Εκτός από την ποινική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής, καιρός είναι να αμφισβητηθεί και η ρατσιστική της προπαγάνδα που δηλητηριάζει τα τελευταία χρόνια την πολιτική ζωή Στο περιθώριο των αποκαλύψεων για τη Χρυσή Αυγή και από τη στιγμή που οι διωκτικές αρχές και η Δικαιοσύνη έχουν στρέψει την προσοχή τους στη δράση της οργάνωσης, ήταν επόμενο να αρχίσουν να διακινούνται και διάφορες απόψεις για να ερμηνευτεί η απήχηση της ναζιστικής ομάδας. Σύμφωνα με τις
περισσότερες αναλύσεις, η ραγδαία αύξηση της επιρροής της οφείλεται στο γεγονός ότι η Χρυσή Αυγή είναι η οργάνωση που έχει κάνει σημαία της τον αντιμεταναστευτικό αγώνα, με αποτέλεσμα να προσελκύει πληθυσμιακές ομάδες που αισθάνονται ότι υπεύθυνοι για τη δική τους δυσπραγία είναι οι μετανάστες. Πρόκειται κυρίως για κατοίκους του κέντρου της Αθήνας, οι οποίοι αποδίδουν στην παρουσία των μεταναστών τη ραγδαία υποβάθμιση των συνοικιών τους.
Η «θεωρία» της Χρυσής Αυγής
Η ανάλυση αυτή στηρίζεται σε έναν ακόμα μύθο από τους πολλούς που συνοδεύουν τη δράση της Χρυσής Αυγής. Πρώτα πρώτα, δεν ήταν οι μετανάστες που υποβάθμισαν το κέντρο της Αθήνας. Συνέβη το αντίστροφο. Προηγήθηκε η υποβάθμιση του κέντρου με την αποχώρηση των ευπορότερων κατοίκων προς τα βόρεια και τα νότια προάστια, ακολούθησε η πτώση των ενοικίων και έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη συγκέντρωση των μεταναστών. Φυσικά, τη συγκέντρωση αυτή τη μεθοδεύει εδώ και χρόνια η κεντρική εξουσία, παράλληλα με τη δημιουργία «ειδικών» αστυνομικών τμημάτων ελέγχου και την ανοχή στην ενεργοποίηση των Ταγμάτων Εφόδου της Χρυσής Αυγής. Για τη δράση αυτών των τμημάτων μαρτυρούν οι πρόσφατες ενέργειες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Αλλά ο μεγαλύτερος μύθος είναι εκείνος που συσχετίζει την άνοδο της Χρυσής Αυγής με τη «στιβαρότητα» που επιδείκνυε απέναντι στο πρόβλημα της «λαθρομετανάστευσης». Γιατί μπορεί η πρώτη επιτυχία της οργάνωσης, με την εκλογή του Αρχηγού στη θέση δημοτικού συμβούλου της Αθήνας το φθινόπωρο του 2010, να οφείλεται στην απήχηση του σκληρού αντιμεταναστευτικού της μηνύματος στα διαμερίσματα του κέντρου της Αθήνας, αλλά τα εκλογικά αποτελέσματα του 2012 έδειξαν ότι η απήχηση της Χρυσής Αυγής είναι σχεδόν ισοδύναμα κατανεμημένη σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, ανεξάρτητα από την οξύτητα που παρουσιάζει σε καθεμιά απ’ αυτές το ζήτημα της παρουσίας μεταναστών. Γνωρίζουμε επίσης ότι από μόνη της η ανάδειξη του «μεταναστευτικού» σε αποκλειστικό προπαγανδιστικό στόχο δεν εγγυάται την επιτυχία ενός πολιτικού σχήματος. Το επιχείρησε επί χρόνια ο Μάκης Βορίδης, αντιγράφοντας πιστά το Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν με το δικό του Ελληνικό Μέτωπο, αλλά οι εκλογικές του αποδόσεις υπήρξαν πενιχρότατες, γεγονός που τον υποχρέωσε να ενταχθεί το 2005 στον ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη.
Η αποσύνδεση του ζητήματος της μετανάστευσης από τον κεντρικό πυρήνα της πολιτικής της καταγράφεται και σε πρόσφατο μανιφέστο της οργάνωσης. Αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κάποιος που έχει συνηθίσει στα κηρύγματα κατά των μεταναστών και γενικότερα κατά των ξένων, η Χρυσή Αυγή θεωρεί εντελώς δευτερεύον το ζήτημα αυτό: «Πρέπει να εξετάσουμε το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης με ιδιαίτερη προσοχή και μεθοδικό σκεπτικισμό. Τα προβλήματα κοινωνικής παθολογίας που ανακύπτουν από τη μαζική συσσώρευση των λαθρομεταναστών (ανεργία και εγκληματικότητα) έχουν άμεση αντανάκλαση στην καθημερινότητα του λαού και αποτελούν πρόσφορο έδαφος για τη διεξαγωγή της προπαγάνδας μας και τη λαϊκή διαφώτιση. Αποτελούν όμως φαινόμενα κοινωνικής φύσης και μακροπρόθεσμα δεν αποτελούν το μείζον πρόβλημα, καθώς, αν εφαρμοστεί νομοθεσία ξενηλασίας και προληπτική κατασταλτική προσέγγιση μπορούν να αντιμετωπιστούν άμεσα. Βέβαια αυτά τα φαινόμενα κοινωνικής φύσης αποτελούν για εμάς εργαλείο πολιτικού πολέμου με το σύστημα και δεν πρέπει να υποβαθμίζονται θεωρητικά» [Γ. Λύκος (επιμ.), «Χρυσή Αυγή, Προς το μέλλον. Θεωρητικά ζητήματα για τη στρατηγική και την τακτική του Λαϊκού Εθνικιστικού Κινήματος», Λαϊκός Σύνδεσμος, Τμήμα Ιδεολογικών Μελετών, Αθήνα 2010, σ. 83].
Το ενδιαφέρον αυτού του κειμένου είναι ότι πρόκειται για «καθοδηγητικό» ντοκουμέντο το οποίο απευθύνεται προς «συναγωνιστές». Επικαλούμενο αρχαιοελληνικούς όρους, όπως η «ξενηλασία», η οργάνωση εισηγείται ειδική νομοθεσία και «προληπτική κατασταλτική προσέγγιση» [sic]. Το σημαντικότερο είναι ότι με το κείμενο αυτό η οργάνωση ομολογεί ότι ο αντιμεταναστευτικός της οίστρος είναι κυρίως προπαγανδιστικός και «εργαλείο πολιτικού πολέμου».
Κατά τη Χρυσή Αυγή, το «κυρίαρχο πρόβλημα» με τη μετανάστευση είναι το γεγονός ότι «ο κορμός των λαθρομεταναστών αποτελείται από αλλόφυλους» και κατά συνέπεια απειλείται «συστατική αλλοίωση της εθνοφυλετικής μας οντότητας». Μ’ άλλα λόγια το πρόβλημα είναι φυλετικό και όχι κοινωνικό.
Ο «διάλογος» της Βουλής
Παρασυρμένη από την πεποίθηση ότι για να αντιμετωπίσει τη Χρυσή Αυγή πρέπει να υιοθετήσει μέρος της αντιμεταναστευτικής της ατζέντας, η δικομματική κυβέρνηση εξακολουθεί να προβάλλει τον «Ξένιο Δία» και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών ως λύση στο πρόβλημα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την κατανόηση των θέσεων των πολιτικών κομμάτων στο ζήτημα έχει η συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή, λίγους μόλις μήνες μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Σαμαρά για την ψήφιση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου για τα «Κέντρα Πρώτης Υποδοχής και Εγκαταστάσεις Κράτησης παράνομα διαμενόντων στη χώρα αλλοδαπών και τρόπο φύλαξης αυτών» (27.9.2012).
Αποκαλυπτική για το πνεύμα που κυριάρχησε στη συζήτηση ήταν η διαλλακτική τοποθέτηση του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος εμφανίστηκε ικανοποιημένος από την αποδοχή των θέσεων της ναζιστικής ομάδας από την κυβέρνηση: «Εχουμε, λοιπόν, ανάγκη σήμερα από ένα σχέδιο ξενηλασίας. Αυτό το σχέδιο θεωρούμε πως μόνο η Χρυσή Αυγή μπορεί να το εφαρμόσει, διότι απαιτούνται μέτρα που εσείς θεωρείτε σκληρά και ευτυχώς, οφείλω να ομολογήσω, υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις στις οποίες πράγματι εισακούστηκαν αυτά που είπαν οι εκπρόσωποι της Χρυσής Αυγής».
Το κακό είναι ότι από τις τοποθετήσεις κάποιων βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας επιβεβαιώνεται η αυτάρεσκη διαπίστωση του Κασιδιάρη. Ο Αδωνις Γεωργιάδης, μαθητής κι αυτός των ίδιων δασκάλων, αρκέστηκε να κινδυνολογήσει: «Το ζήτημα της λαθρομεταναστευτικής εισβολής έχει καταστεί ζήτημα εθνικής επιβιώσεως και αν δεν βρούμε τρόπο να το λύσουμε, σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχει Ελλάδα».
Σε ακόμα δραματικότερο τόνο, ο Ιωάννης Μιχελάκης, αφού περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα την κατάσταση («η οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα έφερε και φέρνει δραματικές συνέπειες στην κοινωνία, λουκέτα, ανεργία, απόγνωση, αυτοκτονίες»), λησμόνησε τις κυβερνητικές ευθύνες, αλλά πρόσθεσε «τη μάστιγα της ανεξέλεγκτης λαθρομετανάστευσης, ένα πρόβλημα που προκαλεί αλματώδη άνοδο της εγκληματικότητας, αλλοιώνει την πληθυσμιακή σύνθεση της χώρας, δημιουργεί εστίες απειλής για τη δημόσια υγεία». Στη γραμμή Λοβέρδου-Γεωργιάδη, ο κ. Μιχελάκης μίλησε για «μια ανεξέλεγκτη υγειονομική βόμβα εξαιτίας τόσο των ανύπαρκτων υγειονομικών ελέγχων στις χώρες καταγωγής των λαθρομεταναστών όσο και της περιφρόνησης ακόμα και των πιο στοιχειωδών κανόνων υγιεινής στους χώρους όπου κυριολεκτικά στοιβάζονται κατά την εδώ παραμονή τους. Αναμενόμενη συνέπεια της τριτοκοσμικής αυτής κατάστασης είναι και η αλματώδης αύξηση των κρουσμάτων AIDS αλλά και επανεμφάνιση μολυσματικών ασθενειών που είχαν κυριολεκτικά ξεχαστεί στη χώρα μας εδώ και πολλές δεκαετίες».
Εκείνος που ξεπέρασε κάθε όριο ήταν βέβαια ο Ηλίας Βλαχογιάννης, ο οποίος θυμήθηκε τη θητεία του στην ΕΛ.ΑΣ. με το απίστευτο επιχείρημα: «Σωρηδόν σήμερα όλοι επικαλούνται την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα ενώ δεν έπρεπε ούτε καν να έχουν το δικαίωμα να την επικαλεστούν».
Την έκπληξη έκανε ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο οποίος άφησε πίσω του τις παλιές αντιμεταναστευτικές θέσεις, εκείνες που του είχαν προσδώσει το προσωνύμιο του «Ελληνα Λεπέν», και έφτασε να προσυπογράψει τις απόψεις του ΚΚΕ, αδειάζοντας ταυτόχρονα την κυβερνητική προπαγάνδα: «Ολοι ξέρουμε πότε ήρθε στην Ελλάδα το μεγάλο κύμα, μεταξύ 2000 και 2004, ενόψει των ολυμπιακών έργων με μαύρη εργασία». Ο κ. Κακλαμάνης αντέστρεψε, μάλιστα, τη μαύρη προπαγάνδα περί «υγειονομικής» βόμβας: «Ενα μικρό διάστημα ήμουν υπουργός Υγείας, ξέρω πόσα ήταν τα εργατικά ατυχήματα, όχι για να χαμηλώσει το κόστος των έργων, που τους είχαν σε μαύρη εργασία, αλλά για να μεγιστοποιηθεί το κέρδος των εργολάβων. Και όταν τέλειωσε η δουλειά, τους άφησαν αμανάτι τους ανθρώπους διασκορπισμένους απανταχού στην Ελλάδα. Και κάποτε πρέπει να ανοίξει αυτός ο φάκελος του 2004, για να δούμε τότε εκεί ποιοι πραγματικά φάγανε τα λεφτά. Διότι εκεί είμαι σίγουρος ότι ούτε ένας πολιτικός δεν έφαγε τα λεφτά. Οι μεγαλοκατασκευαστές φάγανε τα λεφτά των υπερκοστολογήσεων».
Υπήρχε βέβαια για να σώσει την τιμή της Νέας Δημοκρατίας και ο Ανδρέας Ψυχάρης, ο οποίος επιτέθηκε στη Νάντια Βαλαβάνη που τόλμησε να συγκρίνει τους Ελληνες μετανάστες με τους σημερινούς μετανάστες στην Ελλάδα: «Επειδή, λόγω της καριέρας μου, έχω υπηρετήσει σε δύο γενικά προξενεία τόσο στην Αμερική όσο και στη Γερμανία με πολλούς μετανάστες, σας διαβεβαιώ ότι οι Ελληνες μετανάστες δεν πήγαν εκεί παράνομα. Πήγαν σεβόμενοι τους νόμους και ουδέποτε διανοήθηκαν να αντιμετωπίσουν τους πολίτες με Καλάσνικοφ». Οι παλιοί αναγνώστες της στήλης γνωρίζουν την αστοχία του επιχειρήματος. Για τους πρόσφατους αναγνώστες παραπέμπουμε στο πολύτιμο βιβλιαράκι του Γιάννη Χάρη.
Αλλά και ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ, Κωνσταντίνος Τριαντάφυλλος, έδειξε ενθουσιασμένος ακόμα και με τις πιο αμφισβητούμενες διατάξεις, όπως η ανάθεση της φύλαξης των εγκαταστάσεων σε προσωπικό ιδιωτικών εταιρειών που θα έχει ειδική εκπαίδευση: «Αυτό αποτελεί ένα μέτρο που αν λειτουργήσει σωστά και με όλα τα νομικά και συνταγματικά εχέγγυα υπό την ευθύνη της ΕΛ.ΑΣ., θα δώσει και ευκαιρίες απασχόλησης σε αρκετούς πολίτες συγκεκριμένων περιοχών της χώρας. Επίσης, θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά αναφορικά με το επίπεδο της παρεχόμενης φύλαξης. Εξάλλου, ίσως επιφέρει και έσοδα, αφού υπάρχει πρόβλεψη ότι την εκπαίδευση των υπαλλήλων των ιδιωτικών εταιρειών θα αναλάβει η Ελληνική Αστυνομία».
Στην ίδια κατεύθυνση με στόχο τους μετανάστες ήταν οι τοποθετήσεις των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Η ειδική αγορήτρια του κόμματος, Μαρίνα Χρυσοβελώνη, θα μιλήσει για «ανθρώπινη πλημμυρίδα εκατομμυρίων λαθρομεταναστών» και θα κάνει έναν υπολογισμό ότι απαιτούνται χίλια κέντρα υποδοχής και κράτησης! Και σαν να μη φτάνει αυτό, «υπάρχει όμως και το θέμα της εθνικής ασφάλειας. Τι είδους άτομα θα εισέρχονται στη χώρα και πώς θα ελέγχουμε; Θυμίζω πως μέχρι τώρα οι εισερχόμενοι λαθρομετανάστες στην πλειοψηφία τους δηλώνουν υπήκοοι Αφγανιστάν, χωρίς φυσικά να διαθέτουν κανένα ταξιδιωτικό έγγραφο. Οσα ακούσαμε στην επιτροπή για το θέμα της λαθρομετανάστευσης από κάποιους εμφανιζόμενους ως φιλάνθρωπους φορείς, κυρίως από εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων ήταν ανεδαφικά και απαράδεκτα, ότι δηλαδή η Ελλάδα οφείλει να υποδέχεται όλους όσους περνούν τα σύνορά της, δηλαδή να μην τα κλείνει και μετά αφού μπουν όλοι μέσα να κάνει τη διαλογή, ξεχωρίζοντας -πώς άραγε;- τους πολιτικούς πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες, τους ανήλικους από τους τρομοκράτες και τους κακοποιούς. Αν αυτή η πρόταση των μη κυβερνητικών οργανώσεων δεν είναι ο ορισμός της υπονόμευσης της ελληνικής κοινωνίας, της αποσταθεροποίησης της ελληνικής πολιτείας, δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να είναι».
Η ουσία της υπόθεσης περιγράφτηκε από τη Νάντια Βαλαβάνη του ΣΥΡΙΖΑ: «Με το παρόν νομοσχέδιο γιγαντώνονται ουσιαστικά –ή θα γιγαντωθούν, αν αυτό εφαρμοστεί στην πράξη– οικονομικά συμφέροντα που θα λειτουργούν όχι για να λυθεί το πρόβλημα, αλλά για να επιταθεί, για να επιδεινωθεί. Κι έχουμε το πρότυπο των ιδιωτικών φυλακών στην Αμερική, όπου εκεί κάνουν ό,τι μπορούν, με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, για την αύξηση-συντήρηση της παραβατικότητας». Οσο για την προοπτική της συγκέντρωσης μεταναστών, ο τελικός στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη μετατροπή τους σε στρατόπεδα «ειδικής εργασίας». Το επισήμανε ο Θανάσης Πετράκος του ΣΥΡΙΖΑ θυμίζοντας το άρθρο 37,5 του ν. 3009/2011 για τις περίφημες Ειδικές Οικονομικές Ζώνες: «Σε περίπτωση αδυναμίας των αρμόδιων κατά περίπτωση αρχών να διασφαλίσουν με ιδίους πόρους ή μέσα ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών των οποίων η απομάκρυνση έχει αναβληθεί απολαμβάνουν κατά το χρονικό διάστημα της αναβολής στοιχειώδεις όρους αξιοπρεπούς προσωρινής στέγασης-εγκατάστασης, δημοσίου κοινωφελούς χαρακτήρα και γενικότερα καλύπτουν τις άμεσες βιοτικές ανάγκες, μπορεί να επιτραπεί μετά από σχετική άδεια να απασχολούνται ως μισθωτοί σε [ειδικούς] τομείς απασχόλησης [και] σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας».
Η «πράξη» της κυβέρνησης
Η Βασιλική Κατριβάνου ανήκει στην ομάδα των βουλευτών και βουλευτριών του ΣΥΡΙΖΑ που επισκέπτονται συχνά τα κέντρα κράτησης μεταναστών, από τότε που άρχισαν να ξεφυτρώνουν σε όλη την Ελλάδα. Ζητήσαμε τις εντυπώσεις της από την πρόσφατη περιοδεία της στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. «Οσο η μεταναστευτική πολιτική στηρίζεται στην καταστολή και στην κράτηση και όσο ο στόχος μας είναι μόνο να περνάει το μήνυμα, μην έρθετε εδώ πέρα γιατί εδώ θα είναι κόλαση, δεν υπάρχει καμία προοπτική. Η μόνη πολιτική που θα είχε προοπτική θα ήταν εκείνη που θα προωθούσε την κοινωνική ένταξη. Μια προοπτική που δεν θα δημιουργούσε περιθώριο με ανθρώπους στην άκρη, αλλά αντίθετα μια κοινωνική πολιτική που θα τους έδινε πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά, παιδεία, υγεία κ.λπ.».
Κατά τη γνώμη της κυρίας Κατριβάνου, οι μετανάστες πάνε εκεί που θα βρούνε δουλειά. «Αυτό που κάνει ο κ. Δένδιας, δημιουργώντας κέντρα κράτησης με άθλιες συνθήκες για να δώσει το σκληρό μήνυμα, θεωρώ ότι είναι παράλογο. Δεν πάει ο άλλος κάπου γιατί είναι καλύτερες οι συνθήκες στα κέντρα φιλοξενίας. Φεύγει για να δουλέψει και να φτιάξει αλλού τη ζωή του, γιατί είναι αδύνατο να το κάνει αυτό στη χώρα του. Με την πολιτική του εγκλωβισμού χωρίς προσπάθειες ένταξης δημιουργείται ένα κοινωνικό περιθώριο. Εμείς προτείνουμε να υπάρχουν κέντρα πρώτης υποδοχής και όχι κράτησης, να καταγράφονται εκεί όσοι μπαίνουν κι όχι να κρύβονται από φόβο, να γνωρίζουμε πόσοι μπαίνουν».
Η καμπάνια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά των κέντρων κράτησης ξεκίνησε από τη Μυτιλήνη και τη Σάμο που είναι δύο πύλες εισόδου. Η πρώτη τους έκπληξη ήταν θετική, όταν είδαν στη Μυτιλήνη τις κατασκηνώσεις του ΠΙΚΠΑ τις οποίες παραχώρησε ο δήμος. «Εμείς που έχουμε δει τόσα κέντρα κράτησης εκπλαγήκαμε διότι είδαμε ζωντανό το παράδειγμα του πώς ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός. Δεν υπήρχε καμιά ιδιαίτερη περιποίηση, όμως είδαμε σπιτάκια μέσα σε δέντρα, ενώ τα κέντρα κράτησης δεν έχουν ποτέ δέντρα, ούτε καν υπόστεγα. Οι άνθρωποι είχαν την αξιοπρέπειά τους χωρίς κάγκελα και συρματοπλέγματα. Λίγα στρώματα, κουβέρτες, αλλά ένας χώρος που θα μπορούσε να βρεθεί οποιοσδήποτε χωρίς να αισθάνεται εξαθλίωση. Αυτοί μένουν εκεί μέχρι να καταγραφούν, αλλά το λιμενικό και η αστυνομία αρνούνται να τους καταγράψουν. Υπάρχει κενό ανάμεσα στις αρμοδιότητες. Οι περισσότεροι είναι από τη Συρία και το Αφγανιστάν, δηλαδή θα κάνουν αίτημα για καθεστώς πρόσφυγα».
Και η δεύτερη επίσκεψη ήταν θετική. Στην Αγιάσο φιλοξενούνται μόνο τα ανήλικα. Είναι ανοιχτό κέντρο, το οποίο χρηματοδοτείται μέσω ΕΣΠΑ. «Αυτή τη στιγμή έχει τελειώσει το ΕΣΠΑ και μέχρι να ισχύσει το επόμενο, έχουνε κρατήσει από 90 που μπορούν να φιλοξενούν μόνο 20. Ο διευθυντής παλεύει πια μόνος του, πάει ο ίδιος καθημερινά να τους μαγειρέψει προσπαθώντας να το κρατήσει μέχρι να εγκριθεί η επόμενη χρηματοδότηση».
Στον αντίποδα βρίσκεται το κέντρο κράτησης που κατασκευάζεται στη Μόρια. «Οι αρχές μάς είπαν ότι πρόκειται για κέντρο υποδοχής. Με το που το βλέπεις αυτό το πράγμα που ενώ βρίσκεται μέσα σε ένα δάσος έχει επιλεγεί ένα μέρος που δεν έχει ούτε ένα δέντρο, είναι ακριβώς το ίδιο με το στρατόπεδο της Αμυγδαλέζας. Τα ίδια λυόμενα με τα συρματοπλέγματα γύρω γύρω και τα χαλίκια κάτω με προαυλισμό δύο μέτρων. Τότε καταλάβαμε ότι μπορεί μεν να το ονομάζουν κέντρο υποδοχής που προϋποθέτει πολιτικό προσωπικό και μάξιμουμ διαμονής 25 μέρες, αλλά στην ουσία θα είναι κέντρο κράτησης».
Στη Σάμο το κέντρο δεν είναι ούτε υποδοχής ούτε κράτησης. «Είναι κέντρο ταυτοποίησης. Αυτό είναι εφεύρημα. Δεν είναι κέντρο υποδοχής διότι δεν φυλάσσεται από πολιτικό προσωπικό, αλλά από την αστυνομία, όμως υπάρχουν μέσα οι ΜΚΟ αλλά με υποχρεωτική αναφορά στην αστυνομία, ενώ υπάρχουν άνθρωποι που μένουν εκεί περισσότερο από τρεις μήνες. Οσο για τον χώρο, μια από τα ίδια: λυόμενα, συρματοπλέγματα, δύο μέτρα για προαυλισμό και φυσικά όχι δέντρα. Δέντρα φαίνεται ότι δεν πρέπει να βλέπουν οι άνθρωποι αυτοί με τίποτα. Εκεί είδαμε ανήλικα ασυνόδευτα από τη Συρία να κρατούνται χωρίς να ξέρουν πού θα τα πάνε, είδαμε γυναίκες με μωρά παιδιά πίσω από τα συρματοπλέγματα καθισμένες κατάχαμα μέσα στον ήλιο με τα μωρά τους. Παιδιά που γευματίζουν χωρίς να τους παρέχεται ένα φρούτο ή μια σαλάτα, ξεκομμένα από την κοινωνία».
Εκπρόσωποι της τοπικής κοινωνίας που θέλουν να επισκεφτούν το κέντρο και να βοηθήσουν βρίσκουν τις πύλες του κλειστές, παρά το γεγονός ότι ο νόμος προβλέπει να είναι προσβάσιμες αυτές οι εγκαταστάσεις. «Αυτό που με σοκάρισε περισσότερο τελικά σε αυτές τις επισκέψεις ήταν η διαφορά του κέντρου κράτησης με το άτυπο κέντρο υποδοχής. Είδα πώς θα μπορούσαν να είναι αλλιώς τα πράγματα και ήταν συγκλονιστικό».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Ιδια πολιτική, άλλο όνομα
Η πολιτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης και των επιχειρήσεων «Ξένιος Ζευς» για τη «λύση» του μεταναστευτικού ζητήματος θεμελιώνεται στη θέση ότι, ταλαιπωρώντας (δίκαια ή άδικα) τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, θα αποθαρρύνει τους υποψήφιους νέους μετανάστες. Στην ίδια λογική αποφεύγει κάθε συζήτηση για ανθρώπινα και ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας. Το επιχείρημα αυτό προϋποθέτει ότι μέχρι σήμερα η Ελλάδα ήταν παράδεισος για τους μετανάστες. Είναι γνωστό ότι δεν συμβαίνει τίποτα παρόμοιο. Το μόνο που αλλάζει σήμερα είναι η μείωση έως εξαφάνιση των «θέσεων εργασίας», ακόμα και κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες. Η αλήθεια είναι ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 που παρουσιάστηκαν οι πρώτες μεταναστευτικές ροές από τα Βαλκάνια προς τη χώρα μας, ο πυρήνας της κρατικής πολιτικής ήταν ταυτόσημος με τον σημερινό: στόχο είχε την απομάκρυνση πάση θυσία όσων μεταναστών και προσφύγων ήταν δυνατόν και η αποθάρρυνση των άλλων.
«Το ελληνικό νομικό πλαίσιο που αφορά στο καθεστώς των αλλοδαπών μεταναστών τέθηκε σε σαθρές βάσεις από την αρχή, δηλαδή με τον πρώτο, ουσιαστικά, τυπικό μεταναστευτικό νόμο στην ιστορία της χώρας, το ν. 1975/1991», γράφει ο νομικός Νίκος Σιταρόπουλος, ο οποίος σήμερα είναι στενός συνεργάτης του επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Συμβούλιο της Ευρώπης, Νιλς Μούιζνιεκς. Αυτός ο νόμος και όλη η νομοθεσία της δεκαετίας του 1990 απέφυγαν κάθε πρόβλεψη για την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών, ξορκίζοντας ως περαστικό κακό την παρουσία τους στη χώρα μας. Οπως παρατηρεί ο κ. Σιταρόπουλος, «το κυριότερο μειονέκτημα της πρώτης διαδικασίας νομιμοποίησης του 1998 ήταν, όπως και το 2001 (δεύτερη απόπειρα νομιμοποίησης), η ανεδαφική πεποίθηση της πολιτείας ότι οι μετανάστες “είναι εδώ για να φύγουν σύντομα”. Αποτέλεσμα αυτού του ιδεολογήματος ήταν η εξαιρετικά βραχεία διάρκεια των αδειών παραμονής και εργασίας που προέβλεψε η σχετική νομοθεσία και η δυνατότητα ανανέωσής τους υπό ιδιαίτερα αυστηρούς και ασαφείς όρους». Το κακό είναι ότι ακόμα και σήμερα η μεταναστευτική στρατηγική του συνόλου του πολιτικού φάσματος εδράζεται στην ίδια «ανεδαφική πεποίθηση». Μπορεί βέβαια η σημερινή έλλειψη εργασιών να οδηγεί πολλούς μετανάστες στην επιθυμία φυγής, αλλά δεν είναι σωστό να στηρίζεται η κρατική πολιτική σ’ αυτή την προοπτική.
Απ’ αυτή την άποψη είναι προβληματικός ο υπερτονισμός του αιτήματος να ακυρωθεί ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙ, ένα αίτημα στο οποίο συμπίπτουν οι πάντες, από τη μεταναστοκτόνο Χρυσή Αυγή και τον ξενοφοβικό ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ. Κατ’ αρχήν, ο Κανονισμός αναφέρεται μόνο σε αιτούντες άσυλο, ένα μικρό δηλαδή ποσοστό του συνόλου των μεταναστών. Αλλά η μονοδιάστατη επιμονή στο Δουβλίνο ΙΙ κρύβει την παγίδα να συμφωνήσουμε πως οι μετανάστες είναι περαστικοί και κατά συνέπεια οι άθλιες συνθήκες ζωής τους είναι προσωρινές και επομένως δεν έγινε και τίποτα σπουδαίο. Επίσης, αυτή η επιμονή είναι και ένα άλλοθι για την κυβέρνηση, ότι τάχα δεν ευθύνεται αυτή, αλλά οι Ευρωπαίοι εταίροι που δεν ανοίγουν τα σύνορά τους. Φυσικά φταίνε και οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που έχουν σιωπηρά αναθέσει στην Ελλάδα τον ρόλο του συνοροφύλακα, αλλά αυτό δεν μας δίνει το δικαίωμα ούτε να δημιουργούμε ειδικά γκέτο και στρατόπεδα συγκέντρωσης ούτε να επιδοκιμάζουμε σιωπηλά τα πογκρόμ ναζιστικής έμπνευσης στο κέντρο της Αθήνας.
Περιττό να προσθέσουμε ότι κανείς στη χώρα μας –όπως και σε όλες τις χώρες υποδοχής μεταναστών– δεν κάνει λόγο για τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την Προστασία των Δικαιωμάτων των Μεταναστών Εργαζομένων και των Μελών των οικογενειών τους. Η Σύμβαση αυτή αναφέρεται τόσο σε νόμιμους όσο και σε παράνομους αλλοδαπούς εργαζόμενους. Εχει υιοθετηθεί από τη Γενική Συνέλευση του διεθνούς οργανισμού από το 1990, ενώ τέθηκε σε ισχύ την 1.7.2003. Στοίχημα ότι δεν την έχουν καν ακούσει στα «συναρμόδια υπουργεία» που χαράσσουν και εκτελούν τη μεταναστευτική πολιτική «μόνο για Ελληνες».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Διαβάστε
● Νίκος Σιταρόπουλος
«Οψεις προστασίας του μετανάστη εργαζόμενου στο δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιθωριοποίησής του στο ελληνικό δίκαιο» [στο Μ. Τσαπόγας, Δ. Χριστόπουλος (επιμ.), «Τα δικαιώματα στην Ελλάδα 1953-2003», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2004] Το ιστορικό της αντιμετώπισης των μεταναστευτικών ροών από το 1990 στο ελληνικό δίκαιο.
● Γιάννης Η. Χάρης
«Στοιχήματα: Εθνικισμός, Ρατσισμός, Μετανάστευση» (εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013)
Το πρώτο από μια σειρά τομίδια, με κείμενα που ανατρέπουν τα στερεότυπα γύρω από ζητήματα που απασχολούν τη δημοσιότητα.
● Markus Euskirchen, Henrik Lebuhn, Gene Ray
«From Borderline to Borderland: The Changing Border Regime, Transnational Labor and Migration Struggles in Europe» (Εργασία στο Universidad Autόnoma Metropolitana (UAM-X), Μεξικό 2007) Οι μετανάστες και τα σύνορα της Ευρώπης.
● Michele Totah_
«Fortress Italy: Racial Politics and the New Immigration Amendment in Italy» (Fordham International Law Journal, 26.5.2002)
Το «Φρούριο-Ιταλία» και οι αντιμεταναστευτικές νομοθετικές ρυθμίσεις.
● Loic Wacquant
«Suitable enemies. Foreigners and immigrants in the prisons of Europe» (Punishment & Society, Οκτώβριος 1999)
Η ποινικοποίηση των μεταναστών ως μέθοδος διαχείρισης της μετανάστευσης.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς ios@efsyn.gr
Η «θεωρία» της Χρυσής Αυγής
Η ανάλυση αυτή στηρίζεται σε έναν ακόμα μύθο από τους πολλούς που συνοδεύουν τη δράση της Χρυσής Αυγής. Πρώτα πρώτα, δεν ήταν οι μετανάστες που υποβάθμισαν το κέντρο της Αθήνας. Συνέβη το αντίστροφο. Προηγήθηκε η υποβάθμιση του κέντρου με την αποχώρηση των ευπορότερων κατοίκων προς τα βόρεια και τα νότια προάστια, ακολούθησε η πτώση των ενοικίων και έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη συγκέντρωση των μεταναστών. Φυσικά, τη συγκέντρωση αυτή τη μεθοδεύει εδώ και χρόνια η κεντρική εξουσία, παράλληλα με τη δημιουργία «ειδικών» αστυνομικών τμημάτων ελέγχου και την ανοχή στην ενεργοποίηση των Ταγμάτων Εφόδου της Χρυσής Αυγής. Για τη δράση αυτών των τμημάτων μαρτυρούν οι πρόσφατες ενέργειες του υπουργείου Δημόσιας Τάξης.
Αλλά ο μεγαλύτερος μύθος είναι εκείνος που συσχετίζει την άνοδο της Χρυσής Αυγής με τη «στιβαρότητα» που επιδείκνυε απέναντι στο πρόβλημα της «λαθρομετανάστευσης». Γιατί μπορεί η πρώτη επιτυχία της οργάνωσης, με την εκλογή του Αρχηγού στη θέση δημοτικού συμβούλου της Αθήνας το φθινόπωρο του 2010, να οφείλεται στην απήχηση του σκληρού αντιμεταναστευτικού της μηνύματος στα διαμερίσματα του κέντρου της Αθήνας, αλλά τα εκλογικά αποτελέσματα του 2012 έδειξαν ότι η απήχηση της Χρυσής Αυγής είναι σχεδόν ισοδύναμα κατανεμημένη σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, ανεξάρτητα από την οξύτητα που παρουσιάζει σε καθεμιά απ’ αυτές το ζήτημα της παρουσίας μεταναστών. Γνωρίζουμε επίσης ότι από μόνη της η ανάδειξη του «μεταναστευτικού» σε αποκλειστικό προπαγανδιστικό στόχο δεν εγγυάται την επιτυχία ενός πολιτικού σχήματος. Το επιχείρησε επί χρόνια ο Μάκης Βορίδης, αντιγράφοντας πιστά το Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν με το δικό του Ελληνικό Μέτωπο, αλλά οι εκλογικές του αποδόσεις υπήρξαν πενιχρότατες, γεγονός που τον υποχρέωσε να ενταχθεί το 2005 στον ΛΑΟΣ του Γιώργου Καρατζαφέρη.
Η αποσύνδεση του ζητήματος της μετανάστευσης από τον κεντρικό πυρήνα της πολιτικής της καταγράφεται και σε πρόσφατο μανιφέστο της οργάνωσης. Αντίθετα από ό,τι θα περίμενε κάποιος που έχει συνηθίσει στα κηρύγματα κατά των μεταναστών και γενικότερα κατά των ξένων, η Χρυσή Αυγή θεωρεί εντελώς δευτερεύον το ζήτημα αυτό: «Πρέπει να εξετάσουμε το φαινόμενο της λαθρομετανάστευσης με ιδιαίτερη προσοχή και μεθοδικό σκεπτικισμό. Τα προβλήματα κοινωνικής παθολογίας που ανακύπτουν από τη μαζική συσσώρευση των λαθρομεταναστών (ανεργία και εγκληματικότητα) έχουν άμεση αντανάκλαση στην καθημερινότητα του λαού και αποτελούν πρόσφορο έδαφος για τη διεξαγωγή της προπαγάνδας μας και τη λαϊκή διαφώτιση. Αποτελούν όμως φαινόμενα κοινωνικής φύσης και μακροπρόθεσμα δεν αποτελούν το μείζον πρόβλημα, καθώς, αν εφαρμοστεί νομοθεσία ξενηλασίας και προληπτική κατασταλτική προσέγγιση μπορούν να αντιμετωπιστούν άμεσα. Βέβαια αυτά τα φαινόμενα κοινωνικής φύσης αποτελούν για εμάς εργαλείο πολιτικού πολέμου με το σύστημα και δεν πρέπει να υποβαθμίζονται θεωρητικά» [Γ. Λύκος (επιμ.), «Χρυσή Αυγή, Προς το μέλλον. Θεωρητικά ζητήματα για τη στρατηγική και την τακτική του Λαϊκού Εθνικιστικού Κινήματος», Λαϊκός Σύνδεσμος, Τμήμα Ιδεολογικών Μελετών, Αθήνα 2010, σ. 83].
Το ενδιαφέρον αυτού του κειμένου είναι ότι πρόκειται για «καθοδηγητικό» ντοκουμέντο το οποίο απευθύνεται προς «συναγωνιστές». Επικαλούμενο αρχαιοελληνικούς όρους, όπως η «ξενηλασία», η οργάνωση εισηγείται ειδική νομοθεσία και «προληπτική κατασταλτική προσέγγιση» [sic]. Το σημαντικότερο είναι ότι με το κείμενο αυτό η οργάνωση ομολογεί ότι ο αντιμεταναστευτικός της οίστρος είναι κυρίως προπαγανδιστικός και «εργαλείο πολιτικού πολέμου».
Κατά τη Χρυσή Αυγή, το «κυρίαρχο πρόβλημα» με τη μετανάστευση είναι το γεγονός ότι «ο κορμός των λαθρομεταναστών αποτελείται από αλλόφυλους» και κατά συνέπεια απειλείται «συστατική αλλοίωση της εθνοφυλετικής μας οντότητας». Μ’ άλλα λόγια το πρόβλημα είναι φυλετικό και όχι κοινωνικό.
Ο «διάλογος» της Βουλής
Παρασυρμένη από την πεποίθηση ότι για να αντιμετωπίσει τη Χρυσή Αυγή πρέπει να υιοθετήσει μέρος της αντιμεταναστευτικής της ατζέντας, η δικομματική κυβέρνηση εξακολουθεί να προβάλλει τον «Ξένιο Δία» και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών ως λύση στο πρόβλημα. Εξαιρετικό ενδιαφέρον για την κατανόηση των θέσεων των πολιτικών κομμάτων στο ζήτημα έχει η συζήτηση που διεξήχθη στη Βουλή, λίγους μόλις μήνες μετά τον σχηματισμό της κυβέρνησης Σαμαρά για την ψήφιση της πράξης νομοθετικού περιεχομένου για τα «Κέντρα Πρώτης Υποδοχής και Εγκαταστάσεις Κράτησης παράνομα διαμενόντων στη χώρα αλλοδαπών και τρόπο φύλαξης αυτών» (27.9.2012).
Αποκαλυπτική για το πνεύμα που κυριάρχησε στη συζήτηση ήταν η διαλλακτική τοποθέτηση του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος εμφανίστηκε ικανοποιημένος από την αποδοχή των θέσεων της ναζιστικής ομάδας από την κυβέρνηση: «Εχουμε, λοιπόν, ανάγκη σήμερα από ένα σχέδιο ξενηλασίας. Αυτό το σχέδιο θεωρούμε πως μόνο η Χρυσή Αυγή μπορεί να το εφαρμόσει, διότι απαιτούνται μέτρα που εσείς θεωρείτε σκληρά και ευτυχώς, οφείλω να ομολογήσω, υπάρχουν και κάποιες περιπτώσεις στις οποίες πράγματι εισακούστηκαν αυτά που είπαν οι εκπρόσωποι της Χρυσής Αυγής».
Το κακό είναι ότι από τις τοποθετήσεις κάποιων βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας επιβεβαιώνεται η αυτάρεσκη διαπίστωση του Κασιδιάρη. Ο Αδωνις Γεωργιάδης, μαθητής κι αυτός των ίδιων δασκάλων, αρκέστηκε να κινδυνολογήσει: «Το ζήτημα της λαθρομεταναστευτικής εισβολής έχει καταστεί ζήτημα εθνικής επιβιώσεως και αν δεν βρούμε τρόπο να το λύσουμε, σε λίγα χρόνια δεν θα υπάρχει Ελλάδα».
Σε ακόμα δραματικότερο τόνο, ο Ιωάννης Μιχελάκης, αφού περιέγραψε με τα μελανότερα χρώματα την κατάσταση («η οικονομική κρίση που βιώνει η χώρα έφερε και φέρνει δραματικές συνέπειες στην κοινωνία, λουκέτα, ανεργία, απόγνωση, αυτοκτονίες»), λησμόνησε τις κυβερνητικές ευθύνες, αλλά πρόσθεσε «τη μάστιγα της ανεξέλεγκτης λαθρομετανάστευσης, ένα πρόβλημα που προκαλεί αλματώδη άνοδο της εγκληματικότητας, αλλοιώνει την πληθυσμιακή σύνθεση της χώρας, δημιουργεί εστίες απειλής για τη δημόσια υγεία». Στη γραμμή Λοβέρδου-Γεωργιάδη, ο κ. Μιχελάκης μίλησε για «μια ανεξέλεγκτη υγειονομική βόμβα εξαιτίας τόσο των ανύπαρκτων υγειονομικών ελέγχων στις χώρες καταγωγής των λαθρομεταναστών όσο και της περιφρόνησης ακόμα και των πιο στοιχειωδών κανόνων υγιεινής στους χώρους όπου κυριολεκτικά στοιβάζονται κατά την εδώ παραμονή τους. Αναμενόμενη συνέπεια της τριτοκοσμικής αυτής κατάστασης είναι και η αλματώδης αύξηση των κρουσμάτων AIDS αλλά και επανεμφάνιση μολυσματικών ασθενειών που είχαν κυριολεκτικά ξεχαστεί στη χώρα μας εδώ και πολλές δεκαετίες».
Εκείνος που ξεπέρασε κάθε όριο ήταν βέβαια ο Ηλίας Βλαχογιάννης, ο οποίος θυμήθηκε τη θητεία του στην ΕΛ.ΑΣ. με το απίστευτο επιχείρημα: «Σωρηδόν σήμερα όλοι επικαλούνται την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα ενώ δεν έπρεπε ούτε καν να έχουν το δικαίωμα να την επικαλεστούν».
Την έκπληξη έκανε ο Νικήτας Κακλαμάνης, ο οποίος άφησε πίσω του τις παλιές αντιμεταναστευτικές θέσεις, εκείνες που του είχαν προσδώσει το προσωνύμιο του «Ελληνα Λεπέν», και έφτασε να προσυπογράψει τις απόψεις του ΚΚΕ, αδειάζοντας ταυτόχρονα την κυβερνητική προπαγάνδα: «Ολοι ξέρουμε πότε ήρθε στην Ελλάδα το μεγάλο κύμα, μεταξύ 2000 και 2004, ενόψει των ολυμπιακών έργων με μαύρη εργασία». Ο κ. Κακλαμάνης αντέστρεψε, μάλιστα, τη μαύρη προπαγάνδα περί «υγειονομικής» βόμβας: «Ενα μικρό διάστημα ήμουν υπουργός Υγείας, ξέρω πόσα ήταν τα εργατικά ατυχήματα, όχι για να χαμηλώσει το κόστος των έργων, που τους είχαν σε μαύρη εργασία, αλλά για να μεγιστοποιηθεί το κέρδος των εργολάβων. Και όταν τέλειωσε η δουλειά, τους άφησαν αμανάτι τους ανθρώπους διασκορπισμένους απανταχού στην Ελλάδα. Και κάποτε πρέπει να ανοίξει αυτός ο φάκελος του 2004, για να δούμε τότε εκεί ποιοι πραγματικά φάγανε τα λεφτά. Διότι εκεί είμαι σίγουρος ότι ούτε ένας πολιτικός δεν έφαγε τα λεφτά. Οι μεγαλοκατασκευαστές φάγανε τα λεφτά των υπερκοστολογήσεων».
Υπήρχε βέβαια για να σώσει την τιμή της Νέας Δημοκρατίας και ο Ανδρέας Ψυχάρης, ο οποίος επιτέθηκε στη Νάντια Βαλαβάνη που τόλμησε να συγκρίνει τους Ελληνες μετανάστες με τους σημερινούς μετανάστες στην Ελλάδα: «Επειδή, λόγω της καριέρας μου, έχω υπηρετήσει σε δύο γενικά προξενεία τόσο στην Αμερική όσο και στη Γερμανία με πολλούς μετανάστες, σας διαβεβαιώ ότι οι Ελληνες μετανάστες δεν πήγαν εκεί παράνομα. Πήγαν σεβόμενοι τους νόμους και ουδέποτε διανοήθηκαν να αντιμετωπίσουν τους πολίτες με Καλάσνικοφ». Οι παλιοί αναγνώστες της στήλης γνωρίζουν την αστοχία του επιχειρήματος. Για τους πρόσφατους αναγνώστες παραπέμπουμε στο πολύτιμο βιβλιαράκι του Γιάννη Χάρη.
Αλλά και ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ, Κωνσταντίνος Τριαντάφυλλος, έδειξε ενθουσιασμένος ακόμα και με τις πιο αμφισβητούμενες διατάξεις, όπως η ανάθεση της φύλαξης των εγκαταστάσεων σε προσωπικό ιδιωτικών εταιρειών που θα έχει ειδική εκπαίδευση: «Αυτό αποτελεί ένα μέτρο που αν λειτουργήσει σωστά και με όλα τα νομικά και συνταγματικά εχέγγυα υπό την ευθύνη της ΕΛ.ΑΣ., θα δώσει και ευκαιρίες απασχόλησης σε αρκετούς πολίτες συγκεκριμένων περιοχών της χώρας. Επίσης, θα μπορούσε να λειτουργήσει θετικά αναφορικά με το επίπεδο της παρεχόμενης φύλαξης. Εξάλλου, ίσως επιφέρει και έσοδα, αφού υπάρχει πρόβλεψη ότι την εκπαίδευση των υπαλλήλων των ιδιωτικών εταιρειών θα αναλάβει η Ελληνική Αστυνομία».
Στην ίδια κατεύθυνση με στόχο τους μετανάστες ήταν οι τοποθετήσεις των Ανεξάρτητων Ελλήνων. Η ειδική αγορήτρια του κόμματος, Μαρίνα Χρυσοβελώνη, θα μιλήσει για «ανθρώπινη πλημμυρίδα εκατομμυρίων λαθρομεταναστών» και θα κάνει έναν υπολογισμό ότι απαιτούνται χίλια κέντρα υποδοχής και κράτησης! Και σαν να μη φτάνει αυτό, «υπάρχει όμως και το θέμα της εθνικής ασφάλειας. Τι είδους άτομα θα εισέρχονται στη χώρα και πώς θα ελέγχουμε; Θυμίζω πως μέχρι τώρα οι εισερχόμενοι λαθρομετανάστες στην πλειοψηφία τους δηλώνουν υπήκοοι Αφγανιστάν, χωρίς φυσικά να διαθέτουν κανένα ταξιδιωτικό έγγραφο. Οσα ακούσαμε στην επιτροπή για το θέμα της λαθρομετανάστευσης από κάποιους εμφανιζόμενους ως φιλάνθρωπους φορείς, κυρίως από εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων ήταν ανεδαφικά και απαράδεκτα, ότι δηλαδή η Ελλάδα οφείλει να υποδέχεται όλους όσους περνούν τα σύνορά της, δηλαδή να μην τα κλείνει και μετά αφού μπουν όλοι μέσα να κάνει τη διαλογή, ξεχωρίζοντας -πώς άραγε;- τους πολιτικούς πρόσφυγες από τους οικονομικούς μετανάστες, τους ανήλικους από τους τρομοκράτες και τους κακοποιούς. Αν αυτή η πρόταση των μη κυβερνητικών οργανώσεων δεν είναι ο ορισμός της υπονόμευσης της ελληνικής κοινωνίας, της αποσταθεροποίησης της ελληνικής πολιτείας, δεν ξέρω τι άλλο μπορεί να είναι».
Η ουσία της υπόθεσης περιγράφτηκε από τη Νάντια Βαλαβάνη του ΣΥΡΙΖΑ: «Με το παρόν νομοσχέδιο γιγαντώνονται ουσιαστικά –ή θα γιγαντωθούν, αν αυτό εφαρμοστεί στην πράξη– οικονομικά συμφέροντα που θα λειτουργούν όχι για να λυθεί το πρόβλημα, αλλά για να επιταθεί, για να επιδεινωθεί. Κι έχουμε το πρότυπο των ιδιωτικών φυλακών στην Αμερική, όπου εκεί κάνουν ό,τι μπορούν, με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, για την αύξηση-συντήρηση της παραβατικότητας». Οσο για την προοπτική της συγκέντρωσης μεταναστών, ο τελικός στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη μετατροπή τους σε στρατόπεδα «ειδικής εργασίας». Το επισήμανε ο Θανάσης Πετράκος του ΣΥΡΙΖΑ θυμίζοντας το άρθρο 37,5 του ν. 3009/2011 για τις περίφημες Ειδικές Οικονομικές Ζώνες: «Σε περίπτωση αδυναμίας των αρμόδιων κατά περίπτωση αρχών να διασφαλίσουν με ιδίους πόρους ή μέσα ότι οι υπήκοοι τρίτων χωρών των οποίων η απομάκρυνση έχει αναβληθεί απολαμβάνουν κατά το χρονικό διάστημα της αναβολής στοιχειώδεις όρους αξιοπρεπούς προσωρινής στέγασης-εγκατάστασης, δημοσίου κοινωφελούς χαρακτήρα και γενικότερα καλύπτουν τις άμεσες βιοτικές ανάγκες, μπορεί να επιτραπεί μετά από σχετική άδεια να απασχολούνται ως μισθωτοί σε [ειδικούς] τομείς απασχόλησης [και] σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας».
Η «πράξη» της κυβέρνησης
Η Βασιλική Κατριβάνου ανήκει στην ομάδα των βουλευτών και βουλευτριών του ΣΥΡΙΖΑ που επισκέπτονται συχνά τα κέντρα κράτησης μεταναστών, από τότε που άρχισαν να ξεφυτρώνουν σε όλη την Ελλάδα. Ζητήσαμε τις εντυπώσεις της από την πρόσφατη περιοδεία της στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. «Οσο η μεταναστευτική πολιτική στηρίζεται στην καταστολή και στην κράτηση και όσο ο στόχος μας είναι μόνο να περνάει το μήνυμα, μην έρθετε εδώ πέρα γιατί εδώ θα είναι κόλαση, δεν υπάρχει καμία προοπτική. Η μόνη πολιτική που θα είχε προοπτική θα ήταν εκείνη που θα προωθούσε την κοινωνική ένταξη. Μια προοπτική που δεν θα δημιουργούσε περιθώριο με ανθρώπους στην άκρη, αλλά αντίθετα μια κοινωνική πολιτική που θα τους έδινε πρόσβαση στα κοινωνικά αγαθά, παιδεία, υγεία κ.λπ.».
Κατά τη γνώμη της κυρίας Κατριβάνου, οι μετανάστες πάνε εκεί που θα βρούνε δουλειά. «Αυτό που κάνει ο κ. Δένδιας, δημιουργώντας κέντρα κράτησης με άθλιες συνθήκες για να δώσει το σκληρό μήνυμα, θεωρώ ότι είναι παράλογο. Δεν πάει ο άλλος κάπου γιατί είναι καλύτερες οι συνθήκες στα κέντρα φιλοξενίας. Φεύγει για να δουλέψει και να φτιάξει αλλού τη ζωή του, γιατί είναι αδύνατο να το κάνει αυτό στη χώρα του. Με την πολιτική του εγκλωβισμού χωρίς προσπάθειες ένταξης δημιουργείται ένα κοινωνικό περιθώριο. Εμείς προτείνουμε να υπάρχουν κέντρα πρώτης υποδοχής και όχι κράτησης, να καταγράφονται εκεί όσοι μπαίνουν κι όχι να κρύβονται από φόβο, να γνωρίζουμε πόσοι μπαίνουν».
Η καμπάνια του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά των κέντρων κράτησης ξεκίνησε από τη Μυτιλήνη και τη Σάμο που είναι δύο πύλες εισόδου. Η πρώτη τους έκπληξη ήταν θετική, όταν είδαν στη Μυτιλήνη τις κατασκηνώσεις του ΠΙΚΠΑ τις οποίες παραχώρησε ο δήμος. «Εμείς που έχουμε δει τόσα κέντρα κράτησης εκπλαγήκαμε διότι είδαμε ζωντανό το παράδειγμα του πώς ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός. Δεν υπήρχε καμιά ιδιαίτερη περιποίηση, όμως είδαμε σπιτάκια μέσα σε δέντρα, ενώ τα κέντρα κράτησης δεν έχουν ποτέ δέντρα, ούτε καν υπόστεγα. Οι άνθρωποι είχαν την αξιοπρέπειά τους χωρίς κάγκελα και συρματοπλέγματα. Λίγα στρώματα, κουβέρτες, αλλά ένας χώρος που θα μπορούσε να βρεθεί οποιοσδήποτε χωρίς να αισθάνεται εξαθλίωση. Αυτοί μένουν εκεί μέχρι να καταγραφούν, αλλά το λιμενικό και η αστυνομία αρνούνται να τους καταγράψουν. Υπάρχει κενό ανάμεσα στις αρμοδιότητες. Οι περισσότεροι είναι από τη Συρία και το Αφγανιστάν, δηλαδή θα κάνουν αίτημα για καθεστώς πρόσφυγα».
Και η δεύτερη επίσκεψη ήταν θετική. Στην Αγιάσο φιλοξενούνται μόνο τα ανήλικα. Είναι ανοιχτό κέντρο, το οποίο χρηματοδοτείται μέσω ΕΣΠΑ. «Αυτή τη στιγμή έχει τελειώσει το ΕΣΠΑ και μέχρι να ισχύσει το επόμενο, έχουνε κρατήσει από 90 που μπορούν να φιλοξενούν μόνο 20. Ο διευθυντής παλεύει πια μόνος του, πάει ο ίδιος καθημερινά να τους μαγειρέψει προσπαθώντας να το κρατήσει μέχρι να εγκριθεί η επόμενη χρηματοδότηση».
Στον αντίποδα βρίσκεται το κέντρο κράτησης που κατασκευάζεται στη Μόρια. «Οι αρχές μάς είπαν ότι πρόκειται για κέντρο υποδοχής. Με το που το βλέπεις αυτό το πράγμα που ενώ βρίσκεται μέσα σε ένα δάσος έχει επιλεγεί ένα μέρος που δεν έχει ούτε ένα δέντρο, είναι ακριβώς το ίδιο με το στρατόπεδο της Αμυγδαλέζας. Τα ίδια λυόμενα με τα συρματοπλέγματα γύρω γύρω και τα χαλίκια κάτω με προαυλισμό δύο μέτρων. Τότε καταλάβαμε ότι μπορεί μεν να το ονομάζουν κέντρο υποδοχής που προϋποθέτει πολιτικό προσωπικό και μάξιμουμ διαμονής 25 μέρες, αλλά στην ουσία θα είναι κέντρο κράτησης».
Στη Σάμο το κέντρο δεν είναι ούτε υποδοχής ούτε κράτησης. «Είναι κέντρο ταυτοποίησης. Αυτό είναι εφεύρημα. Δεν είναι κέντρο υποδοχής διότι δεν φυλάσσεται από πολιτικό προσωπικό, αλλά από την αστυνομία, όμως υπάρχουν μέσα οι ΜΚΟ αλλά με υποχρεωτική αναφορά στην αστυνομία, ενώ υπάρχουν άνθρωποι που μένουν εκεί περισσότερο από τρεις μήνες. Οσο για τον χώρο, μια από τα ίδια: λυόμενα, συρματοπλέγματα, δύο μέτρα για προαυλισμό και φυσικά όχι δέντρα. Δέντρα φαίνεται ότι δεν πρέπει να βλέπουν οι άνθρωποι αυτοί με τίποτα. Εκεί είδαμε ανήλικα ασυνόδευτα από τη Συρία να κρατούνται χωρίς να ξέρουν πού θα τα πάνε, είδαμε γυναίκες με μωρά παιδιά πίσω από τα συρματοπλέγματα καθισμένες κατάχαμα μέσα στον ήλιο με τα μωρά τους. Παιδιά που γευματίζουν χωρίς να τους παρέχεται ένα φρούτο ή μια σαλάτα, ξεκομμένα από την κοινωνία».
Εκπρόσωποι της τοπικής κοινωνίας που θέλουν να επισκεφτούν το κέντρο και να βοηθήσουν βρίσκουν τις πύλες του κλειστές, παρά το γεγονός ότι ο νόμος προβλέπει να είναι προσβάσιμες αυτές οι εγκαταστάσεις. «Αυτό που με σοκάρισε περισσότερο τελικά σε αυτές τις επισκέψεις ήταν η διαφορά του κέντρου κράτησης με το άτυπο κέντρο υποδοχής. Είδα πώς θα μπορούσαν να είναι αλλιώς τα πράγματα και ήταν συγκλονιστικό».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Ιδια πολιτική, άλλο όνομα
Η πολιτική των στρατοπέδων συγκέντρωσης και των επιχειρήσεων «Ξένιος Ζευς» για τη «λύση» του μεταναστευτικού ζητήματος θεμελιώνεται στη θέση ότι, ταλαιπωρώντας (δίκαια ή άδικα) τους μετανάστες και τους πρόσφυγες, θα αποθαρρύνει τους υποψήφιους νέους μετανάστες. Στην ίδια λογική αποφεύγει κάθε συζήτηση για ανθρώπινα και ανοιχτά κέντρα φιλοξενίας. Το επιχείρημα αυτό προϋποθέτει ότι μέχρι σήμερα η Ελλάδα ήταν παράδεισος για τους μετανάστες. Είναι γνωστό ότι δεν συμβαίνει τίποτα παρόμοιο. Το μόνο που αλλάζει σήμερα είναι η μείωση έως εξαφάνιση των «θέσεων εργασίας», ακόμα και κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες. Η αλήθεια είναι ότι από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 που παρουσιάστηκαν οι πρώτες μεταναστευτικές ροές από τα Βαλκάνια προς τη χώρα μας, ο πυρήνας της κρατικής πολιτικής ήταν ταυτόσημος με τον σημερινό: στόχο είχε την απομάκρυνση πάση θυσία όσων μεταναστών και προσφύγων ήταν δυνατόν και η αποθάρρυνση των άλλων.
«Το ελληνικό νομικό πλαίσιο που αφορά στο καθεστώς των αλλοδαπών μεταναστών τέθηκε σε σαθρές βάσεις από την αρχή, δηλαδή με τον πρώτο, ουσιαστικά, τυπικό μεταναστευτικό νόμο στην ιστορία της χώρας, το ν. 1975/1991», γράφει ο νομικός Νίκος Σιταρόπουλος, ο οποίος σήμερα είναι στενός συνεργάτης του επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Συμβούλιο της Ευρώπης, Νιλς Μούιζνιεκς. Αυτός ο νόμος και όλη η νομοθεσία της δεκαετίας του 1990 απέφυγαν κάθε πρόβλεψη για την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών, ξορκίζοντας ως περαστικό κακό την παρουσία τους στη χώρα μας. Οπως παρατηρεί ο κ. Σιταρόπουλος, «το κυριότερο μειονέκτημα της πρώτης διαδικασίας νομιμοποίησης του 1998 ήταν, όπως και το 2001 (δεύτερη απόπειρα νομιμοποίησης), η ανεδαφική πεποίθηση της πολιτείας ότι οι μετανάστες “είναι εδώ για να φύγουν σύντομα”. Αποτέλεσμα αυτού του ιδεολογήματος ήταν η εξαιρετικά βραχεία διάρκεια των αδειών παραμονής και εργασίας που προέβλεψε η σχετική νομοθεσία και η δυνατότητα ανανέωσής τους υπό ιδιαίτερα αυστηρούς και ασαφείς όρους». Το κακό είναι ότι ακόμα και σήμερα η μεταναστευτική στρατηγική του συνόλου του πολιτικού φάσματος εδράζεται στην ίδια «ανεδαφική πεποίθηση». Μπορεί βέβαια η σημερινή έλλειψη εργασιών να οδηγεί πολλούς μετανάστες στην επιθυμία φυγής, αλλά δεν είναι σωστό να στηρίζεται η κρατική πολιτική σ’ αυτή την προοπτική.
Απ’ αυτή την άποψη είναι προβληματικός ο υπερτονισμός του αιτήματος να ακυρωθεί ο κανονισμός Δουβλίνο ΙΙ, ένα αίτημα στο οποίο συμπίπτουν οι πάντες, από τη μεταναστοκτόνο Χρυσή Αυγή και τον ξενοφοβικό ΛΑΟΣ μέχρι το ΚΚΕ. Κατ’ αρχήν, ο Κανονισμός αναφέρεται μόνο σε αιτούντες άσυλο, ένα μικρό δηλαδή ποσοστό του συνόλου των μεταναστών. Αλλά η μονοδιάστατη επιμονή στο Δουβλίνο ΙΙ κρύβει την παγίδα να συμφωνήσουμε πως οι μετανάστες είναι περαστικοί και κατά συνέπεια οι άθλιες συνθήκες ζωής τους είναι προσωρινές και επομένως δεν έγινε και τίποτα σπουδαίο. Επίσης, αυτή η επιμονή είναι και ένα άλλοθι για την κυβέρνηση, ότι τάχα δεν ευθύνεται αυτή, αλλά οι Ευρωπαίοι εταίροι που δεν ανοίγουν τα σύνορά τους. Φυσικά φταίνε και οι ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που έχουν σιωπηρά αναθέσει στην Ελλάδα τον ρόλο του συνοροφύλακα, αλλά αυτό δεν μας δίνει το δικαίωμα ούτε να δημιουργούμε ειδικά γκέτο και στρατόπεδα συγκέντρωσης ούτε να επιδοκιμάζουμε σιωπηλά τα πογκρόμ ναζιστικής έμπνευσης στο κέντρο της Αθήνας.
Περιττό να προσθέσουμε ότι κανείς στη χώρα μας –όπως και σε όλες τις χώρες υποδοχής μεταναστών– δεν κάνει λόγο για τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την Προστασία των Δικαιωμάτων των Μεταναστών Εργαζομένων και των Μελών των οικογενειών τους. Η Σύμβαση αυτή αναφέρεται τόσο σε νόμιμους όσο και σε παράνομους αλλοδαπούς εργαζόμενους. Εχει υιοθετηθεί από τη Γενική Συνέλευση του διεθνούς οργανισμού από το 1990, ενώ τέθηκε σε ισχύ την 1.7.2003. Στοίχημα ότι δεν την έχουν καν ακούσει στα «συναρμόδια υπουργεία» που χαράσσουν και εκτελούν τη μεταναστευτική πολιτική «μόνο για Ελληνες».
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Διαβάστε
● Νίκος Σιταρόπουλος
«Οψεις προστασίας του μετανάστη εργαζόμενου στο δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιθωριοποίησής του στο ελληνικό δίκαιο» [στο Μ. Τσαπόγας, Δ. Χριστόπουλος (επιμ.), «Τα δικαιώματα στην Ελλάδα 1953-2003», εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2004] Το ιστορικό της αντιμετώπισης των μεταναστευτικών ροών από το 1990 στο ελληνικό δίκαιο.
● Γιάννης Η. Χάρης
«Στοιχήματα: Εθνικισμός, Ρατσισμός, Μετανάστευση» (εκδ. Γαβριηλίδης, Αθήνα 2013)
Το πρώτο από μια σειρά τομίδια, με κείμενα που ανατρέπουν τα στερεότυπα γύρω από ζητήματα που απασχολούν τη δημοσιότητα.
● Markus Euskirchen, Henrik Lebuhn, Gene Ray
«From Borderline to Borderland: The Changing Border Regime, Transnational Labor and Migration Struggles in Europe» (Εργασία στο Universidad Autόnoma Metropolitana (UAM-X), Μεξικό 2007) Οι μετανάστες και τα σύνορα της Ευρώπης.
● Michele Totah_
«Fortress Italy: Racial Politics and the New Immigration Amendment in Italy» (Fordham International Law Journal, 26.5.2002)
Το «Φρούριο-Ιταλία» και οι αντιμεταναστευτικές νομοθετικές ρυθμίσεις.
● Loic Wacquant
«Suitable enemies. Foreigners and immigrants in the prisons of Europe» (Punishment & Society, Οκτώβριος 1999)
Η ποινικοποίηση των μεταναστών ως μέθοδος διαχείρισης της μετανάστευσης.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
ΦΟΡΕΙΣ ΤΟΥ ΙΟΥ: Τάσος Κωστόπουλος, Αντα Ψαρρά, Δημήτρης Ψαρράς ios@efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου