ΤΟΤΕ ΗΤΑΝ Η ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ
Πώς η ποινικοποίηση της «αλλοίωσης χαρακτηριστικών» εκ μέρους των διαδηλωτών συνδέεται με τα μαύρα χρόνια της δωσιλογικής κυβέρνησης του Ιωάννη Ράλλη το '43
Στους δεκαπέντε μήνες της κυβέρνησης Παπανδρέου, ο νόμος αυτός έχει άλλωστε επιστρατευτεί εναντίον κάθε λογής αντιφρονούντων - από τους συλληφθέντες διαδηλωτές της πορείας του Πολυτεχνείου και των πανεργατικών συλλαλητηρίων μέχρι τους ακροδεξιούς «αυτόνομους εθνικιστές» που τον περασμένο Γενάρη οργάνωσαν ρατσιστική «αντιδιαδήλωση» στους Αμπελόκηπους. Το πιο πρόσφατο κρούσμα ενεργοποίησής του αφορούσε κατοίκους της Κερατέας που αντιστέκονται στην περιβαλλοντική καταστροφή της περιοχής τους από τον υπό ανέγερση ΧΥΤΑ.
Οπως θυμούνται όλοι, ένα από τα πιο δημοφιλή στερεότυπα της επικοινωνιακής καμπάνιας που οδήγησε στην ψήφιση του νόμου, ήταν η σύγκριση των διαδηλωτών που καλύπτουν τα πρόσωπά τους με τους κουκουλοφόρους καταδότες της Κατοχής.
Από τις στήλες του «Ιού» είχαμε, τότε, εξηγήσει αναλυτικά πόσο παραπλανητικός ήταν αυτός ο συσχετισμός εντελώς ανόμοιων πραγμάτων. Ταυτόχρονα, υπενθυμίζαμε πως τα μαντίλια ή τα κασκόλ στο πρόσωπο συνιστούν διαχρονικό τρόπο προφύλαξης των διαδηλωτών, στα μεταπολεμικά τουλάχιστον χρόνια, τόσο από τα χημικά όπλα της αστυνομίας όσο και από τις προσπάθειες «ταυτοποίησης» και ποινικής δίωξής τους («Ποιοι είναι οι κουκλουλοφόροι;», «Κ.Ε.» 1/3/2009).
Σήμερα αποκαλύπτουμε πως η ποινικοποίηση της «αλλοίωσης χαρακτηριστικών» εκ μέρους των διαδηλωτών συνδέεται, όντως, με τα μαύρα χρόνια της Κατοχής. Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο πρώτος «κουκουλονόμος» θεσπίστηκε το 1943 στη χώρα μας από τη δωσιλογική κυβέρνηση του Ιωάννη Ράλλη. Οχι φυσικά για την προστασία των καταδοτών συνεργατών του, αλλά για την καταστολή του αντιστασιακού κινήματος!
Ως γνωστόν, η κυβέρνηση Ράλλη ανέλαβε τα καθήκοντά της στις 7 Απριλίου 1943, έχοντας ως πρόγραμμα τη συστράτευση της εγχώριας εθνικοφροσύνης με τους ναζί που διεξήγαγαν «σκληρόν αγώνα κατά του επαπειλούντος τον πολιτισμόν φοβερού κομμουνιστικού κινδύνου». Αναδιοργάνωσε τα σώματα ασφαλείας σύμφωνα με τις εντολές των διοικητών των SS, συγκρότησε τα Τάγματα Ασφαλείας ως ντόπιους ένοπλους σχηματισμούς στην υπηρεσία της Βέρμαχτ κι «εκσυγχρόνισε» την ποινική νομοθεσία, θεσπίζοντας δέσμη ειδικών νόμων για την καταστολή του «εσωτερικού εχθρού». Ενα από τα πρώτα νομοθετικά μέτρα της ήταν και ο Ν. 62 της 7.5.1943, «περί συστάσεως εκτάκτων Στρατοδικείων Ασφαλείας» (ΦΕΚ 1943/Α/120) που μας ενδιαφέρει εδώ.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του νόμου, στην αρμοδιότητα των έκτακτων στρατοδικείων υπάγονταν όλα τα προγενέστερα νομοθετήματα «περί μέτρων προστασίας του Κοινωνικού Καθεστώτος», οι απεργίες των δημοσίων υπαλλήλων και «άπαντα τα αδικήματα τα στρεφόμενα κατά των μελών της Κυβερνήσεως ή κατά των Κρατικών οργάνων εν τη εκτελέσει των καθηκόντων των». Εκτός από τις προβλεπόμενες ποινές το δικαστήριο μπορούσε να επιβάλλει κατά βούληση ακόμη και τη θανατική, εφόσον εκτιμούσε ότι «συντρέχουσι ιδιαίτεραι επιβαρυντικαί περιπτώσεις».
Το άρθρο 3 αναγόρευσε σε ιδιαίτερα κακουργήματα -τιμωρούμενα με θάνατο- τις καταλήψεις δημόσιων κτιρίων και τις επιθέσεις κατά αστυνομικών, εφόσον πραγματοποιούνταν από διαδηλωτές «επιδιώκοντες αναρχικούς ή κομμουνιστικούς σκοπούς». Οριζε, μάλιστα, ως ιδιαίτερη επιβαρυντική περίπτωση τη διάπραξη αυτών των αδικημάτων από «προσωπιδοφόρους» -προγόνους, με άλλα λόγια, των σημερινών «κουκουλοφόρων»! Το πλήρες κείμενο έχει ως εξής:
«1. Οταν πολλοί ηνωμένοι επιδιώκοντες αναρχικούς ή κομμουνιστικούς σκοπούς ή την επιβολήν αναρχικών ή κομμουνιστικών συστημάτων, εισβάλουσι παρανόμως εις δημόσια κτίρια ή εις ξένας οικίας, κατοικίας ή άλλα ακίνητα διαρπάζοντες, πυρπολούντες ή άλλως καταστρέφοντες ξένην κινητήν ή ακίνητον περιουσίαν ή δημόσια έγγραφα ή απειλούντες την ζωήν ή σωματικήν ακαιρεότητα των ενοίκων, ή επιτιθέμενοι ή ανθιστάμενοι κατά των φρουρούντων δημοσίων οργάνων ή υπηρετών, τιμωρούνται με θάνατον.
2. Ως ιδιαιτέρα επιβαρυντική περίπτωσις θεωρείται αν οι ένοχοι έφερον όπλα, στρατιωτικάς ή αστυνομικάς στολάς ή αν ενήργησαν νύκτα ή έφερον προσωπίδας».
Προσπερνώντας κάποιες διατυπώσεις που θυμίζουν έντονα την τρομολαγνία του σύγχρονου αστυνομικού λόγου, ας σταθούμε στις επιμέρους ρυθμίσεις και όσα αυτές αποκαλύπτουν.
Η «επιδίωξη αναρχικών ή κομμουνιστικών σκοπών», οι καταλήψεις δημόσιων κτιρίων κ.λπ. αφορούν φυσικά το αντιστασιακό κίνημα του ΕΑΜ, που τους προηγούμενους μήνες είχε καθοδηγήσει μια σειρά μαζικές απεργίες και δυναμικές διαδηλώσεις στην πρωτεύουσα. Η δράση τμημάτων του ΕΛΑΣ της Αθήνας ντυμένων με αστυνομικές ή στρατιωτικές στολές, για λόγους παραπλάνησης των κατακτητών, είναι επίσης μια πρακτική που καταγράφεται σε διάφορες μαρτυρίες.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά στη χρήση «προσωπίδων» στις διαδηλώσεις, τις καταλήψεις και τις συγκρούσεις με την αστυνομία. Καθώς κάθε νέα ποινική ρύθμιση αποσκοπεί στον κολασμό πρακτικών που ήδη υιοθετούνται σε μικρή ή μεγάλη κλίμακα, συμπεραίνουμε ότι αρκετοί αγωνιστές που πήραν μέρος στις δυναμικές κινητοποιήσεις του θερμού χειμώνα του 1942-43 φρόντιζαν να κρύβουν τα πρόσωπά τους όταν βρισκόταν αντιμέτωποι με τους φύλακες της (ναζιστικής) τάξης. Οι λιγοστές φωτογραφίες που διαθέτουμε απ' αυτές τις κινητοποιήσεις, τραβηγμένες από πολύ μακριά και σε συνθήκες παρανομίας, δεν καταγράφουν φυσικά τέτοιες λεπτομέρειες. Είναι όμως σίγουρο πως ο Ιωάννης Ράλλης ήξερε καλά για ποιο πράγμα νομοθετούσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου