση της Γερμανικής πολιτικής συζήτησης με φράσεις όπως: δραματική πολιτική αλλαγή: “ο ρατσισμός και οι διακρίσεις γίνονται μια κοινωνικά αποδεκτή κατάσταση”. “Αυτό που μέχρι χθες θεωρούσαμε αδιανόητο και ακατανόητο έχει σήμερα γίνει πραγματικότητα”. “Η ανθρωπότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα, η θρησκευτική ελευθερία και το κράτος δικαίου δέχονται ανοιχτή επίθεση, πρόκειται για επίθεση εναντίον όλων μας”.

Το κείμενο του καλέσματος στη συνέχεια έκανε αναφορά στις επιπτώσεις της κρίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού: “Εκατομμύρια υφίστανται τον αντίκτυπο μιας ανεπαρκούς επένδυσης στη βασική περίθαλψη, την υγειονομική περίθαλψη, τη φροντίδα των παιδιών και την εκπαίδευση”. Υπήρξε μάλλον μια ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση στο πλήθος ότι μια τέτοια μαζική διαδήλωση ήταν μια ζωτικού χαρακτήρα “απάντηση” σε μια καπιταλιστική χώρα που είδε τους “απλούς καθημερινούς πολίτες” να στρέφονται σε ακροδεξιές, ακόμα και νεοναζιστικές οργανώσεις και κόμματα, αλλά και αρκετές πολιτικές προσωπικότητες του συντηρητικού χώρου (πχ CSU/CDU) να υιοθετούν μια ακραία αντι-μεταναστευτική ρητορική.

“Υπάρχουν πολλοί εδώ που θέλουν να δείξουν ότι δεν υποστηρίζουν αυτό που συμβαίνει στη Γερμανία, μεταξύ αυτών και πολιτικά πρόσωπα, όλο αυτό το μίσος, ολόκληρη αυτή τη συζήτηση για τη μετανάστευση”, δήλωσε η Rola Saleh, μια κοινωνικός λειτουργός που βοηθά τους νέους πρόσφυγες στη πόλη Chemnitz, μια πόλη που η βία του όχλου της άκρας δεξιάς έγινε πρωτοσέλιδο στον διεθνή τύπο στα τέλη Αυγούστου.

Η Rola Saleh , η οποία πήγε στο Βερολίνο για να δώσει μια ομιλία στην ομάδα Jugendliche ohne Grenzen («Νεολαία χωρίς σύνορα»), δήλωσε στη Deutsche Welle ότι «οι πρόσφυγες και οι άνθρωποι που τους βοηθούν είναι στοχοποιημένοι στη Γερμανία». “Αυτή τη στιγμή προγραμματίζεται ένας νέος αστυνομικός νόμος στη Σαξονία που θα επιτρέπει στις αστυνομικές αρχές να κατασκοπεύουν το κέντρο παροχής νομικής βοήθειας στους πρόσφυγες”. Στόχος είναι η επίσπευση της απέλασης των προσφύγων και η περιθωριοποίηση τους. Η ίδια στο Deutsche Welle δήλωσε: “Δεν έχουμε απαντήσεις σε πολλές από τις ερωτήσεις που μας κάνουν οι πρόσφυγες”.

Μετά τις συγκρούσεις στο Χέμνιτς, πολλοί πρόσφυγες φοβούνται και, αβέβαιοι καθώς είναι για την κατάσταση, αισθάνονται ότι έχουν εγκαταλειφθεί, πολλοί προσπαθούν να φύγουν από τη Σαξονία ή φοβούνται ότι θα μείνουν απροστάτευτοι σε μελλοντικές επιθέσεις του νεοναζιστικού όχλου, εφόσον η αστυνομία στη καλύτερη περίπτωση μένει άπραγη.

Η μαζικότητα της πορείας ήταν από κάθε άποψη εντυπωσιακή. Ωστόσο, εμείς έχουμε κάθε λόγο να παραμένουμε απαισιόδοξοι/ες. Έχουμε κάθε λόγο να συνεχίσουμε να ασκούμε κριτική και να κρούουμε τον δικό μας κώδωνα κινδύνου. Το γεγονός ότι στη πορεία συμμετείχαν 250.000 είναι πράγματι μια νέα πραγματικότητα για την αγωνιστική κίνηση εναντίον της καπιταλιστικής κανονικότητας στο Βερολίνο. Όσο δε για τον συντάκτη του κειμένου, ποτέ δεν υποτίμησα και συνεχίζω να μην υποτιμώ τέτοιες δυναμικές, κυρίως τις ατομικότητες, τις μικρές και μεγαλύτερες παρέες που προβληματίζονται από την σημερινή κατάσταση που παράγει η κρίση του Κεφαλαίου στο Βερολίνο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει να κλείσουμε τα μάτια μπροστά στα ερωτήματα της εποχής μας που ανοίγονται, μάλιστα επανειλημμένα, και ότι δεν πρέπει να βάλουμε τα ζητήματα εκείνα που απέφυγαν να ανοίξουν οι διοργανωτές, αλλά και οι υποτιθέμενες ριζοσπαστικές τάσεις της πορείας. Για να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους, η πορεία (στο θεσμικό της μέρος τουλάχιστον) δεν ήταν τίποτα άλλο από την αναπαράσταση του θανάτου της δημιουργικής κριτικής, της συνεχιζόμενης απουσίας ενός ριζοσπαστικού πολιτικού προγράμματος που θα έπρεπε να μπαίνει έστω και μειοψηφικά. Και για να τα πάρουμε με τη σειρά, το πολιτικό πλαίσιο της διοργάνωσης δεν έκανε τίποτα παραπάνω από μια ακόμα πολιτική κηδεία του κεϋνσιανισμού και του “κοινωνικού κράτους παροχών”, δηλαδή μιας εποχής που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αυτός ήταν και ο κύριος λόγος που όπως διαβάζουμε και στα ΜΜΕ του γερμανικού καπιταλιστικού σχηματισμού, οι κύριοι και κυρίες του SPD, DIE LINKE, των Πρασίνων κοκ, ήταν αυτοί/ές που βρέθηκαν ανάμεσα στους διαδηλωτές και που πιθανόν να έκλαψαν περισσότερο από όλους/ες σε αυτήν τη κηδεία. Περισσότερο αστικό κράτος με «ανθρώπινο» πρόσωπο, φώναξαν όλοι μαζί κλαίγοντας.

Η αριστερά συνεχίζει στο ίδιο τροπάριο. Ας αλλάξουμε τις πολιτικές του κράτους και ο Γερμανός νοικοκυραίος δεν θα πάει στον φασισμό, αλλά θα έρθει με εμάς, τους καλούς. Η αριστερά στη Γερμανία (και φαίνεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά) δεν μπορεί αντικειμενικά να παίξει άλλο ρόλο από αυτόν του αριστερού διαχειριστή της καπιταλιστικής κρίσης, δεν είναι τίποτα άλλο από μια ενσωματωμένη στην κυρίαρχη εθνική ιδεολογία τάση, η οποία καλείται με την σειρά της να προσαρμόσει τις πολιτικές της σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και ας παριστάνει το απείθαρχο παιδί του αστικού κράτους που ζητάει όλο και περισσότερες παροχές και μεταρρυθμίσεις. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Ας θυμηθούμε και το πρόσφατο δικό μας παράδειγμα εδώ με την “κυβέρνηση της αριστεράς” δηλαδή το πολιτικό φιάσκο που ακούει στο όνομα ΣΥΡΙΖΑ.

Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι έχουμε κάθε λόγο να συνεχίζουμε να μην αγαπάμε τη Γερμανία – το κράτος θύτη του Ολοκαυτώματος. Το κράτος που έκανε πράξη τη βιομηχανοποίηση του θανάτου στο Άουσβιτς και τα άλλα στρατόπεδα εξόντωσης/συγκέντρωσης. Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι το κομμάτι αυτό της εργατικής τάξης με προσφυγική ιδιότητα δεν πρέπει να αισθάνεται ασφαλές σε ένα βαθύ ρατσιστικό κράτος, όσο και αν αυτό το κράτος υποδύεται μέσω της καγκελαρίου ότι έχει έτοιμο ένα ανθρωπιστικό πρότζεκτ. Έχουμε κάθε λόγο να μην ξεχνάμε ότι ο ναζισμός και οι σημερινοί του θιασώτες αναπαριστούν μια εξέγερση ενάντια στην καπιταλιστική κανονικότητα(;) και μας υπενθυμίζουν ότι η Λαϊκή Εθνική φαντασμαγορική τους Κοινότητα είναι αυτή που έχει επαναφέρει (ίσως ως φάρσα αυτή τη φορά) στο προσκήνιο αυτό που ξορκίσαμε το 1945. Και αυτό θα συνεχίσει όσο παραμένουμε παγιδευμένοι στα σχήματα της διαταξικής αφήγησης του “λαϊκού κινήματος” που παράγει σήμερα και η αριστερά, ως την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να εκπλαγούμε αν επανέρθει και μια μορφή “κεϋνσιανισμού”, επίσης ως φάρσα της ιστορίας, με νεοφασιστικό ή αριστερό-λαϊκιστικό ένδυμα (βλ εδώ. νέο κόμμα της Sarah Wagenknecht), στα πλαίσια και πάντα στα όρια αυτής της “volkish” πολιτικής, και επαναφέρει κάποια μορφή κοινωνικών παροχών. Το θέμα είναι εμείς να παραμείνουμε ξεκάθαροι ως κομμουνιστές/τριες στο τι ζητάμε και από ποια σκοπιά το προσεγγίζουμε – που δεν είναι άλλη εν τέλει από την ίδια την υλιστική κομμουνιστική κριτική. Τον ίδιο τον κομμουνισμό που θέλουμε να φέρουμε στο προσκήνιο όχι ως μια άλλη ιδεολογική κριτική, αλλά ως αυτό που είναι πραγματικά, μια αντικειμενική τάση που υπάρχει ήδη στην κοινωνία – την ανατρεπτική κίνηση κατάργησης της υπάρχουσας τάξης πραγμάτων.

Κάπου εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε και στον ιδεολογικό – αντιφασισμό. Όπου τα όριά του σήμερα φαίνονται, επίσης, περισσότερο από ποτέ. Οι antifa συλλογικότητες, αυτόνομες ή μη, δεν μπόρεσαν, ούτε καν προσπάθησαν, να ανοίξουν ζητήματα πέρα από έναν δήθεν συγκρουσιακό αντιφασισμό. Και λέμε δήθεν, γιατί στη Γερμανία όπως άλλωστε και στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι σχεδόν μονοθεματικές ομάδες της αυτονομίας έχουν δείξει προ πολλού τα όριά τους. Η κριτική της ιδεολογίας, της πολιτικής οικονομίας κοκ, παραμένουν στα σκονισμένα ράφια των στεκιών τους ως ένα “side dish”.

Τέλος τα identity politics (ακαδημαϊκού τύπου ή μη) και μάλιστα αναβαθμισμένα αυτή τη φορά και μέσα από τον λόγο της αριστεράς και των αντίφα ομάδων συνεχίζουν να παίζουν ένα πολύ σημαντικό ρόλο μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα. Όσο και αν οι πιο ριζοσπαστικές τάσεις τους πατάνε σε υπαρκτά κοινωνικά προβλήματα, που παίρνουν τραγικές διαστάσεις σήμερα, τα όρια του λόγου τους είναι ολοφάνερα κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα, όσο κι αν υποστηρίζουν το αντίθετο, πατάνε στο κενό της υλιστικής κριτικής. Οι θεωρίες για παράδειγμα της διαθεματικότητας υποβιβάζουν το ζήτημα της εργασίας, της εκμετάλλευσης και άλλες βασικές κατηγορίες σε μια ακόμα διάκριση. Συνεχίζουν να αναπαράγουν τις πολιτικές της νέας αριστεράς των 60s περί δυτικού και μη δυτικού υποκειμένου με κύριο εδώ εκφραστή το critical whiteness, για το οποίο θα πρέπει να αναφερθούμε αναλυτικά σε άλλο κείμενο. Αδυνατεί αυτό το ρεύμα να δει τον πολιτισμό της αξίας ως ένα ενιαίο σύνολο κοινωνικών και οικονομικών σχέσεων, ενός τρόπου παραγωγής, του Κεφαλαίου, που κυριαρχεί σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Τα identity politics, για να παραφράσουμε εδώ λίγο τον Μαρξ της “Γερμανικής ιδεολογίας”,μοιάζει με τον γερμανικό ιδεαλισμό που για να πολεμήσει φράσεις αντιπαραθέτει άλλες φράσεις και…για να απελευθερωθούν οι άνθρωποι πρέπει να αλλάξουν τη συνείδησή τους με μια ανθρώπινη ή εγωιστική, πέρα από την υλική, πραγματικότητα. Σε τελική ανάλυση παραμένει ιδεολογική κριτική.

Τα identity politics σε μεγάλο βαθμό έχουν ενσωματωθεί από την κυρίαρχη ιδεολογία και τις κρατικές ατζέντες. Και αυτό θα συνεχίζει με μεγαλύτερη ένταση τα επόμενα χρόνια. Σίγουρα αυτή η διαδικασία θα μας απασχολήσει πολύ περισσότερο στο μέλλον.

Η κατάσταση στο Βερολίνο αλλάζει κάτω από ανορθόδοξες συνθήκες και πάρα πολύ γρήγορα. 28 χρόνια μετά την πτώση του τοίχους, οι συνθήκες αναπαραγωγής της εργασίας, οι υλικές συνθήκες της ζωής, το βιοτικό επίπεδο δηλαδή, βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή. Το μύθευμα της όμορφης εναλλακτικής ζωής σε αυτή την Ευρωπαϊκή μητρόπολη μας τελείωσε. Η κατάσταση με τα ενοίκια, τις θέσεις εργασίας, του υλικούς όρους αναπαραγωγής της επιβίωσης είναι όλο και πιο δύσκολοι. Δεν υποτιμούμε και δεν αφήνουμε απέξω την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί διαμέσου αυτής κρίσης και στα ζητήματα της ομοφοβίας, του σεξισμού, του ρατσισμού και κάθε άλλης επίθεσης στις καθημερινές μας επιλογές και πρακτικές.

Στο Βερολίνο έχει συγκεντρωθεί ένα πολυεθνικό προλεταριάτο, που αν και ακόμα αποδεκατισμένο και αδύναμο, οι εξελίξεις μπορούν να επιταχύνουν την οργάνωσή του. Αυτό είναι κάτι που το είδαμε και σε μικρούς ή και μεγαλύτερους αγώνες το προηγούμενο διάστημα, τις ζυμώσεις στα πηγαδάκια και το επίπεδο των πολιτικών συζητήσεων. Για την συνέχεια όμως και την αποτελεσματικότητα αυτών των αγώνων θα πρέπει να τελειώνουμε και με τις αυταπάτες και την ιδεολογική κριτική. Δεν θα πρέπει να χωρούν ανάμεσά μας λογικές περί “πλατιών” μετώπων ενάντια στους τραπεζίτες, τα 99% ενάντια στο 1% και άλλες επικίνδυνες, μη μαρξιστικές, μη κριτικές προσεγγίσεις για την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας του Κεφαλαίου, που καταλήγουν στο συμπέρασμα και συντηρούν την θεωρία ότι: καπιταλισμός είναι “μια παγκόσμια συνωμοσία μιας σκοτεινής ελιτ” και όχι σχέσεις που πρέπει να ανατραπούν και να αλλάξουν. Αναλύσεις που βλέπουν ως φορέα του χρήματος και της αξίας να είναι πάντα ο ένας, ο αιώνιος (ο Εβραίος), αυτές που παραμένουν κοντά στην αναπαράσταση της λαϊκής “αντικαπιταλιστικής” εξέγερσης του εθνικοσοσιαλισμού, και αναπαράγουν το ιδεολογικό σχήμα εθνική λαϊκή κοινότητα (βλέπε λαός σήμερα) ενάντια στον αφηρημένο εχθρό που βρίσκεται στις τράπεζες και τα υπουργεία.

Δεν θα πρέπει επίσης να χωρούν ανάμεσα μας λογικές άλλων αποδιοπομπαίων τράγων πχ τύπου: οι τουρίστες φταίνε για την δική μας εξαθλίωση, τα ακριβά ενοίκια κλπ που συναντάμε σε διάφορες αναρχικές και αριστερές ομάδες.

Συμπερασματικά λοιπόν, αυτή η κατάσταση φέρνει ακόμα περισσότερο στην επιφάνεια το ζήτημα της επανεμφάνισης της στρατηγικής στην πάλη για τους υλικούς όρους αναπαραγωγής, για την ίδια την κοινωνική πραγματικότητα. Για τους κομμουνιστές/τριες θα πρέπει να είναι αυτονόητο, ότι αυτή η πάλη πρέπει να επαναστατικοποιηθεί στον κόσμο που ήδη υπάρχει. Αυτό δεν θα μας έρθει από τον ουρανό. Η συμμετοχή μας και η διεύρυνση της κομμουνιστικής κριτικής πρέπει να φτάσει παντού και να μην λείπει από καμία δραστηριότητα στη πόλη μας. Η δική μας εξωστρέφεια και το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με την κυρίαρχη ιδεολογία είναι ζωτικής σημασίας. Τίποτα δεν έχει τελειώσει, αλλά δυστυχώς ούτε και αρχίσει. Στο χέρι μας είναι να είμαστε εμείς η επόμενη μηχανή πυροδότησης αυτού του κομμουνιστικού εκρηκτικού μηχανισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου