Παρασκευή
21η Απριλίου 1967. Η πολιτική κατάσταση έκρυθμη σε ένα μεγάλο διάστημα παρατεταμένης
πολιτικής και κοινωνικής αστάθειας, καθώς είχε προηγηθεί η Αποστασία με
επικεφαλής το Μητσοτάκη που υλοποιώντας σχέδιο της αστικής τάξης, του Παλατιού
και της αμερικανικής πρεσβείας είχε ανατρέψει τη νόμιμη κυβέρνηση, για να
ξεσπάσει η οργή του λαϊκού παράγοντα, τα Ιουλιανά,
που αντιμετωπίστηκαν με υπέρμετρη αστυνομική βία. Ήδη είχαν προκηρυχθεί εκλογές
για την 28η Μαΐου 1967. Η Αριστερά λειτουργεί καθησυχαστικά ενώ οι φήμες
στρατιωτικού πραξικοπήματος πληθαίνουν. Ο ΙΔΕΑ και ο βασιλιάς ουσιαστικά
βρίσκονται σε έναν άτυπο αγώνα δρόμου για το ποιος θα επιβάλει πρώτος καθεστώς
έκτακτης ανάγκης με πρωταγωνιστή τον στρατό, ενώ αντίστοιχη πρόταση έχει
διατυπώσει και ο Κ.Καραμανλής, διατηρώντας αυτός την πρωτοβουλία των κινήσεων
και όχι οι στρατιωτικοί.
Σύμφωνα με τη διήγηση του αντισυνταγματάρχη Α.Τσουκαράκη
«Αξιωματικοί του Στρατού Ξηράς, υπό την ηγεσία του Συνταγματάρχη Γεωργίου
Παπαδόπουλου, και τη συμμετοχή του Ταξίαρχου Στυλιανού Παττακού και του
Συνταγματάρχη Νικολάου Μακαρέζου, κατέλαβαν την εξουσία με πραξικόπημα. Είχαν
προετοιμάσει το κλίμα με προβοκάτσιες (Έβρος) και έλεγχαν τις κρίσιμες μεγάλες
μάχιμες μονάδες των Αθηνών, όπως το Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισμένων, με
διοικητή τον παραπάνω ταξίαρχο Στυλιανό Παττακό. Περίπου 100 τεθωρακισμένα τα
ξημερώματα της 21ης Απριλίου κατέλαβαν όλα τα στρατηγικά σημεία της Αθήνας
(Βουλή, Υπουργεία, ΕΙΡ, ΟΤΕ, Ανάκτορα).
Την ίδια ώρα, ο συνταγματάρχης Ιωάννης Λαδάς εξαπέλυε
πιστές στο κίνημα δυνάμεις για να συλλάβουν το σύνολο της πολιτικής και
στρατιωτικής ηγεσίας. Οι πραξικοπηματίες έβαλαν σε εφαρμογή το σχέδιο
«ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ», για την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου, με αποτέλεσμα να
κινηθούν όλες οι στρατιωτικές μονάδες της Αττικής. Μεγάλη ήταν η συμβολή του
Διοικητή της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων (ΣΣΕ), Δημήτρη Ιωαννίδη, ο οποίος
κινητοποίησε το Τάγμα της Σχολής και τη Ελληνική Στρατιωτική Αστυνομία (ΕΣΑ). Ο
έμπιστος του βασιλιά αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Στρατηγός Γ.
Σπαντιδάκης, αντικαταστάθηκε από τον ομοιόβαθμό του, Οδυσσέα Αγγελή.
Η μοναδική προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί εγκαίρως το
πραξικόπημα ήταν από την πλευρά κυρίως του υπουργού Δημόσιας Τάξης Γεωργίου
Ράλλη, ο οποίος προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον ταξίαρχο Ορέστη Βιδάλη για
να κινητοποιήσει το Γ' Σώμα Στρατού, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη. Ο
αιφνιδιασμός ήταν πλήρης και στις 03.30΄ τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου το
στρατιωτικό κίνημα είχε επικρατήσει αναίμακτα. Νωρίς το πρωί, τα ραδιόφωνα
έπαιζαν εμβατήρια και δημοτικά άσματα και οι αγουροξυπνημένοι Έλληνες πολίτες
άκουγαν τα πρώτα «Αποφασίζομεν και Διατάζομεν» των δικτατόρων, που ήταν η
απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των τριών ατόμων. Με συντακτική πράξη κατά τη
διάρκεια της ημέρας ανεστάλησαν οι διατάξεις του Συντάγματος και ματαιώθηκαν οι
εκλογές της 28ης Μαΐου 1967. Στις 7 το πρωί, η ηγεσία των πραξικοπηματιών
επισκέφθηκε στα Ανάκτορα του Τατοΐου το βασιλιά Κωνσταντίνο και του ζήτησε να
ορκίσει την κυβέρνησή τους. Η περιοχή ήταν περικυκλωμένη από τεθωρακισμένα για
να μην υπάρξει περίπτωση δυναμικής αντίδρασης. Ο βασιλιάς συμβιβάστηκε μαζί
τους και αργά το απόγευμα όρκισε την κυβέρνηση, με πρωθυπουργό τον εισαγγελέα
του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια. Ο συλληφθείς και αποπεμφθείς αρχηγός του
ΓΕΣ, Στρατηγός Γρηγόριος Σπαντιδάκης, προσχώρησε στους κινηματίες και ανέλαβε
Υπουργός Εθνικής Άμυνας. Την ίδια μέρα άρχισαν και οι συλλήψεις πολιτών, ενώ
υπήρξαν και τα πρώτα θύματα. Ένας στρατιώτης πυροβολεί τη νεαρή Αθηναία Μαρία
Καλαυρά, γιατί δεν υπάκουσε στις διαταγές του. Δέκα ημέρες αργότερα, η Χούντα
ανακοίνωσε ότι οι συλληφθέντες ανέρχονταν σε 6509 άτομα. Η επταετία της Χούντας
(7 χρόνια 3 μήνες και 3 ημέρες) σημαδεύτηκε από περιπτώσεις σκανδάλων,
χρηματισμού και ευνοιοκρατίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το διάγγελμα της Χουντικής
κυβέρνησης, όπως δημοσιεύθηκε: «Από μακρού παριστάμεθα μάρτυρες ενός
εγκλήματος, το οποίον διεπράττετο εις βάρος του κοινωνικού συνόλου και του
Έθνους μας. Η αδίστακτος και αθλία κομματική συναλλαγή, ο εκτραχηλισμός μεγάλης
μερίδος του Τύπου, η μεθοδική επίθεσις εναντίον όλων των θεσμών, η διάβρωσίς
των, ο εξευτελισμός του Κοινοβουλίου, η κατασυκοφάντησις των πάντων, η
παράλυσις της κρατικής μηχανής, η πλήρης έλλειψις κατανοήσεως προς τα φλέγοντα
προβλήματα της νεολαίας μας, η κακομεταχείρισις των φοιτητών και σπουδαστών
μας, η ηθική κάμψις, η σύγχυσις και η θολότης, η μυστική και φανερά συνεργασία
με τους ανατροπείς και τέλος τα συνεχή εμπρηστικά κηρύγματα ασυνειδήτων
δημοκόπων κατέστρεψαν την γαλήνην του τόπου, εδημιούργησαν κλίμα αναρχίας και
χάους, εκαλλιέργησαν συνθήκας μίσους και διχασμού και μας ωδήγησαν εις το
χείλος της εθνικής καταστροφής.
Δεν απέμεινεν πλέον άλλος τρόπος σωτηρίας από την επέμβασιν του Στρατού μας. Η επέμβασις αύτη βεβαίως αποτελεί εκτροπήν εκ του Συντάγματος, αλλά η εκτροπή αύτη ήτο επιβεβλημένη διά την σωτηρίαν της Πατρίδος. Η σωτηρία της Πατρίδος είναι ο υπέρτατος νόμος. Αι εκλογαί, αι οποίαι προεκηρύχθησαν, δεν ήτο δυνατόν να δώσουν την λύσιν εις το υφιστάμενον αδιέξοδον. Πρώτον, διότι, υπό τας παρούσας συνθήκας, ήτο αδύνατος η ομαλή δεξαγωγή των και, δεύτερον, διότι οιονδήποτε και αν ήτο το αποτέλεσμα αυτών, θα ωδηγούμεθα μοιραίως εις την αιματοχυσίαν και το χάος. Δι’ αυτό επενέβη ο Στρατός. Διά να ανακόψη την πορείαν προς την καταστροφήν, ένα βήμα προ της αβύσσου. Εις ολόκληρον την Χώραν επικρατεί απόλυτος γαλήνη και τάξις. Ο πρόεδρος και τα μέλη της Κυβερνήσεως εστρατεύθησαν προς εκτέλεσιν του προς την Πατρίδα καθήκοντος.
Ποίοι είμεθα: Δεν ανήκομεν εις ουδέν πολιτικόν κόμμα, και ουδεμίαν πολιτικήν παράταξιν είμεθα διατεθειμένοι να ευνοήσωμεν εις βάρος της άλλης. Δεν ανήκομεν ούτε εις την οικονομικήν ολιγαρχίαν, την οποίαν ομοίως δεν είμεθα διατεθειμένοι να αφήσωμεν να προκαλή την πενίαν. Ανήκομεν εις την τάξιν του μόχθου. Και θα σταθώμεν εις το πλευρόν των πτωχών αδελφών μας Ελλήνων. Ελαυνόμεθα αποκλειστικώς από πατριωτικά κίνητρα και επιδιώκομεν να καταργήσωμεν την φαυλοκρατίαν. Να εξυγιάνωμεν τον δημόσιον βίον. Να απομακρύνωμεν από τον οργανισμόν της Χώρας την σήψιν από την οποίαν εκινδύνευε. Να αποτρέψωμεν τον διχασμόν και την αλληλοσφαγήν προς την οποίαν μας κατηύθυναν κακοί Έλληνες και να δημιουργήσωμεν υγιείς βάσεις δια την ταχείαν επάνοδον της Χώρας εις τον αληθώς ορθόδοξον κοινοβουλευτικόν βίον.
Δεν απέμεινεν πλέον άλλος τρόπος σωτηρίας από την επέμβασιν του Στρατού μας. Η επέμβασις αύτη βεβαίως αποτελεί εκτροπήν εκ του Συντάγματος, αλλά η εκτροπή αύτη ήτο επιβεβλημένη διά την σωτηρίαν της Πατρίδος. Η σωτηρία της Πατρίδος είναι ο υπέρτατος νόμος. Αι εκλογαί, αι οποίαι προεκηρύχθησαν, δεν ήτο δυνατόν να δώσουν την λύσιν εις το υφιστάμενον αδιέξοδον. Πρώτον, διότι, υπό τας παρούσας συνθήκας, ήτο αδύνατος η ομαλή δεξαγωγή των και, δεύτερον, διότι οιονδήποτε και αν ήτο το αποτέλεσμα αυτών, θα ωδηγούμεθα μοιραίως εις την αιματοχυσίαν και το χάος. Δι’ αυτό επενέβη ο Στρατός. Διά να ανακόψη την πορείαν προς την καταστροφήν, ένα βήμα προ της αβύσσου. Εις ολόκληρον την Χώραν επικρατεί απόλυτος γαλήνη και τάξις. Ο πρόεδρος και τα μέλη της Κυβερνήσεως εστρατεύθησαν προς εκτέλεσιν του προς την Πατρίδα καθήκοντος.
Ποίοι είμεθα: Δεν ανήκομεν εις ουδέν πολιτικόν κόμμα, και ουδεμίαν πολιτικήν παράταξιν είμεθα διατεθειμένοι να ευνοήσωμεν εις βάρος της άλλης. Δεν ανήκομεν ούτε εις την οικονομικήν ολιγαρχίαν, την οποίαν ομοίως δεν είμεθα διατεθειμένοι να αφήσωμεν να προκαλή την πενίαν. Ανήκομεν εις την τάξιν του μόχθου. Και θα σταθώμεν εις το πλευρόν των πτωχών αδελφών μας Ελλήνων. Ελαυνόμεθα αποκλειστικώς από πατριωτικά κίνητρα και επιδιώκομεν να καταργήσωμεν την φαυλοκρατίαν. Να εξυγιάνωμεν τον δημόσιον βίον. Να απομακρύνωμεν από τον οργανισμόν της Χώρας την σήψιν από την οποίαν εκινδύνευε. Να αποτρέψωμεν τον διχασμόν και την αλληλοσφαγήν προς την οποίαν μας κατηύθυναν κακοί Έλληνες και να δημιουργήσωμεν υγιείς βάσεις δια την ταχείαν επάνοδον της Χώρας εις τον αληθώς ορθόδοξον κοινοβουλευτικόν βίον.
Κηρύσσομεν την συναδέλφωσιν. Από της στιγμής αυτής δεν
υπάρχουν Δεξιοί, Κεντρώοι, Αριστεροί. Υπάρχουν μόνον Έλληνες, οι οποίοι
πιστεύουν εις την Ελλάδα, εις ένα ευγενές, ανώτερον, και πλήρες ιδεώδες της
αληθούς Δημοκρατίας και όχι της Δημοκρατίας του πεζοδρομίου, της οχλοκρατίας
και της αναρχίας. Όταν οι Έλληνες είναι ηνωμένοι, θαυματουργούν.
Υπάρχουν βεβαίως, και ελάχιστοι εφιάλται
δημαγωγοί, ασυνείδητοι καιροσκόποι και κατ’ επάγγελμα αναρχικοί. Αυτοί
επεδίωξαν να μας διχάσουν! Και μας ονομάζουν αριστερούς, κεντρώους,
κεντροαριστερούς και δεξιούς. Επεδίωξαν να ενσταλάξουν εις την ψυχήν μας, με
κάθε τρόπο, το μίσος των μεν προς τους δε. Επεδίωξαν να μας φανατίσουν και να
μας εξωθήσουν εις τον αλληλοσπαραγμόν. Αυτούς τους εμπρηστάς θα απομονώσωμεν
και όλοι ημείς οι άλλοι Έλληνες ηνωμένοι, θα βαδίσωμεν εμπρός την οδόν τού προς
την Πατρίδαν καθήκοντος και της αρετής. Προς την ριζικήν αλλαγήν. Προς την
ευημερίαν και την πρόοδον.
Ο βασικός μας στόχος είναι δικαιοσύνη. Η δικαία κατανομή του εισοδήματος. Η ηθική και υλική εξύψωσις του κοινωνικού συνόλου και ιδιαιτέρως των αγροτών, των εργατών, και των πενεστέρων τάξεων. Η στοργή της Κυβερνήσεως θα στραφή αμέριστος προς την νεολαίαν και τα προβλήματά της. Μετά την παγίωσιν ομαλού ρυθμού και την δημιουργίαν των καταλλήλων προς τούτο συνθηκών, το ταχύτερον δυνατόν θα επανέλθη η Χώρα εις τον Κοινοβουλευτισμόν επί υγιούς βάσεως. Τότε η αποστολή της Κυβερνήσεως θα έχη λήξη.
Προς αποτροπήν του διχασμού και της ετοίμου να εκσπάση εμφυλίου συρράξεως, η οποία ωδήγει εις αιματοχυσίαν και κοινωνικήν και εθνικήν καταστροφήν, η Κυβέρνησις προέβη εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ’ άπασαν την Χώραν. Η Κυβέρνησις δηλοί κατηγορηματικώς, ότι είναι αποφασισμένη να φέρη εις πέρας δια παντός μέσου και με ταχύν ρυθμόν την βαρείαν αποστολήν την οποίαν ανέλαβεν. Είναι αποφασισμένη να εκπληρώση εις το ακέραιον τας υποχρεώσεις της έναντι του Ελληνικού Λαού. Επικαλείται την καθολικήν συμπαράστασιν του λαού διά την πραγματοποίησιν του σκοπού της. Ζητεί πλήρη πειθαρχίαν προς τον Νόμον του Κράτους. Όπως συμβαίνει εις όλας τας πολιτισμένας Χώρας. Διότι πραγματική ελευθερία υπάρχει εκεί όπου υπάρχει Νόμος. Εκεί, όπου η ελευθερία του ενός φθάνει μέχρι του σημείου, εις το οποίον αρχίζει η ελευθερία του άλλου.
Ο βασικός μας στόχος είναι δικαιοσύνη. Η δικαία κατανομή του εισοδήματος. Η ηθική και υλική εξύψωσις του κοινωνικού συνόλου και ιδιαιτέρως των αγροτών, των εργατών, και των πενεστέρων τάξεων. Η στοργή της Κυβερνήσεως θα στραφή αμέριστος προς την νεολαίαν και τα προβλήματά της. Μετά την παγίωσιν ομαλού ρυθμού και την δημιουργίαν των καταλλήλων προς τούτο συνθηκών, το ταχύτερον δυνατόν θα επανέλθη η Χώρα εις τον Κοινοβουλευτισμόν επί υγιούς βάσεως. Τότε η αποστολή της Κυβερνήσεως θα έχη λήξη.
Προς αποτροπήν του διχασμού και της ετοίμου να εκσπάση εμφυλίου συρράξεως, η οποία ωδήγει εις αιματοχυσίαν και κοινωνικήν και εθνικήν καταστροφήν, η Κυβέρνησις προέβη εις την κήρυξιν του Στρατιωτικού Νόμου καθ’ άπασαν την Χώραν. Η Κυβέρνησις δηλοί κατηγορηματικώς, ότι είναι αποφασισμένη να φέρη εις πέρας δια παντός μέσου και με ταχύν ρυθμόν την βαρείαν αποστολήν την οποίαν ανέλαβεν. Είναι αποφασισμένη να εκπληρώση εις το ακέραιον τας υποχρεώσεις της έναντι του Ελληνικού Λαού. Επικαλείται την καθολικήν συμπαράστασιν του λαού διά την πραγματοποίησιν του σκοπού της. Ζητεί πλήρη πειθαρχίαν προς τον Νόμον του Κράτους. Όπως συμβαίνει εις όλας τας πολιτισμένας Χώρας. Διότι πραγματική ελευθερία υπάρχει εκεί όπου υπάρχει Νόμος. Εκεί, όπου η ελευθερία του ενός φθάνει μέχρι του σημείου, εις το οποίον αρχίζει η ελευθερία του άλλου.
Η Κυβέρνησις οφείλει να προειδοποιήση κατά τον πλέον
κατηγορηματικόν τρόπον, ότι οιαδήποτε αντίδρασις εις το εθνικόν της έργον τής
αλλαγής, οποθενδήποτε προερχομένη, θα παταχθή πάραυτα διά παντός εις την
διάθεσίν της μέσου.
Ζήτω το Έθνος! Ζήτω ο Βασιλεύς! Ζήτω η Αιωνία Ελλάς! Αθήναι
τη 22α Απριλίου 1967».
Και μετά το διάγγελμα ευθύς αμέσως άρχισε η πάταξη κάθε
αντίθετης αντίδρασης. Εκατοντάδες Έλληνες πολίτες, μεταξύ των οποίων και
Έλληνες Αξιωματικοί, εκδιώχθηκαν. Χιλιάδες συνελήφθησαν, βασανίστηκαν στα
κρατητήρια του Ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της Ελληνικής Στρατιωτικής
Αστυνομίας (ΕΑΤ-ΕΣΑ) και φυλακίστηκαν σε στρατιωτικές φυλακές. Χιλιάδες εξορίστηκαν
σε τόπους εξορίας.
21η Απριλίου
2012. 45 χρόνια μετά. Μήπως αυτά τα λόγια τα ακούμε ξανά στις ημέρες μας, αλλά
από άλλους πομπούς; Μήπως;
Και μάλλον η
σημερινή πραγματικότητα τον δικαιώνει.
Θυμίζουμε την συζήτηση που είχε
γίνει σε αστικό επίπεδο από σημαντικούς εκπροσώπους της αστικής πολιτικής και
της καθεστωτικής δημοσιογραφίας μετά την τεράστιας σημασίας λαϊκή παρέμβαση
στις παρελάσεις της 28ης Οκτωβρίου. Σε σχετικό απόσπασμα ανακοίνωσης μας
επισημαίναμε: «Είναι
το σενάριο Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας με Έκτακτες Εξουσίες, καθώς ήδη με τις
ψήφους ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ έχει καταργηθεί το Πανεπιστημιακό Άσυλο, διώκεται για την
συνδικαλιστική του δράση ο αγωνιστής καθηγητής Κώστας Τουλγαρίδης, ενώ η
κυβέρνηση ήταν έτοιμη να κατεβάσει τον στρατό στο δρόμο για να σπάσει την
απεργία των εργαζόμενων στους ΟΤΑ».
Την πρότασή του για συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, διατύπωσε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Δ. Λιντζέρης, όπου σε ανοιχτή επιστολή του προς τον πρωθυπουργό αναφέρει ότι «η αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Γ.Παπανδρέου σε συνδυασμό με την αδυναμία της κοινωνίας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, επαναφέρει το ερώτημα με ποια αποτελεσματική, ισχυρή, στιβαρή, συναινετική διακυβέρνηση μπορεί να θωρακιστεί η χώρα, αποφεύγοντας τον εξοβελισμό της από την ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή οικογένεια». Ο βουλευτής ουσιαστικά ασκεί κριτική όχι στην εφαρμοζόμενη πολιτική, αλλά στον τρόπο επιβολής της. Ακολουθώντας τον πρώην Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γ.Ππαπανδρέου, τον μετέπειτα Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παπαδήμου Ευ.Βενιζέλο και σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευ.Βενιζέλος που δήλωνε ότι «η έκτακτης κατάσταση στην οικονομία απαιτεί έκτακτα μέτρα στην πολιτική», ενώ με άρθρο -παρέμβαση του στα ΝΕΑ έστελνε τρομοκρατικό μήνυμα στην κοινωνία:
«Γιατί την είπες φωνή Πατρίδας; Η κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα είναι βαθειά και πολυεπίπεδη. Δεν είναι κρίση μόνον οικονομική, ούτε πολύ λιγότερο κρίση απλώς δημοσιονομική. Είναι κρίση ηθική και υπαρξιακή. Δοκιμάζεται πλέον η κοινωνική και εθνική συνοχή. Δοκιμάζεται η ικανότητά μας να συνεννοούμαστε με ορθολογικό τρόπο γύρω από θεμελιώδη ζητήματα εθνικής στρατηγικής. Η χώρα διατρέχει κινδύνους που, δυστυχώς, δεν συνειδητοποιεί, γιατί ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής της εκπροσώπησης και των διαμορφωτών της κοινής γνώμης έχει κάνει την επιλογή να παίζει «εν ου παικτοίς». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλοιώνεται ή ακόμα και να αντιστρέφεται η πραγματικότητα. Η ελληνική κοινωνία δείχνει να απαντά με λάθος τρόπο σε λάθος ερωτήματα και να αγνοεί κρίσιμα δεδομένα που απορρέουν από το συσχετισμό των δυνάμεων και τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο».
Την πρότασή του για συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας, διατύπωσε ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Δ. Λιντζέρης, όπου σε ανοιχτή επιστολή του προς τον πρωθυπουργό αναφέρει ότι «η αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης Γ.Παπανδρέου σε συνδυασμό με την αδυναμία της κοινωνίας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, επαναφέρει το ερώτημα με ποια αποτελεσματική, ισχυρή, στιβαρή, συναινετική διακυβέρνηση μπορεί να θωρακιστεί η χώρα, αποφεύγοντας τον εξοβελισμό της από την ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή οικογένεια». Ο βουλευτής ουσιαστικά ασκεί κριτική όχι στην εφαρμοζόμενη πολιτική, αλλά στον τρόπο επιβολής της. Ακολουθώντας τον πρώην Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γ.Ππαπανδρέου, τον μετέπειτα Αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Παπαδήμου Ευ.Βενιζέλο και σημερινός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευ.Βενιζέλος που δήλωνε ότι «η έκτακτης κατάσταση στην οικονομία απαιτεί έκτακτα μέτρα στην πολιτική», ενώ με άρθρο -παρέμβαση του στα ΝΕΑ έστελνε τρομοκρατικό μήνυμα στην κοινωνία:
«Γιατί την είπες φωνή Πατρίδας; Η κρίση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα είναι βαθειά και πολυεπίπεδη. Δεν είναι κρίση μόνον οικονομική, ούτε πολύ λιγότερο κρίση απλώς δημοσιονομική. Είναι κρίση ηθική και υπαρξιακή. Δοκιμάζεται πλέον η κοινωνική και εθνική συνοχή. Δοκιμάζεται η ικανότητά μας να συνεννοούμαστε με ορθολογικό τρόπο γύρω από θεμελιώδη ζητήματα εθνικής στρατηγικής. Η χώρα διατρέχει κινδύνους που, δυστυχώς, δεν συνειδητοποιεί, γιατί ένα μεγάλο μέρος της πολιτικής της εκπροσώπησης και των διαμορφωτών της κοινής γνώμης έχει κάνει την επιλογή να παίζει «εν ου παικτοίς». Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλοιώνεται ή ακόμα και να αντιστρέφεται η πραγματικότητα. Η ελληνική κοινωνία δείχνει να απαντά με λάθος τρόπο σε λάθος ερωτήματα και να αγνοεί κρίσιμα δεδομένα που απορρέουν από το συσχετισμό των δυνάμεων και τις εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο».
Είχε προηγηθεί πριν ελάχιστους
μήνες η προκλητικά αυταρχική και ολοκληρωτικής αντίληψης συνέντευξη του ΥΕΘΑ Π.
Μπεγλίτη, πάλι στην εφημερίδα ΝΕΑ, σύμφωνα με την οποία «προειδοποιεί τον ελληνικό
λαό και τις κοινωνικές δυνάμεις να συνειδητοποιήσουν την εκρηκτική κατάσταση
και να αναλάβουν τις ευθύνες τους διαφορετικά ο δρόμος της εσωτερικής
σύγκρουσης θα είναι ανοικτός»!
Την σκυτάλη όμως του
Ολοκληρωτισμού και την προετοιμασία του κλίματος για την επιβολή ενός τέτοιου
είδους αυταρχικής πολιτικής επιλογής, έχουν πάρει εδώ και καιρό εκδοτικά
συγκροτήματα, των γνωστών διαπλεκόμενων εφοπλιστών, εργολάβων, τραπεζιτών.
Μεγαλοδημοσιογράφοι που πάντα εκφράζουν την κεντρική προπαγανδιστική γραμμή των
εκδοτών, όπως ο Μαλούχος της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, παρεμβαίνουν με άρθρα όπως το
«Χρεοκοπία, Δημοκρατία, άρθρο 48 και έκτακτες εξουσίες» (ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ:
21/10/2011) και απαιτούν ανοικτά Δικτατορική Διακυβέρνηση με Κοινοβουλευτικό
μανδύα, εγκαλώντας τους Παπανδρέου-Βενιζέλο ότι με αυτό τον τρόπο κυβερνούν
ήδη, ανεπίσημα και επιβάλλεται η επισημοποίηση του για να σωθεί η Δημοκρατία (η
Δικτατορία της Αγοράς δηλαδή που κινδυνεύει;;;): «Δεν υπάρχει πλέον έλληνας
πολίτης που να αμφιβάλλει ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου, καλώς ή κακώς, δικαίως ή
αδίκως, ας το κρίνει ο καθένας, λαμβάνει αποφάσεις που ξεπερνούν κατά πολύ τα
όρια της δημοκρατίας. Αποφάσεις που απαιτούν έκτακτες εξουσίες. Είναι δεδομένο
ότι ήδη λειτουργεί ως κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης. Μπορεί κατ' άλλους να έχει
δίκιο και κατ' άλλους άδικο, αλλά αυτό είναι το δεδομένο.
Όμως, μια κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης, για να είναι τέτοια, οφείλει να έχει στα χέρια της έκτακτες εξουσίες, τις οποίες το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει. Αλλιώς, εξελίσσεται σε ιδιότυπη δικτατορία. Δεν είναι δυνατόν μια κυβέρνηση να αγνοεί το γεγονός ότι απαιτούνται έκτακτες εξουσίες, όταν στην πράξη λειτουργεί συστηματικά και όλο και οξύτερα με αυτό τον τρόπο. Υπάρχουν περίοδοι, που τέτοιες έκτακτες συνθήκες επιβάλλουν έκτακτες εξουσίες: οι πόλεμοι είναι ένα παράδειγμα. Τον πόλεμο, πολλές φορές τον έχουν οξύτατα επικαλεστεί, στους πιο δραματικούς τόνους, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Οικονομικών και όχι μόνον.
Το άρθρο 48 του Συντάγματος προβλέπει ρητά το πώς και για πόσο η ίδια η Βουλή, μετά από πρόταση της κυβέρνησης, μπορεί να λάβει την απόφαση ότι η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας και να της παράσχει έκτακτες εξουσίες, στις οποίες κατ' ουσίαν αναφέρθηκε πρόσφατα και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Αφού η κυβέρνηση δεν βλέπει άλλη λύση από αυτό που κάνει για να τα αντιμετωπίσει όλα αυτά, αφού στην πράξη αναστέλλει τα συλλογικά δικαιώματα, αφού θεωρεί κάθε άλλο δρόμο κλειστό και μάλιστα τον απαξιώνει με τον πιο εμφατικό τρόπο, όπως την πρόταση για επαναδιαπραγμάτευση, ας καταφύγει λοιπόν ευθέως εκεί. Ας πάρει την ευθύνη να ζητήσει από τη Βουλή εφαρμογή του άρθρου 48 του Συντάγματος, με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται.
Η «εθνοσωτήριος» κυβέρνηση Παπανδρέου, περιφρονεί βαθύτατα τον ελληνικό λαό που υποτίθεται ότι, ερήμην του και με την πλήρη διαφωνία του, σώζει. Οι κ.κ. Παπανδρέου και Βενιζέλος, οφείλουν να ζητήσουν ευθέως από τον ελληνικό λαό να τους δώσει την άδεια να κυβερνήσουν έξω από τα όρια της κανονικότητας και να σταματήσουν να το πράττουν εκ κρυπτώ και στα όρια της συνταγματικής τάξης. Να πουν ρητά ότι θεωρούν ότι έστω και για ένα μικρό διάστημα, η χώρα δεν αντέχει να συνεχίσει να είναι δημοκρατία και να ζητήσουν αυτές τις έκτακτες εξουσίες από τη λαϊκή αντιπροσωπεία, όπως το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει. Αν δεν το κάνουν, οδηγούμαστε, έτσι κι αλλιώς, χωρίς φρένα στον γκρεμό. Η απειλή, ούτως ή άλλως, θα επανέλθει πάλι σε χρόνο μηδέν. Στις αρχές Νοεμβρίου, εκταμιεύεται η δόση. Ωραία: Και στα τέλη Δεκεμβρίου; Τι θα κάνουν; Τι θα συμβεί; Που θα φτάσουν;
Φυσικά όλοι θυμόμαστε ότι πρώτος έθεσε το σχετικό ζήτημα ο «γνωστός» δημοσιογράφος της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, ο Τέλλογλου, που επίσης απαίτησε περιορισμό του Δικαιώματος της Απεργίας:
Όμως, μια κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης, για να είναι τέτοια, οφείλει να έχει στα χέρια της έκτακτες εξουσίες, τις οποίες το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει. Αλλιώς, εξελίσσεται σε ιδιότυπη δικτατορία. Δεν είναι δυνατόν μια κυβέρνηση να αγνοεί το γεγονός ότι απαιτούνται έκτακτες εξουσίες, όταν στην πράξη λειτουργεί συστηματικά και όλο και οξύτερα με αυτό τον τρόπο. Υπάρχουν περίοδοι, που τέτοιες έκτακτες συνθήκες επιβάλλουν έκτακτες εξουσίες: οι πόλεμοι είναι ένα παράδειγμα. Τον πόλεμο, πολλές φορές τον έχουν οξύτατα επικαλεστεί, στους πιο δραματικούς τόνους, τόσο ο πρωθυπουργός όσο και ο υπουργός Οικονομικών και όχι μόνον.
Το άρθρο 48 του Συντάγματος προβλέπει ρητά το πώς και για πόσο η ίδια η Βουλή, μετά από πρόταση της κυβέρνησης, μπορεί να λάβει την απόφαση ότι η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας και να της παράσχει έκτακτες εξουσίες, στις οποίες κατ' ουσίαν αναφέρθηκε πρόσφατα και ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης.
Αφού η κυβέρνηση δεν βλέπει άλλη λύση από αυτό που κάνει για να τα αντιμετωπίσει όλα αυτά, αφού στην πράξη αναστέλλει τα συλλογικά δικαιώματα, αφού θεωρεί κάθε άλλο δρόμο κλειστό και μάλιστα τον απαξιώνει με τον πιο εμφατικό τρόπο, όπως την πρόταση για επαναδιαπραγμάτευση, ας καταφύγει λοιπόν ευθέως εκεί. Ας πάρει την ευθύνη να ζητήσει από τη Βουλή εφαρμογή του άρθρου 48 του Συντάγματος, με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται.
Η «εθνοσωτήριος» κυβέρνηση Παπανδρέου, περιφρονεί βαθύτατα τον ελληνικό λαό που υποτίθεται ότι, ερήμην του και με την πλήρη διαφωνία του, σώζει. Οι κ.κ. Παπανδρέου και Βενιζέλος, οφείλουν να ζητήσουν ευθέως από τον ελληνικό λαό να τους δώσει την άδεια να κυβερνήσουν έξω από τα όρια της κανονικότητας και να σταματήσουν να το πράττουν εκ κρυπτώ και στα όρια της συνταγματικής τάξης. Να πουν ρητά ότι θεωρούν ότι έστω και για ένα μικρό διάστημα, η χώρα δεν αντέχει να συνεχίσει να είναι δημοκρατία και να ζητήσουν αυτές τις έκτακτες εξουσίες από τη λαϊκή αντιπροσωπεία, όπως το Σύνταγμα της χώρας προβλέπει. Αν δεν το κάνουν, οδηγούμαστε, έτσι κι αλλιώς, χωρίς φρένα στον γκρεμό. Η απειλή, ούτως ή άλλως, θα επανέλθει πάλι σε χρόνο μηδέν. Στις αρχές Νοεμβρίου, εκταμιεύεται η δόση. Ωραία: Και στα τέλη Δεκεμβρίου; Τι θα κάνουν; Τι θα συμβεί; Που θα φτάσουν;
Φυσικά όλοι θυμόμαστε ότι πρώτος έθεσε το σχετικό ζήτημα ο «γνωστός» δημοσιογράφος της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, ο Τέλλογλου, που επίσης απαίτησε περιορισμό του Δικαιώματος της Απεργίας:
Το τίμημα της εκλογής! Κατ αρχήν
γράφω "βασικό κορμό" το ΠΑΣΟΚ , αρά δεν θα είναι μόνο ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ
ψηφίστηκε τον Οκτώβριο για να εφαρμόσει μία άλλη πολιτική από αυτή που τώρα
χρειάζεται ο τόπος. Το ΠΑΣΟΚ δεν διαθέτει δημοκρατική νομιμοποίηση για τα μέτρα
που θα ανακοινωθούν τα επόμενα 24ωρα. Να κάνουμε εκλογές; Δεν είμαστε
αυτόχειρες. Αρά τι μένει; Μία κυβέρνηση σαν και εκείνη του Κωνσταντίνου
Καραμανλή τον Ιούλιο του 1974 , από όλους τους πολιτικούς χώρους.
Η κυβέρνηση αυτή πρέπει να έχει
έκτακτες εξουσίες ,για να το πω πιο απλά η χώρα είναι σε κατάσταση έκτακτης
ανάγκης χωρίς δικτατορία αλλά ορισμένα άρθρα του συντάγματος πρέπει να βγουν
"εκτός" η να ερμηνευτούν ανάλογα. Εκδηλώσεις σαν κι εκείνες του ΠΑΜΕ
στον Πειραιά πρέπει να δίνεται η δυνατότητα κηρύσσονται αμέσως παράνομες με
διαδικασίες αυτοφώρου, πρέπει να περιοριστεί το δικαίωμα της απεργίας αλλά και
της διαμαρτυρίας σε ευαίσθητους τομείς (πχ πιλότοι της πολεμικής αεροπορίας
,απεργία εκπαιδευτικών μέσα στις εξετάσεις ). Στο Βέλγιο πριν μερικά χρόνια μία
τέτοια κυβέρνηση συνασπισμού προχώρησε σε αναστολή ορισμένων συνταγματικών
διατάξεων για ένα διάστημα .
Ο κ Παπανδρέου είναι ακατάλληλος
για να ηγηθεί μιας τέτοιας κυβέρνησης "εθνικής ανάγκης", μπορεί να
είναι αντιπρόεδρος της και υπουργός των Εξωτερικών αλλά επικεφαλής πρέπει να
είναι κάποιος που να μην διστάζει μπροστά σε όποιο κόστος. Η μόνη προϋπόθεση
που θέτει η κοινωνία είναι να μοιραστεί το βάρος δίκαια.
Πιστεύουμε, ότι αν σε κάτι δικαιώθηκε ο Γ.Παπανδρέου είναι στο προεκλογικό δίλημμα που έθεσε: «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα».
Πιστεύουμε, ότι αν σε κάτι δικαιώθηκε ο Γ.Παπανδρέου είναι στο προεκλογικό δίλημμα που έθεσε: «Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα».
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ ΗΡΘΕ Ο ΠΑΠΑΔΗΜΟΣ,
ΕΚΛΕΚΤΟΣ ΤΡΑΠΕΖΙΤΩΝ, ΤΟΚΟΓΛΥΦΩΝ, ΤΡΟΙΚΑΣ Ε.Ε.-ΔΝΤ, ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΩΝ
Σύμφωνα με τον Νικόλα Βαγδούτη «Ο κλασικός ορισμός του κράτους έκτακτης ανάγκης είναι: η προσπάθεια του κράτους να διατηρήσει την υπάρχουσα έννομη τάξη διά της αναστολής της και της αναθέσεως όλων των αρμοδιοτήτων στην εκτελεστική εξουσία. Είναι η επιλογή του κράτους, όταν ο κοινωνικός ανταγωνισμός οξύνεται τόσο που τίθεται πλέον, ρητά ή άρρητα, το ζήτημα της εξουσίας. Τότε, το κράτος επιλέγει να μην εκπροσωπήσει μόνο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του αστικού μπλοκ διά της ηγεμονίας και της εμφάνισής του ως εκπροσώπου του «γενικού συμφέροντος της κοινωνίας», αλλά αφενός να ταυτιστεί με τις βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις της αστικής τάξης, και αφετέρου να διεξαγάγει νόμιμο εμφύλιο πόλεμο έναντι του «εσωτερικού εχθρού» που εκπροσωπεί τις λαϊκές τάξεις. Η κύρια μορφή που παίρνει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η συνταγματική: η συμπερίληψή της στο Σύνταγμα, ως δυνατότητας της εκτελεστικής εξουσίας να αναστέλλει σε περιόδους κρίσης ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, καθώς και τη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Έτσι, το κράτος έκτακτης ανάγκης, που ουσιαστικά αναστέλλει το Σύνταγμα, είναι συνταγματικά νόμιμο. Εδώ ακριβώς έγκειται αφενός η φιλελεύθερη πρόσληψη της πολιτικής και αφετέρου η τραγική ιστορική της απόληξη. Η πολιτική και οι μορφές που παίρνει πρέπει να εξαντλούνται, κατά τη φιλελεύθερη πρόσληψη, στο θεσμικό πλαίσιο που θέτει το υφιστάμενο θετικό δίκαιο και η έννοια της νομιμότητας. Αυτή η πρόσληψη της πολιτικής, ως οριζόμενης αποκλειστικά από το συνταγματικό πλαίσιο και υπαγόμενης τελικά σ’ αυτό, οδηγεί στην προσπάθεια να ενταχθούν όλες οι στιγμές, ακόμη και οι στιγμές της πολιτικής ανισορροπίας, στην έννοια της νομιμότητας. Όμως, συμπεριλαμβάνοντας και τη στιγμή της έκτακτης ανάγκης της προσδίδουν «ένα επίχρισμα νομιμότητας, το οποίο επιτρέπει στην εκτελεστική εξουσία να κάνει ουσιαστικά ό,τι θέλει, και την ίδια στιγμή να επικαλείται τη νομιμοποίηση που της παρέχει το θετικό δίκαιο» (D. Dyzenhaus)Ιστορικά, πρακτική απόληξη αυτής της συμπερίληψης υπήρξε το Σύνταγμα της Βαϊμάρης. Η συνεχής χρήση του αντίστοιχου άρθρου 48 από την εκτελεστική εξουσία (με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την πραξικοπηματική ανατροπή της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Πρωσίας από τον Πρόεδρο και το ότι το Κοινοβούλιο δεν λειτουργούσε από το 1930) αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα που βοήθησε τον Χίτλερ να ανέλθει νόμιμα στην εξουσία. Σύμφωνα με την εύγλωττη φράση του Σμιτ, «κανένα Σύνταγμα στη Γη δεν είχε με τόση ευκολία νομιμοποιήσει ένα πραξικόπημα όπως το Σύνταγμα της Βαϊμάρης». Και, ασφαλώς, δεν έχουμε να κάνουμε με λανθασμένη χρήση του άρθρου 48, που κατέληξε στην άνοδο του Χίτλερ. Ήταν επιλογή του αστικού πολιτικού προσωπικού να χρησιμοποιήσει το κράτος έκτακτης ανάγκης (σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης με τεράστια ανεργία, που οδήγησε σε αλματώδη άνοδο τόσο του κομμουνιστικού όσο και του ναζιστικού κόμματος και πολιτική ανισορροπία), για να διατηρήσει τη σταθερότητα του συστήματος, αποτρέποντας τον «κομμουνιστικό κίνδυνο»
Αυτή η διαδικασία, ωστόσο, δεν αντιστοιχεί επακριβώς στη σημερινή κατάσταση, η οποία μπορεί να περιγραφεί ως εξής: τυπικά νόμιμη κοινοβουλευτική διαδικασία, με κατάργηση όλου του κοινωνικού συμβολαίου που είχε συνταγματοποιηθεί από το 1974. Δεν υπάρχει προσφυγή στο άρθρο 48, και οι πολιτικά κυρίαρχοι δρουν όντως επικυρωτικά διά του θεσμού του Κοινοβουλίου χωρίς να το παρακάμπτουν. Σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι σωστή η κριτική της Ντίνας Τζουβάλα (www.rednotebook.gr/details.php?id=3711), η οποία κάνει τον διαχωρισμό μεταξύ συνταγματικής νομιμότητας και κοινωνικής νομιμοποίησης, υποστηρίζοντας ότι η νέα συγκυβέρνηση είναι τυπικά νόμιμη (καθότι οι αστικές δημοκρατίες λειτουργούν με βάση την «ελεύθερη εντολή» του αντιπροσωπευομένου προς τον αντιπρόσωπο), αλλά υπάρχει δημοκρατική εκτροπή στο βαθμό που δεν είναι κοινωνικά νομιμοποιημένη. Πέραν αυτού, στην πράξη η εκτελεστική εξουσία ουσιαστικά πράττει εντός ενός πλαισίου που είναι «ένας κενός χώρος δικαίου, μια ζώνη ανομίας, που προκύπτει από την ίδια την αναστολή του δικαίου» (Αγκάμπεν). Αυτός ο χώρος χρησιμοποιείται από τους πολιτικά κυρίαρχους για να παράγουν δίκαιο, το οποίο έπειτα συμπεριλαμβάνεται στην έννομη τάξη διά της κοινής νομοθεσίας. Είναι οι νόμοι που ουσιαστικά απολύουν δημόσιους υπαλλήλους ενώ το Σύνταγμα κατοχυρώνει τη μονιμότητα, οι νόμοι που επιτρέπουν τις εκατοντάδες απολύσεις, οι νόμοι που θεσμοθετούν την «εργασιακή εφεδρεία», και η ουσιαστική αναίρεση της βασικής συνταγματικής αρχής του κοινωνικού κράτους. Όλα αυτά επικυρώνονται βέβαια διά της νόμιμης κοινοβουλευτικής διαδικασίας.
Σύμφωνα με τον Νικόλα Βαγδούτη «Ο κλασικός ορισμός του κράτους έκτακτης ανάγκης είναι: η προσπάθεια του κράτους να διατηρήσει την υπάρχουσα έννομη τάξη διά της αναστολής της και της αναθέσεως όλων των αρμοδιοτήτων στην εκτελεστική εξουσία. Είναι η επιλογή του κράτους, όταν ο κοινωνικός ανταγωνισμός οξύνεται τόσο που τίθεται πλέον, ρητά ή άρρητα, το ζήτημα της εξουσίας. Τότε, το κράτος επιλέγει να μην εκπροσωπήσει μόνο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα του αστικού μπλοκ διά της ηγεμονίας και της εμφάνισής του ως εκπροσώπου του «γενικού συμφέροντος της κοινωνίας», αλλά αφενός να ταυτιστεί με τις βραχυπρόθεσμες επιδιώξεις της αστικής τάξης, και αφετέρου να διεξαγάγει νόμιμο εμφύλιο πόλεμο έναντι του «εσωτερικού εχθρού» που εκπροσωπεί τις λαϊκές τάξεις. Η κύρια μορφή που παίρνει η κατάσταση έκτακτης ανάγκης είναι η συνταγματική: η συμπερίληψή της στο Σύνταγμα, ως δυνατότητας της εκτελεστικής εξουσίας να αναστέλλει σε περιόδους κρίσης ατομικές και πολιτικές ελευθερίες, καθώς και τη λειτουργία του Κοινοβουλίου. Έτσι, το κράτος έκτακτης ανάγκης, που ουσιαστικά αναστέλλει το Σύνταγμα, είναι συνταγματικά νόμιμο. Εδώ ακριβώς έγκειται αφενός η φιλελεύθερη πρόσληψη της πολιτικής και αφετέρου η τραγική ιστορική της απόληξη. Η πολιτική και οι μορφές που παίρνει πρέπει να εξαντλούνται, κατά τη φιλελεύθερη πρόσληψη, στο θεσμικό πλαίσιο που θέτει το υφιστάμενο θετικό δίκαιο και η έννοια της νομιμότητας. Αυτή η πρόσληψη της πολιτικής, ως οριζόμενης αποκλειστικά από το συνταγματικό πλαίσιο και υπαγόμενης τελικά σ’ αυτό, οδηγεί στην προσπάθεια να ενταχθούν όλες οι στιγμές, ακόμη και οι στιγμές της πολιτικής ανισορροπίας, στην έννοια της νομιμότητας. Όμως, συμπεριλαμβάνοντας και τη στιγμή της έκτακτης ανάγκης της προσδίδουν «ένα επίχρισμα νομιμότητας, το οποίο επιτρέπει στην εκτελεστική εξουσία να κάνει ουσιαστικά ό,τι θέλει, και την ίδια στιγμή να επικαλείται τη νομιμοποίηση που της παρέχει το θετικό δίκαιο» (D. Dyzenhaus)Ιστορικά, πρακτική απόληξη αυτής της συμπερίληψης υπήρξε το Σύνταγμα της Βαϊμάρης. Η συνεχής χρήση του αντίστοιχου άρθρου 48 από την εκτελεστική εξουσία (με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την πραξικοπηματική ανατροπή της σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Πρωσίας από τον Πρόεδρο και το ότι το Κοινοβούλιο δεν λειτουργούσε από το 1930) αποτέλεσε καθοριστικό παράγοντα που βοήθησε τον Χίτλερ να ανέλθει νόμιμα στην εξουσία. Σύμφωνα με την εύγλωττη φράση του Σμιτ, «κανένα Σύνταγμα στη Γη δεν είχε με τόση ευκολία νομιμοποιήσει ένα πραξικόπημα όπως το Σύνταγμα της Βαϊμάρης». Και, ασφαλώς, δεν έχουμε να κάνουμε με λανθασμένη χρήση του άρθρου 48, που κατέληξε στην άνοδο του Χίτλερ. Ήταν επιλογή του αστικού πολιτικού προσωπικού να χρησιμοποιήσει το κράτος έκτακτης ανάγκης (σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης με τεράστια ανεργία, που οδήγησε σε αλματώδη άνοδο τόσο του κομμουνιστικού όσο και του ναζιστικού κόμματος και πολιτική ανισορροπία), για να διατηρήσει τη σταθερότητα του συστήματος, αποτρέποντας τον «κομμουνιστικό κίνδυνο»
Αυτή η διαδικασία, ωστόσο, δεν αντιστοιχεί επακριβώς στη σημερινή κατάσταση, η οποία μπορεί να περιγραφεί ως εξής: τυπικά νόμιμη κοινοβουλευτική διαδικασία, με κατάργηση όλου του κοινωνικού συμβολαίου που είχε συνταγματοποιηθεί από το 1974. Δεν υπάρχει προσφυγή στο άρθρο 48, και οι πολιτικά κυρίαρχοι δρουν όντως επικυρωτικά διά του θεσμού του Κοινοβουλίου χωρίς να το παρακάμπτουν. Σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι σωστή η κριτική της Ντίνας Τζουβάλα (www.rednotebook.gr/details.php?id=3711), η οποία κάνει τον διαχωρισμό μεταξύ συνταγματικής νομιμότητας και κοινωνικής νομιμοποίησης, υποστηρίζοντας ότι η νέα συγκυβέρνηση είναι τυπικά νόμιμη (καθότι οι αστικές δημοκρατίες λειτουργούν με βάση την «ελεύθερη εντολή» του αντιπροσωπευομένου προς τον αντιπρόσωπο), αλλά υπάρχει δημοκρατική εκτροπή στο βαθμό που δεν είναι κοινωνικά νομιμοποιημένη. Πέραν αυτού, στην πράξη η εκτελεστική εξουσία ουσιαστικά πράττει εντός ενός πλαισίου που είναι «ένας κενός χώρος δικαίου, μια ζώνη ανομίας, που προκύπτει από την ίδια την αναστολή του δικαίου» (Αγκάμπεν). Αυτός ο χώρος χρησιμοποιείται από τους πολιτικά κυρίαρχους για να παράγουν δίκαιο, το οποίο έπειτα συμπεριλαμβάνεται στην έννομη τάξη διά της κοινής νομοθεσίας. Είναι οι νόμοι που ουσιαστικά απολύουν δημόσιους υπαλλήλους ενώ το Σύνταγμα κατοχυρώνει τη μονιμότητα, οι νόμοι που επιτρέπουν τις εκατοντάδες απολύσεις, οι νόμοι που θεσμοθετούν την «εργασιακή εφεδρεία», και η ουσιαστική αναίρεση της βασικής συνταγματικής αρχής του κοινωνικού κράτους. Όλα αυτά επικυρώνονται βέβαια διά της νόμιμης κοινοβουλευτικής διαδικασίας.
Από τυπικής απόψεως λοιπόν,
δεν έχουμε ακόμα κράτος έκτακτης ανάγκης, καθώς δεν έχει ανασταλεί η
λειτουργία του Κοινοβουλίου. Όμως, ουσιαστικά, έχουμε κατάσταση έκτακτης
ανάγκης: τεράστια ιδεολογική τρομοκρατία, στο όνομα του χρέους, την οποία
χρησιμοποιούν ανοιχτά οι πολιτικά κυρίαρχοι ως κεντρικό επιχείρημά
τους, ώστε να παρακάμπτουν όλο το συνταγματοποιημένο κοινωνικό συμβόλαιο, ενώ
χρησιμοποιούν το θετικό δίκαιο μόνο στις διαδικασίες επικύρωσης των
αποφάσεων τους. Γράφει ο Σεραφείμ Μάξιμος στο Κοινοβούλιο ή δικτατορία, για την
περίοδο του Μεσοπολέμου: «Η δικτατορία είναι φορέας και στυλοβάτης του
κοινοβουλευτισμού και ο κοινοβουλευτισμός φορέας της δικτατορίας· το αποτέλεσμα
είναι ένας ιδιότυπος κοινοβουλευτικός ολοκληρωτισμός». Μ’ αυτή τη φράση
θέλει να τονίσει ότι ο θεσμός του Κοινοβουλίου –και άρα η τυπική
δημοκρατία– δεν σηματοδοτεί απαραιτήτως την «κανονική» λειτουργία της
αστικής δημοκρατίας, καθώς το κεφάλαιο, σε συνθήκες κρίσης, μπορεί να
χρησιμοποιήσει ακόμη και το Κοινοβούλιο με τους δικούς του όρους.
Στο σημείο αυτό βρισκόμαστε και
σήμερα: η προσπάθεια επικράτησης των πολιτικά κυρίαρχων έξω από τη
λογική της νομιμότητας (ή στα όριά της), σίγουρα πάντως έξω από τα όρια της
κοινωνικής νομιμοποίησης. Ειδικά σε συνθήκες κρίσης, ο γάμος μεταξύ
καπιταλισμού και δημοκρατίας δεν ευοδώνεται, και έτσι οι νομικές διατάξεις
(αυτές που συνίσταντο στην αποτύπωση αυτού του συμβιβασμού, όπως η προστασία
της εργασίας και το κοινωνικό κράτος) μοιάζουν πλέον κουρελόχαρτα, μπροστά στο
«υπαρξιακό» ζήτημα του χρέους. Όποιος δεν υποχωρεί σε «υπαρξιακά» ζητήματα, για
τα οποία ο λαός δεν δικαιούται να αποφασίζει ο ίδιος ως κυρίαρχος,
γίνεται ο ίδιος ύψιστος εχθρός. Ο συνταγματολόγος κ. Βενιζέλος,
ακολουθώντας προφανώς τις αναλύσεις του Σμιτ, δήλωσε ευθαρσώς ότι η
δημοκρατία συνίσταται αποκλειστικά στην εξεύρεση μεγαλύτερης κοινοβουλευτικής
πλειοψηφίας, καθότι ο λαός δεν μπορεί να αποφασίζει κυρίαρχα για ένα ζήτημα
υπαρξιακό όπως το χρέος.
Οι «από τα κάτω» είναι όμως πλέον επικίνδυνοι, όπως φάνηκε στις 19-20 και τις 28 Οκτωβρίου — γι’ αυτό και το αστικό πολιτικό προσωπικό ενοποιήθηκε αμέσως. Ο Αγκάμπεν, αντλώντας από τον μεσσιανισμό του Μπένγιαμιν, λέει ότι σε μια τέτοια συνθήκη κρίσης είναι λάθος να προσλαμβάνουμε την έκτακτη ανάγκη ως κατάσταση εξαίρεσης από το νόμο που μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο οι πολιτικά κυρίαρχοι, και προτρέπει στην «αληθινή» κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που θα προκαλέσουν οι ίδιοι οι «από κάτω»: οι «από τα κάτω» δεν μπορούν πλέον να μιλούν με τη γλώσσα του θετικού δικαίου και του γράμματος του Συντάγματος, όταν ακόμη και το αστικό κράτος την έχει εγκαταλείψει. Aυτό είναι εμφανές, ακόμα και από τις άναρθρες κραυγές κατά του Κοινοβουλίου ή το συνολικό αίτημα που βγήκε, έστω και αντιφατικά, από τις πλατείες: περισσότερη και πραγματική δημοκρατία. Αυτό το αίτημα βγήκε λόγω της προαναφερθείσα καταπάτησης του Συντάγματος αλλά και λόγω της λειτουργίας της Βουλής, που ενώ αποφασίζει με νόμιμο τρόπο δεν αποτυπώνει ούτε κατ’ ελάχιστο τη λαϊκή βούληση.
Γι’ αυτό και εμείς, ειδικά σήμερα, δεν μπορούμε να υπερασπιζόμαστε γενικά τη δημοκρατία με τη μορφή της συνταγματικής νομιμότητας (ή, τουλάχιστον, δεν μπορούμε να κάνουμε μόνο αυτό). Ας προτάξουμε λοιπόν εμείς τη δημοκρατία. Όχι τη δική τους δημοκρατία, τη δημοκρατία της λειψής συμμετοχής που δεν αποτυπώνεται πουθενά στο πολιτικό επίπεδο, τη δημοκρατία της τυπικής ισότητας (ευκαιριών) και της τυπικής ελευθερίας (των συμβάσεων) που οδηγεί στην παντοδυναμία των αγορών και στην τελική χρεοκοπία του λαού, αλλά την πραγματική δημοκρατία: τη δημοκρατία που προϋποθέτει πραγματική ισότητα, ελευθερία και δικαιοσύνη. Τη δημοκρατία δηλαδή που προϋποθέτει ενεργή συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα και δεν σταματάει μπροστά στην πύλη του εργοστασίου, αλλά διαπερνάει όλες τις κοινωνικές σχέσεις, ακόμη και τις παραγωγικές.
ΥΓ. Την Πέμπτη, ο Α. Ανδριανόπουλος ζήτησε ο νέος πρωθυπουργός να παίρνει μέτρα εν λευκώ, χωρίς την έγκριση του Κοινοβουλίου. Η γλώσσα λοιπόν της κατάστασης έκτακτης ανάγκης προσεγγίζει πλέον και το γράμμα του άρθρου 48. Οι Άγγλοι αυτό το ονομάζουν slippery slope. Εν ολίγοις, αν ο λαός αποδεχτεί την τρομοκρατική αυτή γλώσσα, ο κατήφορος δεν θα έχει τέλος.
Οι «από τα κάτω» είναι όμως πλέον επικίνδυνοι, όπως φάνηκε στις 19-20 και τις 28 Οκτωβρίου — γι’ αυτό και το αστικό πολιτικό προσωπικό ενοποιήθηκε αμέσως. Ο Αγκάμπεν, αντλώντας από τον μεσσιανισμό του Μπένγιαμιν, λέει ότι σε μια τέτοια συνθήκη κρίσης είναι λάθος να προσλαμβάνουμε την έκτακτη ανάγκη ως κατάσταση εξαίρεσης από το νόμο που μπορούν να χρησιμοποιούν μόνο οι πολιτικά κυρίαρχοι, και προτρέπει στην «αληθινή» κατάσταση έκτακτης ανάγκης, που θα προκαλέσουν οι ίδιοι οι «από κάτω»: οι «από τα κάτω» δεν μπορούν πλέον να μιλούν με τη γλώσσα του θετικού δικαίου και του γράμματος του Συντάγματος, όταν ακόμη και το αστικό κράτος την έχει εγκαταλείψει. Aυτό είναι εμφανές, ακόμα και από τις άναρθρες κραυγές κατά του Κοινοβουλίου ή το συνολικό αίτημα που βγήκε, έστω και αντιφατικά, από τις πλατείες: περισσότερη και πραγματική δημοκρατία. Αυτό το αίτημα βγήκε λόγω της προαναφερθείσα καταπάτησης του Συντάγματος αλλά και λόγω της λειτουργίας της Βουλής, που ενώ αποφασίζει με νόμιμο τρόπο δεν αποτυπώνει ούτε κατ’ ελάχιστο τη λαϊκή βούληση.
Γι’ αυτό και εμείς, ειδικά σήμερα, δεν μπορούμε να υπερασπιζόμαστε γενικά τη δημοκρατία με τη μορφή της συνταγματικής νομιμότητας (ή, τουλάχιστον, δεν μπορούμε να κάνουμε μόνο αυτό). Ας προτάξουμε λοιπόν εμείς τη δημοκρατία. Όχι τη δική τους δημοκρατία, τη δημοκρατία της λειψής συμμετοχής που δεν αποτυπώνεται πουθενά στο πολιτικό επίπεδο, τη δημοκρατία της τυπικής ισότητας (ευκαιριών) και της τυπικής ελευθερίας (των συμβάσεων) που οδηγεί στην παντοδυναμία των αγορών και στην τελική χρεοκοπία του λαού, αλλά την πραγματική δημοκρατία: τη δημοκρατία που προϋποθέτει πραγματική ισότητα, ελευθερία και δικαιοσύνη. Τη δημοκρατία δηλαδή που προϋποθέτει ενεργή συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα και δεν σταματάει μπροστά στην πύλη του εργοστασίου, αλλά διαπερνάει όλες τις κοινωνικές σχέσεις, ακόμη και τις παραγωγικές.
ΥΓ. Την Πέμπτη, ο Α. Ανδριανόπουλος ζήτησε ο νέος πρωθυπουργός να παίρνει μέτρα εν λευκώ, χωρίς την έγκριση του Κοινοβουλίου. Η γλώσσα λοιπόν της κατάστασης έκτακτης ανάγκης προσεγγίζει πλέον και το γράμμα του άρθρου 48. Οι Άγγλοι αυτό το ονομάζουν slippery slope. Εν ολίγοις, αν ο λαός αποδεχτεί την τρομοκρατική αυτή γλώσσα, ο κατήφορος δεν θα έχει τέλος.
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ ΦΤΑΣΑΜΕ Η ΑΘΗΝΑ ΝΑ
ΜΟΙΑΖΕΙ ΜΕ ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΗ ΠΟΛΗ
Το πρωί της Παρασκευής η Αθήνα θύμιζε Ραμάλα καθώς η ΕΛ.ΑΣ.
είχε αποκλείσει μια τεράστια περιοχή γύρω από τα Εξάρχεια για να εκκενώσει τα
υπό κατάληψη κτίρια του κινηματογράφου ΒΟΞ και ενός ακόμα στην οδό Βαλτεψίου,
χωρίς να λείψει φυσικά η αναίτια άσκηση βίας των αστυνομικών οργάνων και οι
προσαγωγές. Ως πρόσχημα, οι υφιστάμενοι του υπουργού κρατικής βίας και
χαφιεδισμού Χρυσοχοίδη επικαλέστηκαν αίτημα του ΙΚΑ, για να
αποκρύψουν ότι πρόκειται για μια καλά οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση
εκφοβισμού που εντάσσεται σε ευρύτερο επιχειρησιακό και πολιτικό σχέδιο.
Θυμίζουμε ότι στις
12 Απριλίου, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ιωάννης Τέντες, με εγκύκλιο,
κάλεσε τους εισαγγελείς να ακολουθούν την αυτόφωρη διαδικασία σε καταλήψεις
πανεπιστημίων και άλλων δημόσιων κτιρίων, εφόσον έχουν διαπιστωθεί φθορές, ενώ
να διερευνάται και η στάση των υπευθύνων των κτιρίων, οι οποίοι φέρουν ποινικές
ευθύνες σε περίπτωση ανοχής.
Η επίθεση αυτή της κυβέρνησης ενάντια σε χώρους αυτοοργάνωσης
με ευρύτερους πολιτικούς και κοινωνικούς προσανατολισμούς είναι αλυσίδα του
σχεδίου αντιμετώπισης με όρους εσωτερικού εχθρού του κόσμου της εργασίας και
των κοινωνικών κινημάτων. Δυστυχώς επιβεβαιωνόμαστε, καθώς εκτιμούσαμε ότι η
κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να εφαρμόσει τα σύγχρονα δόγματα Άμυνας-Ασφάλειας
που στοχοποιούν τον εργαζόμενο λαό μας και τους μετανάστες ως ασύμμετρη απειλή.
Ολοένα
συχνότερα η Αθήνα θυμίζει κατεχόμενη πόλη.
Η αλυσίδα του κρατικού αυταρχισμού που ζώνει πλέον τις ζωές μας έχει βαρείς
κρίκους την αστυνομική επιχείρηση της 25ης Μαρτίου, τα πογκρόμ κατά
των μεταναστών και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τη δολοφονική βία κατά
διαδηλωτών και δημοσιογράφων στο Σύνταγμα, τις εφόδους των Πραιτοριανών στις
εργατικές κινητοποιήσει και στον αστυνομικό αποκλεισμό της Νομικής Σχολής
Αθηνών εφαρμόζοντας την κατάργηση του Πανεπιστημιακού Ασύλου, την απαγόρευση
των ίδιων των κοινωνικών αγώνων και των συλλαλητηρίων που ως αιχμή του δόρατος
έχει το δήμαρχο Αθήνας Καμίνη.
Πλέον
συνειδητοποιούν όλοι ότι την επέτειο της 21ης Απριλίου οι
εργαζόμενοι δεν έχουν και πολλά να γιορτάσουν. Το εργατικό και νεολαιίστικο
κίνημα δε βρίσκονται μπροστά σε μια δημοκρατική εκτροπή, αλλά βιώνουν με
απροκάλυπτο τρόπο όλη την ουσία του σύγχρονου Κοινοβουλευτικού Ολοκληρωτισμού.
Η
ακραία αντεργατική πολιτική έχει συστατικό της στοιχείο την ακραία κρατική βία.
Η εφαρμογή των αντεργατικών και κοινωνικών μέτρων που εκτινάσσουν την
εκμετάλλευση μας και τα ποσοστά των κερδών του κόσμου του πλούτου, η
ανυποχώρητη επιβολή του Μνημονίου απαιτούν το κράτος του Μπάτσου και του Χαφιέ,
την χρήση του στρατού αν χρειαστεί. Μόνο που δε θα τον κατεβάσουν στο δρόμο
συνταγματάρχες, αλλά αστοί πολιτικοί των ΠΑΣΟΚ-ΝΔ-ΛΑΟΣ και η Τρόικα Ε.Ε.-ΔΝΤ,
οι υπάλληλοι των τραπεζών, εφοπλιστών, κατασκευαστών, τοκογλύφων, του εμπορικού
και επιχειρηματικού κόσμου που πραξικοπηματικά φέρνει σε κάθε εργασιακό χώρο
καταστάσεις γαλέρας.
Απαιτείται
τώρα το εργατικό κίνημα να πάρει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες
αντίστασης-ρήξης-ανατροπής. Να επιδείξει τη μεγαλύτερη ενότητα του κόσμου της
εργασίας, Ελλήνων και μεταναστών ενάντια στον κοινό εχθρό, την κυβέρνηση, την
Ε.Ε. και τα αστικά συμφέροντα που εξυπηρετούν.
Ο
αγώνας ενάντια στην αντεργατική λαίλαπα, τον κρατικό αυταρχισμό και τους πολεμικούς
τυχοδιωκτισμούς είναι αλληλένδετος. Το μεγάλο συλλαλητήριο
ενάντια στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Τρίτης 24 Απριλίου, στις 6.00 στην
Ομόνοια θα πρέπει να αποτελέσει την πρώτη απάντηση στον κτηνώδη Κοινοβουλευτικό
Ολοκληρωτισμό που δεν αλλάζει , δεν μεταρρυθμίζεται, αλλά επαναστατικά
ανατρέπεται.
Το δίλημμα έχει τεθεί:
Ή Ανατροπή του βάρβαρου Αστικού Καθεστώτος Εξουσίας, της Ε.Ε.
και του ΔΝΤ
Ή Κοινοβουλευτικός Ολοκληρωτισμός και Αστυνομικό Κράτος Διαρκούς Έκτακτης Ανάγκης.
Ή Κοινοβουλευτικός Ολοκληρωτισμός και Αστυνομικό Κράτος Διαρκούς Έκτακτης Ανάγκης.
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ
ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ.
6932 955437
diktiospartakos.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου