Του ΒΙΚΤΩΡΑ ΝΕΤΑ
Παρ' όλες τις επιφυλάξεις που μπορεί να έχει κανείς, λόγω της ιστορίας των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η επίσκεψη με πολυπληθέστατη συνοδεία του Τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα είχε θετικό αποτέλεσμα, όχι τόσο για τις 21 συμφωνίες που έχουν υπογραφεί, όσο για το καλό κλίμα το οποίο δημιουργήθηκε και γεννά αισιοδοξία για τις παραπέρα προσπάθειες.
Επιθυμούν οι δύο λαοί, οι απλοί πολίτες των δύο χωρών την ειρηνική συμβίωση, τον τερματισμό της έντασης με τις προκλήσεις στο Αιγαίο, τη μείωση των εξοπλισμών, για να πάψει η οικονομική άσκοπη αιμορραγία τους, ώστε να διατεθούν περισσότερα χρήματα για την ανάπτυξη και για κοινωνικές παροχές.
Δήλωσε εντυπωσιασμένος από την ειλικρίνεια των Ελλήνων, μετά το τέλος των διμερών επαφών, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει «επανάσταση» την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα. Η ειλικρίνεια, ωστόσο, πρέπει να είναι αμοιβαία για την «αλλαγή της ατμόσφαιρας και της αντίληψης ότι οι δύο χώρες είναι αντίπαλες», κατά τον στόχο που έθεσε ο Αχμέτ Νταβούτογλου. Πρέπει επομένως και η ελληνική πλευρά να πειστεί για την ειλικρίνεια των προθέσεων της τουρκικής ηγεσίας στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που είναι ανοιχτά. Και παρέμειναν ανοιχτά και μετά την επίσκεψη.
Διατηρεί η Τουρκία ανοιχτά θέματα: Το «casus belli», τις «γκρίζες ζώνες», που θεωρεί ότι υπάρχουν στο Αιγαίο, και τα ζητήματα του εναερίου χώρου και της υφαλοκρηπίδας. Ως μόνη διαφορά για επίλυση η ελληνική πλευρά αναγνωρίζει το ζήτημα της υφαλοκρηπίδας, ενώ όλα τα άλλα έχουν λυθεί με διεθνείς συνθήκες και το Διεθνές Δίκαιο. Ενδεχομένως να διατηρούνται ανοιχτά τα θέματα που προκαλούν ένταση από το λεγόμενο «βαθύ κράτος», δηλαδή από τη στρατιωτική ηγεσία της Τουρκίας, που έχει μερίδιο στην εξουσία. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε στη συνέντευξη Τύπου αναφορά σε δυνάμεις που εμποδίζουν την εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων και επισήμανε ότι οι πολιτικοί πρέπει να προχωρήσουν.
Το εσωτερικό πρόβλημα εξουσίας της Τουρκίας είναι φανερό ότι ώς ένα βαθμό εμποδίζει την ειλικρίνεια της πολιτικής ηγεσίας της γειτονικής χώρας. Αυτό όμως δεν εμποδίζει να γίνουν βήματα προόδου στις σχέσεις και να αποκαλύπτεται ποιοι και γιατί αντιδρούν. Θα βοηθήσει αυτό και στην αντιμετώπιση του εσωτερικού προβλήματος της Τουρκίας.
Επικαλούνται συχνά οι Τούρκοι πολιτικοί ηγέτες το πνεύμα και το παράδειγμα του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κεμάλ Ατατούρκ, που πέτυχαν να οδηγήσουν τις χώρες τους στην υπογραφή Συμφώνου Φιλίας τον Οκτώβριο του 1930, οκτώ μόλις χρόνια από τη λήξη του πολέμου με τη μικρασιατική τραγωδία του Ελληνισμού. Είναι κεμαλική η στρατιωτική εξουσία στην Τουρκία, που σημαίνει ότι σέβεται το πνεύμα του Κεμάλ και άρα δεν πρέπει να εμποδίζει την ειλικρινή προσέγγιση με την Ελλάδα.
Χαρακτήρισε ο Τούρκος υπουργός Επικρατείας Εγκεμέν Μπαγίς «ιστορική ευκαιρία» την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα και έθεσε το ερώτημα: «Γιατί να μην κάνουμε αυτό που έκανε ο Ατατούρκ και ο Βενιζέλος;». Οι σημερινοί πρωθυπουργοί, πρόσθεσε, μπορούν να κάνουν το ίδιο. Ατατούρκ και Βενιζέλος έλυσαν όλες τις διαφορές με τη Συνθήκη της Λωζάννης, η υπογραφή της οποίας χρειαζόταν τεράστιο θάρρος. Κατά την ιστορική επίσκεψή του στην Αγκυρα ο Ελευθέριος Βενιζέλος στις 28 Οκτωβρίου 1930, στο επίσημο γεύμα μετά την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας, θα πει για την αποδοχή της πρόσκλησης της τουρκικής ηγεσίας: «Διά της χειρονομίας αυτής ηθέλησα να διατρανώσω την στερράν απόφασιν της Ελλάδος, όπως θεωρεί την συνθήκην της Λωζάννης ως ένα οριστικόν διακανονισμόν τού μεταξύ των δύο χωρών υφισταμένου εδαφικού καθεστώτος».
Ειδικά για το Αιγαίο ο Βενιζέλος θα πει: «Τίποτε πλέον δεν χωρίζει τας δύο χώρας. Πλείονα του ενός δεδομένα μάς συνδέουν: Η γειτονία του Αιγαίου, το οποίον, μακράν του να χωρίζει τας δύο χώρας μας, αποτελεί μέσον διαρκούς επαφής αναμεταξύ των».
Πώς έφτασαν, όμως, στη συμφωνία οι τότε ηγεσίες Ελλάδας και Τουρκίας και πώς κατάφεραν να ξεπεράσουν τα εμπόδια; Απαντώντας στην προσφώνηση του Τούρκου πρωθυπουργού Ισμέτ Ινονού, ο Βενιζέλος θα πει για τις συνομιλίες τους στη Λωζάννη: «Μεγάλως εστηρίχθην εις το πρόσωπον της υμετέρας εξοχότητος, την οποίαν εγνώρισα, υπολήπτομαι και εκτιμώ πολύ ως ένα ακαταπόνητον υπέρμαχον της χώρας σας, αλλά ταυτοχρόνως και ως ένα πολιτικόν, όστις εγνώριζε να υπερπηδά τα εμπόδια. Αντικρυζόμενα από χαμηλά, τα εμπόδια αυτά φράσσουν τον ορίζοντα και εμποδίζουν την θέαν, αλλά δι' εκείνον, όστις αντικρύζει από σκοπιάς υψηλοτέρας τον ορίζοντα, ο οποίος απλούται ελεύθερος εμπρός εις τα μάτια του, τα εμπόδια αυτά εξαφανίζονται τελείως».
Επί ογδόντα χρόνια αναζητούνται από τους λαούς των δύο χωρών πολιτικοί ηγέτες που να αντικρίζουν «από σκοπιάς υψηλοτέρας τον ορίζοντα» οπότε «τα εμπόδια αυτά εξαφανίζονται». Οι δύο λαοί οφείλουν να προσπαθήσουν. Ηδη η οικονομική συνεργασία αποδίδει καρπούς προς αμοιβαίο όφελος. Στην Τουρκία δραστηριοποιούνται 360 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων, οι επενδύσεις των οποίων έχουν ξεπεράσει τα 6 δισ. δολάρια. Η πιο σημαντική είναι η επένδυση της Εθνικής Τράπεζας με την εξαγορά τουρκικών τραπεζών και υψηλή απόδοση σε κέρδη. Ελάχιστες τουρκικές επιχειρήσεις έχουν επενδύσει στην Ελλάδα, που σημαίνει ότι υπάρχει περιθώριο ανάπτυξης με τις νέες συμφωνίες.
Εθεσε ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, στη συνέντευξη, το θέμα του φόβου που δημιουργούν οι εντάσεις στους δύο λαούς. Για την καταπολέμηση του φόβου θα πρέπει να συνεργαστούν οι κάθε είδους ηγεσίες των δύο λαών, κατά το παράδειγμα μάλιστα του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Κεμάλ Ατατούρκ. Ο Alexandre Jevakhoff γράφει στο βιβλίο του «Κεμάλ Ατατούρκ» (εκδόσεις Π. Τραυλός) ότι επτά χρόνια μετά το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου και 4 χρόνια μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών, οι συνομιλίες Βενιζέλου - Κεμάλ μοιάζουν με θαύμα. «Και στις δύο αντιπροσωπείες οι μνήμες είναι ακόμη νωπές: η Αφέτ (θετή κόρη του Κεμάλ), παρά το γεγονός ότι είναι διανοουμένη, θα θυμηθεί τον τρόμο που της προκαλούσε, όπως και σε όλους τους Τούρκους, το όνομα του Βενιζέλου. Θα εξομολογηθεί, μάλιστα, ότι βλέποντας για πρώτη φορά τον Βενιζέλο στην Αγκυρα, ένιωσε έναν κόμπο στον λαιμό της. Οταν ο Ελληνας πρωθυπουργός μπαίνει στα σαλόνια του "Αγκυρα Παλλάς", στο πλευρό του Γαζή, πολλοί καλεσμένοι συμμερίζονται τα συναισθήματα της Αφέτ: "Κανείς δεν κινούνταν", διηγείται. "Ο Ατατούρκ στάθηκε πίσω από τον Βενιζέλο και τον έσπρωξε προς το πλήθος. Και το πλήθος χειροκρότησε..."».
Πότε, επιτέλους, θα αναβιώσει το πνεύμα Βενιζέλου - Ατατούρκ και θα ξεπεραστούν τα εμπόδια για να ευημερήσουν συνεργαζόμενοι οι δύο λαοί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου