Της ΝΑΝΤΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ
Ποιοι είναι οι πρόσφυγες; Πώς κρίνουν την παραμονή τους στη χώρα μας; Πώς βαθμολογούν τις χώρες που εμπλέκονται στο ζήτημά τους; Είναι μορφωμένοι; Τι δουλειά έκαναν στην πατρίδα τους και πού θέλουν να καταλήξουν; Σε αυτά και σε μια σειρά άλλα ερωτήματα έρχεται να απαντήσει μεγάλη έρευνα της Κάπα Research που εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος.
«Η επιτυχής διαχείριση του ζητήματος προϋποθέτει καλή ανάγνωσή του» υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ένωσης, Κώστας Αγοραστός, παρουσιάζοντας την έρευνα το πρωί της Πέμπτης.
Τα στοιχεία που συνθέτουν την «ακτινογραφία» των προσφύγων είναι αποκαλυπτικά:
Το 74% προέρχεται από τη Συρία, το 83% είναι μουσουλμάνοι σουνίτες (εκ των οποίων το 58% προσεύχεται κάθε μέρα), το μεγαλύτερο ποσοστό εξ αυτών (71%) δεν γνωρίζει τα δικαιώματά του και μόνο οι μισοί έχουν αφήσει κάποια περιουσία στη χώρα προέλευσής τους.
Οι 6 στους 10 έχουν χάσει κάποιο οικείο ή γνωστό τους πρόσωπο από βομβαρδισμούς.
Στην ερώτηση εάν θέλουν να επιστρέψουν στα σπίτια τους, το 31% απαντάει αρνητικά, ενώ στο ερώτημα «τι τους λείπει περισσότερο» οι πρόσφυγες απαντούν σε ένα ποσοστό 81% ότι τους λείπει το μπάνιο και η τουαλέτα, αλλά ένα 37% δηλώνει ότι του λείπουν τα χρήματα.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία (ποσοστό 68%) δηλώνουν ότι η προσωπική τους «γη της επαγγελίας» και χώρα προορισμού είναι η Γερμανία.
Ελλάδα και Γερμανία συγκεντρώνουν τις περισσότερες θετικές γνώμες ανάμεσα στις χώρες που διαδραματίζουν ρόλο στο προσφυγικό ζήτημα, σε αντίθεση με την Τουρκία και τη Ρωσία που αντιμετωπίζονται αρνητικά συγκεντρώνοντας ρεκόρ αρνητικών απόψεων (50,8% και 44,7% αντίστοιχα).
Όλοι ανεξαιρέτως οι φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα κρίνονται θετικά: το λιμενικό σώμα, η αστυνομία, η κυβέρνηση, οι ΜΚΟ, το σύστημα υγείας και η τοπική αυτοδιοίκηση λαμβάνουν θετικές κρίσεις σε ποσοστά άνω του 60%.
Ωστόσο, οι 7 στους 10 κρίνουν προβληματική την κατάσταση του χώρου που διαμένουν προσωρινά(Πειραιάς, Ελληνικό, Σχιστό, Ελαιώνας) κυρίως ως προς τις συνθήκες αξιοπρεπούς διαβίωσης.
Η έρευνα διενεργήθηκε μεταξύ 15 & 16 Μαρτίου 2016, πριν δηλαδή το οριστικό κλείσιμο των συνόρων, σε δείγμα 637 προσφύγων σε κέντρα υποδοχής/παραμονής μεταναστών στο Λεκανοπέδιο Αττικής.
Προσεγγίζει το προσφυγικό ζήτημα στην «πηγή», δηλαδή στα κέντρα φιλοξενίας στο Ελληνικό, στο λιμάνι του Πειραιά, στο Σχιστό και στον Ελαιώνα και επιχειρεί μια «χαρτογράφηση» του πληθυσμού αυτού ακολουθώντας το ερευνητικό τρίπτυχο προέλευση – ταξίδι – προορισμός διεξάγοντας κάθε συνέντευξη ανώνυμα και εξατομικευμένα στα αραβικά, τα αφγανικά και τα αγγλικά. Οι ερωτώμενοι ήταν άνδρες και γυναίκες, 15 ετών και άνω.
Ο πρόεδρος της ΕΝΠΕ Κώστας Αγοραστός.
Ανάλυση ευρημάτων
Ποιοι είναι οι πρόσφυγες; Ταυτότητα & δημογραφικά χαρακτηριστικά
Στην πλειοψηφία τους Σύροι (74%), άνδρες (73,8%), νέοι (72,2% έως 35 ετών) και με περιορισμένη μόρφωση (61,3% με καθόλου ή έως 9ετή εκπαίδευση), οι πρόσφυγες που διαμένουν στα ειδικά διαμορφωμένα καταλύματα του Λεκανοπεδίου Αττικής είναι Σουνίτες (83%) και η θρησκευτική πίστη καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την ταυτότητά τους αφού προσεύχονται καθημερινά (58,1%).
Οι περισσότεροι επικοινωνούν επαρκώς μόνο στα αραβικά, ενώ το 25% περίπου μιλά και αγγλικά. Αναφορικά με τις επαγγελματικές τους δεξιότητες, τα 2/3 δηλώνουν οικονομικά ενεργοί.
Στη χώρα τους απασχολούνταν στη βιοτεχνία (19,6%), στον δημόσιο τομέα (12,5%), στο εμπόριο (11%), σε τράπεζα ή άλλη ιδιωτική επιχείρηση (7,5%), ενώ σε γεωργικά/κτηνοτροφικά επαγγέλματα δραστηριοποιούνταν ένα 10% περίπου. Ο οικονομικά μη-ενεργός πληθυσμός (37,5%) αποτελείται από μαθητές/φοιτητές (15,5%), ανέργους (10,8%) και νοικοκυρές (11,2%).
Τα αίτια της μετανάστευσης
Η εικόνα που σκιαγραφούν οι πρόσφυγες για την κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα τους είναι εφιαλτική: συνεχείς βομβαρδισμοί (65,4%), εμφύλιος πόλεμος (33,5%), κλίμα τρομοκρατίας(32,7%) και συχνές εχθροπραξίες (28,8%). Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι οι 7 στους 10 προτάσσουν τον κίνδυνο για τη ζωή τους ή της οικογένειάς τους – την επιβίωσή τους – ως το πιο σημαντικό αίτιο μετανάστευσης.
Οι 6 στους 10 έχουν χάσει κάποιο οικείο ή γνωστό τους πρόσωπο από βομβαρδισμούς (26,2%),αδέσποτα πυρά (14,4%) ένοπλες συγκρούσεις (10,5%), τρομοκρατικές επιθέσεις (10,1%) ή χτυπήματα κυβερνητικών δυνάμεων (9%). Δευτερεύοντα αίτια μετανάστευσης αποτελούν η αποφυγή της στράτευσης, η φτώχεια και οι ελλείψεις βασικών αγαθών και υποδομών, αλλά και η περιστολή των ατομικών/ πολιτικών δικαιωμάτων ή η ανάγκη οικογενειακής συνένωσης.
Οι δεσμοί με τη χώρα προέλευσης διατηρούνται μέσω της οικογένειας καθώς οι 9 στους 10 έχουν αφήσει πίσω κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο (όπως γονείς (57,2%), αδέρφια (46,9%), άλλους συγγενείς (33,8%), παιδιά (13,5%)) ή της περιουσίας (το 53,1% διατηρεί ακόμη περιουσία στην περιοχή που άφησε). Κατά συνέπεια, η πλειοψηφία δηλώνει ότι θα ήθελε κάποια στιγμή να επιστρέψει στην πατρίδα όταν τελειώσει ο πόλεμος.
H ευθύνη για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα τους αναγκάζοντάς τους να μεταναστεύσουν αποδίδεται κυρίως στο καθεστώς/στην κυβέρνηση (56,6%) και λιγότερο στη δράση του ΙSIS (36,3%) και άλλων οργανώσεων, (όπως o Συριακός Απελευθερωτικός Στρατός (22,4%), το μέτωπο Nursa (16,6%), οι Ταλιμπάν (12,3%), οι Κούρδοι αντάρτες του PKK (8,4%) και του YPG (10,8%)).
Το ταξίδι
Περισσότεροι από τους μισούς ερωτώμενους πρόσφυγες (53,1%) διατηρούν την αισιοδοξία τους παρά τις δυσκολίες και πιστεύουν ότι σε ένα χρόνο από σήμερα τα πράγματα θα είναι πολύ ή έστω λίγο καλύτερα. Σημαντικό είναι, ωστόσο, το ποσοστό εκείνων που δηλώνουν απαισιόδοξοι (38,5% θεωρεί ότι τα πράγματα θα είναι περίπου τα ίδια ή χειρότερα), ποσοστό που αναμένεται να αυξηθεί όσο είναι αδύνατη η διέλευση προς την Κεντρική Ευρώπη. Πιο ειδικά, η φυγή από το απόλυτο κακό – που μέχρι πρότινος αποτελούσε «το σπίτι τους» – προς κάτι καλύτερο, που είναι, ταυτόχρονα, άγνωστο και αβέβαιο, προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα: η ελπίδα (24,7%) και η χαρά (12,5%) εναλλάσσονται με τον φόβο (22,4%), την ανησυχία (20,2%) και τον θυμό (11,6%).
Προερχόμενοι από κοινωνίες όπου η οικογένεια αποτελεί βασική δομή, οι 7 στους 10 ταξιδεύουν μαζί με κάποιον συγγενή ή ένα οικείο σε αυτούς πρόσωπο. Για τους περισσότερους (62,8%), το ταξίδι έχει διαρκέσει λιγότερο από 30 ημέρες, ενώ οι 6 από τους 10 έχουν μείνει για πάνω από δέκα μέρες σε κάποιο κατάλυμα ενδιάμεσης χώρας – πιθανότατα στην Τουρκία. Πριν ξεκινήσουν από τη χώρα τους πήραν σημαντικές πληροφορίες από γνωστούς ή συγγενείς που έχουν ήδη εγκατασταθεί σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (36,6%) ή βρήκαν πληροφορίες από το internetκαι τα social media (20,2%). Το διαδίκτυο φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού καθώς η πλειοψηφία (53,5%) κάνει χρήση έξυπνων συσκευών τηλεφώνου (smartphone).
Οι περισσότεροι ερωτώμενοι πλήρωσαν για να φτάσουν στην Ελλάδα: το 53,1% δηλώνει ότι έδωσε αμοιβή σε κάποιον για βοήθεια και παρά την ενεργοποίηση των οργανωμένων δομών του ελληνικού Κράτους και των ΜΚΟ, ένα 20,9% έδωσε αμοιβή για την μετακίνησή του (και) εντός Ελλάδος. Στις περισσότερες των περιπτώσεων (52,1%), το άτομο που έλαβε την αμοιβή συμπεριφέρθηκε καλά στους πρόσφυγες, ενώ στο 36,1% των περιπτώσεων η συμπεριφορά του διακινητή ήταν άσχημη.
Ο προορισμός
Οι 7 στους 10 (68%) πρόσφυγες που διαμένουν σήμερα στα κέντρα υποδοχής/φιλοξενίας του Λεκανοπεδίου θέλουν να φτάσουν στη Γερμανία και δηλώνουν πολύ ή αρκετά αισιόδοξοι ότι θα τα καταφέρουν (59,6%). Η επιλογή της χώρας προορισμού γίνεται κυρίως με βάση την παρουσίαάλλων συγγενών (64,5%) και συμπατριωτών (12,3%) και, δευτερευόντως, με βάση τις φιλικές για τους πρόσφυγες συνθήκες υποδοχής (17%), νομιμοποίησης (εύκολη διαδικασία απόδοσης ασύλου – 14,6%) και διαβίωσης (εύρεση εργασίας – 8,8%).
Η Ελλάδα (77,6%) και η Γερμανία (74%) συγκεντρώνουν τις περισσότερες θετικές γνώμες ανάμεσα στις χώρες που διαδραματίζουν ρόλο στο προσφυγικό ζήτημα, σε αντίθεση με την Τουρκία και τη Ρωσία που αντιμετωπίζονται αρνητικά (50,8% και 44,7% οι αρνητικές γνώμες- μόλις 15,1% και 8,4% οι θετικές γνώμες για τις δύο χώρες αντίστοιχα). Υψηλά ποσοστά αποδοχής συγκεντρώνει και η Ευρωπαϊκή Ένωση (57,8%, μόλις 6,7% αρνητικές κρίσεις). Σε αντίθεση με το διογκούμενο αίσθημα αντιευρωπαϊσμού που βιώνουν οι λαοί των κρατών-μελών της, οι πρόσφυγες βλέπουν την Ευρώπη σαν τόπο-πρότυπο ευημερίας.
Η Ελλάδα ως χώρα-transit
Παρά τις θετικές γνώμες η Ελλάδα δεν αποτελεί χώρα-προορισμό. Ακόμη και αν – στην πρώτη προσπάθεια – δεν καταφέρουν να περάσουν τα σύνορα προς την κεντρική Ευρώπη, μόλις ένα 12,5% των προσφύγων θα επέλεγε να εγκατασταθεί μόνιμα στη χώρα μας [είτε σε κάποια οργανωμένη δομή (8,6%), είτε σε συγγενείς/φίλους που κατοικούν ήδη στην Ελλάδα (3,9%)]. Οι περισσότεροι θα έμεναν προσωρινά σε χώρο υποδοχής ελπίζοντας να ανοίξουν τα σύνορα (54,4%),θα αναζητούσαν άλλο πέρασμα (13,5%) ή θα επέστρεφαν στην πατρίδα τους (16,8%).
Η Ελλάδα είναι χώρα-transit κυρίως εξαιτίας της ευκολίας να περάσει κάποιος τα σύνορα (76,3%) και του χαμηλού κόστους (είναι πιο φθηνά (19,1%). Άλλοι λόγοι: παίρνει κανείς ευκολότερα το χαρτί για την κεντρική Ευρώπη (16,1%), οι Έλληνες είναι φιλόξενοι και βοηθάνε τους πρόσφυγες(13,8%), οι ελληνικές αρχές δεν είναι τόσο αυστηρές (11,4%) και, τέλος, υπάρχει μια φιλική προς τους πρόσφυγες κυβέρνηση (7,1%).
Δεδομένων των συνθηκών, το 40,6% νιώθει καλά από τη μέχρι τώρα παραμονή του στη χώρα μας, μέτρια το 24,5%, ενώ άσχημα αισθάνεται το 26,5%. Όλοι ανεξαιρέτως οι θεσμοί/φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης στην Ελλάδα κρίνονται θετικά: το λιμενικό σώμα, η αστυνομία, η κυβέρνηση, οι ΜΚΟ, το σύστημα υγείας και η τοπική αυτοδιοίκηση λαμβάνουν θετικές κρίσεις σε ποσοστά άνω του 60%. Το βασικό πρόβλημα που συναντούν οι πρόσφυγες στην επαφή τους με τις υπηρεσίες του κράτους είναι η γλώσσα (53,5%).
Σχεδόν οι 7 στους 10 κρίνουν προβληματική την κατάσταση του χώρου που διαμένουν προσωρινά (Πειραιάς, Ελληνικό, Σχιστό, Ελαιώνας) κυρίως ως προς τις συνθήκες αξιοπρεπούς στέγασης δηλαδή μπάνια/τουαλέτες (81,3%), κρεβάτι/χώρος ύπνου (58,5%) και τα χρήματα (37,4%). Οι 4 στους 10 δηλώνουν ότι τους ταλαιπωρεί κάποιο πρόβλημα υγείας και οι 3 στους 10 ότι αρρώστησαν ή τραυματίστηκαν κατά την διάρκεια του ταξιδιού τους.
Η Ελλάδα ως χώρα παραμονής
Παρά το γεγονός ότι στο σύνολό τους οι πρόσφυγες δεν επιθυμούν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, υπό ορισμένες συνθήκες, σχεδόν οι 3 στους 10 θα επέλεγαν να μείνουν: το 27,9% θα έμενε αν έβρισκε δουλειά και το 30,1% θα κάνει αίτηση ασύλου στη χώρα μας αν δεν καταφέρει να περάσει τα σύνορα. Το 31,8% θα έμενε στην Ελλάδα γιατί θα είναι πιο εύκολο από άλλες χώρες, το 25,8% γιατί υπάρχει ήδη κοινότητα από τη χώρα του εδώ ή έχει συγγενείς και το 14% επειδή έχει καλό σύστημα κοινωνική προστασίας. Το 24,1% – εάν έμενε τελικά στην Ελλάδα – θα επεδίωκε την επανένωση της οικογένειάς του προσκαλώντας την εδώ.
Όπως σε κάθε περίοδο μεταναστευτικού ρεύματος, έτσι και τώρα τα αστικά κέντρα – και ιδιαίτερα η πρωτεύουσα – αποτελούν τον επιθυμητό τόπο εγκατάστασης: το 49,7% των προσφύγων θα προσπαθούσε να βρει στέγη στην περιοχή της Αθήνας και γύρω από αυτήν, ενώ το 22,4% θα έμενε οπουδήποτε αρκεί να μπορούσε να διασφαλίσει δουλειά, τροφή και στέγη. Ωστόσο, μόλις το 21,9% θεωρεί ότι έχει πιθανότητα να βρει δουλειά στην Ελλάδα: από αυτούς το 21,6% έχει τη δυνατότητα να εργαστεί ως εργάτης, το 20,7% ως υπάλληλος γραφείου, το 17% σε βοηθητικές εργασίες, ένα άλλο 17,1% θα μπορούσε να κάνει επιχείρηση ή να ανοίξει μαγαζί, επίσης, ένα 17,1% θα μπορούσε να απασχοληθεί στον αγρο-κτηνοτροφικό τομέα, ενώ, τέλος ένα 6,5% θα ασκούσε κάποιο εξειδικευμένο επάγγελμα (γιατρός, δικηγόρος, μηχανικός κλπ.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου