Αυτό το ερώτημα θα μπορούσαμε να απευθύνουμε φιλολογικά στο Σώμα των Ελλήνων Αξιωματικών που πολέμησαν στην κρίσιμη δεκαετία 1940-1950. Μια δεκαετία που αρχικά βρίσκει τον λαό μας να εφορμά την 28η Οκτωβρίου εναντίον των φασιστικών στρατευμάτων του Μουσολίνι, ενώ σταδιακά ο φόβος της γερμανικής επίθεσης μεταστρέφει το κλίμα και ωθεί, ιδιαίτερα τους ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς, με πρωτεργάτες τους φιλογερμανούς, να απαιτήσουν και να επιβάλλουν την ΣΥΝΘΗΚΟΛΟΓΗΣΗ του Ελληνικού Στρατού στα γερμανικά και ιταλικά στρατεύματα.
Ακολούθως, ελάχιστοι από αυτούς επιθυμούν συνέχιση του αγώνα εναντίον του Φασισμού και Ναζισμού, είτε στην Κρήτη, είτε στη Μέση Ανατολή. Και ενώ ο λαός μας σταδιακά παίρνει την κατάσταση στα χέρια του για να αντιμετωπίσει το λιμό και να διεκδικήσει την Απελευθέρωση της χώρας πολεμώντας στο πλευρό των Συμμάχων, συμβάλλοντας στη διαφυγή των εγκλωβισμένων βρετανικών και νεοζηλανδικών στρατευμάτων με το φόβο εκτέλεσης και μαζικών αντιποίνων, ενισχύοντας την Αντίσταση που ολοένα διευρύνει το κοινωνικοαπελευθερωτικό της περιεχόμενο, βασική συνιστώσα της οποίας υπήρξε το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, οι Έλληνες βενιζελικοί και φιλοβασιλικοί αξιωματικοί επανδρώνουν την κυβέρνηση Συνεργασίας με τους Κατακτητές (πρωθυπουργός ο στρατηγός Τσολάκογλου), απαρτίζουν τις δυνάμεις καταστολής και αργότερα τα Τάγματα Ασφαλείας, συμβάλουν στη δημιουργία αντάρτικων σωμάτων εχθρικά προς την Αριστερά, απόλυτα ελεγχόμενα από στρατιωτικές και πολιτικές φυσιογνωμίες που κινούνταν με σκοπό την αποδυνάμωση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, συνδιαλεγόμενες και συνεργαζόμενες άλλοτε με τις κατοχικές δυνάμεις και άλλοτε με τον Άγγλο ιμπεριαλιστή, έχοντας ως κριτήριο τις μεταπολεμικές εξελίξεις.
Έτσι ενώ οι έφεδροι κυρίως και οι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί έδιναν τη μάχη της Αντίστασης, έφευγαν στη Μέση Ανατολή και απαιτούσαν την εμπλοκή του Ελληνικού Στρατού στις πολεμικές αναμετρήσεις, οι αξιωματικοί της 4ης Αυγούστου επέλεγαν την Πολεμική Αποχή, ενώ στόχος του βασιλιά, του αστικού πολιτικού προσωπικού (Τσουδερός, Κανελλόπουλος, Γ.Παπανδρέου κλπ) και των Άγγλων ήταν η δημιουργία ενός στρατού που θα αναλάμβανε αντεπαναστατικό ρόλο και θα επέβαλλε την αστική κυριαρχία, όταν θα επέστρεφε.
Οι εξεγέρσεις του ελληνικού στρατού το 1943 στη Μέση Ανατολή και η δράση της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης (ΑΣΟ), που συγκροτήθηκε τον Οκτώβρη του 1941 από μια μικρή κομμουνιστική ομάδα, για να ακολουθήσουν γρήγορα η Αντιφασιστική Οργάνωση Ναυτικού και Αεροπορίας, βρέθηκαν στον αντίποδα.
Το πρόγραμμα τους:
1. Αγώνας για την ανάπτυξη του στρατού, την τεχνική κατάρτιση του, την αντιφασιστική διαπαιδαγώγηση οπλιτών κι αξιωματικών και τη συμμετοχή στον πόλεμο.
2. Πάλη κατά των δικτατορικών μεθόδων που εφαρμόζονταν σε βάρος των στρατευμένων και για τη δημοκρατικοποίηση του στρατού.
3. Αντίσταση στις προσπάθειες του μοναρχοφασισμού να χρησιμοποιήσει τις ένοπλες δυνάμεις του εξωτερικού για την μεταπολεμική του επικράτηση στην Ελλάδα.
Η συντριβή τους από τον αγγλικό στρατό, η απάνθρωπη αιχμαλωσία χιλιάδων φαντάρων και στελεχών, η βίαιη εκκαθάριση τους ώστε να δημιουργηθεί ο «ΙΕΡΟΣ ΛΟΧΟΣ» και η «ΟΡΕΙΝΗ ΤΑΞΙΑΡΧΙΑ», στρατεύματα απολύτως ελεγχόμενα από το καθεστώς και τους Άγγλους, που λειτούργησαν ως η βασική ελληνική οργανωμένη στρατιωτική δύναμη για την κατάπνιξη της εξέγερσης των Δεκεμβριανών (1944), ήταν η φυσική συνέπεια του δρομολογημένου από τους Άγγλους ΕΜΦΥΛΙΟΥ, με τη συναίνεση του βασιλιά και του αστικού κόσμου και των παλινωδιών του ΚΚΕ.
Παράλληλα, αξίζει να προσέξουμε την τοποθέτηση του Γ.Ιατρίδη, όπως παρουσιάζεται στη συλλογική μελέτη Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1940-1950. ΕΝΑ ΕΘΝΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ, «Κανένα μέτρο από όσα πήραν οι κυβερνήσεις κατοχής δεν υπήρξε τόσο αποκρουστικό για τους περισσότερους Έλληνες όσο ίδρυση των ειδικών Ταγμάτων Ασφαλείας που αριθμούσαν αρκετές χιλιάδες άνδρες οι οποίοι, μολονότι εθελοντές και υπό τη διοίκηση Ελλήνων αξιωματικών, είχαν εξοπλιστεί και τελούσαν υπό την επιτήρηση των Γερμανών. Τα τάγματα αυτά, μετά το 1943, πύκνωσαν τις τάξεις των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων. Ο απροκάλυπτος σκοπός των Ταγμάτων Ασφαλείας ήταν να πατάξουν κάθε αριστερή αντιστασιακή δραστηριότητα…
Εξάλλου, «ολόκληρος σχεδόν ο γραφειοκρατικός μηχανισμός του καθεστώτος που επεβλήθη από τους Γερμανούς, περιλαμβανομένων και της Δικαιοσύνης και των Σωμάτων Ασφαλείας, αποτελούσε συνέχεια της Μεταξικής εποχής και τα ίδια άτομα και οι ίδιες κινήσεις που υπήρξαν θύματα του αστυνομικού κράτους του Μεταξά έγιναν τώρα στόχοι των τρομοκρατικών συμμοριών των δοσίλογων».
Το εν λόγω βιβλίο «ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ. ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ (1937-1945)», του Παναγιώτη Δημητράκη (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ), επικεντρώνει τον προβληματισμό του σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο.
Αποκαλύπτοντας ότι η εθνοκαπηλεία της κεντροδεξιάς και ακροδεξιάς απέχει παρασάγγας από της ιστορική αλήθεια. Ότι ο «Ήρωας Έλληνας Αξιωματικός, πρωταγωνιστής των εθνικών αγώνων» αποτελεί κατασκευή, μετεμφυλιακό μύθο, διαστρέβλωση της ιστορίας από κάθε είδους «πολεμοκάπηλους ελληνολάτρες» και δεν απηχεί τα πεπραγμένα των δύσκολων καιρών. Τότε, που ο Αντικομουνισμός υπήρξε το ιδεολογικό περιτύλιγμα της φασιστικού τύπου υπεράσπισης της αστικής κυριαρχίας, μαύρο νήμα στη συνεργασία με τους κατακτητές, βόλεψη και ευκαιρία πλουτισμού των μαυραγοριτών και όχι μόνο, πρόκριμα για τη δημιουργία των μεταπολεμικών νέων τζακιών. Από το 1945 επιβάλλεται Καθεστώς Μοναρχοφασισμού και Εξάρτησης, με Παλάτι, Άγγλους και Αμερικανούς που τους αντικαθιστούν, έχοντας ως πρωταρχικό στόχο την συντριβή της ΕΑΜικής Εποποιίας και της όποιας της παρακαταθήκης..
Πρόκειται επομένως για μια πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη γιατί ο Παναγιώτης Δημητράκης, βασισμένος στα αρχεία των γερμανικών και των βρετανικών Υπηρεσιών Πληροφοριών, του βρετανικού Υπουργείου Πολέμου, της Abwehr και των SS, αποκαλύπτει σημαντικά στοιχεία για τη Γερμανική Κατασκοπία και την Ελληνική Αντικατασκοπία, τη μυστική ελληνογερμανική συνεργασία, την κατασκοπία του γερμανικού και βουλγαρικού στρατού κατά τη διάρκεια της εισβολής στην Ελλάδα, τις γερμανικές τακτικές εναντίον των ανταρτών και τον πόλεμο προπαγάνδας. Επίσης φωτίζει τις μυστικές συνεννοήσεις μεταξύ γερμανικών στρατευμάτων-ελληνικών αρχών και αντάρτικων οργανώσεων, αλλά και των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών και επιτελείων κατά τη διάρκεια της Απελευθέρωσης της Ελλάδας το διάστημα 1944-45.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία της μελέτης που προκαλούν τον αναγνώστη να ξανασκεφτεί και να αναθεωρήσει, φωτίζοντας ταυτόχρονα άγνωστες πτυχές. Καταρχήν, εκπλήσσει η πολυδιάσπαση και ο ανταγωνισμός των γερμανικών μυστικών υπηρεσιών. Από το 1933, χρονιά ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία, οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν την αρχιτεκτονική των υπηρεσιών είναι η κυριαρχία της ναζιστικής ιδεολογίας, ο στόχος για συνένωση γερμανικού κράτους με το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα, ο πλήρης έλεγχος εισροής πληροφοριών από το εσωτερικό και εξωτερικό, οι προσωπικές φιλοδοξίες ανώτατων στελεχών του κόμματος. Αποτέλεσμα, ένας δαίδαλος που φημίζεται για την σκληρότητα και απανθρωπιά του, αλλά όχι για την αποτελεσματικότητα του.
Στα καθ’ ημάς, αρχές της δεκαετίας του 30’, η Abwehr διέθετε ένα δίκτυο πρακτόρων στην Ελλάδα που ενδιαφέρονταν περισσότερο για οικονομική κατασκοπία, ενώ όσο πλησιάζουμε χρονικά στην σύγκρουση του 40΄ αναζητούνται στρατιωτικές πληροφορίες για τις κινήσεις Άγγλων, Γάλλων στρατιωτικών, Πολωνών προσφύγων και Εβραίων, τη δραστηριότητα του αγγλικού-γαλλικού στόλου σε Ιόνιο και Αιγαίο.
Οι Έλληνες αξιωματικοί, που τόσο προέβαλαν τα «πατριωτικά τους αισθήματα» οι μετακατοχικές κυβερνήσεις, συνεργάζονται με τους πράκτορες παραδίδοντας πληροφορίες. Επίσης, Έλληνες αξιωματικοί-συνεργάτες των Γερμανών θα στρατολογήσουν πράκτορες για να σταλούν στην Τουρκία, Παλαιστίνη και Αίγυπτο (π.χ. ο Λοχαγός Χαρίλαος Παπαδάτος), δρώντας εναντίον των συμμαχικών δυνάμεων.
Παράλληλα, η Ελληνική Υπηρεσία Αλλοδαπών δείχνει ετοιμότητα και ικανότητα αφού κατορθώνει να σπάσει τα δίκτυα των πρακτόρων, αν και ο δικτάτορας Μεταξάς φαινόταν διστακτικός και εχθρικός στις συλλήψεις των τελευταίων. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Βάλτερ Ντίτερ, διευθυντή της εταιρίας RHEINMETAL AG, που διαχειρίζεται τις αποθήκες της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην κατοχή, ο οποίος συλλαμβάνεται στην απελευθέρωση, για να αφεθεί ελεύθερος μετά από παρέμβαση του βιομήχανου Α.Μποδοσάκη και του ναυάρχου Βούλγαρη.
Όμως οι πράκτορες της ABWEHR και η Υπηρεσία Αλλοδαπών της Αστυνομίας Πόλεων θα συνεργαστούν εναντίον των κομμουνιστών εκτός και εντός των Ελληνικών συνόρων. Ο Αντικομουνισμός, που αγκαλιάζει όλο το φάσμα του αστικού κόσμου της εποχής, δίνει τη δυνατότητα κοινής ελληνογερμανικής δράσης που φτάνει στη σύναψη μυστικής συμφωνίας το 1936 μεταξύ Μεταξά και Γερμανού πρέσβη Έρμπαχ, μετά από την επίσκεψη του Γκαίμπελς στην Ελλάδα. Διαμέσου της συνεργασίας η Γκεστάμπο επιδιώκει την οικοδόμηση βαθύτερων δεσμών με τους γερμανόφιλους Έλληνες αξιωματούχους (υφυπουργό Δημόσιας Τάξης Μανιαδάκη, Γεν. Διευθυντής υφυπουργείου Μιχαλόπουλο, αντισυνταγματάρχης Μπόμπολα, διευθυντή Αστυνομίας Πόλεων Αθήνας υποστράτηγο Βαβούρη και τον επικεφαλή της Αστυνομίας Πόλεων στον Πειραιά αντισυνταγματάρχη Βασιλόπουλο).
Αντικομουνισμός και εξυπηρέτηση των κρατικών συμφερόντων του Γ’ Ράιχ αλληλοσυμπληρώνονται. Η Γερμανική πρεσβεία τόνιζε ότι «όλοι οι παραπάνω Έλληνες αξιωματικοί έχουν φιλογερμανικές διαθέσεις». Το 1937, το υφυπουργείο Ασφάλειας παρέδωσε στην GESTABO τον κώδικα επικοινωνίας των μελών του ΚΚΕ Θεσσαλονίκης, ενώ ο Ευ.Κυριάκης και ο Σπ.Παξινός συμμετείχαν σε σχετικό συνέδριο. Επισημαίνεται ότι μέσω της «διπλωματίας των αστυνομικών υπηρεσιών» επιχειρείται η εξασφάλιση πληροφοριών για τις Σοβιετικές Μυστικές Υπηρεσίες και του Συμμάχους»!
Στους σχεδιασμούς εξάλλου του Γ’ Ράιχ εντάσσονται οργανικά οι αστυνομικές ελληνικές αρχές. Το Φεβρουάριο του 1942, ο Ράιχαρντ Χάινριχ συγκαλεί Αντικομουνιστικό Συνέδριο στο Βερολίνο. Η Ελλάδα, όπως και η Τουρκία συμμετέχουν στις εργασίες του. Τα θέματα που το απασχόλησαν «ο μπολσεβικισμός στις Κάτω Χώρες, στην Ουκρανία και γενικότερα στην Ευρώπη, οι σχέσεις Εβραίων και Μπολσεβίκων, οι μέθοδοι καταπολέμησης και δίωξης και αντικατασκοπίας».
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γκαίμπελς θεωρούσε τη μεταξική δικτατορία ευκαιρία προώθησης της εθνικοσοσιαλιστικής προπαγάνδας στην Ελλάδα. Ρόλο σε αυτή την απόπειρα έπαιξαν το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο και το Πρακτορείο Γερμανικό Γραφείο Ειδήσεων (DNB). Επίσης, υπάρχει παράρτημα του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος που εκδίδει την εφημερίδα Νέα Εφημερίδα Αθήνας, η συνεργασία χιτλερικής και μεταξικής νεολαίας (ΕΟΝ), ενώ οι Γερμανοί υπολόγιζαν στην επιρροή του Κοτζιά, δημάρχου Αθήνας. Τέλος, στήνονται δίκτυα «Μαύρης Προπαγάνδας» με την συνεργασία του εκπροσώπου του Υπουργείου Εξωτερικών, Βρεττού και του ιδιοκτήτη της εφημερίδας ΒΡΑΔΥΝΗ, Αραβαντινού.
Ταυτόχρονα, συναντούμε πληροφοριοδότες των Γερμανικών Μυστικών Υπηρεσιών στο Υπουργείο Εξωτερικών και στα Επιτελεία. Στους γνωστούς γερμανόφιλους συγκαταλέγεται ο δήμαρχος Κοτζιάς, ο υπ. Δικαιοσύνης Γ.Λογοθέτης, ο αντιστράτηγος Κ.Πλάτης Α’ Υπαρχηγός του ΓΕΣ και ο υπ. Εσωτερικών Σκυλακάκης. Τεράστιες οι υποψίες ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ βαρύνουν τον Κ.Πλάτη και το Β’ Υπαρχηγό Στρίμπερ, ενώ βαρύτατες είναι οι καταγγελίες από τον Παπάγο εναντίον τους.
Τους φιλογερμανούς αξιωματικούς παρακολουθούν και καταγράφουν οι Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες, που παρέδωσαν σχετικό φάκελο στην εξόριστη κυβέρνηση του Ε.Τσουδερού.
Όσο πλησιάζουμε στην έναρξη του ελληνοιταλικού πολέμου οι μυστικές γερμανικές υπηρεσίες εντείνουν τη δράση τους είτε κατασκοπεύοντας τις ελληνικές στρατιωτικές προετοιμασίες, είτε στήνοντας δίκτυα δολιοφθοράς. Ο Ναύαρχος Βίλχελμ φον Κανάρης θα επισκεφτεί την Ελλάδα στις 28 Δεκεμβρίου 1940 στο πλαίσιο συνομιλιών για την επιδίωξη της Ελληνικής Ουδετερότητας, κομίζοντας προτάσεις εκεχειρίας των ελληνικών επιχειρήσεων στην Αλβανία κατά των Ιταλών, που τελικά απορρίφτηκαν.
Από την πρώτη μέρα εισβολής τον Απρίλιο του 1941, οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες ανέπτυξαν δίκτυα κατασκοπίας και σαμποτάζ, αργότερα δίκτυα συνεργασίας με τις κατοχικές κυβερνήσεις, με δωσίλογους, με ακροδεξιά στοιχεία, την Ειδική Ασφάλεια, τον υπόκοσμο και τα ελληνικά εθνικοσοσιαλιστικά κόμματα.
Παρά τα μεγάλα λόγια της κυβέρνησης Συνεργασίας με τους κατακτητές του στρατηγού Τσολάκογλου, την προβολή των «εθνικών ιδεωδών» της τότε ακροδεξιάς, αποκαλύπτεται ότι παρανομαστής της κοινής δράσης ήταν τα συμφέροντα του Γ’ Ράϊχ. Η Ελληνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση (ΕΣΠΟ), με αρχηγό τον Σπύρο Στεροδήμο, διαδίδει εθνικοσοσιαλιστική, αντικομουνιστική και αντισημιτική προπαγάνδα και διατηρεί ένοπλο παραστρατιωτικό τμήμα που υπάγεται στις κατοχικές αρχές και το υπουργείο παιδείας. Το Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα Ελλάδας βρίσκεται υπό την ηγεσία του Γ.Μερκούρη και του Σ.Καλύβα, είχε στόχο την εκκαθάριση συνδικάτων και κοινωνικών φορέων από πατριώτες. Το τμήμα Θεσσαλονίκης διοικείται από τον Σταυρίδη, πράκτορα της Abwehr. Επίσης, στη Θεσσαλονίκη βρίσκεται το ανταγωνιστικό Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα του Γκοτζαμάνη, που το 1940 πίεζε το Μεταξά να συμμαχήσει Ελλάδα-Γερμανία.
Η οργάνωση Εθνικό Μέτωπο που παρείχε πληροφορίες στους κατακτητές, είχε αρχηγό το Γ.Ριζόπουλο πράκτορα της Abwehr και αργότερα του 2ου Επιτελικού Γραφείου της στρατιάς Τζελόζο. Οι Ιταλοί κινήθηκαν για τη δημιουργία εθελοντικού σώματος Ελλήνων υπέρ του Άξονα και ίδρυσαν τη Ρουμανική Λεγεώνα. Χρηματοδότησαν την Οργάνωση Γενικής Συνομοσπονδίας Παλαιών και Νέων Πολεμιστών με σκοπό «την πρόληψη ανταρσιών, απεργιών και σαμποτάζ» με τη βοήθεια των στρατηγών Παπαφλέσσα και Ναυτομιχάλη. Παρόμοια δράση είχε και η Εθνική Ένωση Ελλάς (Ε.Ε.Ε.).
Επίσης, κατασκοπία ανέλαβαν φιλοναζιστικές οργανώσεις που είχαν ιδρυθεί στην Αθήνα πριν τον πόλεμο, υπό την ανοχή ή καθοδήγηση της μεταξικής νεολαίας ΕΟΝ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η οργάνωση Band ή Οργάνωση Φίλων του Χίτλερ, με αρχηγούς τον Αγήνορα Γιαννόπουλο και την Κούλα Λιάκου, κόρη το στρατηγού Λιάκου!!! Το 1943, συγκροτήθηκε τάγμα Ελλήνων Εθελοντών της οργάνωσης που εκπαιδεύτηκε από Γερμανούς αξιωματικούς, στάλθηκαν στο Ανατολικό μέτωπο και εντάχθηκαν στη μεραρχία Brandenburg. Ίδιο ρόλο έπαιξε και η Ναζιστική Οργάνωση Αθηνών. Τέλος, σημαντική και η δράση του Εθνικού Αγροτικού Σύνδεσμου Αντικομουνιστικής Δράσης (ΕΑΣΑΔ) ιδρύθηκε το 1944
Ενώ τα όργανα της Ελληνικής Χωροφυλακής και της Αστυνομίας Πόλεων «έδιναν όρκο και δήλωναν υποταγή στον Ιταλό βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ», δεν έλειψαν οι αποσκιρτήσεις προς την Αντίσταση, που όπως θα δούμε παρακάτω υποχρέωσε σε ανασυγκρότηση της το 1943, με καθοριστική την συμβολή των αξιωματικών. Χυδαία, ωμή, βίαιη, προδοτική δράση αναπτύσσουν το Ειδικό Τάγμα Χωροφυλακής υπό τον υποστράτηγο Αλέξανδρο Λάμπου και τον συνταγματάρχη Νικόλαο Μπουραντά. Σταθερά στο πλευρό των κατακτητών στάθηκε η Ειδική Ασφάλεια.
Το 1942, η ABWEHT σχεδιάζει ένα δίκτυο 30 άριστα εκπαιδευμένων Ελλήνων-Κυπρίων-Αρμενίων πρακτόρων που θα στέλνονταν σε Συρία, Τουρκία, Ιράκ, Αίγυπτο, Κύπρο και Παλαιστίνη, καθώς θεωρεί δεδομένη τη γερμανική κατάληψη της Αιγύπτου. Πολλοί Έλληνες κατάσκοποι είχαν στρατιωτική εκπαίδευση και είχαν πολεμήσει στην Αλβανία. Μαυραγορίτες-λιμενεργάτες-ναυτικοί ήταν από τους συνηθισμένους τοπικούς κατασκόπους των Γερμανών. Επιπλέον, την επαφή με έναν υποψήφιο πράκτορα την έκαναν Έλληνες αξιωματικοί πληροφοριών της ABWEHT. Οι Έλληνες κατάσκοποι, όταν δεν αναλάμβαναν αποστολές, απασχολούνταν κυρίως στη Μαύρη Αγορά.
Από την άλλη μεριά, η «αντικατασκοπία» της Αντίστασης κλιμακώνεται. Η Ειδική Ασφάλεια θεωρεί ότι το ΚΚΕ-ΕΑΜ στρατολογεί υπηρέτριες πλουσίων οικογενειών, ανάπηρους πολέμου, συγκεντρώνει όπλα και συγκροτεί το ΕΑΜ στις πόλεις, διενεργεί επιτυχείς εράνους και απειλεί την ίδια με διάβρωση.
Ανατριχίλα προκαλεί η περιγραφή της συγκρότησης και δράσης των Ταγμάτων Ασφαλείας. Η κυβέρνηση Ράλλη, συνυπολογίζοντας τις πολεμικές εξελίξεις που δείχνουν ότι οι Δυνάμεις του Άξονα θα ηττηθούν, προχωρά στην σύσταση τον Απρίλιο του 1943 των Ευζωνικών Ταγμάτων Ασφαλείας (το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ εκτιμά ότι εκτός Αττικής δρουν 13800 Ταγματασφαλίτες στο τέλος της Κατοχής). Τον Οκτώβριο του 1943 τα Τ.Α. τέθηκαν στις διαταγές του υποστράτηγου Στρουπ. Δρουν υπό τις διαταγές και σε συντονισμό με τους Γερμανούς, όχι ανεξάρτητα και αυτόνομα. Ο ίδιος ο Χίμλερ ενημερωνόταν για τη δράση τους, έστελνε σχετικές οδηγίες στον Σιμάνα (Αύγουστος 1944) και ευχαριστούσε τον συνταγματάρχη Διονύσιο Παπαδόγκωνα, επικεφαλή των Τ.Α.
Υποστηρίζονται από την Ειδική Ασφάλεια, τη Χωροφυλακή και κλιμάκια της Αστυνομίας Πόλεων. Μετά την παράδοση των Ιταλών (1943), τα SS και η SD προσπάθησαν να αναδιοργανώσουν τις παραπάνω αστυνομικές υπηρεσίες δίνοντας βαρύτητα στην αντικομουνιστική προπαγάνδα.. Στα τέλη της κατοχής, οι γερμανικές υπηρεσίες κατάφεραν να στρατολογήσουν συνολικά 1741 αξιωματικούς, 557 ανώτερους αξιωματικούς και 15913 υπαξιωματικούς και οπλίτες για τα αστυνομικά σώματα. Στο έργο τους συμπαραστέκονται 532 αξιωματικοί, 656 υπαξιωματικοί και 4537 οπλίτες από τα Τ.Α., μαζί με 16625 παραστρατιωτικούς που δρουν στην ύπαιθρο.
Αρχικά είχε προωθηθεί η ίδρυση Επιτροπών Δημόσιας Ασφάλειας και ελαφρά οπλισμένων Στρατιωτικών Τμημάτων σε κάθε δήμο, κοινότητα, νομαρχία και γενική διοίκηση που αναλάμβαναν τη σύλληψη και εκτόπιση πατριωτών και γενικά ατόμων τα οποία θεωρούνταν «επικίνδυνα» για την κατοχική τάξη. Οι τοπικές Επιτροπές Ασφαλείας παρείχαν πληροφορίες στους Γερμανούς και προηγήθηκαν χρονολογικά των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Δίπλα τους δρα και το Σώμα του Συνταγματάρχη Μηχανικού, Γ.Πούλου (400 άνδρες), που από την πρώτη στιγμή προσέγγισε τους Γερμανούς, προσφέροντας τις κατασκοπευτικές και παραστρατιωτικές του υπηρεσίες. Το σώμα του Πούλου εντάχθηκε στη SONDERKOMMANDO 2000 της SD, ειδικής μονάδας συλλογής πληροφοριών, εξοπλίζονταν από τους κατακτητές, χρηματοδοτούνταν από τοπικούς παράγοντες και επιχειρηματίες της Θεσσαλονίκης, ενώ συνεργαζόταν με γνωστούς εγκληματίες πολέμου όπως τον ανθυπασπιστή Φριτζ Σούμπερτ.
Πιστεύουμε ότι μένει μετέωρη η ανάλυση και η επιχείρηση ερμηνείας των εξελίξεων μετά την Απελευθέρωση που επιχειρούν αναθεωρητές ιστορικοί, υποστηρίζοντας ότι ο «Εμφύλιος» άρχισε το 1943, αφού αποδεικνύεται ότι όλοι αυτοί οι μηχανισμοί (Επιτροπές Ασφαλείας, Χωροφυλακή, Τάγματα Ασφαλείας, Ειδική Ασφάλεια κλπ) ήταν όργανα της κατοχικής Τάξης Πραγμάτων. Αποκαλυπτική η στάση του συνταγματάρχη Παπαδόγκωνα, επικεφαλής Ταγμάτων Ασφαλείας που έστειλε επιστολή συμπαράστασης στο Χίμλερ μετά την απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ (Ιούνιος 1944). Αργότερα, συνειδητοποιώντας ότι η πλάστιγγα έγειρε προσπάθησαν να τονίσουν την «αντικομουνιστική-εθνική» εικόνα, έριξαν γέφυρες στους Άγγλους φτάνοντας να τους πληροφορούν για επικείμενες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών. Παράλληλα, ο μύθος της «Εθνικής Δράσης» ορισμένων εθνικιστικών συμμοριών που τόσο εκθειάζεται από τους ίδιους αναθεωρητές ιστορικούς καταρρίπτεται μέσα από την αναφορά του στρατηγού Αουγκούστους Βίντερ προς τον Στρατάρχη Μαξιμίλιαν φον Βάικς, περί εξοπλισμού εθνικών συμμοριών:
«Σε μερικά μέρη της Ελλάδας, όπου από έλλειψη δυνάμεων δεν υπάρχει γερμανικός στρατός, οι αγώνες μεταξύ κομμουνιστικών και αντικομουνιστικών συμμορίτικων ομάδων οδήγησαν τους τελευταίους μήνες σε καθαρή επιτυχία των κομμουνιστών[…] Για να εμποδιστεί να πάρουν το πάνω χέρι οι κομμουνιστές και να μολυνθούν και άλλες περιοχές, η διοίκηση της Ομάδας Στρατιών Ε αποφάσισε να εφοδιάσει ιδιαίτερα δοκιμασμένες εθνικές συμμορίτικες ομάδες, με ελαφρά όπλα και πολεμοφόδια και έτσι να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ένα εξισορροπημένο αγώνα. Τονίζεται ότι εδώ πρόκειται για εντελώς ιδιαίτερες περιπτώσεις, όπου πραγματικά δοκιμασμένες προσωπικότητες εγγυώνται την επιτυχία στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό».
Εντύπωση προκαλούν η επιβεβαίωση των πληροφοριών για τη συνεργασία του Ζέρβα με τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, αλλά και οι συνεννοήσεις μεταξύ γερμανικών αρχών και βρετανικών υπηρεσιών με σκοπό την αναίμακτη απόσυρση των γερμανικών στρατευμάτων, τον εξοπλισμό φιλογερμανικών-αντικομουνιστικών σωμάτων που θα εμπόδιζαν τη διεκδίκηση της εξουσίας από τις αριστερές αντιστασιακές δυνάμεις.
Επίσης, «αιφνιδιάζει» η παρουσίαση της δράσης της γερμανικής αντικατασκοπίας και προπαγάνδας στην Ελλάδα μετά τη φυγή των Κατοχικών δυνάμεων, το διάστημα 1944-1945, από ενεργές ομάδες Ελλήνων που έστελναν πληροφορίες για τις εξελίξεις στην απελευθερωμένη Ελλάδα.
Η διαπίστωση της μελέτης είναι ότι «τα πολυπλόκαμα δίκτυα προδοτών και γερμανικών μυστικών υπηρεσιών προκάλεσαν χιλιάδες θανάτους Ελλήνων και καταστροφές. Όμως, οι γερμανικές Μυστικές Υπηρεσίες δεν κατάφεραν να εξουδετερώσουν τις οργανωμένες δυνάμεις των ανταρτών, να απειλήσουν άμεσα την ασφάλεια των ηγετών τους και να παρεμποδίσουν ουσιαστικά τη συμμαχική στρατιωτική βοήθεια προς τους αντάρτες».
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι η «αποτυχία των δυνάμεων κατοχής οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μαχητικότητα του ελληνικού λαού και στην αποτυχία εξασφάλισης τακτικών πληροφοριών που θα απέτρεπαν δολιοφθορές και επιθέσεις κατά των γερμανικών δυνάμεων […] Η ελληνική Αντίσταση Νίκησε γιατί μπορούσε να αιφνιδιάζει στην επαρχία και να πλήττει τις δυνάμεις κατοχής και τα Τάγματα Ασφαλείας».
Αντί Επιλόγου…
Πιστεύουμε ότι θα άξιζε μια αναφορά στο «μεγαλείο του γερμανικού στρατού», ιδιαίτερα στη Βέρμαχτ, που πλήθος στρατευμένα κείμενα προσπάθησαν να απαλλάξουν από τις ναζιστικές αγριότητες, τονίζοντας τον ηρωισμό της και τα ιδανικά της.
Ας ρίξουμε μια ματιά επομένως στις προβοκάτσιες της IC, που επινοώντας ιστορίες ιεροσυλίας και βλασφημίας για τους αντάρτες του ΕΛΑΣ, στοχεύει στην έκρηξη εμφυλίου μεταξύ ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ. Το Δεκέμβριο του 1943 ο συνταγματάρχης Χάμερ της IC υποστήριξε σε σύσκεψη με ανώτερους αξιωματικούς της WEHRMACHT: «Οι όλο και πιο σκληρές μάχες μεταξύ εθνικιστών και κομμουνιστών […] αποδεικνύουν ότι η προπαγάνδα μας είναι στον σωστό δρόμο […] με μια επιτυχημένη προπαγάνδα μπορούμε να εξοικονομήσουμε δικό μας αίμα. Συνεπώς, στην προπαγάνδα κατά του εχθρού ο στρατιωτικός πρέπει να έχει το θάρρος να ψεύδεται. Πρέπει να είναι ευφάνταστος».
Οι Γερμανοί είχαν συνείδηση της επιχειρησιακής και στρατηγικής τους αδυναμίας να αντιμετωπίσουν το ορεινό ελληνικό αντάρτικο. Εν τω μεταξύ η γερμανική διοίκηση στην Κόρινθο προειδοποιούσε ότι οι μαζικές εκτελέσεις και οι επιχειρήσεις κατά των ανταρτών είχαν προκαλέσει κατάρρευση της πειθαρχίας σε γερμανικές μονάδες που λεηλατούσαν και φόνευαν ανεξάρτητα τις επίσημες διαταγές. Ο επικεφαλής έκανε λόγο για «σκηνές Άγριας Δύσης στην Πελοπόννησο […] οι Γερμανοί στρατιώτες αυτοί θα πρέπει να λέγονται απλά ληστές»!!!
Είναι γνωστή η απόφαση των Γερμανικών Αρχών να παραδώσουν «καμένη γη» αποχωρώντας από την Ελλάδα. Η δράση της αντίστασης και η συνειδητοποίηση ότι η εφαρμογή του σχεδίου “ΧΑΟΣ” θα τους αφαιρούσε οποιαδήποτε δυνατότητα διαπραγμάτευσης αποχώρησης χωρίς σκληρές μάχες, τους ώθησε να το μπλοκάρουν εν μέρει.
Τι προέβλεπε όμως το σχέδιο “ΧΑΟΣ”; Την ανατίναξη του φράγματος του Μαραθώνα, των εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε Αθήνα και Πειραιά, του συστήματος ύδρευσης και παροχής φωταερίου και των λιμενικών υποδομών.
Αυθόρμητα μας έρχονται στο μυαλό οι εικόνες της εισβολής του Ισραηλινού Στρατού στη Γάζα, στη Ραμάλα, στη Τζενίν, η καθημερινότητα στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά εδάφη…
· ΤΙΤΛΟΣ: «ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΙΚΕΣ ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ (1937-1945)
· ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ
· ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΕΝΑΛΙΟΣ
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932 955437
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου