ΤΟ ΒΗΜΑ
Θα είναι ένας μακρός και περιττός πόλεμος. Ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα στέλνει 30.000 επιπλέον στρατιώτες στο Αφγανιστάν, για να αποδείξει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να επιβάλουν τη θέλησή τους στη χώρα και να συντρίψουν με στρατιωτικά μέσα αυτό που ακόμη θεωρείται σχετικά περιορισμένη ανταρσία. Οι πραγματικοί λόγοι της κλιμάκωσης του πολέμου είναι πολύ διαφορετικοί από εκείνους που διακηρύσσει ο κ. Ομπάμα. Ο αμερικανός πρόεδρος υποστηρίζει ότι η Αλ Κάιντα μπορεί να ισχυροποιηθεί και πάλι με την προστασία των Ταλιμπάν και να απειλήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες με επανάληψη των γεγονότων της 11ης Σεπτεμβρίου. Ωστόσο δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι κάτι τέτοιο πραγματικά συμβαίνει. Τα υπολείμματα της Αλ Κάιντα βρίσκονται στο Πακιστάν και όχι στο Αφγανιστάν. Αν ο Οσάμα μπιν Λάντεν άκουγε την ομιλία του κ. Ομπάμα θα είχε ένα αίσθημα ευχαρίστησης και ικανοποίησης. Ο Αϊμάν αλ Ζαουάχρι, ηγετικό στέλεχος της Αλ Κάιντα, εξήγησε αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ότι σκοπός της επίθεσης ήταν να παρασυρθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες σε έναν επίγειο πόλεμο, στον οποίο οι μουσουλμάνοι θα μπορούσαν να εξαπολύσουν «μια ξεκάθαρη τζιχάντ εναντίον των απίστων».
Η αμερικανική κλιμάκωση σημαίνει ότι αυτός ο εκτεταμένος πόλεμος θα συμβεί τώρα. Ο αμερικανός υπουργός Αμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς εξήγησε τι πρόκειται να κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες αμέσως μετά την ομιλία του κ. Ομπάμα. «Οι Ταλιμπάν και η Αλ Κάιντα έχουν γίνει “συμβιωτικές” οργανώσεις, με την καθεμία να εξαρτάται από την επιτυχία και τη μυθολογία της άλλης» δήλωσε ο κ. Γκέιτς. Ωστόσο αμερικανοί αξιωματούχοι στο Αφγανιστάν λένε ότι οι αντάρτες ανήκουν στην κοινότητα των Παστούν, που πολεμά τους Αμερικανούς όπως πολεμούσε κάποτε τους Σοβιετικούς. Με το να αντιμετωπίζει τους χωρικούς σαν τους Ταλιμπάν και τους Ταλιμπάν σαν την Αλ Κάιντα, ο πρόεδρος Ομπάμα αυξάνει και δεν μειώνει την απειλή μιας τρομοκρατικής επίθεσης κατά των Ηνωμένων Πολιτειών ή της Βρετανίας. Προσφέρει την ευκαιρία που περίμενε και ήλπιζε ο Μπιν Λάντεν, και πέφτει πρόθυμα, όπως ο προκάτοχός του Τζορτζ Μπους, στην παγίδα της Αλ Κάιντα. Η πραγματικότητα στο Αφγανιστάν είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη που παρουσιάζει ο πρόεδρος Ομπάμα στις ΗΠΑ ή ο Γκόρντον Μπράουν στη Βρετανία. Η πιθανότητα να αποκτήσουν οι Ταλιμπάν τον έλεγχο ολόκληρης της χώρας είναι περιορισμένη. Οι αντάρτες δεν έχουν άλλη υποστήριξη παρά μόνο από την κοινότητα των Παστούν, στην οποία ανήκει το 42% των Αφγανών. Το υπόλοιπο 58% αποτελείται από Τατζίκους, Ουζμπέκους και Χαζάρους, οι οποίοι μαζί με πολλούς Παστούν αντιστέκονται στους αντάρτες. Ακόμη και όταν οι Ταλιμπάν απολάμβαναν την υποστήριξη του Πακιστάν και της Σαουδικής Αραβίας πριν από την αμερικανική εισβολή το 2001, δεν μπόρεσαν να κατακτήσουν ολόκληρη τη χώρα.
Οι υπέρμαχοι της στρατιωτικής κλιμάκωσης του πολέμου στο Αφγανιστάν καιροσκοπικά προβάλλουν δύο διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τη δύναμη των Ταλιμπάν. Από τη μία πλευρά λένε ότι είναι ένα κίνημα με τεράστια δύναμη που απειλεί να καταλάβει το Αφγανιστάν και το Πακιστάν (και μαζί με αυτό και το πυρηνικό του οπλοστάσιο), και από την άλλη πλευρά ο κ. Μπράουν υποστηρίζει ότι οι Ταλιμπάν δεν απολαμβάνουν την υποστήριξη των Αφγανών. Στις Ηνωμένες Πολιτείες ο κ. Ομπάμα και ο κ. Γκέιτς αφήνουν να εννοηθεί ότι η δύναμη των Ταλιμπάν είναι τόσο περιορισμένη που θα ηττηθούν σε διάστημα 18 μηνών και μετά οι αμερικανικές δυνάμεις θα αρχίσουν να αποχωρούν. Ολα αυτά θυμίζουν το διάστημα πριν από την εισβολή στο Ιράκ το 2003, όταν ο πρόεδρος Μπους και ο Τόνι Μπλερ διακήρυσσαν ότι τα όπλα μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν αποτελούσαν απειλή για ολόκληρο τον κόσμο, παράλληλα όμως υποστήριζαν ότι το καθεστώς του ήταν τόσο αδύναμο που μπορούσε να ανατραπεί αμέσως και η χώρα να κατακτηθεί χωρίς κανένα πρόβλημα. Υπάρχουν πολλά κοινά σημεία με ταξύ της αμερικανικής και βρετανικής στρατιωτικής δράσης στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, αλλά δεν είναι αυτά που ο Λευκός Οίκος και η Ντάουνινγκ Στριτ υπογραμμίζουν. Και στις δύο χώρες οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν σε έναν πραγματικό ή εν δυνάμει εθνοτικό και σεχταριστικό εμφύλιο πόλεμο. Στο Αφγανιστάν, μεταξύ των Παστούν από τη μία πλευρά και των υπολοίπων εθνοτήτων από την άλλη. Στο Ιράκ μεταξύ των Κούρδων, των σουνιτών και των σιιτών. Ο ανταρτοπόλεμος στο Ιράκ κατά των Ηνωμένων Πολιτειών σταμάτησε επειδή η σουνιτική κοινότητα σφαγιάστηκε από τη σιιτική. «Αν κρίνουμε από την καταμέτρηση των πτωμάτων εκείνη την περίοδο στα νεκροτομεία της Βαγδάτης,για κάθε νεκρό σιίτη έχαναν τη ζωή τους τρεις σουνίτες» εξήγησε ο δρ Μάικλ Ιζάντι της Σχολής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια. «Η Βαγδάτη ήταν κατά κύριο λόγο σουνιτική πόλη και ως το τέλος του 2008 κατέληξε να φιλοξενεί μόλις μερικές εκατοντάδες χιλιάδες σουνίτες σε έναν πληθυσμό που ξεπερνά τα πέντε εκατομμύρια». Νικημένοι κατά κράτος από αυτόν τον αιματηρό σεχταριστικό εμφύλιο πόλεμο, οι σουνίτες σταμάτησαν τις επιθέσεις εναντίον των Αμερικανών και ζήτησαν την προστασία τους. Η αποστολή επιπλέον αμερικανών στρατιωτών στο Ιράκ, το καλοκαίρι του 2007, είχε περιορισμένη επίδραση στην έκβαση του πολέμου. Ωστόσο η «μυθική» επιτυχία της επιπλέον αποστολής στρατιωτών στο Ιράκ το 2007-2008 χρησιμοποιείται σήμερα ως «οδηγός» για την αμερικανική στρατιωτική πολιτική στο Αφγανιστάν. Μια στρατηγική που δεν λειτούργησε με τον τρόπο που περίμενε το Πεντάγωνο στο Ιράκ και η οποία εφαρμόζεται τώρα στο Αφγανιστάν, όπου οι συνθήκες είναι εντελώς διαφορετικές. Ο κίνδυνος η νέα αμερικανική στρατηγική να προκαλέσει τις ίδιες μαζικές σφαγές στο Αφγανιστάν, όπως συνέβη στο Ιράκ, είναι μεγάλος.
Οι Αφγανοί στις περιοχές όπου θα σταλούν οι αμερικανοί και οι βρετανοί στρατιώτες- κυρίως στις νότιες περιοχές των Παστούν, όπως οι επαρχίες Χελμάντ και Κανταχάρ-, φοβούνται ότι περισσότερες ξένες δυνάμεις θα προκαλέσουν περισσότερη βία και περισσότερους νεκρούς. Η υποστήριξη προς τους Ταλιμπάν είναι μεγαλύτερη σε περιοχές όπου οι άμαχοι πέφτουν νεκροί από τις ξένες δυνάμεις. Ενας από τους πλέον ανόητους και παραπλανητικούς ισχυρισμούς των αμερικανών και βρετανών στρατηγών είναι ότι η αντιμετώπιση του ανταρτοπολέμου μπορεί να συνδυαστεί με την ανθρωπιστική βοήθεια και την κατασκευή γεφυριών και δρόμων. Αλλά κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Οι στρατιώτες έχουν εκπαιδευτεί να παίρνουν ό,τι θέλουν με τη βία και αυτό είναι που κάνουν. Δεν πρόκειται να κατευνάσουν τους Αφγανούς που έχασαν τις οικογένειές τους από αμερικανικά πυρά με ένα καλό αποχετευτικό σύστημα. Το σχέδιο του προέδρου Ομπάμα θα επιδεινώσει την κρίση στο Αφγανιστάν. Δεν πρόκειται να τερματίσει τον 30ετή αφγανικό εμφύλιο πόλεμο. Αντίθετα απειλεί να ριζοσπαστικοποιήσει τα 12 εκατομμύρια Παστούν στο Αφγανιστάν και τα 20 εκατομμύρια στο Πακιστάν, συγχέοντάς τους με την Αλ Κάιντα. Οι αμερικανικοί και βρετανικοί στόχοι στο Αφγανιστάν μπορούν να επιτευχθούν μέσω μιας συγκρατημένης υποστήριξης προς την αφγανική κυβέρνηση, η οποία όμως παραμένει βυθισμένη στη διαφθορά. Αυτό που τώρα σχεδιάζεται θα οδηγήσει σε πλήρη στρατιωτική κατοχή και θα μεταμορφώσει τη χώρα και την ευρύτερη περιοχή σε μεγάλο πεδίο μαχών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου