http://www.enet.gr
Που πάει να πει ότι, όσο διαρκεί αυτός ο ατελείωτος πόλεμος, συγκεκριμένες εταιρείες αυξάνουν σταθερά την κερδοφορία τους. Ακόμη και ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα επισήμανε σε memo του προς τους στρατηγούς το 2009, τη συγκεκριμένη «ατασθαλία» υπενθυμίζοντάς τους διακριτικά ότι τα χρήματα των φορολογούμενων Αμερικανών, «δεν χρησιμοποιούνται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο», δηλαδή μέσω μειοδοτικών διαγωνισμών που εξασφαλίζουν ευνοϊκότερες τιμές. Πόσα είναι αυτά τα χρήματα; Κατά μέσο όρο πάνω από 140 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, από το 2001 μέχρι σήμερα.
Το άλλοθι, υπάρχει. Είναι η επίκληση του επείγοντος: Σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθείται σε καιρό πολέμου, οι άμεσες ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων εκτοπίζουν τις οικονομικές επιφυλάξεις. Στην αμερικανική εκδοχή της, αυτή η αντίληψη οδηγεί σε ιλιγγιώδεις και αδιαφανείς στρατιωτικές δαπάνες. Το 2001 οι απευθείας αναθέσεις έστειλαν περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια στα ταμεία των πολεμικών βιομηχανιών, ενώ το πρώτο οκτάμηνο του 2011, μία δεκαετία μετά την έναρξη της αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας των ΗΠΑ, οι απευθείας αναθέσεις αθροίζουν 140 δισεκατομμύρια δολάρια και μόνο το 55% του συνόλου των στρατιωτικών συμβολαίων κλείνουν έπειτα από μειοδοτικούς διαγωνισμούς. Το υπόλοιπο 45% πηγαίνει σε «γρήγορες λύσεις», συχνότατα με σκανδαλώδεις διαδικασίες (όπως η Applied Energetics, που πήρε δουλειά 50 εκατομμυρίων δολαρίων έπειτα από «γερουσιαστική υποστήριξη» αν και τα συστήματα που πουλούσε αποδεδειγμένα ήταν ελαττωματικά). Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα λίστα των επιχειρήσεων με τα περισσότερα πολεμικά συμβόλαια στις ΗΠΑ δίνει ο ιστότοπος http://www.militaryindustrialcomplex.com/ contracts-leaderboard.asp, ο οποίος μάλιστα δημοσιεύει μέρα με τη μέρα τα συμβόλαια που κλείνουν οι εθνοπατέρες με τους μεγάλους του στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος. Οι Lockheed Martin , Boeing Co, Northrop Grumman, Raytheon, General Dynamics, McDonnel Douglas και General Electric Corporation είναι μέσα στην πρώτη δεκάδα, αν και πολλές από αυτές έχουν εμπλακεί σε γνωστά πολιτικά σκάνδαλα στο παρελθόν.
Το memo του Ομπάμα αποδείχθηκε ανίκανο να ανακόψει την κατρακύλα της επιχειρηματικής διαπλοκής και απληστίας, και ακολούθησε νέο memo, το 2010, αυτή τη φορά από τον υφυπουργό Αμυνας Αστον Κάρτερ. «Είμαστε έθνος σε εμπόλεμη κατάσταση και δεν πρόκειται να μειωθεί ο στρατιωτικός προϋπολογισμός» καθησύχαζε τους στρατηγούς ο Κάρτερ, και συνέχιζε με την άκρως ενδιαφέρουσα ομολογία ότι «ταυτόχρονα, όμως, δεν προβλέπεται να πετύχουμε τον μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης που ζήσαμε στα πρώτα χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001». Και καλούσε το Πεντάγωνο να «εγκαταλείψει τις μη αποδοτικές πρακτικές» διαχείρισης των πολεμικών κονδυλίων -δηλαδή να προσέχουν πού τα δίνουν.
Δεν επρόκειτο για περίπτωση πολιτικής ευαισθησίας από μέρους του Κάρτερ ή της κυβέρνησης Ομπάμα, αλλά απλά για έμπρακτη εφαρμογή της θεωρίας του λεγόμενου στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος. Της θεωρίας που περιγράφει την ειδυλλιακή σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ εκείνων που διαχειρίζονται πολέμους, δηλαδή μεταξύ της πολιτικής διαχείρισης και των βιομηχανιών που παράγουν τα μέσα προς πόλεμο. Κι εφόσον δεν είναι μυστικό ότι όσο περισσότερο διαρκεί ένας πόλεμος τόσο αυξάνουν τα επιχειρηματικά κέρδη, εκείνο που απομένει να αποδειχθεί είναι ότι «όλες οι πλευρές παίρνουν εκείνο που αποζητούν, ήτοι για τους πολιτικούς και τους στρατηγούς των επιτελείων νικηφόρο αποτέλεσμα και οικονομικό κέρδος για τα στελέχη των πολεμικών βιομηχανιών». Την τιμή να είναι εκείνος που εισήγαγε τον όρο «στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα» έχει ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, 34ος πρόεδρος των ΗΠΑ, που το 1961 σε ομιλία του προς το έθνος προειδοποίησε τους Αμερικανούς «να μην επιτρέψουν σ' αυτό το κατεστημένο να καθορίζει την αμερικανική στάση σε εθνικά και διεθνή ζητήματα».
Μισόν αιώνα μετά, όλοι γνωρίζουν ότι ο αμερικανικός λαός δεν απέτρεψε την απειλή για την οποία προειδοποιήθηκε από τον Αϊζενχάουερ.
Είναι σκάνδαλο. Σχεδόν τα μισά από τα συμβόλαια που συνάπτει το αμερικανικό υπουργείο Αμυνας με τις πολεμικές βιομηχανίες της χώρας προκύπτουν από απευθείας αναθέσεις. Κι ακόμη χειρότερα, την τελευταία δεκαετία που εκτυλίσσεται ο διαβόητος «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» αυτές οι απευθείας αναθέσεις έχουν τριπλασιαστεί.
Που πάει να πει ότι, όσο διαρκεί αυτός ο ατελείωτος πόλεμος, συγκεκριμένες εταιρείες αυξάνουν σταθερά την κερδοφορία τους. Ακόμη και ο ίδιος ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα επισήμανε σε memo του προς τους στρατηγούς το 2009, τη συγκεκριμένη «ατασθαλία» υπενθυμίζοντάς τους διακριτικά ότι τα χρήματα των φορολογούμενων Αμερικανών, «δεν χρησιμοποιούνται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο», δηλαδή μέσω μειοδοτικών διαγωνισμών που εξασφαλίζουν ευνοϊκότερες τιμές. Πόσα είναι αυτά τα χρήματα; Κατά μέσο όρο πάνω από 140 δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, από το 2001 μέχρι σήμερα.
Το άλλοθι, υπάρχει. Είναι η επίκληση του επείγοντος: Σύμφωνα με την πρακτική που ακολουθείται σε καιρό πολέμου, οι άμεσες ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων εκτοπίζουν τις οικονομικές επιφυλάξεις. Στην αμερικανική εκδοχή της, αυτή η αντίληψη οδηγεί σε ιλιγγιώδεις και αδιαφανείς στρατιωτικές δαπάνες. Το 2001 οι απευθείας αναθέσεις έστειλαν περίπου 50 δισεκατομμύρια δολάρια στα ταμεία των πολεμικών βιομηχανιών, ενώ το πρώτο οκτάμηνο του 2011, μία δεκαετία μετά την έναρξη της αντιτρομοκρατικής σταυροφορίας των ΗΠΑ, οι απευθείας αναθέσεις αθροίζουν 140 δισεκατομμύρια δολάρια και μόνο το 55% του συνόλου των στρατιωτικών συμβολαίων κλείνουν έπειτα από μειοδοτικούς διαγωνισμούς. Το υπόλοιπο 45% πηγαίνει σε «γρήγορες λύσεις», συχνότατα με σκανδαλώδεις διαδικασίες (όπως η Applied Energetics, που πήρε δουλειά 50 εκατομμυρίων δολαρίων έπειτα από «γερουσιαστική υποστήριξη» αν και τα συστήματα που πουλούσε αποδεδειγμένα ήταν ελαττωματικά). Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα λίστα των επιχειρήσεων με τα περισσότερα πολεμικά συμβόλαια στις ΗΠΑ δίνει ο ιστότοπος http://www.militaryindustrialcomplex.com/ contracts-leaderboard.asp, ο οποίος μάλιστα δημοσιεύει μέρα με τη μέρα τα συμβόλαια που κλείνουν οι εθνοπατέρες με τους μεγάλους του στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος. Οι Lockheed Martin , Boeing Co, Northrop Grumman, Raytheon, General Dynamics, McDonnel Douglas και General Electric Corporation είναι μέσα στην πρώτη δεκάδα, αν και πολλές από αυτές έχουν εμπλακεί σε γνωστά πολιτικά σκάνδαλα στο παρελθόν.
Το memo του Ομπάμα αποδείχθηκε ανίκανο να ανακόψει την κατρακύλα της επιχειρηματικής διαπλοκής και απληστίας, και ακολούθησε νέο memo, το 2010, αυτή τη φορά από τον υφυπουργό Αμυνας Αστον Κάρτερ. «Είμαστε έθνος σε εμπόλεμη κατάσταση και δεν πρόκειται να μειωθεί ο στρατιωτικός προϋπολογισμός» καθησύχαζε τους στρατηγούς ο Κάρτερ, και συνέχιζε με την άκρως ενδιαφέρουσα ομολογία ότι «ταυτόχρονα, όμως, δεν προβλέπεται να πετύχουμε τον μεγάλο ρυθμό ανάπτυξης που ζήσαμε στα πρώτα χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001». Και καλούσε το Πεντάγωνο να «εγκαταλείψει τις μη αποδοτικές πρακτικές» διαχείρισης των πολεμικών κονδυλίων -δηλαδή να προσέχουν πού τα δίνουν.
Δεν επρόκειτο για περίπτωση πολιτικής ευαισθησίας από μέρους του Κάρτερ ή της κυβέρνησης Ομπάμα, αλλά απλά για έμπρακτη εφαρμογή της θεωρίας του λεγόμενου στρατιωτικού-βιομηχανικού συμπλέγματος. Της θεωρίας που περιγράφει την ειδυλλιακή σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ εκείνων που διαχειρίζονται πολέμους, δηλαδή μεταξύ της πολιτικής διαχείρισης και των βιομηχανιών που παράγουν τα μέσα προς πόλεμο. Κι εφόσον δεν είναι μυστικό ότι όσο περισσότερο διαρκεί ένας πόλεμος τόσο αυξάνουν τα επιχειρηματικά κέρδη, εκείνο που απομένει να αποδειχθεί είναι ότι «όλες οι πλευρές παίρνουν εκείνο που αποζητούν, ήτοι για τους πολιτικούς και τους στρατηγούς των επιτελείων νικηφόρο αποτέλεσμα και οικονομικό κέρδος για τα στελέχη των πολεμικών βιομηχανιών». Την τιμή να είναι εκείνος που εισήγαγε τον όρο «στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα» έχει ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, 34ος πρόεδρος των ΗΠΑ, που το 1961 σε ομιλία του προς το έθνος προειδοποίησε τους Αμερικανούς «να μην επιτρέψουν σ' αυτό το κατεστημένο να καθορίζει την αμερικανική στάση σε εθνικά και διεθνή ζητήματα».
Μισόν αιώνα μετά, όλοι γνωρίζουν ότι ο αμερικανικός λαός δεν απέτρεψε την απειλή για την οποία προειδοποιήθηκε από τον Αϊζενχάουερ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου