www.ethnos.gr
Διάσημη για τον αρχαίο πολιτισμό της, η χώρα του Νείλου, στην οποία συρρέουν κάθε χρόνο εκατομμύρια τουρίστες για να θαυμάσουν, μεταξύ άλλων, τις Πυραμίδες της Γκίζας και τη Σφίγγα, διανύει την κρισιμότερη ίσως στιγμή της σύγχρονης ιστορίας της.
Ποια είναι όμως η χώρα που έχει κόψει την ανάσα σε ολόκληρη τη διεθνή κοινή γνώμη τις τελευταίες δύο εβδομάδες; Πώς από προνομιούχος συνομιλητής και εμπορικός εταίρος της Δύσης, η ηγεσία του καθεστώτος κατάφερε να προκαλέσει την αυστηρή αντίδραση του Λευκού Οίκου που ζήτησε, εμμέσως πλην σαφώς, από τον Χόσνι Μουμπάρακ «να φύγει τώρα»;
Ποια είναι όμως η χώρα που έχει κόψει την ανάσα σε ολόκληρη τη διεθνή κοινή γνώμη τις τελευταίες δύο εβδομάδες; Πώς από προνομιούχος συνομιλητής και εμπορικός εταίρος της Δύσης, η ηγεσία του καθεστώτος κατάφερε να προκαλέσει την αυστηρή αντίδραση του Λευκού Οίκου που ζήτησε, εμμέσως πλην σαφώς, από τον Χόσνι Μουμπάρακ «να φύγει τώρα»;
Η χώρα του Νείλου με τις μεγάλες αντιθέσεις
Από τον Ιούνιο του 1953 όταν ανετράπη η Μοναρχία και ανακηρύχθηκε η Αιγυπτιακή Δημοκρατία, η πολυπληθέστερη χώρα της Μέσης Ανατολής βρέθηκε στο επίκεντρο μιας σειράς διεθνών κρίσεων και πρωταγωνίστησε σε πολεμικές συρράξεις που διαμόρφωσαν τον σημερινό γεωστρατηγικό χάρτη της περιοχής. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που ένας Αιγύπτιος πρόεδρος αμφισβητείται με τέτοιον τρόπο και σε τόσο έντονο βαθμό από τον ίδιο τον λαό του.
Στην πραγματικότητα, υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές, πρόκειται για μια «αντίστροφη μέτρηση» που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλές δεκαετίες και την οποία «διέκοπταν» οι διεθνείς εξελίξεις αλλά και το ταλέντο των εκάστοτε ηγετών της, οι οποίοι απευθύνονταν στο εθνικιστικό αίσθημα των Αιγυπτίων αναδεικνύοντας την περιφερειακή ισχύ της χώρας σε διακύβευμα μείζονος σημασίας.
Ωστόσο, μετά τη «χρυσή εποχή» του Γκαμάλ Αμπντελ Νάσερ, ο οποίος έβαλε την Αίγυπτο στον παγκόσμιο «οικονομικό χάρτη» με την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ το 1956 και την περίοδο κυριαρχίας του Ανουάρ Σαντάτ που κατάφερε, έστω και με αντάλλαγμα τη συνθηκολόγηση με το Ισραήλ, να πάρει πίσω τη χερσόνησο του Σινάι, την οποία η Αίγυπτος είχε χάσει στον πόλεμο των Εξι Ημερών το 1967, το πολιτικό γόητρο της χώρας άρχισε να εξασθενεί. Επί ημερών του Χόσνι Μουμπάρακ, και κυρίως κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η καταστολή -η οποία προϋπήρχε και στα προηγούμενα καθεστώτα- συνοδεύτηκε και από μια ραγδαία μείωση του βιοτικού επιπέδου των Αιγυπτίων.
Παρά το γεγονός ότι η Αίγυπτος παραμένει ακόμη και σήμερα κεντρικός παίκτης στις εξελίξεις της Μέσης Ανατολής και ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους της Δύσης στην περιοχή, δεν υπάρχουν χειροπιαστά αποτελέσματα για τους ίδιους τους Αιγυπτίους που βλέπουν τους ξένους επενδυτές και την πολιτικο-κοινωνική ελίτ να πλουτίζουν.
Σαν να μην έφτανε αυτό, οι τελευταίες εξελίξεις στο Παλαιστινιακό και η στάση του Καΐρου έναντι του Ισραήλ τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα το 2009 όσο και σε ό,τι αφορά την απομόνωση της Χαμάς, κρίθηκε από την πλειονότητα των 80 εκατ. Αιγυπτίων ως «ντροπιαστική». Η κοινωνική έκρηξη, σύμφωνα με όσους παρακολουθούν στενά την αιγυπτιακή καθημερινότητα, ήταν απλά «θέμα χρόνου».
Πληθυσμός 80 εκατ. κατοίκων
Μουσουλμάνοι το 80% και 16 εκατ. χριστιανοί κόπτες
Με 80 εκατομμύρια κατοίκους, η Αίγυπτος είναι η πολυπληθέστερη χώρα της Μέσης Ανατολής και η τρίτη της αφρικανικής ηπείρου. Σε αυτόν τον πληθυσμό θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τους εκατομμύρια πρόσφυγες (από το Σουδάν, την Παλαιστίνη και το Ιράκ) που συρρέουν στη χώρα εξαιτίας της φτώχειας και των πολέμων στην ευρύτερη περιοχή.
Οι Αιγύπτιοι αποτελούν τη σημαντικότερη εθνοτική ομάδα και υπολογίζεται πως αγγίζουν το 91% του πληθυσμού. Οι υπόλοιπες εθνοτικές μειονότητες περιλαμβάνουν Ελληνες, Τούρκους, Βεδουίνους, Βερβέρους και Νουβίους.
Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, οι μουσουλμάνοι υπολογίζονται μεταξύ 80% και 90% του πληθυσμού, εκ των οποίων η μεγάλη πλειονότητα είναι σουνίτες. Η αμέσως επόμενη σημαντικότερη θρησκευτική ομάδα είναι οι χριστιανοί κόπτες, οι οποίοι εκτιμάται ότι αγγίζουν τα 16 εκατ.
Η ένταση ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς στην Αίγυπτο αποτελεί περιοδικό φαινόμενο και καταλήγει συχνά σε βίαια επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες. Σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο οι χριστιανοί της Αιγύπτου όσο και άλλες μικρότερες θρησκευτικές ομάδες όπως οι Εβραίοι, οι «Μπαχάι» και η μουσουλμανική σέχτα Αχμαντίγια -οι οποίοι όλοι μαζί στο σύνολό τους δεν μετράνε πάνω από 10.000 ανθρώπους- αντιμετωπίζουν καθημερινές διακρίσεις και περιθωριοποίηση.
Τα οικονομικά μεγέθη
«Κλειδί» το Σουέζ, πετρέλαιο και τουρισμός
Επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας της Αιγύπτου είναι το Δέλτα του Νείλου, ενώ η γεωγραφική της θέση και η διώρυγα του Σουέζ την έχει μετατρέψει σε κρίσιμης σημασίας «πέρασμα» με όποια οφέλη αυτό συνεπάγεται.
Τα τελευταία 30 χρόνια, η κυβέρνηση εγκατέλειψε το «συγκεντρωτικό» οικονομικό μοντέλο του Νάσερ και προχώρησε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων που συνοδεύτηκαν από «ευνοϊκές ρυθμίσεις» εκ μέρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τη μαζική διαγραφή χρεών ως «ανταπόδοση» για τη συνδρομή της χώρας στον Πόλεμο του Κόλπου. Επιπλέον, η Αίγυπτος λαμβάνει κατά μέσο όρο 2,2 δισ. δολάρια βοήθειας από τις ΗΠΑ ετησίως.
Η πλέον ανεπτυγμένη και σταθερή οικονομία της Μέσης Ανατολής, με ρυθμούς ανάπτυξης που κυμαίνονται στα 4% με 5% ετησίως, είδε τα τελευταία χρόνια να αυξάνονται ραγδαία οι ξένες επενδύσεις χωρίς ωστόσο η εξέλιξη αυτή να έχει αντίκρισμα στον πληθυσμό.
Αντιθέτως, σήμερα το 40,5% των Αιγυπτίων ζουν σε συνθήκες που κυμαίνονται από την «ακραία φτώχεια» και φτάνουν μέχρι «το κατώφλι της φτώχειας».
Με τις εξαγωγές πετρελαίου να μειώνονται σταδιακά από το 1993 αλλά να συνεχίζουν να παίζουν ρόλο-κλειδί, ο τουριστικός τομέας και τα έσοδα από την κυκλοφορία στη διώρυγα του Σουέζ αποτελούν το αμέσως επόμενο σημαντικότερο τμήμα των εσόδων της χώρας. Ωστόσο, η ανακάλυψη τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και τα αποθέματα χρυσού αναμένεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στο μέλλον.
Επιπλέον, ο αγροτικός τομέας -με κύριο χαρακτηριστικό την παραγωγή σίτου και βάμβακα- συνεχίζει να απασχολεί το 34% του εργατικού δυναμικού και να συνεισφέρει το 17% του ετήσιου ΑΕΠ. Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση και την εκτόξευση των τιμών στα τρόφιμα το 2008, ο πληθωρισμός αναδείχτηκε σε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της οικονομίας.
Μετά την πτώση της μοναρχίας
Οι Ενοπλες Δυνάμεις ο ισχυρότερος θεσμός της χώρας
Μετά την πτώση της μοναρχίας το 1952, οι Ενοπλες Δυνάμεις μετατράπηκαν -και παραμένουν έως σήμερα- στον ισχυρότερο θεσμό της χώρας. Με 450.000 ενεργό δυναμικό, ο αιγυπτιακός στρατός είναι ο ισχυρότερος της περιοχής ενώ λαμβάνει σε ετήσια βάση από τις ΗΠΑ βοήθεια ύψους 1,3 δισ. δολαρίων!
Οπως αναφέρεται σε πολλές αναλύσεις, οι Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας του Νείλου διαχειρίζονται δεκάδες εργοστάσια στα οποία κατασκευάζονται όπλα αλλά και καταναλωτικά αγαθά, ενώ η οικονομική τους δραστηριότητα δεν υπόκειται σε νόμους που ισχύουν για άλλους βιομηχανικούς τομείς.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο Στρατός ανέκτησε το χαμένο του γόητρο κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1973, ωστόσο η απουσία άμεσης εξωτερικής απειλής μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ το 1979 συνέβαλε στην υποβάθμιση του ρόλου του στα μάτια των πολιτών.
Ωστόσο, όπως αποδείχτηκε σε ορισμένες περιπτώσεις «έκτακτης ανάγκης» -για παράδειγμα οι βίαιες ταραχές του 1977 και το 1986, ο Στρατός φαίνεται πως έχει αναλάβει τη διατήρηση της εσωτερικής σταθερότητας χωρίς όμως να έχει προσπαθήσει να αναλάβει την εξουσία.
Οπως επισημαίνεται δε σε ορισμένες αναλύσεις, η προαναφερθείσα επιχειρηματική δραστηριότητα του Στρατού -η οποία περιλαμβάνει από την παραγωγή ελαιόλαδου και τσιμέντου μέχρι κατασκευαστικές εταιρείες και ξενοδοχειακές μονάδες- αποτελεί ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων για τη διασφάλιση της εγχώριας σταθερότητας.
Πρόσφατα, οι Ενοπλες Δυνάμεις της Αιγύπτου υπέστησαν ένα «εντατικό λίφτινγκ», και σύμφωνα με το Ισραήλ απέκτηξαν κατασκοπευτικό δορυφόρο.
Από τον Ιούνιο του 1953 όταν ανετράπη η Μοναρχία και ανακηρύχθηκε η Αιγυπτιακή Δημοκρατία, η πολυπληθέστερη χώρα της Μέσης Ανατολής βρέθηκε στο επίκεντρο μιας σειράς διεθνών κρίσεων και πρωταγωνίστησε σε πολεμικές συρράξεις που διαμόρφωσαν τον σημερινό γεωστρατηγικό χάρτη της περιοχής. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που ένας Αιγύπτιος πρόεδρος αμφισβητείται με τέτοιον τρόπο και σε τόσο έντονο βαθμό από τον ίδιο τον λαό του.
Στην πραγματικότητα, υποστηρίζουν ορισμένοι αναλυτές, πρόκειται για μια «αντίστροφη μέτρηση» που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλές δεκαετίες και την οποία «διέκοπταν» οι διεθνείς εξελίξεις αλλά και το ταλέντο των εκάστοτε ηγετών της, οι οποίοι απευθύνονταν στο εθνικιστικό αίσθημα των Αιγυπτίων αναδεικνύοντας την περιφερειακή ισχύ της χώρας σε διακύβευμα μείζονος σημασίας.
Ωστόσο, μετά τη «χρυσή εποχή» του Γκαμάλ Αμπντελ Νάσερ, ο οποίος έβαλε την Αίγυπτο στον παγκόσμιο «οικονομικό χάρτη» με την εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ το 1956 και την περίοδο κυριαρχίας του Ανουάρ Σαντάτ που κατάφερε, έστω και με αντάλλαγμα τη συνθηκολόγηση με το Ισραήλ, να πάρει πίσω τη χερσόνησο του Σινάι, την οποία η Αίγυπτος είχε χάσει στον πόλεμο των Εξι Ημερών το 1967, το πολιτικό γόητρο της χώρας άρχισε να εξασθενεί. Επί ημερών του Χόσνι Μουμπάρακ, και κυρίως κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, η καταστολή -η οποία προϋπήρχε και στα προηγούμενα καθεστώτα- συνοδεύτηκε και από μια ραγδαία μείωση του βιοτικού επιπέδου των Αιγυπτίων.
Παρά το γεγονός ότι η Αίγυπτος παραμένει ακόμη και σήμερα κεντρικός παίκτης στις εξελίξεις της Μέσης Ανατολής και ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους της Δύσης στην περιοχή, δεν υπάρχουν χειροπιαστά αποτελέσματα για τους ίδιους τους Αιγυπτίους που βλέπουν τους ξένους επενδυτές και την πολιτικο-κοινωνική ελίτ να πλουτίζουν.
Σαν να μην έφτανε αυτό, οι τελευταίες εξελίξεις στο Παλαιστινιακό και η στάση του Καΐρου έναντι του Ισραήλ τόσο κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γάζα το 2009 όσο και σε ό,τι αφορά την απομόνωση της Χαμάς, κρίθηκε από την πλειονότητα των 80 εκατ. Αιγυπτίων ως «ντροπιαστική». Η κοινωνική έκρηξη, σύμφωνα με όσους παρακολουθούν στενά την αιγυπτιακή καθημερινότητα, ήταν απλά «θέμα χρόνου».
Πληθυσμός 80 εκατ. κατοίκων
Μουσουλμάνοι το 80% και 16 εκατ. χριστιανοί κόπτες
Με 80 εκατομμύρια κατοίκους, η Αίγυπτος είναι η πολυπληθέστερη χώρα της Μέσης Ανατολής και η τρίτη της αφρικανικής ηπείρου. Σε αυτόν τον πληθυσμό θα πρέπει να προσθέσει κανείς και τους εκατομμύρια πρόσφυγες (από το Σουδάν, την Παλαιστίνη και το Ιράκ) που συρρέουν στη χώρα εξαιτίας της φτώχειας και των πολέμων στην ευρύτερη περιοχή.
Οι Αιγύπτιοι αποτελούν τη σημαντικότερη εθνοτική ομάδα και υπολογίζεται πως αγγίζουν το 91% του πληθυσμού. Οι υπόλοιπες εθνοτικές μειονότητες περιλαμβάνουν Ελληνες, Τούρκους, Βεδουίνους, Βερβέρους και Νουβίους.
Παρά το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, οι μουσουλμάνοι υπολογίζονται μεταξύ 80% και 90% του πληθυσμού, εκ των οποίων η μεγάλη πλειονότητα είναι σουνίτες. Η αμέσως επόμενη σημαντικότερη θρησκευτική ομάδα είναι οι χριστιανοί κόπτες, οι οποίοι εκτιμάται ότι αγγίζουν τα 16 εκατ.
Η ένταση ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς στην Αίγυπτο αποτελεί περιοδικό φαινόμενο και καταλήγει συχνά σε βίαια επεισόδια με νεκρούς και τραυματίες. Σύμφωνα με οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τόσο οι χριστιανοί της Αιγύπτου όσο και άλλες μικρότερες θρησκευτικές ομάδες όπως οι Εβραίοι, οι «Μπαχάι» και η μουσουλμανική σέχτα Αχμαντίγια -οι οποίοι όλοι μαζί στο σύνολό τους δεν μετράνε πάνω από 10.000 ανθρώπους- αντιμετωπίζουν καθημερινές διακρίσεις και περιθωριοποίηση.
Τα οικονομικά μεγέθη
«Κλειδί» το Σουέζ, πετρέλαιο και τουρισμός
Επίκεντρο της οικονομικής δραστηριότητας της Αιγύπτου είναι το Δέλτα του Νείλου, ενώ η γεωγραφική της θέση και η διώρυγα του Σουέζ την έχει μετατρέψει σε κρίσιμης σημασίας «πέρασμα» με όποια οφέλη αυτό συνεπάγεται.
Τα τελευταία 30 χρόνια, η κυβέρνηση εγκατέλειψε το «συγκεντρωτικό» οικονομικό μοντέλο του Νάσερ και προχώρησε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων που συνοδεύτηκαν από «ευνοϊκές ρυθμίσεις» εκ μέρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και τη μαζική διαγραφή χρεών ως «ανταπόδοση» για τη συνδρομή της χώρας στον Πόλεμο του Κόλπου. Επιπλέον, η Αίγυπτος λαμβάνει κατά μέσο όρο 2,2 δισ. δολάρια βοήθειας από τις ΗΠΑ ετησίως.
Η πλέον ανεπτυγμένη και σταθερή οικονομία της Μέσης Ανατολής, με ρυθμούς ανάπτυξης που κυμαίνονται στα 4% με 5% ετησίως, είδε τα τελευταία χρόνια να αυξάνονται ραγδαία οι ξένες επενδύσεις χωρίς ωστόσο η εξέλιξη αυτή να έχει αντίκρισμα στον πληθυσμό.
Αντιθέτως, σήμερα το 40,5% των Αιγυπτίων ζουν σε συνθήκες που κυμαίνονται από την «ακραία φτώχεια» και φτάνουν μέχρι «το κατώφλι της φτώχειας».
Με τις εξαγωγές πετρελαίου να μειώνονται σταδιακά από το 1993 αλλά να συνεχίζουν να παίζουν ρόλο-κλειδί, ο τουριστικός τομέας και τα έσοδα από την κυκλοφορία στη διώρυγα του Σουέζ αποτελούν το αμέσως επόμενο σημαντικότερο τμήμα των εσόδων της χώρας. Ωστόσο, η ανακάλυψη τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και τα αποθέματα χρυσού αναμένεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στο μέλλον.
Επιπλέον, ο αγροτικός τομέας -με κύριο χαρακτηριστικό την παραγωγή σίτου και βάμβακα- συνεχίζει να απασχολεί το 34% του εργατικού δυναμικού και να συνεισφέρει το 17% του ετήσιου ΑΕΠ. Μετά την παγκόσμια οικονομική κρίση και την εκτόξευση των τιμών στα τρόφιμα το 2008, ο πληθωρισμός αναδείχτηκε σε ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της οικονομίας.
Μετά την πτώση της μοναρχίας
Οι Ενοπλες Δυνάμεις ο ισχυρότερος θεσμός της χώρας
Μετά την πτώση της μοναρχίας το 1952, οι Ενοπλες Δυνάμεις μετατράπηκαν -και παραμένουν έως σήμερα- στον ισχυρότερο θεσμό της χώρας. Με 450.000 ενεργό δυναμικό, ο αιγυπτιακός στρατός είναι ο ισχυρότερος της περιοχής ενώ λαμβάνει σε ετήσια βάση από τις ΗΠΑ βοήθεια ύψους 1,3 δισ. δολαρίων!
Οπως αναφέρεται σε πολλές αναλύσεις, οι Ενοπλες Δυνάμεις της χώρας του Νείλου διαχειρίζονται δεκάδες εργοστάσια στα οποία κατασκευάζονται όπλα αλλά και καταναλωτικά αγαθά, ενώ η οικονομική τους δραστηριότητα δεν υπόκειται σε νόμους που ισχύουν για άλλους βιομηχανικούς τομείς.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο Στρατός ανέκτησε το χαμένο του γόητρο κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1973, ωστόσο η απουσία άμεσης εξωτερικής απειλής μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ το 1979 συνέβαλε στην υποβάθμιση του ρόλου του στα μάτια των πολιτών.
Ωστόσο, όπως αποδείχτηκε σε ορισμένες περιπτώσεις «έκτακτης ανάγκης» -για παράδειγμα οι βίαιες ταραχές του 1977 και το 1986, ο Στρατός φαίνεται πως έχει αναλάβει τη διατήρηση της εσωτερικής σταθερότητας χωρίς όμως να έχει προσπαθήσει να αναλάβει την εξουσία.
Οπως επισημαίνεται δε σε ορισμένες αναλύσεις, η προαναφερθείσα επιχειρηματική δραστηριότητα του Στρατού -η οποία περιλαμβάνει από την παραγωγή ελαιόλαδου και τσιμέντου μέχρι κατασκευαστικές εταιρείες και ξενοδοχειακές μονάδες- αποτελεί ένα ακόμη εργαλείο στα χέρια της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων για τη διασφάλιση της εγχώριας σταθερότητας.
Πρόσφατα, οι Ενοπλες Δυνάμεις της Αιγύπτου υπέστησαν ένα «εντατικό λίφτινγκ», και σύμφωνα με το Ισραήλ απέκτηξαν κατασκοπευτικό δορυφόρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου