www.tanea.gr
Ο Βρετανός Τιµ Χέδερινγκτον και ο Ελληνοαµερικανός Στιβ Χόντρος είναι οι τελευταίοι από τους 2.000
δηµοσιογράφους και φωτορεπόρτερ που έχουν χάσει τη ζωή τους καλύπτοντας πολέµους
«Εάν οι φωτογραφίες σου δεν είναι αρκετά καλές, τότε δεν είσαι αρκετά κοντά». Ο σηµαντικότερος πολεµικός φωτορεπόρτερ όλων των εποχών, ο Ρόµπερτ Κάπα, ήξερε τι έλεγε. Και αυτό το γνώριζαν πολύ καλά τόσο ο Τιµ Χέδερινγκτον όσο και ο Κρις Χόντρος, οι δύο φωτογράφοι που σκοτώθηκαν την περασµένη εβδοµάδα στη Μισράτα της Λιβύης από πυρά των κυβερνητικών δυνάµεων, ενώ ακολουθούσαν µια οµάδα ανταρτών. Τραγική ειρωνεία: πολλές φωτογραφίες από τις συγκρούσεις στη Λιβύη του Ελληνοαµερικανού Χόντρος, που εργαζόταν για λογαριασµό του πρακτορείου Getty Images, έφθασαν στα γραφεία των µεγάλων εφηµερίδων λίγο πριν γίνει γνωστή η είδηση του θανάτου των δύο πολυβραβευµένων φωτορεπόρτερ.
«Σε έναν κόσµο όπου τα ΜΜΕ ελέγχονται τόσο στενά από τη βιοµηχανία των δηµοσίων σχέσεων, ο πόλεµος παραµένει το τελευταίο σύνορο της τραχιάς πραγµατικότητας», γράφει ο επικεφαλής του φωτογραφικού τµήµατος της εφηµερίδας «The Guardian» Ρότζερ Τουθ. Για τους φωτορεπόρτερ ο πόλεµος αποτελεί την υπέρτατη πρόκληση, ακόµα και αν αυτό σηµαίνει ότι θα αντιµετωπίσουν κινδύνους στους οποίους συνήθως εκτίθενται µόνο στρατιώτες. Οι ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες όµως είναι κάτι συνηθισµένο γι’ αυτή τη µικρή οµάδα «επαγγελµατιών της αδρεναλίνης», όπως τους αρέσει να αυτοαποκαλούνται: οι δηµοσιογράφοι µπορούν να περιγράψουν από πληροφορίες µια κατάσταση ακόµα και αν βρίσκονται σε µεγάλη απόσταση. Οι φωτορεπόρτερ ακόµα και αν βρίσκονται µισό χιλιόµετρο πιο πέρα, είναι πολύ µακριά από το γεγονός που χρειάζεται να αποτυπώσουν.
Ο 40χρονος Χέδερινγκτον είχε ξεκινήσει την καριέρα του δουλεύοντας στο περιοδικό των αστέγων του Λονδίνου «Big Issue» και είχε γίνει γνωστός διότι τον ενδιέφερε όχι τόσο η στρατιωτική δράση, όσο ο τρόπος µε τον οποίο ο πόλεµος επηρεάζει και διαλύει τις ζωές των ανθρώπων που τον ζουν. Τα τελευταία χρόνια είχε ταξιδέψει σε πολλές εστίες πολέµου για λογαριασµό του αµερικανικού περιοδικού «Vanity Fair» και είχε καταγράψει στο ντοκιµαντέρ «Ρεστρέπο», που προτάθηκε για Οσκαρ, τις εµπειρίες του στο Αφγανιστάν. Ο 41χρονος Κρις (Χριστόφορος) Χόντρος, που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη από έλληνα πατέρα µετανάστη (από το Καρπενήσι), είχε γυρίσει όλον τον κόσµο σε «καυτές περιοχές»: Αφγανιστάν, Αγκόλα, Σιέρα Λεόνε, Λιβερία, Νιγηρία, Πακιστάν, Κασµίρ, Κόσοβο, Αλβανία, Ιράκ, Ισραήλ, ∆υτική Οχθη. «Πώς αντέχεις να ζεις µονίµως πλάι στη φρίκη και την αποτυπώνεις;» είχε ερωτηθεί σε συνέντευξη, σε αυτή εδώ την εφηµερίδα πριν από µερικά χρόνια. «Είµαι όπως οι γιατροί στα επείγοντα περιστατικά», είχε απαντήσει, «όπως οι πυροσβέστες, οι αστυνοµικοί: ενυπάρχει στην ίδια τη φύση της δουλειάς που κάνουµε η αντιµετώπιση δυσάρεστων και στενόχωρων καταστάσεων. Πρέπει να το κάνεις, για να µπορέσεις να κάνεις τη δουλειά σου, αλλιώς δεν είσαι σωστός σε αυτό που είναι καθήκον και επιλογή σου να κάνεις». Οι δύο φωτορεπόρτερ ακο λουθούσαν µια οµάδα ανταρτών που ανέβαιναν τις σκοτεινές σκάλες ενός κτιρίου όπου υπήρχαν κυβερνητικοί στρατιώτες – κάποια στιγµή µια χειροβοµβίδα κύλησε από τις σκάλες προς τη µεριά τους. Λίγο µετά επικράτησε ησυχία στον δρόµο. Αποφάσισαν να φύγουν και τότε δύο οβίδες έσκασαν δίπλα τους.
Στον πόλεµο ένας άνδρας – και συνήθως είναι άνδρας – µε µια κάµερα διατρέχει τον ίδιο κίνδυνο µε έναν στρατιώτη, µόνο που δεν έχει όπλο να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Γιατί το κάνουν λοιπόν; Ορισµένοι πιστεύουν ότι οι πολεµικοί ανταποκριτές και οι φωτορεπόρτερ που εργάζονται σε περιοχές µε συγκρούσεις συνηθίζουν την ένταση του φόβου, όπως η περίφηµη οµάδα των νοτιοαφρικανών φωτογράφων «Μπανγκ Μπανγκ», των οποίων η αυτοκαταστροφική υπερβολή και η αδιαφορία για κάθε κανόνα προστασίας έγιναν πρόσφατα ταινία.
Βέβαια, το τίµηµα της ακατέργαστης µεταφοράς εικόνων και συναισθηµάτων σε πολεµικές συνθήκες είναι πολύ υψηλό. Τα τελευταία 20 χρόνια περισσότεροι από 2.000 δηµοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ έχουν χάσει τη ζωή τους καλύπτοντας πολέµους. Κι όµως οι συνάδελφοί τους δεν σταµατούν να επιστρέφουν ξανά και ξανά εκεί όπου η ζωή τους παίζεται κορόνα-γράµµατα για µία εικόνα. Οπως έλεγε ο Χέδερινγκτον: «Ο πόλεµος είναι κάτι πολύ µύχιο. Αυτά που βγάζει ο πόλεµος σε ένα άτοµο είναι πολύ προσωπικά συναισθήµατα – αγάπη, θάνατος, φιλία. Και αυτά είναι συναισθήµατα που δεν βλέπουµε συχνά σε τόσο πρωτόγονη µορφή».
Ο Βρετανός Τιµ Χέδερινγκτον και ο Ελληνοαµερικανός Στιβ Χόντρος είναι οι τελευταίοι από τους 2.000
δηµοσιογράφους και φωτορεπόρτερ που έχουν χάσει τη ζωή τους καλύπτοντας πολέµους
«Εάν οι φωτογραφίες σου δεν είναι αρκετά καλές, τότε δεν είσαι αρκετά κοντά». Ο σηµαντικότερος πολεµικός φωτορεπόρτερ όλων των εποχών, ο Ρόµπερτ Κάπα, ήξερε τι έλεγε. Και αυτό το γνώριζαν πολύ καλά τόσο ο Τιµ Χέδερινγκτον όσο και ο Κρις Χόντρος, οι δύο φωτογράφοι που σκοτώθηκαν την περασµένη εβδοµάδα στη Μισράτα της Λιβύης από πυρά των κυβερνητικών δυνάµεων, ενώ ακολουθούσαν µια οµάδα ανταρτών. Τραγική ειρωνεία: πολλές φωτογραφίες από τις συγκρούσεις στη Λιβύη του Ελληνοαµερικανού Χόντρος, που εργαζόταν για λογαριασµό του πρακτορείου Getty Images, έφθασαν στα γραφεία των µεγάλων εφηµερίδων λίγο πριν γίνει γνωστή η είδηση του θανάτου των δύο πολυβραβευµένων φωτορεπόρτερ.
«Σε έναν κόσµο όπου τα ΜΜΕ ελέγχονται τόσο στενά από τη βιοµηχανία των δηµοσίων σχέσεων, ο πόλεµος παραµένει το τελευταίο σύνορο της τραχιάς πραγµατικότητας», γράφει ο επικεφαλής του φωτογραφικού τµήµατος της εφηµερίδας «The Guardian» Ρότζερ Τουθ. Για τους φωτορεπόρτερ ο πόλεµος αποτελεί την υπέρτατη πρόκληση, ακόµα και αν αυτό σηµαίνει ότι θα αντιµετωπίσουν κινδύνους στους οποίους συνήθως εκτίθενται µόνο στρατιώτες. Οι ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες όµως είναι κάτι συνηθισµένο γι’ αυτή τη µικρή οµάδα «επαγγελµατιών της αδρεναλίνης», όπως τους αρέσει να αυτοαποκαλούνται: οι δηµοσιογράφοι µπορούν να περιγράψουν από πληροφορίες µια κατάσταση ακόµα και αν βρίσκονται σε µεγάλη απόσταση. Οι φωτορεπόρτερ ακόµα και αν βρίσκονται µισό χιλιόµετρο πιο πέρα, είναι πολύ µακριά από το γεγονός που χρειάζεται να αποτυπώσουν.
Ο 40χρονος Χέδερινγκτον είχε ξεκινήσει την καριέρα του δουλεύοντας στο περιοδικό των αστέγων του Λονδίνου «Big Issue» και είχε γίνει γνωστός διότι τον ενδιέφερε όχι τόσο η στρατιωτική δράση, όσο ο τρόπος µε τον οποίο ο πόλεµος επηρεάζει και διαλύει τις ζωές των ανθρώπων που τον ζουν. Τα τελευταία χρόνια είχε ταξιδέψει σε πολλές εστίες πολέµου για λογαριασµό του αµερικανικού περιοδικού «Vanity Fair» και είχε καταγράψει στο ντοκιµαντέρ «Ρεστρέπο», που προτάθηκε για Οσκαρ, τις εµπειρίες του στο Αφγανιστάν. Ο 41χρονος Κρις (Χριστόφορος) Χόντρος, που γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη από έλληνα πατέρα µετανάστη (από το Καρπενήσι), είχε γυρίσει όλον τον κόσµο σε «καυτές περιοχές»: Αφγανιστάν, Αγκόλα, Σιέρα Λεόνε, Λιβερία, Νιγηρία, Πακιστάν, Κασµίρ, Κόσοβο, Αλβανία, Ιράκ, Ισραήλ, ∆υτική Οχθη. «Πώς αντέχεις να ζεις µονίµως πλάι στη φρίκη και την αποτυπώνεις;» είχε ερωτηθεί σε συνέντευξη, σε αυτή εδώ την εφηµερίδα πριν από µερικά χρόνια. «Είµαι όπως οι γιατροί στα επείγοντα περιστατικά», είχε απαντήσει, «όπως οι πυροσβέστες, οι αστυνοµικοί: ενυπάρχει στην ίδια τη φύση της δουλειάς που κάνουµε η αντιµετώπιση δυσάρεστων και στενόχωρων καταστάσεων. Πρέπει να το κάνεις, για να µπορέσεις να κάνεις τη δουλειά σου, αλλιώς δεν είσαι σωστός σε αυτό που είναι καθήκον και επιλογή σου να κάνεις». Οι δύο φωτορεπόρτερ ακο λουθούσαν µια οµάδα ανταρτών που ανέβαιναν τις σκοτεινές σκάλες ενός κτιρίου όπου υπήρχαν κυβερνητικοί στρατιώτες – κάποια στιγµή µια χειροβοµβίδα κύλησε από τις σκάλες προς τη µεριά τους. Λίγο µετά επικράτησε ησυχία στον δρόµο. Αποφάσισαν να φύγουν και τότε δύο οβίδες έσκασαν δίπλα τους.
Στον πόλεµο ένας άνδρας – και συνήθως είναι άνδρας – µε µια κάµερα διατρέχει τον ίδιο κίνδυνο µε έναν στρατιώτη, µόνο που δεν έχει όπλο να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Γιατί το κάνουν λοιπόν; Ορισµένοι πιστεύουν ότι οι πολεµικοί ανταποκριτές και οι φωτορεπόρτερ που εργάζονται σε περιοχές µε συγκρούσεις συνηθίζουν την ένταση του φόβου, όπως η περίφηµη οµάδα των νοτιοαφρικανών φωτογράφων «Μπανγκ Μπανγκ», των οποίων η αυτοκαταστροφική υπερβολή και η αδιαφορία για κάθε κανόνα προστασίας έγιναν πρόσφατα ταινία.
Βέβαια, το τίµηµα της ακατέργαστης µεταφοράς εικόνων και συναισθηµάτων σε πολεµικές συνθήκες είναι πολύ υψηλό. Τα τελευταία 20 χρόνια περισσότεροι από 2.000 δηµοσιογράφοι και φωτορεπόρτερ έχουν χάσει τη ζωή τους καλύπτοντας πολέµους. Κι όµως οι συνάδελφοί τους δεν σταµατούν να επιστρέφουν ξανά και ξανά εκεί όπου η ζωή τους παίζεται κορόνα-γράµµατα για µία εικόνα. Οπως έλεγε ο Χέδερινγκτον: «Ο πόλεµος είναι κάτι πολύ µύχιο. Αυτά που βγάζει ο πόλεµος σε ένα άτοµο είναι πολύ προσωπικά συναισθήµατα – αγάπη, θάνατος, φιλία. Και αυτά είναι συναισθήµατα που δεν βλέπουµε συχνά σε τόσο πρωτόγονη µορφή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου