Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2013

ένα ατύχημα, δυο βραχονησίδες, μια κρίση.

Προέλευση: Hot Doc, τεύχος 21/ Α’ Φεβρουαρίου 2013, σελίδες 14-17. Για την περίφημη νεκρανάσταση των “Ηρώων” Τούρκων κομάντος διαβάστε εδώ.
imia
Η πτώση του ελικοπτέρου με τους τρεις έλληνες αξιωματικούς εκείνο το βράδυ, αν και η πιο δραματική εξέλιξη, δεν είναι αυτή που χαρακτηρίζει την υπόθεση. Η κρυφή διπλωματία, η ιδεοληψία κάποιων πρωταγωνιστών, η ανικανότητα άλλων, σφράγισαν μία ακόμη πλευρά της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Ο Κώστας Σημίτης ακόμη και σήμερα επιμένει πως εκείνο το βράδυ απομάκρυνε την Ελλάδα από τον πόλεμο. Την ίδια άποψη έχουν και οι ΗΠΑ. Μόνο που αυτές δεν είναι υποχρεωμένες να απολογούνται σε καμία απαίτηση εθνικής αξιοπρέπειας. Το 1991 οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες είχαν ενημερώσει τον Ανδρέα Παπανδρέου πως η Τουρκία επεξεργαζόταν ένα εκτεταμένο σχέδιο αμφισβήτησης των ελληνικών νησιών και βραχονησίδων. Η Τουρκία αναζητούσε ευκαιρία για να θέσει θέματα αμφισβήτησης των ελληνικών νησιών, προκειμένου να οδηγήσει σε διαπραγματεύσεις την ελληνική πλευρά, αλλά και να εμποδίσει την επέκταση του ελληνικού θαλάσσιου χώρου από τα 6 στα 12 μίλια.
Το 1995 το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, με πρόταση του υφυπουργού Μανώλη Μπεντενιώτη, επεξεργαζόταν ένα πρόγραμμα εποικισμού και αξιοποίησης των μικρών νησιών του Αιγαίου. Ο λόγος ήταν πως η Ελλάδα έπρεπε να εμφανίζει οικονομική δραστηριότητα σε νησιά, γιατί αυτές οι περιοχές με οικονομική δραστηριότητα θα ήταν τα όρια καθορισμού της υφαλοκρηπίδας. Πολλά από αυτά τα προγράμματα εγκρίθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο τουρκικός Τύπος κατά καιρούς αναφερόταν σε ένα «κόλπο των Ελλήνων» για να επιβεβαιώσουν την κυριαρχία τους στις βραχονησίδες. Τα Χριστούγεννα του 1995 η Τουρκία βρήκε ή δημιούργησε την ευκαιρία για ένα καθεστώς αμφισβήτησης.
Το τουρκικό φορτηγό πλοίο Figen ΑΚΑΤ προσάραξε στις βραχονησίδες Ίμια. Αποκολλήθηκε από εκεί στις 28 Δεκεμβρίου με τη βοήθεια ελληνικού ρυμουλκού. Μία ημέρα μετά το τουρκικό ΥΠΕΞ έστειλε στην ελληνική πρεσβεία στην Άγκυρα ρηματική διακοίνωση, στην οποία διαμαρτυρόταν ότι «οι νησίδες Ίμια αποτελούν εσωτερικό τμήμα της τουρκικής επικράτειας που υπάγονται διοικητικά στην επαρχία Μούγλια της Αλικαρνασσού». Το ατύχημα αυτό ήταν η ευκαιρία για να θέσει η Άγκυρα σε αμφισβήτηση ελληνικές βραχονησίδες. Η άποψη που επικράτησε το επόμενο διάστημα ήταν πως το ατύχημα ήταν σκηνοθετημένο. Ως απόδειξη αυτού του ισχυρισμού προβάλλεται μέχρι σήμερα το γεγονός πως ο τούρκος καπετάνιος αρνήθηκε να δεχτεί βοήθεια από το ελληνικό λιμενικό, υποστηρίζοντας πως τα Ίμια είναι τουρκικά και πρόκειται για τα τουρκικά νησιά Καρντάκ. Ο ισχυρισμός αυτός δεν επιβεβαιώνεται από τον βασικό πρωταγωνιστή αυτής της ιστορίας, τον τότε λιμενάρχη Καλύμνου Νίκο Χουχουρέλο: «Εκείνο το βράδυ, αφού προσάραξε το φορτηγό πλοίο, ο καπετάνιος μίλησε με τον πλοιοκτήτη και στη συνέχεια έδωσε σήμα κινδύνου. Πήγαμε με ένα φουσκωτό στα’Ιμια, ελέγξαμε την κατάσταση και διαπιστώσαμε πως έπρεπε να γίνει ρυμούλκηση. Δεν μπορούσε να αποκολληθεί με δικές του δυνάμεις. Ενημερώσαμε τον καπετάνιο πως πρέπει η ρυμούλκηση να γίνει από ελληνικά μέσα, γιατί ήταν σε ελληνικό θαλάσσιο χώρο. Του δώσαμε μάλιστα στοιχεία επικοινωνίας με ελληνικές εταιρίες ρυμούλκησης. Ο καπετάνιος τα πήρε, έκανε επικοινωνίες και δυσανασχέτησε, γιατί χρειαζόταν αρκετός χρόνος να έρθουν να ελληνικά ρυμουλκά από Πειραιά. Είπε μάλιστα πως η δουλειά θα μπορούσε να γίνει γρήγορα και φτηνά αν έρχονταν ρυμουλκά από την Τουρκία. Δεν έθεσε ποτέ θέμα ότι δεν θέλει να δεχτεί ελληνική βοήθεια γιατί ήταν σε ελληνικό θαλάσσιο χώρο».
Ο πόλεμος της φήμης και της σημαίας.
Με ή χωρίς σκηνοθεσία, η Τουρκία βρήκε μια ευκαιρία. Στις 9 Ιανουαρίου 1996 η Ελλάδα απαντάει στην τουρκική ρηματική διακοίνωση, λέγοντας πως τα Ίμια είναι ελληνικές νησίδες που δόθηκαν από τους Ιταλούς μαζί με με τα Δωδεκάνησα. Από τα μέσα Ιανουαρίου το ελληνικό ΥΠΕΞ ζητά από Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας να υπάρξουν αυξημένα μέτρα στην περιοχή των βραχονησίδων. Στις 2ο Ιανουαρίου ο Κώστας Σημίτης επιλέγεται από την κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ ως πρωθυπουργός, στη θέση του ασθενούς Ανδρέα Παπανδρέου. Αντίπαλοι του για την εκλογή είναι ο Άκης Τσοχατζόπουλος και ο Γεράσιμος Αρσένης. Μετά την εκλογή του, ο Σημίτης θέλει να απεμπλέξει από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας τον υπουργό και αντίπαλο του Αρσένη. Είναι κοινό μυστικό πως θέλει μια κυβέρνηση άλλου προσανατολισμού και στα εθνικά θέματα. Ζητά από τον Αρσένη να πάρει το υπουργείο Ανάπτυξης, αλλά αυτός αρνείται.
Στις 24 Ιανουαρίου ο τηλεοπτικός σταθμός ΑΝΤ1 προβάλλει ως πρώτο θέμα ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Αντώνη Φουρλή με την ανταλλαγή της διπλωματικής αλληλογραφίας που αποδεικνύει πως η Τουρκία για πρώτη φορά θέτει ζήτημα εδαφικών διεκδικήσεων. Η νεοσύστατη κυβέρνηση Σημίτη βρίσκεται απέναντι σε ένα εθνικό θέμα πριν ακόμη πάει στα υπουργικά γραφεία. Η επόμενη ημέρα είναι καθοριστική. Τα Μέσα Ενημέρωσης αναπαράγουν το ρεπορτάζ, δίνοντας όμως το καθένα τη δική του χροιά. Υπάρχουν ραδιοσταθμοί που μεταδίδουν πως οι Τούρκοι διεκδικούν τα Ίμια και μάλιστα τοποθέτησαν τουρκική σημαία στα νησιά. Η φήμη αυτή είναι όχι μόνο ανυπόστατη αλλά και περίεργη. Μιλά για μια σημαία πριν καν υπάρξει. Ο λιμενάρχης Καλύμνου Νίκος Χουχουρέλος θυμάται: «Με έπαιρναν τηλέφωνο και με ρωτούσαν πού είχε μπει η σημαία. Δεν υπήρχε καμία σημαία, αλλά υπήρχε αυτή η μετάδοση. Σε σημείο που να ‘ρθει ο στρατιωτικός διοικητής της περιοχής και να μου ζητήσει να πάμε να δούμε αν υπάρχει τουρκική σημαία. Πήραμε το φουσκωτό και πήγαμε ως τα Ίμια, όπου πραγματικά δεν υπήρχε τίποτα. Στην επιστροφή συναντήσαμε ένα αλιευτικό σκάφος από την Κάλυμνο, στο οποίο επέβαιναν ο δήμαρχος Καλύμνου Δημήτρης Διακομιχάλης και ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος Γ. Ριόλας Μου είπαν πως πάνε και αυτοί να δουν αν υπάρχει τουρκική σημαία. Τους ενημέρωσα πως δεν υπάρχει και τους είπα να γυρίσουν και αυτοί. Μου απάντησαν πως θα πήγαιναν ως εκεί και θα γυρνούσαν». Ο δήμαρχος Δ. Διακομιχάλης με το αλιευτικό «Αννα Μαρία», το οποίο ανήκε στον Μιχάλη Αρβύθη, φτάνει στα’Ιμια και τοποθετεί σε έναν πρόχειρο ιστό μια ελληνική σημαία στην Ανατολική Ίμια. Η κρίση μόλις έχει ξεκινήσει. Πολλοί θα κατηγορήσουν αργότερα τον Δημήτρη Διακομιχάλη γι’ αυτή την ενέργεια. Ο ίδιος ο Θόδωρος Πάγκαλος ως ΥΠΕΞ θα του αποδώσει σκοτεινά κίνητρα. Αρκετοί στην κυβέρνηση του αποδίδουν σχέση με την ομάδα Αρσένη. Και στους δύο αποδίδουν πρόθεση να ρίξουν μια πεπονόφλουδα στην κυβέρνηση Σημίτη, την οποία θεωρούν υποχωρητική στα εθνικά θέματα. Ο Διακομιχάλης εξηγεί σήμερα πως η κρίση στα Ίμια δεν προήλθε από την ανύψωση της σημαίας, αλλά από την αδυναμία των πολιτικών παραγόντων να διαχειριστούν την εθνική κυριαρχία. «Τα Ίμια δεν ήταν η μόνη βραχονησίδα όπου είχαμε βάλει σημαία. Μήνες πριν την κρίση είχαμε βάλει και στην Ψέριμο και στην Καλόλιμνο. Στην Καλόλιμνο μάλιστα ήταν μεταλλική. Τι διαφορά είχαν τα νησιά μεταξύ τους και στα άλλα μπορούσαμε αλλά στα’Ιμια δεν μπορούσαμε; Σύμφωνα με τα έγγραφα που υπάρχουν, τα Ίμια ανήκαν στη δικαιοδοσία του δήμου Καλύμνου και εποπτεύουσα αρχή είναι η χωροφυλακή. Αυτός ήταν ο λόγος που πήρα μαζί μου τον διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος. Την βάλαμε και φύγαμε. Αν ψάχνουν δικαιολογία γιατί δεν μπορούσαν να προασπιστούν ό,τι είχαν, είναι άλλο θέμα».
Απόβαση Ντινόπουλου.
Ένα από τηλεοπτικά κλισέ δόγματα λέει πως «ότι δεν καταγράφεται τηλεοπτικά, είναι σαν να μην υπάρχει». Ίσως αν δεν υπήρχε η τηλεόραση να μην υπήρχε κατά μία έννοια και η κρίση των Ιμίων όπως εξελίχθηκε. Απουσία κάμερας, η σημαία στη βραχονησίδα μπορεί να είχε τη μοίρα που τόσο επιθυμούσε ο Θόδωρος Πάγκαλος, όταν αργότερα ήταν σε αδιέξοδο, για το τι θα κάνει με τις διαπραγματεύσεις για τη σημαία. Να την έπαιρνε απλώς ο αέρας. Την ημέρα της τοποθέτησης της ένα τηλεοπτικό συνεργείο του ΑΝΤ1 με τον δημοσιογράφο Αργύρη Ντινόπουλο (νυν βουλευτή της ΝΔ) φτάνει στην Κάλυμνο. Θέλει να καταγράψει την εικόνα της ελληνικής σημαίας στα’Ιμια, αλλά επιλέγει να δώσει ένα πιο «τηλεοπτικό», κατά τα ήθη της εποχής, χαρακτήρα. Μισθώνει το πλοιάριο «Γιάννης Ιερόθεος» από την Κάλυμνο για να πάει στα’Ιμια, αλλά όχι μόνος για μια δημοσιογραφική καταγραφή. Τον συνοδεύουν ένας ιερέας, μερικοί Καλύμνιοι και μερικά παιδιά. Ανεβαίνουν στη βραχονησίδα κουνώντας σημαίες και κάποιοι από αυτούς δίνουν συνεντεύξεις, στις οποίες λένε πως θα υπερασπιστούν τις βραχονησίδες και τα χώματα της πατρίδας. Το ρεπορτάζ παίζει πρώτο θέμα στο δελτίο ειδήσεων, μέσα σε ένα κλίμα εθνικής παλιγγενεσίας και πατριωτικής αποφασιστικότητας. Η τουρκική απάντηση έρχεται επίσης με τηλεοπτικό τρόπο μετά από δύο μέρες. Το Σάββατο τη Ιανουαρίου ένα ελικόπτερο απογειώνεται από τη Σμύρνη και προσγειώνεται στην Ανατολική Ίμια. Μεταφέρει τον δημοσιογράφο της εφημερίδας «Χουριέτ» Τζεσούρ Οσέρτ και δύο συναδέλφους του. Οι τούρκοι δημοσιογράφοι βγάζουν την ελληνική σημαία από το κοντάρι και ανυψώνουν μια τουρκική. Βγαίνουν οι απαραίτητες φωτογραφίες και την επόμενη ημέρα είναι στην πρώτη σελίδα της «Χουριέτ». Η τουρκική σημαία κυματίζει στα ‘Ιμια. Όπως θα εκμυστηρευτεί αργότερα ο Οσέρτ, τη σημαία τού την παρέδωσε ο επικεφαλής της «Χουριέτ» στη Σμύρνη και του έδωσε εντολή να πάει στα’Ιμια. Άγνωστο παραμένει αν ο διευθυντής της «Χουριέτ» κινήθηκε με βάση επαγγελματική διαστροφή ή εντολές κάποιων. Αλλά αυτό είναι ένα ερώτημα που σχετίζεται με πολλούς ακόμη παράγοντες εκείνης της κρίσης.
Δύο πολιτικές κρίσεις και μια πολεμική.
Λίγο πριν ξεσπάσει η κρίση σε όλη της τη διάσταση, με κυρίαρχη αυτή που έφερε δυο στόλους αντιμέτωπους σε ένα μικρό κομμάτι στο Αιγαίο, δύο κρίσεις πολιτικές έβαζαν τη δική τους σφραγίδα στα γεγονότα. Στην Τουρκία το Κόμμα της Ευημερίας του Ερμπακάν είχε κερδίσει τις εκλογές, αλλά δεν μπορούσε να σχηματίσει κυβέρνηση. Το τουρκικό κατεστημένο επιθυμούσε στην εξουσία την Τανσού Τσιλέρ, η οποία την περίοδο της κρίσης ήταν υπηρεσιακή πρωθυπουργός. Μια εθνική κρίση και η σθεναρή της αντιμετώπιση από την Τσιλέρ θα έδιναν πόντους στην πιθανότητα παραμονής της στην πρωθυπουργία. Στην Ελλάδα ο Κώστας Σημίτης είχε επιλεγεί ως πρωθυπουργός κερδίζοντας τους συσχετισμούς στην κοινοβουλευτική ομάδα. Γνώριζε ωστόσο ότι δεν τους έχει στο κόμμα. Ξεκίνησε τη θητεία του με τον εφιάλτη της πολιτικής του ομηρίας. Σε αυτόν προστέθηκε η κρίση. Αντίληψη του ήταν πως έπρεπε να κυβερνήσει προσανατολισμένος σε μια διαφορετική πολιτική από εκείνη του Ανδρέα Παπανδρέου. Ήταν καχύποπτος απέναντι στους εσωκομματικούς πολιτικούς του αντιπάλους και θεωρούσε πως η διακυβέρνηση είναι υπόθεση της δικής του ομάδας. Την περίοδο της κρίσης λειτούργησε με αυτή τη σημιτική ομάδα, αντικαθιστώντας σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και τα θεσμικά όργανα. Δεν είναι τυχαίο πως δεν συγκάλεσε ΚΥΣΕΑ κατά τη διάρκεια της κρίσης και αντικατέστησε το αρμόδιο όργανο με συνευρέσεις φιλικών του κυβερνητικών παραγόντων. Η άποψη του πως η Ελλάδα είναι μια βαλκανική χώρα που πρέπει να αγκαλιάσει την Ευρώπη και να συμπορεύεται με τους Αμερικανούς, μακριά από διενέξεις, καθόρισε τη στάση του κατά τις επόμενες μέρες. Το θέμα βεβαίως είναι πού οριοθετεί κάποιος την παραχώρηση για να αποφύγει τη διένεξη. Αυτό το ερώτημα ο Σημίτης, σύμφωνα με όσους έζησαν την κρίση αλλά θεωρήθηκαν απ’ τον ίδιο «υπονομευτές», αντί να το απαντήσει, το θεώρησε απλώς έναν εφιάλτη. Ήταν τα προοίμια για τα Ίμια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου