Τα Νέα
Και ξάφνου μιλούν ξανά για τη νέα μεταπολίτευση, τη δημοκρατία και την υπεράσπισή της από τους εσωτερικούς και εξωτερικούς της εχθρούς... «μιλάνε για του έθνους ξανά την τιμή». Παλιές κουβέντες αυτές, τις θυμάμαι απ΄ τον καιρό που στη Γερμανία έπεφτε το Τείχος κι εδώ μια αριστεροδέξια κυβέρνηση ψήφιζε την «άρση των συνεπειών του Εμφυλίου». Λόγια χιλιοειπωμένα, ένα επαναληπτικό μότο, το credo μιας εποχής που δεν έπαψε να γιορτάζει το τέλος (της ιστορίας, της εργασίας, του Ψυχρού Πολέμου και τόσων άλλων...), παριστάνοντας αυτάρεσκα πως ξεπέρασε οριστικά όλα τα πρόσκαιρα προσκόμματα στην αέναη πρόοδο του φιλελεύθερου καπιταλισμού προς την ελευθερία και την υλική ευημερία.
Οταν όμως η κυβέρνηση εφαρμόζει ένα πρόγραμμα για το οποίο δεν έχει λάβει καμιά λαϊκή εντολή, τούτο σημαίνει πως η «νέα μεταπολίτευση» έχει ήδη συντελεστεί. Αυτό το βλέπουν πια όλοι. Οταν η εμπιστοσύνη των πολιτών αντικαθίσταται από την αναζήτηση της «εμπιστοσύνης των αγορών», ή όταν η κυβέρνηση αποσπά από τη Βουλή την εξουσία να νομοθετεί με διατάγματα, η δημοκρατία έχει ήδη εξουδετερωθεί, εκ των έσω κι εκ των άνω. Κι αυτό το βλέπουν όλοι. Οσο για την προστασία της τιμής του έθνους, τούτη πια συνίσταται στην απαξίωση της τιμής των παιδιών του. Κι αυτό το ξέρουν πια όλοι.
Τούτη τη φορά, οι μακάριες βεβαιότητες της αέναης προόδου κι ευημερίας δεν άντεξαν παραπάνω από είκοσι χρόνια κι ο καθένας πια καταλαβαίνει πως πίσω από αυτό το ατέρμονο ζενερίκ με τους τίτλους τέλους τίποτα δεν είχε τελειώσει, η ιστορία συνέχιζε να κυλά, η εργασία συνέχιζε να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, οι πόλεμοι- ψυχροί και θερμοί- συνέχισαν να συσσωρεύουν αθώα θύματα, η υλική ευμάρεια συνέχισε να είναι προνόμιο των πολύ λίγων. Μοιάζει λοιπόν να βγαίνουμε όλοι από κάτι σαν αυτό που η Χάνα Αρεντ ονόμαζε «ρωγμή του χρόνου», φτιαγμένη από το υλικό των πραγμάτων που δεν υπάρχουν πια κι εκείνων που δεν έγιναν ακόμη.
Ώς χθες ακόμα, εκείνο το «φταίμε όλοι», μια σύγχρονη, εκκοσμικευμένη εκδοχή της αρχέγονης χριστιανικής ενοχής που εξέπεμπαν ομοθύμως για ένα εξάμηνο κυβέρνηση κι «έγκυροι» αναλυτές, φαινόταν να σκιάζει κάθε μελλοντική προοπτική, να επιτάσσει σε όλους να παραμείνουν θεατές αυτού του «τέλους εποχής». Ωστόσο, πίσω από τον μαύρο καπνό του ύποπτου εμπρησμού της Μarfin - Εγνατία που σκέπασε τα τηλεοπτικά δελτία, εκτυλίχθηκαν οι μεγαλύτερες εργατικές διαδηλώσεις της πρόσφατης ιστορίας. Το κέλυφος μιας αίσθησης ήττας και παραίτησης, οργής που ώς τώρα κατέτρωγε σαν σαράκι τον καθένα ξεχωριστά ακούστηκε να σπάει με πάταγο. Οι συζητήσεις στα καφενεία, στα μπλογκ και στις στάσεις των λεωφορείων για τις προοπτικές μιας άλλης ανάπτυξης, μέσα ή έξω από την ευρωζώνη, για τη δυνατότητα ανατροπής αυτού του κοινωνικού Αρμαγεδδώνος μέσα από τη δράση των ίδιων των ανθρώπων που ψυχανεμίζεται κανείς στις συνελεύσεις των σωματείων και στις τοπικές επιτροπές πολιτών που ξεφυτρώνουν εδώ κι εκεί, ίσως μπορέσουν να ξαναδώσουν στη δημοκρατία το νόημα που έχανε λίγο λίγο τα 35 χρόνια αυτής της τελειωμένης μεταπολίτευσης. Κι αν υπάρχει ελπίδα, αυτή είναι στο πέρασμα από την ενοχή για δήθεν προπατορικά αμαρτήματα στην ευθύνη για ό,τι γίνεται κι ό,τι ακολουθήσει, είναι σε μια λάμψη που αν, καθώς έλεγε ο Γ. Λυκιαρδόπουλος, φάνηκε να χάνεται από τα μάτια των χθεσινών ηττημένων, αρχίζει πάλι να αχνοφαίνεται, και που αν δεν είναι η λάμψη της ελευθερίας, είναι τουλάχιστον αυτή της έλλειψής της.
Τούτη τη φορά, οι μακάριες βεβαιότητες της αέναης προόδου κι ευημερίας δεν άντεξαν παραπάνω από είκοσι χρόνια κι ο καθένας πια καταλαβαίνει πως πίσω από αυτό το ατέρμονο ζενερίκ με τους τίτλους τέλους τίποτα δεν είχε τελειώσει, η ιστορία συνέχιζε να κυλά, η εργασία συνέχιζε να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, οι πόλεμοι- ψυχροί και θερμοί- συνέχισαν να συσσωρεύουν αθώα θύματα, η υλική ευμάρεια συνέχισε να είναι προνόμιο των πολύ λίγων. Μοιάζει λοιπόν να βγαίνουμε όλοι από κάτι σαν αυτό που η Χάνα Αρεντ ονόμαζε «ρωγμή του χρόνου», φτιαγμένη από το υλικό των πραγμάτων που δεν υπάρχουν πια κι εκείνων που δεν έγιναν ακόμη.
Ώς χθες ακόμα, εκείνο το «φταίμε όλοι», μια σύγχρονη, εκκοσμικευμένη εκδοχή της αρχέγονης χριστιανικής ενοχής που εξέπεμπαν ομοθύμως για ένα εξάμηνο κυβέρνηση κι «έγκυροι» αναλυτές, φαινόταν να σκιάζει κάθε μελλοντική προοπτική, να επιτάσσει σε όλους να παραμείνουν θεατές αυτού του «τέλους εποχής». Ωστόσο, πίσω από τον μαύρο καπνό του ύποπτου εμπρησμού της Μarfin - Εγνατία που σκέπασε τα τηλεοπτικά δελτία, εκτυλίχθηκαν οι μεγαλύτερες εργατικές διαδηλώσεις της πρόσφατης ιστορίας. Το κέλυφος μιας αίσθησης ήττας και παραίτησης, οργής που ώς τώρα κατέτρωγε σαν σαράκι τον καθένα ξεχωριστά ακούστηκε να σπάει με πάταγο. Οι συζητήσεις στα καφενεία, στα μπλογκ και στις στάσεις των λεωφορείων για τις προοπτικές μιας άλλης ανάπτυξης, μέσα ή έξω από την ευρωζώνη, για τη δυνατότητα ανατροπής αυτού του κοινωνικού Αρμαγεδδώνος μέσα από τη δράση των ίδιων των ανθρώπων που ψυχανεμίζεται κανείς στις συνελεύσεις των σωματείων και στις τοπικές επιτροπές πολιτών που ξεφυτρώνουν εδώ κι εκεί, ίσως μπορέσουν να ξαναδώσουν στη δημοκρατία το νόημα που έχανε λίγο λίγο τα 35 χρόνια αυτής της τελειωμένης μεταπολίτευσης. Κι αν υπάρχει ελπίδα, αυτή είναι στο πέρασμα από την ενοχή για δήθεν προπατορικά αμαρτήματα στην ευθύνη για ό,τι γίνεται κι ό,τι ακολουθήσει, είναι σε μια λάμψη που αν, καθώς έλεγε ο Γ. Λυκιαρδόπουλος, φάνηκε να χάνεται από τα μάτια των χθεσινών ηττημένων, αρχίζει πάλι να αχνοφαίνεται, και που αν δεν είναι η λάμψη της ελευθερίας, είναι τουλάχιστον αυτή της έλλειψής της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου