Ο αριθμός των
ενημερωμένων / μυημένων στην οργάνωση (που είχε ως σκοπό με την έκρηξη
κινήματος στο Πολεμικό Ναυτικό να ανατρέψει το δικτατορικό καθεστώς) ανέρχεται
στους 207. [1] Τόσοι
έχουν εντοπισθεί μέχρι στιγμής από έρευνα σε αρχεία και μαρτυρίες. Οι
συλληφθέντες τον Μάιο του 1073 ήταν εβδομήντα εννέα (79) εκ των οποίων οι
εβδομήντα τρεις στρατιωτικοί. Οι υπόλοιποι μέχρι τους 207 έχουν προκύψει από
τις καταθέσεις των συλληφθέντων, και άρθρα τους αργότερα στη μεταπολίτευση. Η
έρευνα που έγινε δεν επεκτάθηκε ούτε σε όλους της οργάνωσης, ούτε τέθηκε στόχος
να διαπιστωθεί, πόσοι γνώριζαν για το σχεδιαζόμενο κίνημα. Από νωρίς έγινε
αντιληπτό πως ο αριθμός και των ενημερωμένων και των μυημένων ήταν πολύ
μεγαλύτερος, όσων είχαν συλληφθεί.
Μερικοί από
τους ΄΄ενημερωμένους΄΄ δραστηριοποιήθηκαν λίγο πριν τις συλλήψεις προς
υλοποίηση της σχεδίασης του ΄΄κινήματος΄΄, περισσότερο από τους υπόλοιπους των μυημένων
(π.χ. Σταματίου, Γαρδικιώτης κ.ά.). Αυτό έγινε κυρίως από τους καθορισμένους να
προετοιμάσουν τα πλοία για τον απόπλου, με προμήθεια εφοδίων, με την
ενεργοποίηση των εγκαταστάσεων πρόωσης για κίνηση του πλοίου, με την επαναφορά
των πληρωμάτων στα πλοία κ.ο.κ.
Επειδή δεν πραγματοποιήθηκε η τελική φάση, δηλαδή
ο απόπλους των πλοίων, η υπόθεση που εξετάζουμε δεν περιλαμβάνει ΄΄κίνημα΄΄,
όπως τουλάχιστον το θέλουν και το περιγράφουν τα λεξικά και οι εγκυκλοπαίδειες.
Εκτός βέβαια του Α/Τ ΒΕΛΟΣ όπου πράγματι έχουμε ΄΄ενέργεια πολιτική, συλλογική, μεθοδευμένη, ξαφνική, τολμηρή,
αποφασιστική, έντονη΄΄. Ως τέτοια παρασύρει και την υπόλοιπη οργάνωση,
προσδίδοντας στην όλη υπόθεση τη διάσταση που της αποδόθηκε και που δεν θα
είχε, εάν δεν συνέβαινε ότι συνέβη με το αντιτορπιλικό αυτό.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας και ο κατασταλτικός
μηχανισμός του καθεστώτος, που απέτρεψαν την εκδήλωση του κινήματος, (το οποίο
ήδη είχε ματαιωθεί από τους ίδιους τους ΄΄συνωμότες΄΄), ήταν οι εξής:
- ο διευθυντής του ΓΕΝ/Α2
αντιπλοίαρχος Π. Νικολόπουλος και ο πλωτάρχης Κούβαρης υπασπιστής του
Παπαδόπουλου,
- τρεις πιστοί στη χούντα αξιωματικοί του
ΠΝ, ανεξάρτητα που υπηρετούσαν (Καμαρινέας, Γκίκας, Αβραμόπουλος),
- το ΕΑΤ/ΕΣΑ με κύριο
εκπρόσωπο τον ταγματάρχη Μ.Γκίζα και ομάδα στρατιωτών και
- οι ΟΑΝ (Ομάδες Ασφαλείας
Ναυτικού) που στελεχώνονται στη συνέχεια με τους πλωτάρχη Γαβρά,
ανθυποπλοίαρχο Κωβαίο και ανθυπασπιστή Αντωνάκο.
Από τις
καταθέσεις Καμαρινέα, Νικολόπουλου, Αβραμόπουλου, Γκίζα και Κούβαρη στον
ανακριτή Σκεμπέα προκύπτει, ποιοι συμμετείχαν στις συσκέψεις και κινήσεις για
αποτροπή του κινήματος και τις συλλήψεις. Παράλληλα εάν συγκρίνει κανείς την
κατάθεση και συνέντευξη Νικολόπουλου (του διευθυντή του Α2 του Αρχηγείου
Ναυτικού και κυριότερου στελέχους της χούντας) με άλλες καταθέσεις, όπου
αναφέρεται μεταξύ των άλλων και η ρίψη προειδοποιητικού σημειώματος, ότι το
΄΄κίνημα΄΄ ήταν γνωστό, συμπεραίνει πως αυτό το σημείωμα ήταν επιλογή και
κίνηση του ΓΕΝ/Α2 δηλαδή του Νικολόπουλου. Σύμφωνα με την κατάθεση του Αργυρίου (30-5-1973) την επομένη της
εξάρθρωσης (δηλαδή στις 23 Μαίου) σε επιθεώρηση που έκανε ο ίδιος ως αρμόδιος
λόγω των καθηκόντων του στο ΝΣ, διαπίστωσε απέναντι από το Ναύσταθμο «...σοβαροτάτην
δύναμιν πυρός, ήτις περιέβαλλε τον Ναύσταθμον....έναντι του Ναυστάθμου
διεπίστωσα ύπαρξιν καμουφλαρισμένων πυροβόλων...». Κανείς άλλος και πουθενά
δεν αναφέρει, πως ο Ναύσταθμος ήταν υπό την απειλή πυροβόλων. Τα οποία εάν
πράγματι ήταν απέναντι της Σαλαμίνας, βρίσκονταν εκεί μόνιμα για να ελέγχουν το
δίαυλο, απ’ όπου τα πλοία του ναυτικού εισέρχονται και εξέρχονται του
Ναυστάθμου.
Ορισμένοι τίθενται σε συναγερμό για
έρευνα-αντιμετώπιση του επερχομένου κινήματος από τις απογευματινές ώρες της 21ης
Μαίου. Πουθενά δεν εμφανίζεται στο ανακριτικό υλικό, πως η ΚΥΠ ή άλλες
υπηρεσίες γνώριζαν για την οργάνωση αυτή ή πως συμμετείχαν στην αποτροπή και
τις συλλήψεις. Επίσης η αστυνομία και η ΓΔΕΑ απουσιάζουν. Η υπόθεση
αντιμετωπίσθηκε αποκλειστικά από τους ΄΄φύλακες της επανάστασης΄΄ μέσα στις ΕΔ.
Ο ταγματάρχης Μιλτιάδης Γκίζας, που
υπηρετούσε στο ΕΑΤ/ΕΣΑ, είναι εκείνος που εμφανίζεται, σύμφωνα με τις
καταθέσεις στον Σκεμπέα, να αναλαμβάνει τις ενέργειες προς τις αντίστοιχες
υπηρεσίες του ναυτικού. Αυτήν την αποστολή αναλαμβάνει μετά σύσκεψη στο ΕΑΤ/ΕΣΑ
στις 21/5/73 ώρα 19.05, όπου συμμετέχει με τον διευθυντή του και άλλους πέντε
αξιωματικούς. Σύμφωνα με την κατάθεσή του, ο διευθυντής τους είπε πως έχουν
περιέλθει «...εις την υπηρεσίαν μας έντονος προειδοποίησις από σοβαρό
πρόσωπο, περί επικειμένου κινήματος εις το ναυτικόν κατά τη νύχτα της
22-23/5/73... από ιδιώτην και προήρχετο από το περιβάλλον εν ενεργεία αξιωματικού
του ναυτικού...» Ειδοποιεί πρώτα τον πλωτάρχη Κούβαρη, υπασπιστή του
αντιβασιλέα για να έρθει σε επαφή με τον αντιπλοίαρχο Π. Νικολόπουλο που είναι
ο διευθυντής του ΓΕΝ/Α2. Συναντώνται στο ΕΑΤ/ΕΣΑ στις εννέα το βράδυ, τον
ενημερώνει και σε δύο ώρες ο Νικολόπουλος φέρνει πίνακα με αξιωματικούς, που
κατά την κρίση του συμμετέχουν στη ΄΄συνομωσία΄΄. Παρακολουθούν αμέσως τέσσερις
από το ναυτικό και δύο από το στρατό με άνδρες της ΕΣΑ και των ΟΑΝ.
Σε λίγες ώρες το πρωί στις 0830 της 22/5 από
συνεκτίμηση των στοιχείων και πληροφοριών, που έχουν εν τω μεταξύ συγκεντρώσει,
καταλήγουν στον αξιωματικό απ’ όπου προέρχεται η πληροφορία. Το ίδιο απόγευμα
νέα πληροφορία «...πλέον συγκεκριμένη της προηγουμένης....» αφού
εντοπίζεται και ως ώρα του κινήματος η 23.00 έως 02.00 της ίδιας ημέρας.
Φαίνεται πως πράγματι ο υπαξιωματικός του ναυτικού Ψαριάδης είχε προσπαθήσει
και κατάφερε να δει τον διευθυντή του γραφείου του Παπαδόπουλου για να δώσει
τις πληροφορίες που γνώριζε.
Λέει ο
Νικολόπουλος σε συνέντευξή του στον γράφοντα: «...εμείς στο
ναυτικό … το ξέραμε ότι το κίνημα το είχαν αναβάλει, αλλά ένας υπαξιωματικός
δικός τους πήγε το ανέφερε στο διευθυντή του Παπαδόπουλου..... και μας φώναξε αυτός και λεει "το
ναυτικό απόψε θα κάνει κίνημα" και τέτοια…..Με φώναξε εμένα ο διευθυντής
του γραφείου του Παπαδόπουλου....» Εάν αυτά αληθεύουν, τότε η ομάδα αυτή
λειτούργησε συντονισμένα, γρήγορα, με υψηλή προτεραιότητα στις απαιτήσεις
προσωπικού και μέσων, και έχοντας εξουσιοδότηση και κάλυψη από υψηλά επίπεδα
της χούντας.
Ο Κούβαρης, ήταν δίπλα στον κορυφαίο της
΄΄επανάστασης΄΄, ως υπασπιστής του Παπαδόπουλου, (που είναι πλέον και
αντιβασιλιάς). Φέρεται να αναπτύσσει συντονιστικό ρόλο, αφού αυτός καλεί
σύσκεψη στο γραφείο του στις 1900 της 22ας Μαίου. Στη σύσκεψη συμμετέχουν οι
Γκίκας, Νικολόπουλος, Αραπάκης αλλά και ο επισμηναγός Χρυσάφης ή Χρυσάγης, ο
ταγματάρχης Γκίζας, ακόμα και ο αντιπλοίαρχος Κουσουρής, που συγχρόνως ήταν από
τους αρχαιότερους των μυημένων στην οργάνωση για το κίνημα. Ο Κούβαρης μαζί με
τον Κουσουρή ακολουθούν τον Αραπάκη στο ναύσταθμο, όπου άρχισαν οι ανακρίσεις.
Είναι επομένως βέβαιο, πως υπό την ιδιότητά του ως υπασπιστή ενημερώνει τον
Παπαδόπουλο απ’ ευθείας για τις εξελίξεις. Εξάλλου από την πρώτη στιγμή
αναπτύσσει πρωτοβουλία, ερχόμενος σε επαφή με τους θαλάμους επιχειρήσεων και
τις ναυτικές διοικήσεις. Δηλαδή με τις αρμόδιες υπηρεσίες, που γνώριζαν κάθε
στιγμή για τις περιοχές ευθύνης τους, πού βρίσκεται κάθε πλοίο του ναυτικού.
Μια σύγκριση αυτών των θέσεων με τις αποστολές των πλοίων, που πρέπει συνεχώς
να είναι γνωστές στους φορείς αυτούς, δίνουν συνολική εικόνα του στόλου. Η
διαφορά που μπορεί να προκύπτει από τις αποστολές με την πραγματική εικόνα των
θέσεων τους, δίνει και το τι συμβαίνει στο ναυτικό. Δεν αποκλείονται οι
περιπτώσεις παροχής λανθασμένων στοιχείων σε στίγματα, αλλά δεν υπήρξε τέτοιο
γεγονός, όπως αποδείχτηκε.
Αργότερα θα καταθέσουν στην ανάκριση
(αναθεωρητή Γ΄ Σκεμπέα Γρηγόριο με γραμματέα τον ανθυπασπιστή Δικαστικό
Γραμματέα Αραμπατζόγλου Αντώνιο) ως μάρτυρες από πλευράς των αρχών καταστολής
οι: Αντιπλοίαρχος Νικολόπουλος Παναγιώτης στις 30/5/1973, ταγματάρχης Γκίζας
Μιλτιάδης στις 9/7, πλωτάρχης Κούβαρης Παναγιώτης υπασπιστής αντιβασιλέα στις
9/7, ο πλωτάρχης Καμαρινέας Θρασύβουλος, κυβερνήτης του Α/Τ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ στις
10/7 και ο ανθυποπλοίαρχος Αβραμόπουλος Ανδρέας του ΝΣ/ΔΤ στις 11/7/1973. Οι
καταθέσεις τους συμπληρώνει η μία την άλλη χωρίς λάθη. Τις επίσημες καταθέσεις
ξεκίνησε η μαρτυρία του Νικολόπουλου πριν απ’ όλους, μία εβδομάδα μετά τις
πρώτες συλλήψεις. Κλείνουν στις 11 Ιουλίου με τελευταίες των συλληφθέντων
πολιτικών /ιδιωτών και των τεσσάρων άλλων που συμμετείχαν στην καταστολή
(Καμαρινέα, Κούβαρη, Αβραμόπουλου, Γκίζα).
Οι καταθέσεις όλων των στρατιωτικών μελών της
οργάνωσης παίρνονται μέσα στον Ιούνιο, εκτός κάποιων συμπληρωματικών, που
υπογράφονται τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου. Η σειρά καταθέσεων, (εκτός των
μαρτύρων εκ μέρους του καθεστώτος, που δίνουν στοιχεία περισσότερο ιστορικού
χαρακτήρα, αναγκαία για ολοκλήρωση της εικόνας καταστολής της ΄΄συνομωσίας΄΄)
δεν διαφαίνεται να παίζει κανένα ρόλο στην πορεία της ανάκρισης. Έχει
μεσολαβήσει διάστημα περισσότερο της εβδομάδας, οι προφορικές συζητήσεις, η
τρομοκρατία, τα βασανιστήρια και η δραματική συνέπειά τους στον Μουστακλή, η
έρπουσα απόφαση των συλληφθέντων ΄΄μιλήστε, πέστε τα όλα΄΄ που
κυκλοφόρησε από την αρχή, δίνουν τον
τόνο στις καταθέσεις.
Ανεξάρτητα του ΄΄ηρωικού΄΄ στοιχείου,
διαφαίνεται πως η απόφαση αυτή ήταν σωστή τακτικά. Επέτυχε το στόχο της, που
ήταν να σταματήσουν οι συλλήψεις μπροστά στην έκταση, που εμφανίζεται να έχει η
οργάνωση. Ο Μιλτιάδης Παπαθανασίου σε επιστολή του από 20-1-2004 επισημαίνει
και αυτός, πως το να μιλήσουν ήταν προαποφασισμένο «..Στις συζητήσεις που
κάναμε είχαμε βέβαια αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο να αποκαλυφθεί το κίνημα και
να συλληφθεί κάποιος αριθμός αξιωματικών. Αποφασίσαμε λοιπόν ότι, το καλλίτερο
θα ήταν όλοι στις καταθέσεις που τυχόν θα δίναμε, να αναφέραμε τα ονόματα των
αξιωματικών που ξέραμε ότι συμμετέχουν...». Έτσι εξηγείται γιατί ο
Παπαδόγκωνας, που είναι του αρχικού πυρήνα στην οργάνωση, καταθέτει πίνακες με
τους οργανωμένους ανάλογα με το βαθμό μύησης και την αποστολή του καθενός.
Να δεχτεί κανείς ως σωστή τακτική την απόφαση
να μιλήσουν, αλλά αυτό δεν το έμαθαν όλοι. Δεν το γνώριζε π.χ. ο Στάππας που
βασανίσθηκε. Για να μην αναφέρουμε Μουστακλή και Βαρδάνη. Υπάρχει επομένως
κάποιο θέμα για ευρύτερη συζήτηση πάνω σ’ αυτό. Οργισμένος ο Λύτρας αναφέρεται
στο ζήτημα, μνημονεύοντας το βασανισμό του Μουστακλή, που όχι μόνον δε μίλησε,
αλλά τους έβριζε ενώ τον κτυπούσαν.
Ο υποναύαρχος Παπαθανασίου προσθέτει και έναν
ακόμα λόγο στην απόφαση να αποκαλύψουν στις καταθέσεις τους και τους
υπόλοιπους. Ότι είναι δίκαιο να έχουν την ίδια τύχη τα μέλη της οργάνωσης. Εξ
άλλου ο ίδιος προσθέτει, πως μερικοί που δεν συνελήφθησαν, εύχονταν αργότερα να
έχουν την ίδια τύχη με τους συλληφθέντες. Όταν κάτι τέτοιο λέγεται πριν τη
μεταπολίτευση έχει την αξία του, αλλά την εποχή της αναγνώρισης της προσφοράς
των συλληφθέντων έχει άλλη σημασία. Εξάλλου δεν είχαν όλοι την ίδια τύχη,
ευτυχώς για όσους δεν βασανίσθηκαν.
Τις
πρώτες ημέρες δεν συλλαμβάνονται περισσότεροι από πενήντα. Και τούτο διότι δεν
έχουν ξεχωρίσει οι ΄΄ενημερωμένοι΄΄ με τους ΄΄οργανωμένους΄΄ στη φάση αυτή, που
σταματούν οι συλλήψεις. Αυτό εύκολα προκύπτει από το βαθμό ΄΄μύησης-ενημέρωσης΄΄
και όσων συνελήφθησαν, μερικοί από τους οποίους δεν γνώριζαν γιατί τους
συλλαμβάνουν. Η προεργασία των ανακρίσεων κράτησε μία εβδομάδα από 23 μέχρι 30
Μαίου που άρχισε η επίσημη ανάκριση.
Εκτός των
επισήμων καταθέσεων που αποτελούν και τμήμα της δικογραφίας, ο διοικητικός
μηχανισμός της δικτατορίας στο Π.Ν. υποβάλλει σειρά ερωτημάτων στους
συλληφθέντες και τους «παρακαλεί» να απαντήσουν με αναφορά. «Παράκλησις όπως
απαντήσετε επί των κάτωθι ερωτημάτων:Τι γνωρίζετε γενικώς διά την κίνησιν 1969;
(παρεμφερές σχέδιον καταλήψεως νήσου Κρήτης).Ονόματα συμμετασχόντων εις κίνησιν
1969 και ποίος ήτο ο εν ενεργεία αρχηγός της κινήσεως;Τι γνωρίζετε γενικώς διά
την κίνησιν του 1973; (κατάληψις νήσου Σύρου). Ποίους γνωρίζετε ότι είναι
μυημένοι και ποίος τους εμύησε; Έχετε υπογράψει τον όρκον; Εάν ναι, παρουσία
ποίου; Ποίαι αι ενέργειές σας από πρωΐας της 23 Μαΐου μέχρι της στιγμής της
συλλήψεώς σας; Πιστεύετε ακόμα ότι ενεργήσατε ορθώς ή έχετε μετανοήσει διά το
σφάλμα σας; Σημείωσις: Είναι περιττόν να αρνήσθε διότι είναι όλα γνωστά εις
ημάς. Τα ερωτήματα τίθενται προς έλεγχον της ειλικρινείας σας». Εντύπωση
προκαλεί, ότι αυτή η ΄΄έρευνα΄΄ δεν γίνεται από την ΕΣΑ ή το Σκεμπέα, αλλά
εμφανίζεται να είναι εσωτερική υπόθεση του ναυτικού.
Η ερώτηση για
την ΄΄κίνηση του 1969΄΄ αφορά την ΄΄υπόθεση Σούλη΄΄, που για πολλούς της
οργάνωσης για το κίνημα του Μάη του 1973, ήταν μία προσπάθεια εκείνης της
χρονιάς. Οι αναφορές των ερωτηθέντων
που βρέθηκαν, δεν προσέφεραν τίποτε περισσότερο στους αποδέκτες. Οι τελευταίοι
ενώ «όλα τα γνώριζαν» όπως γράφει το
ερωτηματολόγιο, τους ρωτούσαν, όχι για να δοκιμάσουν την ειλικρίνειά τους, αλλά
για να πλήξουν την αξιοπρέπειά τους.
Το πόρισμά του έχει έτοιμο ο Σκεμπέας μία
εβδομάδα μετά την τελευταία κατάθεση ήτοι στις 17 Ιουλίου 1973. Εάν συγκρίνει
κανείς τις ημερομηνίες συλλήψεων με τις ημερομηνίες καταθέσεων, αντιλαμβάνεται
πως οι συλλήψεις δεν έχουν σχέση με το περιεχόμενο των καταθέσεων. Δεν
πρόκειται για ΄΄ξήλωμα΄΄ οργάνωσης. Από την πρώτη στιγμή όλα κατατίθενται από
όλους, αφού ΄΄δεν θεωρούσαμε πως καρφώναμε, δεν είχαμε την αίσθηση πως
προδίδαμε΄΄. Είναι όμως και γεγονός πως κανείς δε μίλησε για τους μικρού
βαθμού αξιωματικούς από τον Ζησιμόπουλο μέχρι και τους νέους ανθυποπλοίαρχους.
Προστατεύθηκαν όχι μόνον γιατί διακόπηκαν οι συλλήψεις, αλλά και γιατί δεν
ελέχθησαν τα ονόματά τους. Αντίθετα αρκετοί άλλοι που αναφέρθηκαν τα ονόματά
τους δεν συνελήφθησαν.
Το πρώτο κύμα συλλήψεων ξεκινά στις 23 και
σταματά στις 27 Μαίου. Συλλαμβάνονται σαράντα τέσσερις. Οι υπόλοιποι
συλλαμβάνονται κλιμακωτά με τους περισσότερους (δέκα οκτώ) στις 16/6.
Τελευταίον αξιωματικό του ναυτικού, συλλαμβάνουν τον Μπουζάκη στις 20/6, του
στρατού τον Αλεξάκη στις 21/6 και τους Αβέρωφ, Αποσκίτη Χρ. και Αποσκίτη Κ.
στις 2/7/1973 που σταματούν οι συλλήψεις. Ο Αβέρωφ συλλαμβάνεται, παρά το
γεγονός πως είναι ανοιχτά και χωρίς να το κρύβει ΄΄συνομιλητής΄΄ της χούντας,
και άτυπα ΄΄σύμβουλος΄΄ επί θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, επί του Κυπριακού
κ.λ.π. (Επισημαίνεται πως αμέσως μετά την αποφυλάκισή του μεταβαίνει στη Ρώμη
για συμμετοχή στο γνωστό ΄΄Σεμινάριο της Ρώμης΄΄ για την Κυπριακή υπόθεση.
Επανερχόμενοι στις ενέργειες για πρόληψη του
κινήματος, βλέπουμε πως η ΕΣΑ συμμετέχει με ομάδες στον αποκλεισμό των
προσβάσεων στην περιοχή ναυστάθμου Σαλαμίνας και σε συλλήψεις. Παρατηρούμε πως
ο μηχανισμός της χούντας λειτούργησε ταχύτατα, οργάνωσε ελάχιστους σε ομάδες με
αποφασισμένους και πιστούς οπαδούς αξιωματικούς του καθεστώτος, και προέβη όχι
στην αποτροπή του κινήματος αλλά στη συγκέντρωση /σύλληψη των ΄΄συνωμοτών΄΄. Διότι
ήδη η συνθηματική λέξη ΄΄Σοφοκλής΄΄, που είχε καθοριστεί για ακύρωση του
κινήματος, κυκλοφορούσε από την παραμονή της 22ας. Σωστά ενεργώντας οι αρμόδιοι
του καθεστώτος, φρόντισαν να μάθουν οι ΄΄συνωμότες΄΄, πως γνώριζαν για το
σχεδιαζόμενο ΄΄κίνημα΄΄ και πέτυχαν την αποτροπή του με ευκολία, προς
ανακούφιση όσων από την οργάνωση δεν το ήθελαν.
Ο Νικολόπουλος λέει στη συνέντευξή του πως,
διοχέτευσαν την πληροφορία για αποκάλυψη με σημείωμα και προφανώς εννοεί το
σημείωμα και το τηλεφώνημα προς τον Αργυρίου. Ο ίδιος όμως παρ’ ότι ήξερε, όπως
λέει, πως είχε αναβληθεί, ΄΄αναπτύσσει δίκτυα πληροφοριών΄΄, έρχεται σε
επαφή με αξιωματικούς που εκτελούσαν υπηρεσία (πλωτάρχη Διγενή στο ΝΣ, πλωτάρχη
Γκίνη που ήταν μυημένος και υπηρετούσε στο ΑΝ/Γ΄ ΕΓ άρα γνώριζε τις κινήσεις
όλων των πλοίων), κυβερνήτες πλοίων (Παππά που ήταν στο Ηράκλειο, Κυριακόπουλο
των Α/Γ και του δίνει εντολές), ενημερώνει στο τέλος και την ηγεσία. Είναι ο
ρόλος του πρωταρχικός.
Παρατηρούμε στελέχη τρίτης σειράς να
συσκέπτονται, να αποφασίζουν και να δρουν για εξάρθρωση μιας οργάνωσης τέτοιας
εκτάσεως. Δεν πείθουν οι επίσημες ανακρίσεις και οι καταθέσεις στον Σκεμπέα,
πως αυτή η υπόθεση δεν απασχόλησε σε ανώτερα επίπεδα το καθεστώς. Εάν
εξαιρεθούν ο ΑΕΔ, ο Μαργαρίτης και ο Αραπάκης, που εμπλέκονται σε προχωρημένη
φάση και στο πρώτο διερευνητικό στάδιο το πρωί της 23ης Μαίου στο
ναύσταθμο, πουθενά δεν εμφανίζονται άλλα στελέχη της ΄΄επαναστάσεως΄΄. Εντύπωση
επίσης προκαλεί η ευκολία με την οποία αποφασίζει ο Μαργαρίτης (αρχηγός του
Ναυτικού) να αναλάβει ο στρατός τις ανακρίσεις, ενώ την αρχή είχαν κάνει
προσωπικά ο Αραπάκης (αρχηγός στόλου) και Νικολόπουλος. ΄΄Δεν είμαστε σε
θέση...΄΄ λέει ο Α/ΓΕΝ, ενώ ο Νικολόπουλος στη συνέντευξή του τα βάζει με
τον Μαργαρίτη που έδωσε την υπόθεση στο στρατό. Δεν θα υπήρχαν, λέει, τέτοιες
συνέπειες για το ναυτικό με τόσες πολλές αποτάξεις. Θα έκλειναν το θέμα με διό-
τρεις αποστρατείες, όπως ο Περβαινάς την 13η Δεκεμβρίου.
Όμως τα πράγματα δεν έγιναν όπως θα ήθελε
ίσως ο Νικολόπουλος, ενώ βλέπουμε τον Αραπάκη με ιδιαίτερη σπουδή να προβαίνει
ο ίδιος σε ανακρίσεις από την πρώτη στιγμή. Ο αξιωματικός αυτός είδε την
ευκαιρία για συντομότερη ανέλιξη στη θέση του Α/ΓΕΝ, που επί πέντε χρόνια
κατείχε ο Μαργαρίτης. Και σωστά διέβλεψε.
Όσοι φρόντισαν να δοθεί η υπόθεση στο στρατό,
γνώριζαν πολύ καλά πως το ΕΑΤ/ΕΣΑ θα βασάνιζε, θα τρομοκρατούσε και θα
ταλαιπωρούσε τους ΄΄συνωμότες΄΄ όπως και έγινε. Ο Αραπάκης σε ένα χρόνο από τα
γεγονότα αυτά στέλνει συγχαρητήρια στους επανερχόμενους αξιωματικούς με τη
μεταπολίτευση, που ο ίδιος παρέδιδε στα χέρια βασανιστών του καθεστώτος. Αυτός
ο αξιωματικός παρίστατο επί χρόνια στη μεταπολίτευση στη δεξίωση του Προέδρου
της Δημοκρατίας για τον εορτασμό της πτώσης της χούντας. Μία εβδομάδα μετά την
αποκάλυψη της οργάνωσης αποστρατεύθηκε ο Μαργαρίτης και ανέλαβε ο Αραπάκης. Ο
τελευταίος παρέμεινε Αρχηγός του Ναυτικού και έξι μήνες μετά τη μεταπολίτευση,
προς επιβράβευση του ρόλου που έπαιξε τις ημέρες της κρίσης του Κυπριακού και
της πτώσης της χούντας.
Στις 30 Ιουνίου ο Αραπάκης εκπέμπει έγγραφο,
με το οποίο διαγράφει από τις υπηρεσίες τους όλους, που είχαν συλληφθεί και
τους υπολογίζει ως δύναμη του ΑΝ/ΔΚΒ και υπόδικους. Η αξία αυτού του εγγράφου
έγκειται, στο ότι οι ημερομηνίες διαγραφής από την οργανική δύναμη των
υπηρεσιών τους, είναι και οι ημερομηνίες σύλληψής τους.
Με τις συλλήψεις, ο ΑΠΑΕΣΑ (είναι ο ασκών την
ποινική δίωξη του εκτάκτου στρατοδικείου Αθηνών) εκδίδει και απανωτές διαταγές
για προανάκριση από τον αναθεωρητή Γ΄ Σκεμπέα Γρηγόριο, που συντάσσει και
υποβάλλει πόρισμα σαράντα μία σελίδων, την 18η Ιουλίου.
Είναι μεγάλη η διαφορά στον τρόπο που δρουν
οι αρμόδιοι για την αποτροπή της κίνησης, με τη διστακτικότητα και έλλειψη
αποφασιστικότητας, που εμφανίζεται στην οργάνωση του σχεδιαζόμενου κινήματος.
Οι πιστοί του καθεστώτος έχουν με το μέρος τους τη ΄΄νομιμότητα΄΄, την αίσθηση
πως ΄΄σώζουν την επανάσταση΄΄, την κάλυψη της ηγεσίας για οτιδήποτε κάνουν
(συλλαμβάνουν οποιονδήποτε ανεξάρτητα βαθμού), έχουν ένοπλες ομάδες του
ΕΑΤ/ΕΣΑ, ανακριτές, βασανιστές κ.ο.κ. Και πάνω απ’ όλα ξέρουν ακριβώς τι
θέλουν, έχουν στόχο συγκεκριμένο, δρουν με βάση απλό σχέδιο για να προλάβουν τα
γεγονότα και όχι για να δημιουργήσουν άλλα. Δεν κινδυνεύουν, έχουν τον αιφνιδιασμό
με το μέρος τους, έχουν ηγεσία που αποφασίζει και παίρνουν και αποφάσεις, δεν
αναβάλλουν.
Από
την κατανομή κατά τάξη μαχίμων και
μηχανικών συλληφθέντων, προκύπτει πως, το επιχείρημα ότι περίμεναν την ευκαιρία
που, η τάξη των αντιπλοιάρχων στελεχών του αρχικού πυρήνα θα έχει σειρά για
κυβερνήτες αντιτορπιλικών, δεν είναι και το καθοριστικό. Εφ’ όσον ξεκινούν από
πολύ νωρίς, να συζητούν κάποια δυναμική εκδήλωση, τότε είναι συγκυρία η απόφαση
να κινηθούν το Μάιο του 1973. Εξ άλλου έχει περάσει και σημαντικός χρόνος από
τις πρώτες σκέψεις για δυναμική αντίδραση, που είχε αποτύχει το 1969 με το
Σούλη, εξ ου και δεν υπήρξαν τότε συλλήψεις.
Το ποσοστό των συμμετεχόντων αξιωματικών (17%
στους μάχιμους και 16% στους μηχανικούς) είναι μεγάλο για παράνομη οργάνωση,
εάν μάλιστα ληφθεί υπόψη πως σ’ αυτό δεν περιλαμβάνονται εκείνοι, που δεν
συνελήφθησαν, ούτε ήταν γνωστοί και καταχωρημένοι σε βιβλία, άρθρα κ.λ.π. Από
έγγραφα (καταθέσεις στην ανάκριση, συνεντεύξεις και αρθρογραφία), έχουν
προκύψει και επί πλέον εβδομήντα επτά μέχρι στιγμής ονόματα με μυημένους και
ενήμερους. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται και άτομα που ήταν
ενήμερα για την οργάνωση, χωρίς αυτό να σημαίνει πως αυτήν την ενημέρωση την
είχαν από μέλη της (π.χ. Νικολόπουλος, Ντερτιλής κ.α.) Απ’ αυτούς σαράντα ένας είναι μάχιμοι και δώδεκα μηχανικοί με
αποτέλεσμα να αυξάνονται κατά πολύ τα ποσοστά που υπολογίσθηκαν πιο πάνω.
Επειδή κανείς δεν ασχολήθηκε μ’ αυτούς στην επταετία, ούτε κυρίως μετά, δεν
έγιναν γνωστοί. Έτσι αιτιολογείται η πικρία μεταξύ εκείνων, που ενώ είχαν
δραστηριοποιηθεί προετοιμάζοντας τα πλοία τους για την επιχείρηση του
κινήματος, δεν αναγνωρίσθηκε αυτή τους η συμμετοχή. Όπως ακριβώς έγινε και με
όσους δραστηριοποιήθηκαν στο Κίνημα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 από το
επίπεδο των κυβερνητών και κάτω.
Ένα ερώτημα που προκύπτει εύλογα είναι, γιατί
ήθελαν οι ΄΄συνωμότες΄΄ πολιτική κάλυψη και καταλήγουν στον Αβέρωφ. Όσο για το
πρόσωπο που επέλεξαν δεν προκαλεί απορία, αφού εκτός ότι είχαν πρόσβαση σ’
αυτόν μέσω του Σέκερη, ο Αβέρωφ ανήκε στο συντηρητικό χώρο, ήταν ο
΄΄γεφυροποιός΄΄, άρα θα αναλάμβανε τις διαπραγματεύσεις με το καθεστώς, όπως
έβλεπαν να εξελίσσεται η έκρηξη του εγχειρήματος. Επίσης ήταν γνωστές οι
σχέσεις του με τη βασιλική αυλή και τον Καραμανλή, στου οποίου την επαναφορά
προσέβλεπαν.
Πολιτική κάλυψη θέλουν οι ΄΄συνωμότες΄΄
αξιωματικοί του ναυτικού. Δεν είναι στόχος τους μια άλλη στρατιωτική κυβέρνηση,
και δεν βλέπουν τους εαυτούς τους να παίζουν ρόλο σε κυβέρνηση. Δεν θέλουν μια
αλλαγή καπέλου στη δικτατορία, αλλά μια εξουσία από πολιτικά πρόσωπα, που θα
οδηγήσει στον κοινοβουλευτισμό. Δεν υπάρχει καμία τάση για επαναστατική
διαδικασία, κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, αλλαγή στο κοινωνικοοικονομικό σύστημα.
Δεν πρόκειται για εξέγερση με οικονομικά και κοινωνικά αιτήματα. Πρόκειται για
δυναμική επέμβαση ώστε, να φύγει ένα στρατιωτικό καθεστώς, και να γίνει αλλαγή
στα πλαίσια του ισχύοντος κοινωνικού- οικονομικού συστήματος.
Στη
μεταπολίτευση και τα χρόνια που ακολούθησαν, εκτός του Αβέρωφ που ωφελήθηκε
σημαντικά ως πολιτικός από την υπόθεση αυτή, και άλλοι της οργάνωσης για κίνημα
στο ναυτικό βρέθηκαν στην ελληνική Βουλή και υπουργοποιήθηκαν. Οι Παπαδόγκωνας,
Σταθόπουλος, Αποστολάκης, Μηναίος διετέλεσαν Βουλευτές και οι τρεις πρώτοι και
υπουργοί.
ΣΤΟΧΟΣ
ΤΟΥ ΄΄ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ΄΄
Δύο κείμενα που είχαν ετοιμάσει οι
΄΄συνωμότες΄΄, για να διακηρύξουν τις θέσεις και στόχους τους, μπορεί να
θεωρηθούν ως ιδεολογικό υπόβαθρο των μελών της οργάνωσης και κύρια το πού
στόχευαν με το ΄΄Κίνημα΄΄. Το ένα είναι « Το Διάγγελμα των Επαναστατών
Αξιωματικών προς τον Ελληνικό Λαό». Είναι προσεκτικά διατυπωμένο,
διακηρύσσει την πίστη στη νομιμότητα, τη θέληση για επαναφορά της, για «...προσφυγή
στην ετυμηγορία του λαού...» Το άλλο απευθύνεται στους συναδέλφους του
ναυτικού. Εξηγείται έτσι γιατί η διατύπωσή του είναι ακόμα πιο προσεκτική,
αποφεύγει εκείνα που μπορεί να προκαλέσουν και τους οπαδούς της ΄΄επανάστασης
΄΄ ακόμα. Θα διαβιβαζόταν στο στρατιωτικό προσωπικό του ναυτικού (κλείνει με
την υπογραφή ΄΄οι εν πλω συνάδελφοί σου΄΄) μπορεί κανείς να το θεωρήσει
πιο κοντά στο ιδεολογικό υπόβαθρο, τουλάχιστον της μεγάλης πλειοψηφίας των
στελεχών της οργάνωσης. Διεκτραγωδεί την κατάσταση της δημόσιας διοίκησης,
αναφέρεται στην «...υγιειώς σκεπτομένη Εθνική μάζα..{η οποία}....ανησυχεί
σοβαρώς και βλέπει λίαν ζοφερόν το μέλλον της πατρίδος μας...» και
συμπεραίνει, πως οι αξιωματικοί δεν είναι δυνατόν να εναποθέσουν τις ελπίδες
της αλλαγής και της επαναφοράς της πατρίδας «...εις την συνταγματικήν τάξιν
και ευπρέπειαν, εις τους Κομμουνιστάς...». Το κείμενο δίνει την εντύπωση,
πως μέριμνα και φόβος των στελεχών της οργάνωσης είναι, μήπως τυχόν και η
αλλαγή και πτώση της χούντας γίνει από τους κομμουνιστές, οπότε «....μία
τοιαύτη αλλαγή θα ήτο καταστρεπτική διά την πατρίδαν μας...». Δεν
συναντάται ούτε μία φορά η λέξη ΄΄δικτατορία΄΄, ή ΄΄ολοκληρωτικό καθεστώς΄΄, ή
κάποια παρόμοια έκφραση, που να δίνει το στίγμα της χούντας. Δεν γνωρίζουμε εάν
το περιεχόμενο αυτού του εγγράφου, τέθηκε υπόψη και πόσων/ ποιών μελών της
οργάνωσης. Ο αντικομουνισμός δεν ήταν άγνωστος ούτε απορριπτέος στους
περισσότερους από τους αντιχουντικούς αξιωματικούς του ναυτικού.
Η
ΒΑΣΙΛΕΙΑ;;
Στο υπόλοιπο υλικό της ανάκρισης, εκεί που
παρουσιάζονται οι μόνοι προβληματισμοί και επισημάνσεις (μάλλον αδύνατες, αλλά
ενδεικτικές συμπαθειών και προτιμήσεων) είναι στο θέμα του βασιλιά. Ακόμα και
στις καταθέσεις των συλληφθέντων το στοιχείο αυτό δεν παίζει ρόλο ουσιαστικό.
Λίγοι είναι και εκείνοι που αναφέρονται στο Βασιλιά. Εν τούτοις το καθεστώς δε
χάνει την ευκαιρία και αποδίδει στον Κωνσταντίνο την οργάνωση για το
προετοιμαζόμενο κίνημα. Το σήμα που εκπέμπεται με υπογραφή του ΑΕΔ στρατηγού
Οδυσσέα Αγγελή στις 1400 της 23ης Μαίου 1973 ξεκινάει με το ότι «...ο
τέως βασιλεύς επεχείρησε, διά δευτέραν φοράν, να ρίψει τας Ενόπλους Δυνάμεις,
εις αδελφοκτόνον εμφύλιον πόλεμον...», ενώ στο υπόλοιπο κείμενο τουλάχιστον
τέσσερις φορές μνημονεύεται με απαξιωτικό τρόπο, όπως και οι βασιλόφρονες
αξιωματικοί. Η “επανάσταση” δεν κράτησε ούτε ένα πρόσχημα για την περίπτωση,
που ίσως χρειαζόταν τον Κωνσταντίνο αργότερα. Αντιμετώπισε την οργάνωση του
ναυτικού, ως ευκαιρία που περίμενε να ξεφορτωθεί τη βασιλεία και τον
Κωνσταντίνο. Δεν αποκλείεται πράγματι να πίστευαν, πως χωρίς αυτόν θα μπορούσαν
καλύτερα να κρατηθούν στην εξουσία τα χίλια χρόνια, όπως διατυμπάνιζαν, πως θα
διαρκέσει το καθεστώς.
Δεν ήταν βασιλικό το κίνημα, περιλάμβανε όμως
βασιλόφρονες και ελάχιστους παλατιανούς. Που δεν καθόριζαν τίποτε προς την
πλευρά αυτή. «...μια ιδιότυπη ομάδα Αξιωματικών με ΄΄περίεργη΄΄ στάση
ήταν η ΄΄φιλοβασιλική΄΄ ομάδα. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 67 ήταν ΄΄υπέρ΄΄. Μετά
το αντικίνημα του Βασιλέως εμφανίσθηκαν΄΄σαστισμένοι΄΄ και ΄΄συγχυσμένοι΄΄ με
επαμφοτερίζουσα στάση. Μερικοί πέρασαν στην αντίσταση..»
ΝΑΤΟ
ΗΠΑ;;
Εκείνο που δεν φαίνεται να έχει απασχολήσει
τα στελέχη της οργάνωσης, είναι οι επιπτώσεις στο ΝΑΤΟ. Ίσως να επεδίωκαν, αλλά
δεν προκύπτει από πουθενά πως πίστευαν ότι εξυπηρετούσε η εικόνα, που θα
παρουσιάζει ένα καθεστώς κράτους μέλους της συμμαχίας, που δεν μπορεί να
ελέγξει τις ΕΔ. Ο Παππάς με τους άνδρες του προβαίνει σε «...ισχυρή
παρεμβολή κατά την επίσημη σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Κοπεγχάγη τον Ιούνιο του 1973,
καταγγέλλοντας στο Γενικό Γραμματέα Λουνς ότι η δικτατορία δεν στηρίζεται στις
Ένοπλες Δυνάμεις...»
Θα περίμενε κανείς, πως η αμερικανική
κυβέρνηση θα προβληματιζόταν από την υπόθεση του κινήματος και του ΒΕΛΟΥΣ
ιδιαίτερα. Αλλά «...η πολιτική της κυβέρνησης Νίξον δεν μεταβλήθηκε λόγω της
κίνησης στο ναυτικό...οι διαμορφωτές της αμερικανικής πολιτικής στην Ελλάδα
συμπέραναν ότι, τα συμφέροντα ασφαλείας της Ουάσινγκτον επέβαλλαν τη συνεργασία
με την Αθήνα, ανεξάρτητα από το είδος του καθεστώτος που επικρατούσε στην
Ελλάδα...». Ο Αμερικανός πρέσβης Τάσκα στέλνει αναφορά /τηλεγράφημα στις
ΗΠΑ και βλέποντας από πιο κοντά τα πράγματα, γνωρίζει πως ο Ιωαννίδης εξετάζει
το ενδεχόμενο ανατροπής του Παπαδόπουλου. Στο ίδιο τηλεγράφημα «...δεν
απέκλειε ως υποψήφιους διαδόχους του Παπαδόπουλου τον Μακαρέζο, με ελάχιστες
πιθανότητες τον Παττακό, αλλά και τον Δημήτριο Σταματελόπουλο ο οποίος φερόταν
να ευνοεί την επάνοδο του Καραμανλή, και τον ίδιο τον Ιωαννίδη...»
Έτσι εξηγείται ότι ο Τάσκα στα πλαίσια αυτά
συναντά και το Σταματελόπουλο. Ο οποίος είχε και τους δικούς του ανθρώπους στην
ΚΥΠ, και γνώριζε από πολύ νωρίς για την οργάνωση στο ναυτικό. Ερμηνεύει
επίσης γιατί ο Τάσκα τον αντιμετώπιζε ως
πιθανό διάδοχο του Παπαδόπουλου. Εκτιμάται ως φυσικό να γνωρίζουν και οι
Αμερικανοί τα της οργάνωσης επίσης από πολύ νωρίς. Η Πρεσβεία των ΗΠΑ και οι
αρμόδιοι πράκτορες δε θα περίμεναν μέχρι τη συνάντηση του πρέσβη τους με το
Σταματελόπουλο, για να μάθουν τα της οργάνωσης για κίνημα στο ναυτικό. Τα
γνώριζαν από την ίδια στιγμή που τα έμαθε η ΚΥΠ, ίσως και νωρίτερα.
Ο παρουσιαζόμενος ως αντιχουντικός Packard, είναι ο μεταφραστής κειμένου, όπου
αναλύεται ο ρόλος του ίδιου εναντίον του απριλιανού καθεστώτος και του
συνταγματάρχη των ΗΠΑ Joseph Lepcyck «... με τον οποίο έπαιζε squash … κατάσκοπος της CIA....». Ο Lepcyck αλώνιζε στην
Αθήνα, παρ’ ότι ήταν απόστρατος πλέον. Ο τελευταίος ήξερε ό,τι χρειαζόταν για
την οργάνωση στο ναυτικό, αφού (πάντα κατά το δημοσίευμα) διατηρούσε σχέσεις με
το περιβάλλον Τρουπάκη, στελέχους της οργάνωσης και επισκεπτόταν την βαριά
άρρωστη σύζυγο του στο Νοσοκομείο «...την ίδια εποχή που οι συνωμότες του
ναυτικού συζητούσαν ανοιχτά{εκεί} για τα σχέδιά τους...»
Για την εμπλοκή
του Αβέρωφ και του Καραμανλή στην υπόθεση αυτή αναφέρει ο Βασιλικόπουλος πως «..στα πλαίσια της προετοιμασίας ζητήθηκε με ενδιάμεσο τον Αβέρωφ η
πολιτική κάλυψη από τον Κ.Καραμανλή και τον βασιλιά. Και οι δύο πήραν θέση
επαμφοτερίζουσα, αντιμετώπισαν την ιδέα με μεγάλο σκεπτικισμό και είπαν ότι αν
εκδηλωθεί η ενέργεια, θα παρεμβληθούν σε ρόλο μεσολαβητικό». Ο Νικολόπουλος
ερωτάται και απαντάει «...Ο Αβέρωφ έδινε πληροφορίες στη δικτατορία
για το κίνημα;
Ν Έδινε, ναι. Κ. Έδινε;
Το ξέρετε ή όχι; Ν. Έδινε....» Και
ο Πετρόπουλος είναι βέβαιος. «... Ποιος
ήταν ο καπελαδόρος; Ποιος ήταν ο πολιτικός;…Ναι. σοφία θέλει ρε; Ο
Σταματελόπουλος μου λέει εμένα ΄΄πρόσεξε΄΄… Το 72. Πώς ήξερε ότι ήταν
καταδομένο από τον Αβέρωφ;…Ο Σταματελόπουλος το ήξερε ότι είναι καπελωμένο....»
Ο Αβέρωφ
καταθέτει στο Σκεμπέα πως πρώτη φορά ενημερώθηκε για τα σχέδια των αξιωματικών
Δεκέμβριο 1972 ή Ιανουάριο 1973. Και ο Αλέκος Παπαδόγκωνας, ο μόνος που έβλεπε
τον Αβέρωφ από την πλευρά των αξιωματικών, καταθέτει στις 4-6-1973, πως τον συνάντησε
για πρώτη φορά «...περί το τέλος του
1972...». Δεν γίνεται να παραβλεφτούν αυτά. Ο Αβέρωφ ήταν έμπειρος
πολιτικός και γνώριζε, πως και μια λέξη να έλεγε για την οργάνωση των
αξιωματικών θα γινόταν γνωστό κάποτε με συνέπειες για τον ίδιο.
ΠΟΡΙΣΜΑ
Ο Σκεμπέας υπέβαλε το πόρισμά του 18 Ιουλίου
1973. Μία εβδομάδα μετά ο Ν. Ραφαηλάκης είχε εκδώσει τη διαταγή για τον
Επίτροπο του Έκτακτου Στρατοδικείου Αθηνών με παραπομπή των μνημονευόμενων για
δίωξη. Το έγγραφο της παραπομπής αποτελείται από πενήντα οκτώ σελίδες και μετά
την παράθεση των προς δίωξη και των μαρτύρων, ακολουθεί από το Ραφαηλάκη η
περιγραφή των περιστατικών, που συνθέτουν τα ΄΄αδικήματα΄΄.
Ο Ραφαηλάκης αναφέρεται στα ίδια θέματα με το
Σκεμπέα, προσθέτοντας ελάχιστα σημεία. Ένα απ’ αυτά είναι, ότι για την κίνηση
είχαν ενημερωθεί και άλλοι όπως ο αντιστράτηγος ε.α. Τζανετής Σοφοκλής, ο Κ.
Παπακωνσταντίνου, ο Γ. Ράλλης, ο Νικήτας Βενιζέλος (όπως είχε πει ο Αβέρωφ), ο
Κεφαλογιάννης και ο τέως οπλαρχηγός Μπαντουβάς. Σε άλλο σημείο μνημονεύεται ότι
ο Καραμανλής είχε πει, πως και άλλοι πλην του Αβέρωφ του είχαν αναφέρει για το
σχεδιαζόμενο κίνημα, ενώ ο Γεώργιος Μαύρος είχε εκφράσει την επιθυμία εκείνη
την ημέρα (του κινήματος), να μπορούσε να ήταν ναύτης.
Αναφέρεται επίσης για τους ΄΄φυγάδας΄΄
αξιωματικούς του Α/Τ ΒΕΛΟΣ, ήτοι τους Παππά Ν., Ματαράγκα Κ., Γκορτζή Κ.,
Στράτο Γ., Ζησιμόπουλο Ν., Προκοπάκη Η., Χατζηπέρρο Π. και Καλλίνο Π. και
παραγγέλλει τακτική ανάκριση «επί ενώσει εις στάσιν», όπως και τη
σύλληψή τους.
Το σκεπτικό συνεχίζεται με το να χωρισθεί η
δίκη ως προς τον Σέκερη Γ. και το Γαρουφαλιά Π., και να διαταχθεί περαιτέρω
τακτική ανάκριση «... επί απλή συνεργία, εις την αυτήν ένωσιν προς στάσιν
(…)» Τέλος να ασκηθεί ποινική δίωξη και διαταχθεί τακτική ανάκριση
κατά των Τζεβελέκη Δ., Μπακόπουλου Ε., Τζανετή Σ., Περίδη Γ., Βιδάλη Ο,
Μουστακλή Σ., Βαρδάνη Μ., Αλεξάκη Ι., Ροζάκη Α., Βαγιακάκου Γ., Καραμανλή Κ.,
Βενιζέλου Ν., Κεφαλογιάννη Ε., Ράλλη Γ., Παπακωνσταντίνου Κ., Μπαντουβά Ε.
καθώς και εναντίον όποιου άλλου αποκαλυφθεί.
Όταν ο
ασκών την ποινική δίωξη του στρατοδικείου (ΑΠΑΕΣΑ) γράφει, να γίνει τακτική
ανάκριση κατά Μουστακλή, ο αξιωματικός αυτός είναι ήδη αθεράπευτα και βαριά
τραυματισμένος από τα βασανιστήρια. Είναι αδύνατον να μην το γνώριζε ο
υποστράτηγος Ν. Ραφαηλάκης στις 24 Ιουλίου 1973, που εξέδιδε τη διαταγή του. Ο
ίδιος διατάσσει στη συνέχεια την υλοποίηση των παραπάνω (αποφυλακίσεις,
συλλήψεις, διώξεις, ανακρίσεις και παραπομπές). Έτσι εξηγούνται και οι διαφορετικές ημερομηνίες αποφυλάκισης
των συλληφθέντων.
Οι πρώτες απολύσεις γίνονται στις 24 Ιουλίου,
με την έκδοση της διαταγής του ΑΠΑΕΣΑ. Οι υπόλοιπες 20, 21 και 27 Αυγούστου, με
την αμνηστία του Παπαδόπουλου, που διακόπτει τις ανακρίσεις και την ποινική
δίωξη. Ανοίγουν οι πόρτες των φυλακών και για τους υπόλοιπους πολιτικούς
κρατούμενους της χούντας. Δικαιώνοντας έτσι κάπως τις ελπίδες τους, που
γεννήθηκαν το πρωί της 23ης Μαΐου 1973, όταν συγκεχυμένα μάθαιναν
ότι στο Ναυτικό κάτι γίνεται κατά της δικτατορίας.
Το πρωί της 23ης
Μαΐου και πριν ανοίξουν οι πόρτες των κελιών στον Κορυδαλλό, διαδόθηκε
αστραπιαία από κελί σε κελί ότι, το Πολεμικό Ναυτικό στασίασε κατά της
δικτατορίας. Το συγκρότημα των φυλακών αναστατώθηκε από τις ζητωκραυγές και τα
χτυπήματα στα κάγκελα των παραθύρων. Στον γράφοντα, που έτυχε να είναι τότε φυλακισμένος
στον Κορυδαλλό, επικεντρώθηκαν (λόγω προέλευσης από το ΠΝ) οι εκδηλώσεις
ενθουσιασμού από την αναμενόμενη πτώση της χούντας λόγω των πρώτων εντυπώσεων.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ
Διατρέχοντας το παραπεμπτικό βούλευμα με τις
αναλύσεις και προτάσεις, διαπιστώνεται πως μπορούσε να είναι πιο σκληρό,
δεικτικό, προσβλητικό, εκθέτοντας τους διωκόμενους, με ανάλογες ερμηνείες
δηλώσεων και καταθέσεων. Αντ’ αυτών περιορίζεται στις διώξεις και στα
πραγματικά στοιχεία, όπως προκύπτουν από τα περιγραφόμενα γεγονότα. Αδιαφορεί
για τοποθετήσεις και αποσείσεις ευθυνών. Αποδέχεται σε κάποιες περιπτώσεις
μειωμένο βαθμό ενοχής. Προτείνει ακόμα και απαλλαγές. Είναι ψυχρό, δικαστικό
έγγραφο, θα μπορούσε να είναι χειρότερο, η εξουσία όμως που αναγνωρίζει και εξ
ονόματος της οποίας παραπέμπει, δεν πηγάζει από το λαό, ούτε λειτουργεί υπέρ
του.
Η αμνηστία ήταν απαραίτητη για το καθεστώς.
Δεν μπορούσε να πάει σε δίκη, με τέτοιο αριθμό αξιωματικών στο ακροατήριο και
την ελληνική και διεθνή κοινότητα να μαθαίνει τι συμβαίνει στις ΕΔ στην Ελλάδα.
Επομένως το μέτρο ήταν προς όφελος του καθεστώτος.
Μπορεί η ποινική δίωξη για όλους τους
συμμετέχοντες στο Κίνημα να διακόπηκε, αλλά για τους στρατιωτικούς έχει αρχίσει
και συνεχίζεται η πειθαρχική δίωξη.
- Ο Στρατός
Ξηράς αποτάσσει τον Δεμέστιχα και επιβάλλει στον Αλεξάκη 3μηνη αργία. Η
Αεροπορία αποτάσσει τον Νοέμβριο και τους τέσσερις δικούς της (Κοκκινίδη,
Χρηστάκη, Αποστολάκη, Στάππα).
- Το Ναυτικό
παραπέμπει τους ενεχόμενους στο Κίνημα εν ενεργεία αξιωματικούς σε δύο
Ανακριτικά Συμβούλια. Το ένα για τους μάχιμους και το άλλο για τους
μηχανικούς. Σαράντα δύο (42) μάχιμοι αποτάχθηκαν λίγο αργότερα, σε
ημερομηνίες που ποικίλλουν ανάλογα με το αν προσέφυγαν σε δευτεροβάθμιο ή
όχι.
- Οι
μηχανικοί που παραπέμφθηκαν στο Ανακριτικό ήταν όλοι οι συλληφθέντες, Μαζί
με τους μηχανικούς παραπέμπεται και ο μοναδικός αξιωματικός εξ
υπαξιωματικών που είχε συλληφθεί, ο υποπλοίαρχος Κασιμάτης Διονύσης.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Έτσι λήγει, με τις τελευταίες αποτάξεις που
δημοσιεύθηκαν τέλη του ’73 και αρχές του ’74, η πειθαρχική δίωξη και βρίσκεται
εκτός Ναυτικού ένας μεγάλος αριθμός στελεχών του, από τους μεσαίους και πιο
αποδοτικούς βαθμούς του υποπλοίαρχου μέχρι του πλοίαρχου. Ο απολογισμός (ειδικά
για το ναυτικό) είναι επιβαρυντικός. Ένας δικαστικός, ένας αξιωματικός εξ υπαξιωματικών,
οκτώ μηχανικοί αξιωματικοί και σαράντα δύο μάχιμοι απότακτοι, δύο αξιωματικοί
μηχανικοί και δύο μάχιμοι αποστρατεύονται αμέσως μετά. Σύνολο πενήντα έξι από
το Ναυτικό και τέσσερις από την Αεροπορία απομακρύνονται των ΕΔ.
Ο Λαγάρας, στον οποίο επίσης αποδίδονταν συνωμοτικές
βλέψεις και σχεδιάσεις, γίνεται Αρχηγός του Ναυτικού το 1990. Όπως έγιναν
εξάλλου και προηγούμενα ο Κονοφάος και ο Παππάς και μετά τον Λαγάρα ο Δρίκος
και ο Στάγκας, ενώ το σύνολο σχεδόν των ενεχομένων στο σχεδιαζόμενο Κίνημα κατέλαβε
ηγετικές θέσεις στο Ναυτικό. Αλλά και στην Αεροπορία δύο από τους διωχθέντες
(Αποστολάκης και Στάππας), έγιναν Αρχηγοί της στη μεταπολίτευση. Και μερικοί
ακόμα έγιναν, όπως ελέχθη, Βουλευτές και Υπουργοί. Κανείς απ’ αυτούς σήμερα
(Μάιος 2010) δεν βρίσκεται στο στράτευμα, στη Βουλή ή σε θέση περιωπής στη
διοίκηση του κράτους.
Το Κίνημα του Ναυτικού, μία από τις
μαζικότερες αντιδράσεις κατά της δικτατορίας, ανεξάρτητα εάν δεν εκδηλώθηκε και
με κινήσεις πλοίων (εκτός του Αντιτορπιλικού ΒΕΛΟΣ[2] που δεν παρουσιάζεται εδώ) δεν προβάλλεται
ανάλογα με τη σημασία του στην ιστορία του τόπου, δεν διδάσκεται στην
εκπαίδευση, ενίοτε παραλείπεται και από τις αναφορές στην αντίσταση, δεν
χρησιμοποιείται για αντιμετώπιση της απαξίωσης των στρατιωτικών που δυστυχώς συνεχίζεται
από τη μεταπολίτευση και μετά.
Α.Κακαράς, μέλος ΚΕΘΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου