Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

Π.Παπακωνσταντίνου: Ουάσιγκτον και Άγκυρα στους λαβύρινθους του Ιράκ



Η προέλαση του ISIS, η απόσχιση του Κουρδιστάν, τα αδιέξοδα της αμερικανικής αυτοκρατορίας και του τούρκικου μεγαλοϊδεατισμού
Τον Νοέμβριο του 2008, ο Μπαρόκ Χουσεΐν Ομπάμα εξελέγη πρόεδρος της Αμερικής με «σημαία» την απαγκίστρωση της χώρας του από το ναρκοπέδιο του Ιράκ, όπου την είχε εγκλωβίσει ο προκάτοχός του, Τζορτζ Μπους. Τρία χρόνια αργότερα υλοποιούσε τη δέσμευσή του, αποσύροντας το σύνολο των μάχιμων αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ, στο πλαίσιο μιας στρατηγικής που επεδίωκε να μεταφέρει το κέντρο βάρος της αμερικανικής στρατιωτικής πίεσης από τη Μέση στην Άπω Ανατολή, με προφανή στόχο την αναδυόμενη κινεζική υπερδύναμη.

Να όμως που σήμερα, στο μέσο της δεύτερης προεδρικής του θητείας, ο 44ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών αναγκάζεται, εντελώς απρόθυμα είναι αλήθεια, να επιστρέφει σε ένα απίστευτα χαοτικό Ιράκ για να αντιμετωπίσει την καινούργια, μετά την Αλ Κάιντα του Οσάμα μπιν Λά-ντεν, Νέμεση της αμερικανικής Ύβρεως: το διαβόητο «Ισλαμικό Κράτος στο Ιράκ και τη Συρία» (ISIS), που σκόρπισε τη φρίκη στους τηλεοπτικούς δέκτες των πέντε ηπείρων με τις συνοπτικές εκτελέσεις Σύρων στρατιωτών και αθώων αλλόπιστων, συμπεριλαμβανομένου του αποκεφαλισθέντος Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέιμς Φόλεϊ.

Πώς «φρενάρει» το ISIS;

Ήδη, περισσότεροι από 1.000 Αμερικανοί στρατιωτικό, βρίσκονται στο Ιράκ -υποτίθεται ως «σύμβουλοι», πιθανόν και σε επιχειρήσεις ειδικών δυνάμεων- ενώ αμερικανικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν θέσεις του ISIS στο βόρειο Ιρακ και ο Λευκός Οίκος εξετάζει το ενδεχόμενο επέκτασης της αμερικανικής εμπλοκής και στη γειτονική Συρία. Από μόνη της, αυτή η στροφή 180 μοιρών στη γραμμή της Ουάσιγκτον ισοδυναμεί με ομολογία χρεοκοπίας της ακολουθούμενης πολιτικής. Ωστόσο το βασικό ερώτημα εξακολουθεί να στοιχειώνει, αναπάντητο, την Αμερική και τους συμμάχους της: Από που ξεφύτρωσε αυτή η μέχρι πρότινος παγκοσμίως άγνωστη οργάνωση για να αναγορευτεί, μέσα σε λίγους μήνες, σε υπ “αριθμόν ένα απειλή για την ασφάλεια της υπερδύναμης; Πώς γίνεται γύρω στους 1.800 κατσαπλιάδες της ερήμου να καταλάβουν τόσο εύκολα τη Μοσούλη, μια μεγαλούπολη δύο εκατομμυρίων κατοίκων και άλλα σημαντικά αστικά κέντρα, στο Ιράκ και τη γειτονική Συρία, απ” όπου και ξεκίνησαν την εκστρατεία τους για τη δημιουργία ισλαμικού Χαλιφάτου;

Ισχυρής επιρροής αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, όπως οι New York Times και το CNN, think tanks όπως το Ινστιτούτο Brookings και γερουσιαστές, όπως ο Δημοκρατικός Μπομπ Κέισι από την Πενσυλβάνια, ρίχνουν την ευθύνη σε μουσουλμανικά κράτη, περιφερειακούς συμμάχους των ΗΠΑ. Το ερμηνευτικό σχήμα που αναπαράγεται με σχεδόν πανομοιότυπο τρόπο λέει, πάνω κάτω, τα εξής: Οι σουνιτικές μοναρχίες του Κόλπου πανικοβλήθηκαν από την Αραβική Άνοιξη και την ενδυνάμωση του βασικού περιφερειακού αντιπάλου τους, του σιιτικού Ιράν, που έσπευσε να καλύψει το κενό στο Ιράκ, ύστερα από την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων. Γι” αυτό, έσπευσαν να προσφέρουν γενναία υποστήριξη στους σουνίτες ισλαμιστές που πασχίζουν να ανατρέψουν το κοσμικό, αυταρχικό καθεστώς του Μπασάρ αλ Ασαντ στη Συρία, βασικού συμμάχου του Ιράν και της Ρωσίας.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ίδιο πάντα σενάριο, Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Κουβέιτ έστειλαν όπλα και χρήματα στις ισλαμικές, αντικαθεστωτικές ομάδες της Συρίας, από τις οποίες στην πορεία ξεπήδησε το ISIS, αφού ήρθε σε ρήξη με
άλλες οργανώσεις του ιδίου φυράματος, όπως η Τζαμπάτ αλ Νούσρα, που συνδέεται με την Αλ Κάιντα.

Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η Τουρκία, η οποία, παρασυρόμενη από τον νεοοθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό των Ερντογάν –  Νταβούτογλου, επέτρεψε στα φορτία όπλων και στους τζιχαντιστές που έσπευδαν από διάφορα σημεία του κόσμου να περάσουν τα σύνορά της. Μάλιστα, ορισμένα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης ενοχοποίησαν προσωπικά τον γιο του Ταγίπ Ερντογάν,
Μπιλάλ, υποστηρίζοντας ότι βοήθησε την ενίσχυση των τζιχαντιστών μέσω της μη κυβερνητικής οργάνωσης ΙΗΗ, που έγινε
παγκοσμίως διάσημη λόγω της καθοριστικής συμβολής της στην οργάνωση του «Στόλου της Ελευθερίας», που έστελνε ανθρωπιστική βοήθεια στους Παλαιστίνιους της Γάζας, για να αντιμετωπίσει τη φονική επιδρομή κομάντος του Ισραήλ το 2010.

Οι ΗΠΑ σε ρόλο… Φρανκεστάιν





Ανεξάρτητα από τις βάσιμες υποψίες που μπορεί να έχει κανείς ότι ορισμένες από αυτές τις κατηγορίες απηχούν τα χολερικά
αισθήματα των Ουάσιγκτον και Τελ Αβίβ απέναντι στον Ερντογάν, είναι βέβαιο ότι Σαουδική Αραβία, Κατάρ και Τουρκία επωμίζονται βαριές ευθύνες για την ταχύτατη επώαση των τζιχαντιστών στη Συρία. Εκείνο που αποσιωπούν ωστόσο οι Αμερικανοί είναι οι δικές τους, καθοριστικές ευθύνες για την τροπή που πήραν τα πράγματα.

Ακόμη κι αν δεχθούμε ότι ο «σουλτάνος» Ερντογάν έχει μεθύσει από τις επιτυχίες του και δρα εντελώς ανεξέλεγκτα, είναι πολύ
δύσκολο να δεχθούμε ότι η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και το Κουβέιτ, κράτη των οποίων η ασφάλεια και η ίδια η υπόσταση,
εξαρτώνται απολύτως από τις ΗΠΑ, έκαναν του κεφαλιού τους χωρίς τουλάχιστον την ανοχή της Ουάσιγκτον.

Πολύ λογικότερο είναι να δεχθούμε ότι οι Αμερικανοί έδρασαν για δεύτερη φορά, μετά τη στήριξη της Αλ Κάιντα εναντίον των Σοβιετικών, σαν άλλοι Δρ Φρανκενστάιν, δημιουργώντας ένα τέρας που δεν μπορούσαν να ελέγξουν, στην προσπάθειά τους να ανατρέψουν τον Άσαντ και να εξοστρακίσουν τους Ρώσους από τη μόνη βάση που τους έχει απομείνει από τη Μεσόγειο.

Το περί ου ο λόγος «τέρας» είναι πολύ διαφορετικό από ό,τι αντιμετώπισαν μέχρι τώρα οι Αμερικανοί. Σε αντίθεση με την Αλ
Κάιντα του Οσάμα μπιν Λάντεν, που κήρυξε παγκόσμια «τζιχάντ» εναντίον Δυτικών στόχων (στρατιωτικών, όπως το Πεντάγωνο ή «μαλακών», όπως οι Δίδυμοι Πύργοι) σε οποιοδήποτε σημείο του πλανήτη προσφέρεται κάθε φορά, το ISIS καταλαμβάνει εδάφη, διοικεί ολόκληρες περιοχές και φιλοδοξεί στα σοβαρά να δημιουργήσει κράτος, μέσα από την επαπειλούμενη αποσύνθεση του Ιράκ και της Συρίας.

Κούρδοι αξιωματούχοι, με τους οποίους συνομιλήσαμε στη διάρκεια πρόσφατης δημοσιογραφικής αποστολής της εφημερίδας
Καθημερινή στο Ιρακινό Κουρδιστάν, μας είπαν ότι ο σκοτεινός αρχηγός του ISIS, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, συμμετείχε
στην ένοπλη αντίσταση των σουνιτών Αράβων εναντίον της αμερικανικής κατοχής στο Ιράκ, συνελήφθη στις λυσσαλέες μάχες της Φαλούτζα και πέρασε από τις φυλακές-κολαστήριο του Αμπού Γκράιμπ, όπου ριζοσπαστικοποιήθηκε στην πιο ακραία εκδοχή του Ισλάμ, διαμορφώνοντας ένα κράμα παναραβικού εθνικισμού και αποκαλυπτικού, θρησκευτικού φανατισμού.

Η εικόνα που σχηματίσαμε από το ρεπορτάζ ήταν αρκετά διαφορετική από εκείνη που συνήθως προβάλλεται στην τηλεόραση. Είναι αλήθεια ότι το ISIS προβαίνει σε θηριωδίες, τις οποίες μάλιστα σπεύδει να διαδώσει μέσω Διαδικτύου, σε χωριά και
διαφιλονικούμενες περιοχές, μεταξύ σουνιτών Αράβων και Κούρδων, όπου προελαύνει. Πρόκειται για μια ψυχρά μελετημένη τακτική, που έχει στόχο να σπείρει τον τρόμο στον ιρακινό στρατό και στους «πεσμεργκά», τις ένοπλες δυνάμεις των Κούρδων και να εκκαθαρίσει το τοπίο από εχθρικές μειονότητες (Χριστιανούς, Γιαζίντι, Τουρκμένιους) προτού επιτεθεί στιςπόλεις που επιθυμεί να καταλάβει.

Ωστόσο στις ιρακινές πόλεις που κατέλαβε ο IS I δεν έχει προβεί, μέχρι στιγμής, σε ακραίες ενέργειες, ούτε καν σε αυστηρή εφαρμογή της σαρία, του ισλαμικού νόμου. Το Κουρδικό κανάλι «Ρουντόα», το πρώτο που κατάφερε να μπει παράνομα στη Μοσούλη έδειξε εικόνες μιας ήρεμης καθημερινότητας, με την αγορά, τις τράπεζες και τις δημόσιες υπηρεσίες να λειτουργούν λίγο-πολύ κανονικά. Αξιωματούχοι στην πρωτεύουσα του ιρακινού Κουρδιστάν, Αρμπ μας ανέφεραν, ότι μεγάλο μέρος των σουνιτών Αράβων υποδέχθηκαν τον ISIS σαν απελευθερωτές από τον ζυγό της κυβέρνησης της Βαγδάτης, υπό τον σιίτη πρώην πρωθυπουργό, Νούρι αλ Μαλίκι.

Ανατριχιαστικό, αλλά όχι ανεξήγητο. Κατέχοντας θέσεις-κλειδιά στον κρατικό μηχανισμό επί Σαντάμ Χουσεΐν, οι σουνίτες -η κατ” εξοχήν πληθυσμιακή ομάδα που αντιστάθηκε στην αμερικανική κατοχή του Ιράκ- βρέθηκαν σε ρόλο καταπιεσμένης μειονότητας επί πρωθυπουργίας Μαλίκι.

Το 2012, υπό την επίδραση της Αραβικής Άνοιξης, εξεγέρθηκαν ειρηνικά, στην επαρχία Ανμπάρ (Φαλούτζα, Ραμάντι κ.α.), ζητώντας τον τερματισμό των διακρίσεων και τοπική αυτονομία. Ο Μαλίκι απάντησε με ωμή καταστολή και αιματηρές διώξεις, οδηγώντας το σουνιτικό κίνημα σε πιο ριζοσπαστικούς δρόμους και φέρνοντας σε κοινό μέτωπο τους ισλαμιστές με τους παλιούς Μπααθικούς του κοσμικού καθεστώτος Σαντάμ Χουσέίν, επικεφάλής των οποίων είναι ο υπαρχηγός του Σαντάμ,
Ιζάτ Ιμπραΐμ αλ Ντούρι – στην παρανομία και στον ένοπλο αγώνα, από το 2003.

Μια «ανίερη συμμαχία», η οποία πιθανότατα δεν θα τραβήξει σε μάκρος. Για την ώρα, το ISIS χρειάζεται τους Μπααθικούς, γιατί χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσε ούτε να διοικεί μεγάλες πόλεις, τράπεζες και πετρελαιοπηγές, ούτε να βρει ένα τόσο μεγάλο αριθμό έμπειρων, αξιόμαχων αξιωματικών του στρατού και της αστυνομίας.

Μ” αυτά και μ” αυτά, φτάσαμε σε ένα σημείο όπου οι Αμερικανοί είναι αναγκασμένοι, αν θέλουν πράγματι να αντιμετωπίσουν
αποτελεσματικά το ISIS, να αναζητήσουν στήριξη από όλους τους παλιούς δαίμονες τους. Χρειάζονται τους Μπααθικούς και
τους αρχηγούς των σουνιτικών φυλών που τους πολέμησαν, γιατί μόνο μια δική τους εξέγερση κατά του ISIS -με αντάλλαγμα τη δημιουργία ενός ντε φάκτο ανεξάρτητου «Σουνιστάν», στα πρότυπα του Κουρδιστάν- θα μπορούσε να απαλλάξει τις μεγάλες, σουνιτικές πόλεις από τον ζυγό των τζιχαντιστών. Για το σκοπό αυτό, χρειάστηκε να «φάνε» τον Μαλίκι και να διορίσουν έναν πιο διαλλακτικό σιίτη πρωθυπουργό, τον Χάιντερ αλ Αμπάντι, με αποστολή να ρίξει γέφυρες στους Σουνίτες και τους Κούρδους.

Αλλά για να το πετύχουν, υποχρεώθηκαν να έρθουν σε συνδιαλλαγή με τον μεγάλο ανταγωνιστή τους, το σιιτικό Ιράν, το οποίο «άδειασε» τον Μαλίκι, άσκησε την επιρροή του στους Ιρακινούς σιίτες υπέρ του Αμπάντι και ήταν η πρώτη χώρα που ανταποκρί-θηκε στο αίτημα των Κούρδων, στέλνοντας τους όπλα για να αντιμετωπίσουν το ISIS.
Ωστόσο, όσο οι τζιχαντιστές διατηρούν τις κύριες βάσεις ανεφοδιασμού και στρατολόγησης στη γειτονική Συρία, οι όποιες επιτυχίες των Αμερικανών, των Κούρδων και ό,τι έχει απομείνει από τον ιρακινό στρατό θα είναι υπό αίρεση.

Υπό αυτό το πρίσμα, ο Ομπάμα εξετάζει το ενδεχόμενο να αρχίσει να βομβαρδίζει βάσεις των τζιχαντιστών και στη γειτονική Συρία, προσφέροντας εκ των πραγμάτων -όσο κι αν προσπαθεί να το αρνηθεί- τεράστια ανακούφιση στον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, τον οποίο εδώ και τρία χρόνια προσπαθεί πεισματικά να ανατρέψει. Ένα υπό διάλυση Ιράκ που μετατρέπεται σε ντε φάκτο, κοινό προτεκτοράτο ΗΠΑ – Ιράκ και μια Συρία στις φλόγες, όπου Ομπάμα και Άσαντ θα βρεθούν ξαφνικά σε κοινό μέτωπο! Η απόλυτη χρεοκοπία της αμερικανικής ηγεμονίας στη Μέση Ανατολή, με μηνύματα παγκόσμιας εμβέλειας…

Ο κουρδικός αλυτρωτισμός προβληματίζει την Τουρκία

Δεν είναι λιγότερο δυσχερής η θέση της Τουρκίας του Ταγίπ Ερντογάν. Η επέλαση του ISIS στις σουνιτικές περιοχές του βόρειου Ιράκ και η διάλυση του στρατού της Βαγδάτης επέτρεψε στους «πεσμεργκά» να  καλύψουν το κενό και να καταλάβουν αμφισβητούμενες περιοχές, συμπεριλαμβανομένου του μεγάλου πετρελαϊκού κόμβου του Κιρκούκ, ανεβάζοντας τον πληθυσμό
των περιοχών που ελέγχουν, από πέντε σε οκτώ εκατομμύρια. Ήδη, ο πρόεδρος του Ιρακινού Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί, κινείται για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με το ερώτημα της απόσχισης.

Αν και επί Ταγίπ Ερντογάν οι σχέσεις μεταξύ Άγκυρας και Αρμπίλ έχουν βελτιωθεί θεαματικά -η Τουρκία είναι ο μακράν πρώτος εμπορικός εταίρος και ξένος επενδυτής στο ιρακινό Κουρδιστάν- η δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους θα ενισχύσει εκ των πραγμάτων τις αλυτρωτικές βλέψεις των Κούρδων της Τουρκίας (όπως και της Συρίας και του Ιράν). Ήδη, αυτή τη
στιγμή οι «πεσμεργκά» αγωνίζονται σε κοινό μέτωπο με τους ένοπλους του ΡΚΚ του Αμντουλά Οτσαλάν και των Σύρων ομοϊδεατών τους, του κόμματος PYD, εναντίον του κοινού εχθρού, του ISIS. Σε κάθε περίπτωση, το Κουρδικό πρόβλημα αναδύεται από την παρούσα κρίση ως μείζων παράγοντας ανατροπής των περιφερειακών συσχετισμών, με απρόβλεπτες επιπτώσεις,
πολύ πέραν των ιρακινών συνόρων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου