http://news.kathimerini.gr
Του Αθανασιου Eλλις
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν «ισχυρές ενδείξεις» ότι πίσω από τους καταστροφικούς εμπρησμούς που είχαν σημειωθεί σε νησιά του Α. Αιγαίου υπήρχε τουρκικός δάκτυλος. Η περίπτωση της Ρόδου, το καλοκαίρι του ’96, ήταν η πιο χαρακτηριστική, καθώς πέραν των πυρκαγιών σε δασικές εκτάσεις εξερράγησαν και εκρηκτικοί μηχανισμοί που είχαν τοποθετηθεί σε κάδους απορριμμάτων σε διαφορετικά σημεία στο κέντρο της πόλης, και μάλιστα σε ώρα αιχμής και σε μία περίοδο που το νησί ήταν γεμάτο από τουρίστες. Πέραν των τεράστιων υλικών ζημιών υπήρξαν και περιπτώσεις απώλειας ανθρώπινων ζωών όπως συνέβη στη φονική πυρκαγιά του ’93 στην Ικαρία που προκάλεσε 13 θύματα. Μεγάλη καταστροφή είχε προκύψει επίσης το ’94 στην ανατολική Σάμο.
Ανώτατοι αξιωματούχοι με γνώση των ερευνών της εποχής εκείνης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια και δεν διακρίνονται για εθνικιστικές τάσεις, τόνισαν στην «Κ» ότι παρότι δεν υπήρξαν ποτέ ξεκάθαρες αποδείξεις -προϋπόθεση για να κατηγορήσει η Αθήνα ευθέως την Αγκυρα σε μια τόσο ευαίσθητη υπόθεση- οι ελληνικές Αρχές θεωρούσαν σχεδόν βέβαιο ότι επρόκειτο για εγκληματικές ενέργειες οι οποίες είχαν σχεδιαστεί στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Υπό αυτό το πρίσμα εξέταζαν αρκετά πιθανά σενάρια, όπως: 1) να επρόκειτο για απόφαση της ίδιας της Τανσού Τσιλέρ η οποία ήταν γνωστή για τον τυχοδιωκτισμό της, κάτι που προκύπτει και από παλαιότερη λεπτομερή περιγραφή των γεγονότων στην «Κ» από τον Αμερικανό μεσολαβητή Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, 2) να είχε αναλάβει δράση το παρακράτος το οποίο εκείνη την εποχή οργίαζε με σωρεία δολιοφθορών, ακόμη και δολοφονιών, 3) να αποτελούσαν οι εμπρησμοί στρατηγικού χαρακτήρα κίνηση που αποσκοπούσε στο να διαμηνύσει στην Αθήνα πόσο ευάλωττα είναι τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται κοντά στα τουρκικά παράλια, 4) να επρόκειτο για «αντίποινα» στην υποστήριξη κάποιων Ελλήνων πολιτικών προς το PKK που είχε εξοργίσει την τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, όπως και την κοινή γνώμη της γείτονος.
Ενόχληση, που πάντως δύσκολα θα δικαιολογούσε την προσφυγή σε τέτοιες ακραίες ενέργειες, είχε προκαλέσει και η παρεμπόδιση από την Αθήνα της οικονομικής ενίσχυσης της Τουρκίας με κονδύλια της Ε.Ε. όπως το 4ο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο. Η σκέψη ότι μπορεί να επρόκειτο για αντίδραση του βαθέος κράτους στη σκληρή στάση που είχε τηρήσει τη δεκαετία του ’80 ο Ανδρέας Παπανδρέου μάλλον δεν ευσταθεί, καθώς από το ’88 και τον «μη πόλεμο» του Νταβός, αλλά και μετά την επιστροφή του στην πρωθυπουργία το ’93, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κατεβάσει πολύ τους τόνους έναντι της Αγκυρας.
Τα γεγονότα, λοιπόν, και οι σοβαρές ενδείξεις που υπήρχαν ουσιαστικά επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες που έκανε πριν απόν λίγες ημέρες ο Μεσούτ Γιλμάζ, παρά τη μετέπειτα ατυχή απόπειρα ανασκευής τους. Ο Γιλμάζ δήλωσε σε συνέντευξή του πως «έκθεση περιλάμβανε όλες τις πληροφορίες εκτός από τα κρατικά απόρρητα, όπως την απόπειρα πραξικοπήματος στο Αζερμπαϊτζάν και τα αντίποινα στα δάση της Ελλάδας».
Του Αθανασιου Eλλις
Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν «ισχυρές ενδείξεις» ότι πίσω από τους καταστροφικούς εμπρησμούς που είχαν σημειωθεί σε νησιά του Α. Αιγαίου υπήρχε τουρκικός δάκτυλος. Η περίπτωση της Ρόδου, το καλοκαίρι του ’96, ήταν η πιο χαρακτηριστική, καθώς πέραν των πυρκαγιών σε δασικές εκτάσεις εξερράγησαν και εκρηκτικοί μηχανισμοί που είχαν τοποθετηθεί σε κάδους απορριμμάτων σε διαφορετικά σημεία στο κέντρο της πόλης, και μάλιστα σε ώρα αιχμής και σε μία περίοδο που το νησί ήταν γεμάτο από τουρίστες. Πέραν των τεράστιων υλικών ζημιών υπήρξαν και περιπτώσεις απώλειας ανθρώπινων ζωών όπως συνέβη στη φονική πυρκαγιά του ’93 στην Ικαρία που προκάλεσε 13 θύματα. Μεγάλη καταστροφή είχε προκύψει επίσης το ’94 στην ανατολική Σάμο.
Ανώτατοι αξιωματούχοι με γνώση των ερευνών της εποχής εκείνης, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μετριοπάθεια και δεν διακρίνονται για εθνικιστικές τάσεις, τόνισαν στην «Κ» ότι παρότι δεν υπήρξαν ποτέ ξεκάθαρες αποδείξεις -προϋπόθεση για να κατηγορήσει η Αθήνα ευθέως την Αγκυρα σε μια τόσο ευαίσθητη υπόθεση- οι ελληνικές Αρχές θεωρούσαν σχεδόν βέβαιο ότι επρόκειτο για εγκληματικές ενέργειες οι οποίες είχαν σχεδιαστεί στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Υπό αυτό το πρίσμα εξέταζαν αρκετά πιθανά σενάρια, όπως: 1) να επρόκειτο για απόφαση της ίδιας της Τανσού Τσιλέρ η οποία ήταν γνωστή για τον τυχοδιωκτισμό της, κάτι που προκύπτει και από παλαιότερη λεπτομερή περιγραφή των γεγονότων στην «Κ» από τον Αμερικανό μεσολαβητή Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, 2) να είχε αναλάβει δράση το παρακράτος το οποίο εκείνη την εποχή οργίαζε με σωρεία δολιοφθορών, ακόμη και δολοφονιών, 3) να αποτελούσαν οι εμπρησμοί στρατηγικού χαρακτήρα κίνηση που αποσκοπούσε στο να διαμηνύσει στην Αθήνα πόσο ευάλωττα είναι τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται κοντά στα τουρκικά παράλια, 4) να επρόκειτο για «αντίποινα» στην υποστήριξη κάποιων Ελλήνων πολιτικών προς το PKK που είχε εξοργίσει την τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, όπως και την κοινή γνώμη της γείτονος.
Ενόχληση, που πάντως δύσκολα θα δικαιολογούσε την προσφυγή σε τέτοιες ακραίες ενέργειες, είχε προκαλέσει και η παρεμπόδιση από την Αθήνα της οικονομικής ενίσχυσης της Τουρκίας με κονδύλια της Ε.Ε. όπως το 4ο χρηματοδοτικό πρωτόκολλο. Η σκέψη ότι μπορεί να επρόκειτο για αντίδραση του βαθέος κράτους στη σκληρή στάση που είχε τηρήσει τη δεκαετία του ’80 ο Ανδρέας Παπανδρέου μάλλον δεν ευσταθεί, καθώς από το ’88 και τον «μη πόλεμο» του Νταβός, αλλά και μετά την επιστροφή του στην πρωθυπουργία το ’93, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κατεβάσει πολύ τους τόνους έναντι της Αγκυρας.
Τα γεγονότα, λοιπόν, και οι σοβαρές ενδείξεις που υπήρχαν ουσιαστικά επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες που έκανε πριν απόν λίγες ημέρες ο Μεσούτ Γιλμάζ, παρά τη μετέπειτα ατυχή απόπειρα ανασκευής τους. Ο Γιλμάζ δήλωσε σε συνέντευξή του πως «έκθεση περιλάμβανε όλες τις πληροφορίες εκτός από τα κρατικά απόρρητα, όπως την απόπειρα πραξικοπήματος στο Αζερμπαϊτζάν και τα αντίποινα στα δάση της Ελλάδας».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου