Πολλά έχουν γραφτεί και θα γραφτούν ακόμα για τη διαχείριση της μεγαλύτερης προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη απ’ τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και εντεύθεν.
Χωρίς να παραγνωρίζουμε την οικουμενική αρχή της αλληλεγγύης προς ανθρώπους που διώκονται για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους ή που απλώς προσπαθούν να επιβιώσουν από έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, θα ήθελα να εστιάσω περισσότερο στην οικονομική διάσταση της μεγαλειώδους μετακίνησης πληθυσμών προς την ευρωπαϊκή ήπειρο που συντελείται κάτω απ’ τα μάτια μας.
Γράφει ο Ιωάννης Παπαδόπουλος:
Ας ξεκινήσουμε με δύο θεμελιώδη δεδομένα. Πρώτον, οι χώρες της Ευρώπης, με την εξαίρεση μόνο της Ιρλανδίας και της Γαλλίας, γηράσκουν διαρκώς και θα χρειαστεί να λάβουν δραστικά μέτρα για την επίλυση του δημογραφικού τους προβλήματος. Δεύτερον, υπάρχουν πολλά ιστορικά παραδείγματα προηγμένων χωρών που αντιμετώπισαν μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών χωρίς αυτό να θέσει σε κίνδυνο τον οικονομικό τους δυναμισμό ή την κοινωνική τους συνοχή. Έτσι, ο αριθμός των μεταναστών προς την Ισπανία τριπλασιάστηκε κατά τη διάρκεια της εκρηκτικής οικονομικής ανάπτυξης στη δεκαετία του 2000, ενώ μετά τη μεγάλη διεύρυνση της ΕΕ προς ανατολάς το 2004, το Ηνωμένο Βασίλειο αύξησε τον πληθυσμό του κατά ένα εκατομμύριο Ευρωπαίους πολίτες.
Μελέτες του ΟΟΣΑ των τελευταίων ετών αποκαλύπτουν με μεγάλη σαφήνεια τρεις μεγάλες τάσεις: πρώτον, οι εισροές εργαζομένων έχουν θετικό αποτέλεσμα στην οικονομία εφόσον οι κυβερνήσεις τις διαχειρίζονται σωστά, δεύτερον, οι μετανάστες πληρώνουν γενικά περισσότερους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές από ό,τι εισπράττουν με τη μορφή κοινωνικών παροχών, και τρίτον, οι εισροές πληθυσμών δεν έχουν σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά ή στην αγορά εργασίας των χωρών υποδοχής.
Επιστημονικές μελέτες έχουν αποδείξει ότι η ένταξη αλλοδαπού ανθρώπινου δυναμικού αυξάνει την παραγωγικότητα και τις εξαγωγές των επιχειρήσεων, συνεπώς ακόμα και τους μισθούς των εγχώριων εργαζομένων. Πάντοτε σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία, οι μετακινήσεις εργαζομένων ενθαρρύνουν την κυκλοφορία των γνώσεων και την καινοτομία λόγω της αύξησης της «διαφορετικότητας» (diversity), που είναι ένας σημαντικός παράγοντας αύξησης της παραγωγικότητας και γέννησης νέων ιδεών.
Πιο πεζά, τα εμβάσματα των μεταναστών στις φτωχότερες χώρες προέλευσής τους αποτελούν μια πολύ σημαντική πηγή εισοδήματος γι’ αυτές. Στις χώρες με σημαντικές εισροές εμβασμάτων μεταναστών αυξάνονται οι δαπάνες για την εκπαίδευση και την κοινωνική συνοχή, έστω και αν ένα ποσοστό των γυναικών που παραμένουν στη χώρα ωθείται να μην μπαίνει στην αγορά εργασίας. Επίσης, αυξάνονται τα εμπορικά κυκλώματα για εισαγωγές-εξαγωγές προς τις χώρες προέλευσης, μια εξέλιξη που φέρνει εμπορικούς εταίρους σε επαφή μεταξύ τους και μεταδίδει τεχνογνωσία και πληροφορίες.
Όλες οι εμπειρικές μελέτες που διαθέτουμε δείχνουν ότι οι πληθυσμοί δε μετακινούνται σε μια χώρα λόγω της γενναιόδωρης κοινωνικής προστασίας που αυτή παρέχει και ότι, αντιθέτως, η συνεισφορά τους στην βιωσιμότητα των ασφαλιστικών συστημάτων των προηγμένων οικονομιών της Δύσης είναι εξαιρετικά σημαντική, τόσο λόγω της διεύρυνσης της βάσης των ασφαλισμένων, όσο και επειδή οι παροχές υγείας και συντάξεων κατευθύνονται κατά πλειοψηφία προς τους αυτόχθονες Ευρωπαίους, οι οποίοι επωφελούνται αναλογικά περισσότερο από όσο εισφέρουν στα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης.
Τέλος, η πολύ διαδεδομένη και γενικευτική αντίληψη ότι «οι ξένοι εργαζόμενοι συμπιέζουν τους μισθούς και τα δικαιώματα των εγχώριων εργαζομένων» δεν επαληθεύεται από τα εμπειρικά δεδομένα: σε ανοιχτές οικονομίες, όπως είναι οι ευρωπαϊκές, η εισροή μεταναστών δεν αυξάνει την ανεργία ούτε μειώνει γενικά τους μισθούς, με τη σημαντική εξαίρεση των οικονομικών τομέων χαμηλής εξειδίκευσης, όπως την οικοδομή ή τα δημόσια έργα, όπου οι νέοι μετανάστες μπαίνουν συχνά σε ανταγωνισμό με άλλους μετανάστες, η έλευση των οποίων έχει προηγηθεί.
Και εδώ, όμως, εφόσον οι πρόσφυγες ενταχθούν γρήγορα στην αγορά εργασίας με την άρση των σημερινών διοικητικών εμποδίων και τους δοθεί η δυνατότητα να αναπτύξουν τις ικανότητές τους, η αύξηση της μάζας μισθοδοσίας και η διεύρυνση της ασφαλιστικής βάσης πάντα έχουν μεσο-μακροπρόθεσμα επωφελείς επιπτώσεις στην αγορά εργασίας. Εξάλλου, η επένδυση στο σχηματισμό ανθρώπινου κεφαλαίου (επανεκπαίδευση, εκμάθηση ξένων γλωσσών και τεχνολογικών δεξιοτήτων κλπ.) στους σημερινούς πρόσφυγες θα τονώσει την οικονομική δραστηριότητα των χωρών υποδοχής.
Εν ολίγοις, οι σημερινοί πρόσφυγες που έρχονται μαζικά στα μέρη μας μπορεί κάλλιστα να είναι οι σκαπανείς ενός Ευρωπαϊκού Ονείρου, όπως ακριβώς έγινε με τα αλλεπάλληλα κύματα μετακίνησης διωκόμενων πληθυσμών στην Αμερική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου