Κυριακή 20 Ιουνίου 2010

ΑΘΛΗΤΙΚΑ: ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ ΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣ

Αθλητικά
Τα Νέα
Οι περισσότεροι διανοούμενοι αδιαφορούν για το ποδόσφαιρο, όταν δεν το απεχθάνονται. Μερικοί ενδιαφέρονται μόνο για τις αισθητικές πλευρές του. Και υπάρχουν οι λίγοι, εκείνοι που το αγαπούν γι΄ αυτό που είναι. Αλλά τι είναι τελικά το ποδόσφαιρο;
Οσοι από εμάς τους διανοούμενους λατρεύουμε το ποδόσφαιρο χαμογελάμε συγκαταβατικά, όταν ακούμε τις διανοούμενες κατηγορίες που εκτοξεύονται εναντίον του - ότι υποδαυλίζει πρωτόγονα πάθη, ότι χρησιμοποιείται για τη χειραγώγηση των μαζών, ότι είναι μια μάταιη και υπερβολικά ασήμαντη υπόθεση για να της δίνεται τόσο μεγάλη προσοχή κ.λπ. Όχι ότι οι κατηγορίες αυτές δεν έχουν βάση. Αλλά θα μπορούσαν να εφαρμοστούν για τις περισσότερες ανθρώπινες δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων της τέχνης και της λογοτεχνίας. Η σαγήνη του ποδοσφαίρου βρίσκεται πέρα από τις σκοπιμότητες που αυτό εξυπηρετεί, πέρα από την όποια κοινωνική ή πολιτική χρησιμότητά του. Δεν μπορούν να τη συλλάβουν όσοι δεν έχουν νιώσει ποτέ σ΄ ένα γήπεδο τον τόπο να ευωδιάζει σύναξη και το χορτάρι μπάλα, για να δανειστώ την ωραία έκφραση του Γιάννη Τριάντη, που προλογίζει αυτό το πολύ ψαγμένο βιβλιαράκι.
Εχω ξαναγράψει ότι το ποδόσφαιρο έχει τόσο εντυπωσιακές ομοιότητες με το μυθιστόρημα ώστε το περίεργο δεν είναι ότι συγκινεί πολλούς μυθιστοριογράφους αλλά ότι αφήνει ασυγκίνητους περισσότερους. ΄Ο, τι εμπνέει τον μυθιστοριογράφο, η διελκυστίνδα ανάμεσα στις ανθρώπινες ιδέες, επιθυμίες, προσπάθειες από τη μια και μια δύστροπη πραγματικότητα από την άλλη, που πολύ συχνά κατισχύει με τη μορφή του τυχαίου, βρίσκει την πυκνότερη έκφρασή του στο ποδόσφαιρο. Πόσες φορές τα σχέδια του προπονητή, το ταλέντο και η θέληση των παικτών, η εύρυθμη λειτουργία της ομάδας δεν αποδεικνύονται ανεπαρκή για το ποθούμενο αποτέλεσμα, τη νίκη, όχι επειδή ο αντίπαλος είναι καλύτερος αλλά επειδή εισβάλλουν ξαφνικά στο παιχνίδι κάποιοι απρόβλεπτοι παράγοντες, που μπορεί να είναι οτιδήποτε, από τις καιρικές ιδιοτροπίες ώς μια στιγμιαία αδράνεια ή ένα στραβοπάτημα ακόμα και του κορυφαίου παίκτη. Ο Αλμπέρ Καμύ, ποδοσφαιριστής ο ίδιος στα νιάτα του (για την ακρίβεια τερματοφύλακας), έμαθε νωρίς, χάρη σ΄ ένα προσωπικό του ατύχημα, ότι η μπάλα στο ποδόσφαιρο, όπως και στη ζωή, έρχεται συχνά από εκεί που δεν την περιμένεις.
Είναι μύθος ότι το ποδόσφαιρο αποπολιτικοποιεί και αποπροσανατολίζει τις μάζες. ΄Ισα ίσα, στο ποδόσφαιρο πολιτικές ιδεολογίες, κοινωνικές αντιθέσεις, αδικαίωτοι εθνικοί ή εθνοτικοί πόθοι βρίσκουν ισχυρότατη συμβολική έκφραση. Η Μπαρτσελόνα είναι η σημαία του καταλανικού αυτονομισμού. Αν παίκτες και οπαδοί της Λάτσιο χαιρετούν φασιστικά, οι οπαδοί άλλων ιταλικών ομάδων σηκώνουν στο γήπεδο πανό με τον Τσε, ενώ η ΄Ιντερ συνέδραμε οικονομικά τον αγώνα των Τσιάπας στο Μεξικό και η γερμανική Ζανκτ Πάουλι συγκεντρώνει χρήματα για την υδροδότηση κουβανέζικων σχολείων. Το 1943 έντεκα Ουκρανοί τόλμησαν να νικήσουν μια ομάδα Γερμανών στρατιωτών, ξέροντας ότι το «έπαθλο» θα ήταν η εκτέλεσή τους. Το 1948 ο κομμουνιστής και παίκτης του Ολυμπιακού Νίκος Γόδας βάδισε προς το εκτελεστικό απόσπασμα φορώντας τη φανέλα της ομάδας του και ζητωκραυγάζοντας υπέρ του σοσιαλισμού και του μετέπειτα «Θρύλου»- το λέω και ανατριχιάζω από δέος, εγώ ο βάζελος! Πριν από τη μικροαστική ομογενοποίηση των τελευταίων δεκαετιών, Ολυμπιακοί και Παναθηναϊκοί, Παοκτσήδες και Αρειανοί είχαν, στατιστικά, πολύ διαφορετικό κοινωνικό και πολιτικό προφίλ: το προλεταριάτο απέναντι στα αστικά στρώματα στη μία περίπτωση, η μικρασιάτικη προσφυγιά απέναντι στο ντόπιο στοιχείο στην άλλη. Ανάλογα ίσχυαν, και ώς έναν βαθμό εξακολουθούν να ισχύουν, για πολλές άλλες ομάδες, ελληνικές και ξένες, που συνυπάρχουν στην ίδια πόλη. Το ποδόσφαιρο είναι η παγκοσμιοποίηση όπως την ονειρεύτηκαν οι ιδεαλιστές, όχι οι πολυεθνικές και τα χρηματιστήρια! Είναι, δηλαδή, η οικουμενική κοινότητα. Ακόμα και στο Διαδίκτυο η επικοινωνία γίνεται σε μια γλώσσα που έχει ένα ορισμένο εθνικό-πολιτισμικό στίγμα και δεν είναι η μητρική όλων των χρηστών. Στο ποδόσφαιρο όμως ομάδες από τις πιο διαφορετικές γωνιές του πλανήτη, απ΄ όλες τις φυλές και τις κουλτούρες, συναντιούνται και συναγωνίζονται σε μια γλώσσα εξίσου οικεία σε όλες, δηλαδή σύμφωνα με τους ίδιους κανόνες, που εφαρμόζονται σε γενικές γραμμές χωρίς διακρίσεις. Ποδοσφαιρικά, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ισραήλ είναι δύο μεσαίας δυναμικότητας εθνικές ομάδες, που κανένα στρατιωτικοβιομηχανικό κατεστημένο και κανένα λόμπι δεν μπορεί να τους εξασφαλίσει τη νίκη. Τα πολυεθνικά πλήθη στις εξέδρες και μπροστά στις τηλεοράσεις καταλαβαίνουν πολύ καλά τον κώδικα του ποδοσφαίρου και πάνω σ΄ αυτή την κοινή βάση αναπτύσσεται η συναισθηματική ανταπόκρισή τους στο παιχνίδι.
Σ΄ ένα σημείο δεν θα συμφωνήσω με τον Ηλία Καφάογλου, που έχει μελετήσει σε πλάτος και βάθος την κουλτούρα του ποδοσφαίρου και προπαντός τηνιώθει . Δεν μπορώ να συμμεριστώ τον θαυμασμό του για τον ποδοσφαιριστή-ταχυδακτυλουργό, τον δεινό ζογκλέρ, που ναρκισσεύεται με τη χορογραφία των κινήσεών του, που κάνει την ντρίμπλα αυτοσκοπό και προτιμά να εξευτελίσει τον ανήμπορο αντίπαλο, περνώντας τον δυο και τρεις φορές απανωτά, παρά να βάλει ή να ετοιμάσει το γκολ.
Η επίδειξη τεχνικής ανωτερότητας είναι σ΄ αυτή την περίπτωση εκδήλωση ηθικής κατωτερότητας. Για μένα, ένα βασικό στοιχείο της μυθιστορηματικής (το ξαναλέω) ομορφιάς του ποδοσφαίρου είναι η τεταμένη, όχι πάντα καρποφόρα, αλλά πάντως ειλικρινής σχέση ανάμεσα στις εμπνεύσεις της ατομικότητας και τις απαιτήσεις της συλλογικότητας. Γενικά, όσο και αν αγαπώ το ποδόσφαιρο, δεν μου αρέσει η μυθοποίηση του ποδοσφαιριστή. Θα έκανα μια εξαίρεση (συμφωνώντας τώρα με όσα γράφει ο Καφάογλου) για τον τερματοφύλακα, την πιο δραματική, αν όχι τραγική μορφή της ενδεκάδας, μοναχικό πρόσωπο, μέσα και συγχρόνως έξω από το παιχνίδι, μόνο του στους πανηγυρισμούς για τα γκολ της ομάδας του και ακόμα πιο μόνο όταν βλέπει την μπάλα στα δίχτυα του. Ο τερματοφύλακας είναι ο παίκτης που μαθαίνει ν΄ αποδέχεται αγόγγυστα την αποτυχία, να βλέπει την ήττα ως πεπρωμένο του, αφού προσπάθησε μάταια με όλες τις δυνάμεις του να την αποτρέψει. Τα άδεια γήπεδα: το συγκινητικότερο, ίσως το πιο αληθινό κομμάτι αυτού του βιβλίου. ΄Εχει απόλυτο δίκιο ο Καφάογλου όταν λέει ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο γεμάτο από ένα άδειο γήπεδο, τίποτα πιο θορυβώδες από κερκίδες χωρίς θεατές. Όταν το στάδιο αδειάζεικαι σβήνουν οι προβολείς, οι εντυπώσεις αρχίζουν να γίνονται διηγήσεις, παραμύθια, ο τόπος ανταριάζει από τους ψιθύρους των αναμνήσεων, ακόμα και των πιο μακρινών, αναμνήσεων από ποδοσφαιρικές συγκινήσεις ή από οποιουδήποτε είδους συγκινήσεις συνδέθηκαν στη ζωή μας με το ποδόσφαιρο. Και στο βάθος όλης αυτής της μέθης των αισθήσεων μπορεί ν΄ αργοσαλεύει κάποια μελαγχολία: το άδειο γήπεδο έπειτα από ένα ποδοσφαιρικό πανηγύρι είναι υπόμνηση της ζωής που καταλήγει σ΄ ένα κενό. ΄Ισως αυτό εννοούσε ο ποιητής Κώστας Παπαγεωργίου, όταν έλεγε ότι «το άδειο γήπεδο είναι ένας τάφος ανοιχτός».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου