Του Αντισυνταγματάρχη (ΣΔΓ) Α. Τσουκαράκη
Την 7-4-2013 ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη έκανε δεκτή την υπ΄ αριθμ. 29/24-1-2013 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που προκλήθηκε μετά από ερωτήματά του, μεταξύ των οποίων αν νομίμως φέρουν τη στολή τους οι αστυνομικοί που συμμετέχουν σε συγκεντρώσεις και πορείες συνδικαλιστικών ενώσεων. Η γνωμοδότηση διοχετεύτηκε σε σελίδες στο διαδίκτυο όπου ενημερώνονται χιλιάδες στρατιωτικοί, αστυνομικοί, λιμενικοί και πυροσβέστες.
Σύμφωνα με αυτή λοιπόν και σε απάντηση του ανωτέρω ερωτήματος η Α΄ Τακτική Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με ψήφους δώδεκα (12) έναντι εννέα (9) - έχει μεγάλη σημασία στους νομικούς κύκλους η οριακή πλειοψηφία της απόφασης – αποφάνθηκε ότι μη νομίμως φέρουν στολή οι αστυνομικοί που μετέχουν σε εκδηλώσεις και πορείες για την προβολή επαγγελματικών διεκδικήσεων.
Είναι γνωστό ότι αναμένεται η κατάρτιση του νέου μισθολογίου των στρατιωτικών, αστυνομικών, λιμενικών και πυροσβεστών, με φερόμενες νέες περικοπές, τουλάχιστον έτσι όπως ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων κατά την επικαιροποίηση του Μνημονίου. Οι περικοπές αυτές, οι οποίες θα εξαφανίσουν τους ήδη εξαθλιωμένους στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβέστες, θα εντείνουν την αγανάκτηση των στελεχών και θα πυροδοτήσουν νέους κύκλους μαζικών και δυναμικών κινητοποιήσεων, προκειμένου να βγει προς την κοινωνία η φτωχοποίηση που οι τελευταίοι έχουν υποστεί και η απαξίωσή τους από την Πολιτεία που οδηγούν στην αποδυνάμωση και ανισχυροποίησή τους.
Ωστόσο, ίσως η γνωμοδότηση αυτή είναι ένα «δώρο» στις Ενώσεις των υπηρετούντων στις ΕΔ και στα ΣΑ, που οι κατέχοντες την εξουσία δεν το έχουν αντιληφθεί. Το επόμενο διάστημα και η ιστορία θα καταγράψει τα γεγονότα και θα βγάλει τα συμπεράσματά της.
Δημοσιοποιήθηκε προκειμένου να τρομοκρατήσει, να εκφοβίσει και εν τέλει να ανατρέψει τη συμμετοχή των εν ενεργεία στελεχών με στολή στις επερχόμενες και άνευ προηγουμένου μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις.
Οφείλουμε, ωστόσο, να πούμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Αρχικά, τα στελέχη δεν τρομοκρατούνται και δεν εκφοβίζονται, γιατί με τον τρόπο αυτό θα αναιρούταν και η ίδια η ικανότητά τους να ασκήσουν τα καθήκοντά τους στο θεσμό που το καθένα υπηρετεί (ΕΔ ή ΣΑ) με ένα απλό έγγραφο γνωμοδοτικού χαρακτήρα, που επί της ουσίας καμιά βαρύτητα δεν έχει, όπως άλλωστε επί αυτού έχει αποφανθεί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 4 του Ν.3086/2002 οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβούλιο του Κράτους δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ τρίτου πριν την αποδοχή τους με επισημειωματική πράξη του αρμόδιου οργάνου, οπότε και καθίστανται υποχρεωτικές για την Διοίκηση. Ωστόσο, όπως έγινε δεκτό και με την υπ΄ αριθμ. 830/2010 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την έννοια των διατάξεων του Ν. 3086/2002, οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που εκδίδονται προς καθοδήγηση των ενεργειών της Διοικήσεως επί υποβαλλομένων σχετικώς ερωτημάτων και οι οποίες έχουν ως περιεχόμενο τις απόψεις του Συμβουλίου τούτου επί των τιθεμένων με τα ερωτήματα νομικών ζητημάτων καθώς και τις προτεινόμενες λύσεις για το νόμιμο, κατά την κρίση του, χειρισμό των πραγματικών καταστάσεων εν όψει των οποίων υπεβλήθησαν τα ερωτήματα, δεν αποτελούν, και μάλιστα αδιαφόρως του ειδικοτέρου περιεχομένου των αιτιολογιών τους, εκτελεστές διοικητικές πράξεις (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 241/1978, 3471, 1478/1977). Εξ άλλου, ούτε η αποδοχή γνωμοδοτήσεως του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά τα οριζόμενα στην διάταξη της παρ.4 του άρθρου 7 του ν. 3086/2002, προσδίδει στην γνωμοδότηση εκτελεστό χαρακτήρα και τούτο διότι η δεσμευτικότητα της γενομένης, κατά τα ανωτέρω, δεκτής γνώμης του Ν.Σ.Κ. περιορίζεται, κατά την ρητή πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της ως άνω διατάξεως, στα όργανα της Διοικήσεως, το δε δικαίωμα που γεννάται για τους τρίτους στην περίπτωση αυτή της αποδοχής γνωμοδοτήσεως και στο οποίο αναφέρεται το πρώτο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 7 (βλ. και την προϊσχύσασα ομοίου περιεχομένου διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 6 του π.δ. 282/1996, ΦΕΚ Α΄199), είναι το δικαίωμα κάθε ενδιαφερομένου να λάβει γνώση της γενομένης δεκτής γνωμοδοτήσεως, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που θεσπίζει το κατ’ αρχήν δικαίωμα κάθε πολίτη να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνονται και οι γνωμοδοτήσεις, και το οποίο δικαίωμα γνώσεως αργεί, όσον αφορά τις γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ., προ της αποδοχής τους αρμοδίως [σε κάθε περίπτωση δεν χορηγούνται αντίγραφα των εισηγήσεων σε ερωτήματα]. Τέλος, και η πράξη με την οποία γίνεται αποδεκτή γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στερείται εκτελεστού χαρακτήρα, εφ’ όσον περιορίζεται στην αποδοχή και μόνον της γνωμοδοτήσεως (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 241/1978, 3471, 1478/1977).
Συμπερασματικά: «τη στιγμή που ο σκλάβος αποφασίζει να μην είναι πια σκλάβος, οι αλυσίδες του σπάνε», Μαχάτμα Γκάντι.
Την 7-4-2013 ο Υπουργός Δημοσίας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη έκανε δεκτή την υπ΄ αριθμ. 29/24-1-2013 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, που προκλήθηκε μετά από ερωτήματά του, μεταξύ των οποίων αν νομίμως φέρουν τη στολή τους οι αστυνομικοί που συμμετέχουν σε συγκεντρώσεις και πορείες συνδικαλιστικών ενώσεων. Η γνωμοδότηση διοχετεύτηκε σε σελίδες στο διαδίκτυο όπου ενημερώνονται χιλιάδες στρατιωτικοί, αστυνομικοί, λιμενικοί και πυροσβέστες.
Σύμφωνα με αυτή λοιπόν και σε απάντηση του ανωτέρω ερωτήματος η Α΄ Τακτική Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, με ψήφους δώδεκα (12) έναντι εννέα (9) - έχει μεγάλη σημασία στους νομικούς κύκλους η οριακή πλειοψηφία της απόφασης – αποφάνθηκε ότι μη νομίμως φέρουν στολή οι αστυνομικοί που μετέχουν σε εκδηλώσεις και πορείες για την προβολή επαγγελματικών διεκδικήσεων.
Είναι γνωστό ότι αναμένεται η κατάρτιση του νέου μισθολογίου των στρατιωτικών, αστυνομικών, λιμενικών και πυροσβεστών, με φερόμενες νέες περικοπές, τουλάχιστον έτσι όπως ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων κατά την επικαιροποίηση του Μνημονίου. Οι περικοπές αυτές, οι οποίες θα εξαφανίσουν τους ήδη εξαθλιωμένους στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς και πυροσβέστες, θα εντείνουν την αγανάκτηση των στελεχών και θα πυροδοτήσουν νέους κύκλους μαζικών και δυναμικών κινητοποιήσεων, προκειμένου να βγει προς την κοινωνία η φτωχοποίηση που οι τελευταίοι έχουν υποστεί και η απαξίωσή τους από την Πολιτεία που οδηγούν στην αποδυνάμωση και ανισχυροποίησή τους.
Ωστόσο, ίσως η γνωμοδότηση αυτή είναι ένα «δώρο» στις Ενώσεις των υπηρετούντων στις ΕΔ και στα ΣΑ, που οι κατέχοντες την εξουσία δεν το έχουν αντιληφθεί. Το επόμενο διάστημα και η ιστορία θα καταγράψει τα γεγονότα και θα βγάλει τα συμπεράσματά της.
Δημοσιοποιήθηκε προκειμένου να τρομοκρατήσει, να εκφοβίσει και εν τέλει να ανατρέψει τη συμμετοχή των εν ενεργεία στελεχών με στολή στις επερχόμενες και άνευ προηγουμένου μαζικές και δυναμικές κινητοποιήσεις.
Οφείλουμε, ωστόσο, να πούμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι.
Αρχικά, τα στελέχη δεν τρομοκρατούνται και δεν εκφοβίζονται, γιατί με τον τρόπο αυτό θα αναιρούταν και η ίδια η ικανότητά τους να ασκήσουν τα καθήκοντά τους στο θεσμό που το καθένα υπηρετεί (ΕΔ ή ΣΑ) με ένα απλό έγγραφο γνωμοδοτικού χαρακτήρα, που επί της ουσίας καμιά βαρύτητα δεν έχει, όπως άλλωστε επί αυτού έχει αποφανθεί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Έτσι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 4 του Ν.3086/2002 οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβούλιο του Κράτους δεν δημιουργούν δικαίωμα υπέρ τρίτου πριν την αποδοχή τους με επισημειωματική πράξη του αρμόδιου οργάνου, οπότε και καθίστανται υποχρεωτικές για την Διοίκηση. Ωστόσο, όπως έγινε δεκτό και με την υπ΄ αριθμ. 830/2010 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, κατά την έννοια των διατάξεων του Ν. 3086/2002, οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που εκδίδονται προς καθοδήγηση των ενεργειών της Διοικήσεως επί υποβαλλομένων σχετικώς ερωτημάτων και οι οποίες έχουν ως περιεχόμενο τις απόψεις του Συμβουλίου τούτου επί των τιθεμένων με τα ερωτήματα νομικών ζητημάτων καθώς και τις προτεινόμενες λύσεις για το νόμιμο, κατά την κρίση του, χειρισμό των πραγματικών καταστάσεων εν όψει των οποίων υπεβλήθησαν τα ερωτήματα, δεν αποτελούν, και μάλιστα αδιαφόρως του ειδικοτέρου περιεχομένου των αιτιολογιών τους, εκτελεστές διοικητικές πράξεις (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 241/1978, 3471, 1478/1977). Εξ άλλου, ούτε η αποδοχή γνωμοδοτήσεως του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, κατά τα οριζόμενα στην διάταξη της παρ.4 του άρθρου 7 του ν. 3086/2002, προσδίδει στην γνωμοδότηση εκτελεστό χαρακτήρα και τούτο διότι η δεσμευτικότητα της γενομένης, κατά τα ανωτέρω, δεκτής γνώμης του Ν.Σ.Κ. περιορίζεται, κατά την ρητή πρόβλεψη του τελευταίου εδαφίου της ως άνω διατάξεως, στα όργανα της Διοικήσεως, το δε δικαίωμα που γεννάται για τους τρίτους στην περίπτωση αυτή της αποδοχής γνωμοδοτήσεως και στο οποίο αναφέρεται το πρώτο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 7 (βλ. και την προϊσχύσασα ομοίου περιεχομένου διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 6 του π.δ. 282/1996, ΦΕΚ Α΄199), είναι το δικαίωμα κάθε ενδιαφερομένου να λάβει γνώση της γενομένης δεκτής γνωμοδοτήσεως, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, που θεσπίζει το κατ’ αρχήν δικαίωμα κάθε πολίτη να λαμβάνει γνώση των διοικητικών εγγράφων, στα οποία περιλαμβάνονται και οι γνωμοδοτήσεις, και το οποίο δικαίωμα γνώσεως αργεί, όσον αφορά τις γνωμοδοτήσεις του Ν.Σ.Κ., προ της αποδοχής τους αρμοδίως [σε κάθε περίπτωση δεν χορηγούνται αντίγραφα των εισηγήσεων σε ερωτήματα]. Τέλος, και η πράξη με την οποία γίνεται αποδεκτή γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στερείται εκτελεστού χαρακτήρα, εφ’ όσον περιορίζεται στην αποδοχή και μόνον της γνωμοδοτήσεως (πρβλ. ΣτΕ Ολομ. 241/1978, 3471, 1478/1977).
Συμπερασματικά: «τη στιγμή που ο σκλάβος αποφασίζει να μην είναι πια σκλάβος, οι αλυσίδες του σπάνε», Μαχάτμα Γκάντι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου