Σάββατο 24 Απριλίου 2010

ΠΕΔΙΟ ΒΟΛΗΣ ΑΠΕΙΛΩΝ Η ΣΥΡΙΑ

Φάκελος Μέση Ανατολή
Ελευθεροτυπία
Πάει να επαναληφθεί σε Λίβανο και Συρία το ίδιο σενάριο με εκείνο των «όπλων μαζικής καταστροφής του Ιράκ», εκείνα που ποτέ δεν βρήκαν ΗΠΑ και λοιποί σύμμαχοι μετά τον πόλεμο του 2003;
Στην αρχή της εβδομάδας το υποστήριξε ρητά ο πρωθυπουργός του Λιβάνου Σάαντ Χαρίρι, απορρίπτοντας -με τη σειρά του μετά τη Δαμασκό- κάθε εκδοχή ότι το οπλοστάσιο της πολιτοφυλακής της σιιτικής Χεζμπολάχ έχει ενισχυθεί με τακτικούς βαλλιστικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς Scud από τη Συρία: «Αυτές οι κατηγορίες θυμίζουν τους ισχυρισμούς για τα όπλα μαζικής καταστροφής κατά του Σαντάμ Χουσεΐν: ουδέποτε βρέθηκαν, επειδή δεν υπήρχαν», είπε σε χθεσινή συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «La Stampa».
Αλλά και πριν και μετά τις δηλώσεις του, οι πιέσεις των ημερών από πλευράς των ΗΠΑ προς τη Δαμασκό κλιμακώνονται, παρά το ότι η αμερικανική πλευρά δεν έχει επισήμως επιβεβαιώσει πως όντως μεταφέρθηκαν οι πύραυλοι: Συμμετέχει μεν στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Λιβάνου η -υποστηριζόμενη από Συρία και Ιράν- Χεσμπολάχ, όμως πάντοτε θεωρείται τρομοκρατική οργάνωση από τις ΗΠΑ. Η δε απόφαση 1.701 των Ηνωμένων Εθνών που τερμάτισε τον 34 ημερών πόλεμο με το Ισραήλ το 2006 συμπεριλαμβάνει εμπάργκο όπλων στον Λίβανο, εκτός από προοριζόμενα για την κυβέρνηση ή τους εκεί σταθμεύοντες κυανόκρανους. Παρ' όλα αυτά, ήδη διατυπώνονται διεθνώς οι πρώτες αιτιάσεις ότι -και μέσω της συγκεκριμένης υπόθεσης- η Ουάσιγκτον «βλέπει» προς το Ιράν, την ώρα που στοχεύει εναντίον των δύο κυριοτέρων συμμάχων του στη Μέση Ανατολή, Συρίας και Χεσμπολάχ.
Κατσάδα στον Σύρο
Τη Δευτέρα, ο Ζουχέιρ Τζαμπούρ, επιτετραμμένος της πρεσβείας της Συρίας στην Ουάσιγκτον, κλήθηκε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όπου του διατυπώθηκε μομφή για «προκλητική συμπεριφορά» της κυβέρνησής του. Αμέσως μετά, διά του εκπροσώπου του Π. Τζ. Κρόουλι, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάλεσε τη Συρία «να παύσει αμέσως κάθε μεταφορά οπλισμού προς τη Χεσμπολάχ και άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις της περιοχής», επειδή κάτι τέτοιο «θα είχε αποτέλεσμα αποσταθεροποίηση της περιοχής και θα συνιστούσε άμεση απειλή και για την ασφάλεια του Ισραήλ και για την εθνική κυριαρχία του Λιβάνου».
Τη σκυτάλη πήρε ο Αμερικανός αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Τζέφρι Φέλτμαν: «Αν οι συγκεκριμένες αναφορές αποδειχθούν αληθινές, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε το πλήρες εύρος των μέσων που διαθέτουμε ώστε να αναγκάσουμε τη Συρία να ακυρώσει αυτό που θα αποβεί εμπρηστική, προκλητική ενέργεια», είπε την ίδια μέρα κατά τη συνεδρίαση του Κογκρέσου. Ενδειξη δυσαρέσκειας των Αμερικανών θεωρείται και η καθυστέρηση επικύρωσης από το Κογκρέσο της τοποθέτησης του Ρόμπερτ Φορντ (νυν πρεσβευτή στη Βαγδάτη) στο νέο του πόστο στη Δαμασκό, όπου φέτος αποφασίστηκε να ξανανοίξει η πρεσβεία των ΗΠΑ, έπειτα από πενταετή διακοπή διπλωματικών σχέσεων.
Η δημόσια διάσταση της ιστορίας είχε ξεκινήσει στις 13 του μηνός, όταν ο πρόεδρος του Ισραήλ Σιμόν Πέρες, λίγο πριν αναχωρήσει για επίσκεψη στη Γαλλία, είχε με δηλώσεις του κατηγορήσει τη Συρία ότι εφοδιάζει με πυραύλους Scud τη Χεσμπολάχ του Λιβάνου. Ακολούθησαν επιλεκτικές «διαρροές» σε ισραηλινά -και κατόπιν διεθνή- ΜΜΕ που μιλούσαν για εκπαιδευόμενα στελέχη της σιιτικής οργάνωσης στη χρήση των πυραύλων από τις συριακές ένοπλες δυνάμεις.
«Ισραηλινές προφάσεις»
Εξαρχής η συριακή κυβέρνηση αρνήθηκε τις κατηγορίες, αντιτείνοντας ότι το Ισραήλ αναζητά προφάσεις για στρατιωτικό πλήγμα εναντίον της, ενώ επιδιώκει να τραβήξει την προσοχή από την πολιτική καταπίεσης εναντίον των Παλαιστίνιων.
Η Μπούσρα Καναφάνι, εκπρόσωπος του συριακού υπουργείου Εξωτερικών, σχολίασε την όλη υπόθεση ως «αξιοθρήνητη», ενώ θα μπορούσε «να βαθύνει το χάσμα μεταξύ Δαμασκού και Ουάσιγκτον».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου