Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Από την ξένη επέμβαση στον μικρό Εμφύλιο


Συντάκτης: Δημήτρης Μπαχάρας*
Πριν από 100 χρόνια, στις 16 Νοεμβρίου 1916 (με το παλιό ημερολόγιο), ο αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Καλλάρης εξέδιδε εκ μέρους του Α΄ Σώματος Στρατού την εξής διαταγή:
«Εις την απαίτησιν του Γάλλου ναυάρχου κ. Φουρνέ περί παραδόσεως εις τον συμμαχικόν στρατόν της ανατολής ελληνικών όπλων, πυροβόλων κ.τ.λ. η Κυβέρνησις απεφάσισε ν’ αντιτάξη απόλυτον άρνησιν».
Για την εκτέλεση της απόφασης αυτής ο αντιστράτηγος έδινε σαφείς οδηγίες προς τους διοικητές των υφισταμένων του μονάδων για προκαταρκτικά μέσα προστασίας έναντι των ξένων στρατευμάτων που ήταν πιθανό να εισβάλουν στην Αθήνα και να καταλάβουν στρατηγικά σημεία.

Την επομένη ερχόταν συμπληρωματική διαταγή, με σαφή οδηγία τα «υφ’ υμάς στρατεύματα όπως εν περιπτώσει αντιμετωπίσεως ξενικών στρατευμάτων επ’ ουδενί λόγω βάλωσι πρώτα».
Υστερα από μερικές ώρες, στις 18 Νοεμβρίου, ο αγγλογαλλικός στόλος βομβάρδιζε το Φάληρο και καίριες θέσεις στον Φιλοπάππου και στο Ζάππειο, ενώ οι αντιβενιζελικοί ξεχύνονταν με μίσος στους δρόμους για να λιντσάρουν τους βενιζελικούς που, αψηφώντας τις προειδοποιήσεις, είχαν μείνει στην Αθήνα.
Αυτές οι συγκρούσεις, που συνεχίστηκαν τις επόμενες δύο ημέρες, έμειναν γνωστές στην Ιστορία ως «Νοεμβριανά».

Προς την αναμέτρηση

Ο κανονιοβολισμός της Αθήνας από τον «συμμαχικό» στόλο.Ο κανονιοβολισμός της Αθήνας από τον «συμμαχικό» στόλο. | 
Γιατί όμως οι σύμμαχοι της Αντάντ είχαν επιτεθεί στην Αθήνα;
Γιατί το μίσος των αντιβενιζελικών βρήκε την ακραία έκφρασή του τότε; (Ένα μήνα αργότερα ακολούθησε το περίφημο ανάθεμα στον προδότη-βελζεβούλ Βενιζέλο).
Πώς και δεν θεωρήθηκε αυτή η ενέργεια των συμμάχων ως casus belli;
Δεν ήταν πόλεμος ο βομβαρδισμός του Πειραιά και της Αθήνας και οι συμπλοκές μεταξύ συμμαχικών και βασιλικών στρατευμάτων;
Σε τέτοιου τύπου εύλογες απορίες ενός σημερινού αναγνώστη της Ιστορίας, η παρουσίαση του ιστορικού πλαισίου είναι απαραίτητη για την κατανόηση των σημαντικών αυτών γεγονότων που, εν πολλοίς, παραμένουν άγνωστα στο ευρύ κοινό.
Το 1915 η κυβέρνηση Βενιζέλου είχε καλέσει τους Συμμάχους να αποβιβαστούν στη νεοαποκτηθείσα Μακεδονία μετά την αποτυχημένη εκστρατεία των τελευταίων στην Καλλίπολη.
Οι Σύμμαχοι έτσι θα διατηρούσαν μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη στα Βαλκάνια, όπου η κατάσταση ήταν ακόμη ρευστή καθώς η στάση των χωρών της Βαλκανικής στον πόλεμο δεν είχε ακόμη καθοριστεί.
Ο Βενιζέλος από τη μεριά του πίεζε με αυτόν τον τρόπο για την είσοδο της Ελλάδας στον παγκόσμιο πόλεμο με την πλευρά των Συμμάχων, πράγμα με το οποίο διαφωνούσαν ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και οι αντιβενιζελικοί που τον στήριζαν.
Η διαφωνία μεταξύ Βενιζέλου και βασιλιά Κωνσταντίνου οδήγησε σε αδιέξοδο καθώς ο Κωνσταντίνος υποχρέωσε δύο φορές σε παραίτηση τον Βενιζέλο, παρόλο που ο τελευταίος είχε κερδίσει τις εκλογές που έγιναν τον Μάιο του 1915.
Τον Σεπτέμβριο του 1916 ο Βενιζέλος σχημάτισε δική του κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη, η οποία έμεινε γνωστή ως Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, και συντάχθηκε με το πλευρό των Συμμάχων που διατηρούσαν στη Μακεδονία έναν στρατό άνω των 150.000 ανθρώπων από όλο τον κόσμο.
Ως συνέπεια των πολεμικών εξελίξεων και της στρατιωτικής επέκτασης των Βουλγάρων στην Ανατολική Μακεδονία, αλλά και του φόβου των Συμμάχων για τον ρόλο που θα διαδραμάτιζαν η κυβέρνηση των Αθηνών και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος στο εγγύς μέλλον, οι τρεις μεγάλες δυνάμεις ζήτησαν από την κυβέρνηση των Αθηνών την παράδοση πολεμικού υλικού και του στόλου.
Ο ναύαρχος Φουρνιέ.Ο ναύαρχος Φουρνιέ. | 
Στις διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν δεν βρέθηκε λύση που να ικανοποιεί και τις δύο πλευρές και έτσι οι Σύμμαχοι επέδωσαν στις 11 Νοεμβρίου τελεσίγραφο, μέσω του ναυάρχου Φουρνέ που είχε καταπλεύσει στον Πειραιά, απαιτώντας την άμεση παράδοση του πολεμικού υλικού.
Το τελεσίγραφο αυτό είχε αποτέλεσμα την κινητοποίηση των λαϊκής βάσης των αντιβενιζελικών, οι οποίοι, θεωρώντας ότι οι Σύμμαχοι είχαν ξεπεράσει κάθε όριο και απειλούσαν την εθνική ακεραιότητα της χώρας με σύμμαχο τον προδότη Βενιζέλο, άρχισαν να οργανώνουν ομάδες κρούσης στην Αθήνα και να σημαδεύουν με κόκκινη μπογιά σπίτια και καταστήματα βενιζελικών.
Από αυτές τις ομάδες οι πιο γνωστές ήταν αυτές των Επιστράτων, πίσω από τους οποίους κρυβόταν ο Ι. Μεταξάς.
Και ενώ όλα έδειχναν ότι η σύγκρουση θα ήταν αναπόφευκτη, το περιβάλλον του παλατιού προσπαθούσε ακόμη να καταλάβει τι συμβαίνει και να βρεθεί κάποιου είδους συμφωνία με τους Συμμάχους.
Πρώτα από όλα λοιπόν, αποδίδοντας διάφορες ερμηνείες στα διαδοχικά διαβήματα, τελεσίγραφα, επικοινωνίες των τελευταίων ημερών με τους πρέσβεις και τους αξιωματικούς της Αντάντ, αρνούνταν να κατονομάσει το τελεσίγραφο ως τέτοιο («Δεν είναι ultimatum, ο Βασιλεύς νομίζει ότι υπάρχουν σημεία υποχωρήσεως»).
Στη συνέχεια ο βασιλιάς ανέθετε στον Αιγινήτη να έρθει σε επαφή με τον Φουρνέ για να του δηλώσει ότι σε ένδειξη καλής θέλησης θα παρέδιδαν μέρος του οπλισμού, παρά την αντίθετη άποψη του Μεταξά και του Λάμπρου.
Ηταν όμως πολύ αργά. Ο Φουρνέ αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε υποχώρηση στο θέμα των απαιτήσεων των Συμμάχων και το Συμβούλιο του Στέμματος κατέληξε στην τοποθέτηση στρατιωτικών αγημάτων σε στρατηγικά σημεία της πόλης με σκοπό να εμποδίσουν τα ξένα στρατεύματα.
Παρ' όλα αυτά δεν ήταν ακόμη σαφές τι ακριβώς θα έκαναν αυτά τα αγήματα. Θα άνοιγαν πυρ μόλις έβλεπαν τους Συμμάχους να αποβιβάζονται;
Θα κάθονταν στις θέσεις τους και θα περίμεναν διαταγές; Θα αμύνονταν σε περίπτωση επίθεσης;
Στο Συμβούλιο του Στέμματος είχαν ακουστεί διαφορετικές απόψεις.
Ο Στέφανος Σκουλούδης και ο Δημήτριος Ράλλης είχαν εκφραστεί υπέρ της ενεργητικής αντίστασης, με τον πρώτο μάλιστα να έχει εκφράσει την άποψη ότι θα έπρεπε να χτυπήσουν μόλις εξέλθουν στη στεριά τα ξένα στρατεύματα.
Ο Βίκτωρ Δούσμανης και ο Δημήτριος Γούναρης τόνιζαν ότι δεν έπρεπε να βάλουν πρώτοι, ενώ οι υπόλοιποι συμφωνούσαν στην άρνηση να δεχτούν τα αιτήματα των Συμμάχων, χωρίς όμως να λαμβάνουν θέση για τον τρόπο δράσης.
Την αμφιθυμία αυτή αντανακλούσαν οι διαταγές του Α' Σώματος Στρατού που παρατέθηκαν στην αρχή.
Ενώ στην πρώτη διαταγή το πνεύμα ήταν η σθεναρή αντίσταση, στη δεύτερη γινόταν σαφής λόγος για στάση αναμονής.

Σύγκρουση και ανθρωποκυνηγητό

Σχεδιάγραμμα των μαχών, στο «Σκριπ» της εποχής Σχεδιάγραμμα των μαχών, στο «Σκριπ» της εποχής | ΣΚΡΙΠ 8/12/1916
Τα ξημερώματα της 18ης Νοεμβρίου 3.000 άντρες των Συμμάχων αποβιβάστηκαν στον Πειραιά και κινήθηκαν προς την Αθήνα, όπου συνάντησαν τα ελληνικά στρατεύματα.
Ακόμη δεν έχει εξακριβωθεί ποιος άνοιξε πρώτος πυρ, όμως το αποτέλεσμα ήταν να ξεκινήσουν ένοπλες συγκρούσεις, ενώ ο ναύαρχος Φουρνέ βρέθηκε απομονωμένος στο Ζάππειο με περίπου 300 στρατιώτες.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας τα συμμαχικά πλοία άρχισαν να βομβαρδίζουν την Αθήνα.
Την επόμενη μέρα ξεκίνησε άγριο ανθρωποκυνηγητό των βενιζελικών.
Οι Επίστρατοι και άλλες ομάδες φανατικών αντιβενιζελικών επετίθεντο με όπλα, παραβίαζαν σπίτια και καταστήματα και κατέστρεφαν περιουσίες όλων όσοι θεωρούνταν βενιζελικοί.
Μεταξύ των γνωστών προσώπων, των οποίων τα σπίτια παραβιάστηκαν και οι κάτοικοί τους συνελήφθησαν, ήταν και ο εθνικός ευεργέτης και γνωστός βενιζελικός Εμμανουήλ Μπενάκης.
Οπως περιέγραφε γλαφυρά ο Αδαμάντιος Παπαδήμας στο μυθιστόρημά του «Οι Αδάμαστοι. Τα Νοεμβριανά» (Αθήνα, 1946), που έχει μορφή χρονογραφήματος:
«Σάλεψε το πλήθος απειλητικά. Και το σπίτι μπήκε στο σημάδι. Τι χλαλοή! Ορμάνε σαν μέσα στον καπνό ενός μεθυσιού… Ο λιγνός επίστρατος στριφογυρίζει σαν τη σβούρα. Ξερός κρότος ακούγεται από τις σφαίρες που πέφτουνε στις κλεισμένες γρίλλιες… Σε μια στιγμή η πόρτα ανοίγει.. Επίστρατοι και πεζοναύτες ορμάνε τότε. Γυμνές ξιφολόγχες αστράφτουνε. Δεν περνάει πολλή ώρα και κατεβάζουνε καταματωμένο το γιατρό Κανελλή… Εικοσιοκτώ τραύματα –λέγανε ύστερα οι δικοί του. Από ένα λογχισμό στο κεφάλι το αίμα τρέχει ασταμάτητα. Λογχισμοί και σφαίρες. Η γυναίκα του, τα παιδιά του τον κλαίνε πια για χαμένο. Μα ενώ τον πάνε στο νοσοκομείο τα παιδιά του τα μεταφέρουνε στο έχτο αστυνομικό τμήμα στην οδόν Σωκράτους. Εκεί είχαν μαζέψει κι άλλους πολλούς Βενιζελικούς…»
Και για να θυμίσει ίσως μιαν άλλη εποχή, την εποχή της συγχρονίας του, έγραφε παρακάτω:
«Οποιος έχει προσωπικά με κάποιον νιτερέσα βρίσκει εύκολη εκδίκηση… Βενιζελικός! Προδότης! Πουλημένος στους ξένους! Ενα πηλήκιο και ένα μάνλιχερ θα βρεθούνε για να δώσουνε νόμιμη μορφή στα αναταραγμένα πάθη».
Στο μεταξύ στους κύκλους του βασιλιά επικρατούσε το χάος. Ορισμένοι κοντινοί στον βασιλιά άνθρωποι υποστήριζαν τρομοκρατημένοι ότι έπρεπε να συνταχθούν με τους Συμμάχους, άλλοι έβλεπαν βενιζελική συνωμοσία και άλλοι πίστευαν ακόμη πως η Γερμανία θα ερχόταν να τους υποστηρίξει, πραγματοποιώντας ένα σχέδιο μαζικής επίθεσης από τον Βορρά.
Για το τελευταίο μάλιστα είχαν διεξαχθεί αρκετές συνομιλίες μεταξύ Γερμανών αξιωματούχων και της βασίλισσας Σοφίας στο προηγούμενο διάστημα, ενώ οργανώνονταν και ομάδες ατάκτων υπό τον ταγματάρχη Φαλκενχάουζεν οι οποίες θα βοηθούσαν στην ευόδωση του σχεδίου.
Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν ώς τις 20 Νοεμβρίου, όταν επιτεύχθηκε ανακωχή μεταξύ της βασιλικής κυβέρνησης και των Συμμάχων.
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος συμφώνησε να παραδώσει μέρος του οπλισμού στους Συμμάχους κι αυτοί διέταξαν τα στρατεύματά τους να επιστρέψουν στα πλοία.
Πίσω τους άφηναν 60 νεκρούς και 170 τραυματίες, ενώ οι Ελληνες 40 νεκρούς και 100-150 τραυματίες. Σύμφωνα με μεταγενέστερα στοιχεία των Φιλελευθέρων, στη διάρκεια των Νοεμβριανών σημειώθηκαν επίσης 922 φυλακίσεις, 503 λεηλασίες, 31 κλεισίματα εφημερίδων και 980 εξορίες βενιζελικών.

Ο Τίνο και οι άλλοι

Υστερα από δύο ημέρες η βασίλισσα Σοφία τηλεγραφούσε στο Βερολίνο:
«Από θαύμα σωθήκαμε μετά τον τρίωρο βομβαρδισμό εναντίον του παλατιού… σωθήκαμε κατεβαίνοντας στα υπόγεια... περιμένουμε τα πάντα τώρα... σας παρακαλώ να μας πληροφορήσετε πότε ο στρατός της Μακεδονίας θα είναι έτοιμος με ενισχύσεις ώστε να περάσει στην αντεπίθεση. Πείτε στον Φαλκενχάουζεν να επικοινωνήσει μαζί μας πριν φύγει για τη Μακεδονία. Σοφία», ενώ ο κάιζερ απαντούσε μερικές μέρες αργότερα: «Είδα τους κινδύνους που εσύ και ο Τίνο [ο βασιλιάς Κωνσταντίνος] περάσατε… Η Αντάντ έδειξε ποιος είναι πλέον ο σκοπός της… Ο Τίνο δεν έχει πλέον άλλη επιλογή παρά να στραφεί ανοιχτά εναντίον των σφαγέων του. Η παρέμβαση του Τίνο με τις συνεργαζόμενες δυνάμεις του εναντίον της δυτικής πτέρυγας του Σαράιγ θα φέρει τη λύση για την απόφαση σχετικά με τη Μακεδονία και την απελευθέρωση της φτωχής Ελλάδος. Ο Τίνο το ξέρει. Σκεφτόμενος εσένα και τον Τίνο, Βίλχελμ».
Για την πλευρά των Συμμάχων τα Νοεμβριανά αποτέλεσαν μια ντροπιαστική ήττα, για την οποία ο ναύαρχος Φουρνέ έφερε μεγάλη ευθύνη.
Για τη λαϊκή βάση των αντιβενιζελικών ήταν, αντίθετα, μια μεγάλη νίκη εναντίον των καταπιεστών και καταπατητών της Ελλάδας, ενώ για την ηγεσία τους ήταν το αποτέλεσμα των βενιζελικών δολοπλοκιών, καθώς αρνούνταν να πιστέψει ακόμη ότι οι Σύμμαχοι ήταν εντελώς εχθρικοί απέναντί της.
Για την πλευρά των βενιζελικών, τέλος, ήταν μια απόδειξη ότι οι Σύμμαχοι θα παρενέβαιναν ενεργά στο πλευρό τους το επόμενο διάστημα, παρόλο που δεν είχαν αναγνωρίσει επισήμως την Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης.
Η χώρα μπορεί να μη συμμετείχε ακόμη επίσημα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως οι επιπτώσεις του ήταν παραπάνω από φανερές και τα Νοεμβριανά, ο Διχασμός, οι δύο κυβερνήσεις κ.λπ. συγκροτούσαν επί της ουσίας ένα πλαίσιο πολέμου και συμμετοχής στην παγκόσμια σύρραξη, παρόλη την τυπολατρική μεταγενέστερη άρνηση των ιστορικών να αναγνωρίσουν τη συμμετοχή της Ελλάδας στον πόλεμο πριν από το 1917.
Ισως ήρθε η ώρα λοιπόν αυτές οι εμφύλιες (όπως αναφέρονταν συχνά από τους πρωταγωνιστές τους) συγκρούσεις να επαναπροσδιοριστούν ως τέτοιες μέσα στο πλαίσιο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και της επέκτασής του στη χώρα, που από καιρό είχε πάρει τη μορφή ένοπλων συγκρούσεων ανάμεσα σε στρατεύματα απ’ όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου.
*Διδάκτορας Ιστορίας, υπεύθυνος των ιστορικών αρχείων του ΕΛΙΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου