Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2009

ΑΠΟ ΤΟ «ΣΚΟΠΙΑΝΟ» ΣΤΟ «ΣΟΦΙΑΝΟ»: Τι ζητούν οι Βούλγαροι;

Πηγή: http://www.enet.gr/

Δεν είναι μόνο η «εποχή Σαμαρά» που παγίδευσε την Ελλάδα στο τέλμα του «Σκοπιανού». Η «εποχή Ντόρας» αφήνει επίσης μια ανάλογη κληρονομιά, με το χάιδεμα των αφτιών του βουλγαρικού εθνικισμού...

ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: ΤΑΣΟΣ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΤΡΙΜΗΣ, ΑΝΤΑ ΨΑΡΡΑ, ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΨΑΡΡΑΣ / ios@enet.gr Ο «ΙΟΣ» ΣΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ: http://www.iospress.gr.
















Παρακολουθώντας την εξέλιξη της ελληνικής πολιτικής στο Μακεδονικό, διαπιστώνουμε ότι τον τελευταίο καιρό διαμορφώνεται μια περίεργη τάση στους κόλπους των υποστηρικτών της «σκληρής» γραμμής - σε πολιτικούς και, κυρίως, εθνικόφρονες διαμορφωτές της κοινής γνώμης στην Ελλάδα.

Ο λόγος για την (άτυπη προς το παρόν) ελληνοβουλγαρική σύμπραξη ενάντια στον «κοινό εχθρό» -την ΠΓΔΜ- που «επιβουλεύεται» την ιστορική κληρονομιά Ελλήνων και Βουλγάρων στον μακεδονικό χώρο.

Σύμπραξη που, από ελληνικής πλευράς, ισοδυναμεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό με την υιοθέτηση και προβολή των πάγιων επιχειρημάτων του βουλγαρικού εθνικισμού σχετικά με τον «εθνικό χαρακτήρα» και τη νεότερη ιστορία των Σλαβομακεδόνων.

*Ενα πρώτο δείγμα αυτής της προσέγγισης μας ήρθε τον περασμένο Απρίλιο μέσω e-mail: ο ανώνυμος εθνικιστής astron@astron.gr, που πλημμυρίζει τακτικά το ηλεκτρονικό μας γραμματοκιβώτιο με ποικίλα «πατριωτικά» spam, μας γνωστοποίησε με ενθουσιασμό τη «Μεγαλύτερη Συλλογή Πηγών Παγκοσμίως, για την Βουλγαρική καταγωγή των Σκοπιανών!!!».

Η τελευταία αποτελείται από 98 λινκ και διακινείται από κάποιο «History of Macedonia Newsletter», υπερατλαντικής προφανώς προέλευσης. Μεγάλο μέρος των «λημμάτων» έχει οφθαλμοφανώς αντληθεί από εθνικιστικά βουλγαρικά σάιτ κι ο προσεκτικός αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι «τεκμηριώνουν» τη βουλγαροσύνη όχι μόνο των «Σκοπιανών», αλλά και όλου συλλήβδην του σλαβόφωνου μακεδονικού πληθυσμού - με πρώτους και καλύτερους, φυσικά, τους γηγενείς Φλωρινιώτες κι Εδεσσαίους.

«Αυθεντικοί» και «τρίτοι»

Η «λεπτομέρεια» αυτή δεν φαίνεται, ωστόσο, να ενοχλεί καθόλου τον αποστολέα του e-mail, ο οποίος ξεσπαθώνει: «Εξαίρετος προσπάθεια! Ενημερωθείτε και αποστομώστε τους επιβουλείς και τους εθνοαποδομητές!»

Οι αυτόκλητοι μακεδονομάχοι του κυβερνοχώρου δεν φημίζονται, βέβαια, συνήθως ούτε για το βάθος της σκέψης τους ούτε για την ευρύτητα της ιστορικής τους παιδείας. Θεωρήσαμε, ως εκ τούτου, τη διακίνηση της επίμαχης «λίστας» ως άνευ νοήματος. Ωσπου αρχίσαμε να πέφτουμε και πάνω σε άλλα, σοβαρότερα δείγματα αυτής της ελληνοβουλγαρικής συμπόρευσης.

*Το πιο εντυπωσιακό ήταν η δήλωση του Ανδρέα Λοβέρδου, πολιτικού εκπροσώπου τότε του ΠΑΣΟΚ για θέματα εξωτερικής πολιτικής, κατά την παρέμβασή του στην ημερίδα των φετινών «Πρεσπείων» για τη δεκαετία του '40 (22.8.09), αμέσως μετά την ενημέρωση που είχε για την πορεία του «Σκοπιανού» από την Ντόρα Μπακογιάννη: «Εχω την αίσθηση», δήλωσε με νόημα, «ότι και η Βουλγαρία δεν έχει πει ακόμα την τελευταία της λέξη».

Κάπως διπλωματικότερα έθεσε ο ίδιος το θέμα στην προεκλογική του συνέντευξη προς την ηλεκτρονική εφημερίδα «Newstime» (1.9.09): «Δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι δεν είναι μόνο η Ελλάδα που ενοχλείται από τον εθνικισμό των Σκοπίων. Ο εκφερόμενος από τη FYROM πολιτικός λόγος συναντά αντιρρήσεις και αλλού και ιδιαίτερα στη Βουλγαρία, που έχει ενοχληθεί από την έξαρση του εθνικισμού».

*Σε θεσμικό επίπεδο, δείγμα αυτής της σύγκλισης ήταν η κοινή έκδοση, τον Μάρτιο του 2009, του βιβλίου Το Μακεδονικό και η Βουλγαρία από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών και τα Βουλγαρικά Κρατικά Αρχεία.

Συλλογή 21 βουλγαρικών κομματικών ντοκουμέντων του 1950-1967 για το ζήτημα, το βιβλίο παρουσιάστηκε επίσημα στις 29 Απριλίου στο Πολεμικό Μουσείο της Αθήνας από την ΥΠΕΞ Ντόρα Μπακογιάννη και τον πρόεδρο της Εταιρείας, Νικόλαο Μέρτζο.

Προλογίζοντας το βιβλίο, ο Μέρτζος κάνει σαφώς λόγο για ελληνοβουλγαρική συνδιαχείριση του ιστορικού παρελθόντος της Μακεδονίας, απέναντι σε «τρίτους» και «σφετεριστές»: «Οι δύο χώρες και οι δύο Λαοί», διαβάζουμε, «ανταγωνίσθηκαν μεταξύ τους επί ένα τουλάχιστον αιώνα ως αδιαμφισβήτητοι πρωταγωνιστές, η ιστορία του ενός Λαού στάζει το αίμα του άλλου Λαού, διασταυρούμενος ο λόγος τους συνθέτει αυθεντία έναντι κάθε τρίτου». Συνεπώς, «όταν οι αυθεντικοί πρωταγωνιστές ομιλούν, οι τρίτοι οφείλουν τουλάχιστον να ακούν - αν όχι και να σιωπούν» (σελ. 11).

*Ακόμη σαφέστερος, όσον αφορά τους όρους αυτής της «συνιδιοκτησίας» του παρελθόντος, ήταν ο ίδιος στην παρουσίαση του βιβλίου:

«Ελλείψει "μακεδονικού έθνους", είχε αρχίσει τότε ακριβώς η κατασκευή του. Και, για να κατασκευασθεί, οι καταναγκαστικά υποψήφιοι Μακεδόνες υπήκοοι της Γιουγκοσλαβίας ήταν ανάγκη να αποκοπούν από τις ιστορικές ρίζες τους, προ πάντων να απογαλακτισθούν από την μητέρα τους Βουλγαρία ή αντίστοιχα από την μητέρα τους Ελλάδα».

«Η κοινή μας ελληνο-βουλγαρική έκδοση [...] φανερώνει ότι όσοι Βούλγαροι και Ελληνες ειδικοί επιστήμονες κατέχουμε πράγματι την Ιστορία για την Μακεδονία, επειδή είμαστε οι πρωταγωνιστές της, μπορεί να μη συμφωνούμε πάντοτε και παντού, αλλά οπωσδήποτε δεν έχουμε να κρύψουμε ούτε να φοβηθούμε τίποτε».

Ο άνθρωπός μας στη Σόφια;

Η υποδοχή της έκδοσης από τα βουλγαρικά ΜΜΕ υπήρξε ως επί το πλείστον θετική, με τονισμό των θετικών εντυπώσεων «ελλήνων πανεπιστημιακών» από την πολιτική του Τοντόρ Ζίβκοφ στο Μακεδονικό.

*Δεν έλλειψαν κι εκείνοι που τη θεώρησαν ένα ακόμη τέχνασμα «των Δαναών» σε βάρος των βουλγαρικών εθνικών συμφερόντων: «Η Ελλάδα χτυπά ελαφρά στην πλάτη τους βούλγαρους πολιτικούς και ιστορικούς και με ύπουλο χαμόγελο τους λέει: "Ο πληθυσμός στα Σκόπια είναι βουλγαρικός"», αποφάνθηκε π.χ. η επιθεώρηση «Balgarija - Makedonija» (3.2009).

«Η Ελλάδα θα εκδώσει άραγε συλλογή με ντοκουμέντα που περιγράφουν τη μακρά και τραγική διαδικασία αφεθνισμού του βουλγαρικού πληθυσμού από ελληνικής πλευράς; Γιατί δεν είναι λογικό ο πληθυσμός στη Μακεδονία του Βαρδάρη να είναι βουλγαρικός και στη Μακεδονία του Αιγαίου να μην είναι».

*Το καθοριστικό βήμα για τη φαντασιακή διαμόρφωση του «ελληνοβουλγαρικού άξονα» αποτέλεσαν, ωστόσο, η εκλογική νίκη της βουλγαρικής ακροδεξιάς τον περασμένο Ιούλιο και ο σχηματισμός της κυβέρνησης του Μπόικο Μπορίσοφ στη Σόφια.

Ο διορισμός ιδίως του ιστορικού Μπόζινταρ Ντιμιτρόφ ως υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου, υπεύθυνου για «τους Βουλγάρους του εξωτερικού», προκάλεσε ρίγη ενθουσιασμού στους ημέτερους «μακεδονομάχους».

*Συγγραφέας του βιβλίου «Τα 10 ψέματα του μακεδονισμού» (2006), ο Ντιμιτρόφ θεωρήθηκε από εθνικά ευαίσθητους αρθρογράφους κι εφημερίδες τού καθ' ημάς «πατριωτικού χώρου» ένας ανεπάντεχος σύμμαχος.

*«Κόκκινο πανί έγινε για τα Σκόπια ο νέος υπουργός», μας πληροφορούσε π.χ. στις 9.8.09 το «Εθνος» διά χειρός Χρήστου Τελλίδη. «Συγγραφέας του βιβλίου στο οποίο φιλοξενούνται άρθρα Βουλγάρων, Σέρβων και άλλων επιστημόνων καθώς και ντοκουμέντα από διάφορες βαλκανικές χώρες, που αμφισβητούν τη λεγόμενη "μακεδονική" ταυτότητα και αρνούνται την ύπαρξη "μακεδονικού έθνους" ως διαφορετικού από το βουλγαρικό, είναι ο σημερινός υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου», που «χαρακτηρίζεται από τους Σκοπιανούς ως ο μέγας πολέμιος του "μακεδονισμού" της χώρας τους».

*Ακολούθησε ολοσέλιδη συνέντευξη του Ντιμιτρόφ στο «Πρώτο Θέμα» (23.8), με την οποία ο βούλγαρος υπουργός «στέλνει αυστηρό μήνυμα στα Σκόπια: Προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξη της χώρας του για την είσοδό τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, πρέπει να πάψουν να σφετερίζονται και να πλαστογραφούν την Ιστορία». Οπως μας πληροφορεί, άλλωστε, ο τίτλος του δημοσιεύματος, «ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Ελληνας και οι Σκοπιανοί Βούλγαροι!».

*«Η νέα βουλγαρική κυβέρνηση», συνοψίζει στο «Παρόν» (13.9) ο απόστρατος στρατηγός Δημήτριος Δήμου, «αποφάσισε να μη μιμηθεί την Ελλάδα στην πολιτική των σαλιαρισμάτων με τους Σκοπιανούς και έβαλε μαχαίρι άμα τη εκλογή της στο μακεδονικό παραμύθι των Σκοπιανών. Ο Μπορίσοφ έβαλε υπουργό της βουλγαρικής διασποράς τον Μπόζινταρ Δημητρόφ [και] ξεκαθάρισε ότι τα Σκόπια στην πορεία τους για το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ενωση θα βρουν μπροστά τους τη Βουλγαρία. Ο,τι δεν έκανε η Ελλάδα είκοσι χρόνια το έκανε η Βουλγαρία στο άψε σβήσε. Στην Αθήνα ακόμα χασμουριούνται».

Το διά ταύτα: «Να συντονίσουμε τις ενέργειές μας για τα "μακεδονικά ψέματα" των Σκοπιανών με τους Βουλγάρους. Πρέπει Ελλάδα, Βουλγαρία και Αλβανία να κλείσουν την πόρτα του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. στους Σκοπιανούς. Είναι απαραίτητο να αντιληφθούν οι Αμερικανοί ότι έχουν να κάνουν με ένα ευρύ βαλκανικό μέτωπο και όχι με την Ελλάδα μόνη της. Οφείλουμε να μιμηθούμε τον κ. Δημητρόφ».

Μεγαλέξανδρος αλά βουλγαρικά

*Ποιος είναι όμως και τι λέει ακριβώς αυτός ο τελευταίος; Η περίπτωσή του μας ήταν γνωστή εδώ και χρόνια, κυρίως από τα ειρωνικά σχόλια των επιστημόνων συντοπιτών του, που περιέγραφαν την καριέρα του σαν το χαρακτηριστικότερο σύμπτωμα της επιστημονικής και ιδεολογικής κρίσης της «μετασοσιαλιστικής» περιόδου. Στις παραμονές των τελευταίων εκλογών, η επίσημη αποκάλυψη της έμμισθης συνεργασίας του με τις υπηρεσίες ασφαλείας της «σοσιαλιστικής» περιόδου ήρθε απλώς να συμπληρώσει το προφίλ.

*Εν έτει 1973, ο 28χρονος Μπόζινταρ στρατολογήθηκε από τη βουλγαρική ΕΥΠ ως επένδυση της υπηρεσίας στο χώρο των ιστορικών: «Με τη βοήθειά μας θα μπορέσει ν' αναδειχθεί σ' έναν από τους πιο ελπιδοφόρους επιστημονικούς μας συνεργάτες», σημειώνει χαρακτηριστικά στο φάκελό του ο αξιωματικός που τον «χειριζόταν».

*Η υπηρεσία πλήρωσε για τις μεταπτυχιακές σπουδές του (γαλλικά, λατινικά, αρχαία ελληνικά) και, στη συνέχεια, τον έστειλε για αρχειακή έρευνα στο εξωτερικό. Δεν φαίνεται ωστόσο να διακρίθηκε σαν καταδότης: οι μόνες εκθέσεις του που βρέθηκαν αφορούσαν ξένους επιστήμονες και ήταν «αποκλειστικά και μόνο θετικές» (εφ. «Kapital», 7.8.09).

*Στο «επιστημονικό» επίπεδο, αντίθετα, η επένδυση έπιασε τόπο. Την τελευταία ιδίως δεκαετία, ο Ντιμιτρόφ διέπρεψε σ' ένα γνώριμο και στα καθ' ημάς τομέα: ως πρωταγωνιστής της εκλαϊκευτικής τηλεοπτικής εκπομπής «Βουλγαρική μνήμη», που συνδυάζει τη διασπορά μιας άκρως εθνικιστικής (και κατά κανόνα ατεκμηρίωτης) εκδοχής του παρελθόντος, με την καταγγελία της απόκρυψής του από «εθνικά ύποπτους» επιστήμονες και «μειοδότες» πολιτικούς. Δείγματα αυτών των εκπομπών, αναρτημένα από ακροδεξιούς φαν, μπορεί κανείς ν' απολαύσει στο διαδικτυακό You Tube.

*Στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος κινήθηκε και η παράλληλη εκδοτική δραστηριότητα του δημοφιλούς ιστορικού: μικρά βιβλιαράκια (συνήθως 1-2 το χρόνο) των 80-100 σελίδων, με πλούσια ιλουστρασιόν εικονογράφηση κι ανύπαρκτη βιβλιογραφία, χωρίς παραπομπές σε πηγές αλλά με μπόλικες ασαφείς επικλήσεις κάθε είδους «αυθεντιών». Μπεστ σέλερ στους δημοφιλείς πάγκους της πλατείας Ρακόφσκι και στα συνοικιακά χαρτοβιβλιοπωλεία. Κι όχι βέβαια συλλογές «ντοκουμέντων» ή επιστημονικών άρθρων, όπως κάποιοι παραπληροφόρησαν τον καλό συνάδελφο του «Εθνους»...

*Αυτά όσον αφορά τη μεθοδολογία. Γιατί επί της ουσίας, που μας αφορά, τα πράγματα είναι ακόμα πιο χοντρά: αυτό που ο Μπόζινταρ Ντιμιτρόφ υποστηρίζει, πέρα από τη (δεδομένη για την επίσημη ιστοριογραφία της χώρας του) βουλγαρική καταγωγή των Σλαβομακεδόνων, είναι η στενή συγγένεια των (αρχαίων) Μακεδόνων με τους (σημερινούς) Βούλγαρους!

*Το βιβλίο του Οι Βούλγαροι και ο Αλέξανδρος ο Μακεδών κυκλοφόρησε το 2001 από τις εκδόσεις Τάνγκρα - εκδοτικό οίκο με διακηρυγμένο σκοπό «τη διάδοση επιστημονικών γνώσεων, μύθων, θρύλων και υποθέσεων που συνδέονται με την ιστορία της βουλγαρικής εθνότητας».

Με μικροαλλαγές, ξανακυκλοφόρησε το 2007 από άλλο οίκο, με τον τίτλο Μακεδονία, ιερή βουλγαρική γη. Ποιοι είναι οι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της Ρωξάνης;

*Κεντρική ιδέα του: Ο πρώτος βουλγαρικός πολιτισμός εμφανίζεται τον 4ο αι. π.Χ. στη Βακτριανή, με την επιγαμία Βουλγάρων και Μακεδόνων, οι απόγονοι των οποίων «επαναπατρίζονται» (ως Βούλγαροι) στα Βαλκάνια τον 6ο μ.Χ. Δεν λείπουν και στερεοτυπικές συγκρίσεις των «κοινών ιδιοτήτων» των δυο λαών: «πολεμική μαστοριά», «ιδιάζουσα γενναιότητα», «αυστηρή τήρηση των νόμων», προπαντός όμως «σεβασμός στο βασιλικό θεσμό και το βασιλικό γένος» (σ.σ. 56-7). Το βιβλίο, βλέπετε, πρωτοκυκλοφόρησε όταν πρωθυπουργός ήταν ο πρώην τσάρος, που διόρισε τον Μπόζινταρ ως διευθυντή του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου της χώρας. Οσο για σοβαρότητα, αποκαλυπτικό είναι το μπέρδεμα από το συγγραφέα των Μακεδόνων με τους ομηρικούς... Μυρμιδόνες (σ. 62)!

*Στο ίδιο μήκος κύματος κινούνται και τα υπόλοιπα έργα του ινδάλματος των ελληνικών ΜΜΕ: Βούλγαροι: οι πρώτοι Ευρωπαίοι (2002), Οι 7 αρχαίοι πολιτισμοί της Βουλγαρίας (2005). Για πιο σύγχρονα γούστα υπάρχουν και Οι πόλεμοι της Βουλγαρίας για την εθνική ενοποίηση (2006).

Μεγάλες Μακεδονίες

Ο εκβουλγαρισμός του Βουκεφάλα δεν είναι όμως το μόνο σημείο όπου ο υπουργός «παγκόσμιου Βουλγαρισμού» έρχεται σε κόντρα με τις δικές μας εθνικές «κόκκινες γραμμές».

Το διαπιστώνουμε από μια αποστροφή της συνέντευξής του προς το «Πρώτο Θέμα» που (όλως παραδόξως;) πέρασε εντελώς ασχολίαστη.

«Τελευταία υπάρχουν αναφορές για μετακίνηση βουλγαρικών στρατευμάτων στα σύνορα με την ΠΓΔΜ. Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα της εξωτερικής πολιτικής της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας σε απάντηση των σκοπιανών προκλήσεων;» ρωτάει ο δημοσιογράφος (Μανόλης Γαλάνης), για να εισπράξει κάτι παραπάνω από απλή διάψευση: «Δεν αναπτύξαμε στρατεύματα στα σύνορά μας με τη γειτονική χώρα. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να το κάνουμε. Ωστόσο, θα υπερασπιστούμε, όπως μέχρι σήμερα, τα δικαιώματα κάθε Βούλγαρου, όχι μόνο στην ΠΓΔΜ, όπως αυτά καθορίζονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση».

*Περνάμε, έτσι, από τις ψευδοεπιστημονικές ρητορείες για το απώτατο παρελθόν στο καθαρά πολιτικό ζήτημα των σλαβόφωνων Μακεδόνων της Ελλάδας, της ταυτότητας και των δικαιωμάτων τους. Για τη βουλγαρική ιστοριογραφία πρόκειται φυσικά για «Βουλγάρους» ή έστω «Βουλγαρομακεδόνες».

Μετά την αποκατάσταση της ελευθερίας του λόγου (1990), μια ογκώδης βιβλιοπαραγωγή περί Μακεδονικού αναπαράγει απλώς (διά των ανατυπώσεων ή του copy paste) την αντίστοιχη μεσοπολεμική εθνικιστική φιλολογία.

Μόνη ενδιαφέρουσα καινοτομία συνιστά η αθρόα επιλεκτική δημοσίευση αρχειακού υλικού, ενώ οι αποστασιοποιημένες επιστημονικές προσεγγίσεις σπανίζουν. Οπως και στα καθ' ημάς με το «Ποντιακό», οι σοβαροί βούλγαροι ιστορικοί αποφεύγουν συνήθως να θίξουν ένα θέμα που στη συλλογική συνείδηση ταυτίζεται με «χαμένες πατρίδες» και «διωγμούς» (αν όχι «γενοκτονίες») ομοεθνών από «αιμοσταγείς» γείτονες.

*Κορυφαία στιγμή σ' αυτό τον εκδοτικό οργασμό, και ταυτόχρονα μείζον πολιτικό διάβημα, αποτελεί η πρόσφατη επανέκδοση του Αλμπουμ - Αλμανάκ Μακεδονία, με πρωτοβουλία του εθνικιστικού ΒΜΡΟ. Πρόκειται για μια ογκώδη καταγραφή της ιστορικής βουλγαρικής παρουσίας στη μείζονα Μακεδονία (κοινότητες, ήρωες κ.λπ.), προϊόν της συλλογικής δουλειάς τής (ξεριζωμένης απ' τον τόπο της) βουλγαρομακεδονικής διανόησης του Μεσοπολέμου, που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1931 ως επιστημονική συμπύκνωση του τότε βουλγαρικού αλυτρωτισμού.

Από μόνη της, η απλή επανέκδοση ενός ιστορικού ντοκουμέντου είναι φυσικά καλοδεχούμενη. Στη συγκεκριμένη, όμως, περίπτωση, το Αλμανάκ συνοδεύεται από δυο προσθήκες:

*Ενα φωτογραφικό «συμπλήρωμα» για την «πανηγυρική υποδοχή» των βουλγαρικών στρατευμάτων στη γιουγκοσλαβική κι ελληνική Μακεδονία το 1941. Κατά κύριο λόγο αφορά τη νυν ΠΓΔΜ, υπάρχουν όμως και φωτογραφίες από την Ελλάδα - όπως αυτή με τους μαθητές του βουλγαρικού σχολείου της Θεσσαλονίκης, που πανηγυρίζουν για τα δώρα από τη μητέρα πατρίδα (σ. 935).

*Εναν πρόλογο του προέδρου του ΒΜΡΟ, Κρασιμίρ Καρακατσάνοφ, όπου διευκρινίζεται το πολιτικό διακύβευμα του διαβήματος: «Το Αλμανάκ», διαβάζουμε, δεν είναι μόνο μια «αδιάψευστη μαρτυρία για τη βουλγαρική κουλτούρα, ιστορία και οντότητα της Μακεδονίας» αλλά «και μια παρακαταθήκη προς τις μελλοντικές βουλγαρικές γενιές που έχουν πάρει τον στρωμένο με αγκάθια δρόμο του μακεδονικού γολγοθά». Μπορεί να βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα, όπου «τα έθνη έχουν πια καινούριες ιδέες και οράματα για το μέλλον, όμως για τη Βουλγαρία η Μακεδονία κι ο βουλγαρισμός σε αυτήν θα συνεχίσουν να είναι τμήμα του μεγάλου παμβουλγαρικού ιδεώδους».

*Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Ντίμιταρ Γκότσεφ, πρόεδρος του Μακεδονικού Επιστημονικού Ινστιτούτου, κατά την επίσημη παρουσίαση του βιβλίου στο κτίριο του βουλγαρικού Κοινοβουλίου (14.5.08): «Το Αλμανάκ απευθύνεται στον υπόλοιπο κόσμο, για να δει τι είναι η Μακεδονία και ότι τα πάντα είναι βουλγαρικά. Η πολιτιστική-ιστορική κληρονομιά είναι βουλγαρική, το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα είναι βουλγαρικό, τα σχολεία είναι βουλγαρικά, οι εκκλησίες είναι βουλγαρικές, η ίδια η φύση, η ορολογία, τα τοπωνύμια είναι βουλγαρικά».

*Στις 15.7.2008 ήρθε η σειρά της Ευρώπης να ενημερωθεί, με «την πρώτη πολιτιστική - ιστορική συζήτηση που οργανώθηκε από τη βουλγαρική αντιπροσωπεία στα πλαίσια του Ευρωκοινοβουλίου». Η πανηγυρική παρουσίαση του Αλμανάκ στο ευρωπαϊκό κοινό οργανώθηκε από την ευρωβουλευτή Μπιλιάνα Ράεβα, με συμμετοχή του πρύτανη του Πανεπιστημίου της Σόφιας Ιβάν Ιλτσεφ.

Η εκδήλωση δεν αποτέλεσε, πάντως, είδηση για τα ελληνικά ΜΜΕ, που τις ίδιες ακριβώς μέρες είχαν ξεσαλώσει για την «πρόκληση» της παγκόσμιας συνάντησης των σλαβομακεδόνων πολιτικών προσφύγων του Εμφυλίου στα Σκόπια και για το «ύποπτο» πανηγύρι της Μελίτης.

Οι 500.000 «αλύτρωτοι»

Πρωτεργάτης της επανέκδοσης του Αλμανάκ ήταν ο συντονιστής του ΒΜΡΟ στην περιοχή της Βάρνας, Κονσταντίν Κονσταντίνοφ. Απόφοιτος Βαλκανολογίας του Πανεπιστημίου του Βέλικο Τίρνοβο (το κατεξοχήν «εθνικιστικό φυτώριο» της χώρας), εκτός από βιβλία παράγει και ντοκιμαντέρ με θέμα -τι άλλο;- τους «αλύτρωτους Βουλγάρους» των γύρω χωρών.

Το κυριότερο δημιούργημά του αφορά φυσικά την ελληνική Μακεδονία, γυρίστηκε το 2005 και τιτλοφορείται Ενα έθνος είμαστε. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του της νεολαίας του κόμματος, «η ταινία αποκαλύπτει την ξεχασμένη μειονότητα των 500.000 Βουλγάρων που ζουν στη σημερινή Βόρεια Ελλάδα».

Μικρή αλλά εύγλωττη λεπτομέρεια: το φιλμ είναι αφιερωμένο στο γλωσσολόγο Μπλαγκόι Σκλίφοφ, πολιτικό πρόσφυγα στη Βουλγαρία από τον Πολυκέρασο Καστοριάς, που στις 24.9.2003 σκοτώθηκε σε τροχαίο έξω από τις Σέρρες. Βουλγαρικές εφημερίδες της εποχής έκαναν λόγο για «πολιτική δολοφονία».

Οταν προ τετραετίας ακούσαμε πρώτη φορά γι' αυτό το συμβάν από κάποιον βούλγαρο ιστορικό, στάθηκε αδύνατον να τον πείσουμε ότι στη σημερινή Ελλάδα δεν σκοτώνεται κανείς επειδή μελετά τις τοπικές σλαβομακεδονικές διαλέκτους. Ο συνομιλητής μας είχε κι αυτός τα δικά του στερεότυπα, επικυρωμένα από -τι άλλο;- την Ιστορία: «Κάπως έτσι δεν γίνονται σ' εσάς οι πολιτικές δολοφονίες; Αν θυμηθούμε τον Σαράφη ή τον Λαμπράκη».

Το φάντασμα του βέτο

Ο βουλγαρικός εθνικισμός (και) στο «Μακεδονικό» είναι, λοιπόν, γεγονός! Εκπορεύεται δε από τους ίδιους «αντισκοπιανούς» κύκλους που μετέχουν στη σημερινή κυβέρνηση της Σόφιας και παρουσιάζονται από τους «δικούς μας» εθνικιστές ως ανέλπιστοι σύμμαχοι στον αγώνα για την υπεράσπιση των «ιστορικών μας δικαίων».

Τι σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη; Μια ανακλαστική αντίδραση, με βάση τη συνήθη πρακτική, θα ήταν να προσθέσουμε απλά έναν ακόμη «εθνικό εχθρό» στη λίστα όσων επιβουλεύονται τα εθνικά μας δίκαια. Στοιχειώδης ρεαλισμός αρκεί, αντίθετα, για να διαχωρίσει κανείς τα πραγματικά προβλήματα από τις (πιθανότατα ενοχλητικές αλλά επί της ουσίας ανώδυνες) φαντασιώσεις των όποιων γειτονικών εθνικιστικών κύκλων, και να τοποθετήσει τις τελευταίες στις πραγματικές τους διαστάσεις.

Στην περίπτωση της Βουλγαρίας, ισότιμης πλέον εταίρου μας στην Ε.Ε., οι εθνικόφρονές μας (με πρώτο και καλύτερο τον χουντικό πρόεδρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών) δεν έχουν, όπως είδαμε, κανένα πρόβλημα να επιδείξουν το δέοντα ρεαλισμό, ξεκαθαρίζοντας ότι άλλο πράγμα οι διαφωνίες των εθνικών ιστοριογραφιών για το παρελθόν κι άλλο οι πολιτικές επιλογές των κυβερνήσεων για το παρόν και το μέλλον.

Αν, όμως, αυτό ισχύει για τη Βουλγαρία, με την οποία μας χώρισαν ποταμοί αίματος, για ποιο λόγο δεν θα μπορούσε να ισχύει και για μια -επίσης «ευρωπαϊκή»- ΠΓΔΜ; Γιατί οι χάρτες π.χ. της «μεγάλης Μακεδονίας» έχουν άλλο ειδικό βάρος όταν προέρχονται από τα Σκόπια κι εντελώς διαφορετικό όταν κυκλοφορούν από τη Σόφια;

Μια πρώτη απάντηση είναι πως ο βουλγαρικός εθνικισμός έρχεται ως από μηχανής θεός να βγάλει τις ελληνικές κυβερνήσεις από το αδιέξοδο στο οποίο αυτοπαγιδεύτηκαν την τελευταία διετία. Με τις συναινετικές «κόκκινες γραμμές» να επιβάλλουν ένα δεύτερο «βέτο» στην εισδοχή της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε., και την «ενδιάμεση συμφωνία» του 1995 να απαγορεύει ρητά κάτι τέτοιο για έναν ολόκληρο χρόνο μετά την καταγγελία της (που δεν έχει γίνει), το πρόβλημα της επίσημης Αθήνας είναι κάτι παραπάνω από προφανές.

Υπενθυμίζουμε ότι ο Γκρούεφσκι μας έχει σύρει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οφθαλμοφανή καταπάτηση της «ενδιάμεσης συμφωνίας» κι ότι επίσημη υπερασπιστική γραμμή του ελληνικού Υπ.Εξ. είναι πως το «ηρωικό» βέτο της κυβέρνησης Καραμανλή στο Βουκουρέστι... δεν τέθηκε ποτέ!

Η επανάληψη του εγχειρήματος τον ερχόμενο μήνα στις Βρυξέλλες συνεπάγεται έτσι δυσανάλογο κόστος. Οπότε, ένα βουλγαρικό βέτο αποτελεί μάννα εξ ουρανού - έστω κι αν, επί της ουσίας, «νομιμοποιεί» (εκ μέρους μας) όσα ακριβώς προκάλεσαν την αντισκοπιανή μας «οργή».

Οπως, άλλωστε, συμβαίνει σε όλο τον κόσμο με τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, έτσι κι εδώ οι εκάστοτε κυβερνητικές επιλογές (και) στο «Σκοπιανό» καθορίζονται περισσότερο από την «εσωτερική» πολιτικοκοινωνική ατζέντα παρά από τις όποιες υποτιθέμενες «εθνικές ανάγκες».

Σε συνθήκες οικονομικής κρίσης και παραγωγικών αναδιαρθρώσεων, κοινωνικής υποβάθμισης μιας μεγάλης μερίδας των παραδοσιακών μεσοστρωμάτων και βίαιης απαξίωσης της μισθωτής εργασίας, ένα «εθνικό ζήτημα» συνιστά το καλύτερο καταπραϋντικό για τις αναπόφευκτες κοινωνικές εντάσεις, με την επανεπιβεβαίωση της «εθνικής ενότητας» και την παροχέτευση της διάχυτης δυσφορίας στους γείτονες που επιβουλεύονται τα προπατορικά μας κλέη.

Οταν, μάλιστα, οι γείτονες αυτοί είναι του χεριού μας και το διακύβευμα κινείται σε αυστηρά συμβολικό επίπεδο, η τεχνητή αυτή αντιπαράθεση διαθέτει το επιπλέον προσόν να μη διακινδυνεύει επί της ουσίας τίποτα. Εκτός, φυσικά, από την ποιότητα της δημοκρατίας μας και το επίπεδο του δημόσιου λόγου. Αυτά τα τελευταία, όμως, κάθε άλλο παρά απασχολούν τους επίδοξους μακεδονομάχους: ούτε τους «δικούς μας» ούτε τα συμμετρικά ομοιώματά τους στις αντίπερα πλευρές των συνόρων.

Διαβάστε

Bozhidar Dimitrov,

«10te lazhi na makedonizma» (Σόφια 2006, εκδ. Fondatsija Kom).

«Τα 10 ψέματα του μακεδονισμού», το προβεβλημένο από τους έλληνες εθνικιστικές «αντισκοπιανό» εγχειρίδιο του υπουργού βουλγαρικής διασποράς.

Bozhidar Dimitrov,

«Balgarite Ι Aleksandar Makedonski» (Σόφια 2001, εκδ. Tangra).

Το αποσιωπημένο πόνημα του Ντιμιτρόφ, με το οποίο διεκδικείται η «συγγένεια» σημερινών Βουλγάρων και αρχαίων Μακεδόνων.

«Makedonija - sveshtena balgarska zhemja» (Σόφια 2007, εκδ. Fondatsija Kom).

Πολυτελέστερη επανέκδοση του προηγούμενου, με αφαίρεση του κεφαλαίου «Βακτριανή = Μπαλχάρα».

«The Seven Ancient Civilisations of Bulgaria» (Σόφια 2005, εκδ. Kom Foundation).

Αγγλόγλωσση συμπύκνωση των θεωριών του Ντιμιτρόφ για το διεθνές κοινό. Ο «πολιτισμός των Θρακών και των Μακεδόνων» αποτελεί φυσικά έναν από τους «επτά αρχαίους πολιτισμούς» της χώρας. «Από εθνοτική άποψη», διαβάζουμε, «οι αρχαίοι Μακεδόνες δεν είχαν τίποτα κοινό με τους Ελληνες. Συνεπώς, οι απόπειρες του σύγχρονου ελληνικού κράτους να εμφανίσουν την υιοθέτηση της αρχαίας ονομασίας Μακεδονία από την πρώην γιουγκοσλαβική Δημοκρατία σαν "προσβολή της ελληνικής ιστορικής κληρονομιάς" μοιάζει μάλλον αστήρικτη» (σ.33).

«Album - Almanach

"Makedonija"» (Σόφια 1931).

Η μεσοπολεμική «Βίβλος» του βουλγαρομακεδονικού κινήματος, με αναλυτική καταγραφή της «βουλγαρικής παρουσίας» στον ευρύτερο μακεδονικό χώρο μέχρι το 1913-1919. Η «επαυξημένη» επανέκδοσή της από το ΒΜΡΟ το 2008 είναι προσβάσιμη και στο διαδίκτυο, σε μορφή pdf, μέσω της ιστοσελίδας της νεολαίας του κόμματος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου