Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2015

Το Νόμπελ Λογοτεχνίας στην υπηρεσία της εξωτερικής πολιτικής Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς ως μελλοντική ηγέτιδα ενός...λευκορωσικού Μαϊντάν;

Γράφει: Γιώργος Μιχαηλίδης -
«Εδώ και 40 χρόνια κάνω έρευνα για τον σοβιετικό πολιτισμό. Σοσιαλισμός και φασισμός – οι δύο ιδέες του 20ου αιώνα. Είναι ύπουλες και δελεαστικές. Πάντοτε αναρωτιόμουν γιατί υπάρχει εκείνη η στιγμή της τυφλότητας σε μια κοινότητα, όπως στη Ρωσία τώρα. Το να διώξεις όλους τους κομμουνιστές, το να μετακινήσεις όλα τα πορτραίτα τους είναι ένα πράγμα, αλλά το να απομακρύνεις τον κομμουνισμό από την ανθρώπινη ψυχή είναι πολύ δυσκολότερο. Πρόσφατα πέθανε ο πατέρας μου, και ζήτησε να ταφεί μαζί με το κομματικό του βιβλιάριο. Πίστευε πολύ στον κομμουνισμό. Προσπαθώ να καταλάβω, να εξερευνήσω πώς αυτό συνέβη. Πώς συνέβη σε μια αχανή έκταση 15 πρώην σοβιετικών δημοκρατιών…» [από δηλώσεις της Σ. Αλεξίεβιτς]
Λίγες μέρες πριν, η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωσε ότι η φετινή νικήτρια του Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι η ουκρανικής καταγωγής Λευκορωσίδα, Σβετλάνα Αλεξίεβιτς (Svetlana Alexievich). Θα μπορούσε να είναι μια είδηση που θα αφορούσε κυρίως, τους λογοτέχνες και τους κριτικούς λογοτεχνίας. Ομολογούμε ότι δεν έχουμε προσωπική άποψη για την ποιότητα του λογοτεχνικού έργου της Αλεξίεβιτς. Σκοπός, όμως, αυτού του άρθρου είναι να αναδείξει μια άλλη πτυχή της απονομής του φετινού Νόμπελ Λογοτεχνίας, καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι πρόκειται για μια πολιτική απόφαση που εντάσσεται πλήρως στις πολιτικές επιδιώξεις του «δυτικού κόσμου», ως συνέχεια της ιστορίας που έχει ξεκινήσει στην Ουκρανία εδώ και δύο χρόνια περίπου. Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκε η ανάγνωση του άρθρου του Λευκορώσου δημοσιογράφου Dmitry Isaenko, όπως αυτό παρουσιάστηκε στο αριστερό site www.liva.com.ua.

Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς γεννήθηκε στην περιοχή Ιβανο-Φρανκόφσκ της Ουκρανίας, όπου έζησε και τα πρώτα χρόνια της ζωής της. Η συγγραφική της δραστηριότητα ξεκίνησε κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’80 στην τότε ΕΣΣΔ. Το πρώτο της πόνημα, Ο πόλεμος δεν έχει πρόσωπο γυναίκας, περιλάμβανε μαρτυρίες σοβιετικών γυναικών που πολέμησαν κατά τον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, κατάφερε με το ντεμπούτο της να βραβευτεί με το βραβείο Λένιν-Κομσομόλ, το 1986. Είναι ακριβώς αυτή η ικανότητά της, ισχυρίζεται ο Isaenko, να μπορεί να γράφει ώστε να είναι αρεστή, να συμβαδίζει με το mainstream, που σύντομα -δηλαδή μετά την πτώση του σοβιετικού καθεστώτος-την έφερε στην αγκαλιά της Δύσης, μετατρέποντάς την σε ένα από τα αγαπημένα παιδιά της δυτικής φιλελεύθερης διανόησης. Με άλλα λόγια, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90, η Αλεξίεβιτς λέει αυτά που το μέσο δυτικό αυτί είναι έτοιμο να ακούσει για μια χώρα που έχει τη φήμη της τελευταίας δικτατορίας στην Ευρώπη, τη Λευκορωσία. Ζώντας, πλέον, μεγάλα διαστήματα στην Ευρώπη ασκεί συστηματική προπαγάνδα εναντίον του Λευκορώσου προέδρου Λουκασένκο με τρόπο που ταιριάζει άψογα με τις επιδιώξεις της Ε.Ε. και των ΗΠΑ στην ευρύτερη περιοχή.

Έτσι, η βράβευσή της φέτος μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Αντιθέτως, αποτελεί συνέχεια σε μια πολυετή παράδοση για την οποία ο Ζαν Πωλ Σαρτρ είχε κάποτε σχολιάσει καυστικά, λέγοντας πως τα βραβεία Νόμπελ Λογοτεχνίας στην πραγματικότητα απευθύνονται σε συγγραφείς της Δύσης και σε αντικαθεστωτικούς της Ανατολής. Πολιτικοί ακτιβιστές και από τις δύο πλευρές βλέπουν στο πρόσωπο της Αλεξίεβιτς τη δημιουργία ενός συμβόλου που θα αποτελέσει το αντίβαρο στον πρόεδρο Λουκασένκο στις επερχόμενες εκλογές στη Λευκορωσία, γιατί όχι και μια μελλοντική ηγέτιδα του λευκορωσικού Μαϊντάν, πράγμα που από πολλούς θεωρείται ότι είναι στα σκαριά. Δεν είναι λίγοι οι εκπρόσωποι της φιλο-ΕΕ, φιλοαμερικανικής νεοφιλελεύθερης αντιπολίτευσης στη Ρωσία που ελπίζουν ότι η Αλεξίεβιτς θα αποτελέσει τη φωνή που θα ανταγωνιστεί αυτή του Πούτιν. Άλλωστε, λαμβάνοντας το βραβείο Νόμπελ, η ίδια δήλωσε: «Το βραβείο αυτό θα βοηθήσει στον αγώνα για την ελευθερία της έκφρασης στη Λευκορωσία και τη Ρωσία», ενώ στη συνέντευξη τύπου μετά την απονομή του βραβείου αναφέρθηκε στη ρωσική «κατοχή»στην Ανατολική Ουκρανία. Η αλήθεια είναι ότι τόσο ο πρόεδρος της Λευκορωσίας όσο και το Κρεμλίνο απέστειλαν συγχαρητήριες επιστολές στην Αλεξίεβιτς παραβλέποντας ή υποβαθμίζοντας τις δηλώσεις της…

Το 2013, η Αλεξίεβιτς κυκλοφόρησε το βιβλίο «Η εποχή του μεταχειρισμένου» (Second-hand time), με υπότιτλο «το τέλος του Κόκκινου Ανθρώπου», όπου μέσα από πολυάριθμες συνεντεύξεις απλών πολιτών αναδεικνύεται το πώς αυτοί βίωσαν την μετασοβιετική περίοδο της παλινόρθωσης του καπιταλισμού. Η ίδια ισχυρίζεται ότι πρόκειται για μια μελέτη της επίδρασης του σοσιαλισμού στην ανθρώπινη ψυχή, καθώς όπως -σχεδόν με φρίκη- παρατηρεί, «ο σοσιαλισμός έχει εξαφανιστεί μαζί με τα τελετουργικά του και τις στολές του. Όμως, παραμένει στα βάθη των ανθρωπίνων όντων. Εμείς εμφατικά και αφελώς θεωρήσαμε 20 με 25 χρόνια πριν ότι θα ήταν εύκολο να αποχωριστούμε αυτήν την απαίσια, σχεδόν απάνθρωπη εμπειρία. Όμως, όπως φαίνεται, δεν είναι. Ο «Κόκκινος Άνθρωπος» είναι ακόμα ζωντανός μέσα μας.»



Αυτό, λοιπόν, που η Αλεξίεβιτς θεωρεί αποτυχία της μετάβασης στην «ελευθερία» τόσο σε πολιτικό επίπεδο όσο και σε ατομικό, δεν είναι άλλο από το σύνδρομο του homo sovieticus, εμπόδιο για την Alexievich, ώστε να δημιουργηθεί μια κοινωνία πολιτών τύπου Σκανδιναβίας. Αυτή η σοβιετική κληρονομιά που κρατά ομήρους τη Ρωσία και τη Λευκορωσία σε μια άλλη εποχή, κατά τη συγγραφέα, συνίσταται στη θεώρηση του κόσμου υπό το πρίσμα του άσπρου-μαύρου ή αλλιώς φίλων και εχθρών, κληρονομιά της σοβιετικής εποχής. Δυο πράγματα ενοποιούν και χαρακτηρίζουν τις δημοσιογραφικού τύπου δουλειές της Αλεξίεβιτς, για τις οποίες, ειρήσθω εν παρόδω, αρκετοί ισχυρίζονται ότι δεν αποτελούν λογοτεχνία, αλλά λογοτεχνίζουσα δημοσιογραφία. Το πρώτο είναι -με την εξαίρεση του πρώτου της πονήματος με τις μαρτυρίες γυναικών που πολέμησαν στον Β” Παγκόσμιο Πόλεμο- μια αίσθηση ματαιότητας της θυσίας, μια έμφαση στην άσκοπη αιματοχυσία που, σαν νήμα, ενώνει και εμμέσως (;) εξομοιώνει την Οκτωβριανή Επανάσταση, τα γκουλάγκ, τον αντιφασιστικό αγώνα του Β” Παγκοσμίου Πολέμου, το Τσέρνομπιλ και το Αφγανιστάν. Το άλλο είναι η εσκεμμένη ή μη απουσία πολιτικής εξήγησης των διαδικασιών και των βιωμάτων που περιγράφουν τα υποκείμενα των συνεντεύξεών της.

Μακριά από εμάς η εξέταση της λογοτεχνίας με εργαλεία με τα οποία εξετάζουμε μία πολιτική προκήρυξη. Όμως, όταν ο συγγραφέας καταπιάνεται ή περιτριγυρίζει πολιτικά ερωτήματα, οφείλει να δίνει και πολιτικές απαντήσεις, με τον λογοτεχνικό τρόπο που αυτός επιλέγει βεβαίως. Μπορεί επίσης, και οφείλει να δεχτεί και πολιτική κριτική. Με άλλα λόγια η νομπελίστρια Σβετλάνα Αλεξίεβιτς δεν μπορεί ή δεν θέλει να απαντήσει πειστικά, γιατί δεν πεθαίνει αυτός ο «κόκκινος άνθρωπος». Πρόκειται απλά για μια ιδιοτροπία του ρωσικού ψυχισμού, για μια κληρονομική ασθένεια; Κυρίως, για να ξαναγυρίσουμε στις πολιτικές σκοπιμότητες πίσω από την απονομή του φετινού Νόμπελ, είναι απαραίτητες ενέσεις ελευθερίας από την Δύση;
http://www.toperiodiko.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου