Το κείμενο δημοσιεύεται στην κατηγορία «Αναλύσεις – απόψεις» του ιστολογίου του Συλλόγου Ιντιφάντα, όπου τα κείμενα δεν εκφράζουν κατ’ ανάγκην το Σύλλογο ή το σύνολο των μελών του.
Στην ομιλία του στη Βουλή, στο πλαίσιο της συζήτησης για τον προϋπολογισμό, ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς ανέφερε πως: «Η Ελλάδα στηρίζει χωρίς “ναι μεν, αλλά”, τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους. […] Ενώ σύντομα, έτσι ελπίζω, θα αναγνωρίσει η ελληνική Βουλή την Παλαιστίνη». Η δήλωση αυτή έρχεται μετά από τις διαρροές περί επικείμενης «αναγνώρισης από τη Βουλή» κατά την προσεχή επίσκεψη του Μαχμούντ Αμπάς στην Ελλάδα[1]. Οι οποίες είχαν προκαλέσει ερώτηση στη Βουλή από τον βουλευτή και υποψήφιο πρόεδρο της Ν.Δ. Άδωνι Γεωργιάδη.[2]
Τις δηλώσεις Κοτζιά ακολούθησε η δήλωση του Προέδρου της Βουλής Νίκου Βούτση κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου, στις 10 Δεκεμβρίου, ότι: «Και στις 22 του μήνα θα υποδεχθούμε τον Πρόεδρο Αμπάς της Παλαιστίνης, όπου θα του διαβιβαστεί κιόλας σε ειδική συνεδρία που θα γίνει, σε ειδική διαδικασία, και ψήφισμα της ελληνικής Βουλής -που θα έχει εγκρίνει δηλαδή ήδη η ελληνική Βουλή- για την αναγνώριση από την ελληνική Βουλή της Παλαιστίνης.»[3]
Το ερώτημα που τίθεται είναι ποιες είναι οι πραγματικές προθέσεις της ελληνικής κυβέρνησης ως προς την αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης. Και ποια θα πρέπει να είναι η στάση του κινήματος αλληλεγγύης.
Η σημασία της αναγνώρισης του Κράτους της Παλαιστίνης
Είναι προφανές ότι η όσο το Ισραήλ εμμένει στη στρατιωτική κατοχή και τη διαιώνιση του απαρτχάιντ, καμία αναγνώριση ενός «Κράτους της Παλαιστίνης» από οποιονδήποτε, δεν συνεπάγεται αυτοδιάθεση, πόσο μάλλον ελευθερία, για τους Παλαιστίνιους. Αυτή θα έρθει πρωτίστως από τον ίδιο τον πολύμορφο και ηρωικό αγώνα των Παλαιστινίων, αλλά και από την διεθνή πίεση προς το Ισραήλ, και μόνο όταν αυτό εξαναγκαστεί να την δώσει. Εντούτοις, η αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης, έστω στα λεγόμενα σύνορα του 1967, δηλαδή στο 22% της ιστορικής Παλαιστίνης, – κάτι που είτε ως τελικό είτε ως ενδιάμεσο στάδιο, φαίνεται κατά καιρούς να το αποδέχεται ως αίτημα η πλειοψηφία των Παλαιστινίων και οι μεγαλύτερες πολιτικές τους παρατάξεις – αποτελεί μια κάποια διπλωματική νίκη για τους Παλαιστίνιους. Η αναγνώριση αυτή, πέρα από τη διπλωματική και συμβολική, είχε μια κάποια πρακτική σημασία, όταν, στις 29 Νοεμβρίου 2012, έγινε εμμέσως από τον ΟΗΕ, οπότε και η Παλαιστίνη αναγνωρίστηκε ως κράτος μη-μέλος παρατηρητής στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Γεγονός που χαιρετίστηκε ακόμα και από τη Χαμάς, παρότι επιτεύχθηκε από τον μεγάλο πολιτικό της αντίπαλο, τη Φατάχ του Μαχμούντ Αμπάς. Και είχε πρακτική σημασία γιατί άνοιγε το δρόμο ώστε η Παλαιστίνη να γίνει, μεταξύ άλλων, κράτος-μέλος του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, υπογράφοντας το Καταστατικό της Ρώμης, ώστε να μπορέσει στη συνέχεια να επιχειρήσει τη δίωξη Ισραηλινών για εγκλήματα πολέμου ή και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας (και παρότι το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο θα μπορούσε να στραφεί και κατά Παλαιστινίων πλέον). Ο Μαχμούντ Αμπάς δέχθηκε για αρκετό καιρό επικρίσεις για την καθυστέρηση, αλλά τελικά υπέγραψε το Καταστατικό της Ρώμης και πλέον έχει ανοίξει ο δρόμος για να επιχειρηθεί η δίωξη Ισραηλινών εγκληματιών.
Είναι αμφίβολο αν οι διμερείς αναγνωρίσεις του Κράτους της Παλαιστίνης από άλλα κράτη έχουν μια παρόμοια πρακτική σημασία. Ωστόσο δεν παύουν να έχουν μια συμβολική αξία. Κυρίως όμως, οι διμερείς αναγνωρίσεις στέλνουν ένα ηχηρό διπλωματικό μήνυμα προς το Ισραήλ, που είναι σα να λέει περίπου τα εξής: «Δεν θα περιμένουμε τις προσχηματικές σας «ειρηνευτικές συνομιλίες» στις οποίες προσποιείστε ότι συμμετέχετε κατά καιρούς εδώ και πάνω από δύο δεκαετίες, για να αναγνωρίσουμε το Κράτος της Παλαιστίνης». Παράλληλα, οι διμερείς αναγνωρίσεις αντικατοπτρίζουν τη σταδιακή απονομιμοποίηση του Ισραήλ στα μάτια της λεγόμενης «διεθνούς κοινής γνώμης», και αντίστοιχα τη νομιμοποίηση των Παλαιστινίων. Ενώ αποκτούν και περαιτέρω σημασία μετά την προεκλογική υπαναχώρηση και ανοιχτή αμφισβήτηση της λύσης των δύο κρατών από τον Νετανιάχου πριν λίγους μήνες. Τέλος, κάθε κράτος που αναγνωρίζει την Παλαιστίνη, είναι σαν να προτρέπει και τα άλλα κράτη να κάνουν το ίδιο.
Μέχρι σήμερα, και σύμφωνα με τον ιστότοπο της παλαιστινιακής αντιπροσωπείας στον ΟΗΕ[4], 137 χώρες έχουν αναγνωρίσει διμερώς το Κράτος της Παλαιστίνης. Ένα πρώτο μεγάλο κύμα αναγνωρίσεων υπήρξε τη δεκαετία του ’80 μετά τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας από το Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο, επί Αραφάτ, στις 15 Νοεμβρίου 1988 στο Αλγέρι της Αλγερίας. Στη δεκαετία του ’90 υπήρξε ένα δεύτερο κύμα, κυρίως από πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και από την μετά-απαρτχάιντ Νότια Αφρική του Νέλσον Μαντέλα. Ενώ ένα τρίτο κύμα ήρθε τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο των προσπαθειών του Αμπάς, τόσο πριν όσο και μετά από την έμμεση αναγνώριση στον ΟΗΕ, και κυρίως από χώρες της Λατινικής Αμερικής αλλά και από τη Σουηδία, το Βατικανό και άλλες χώρες. Η αναγνώριση από τη Σουηδία, στις 30 Οκτωβρίου 2014, είχε μια ιδιαίτερη πολιτική σημασία καθώς ήταν η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το κράτος της Παλαιστίνης όντας μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άλλες 8 χώρες που σήμερα συμμετέχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είχαν αναγνωρίσει το κράτος της Παλαιστίνης πριν ενταχθούν στην Ε.Ε. : η Μάλτα, η Κύπρος, η Τσεχία και η Σλοβακία, τότε ως Τσεχοσλοβακία, η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Πολωνία).
Τα ανώδυνα συμβολικά ψηφίσματα στα κοινοβούλια και οι επικίνδυνες διατυπώσεις
Σε αντίθεση με τη Σουηδία, άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο, Ιταλία), δεν έχουν προχωρήσει σε αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης, παρά μόνο σε εντελώς συμβολικά ψηφίσματα στα κοινοβούλιά τους που δεν είναι δεσμευτικά προς τις κυβερνήσεις τους. Ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση, τα ψηφίσματα ήταν αρκετά διαφορετικά μεταξύ τους, και ορισμένα από αυτά περιείχαν και διατυπώσεις που ουσιαστικά αφαιρούσαν κάθε ουσία από το ψήφισμα, όπως το ισπανικό[5] που ως αποτέλεσμα παζαριών ψηφίστηκε σχεδόν παμψηφεί και έθεσε ως προϋπόθεση να είναι η αναγνώριση αποτέλεσμα των ισραηλινο-παλαιστινιακών διαπραγματεύσεων. Όμως σε μια τέτοια περίπτωση αναιρείται η όποια αξία ενός συμβολικού ψηφίσματος που προτρέπει μια κυβέρνηση να προχωρήσει σε αναγνώριση, αφού, όπως προαναφέρθηκε, αυτή έχει νόημα αν προηγηθεί της συγκατάθεσης του Ισραήλ.
Αντίστοιχο συμβιβαστικό, μη δεσμευτικό ψήφισμα, που έκανε σύνδεση με το ζήτημα των διαπραγματεύσεων, είχε περάσει και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Από την άλλη πλευρά, ακόμα και σε ψηφίσματα που ενδεχομένως δεν έθεταν τέτοιες προϋποθέσεις, υπήρχαν άλλες διατυπώσεις που ήταν επικίνδυνες. Όπως στα γαλλικά ψηφίσματα στην Εθνοσυνέλευση[6] και τη Γερουσία[7], όπου αναφέρονται τα Ιεροσόλυμα ως «πρωτεύουσα των δύο κρατών». Αυτή είναι μια επικίνδυνη διατύπωση. Το σωστό είναι να αναφέρονται ρητά τα (κατεχόμενα σήμερα) Ανατολικά Ιεροσόλυμα ως πρωτεύουσα του παλαιστινιακού κράτους. Αλλιώς, μιλώντας γενικά για τα Ιεροσόλυμα ως πρωτεύουσα των δύο κρατών, αφενός αναπαράγεται η ισραηλινή αφήγηση περί ενιαίας πρωτεύουσας, και αφετέρου, σε – μια καθόλου ορατή σήμερα – μελλοντική συμφωνία, οι Ισραηλινοί μπορεί να επιδιώξουν να περιορίσουν την πρωτεύουσα των Παλαιστινίων σε ένα μικρό κομμάτι της πόλης και όχι σε ολόκληρα τα Ανατολικά Ιεροσόλυμα, δηλαδή να διατηρήσουν τους παράνομους ισραηλινούς εποικισμούς σε αυτά. [Δυστυχώς, στο ίδιο σφάλμα υπέπεσαν και οι τότε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που τον Μάιο του 2015 είχαν απευθύνει σχετική ερώτηση[8] περί αναγνώρισης προς τον Υπουργό Εξωτερικών]
Χαρακτηριστικό επίσης αυτό που συνέβη στην Ιταλία, όπου υπερψηφίστηκαν ψηφίσματα με τέτοιες προϋποθέσεις ή επικίνδυνες διατυπώσεις, ενώ καταψηφίστηκε το ψήφισμα του κινήματος 5 Αστέρων για αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης.
Ποιες είναι οι προθέσεις της κυβέρνησης Τσίπρα;
Προτίθεται πραγματικά η κυβέρνηση Τσίπρα να προχωρήσει σε αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης; Και για ποιο λόγο φέρνει το ζήτημα στη Βουλή; Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν φαίνεται να έχει δοθεί στη δημοσιότητα συγκεκριμένο κείμενο ψηφίσματος στη Βουλή. Εντούτοις δε φαίνεται να υπάρχουν ενδείξεις για μια πραγματική αναγνώριση εκ μέρους της Ελλάδας, αλλά μάλλον για ένα συμβολικό, μη δεσμευτικό[9], ψήφισμα στη Βουλή, ενώ εδώ και καιρό τα προμηνύματα δεν ήταν ενθαρρυντικά. Ήδη από πέρυσι, προεκλογικά, πριν έρθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, η Νάντια Βαλαβάνη (για να θυμηθούμε και τις ευθύνες στελεχών της σημερινής Λαϊκής Ενότητας…) δήλωνε[10] μεταξύ άλλων στο ραδιοσταθμό του ΣΥΡΙΖΑ «105,5 στο Κόκκινο», ότι η αναγνώριση πρέπει να γίνει με «προσεκτικό τρόπο» στο Κοινοβούλιο και «με τον τρόπο που το έκανε για παράδειγμα η Μεγάλη Βρετανία και όχι με τον τρόπο που το έκανε η Σουηδία». Μόνο που η Μεγάλη Βρετανία δεν έχει αναγνωρίσει το Κράτος της Παλαιστίνης!
Περαιτέρω, ενδεικτικό ίσως για τις προθέσεις της κυβέρνησης Τσίπρα, είναι και ένα άρθρο της Καθημερινής[11] ήδη από τον περασμένο Μάιο όπου αναφερόταν (ο τονισμός δικός μου):
«Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, σε συνεργασία με την κυβέρνηση, αναμένεται σε σύντομο χρονικό διάστημα να καταθέσει στη Βουλή ψήφισμα για την αναγνώριση παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα του 1967, όπως έχουν κάνει πολλές άλλες χώρες. Η κίνηση αυτή θα είχε ήδη προωθηθεί αν η κυβέρνηση και η Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ δεν κυριαρχούνταν από τη συζήτηση για την πορεία των διαπραγματεύσεων, ενώ κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι υπάρχει γενικότερα ένα ζήτημα συντονισμού, αλλά όχι πρόβλημα, καθώς οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ επιθυμούν να δώσουν πανηγυρικό τόνο στο θέμα αυτό. Στόχος της κυβέρνησης είναι να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση, καθώς εκτιμάται ότι η αναγνώριση της Παλαιστίνης είναι υπόθεση του συνόλου των πολιτικών δυνάμεων και όχι ενός κόμματος. Σημειώνεται ότι η αναγνώριση θα γίνει από τη Βουλή, αλλά όχι από την κυβέρνηση, τουλάχιστον σε ορατό χρόνο, προκειμένου να μη διαταραχθούν οι αναβαθμισμένες σχέσεις της Ελλάδας με το Ισραήλ.
Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες κυβερνητικές πηγές, οι παλαιστινιακές αρχές έχουν διαμηνύσει στο Μαξίμου ότι θα ήταν προτιμητέο, η αναγνώριση να γίνει ταυτόχρονα με την παρουσία του ηγέτη των Παλαιστινίων Αμπού (sic) Αμπάς, ο οποίος έχει ήδη εκφράσει την επιθυμία του να επισκεφθεί την Αθήνα. Ο κ. Τσίπρας είναι ιδιαίτερα θετικός και στην αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους και στην επίσκεψη Αμπάς, ωστόσο προτιμά οι εκδηλώσεις αυτές να προγραμματιστούν σε χρονική στιγμή με λιγότερη ένταση και αυτή δεν είναι η παρούσα περίοδος.»
Περαιτέρω, στην απάντηση του Υπ. Εξ. στην ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, τον Ιούνιο, δεν υπήρχε καμιά συγκεκριμένη δέσμευση, παρά μόνο αναφορά ότι «διατηρεί το θέμα της αναγνώρισης υπό συνεχή εξέταση», και στην ουσία το εξαρτούσε από τις επιπτώσεις που θα έχει στις – έτσι κι αλλιώς διακοπείσες – διαπραγματεύσεις μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. (βλ. απάντηση Υπ. Εξ. παράγραφος 10)[12]
Τέλος, με βάση πρόσφατο δημοσίευμα, στις 10 Δεκεμβρίου, «Η αναγνώριση του Παλαιστινιακού κράτους θα πραγματοποιηθεί από την ελληνική Βουλή και όχι από το ελληνικό κράτος, προκειμένου “να μην διαταραχθούν οι πολύ καλές ελληνοϊσραηλινές σχέσεις”.»[13]
Με βάση τα παραπάνω, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η κυβέρνηση Τσίπρα θα προχωρήσει σε πραγματική αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης.
Στην απάντησή του στην ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, το Υπουργείο Εξωτερικών είχε επισημάνει ότι «υπερψήφισε την αναβάθμιση του καθεστώτος συμμετοχής της Παλαιστίνης στη Γενική Συνέλευση Ηνωμένων Εθνών, σε κράτος μη μέλος, και την ένταξη της στην ΟΥΝΕΣΚΟ ως πλήρες μέλος, ιδιότητα που επιφυλάσσεται μόνον σε κράτη». Όμως, αυτά τα γεγονότα, που, ας θυμηθούμε, έγιναν επί κυβερνήσεων Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, αντίστοιχα, καταδεικνύουν την αντίφαση του να μην έχει αναγνωρίσει ακόμα η Ελλάδα διμερώς το κράτος αυτό. Ιδιαίτερα δε, μετά από 11 μήνες διακυβέρνησης από μια κυβέρνηση με «κορμό την αριστερά», κι ενώ ήδη από το 2011 ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Θ. Δρίτσας, ζητούσε την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.[14]
Το δικαίωμα επιστροφής των προσφύγων
Παρά την τραγική κατάσταση από τον εμφύλιο στη Συρία, που έχει προκαλέσει πάνω από 4 εκατομμύρια πρόσφυγες, οι Παλαιστίνιοι συνεχίζουν σήμερα να είναι ο λαός με τους περισσότερους πρόσφυγες στον κόσμο – υπολογίζονται σε πάνω από 5,5 εκατομμύρια.[15] Άλλωστε μέρος των προσφύγων από τη Συρία είναι Παλαιστίνιοι που γίνονται πρόσφυγες για δεύτερη φορά.
Μια μελλοντική δημιουργία Κράτους της Παλαιστίνης δεν αποτελεί από μόνη της εκπλήρωση του αιτήματος και δικαιώματος αυτοδιάθεσης του παλαιστινιακού λαού, αν δεν συνοδεύεται από έμπρακτη εκπλήρωση του κατοχυρωμένου δικαιώματος στην επιστροφή των Παλαιστινίων προσφύγων στις εστίες τους (δηλαδή για να είμαστε σαφείς, και εντός των εδαφών που καταλήφθηκαν από το Ισραήλ το 1948), συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε επανορθώσεις. Ένα δικαίωμα κατοχυρωμένο τόσο γενικά από νομικής άποψης στο διεθνές δίκαιο για όλους τους πρόσφυγες, όσο και συγκεκριμένα και ρητά στην περίπτωση των Παλαιστινίων, μέσα από την Απόφαση 194 της Γ.Σ. του ΟΗΕ.[16] Επίσης, ένα δικαίωμα όχι μόνο συλλογικό του παλαιστινιακού λαού, αλλά και ατομικό του κάθε Παλαιστίνιου πρόσφυγα, που δεν είναι δυνατόν να απεμποληθεί μέσα από οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.
Η εκπλήρωση του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων αποτελεί τον έτερο πυλώνα του δικαιώματος αυτοδιάθεσης των Παλαιστινίων, μαζί με τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους (και μαζί με το ζήτημα της απελευθέρωσης των Παλαιστινίων κρατουμένων από τις ισραηλινές φυλακές, και μια σειρά από άλλα ζητήματα, όπως π.χ. το ζήτημα του νερού, αποτελούν τους βασικούς στόχους του παλαιστινιακού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος). Συνεπώς, μια αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να την εκμεταλλευτούν όσοι θέλουν να περιορίσουν το ζήτημα εκεί, σε επίπεδο «κράτους», καθώς απεργάζονται την καταπάτηση του δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων. Οποιοδήποτε ψήφισμα αναγνώρισης του Κράτους της Παλαιστίνης ή ακόμα και ένα συμβολικό, μη δεσμευτικό ψήφισμα στη Βουλή, θα πρέπει να κάνει ρητή αναφορά στην υποχρέωση αναγνώρισης από το Ισραήλ και έμπρακτης εκπλήρωσης αυτού του δικαιώματος, αλλιώς κινδυνεύει να είναι περισσότερο επιζήμιο παρά ωφέλιμο για τους Παλαιστίνιους.
Η αναγνώριση «κενό γράμμα» χωρίς μέτρα πίεσης προς το Ισραήλ – το ζήτημα των προϊόντων των εποικισμών
Ακόμα και αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ προχωρούσε σε μια πραγματική αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης, πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο, αυτή θα παρέμενε «κενό γράμμα» και άλλοθι για τα κυβερνώντα κόμματα, αν δεν συνοδευόταν από μέτρα πίεσης προς το Ισραήλ ώστε εκείνο να αναγνωρίσει το παλαιστινιακό κράτος, τερματίζοντας την κατοχή και το απαρτχάιντ. Μια αναγνώριση έτσι κι αλλιώς συμβολικού χαρακτήρα – και πολύ περισσότερο μια έντεχνη αποφυγή της αναγνώρισης με ένα συμβολικό, μη δεσμευτικό ψήφισμα στη Βουλή – , δεν ωφελεί ιδιαίτερα τους Παλαιστίνιους αν συνοδεύεται από επιβράβευση του ισραηλινού απαρτχάιντ με διαρκή ανάπτυξη των σχέσεων μαζί του, ακόμα και σε επίπεδο στρατιωτικής συνεργασίας. Όπως φάνηκε και από την περίπτωση της Νότιας Αφρικής, ένα καθεστώς απαρτχάιντ χρειάζεται και εξωτερική πίεση και διεθνή απομόνωση για να καταρρεύσει. Η διεθνής κοινότητα, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, θα έπρεπε να έχει απομονώσει το ισραηλινό απαρτχάιντ εδώ και δεκαετίες, αν ήθελε πραγματικά να επιτευχθεί η δημιουργία ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους. Και η ελληνική κυβέρνηση, θα έπρεπε το λιγότερο, να έχει διακόψει κάθε στρατιωτική συνεργασία.
Ακόμα όμως και μια κυβέρνηση που θα ήταν απρόθυμη να προβεί σε τέτοιες ενέργειες, θα μπορούσε τουλάχιστον να τηρήσει στοιχειωδώς τη διεθνή νομιμότητα σε ότι αφορά τους παράνομους ισραηλινούς εποικισμούς στο κατεχόμενο παλαιστινιακό έδαφος (και γενικά στα κατεχόμενα αραβικά εδάφη). Ακόμα και αυτή η Ε.Ε., παρότι διαφώνησε ρητά με το μποϊκοτάζ, αποφάσισε ωστόσο τη σήμανση τουλάχιστον κάποιων εκ των προϊόντων από τους εποικισμούς. Δημοσίευμα ισραηλινής εφημερίδας που ανέφερε ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα εφαρμόσει αυτήν την οδηγία, διαψεύστηκε από το Υπουργείο Εξωτερικών[17], χωρίς όμως να υπάρχει κάποια ρητή δέσμευση περί του αντιθέτου: ότι δηλαδή η ελληνική κυβέρνηση θα προχωρήσει άμεσα σε εφαρμογή της οδηγίας για τη σήμανση των προϊόντων των παράνομων, κατά το διεθνές δίκαιο, ισραηλινών εποικισμών. [Σημ. στην ανακοίνωση του ΥΠΕΞ, υπάρχει άλλο ένα σημείο που αξίζει της προσοχής, καθώς μπορεί να είναι επικίνδυνο: εκεί που αναφέρεται (ο τονισμός δικός μου) σε «εγκαθίδρυση ενός ανεξάρτητου παλαιστινιακού Κράτους, που θα συνυπάρχει ειρηνικά με το Ισραήλ, εντός διεθνώς αναγνωρισμένων συνόρων με βάση την προ του 1967 γραμμή». Και είναι επικίνδυνο γιατί μπορεί να παραπέμπει σε διευθέτηση που θα διατηρεί εποικισμούς.].
Ακόμα λιγότερο δε, δεν φαίνεται να υπάρχει καμία πρόθεση από πλευράς ελληνικής κυβέρνησης, για απαγόρευση των εισαγωγών των προϊόντων των παράνομων εποικισμών, όπως θα ήταν το σωστό. Ούτε λόγος δε, για μια γενική απαγόρευση όλων των εισαγωγών προϊόντων από εκείνες τις εταιρίες που εμπλέκονται με εποικισμούς, όπως άλλωστε είχαν ζητήσει το 2012 οι τότε βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Τάσος Κουράκης, Σοφία Σακοράφα και Θοδωρής Δρίτσας (σήμερα υπουργός στην κυβέρνηση Τσίπρα), στο πλαίσιο ερώτησης[18] για την παράνομη αποφυγή δασμών εκ μέρους των εταιριών των εποικισμών: «5. Με δεδομένη και τη δυσκολία ανίχνευσης των συγκεκριμένων προϊόντων που προέρχονται από τους παράνομους, κατά το διεθνές δίκαιο, ισραηλινούς εποικισμούς στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, προτίθεστε να σταματήσετε την εισαγωγή προϊόντων από τις συγκεκριμένες ισραηλινές εταιρίες των οποίων το σύνολο ή μέρος της παραγωγής προέρχεται από αυτούς, ώστε να μην στηρίζει η Ελλάδα την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και την ισραηλινή κατοχή και καταπίεση του παλαιστινιακού λαού;»
Συνοψίζοντας: πλήρης αναγνώριση χωρίς υπεκφυγές, και με έμπρακτα μέτρα
Ο Υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς είπε ότι η Ελλάδα στηρίζει «χωρίς ναι μεν, αλλά» τη δημιουργία κράτους στην Παλαιστίνη ενώ μίλησε για αναγνώριση από τη Βουλή.
Αν πράγματι εννοεί κάτι τέτοιο, τότε πρέπει η κυβέρνηση του Ελληνικού Κράτους να προχωρήσει άμεσα σε αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης στα σύνορα του 1967, με πρωτεύουσα τα Ανατολικά Ιεροσόλυμα, υπενθυμίζοντας ταυτόχρονα την υποχρέωση εκπλήρωσης του κατοχυρωμένου δικαιώματος επιστροφής των Παλαιστινίων προσφύγων σύμφωνα με την Απόφαση 194 της Γ.Σ. του ΟΗΕ. Παράλληλα, το ελάχιστο που οφείλει να κάνει είναι να προχωρήσει, αν όχι στην απαγόρευση των εισαγωγών των προϊόντων των παράνομων ισραηλινών εποικισμών, όπως είναι το σωστό, (και ακόμα περισσότερο από τη στιγμή που θα πρόκειται πλέον για προϊόντα μέσα από ένα άλλο, αναγνωρισμένο από την Ελλάδα, κράτος), τουλάχιστον στην άμεση εφαρμογή της ευρωπαϊκής οδηγίας για τη σήμανσή τους. Σε διαφορετική περίπτωση, όλες αυτές οι δηλώσεις και οι κινήσεις της κυβέρνησης θα έχουν αποτελέσει άλλο ένα επικοινωνιακό τρυκ για να «χρυσώσουν το χάπι» της περαιτέρω σύσφιξης των σχέσεων με το Ισραήλ.
Γ.Κ.
[1] Βλ. π.χ. Στην Αθήνα ο Αμπάς 21 Δεκεμβρίου – Αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους από τη Βουλή, TVXS, 26/11/2015
[3] http://www.hellenicparliament.gr/Enimerosi/Grafeio-Typou/Deltia-Typou/?press=bec90a82-04f4-43a7-81c1-a56a0111c0e2
[8] http://www.hellenicparliament.gr/Koinovouleftikos-Elenchos/Mesa-Koinovouleutikou-Elegxou?pcm_id=9b42a6f8-f5e3-4bcb-9647-a4a800528667
[9] Βλ. Για μη δεσμευτικό ψήφισμα κάνει λόγο το ρεπορτάζ του ιρανικού Press TV.http://presstv.com/Detail/2015/12/11/441215/Palestine-Greece-parliament-Israel-Nikos-Kotzias
[10] http://www.stokokkino.gr/article/1000000000000349/N-Balabani-Xreiazontai-diethneis-protoboulies-gia-na-stamatisei-to-ISIS-pou-einai-i-riza-tou-kakou
[11] Σωτήρης Σιδέρης, «Αναγνώριση της Παλαιστίνης από τη Βουλή», Καθημερινή, 21/5/2015.
[14] «Γιατί δεν αναγνωρίζει η Ελλάδα την Παλαιστίνη;», TVXS, 7/11/2011
[16] Για μια σε βάθος ανάλυση του δικαιώματος στην επιστροφή, βλ. Η θέση της Διεθνούς Αμνηστίας για το δικαίωμα στην επιστροφή, των παλαιστίνιων προσφύγων
[17] Απάντηση Εκπροσώπου ΥΠΕΞ, Κ. Κούτρα, σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με ανοιχτή επιστολή της ActionAid προς τον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου