Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και η νέα «μοιρασιά» της Μέσης Ανατολής

Αποτέλεσμα εικόνας για πρωτοσ παγκοσμιοσ πολεμοσ1914 (2 Αυγούστου): Ξεσπάει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. 
Στο τέλος του 19ου και στην αρχή του 20ού αιώνα οι μεγαλύτερες μέχρι τότε δυνάμεις είχαν μοιράσει εξ ολοκλήρου τον κόσμο ανάμεσα τους, αφήνοντας έξω από τη μοιρασιά τα κράτη που μπήκαν αργότερα στο δρόμο της καπιταλιστικής ανάπτυξης (Γερμανία, ΗΠΑ, Ιαπωνία) οι οποίες με τη σειρά τους εκτόπιζαν τις παλιές καπιταλιστικές χώρες και κύρια τη Μεγάλη Βρετανία και την Γαλλία, από τις διεθνείς αγορές. Η Γερμανία προσπαθώντας να θέσει υπό τον έλεγχό της την Τουρκία είχε διεισδύσει δυναμικά στην οικονομία της, βάζοντας σε κίνδυνο τα συμφέροντα των Ρώσων και των Βρετανών ιμπεριαλιστών στην περιοχή.
Η κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής Κωνσταντινούπολη – Βαγδάτη από τους Γερμανούς άνοιγε το δρόμο στη Γερμανία προς τον Περσικό Κόλπο απειλώντας την από ξηρά και θάλασσα συγκοινωνία των Βρετανών με την Ινδία, ενώ βάθαιναν οι διαφορές με τη Γαλλία, πέρα από το ζήτημα της κατοχής της Αλσατίας και της Λωραίνης, τα συμφέροντά τους συγκρούονταν και στην αξίωσή τους να προσαρτήσουν ο καθένας για λογαριασμό του το Μαρόκο. Το Δεκέμβρη του 1913 η αποστολή γερμανικής στρατιωτικής δύναμης με επικεφαλής τον στρατηγό Φον Σάντερς, για την αναδιοργάνωση του τουρκικού στρατού προκαλεί διεθνή αναταραχή.


Οι ενδο-ιμπεριαλιστικές διαφορές ανάμεσα στην Αγγλία, τη Γαλλία τη Ρωσία και την Ιταλία υποχώρησαν μπροστά στην κύρια απειλή που συνιστούσε η Γερμανία και οι σύμμαχοί της. Η όξυνση αυτών των αντιθέσεων έβαζε σε πρώτη γραμμή το ζήτημα του ξαναμοιράσματος του κόσμου κι αυτό το ξαναμοίρασμα δεν μπορούσε να γίνει παρά μόνο με έναν παγκόσμιο πόλεμο. Εναν πόλεμο που μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο, επέφερε αλλαγές και στη μεγάλη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

1914 (2 Αυγούστου): Ξεσπάει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η Τουρκία κρατάει φαινομενικά ουδετερότητα, όμως

1914 (16 Οκτώβρη): Επίθεση τουρκικών και γερμανικών πλοίων στο ρωσικό στόλο στη Μαύρη Θάλασσα.

1914(20 Οκτώβρη): Η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις 5 Νοέμβρη ακολουθεί η Βρετανία και η Γαλλία.

1914: Η Γερμανία χάνει μια σειρά αποικίες: Τα νησιά Καρολίνες, Μαριάνες και Μάρσαλ στον Ειρηνικό ωκεανό και η γερμανική ναυτική βάση Τσιντάο στη Κίνα καταλαμβάνεται από την Ιαπωνία, το γερμανικό τμήμα της Νέας Γουινέας και τα νησιά Σολομώντα από τους Αυστραλούς, τα νησιά Σαμόα από τους Νεοζηλανδούς. Τα αγγλογαλλικά στρατεύματα καταλαμβάνουν τις γερμανικές αποικίες στην Αφρική: Το 1914 το Τόγκο, το 1915 την Νοτιοδυτική Αφρική, το 1916 το Καμερούν και το 1917 την Ανατολική Αφρική…

1914 – 1915: Τουρκικά στρατεύματα παίρνουν θέση στη Συρία και τη Παλαιστίνη και στη Μεσοποταμία με αρχιστράτηγο (τυπικά) τον σουλτάνο Μεχμέτ τον Ε΄, διοικητή τον Εμβέρ πασά και αρχηγό του Επιτελείου τον Γερμανό στρατηγό Φ. Μπρόνζαρτ φον Σέλλεντορφ. Τον Φλεβάρη του 1915 επιχειρούν, χωρίς επιτυχία, να περάσουν τη διώρυγα του Σουέζ και να ανακαταλάβουν την Αίγυπτο. Η Αγγλία ολοκληρώνει τη συγκρότηση της Αιγυπτιακής Εκστρατευτικής Δύναμης (Ανοιξη του 1916) με διοικητή τον στρατηγό σερ Εντμουντ ξεκινά την επιχείρηση κατάκτησης της Παλαιστίνης και της Συρίας.

1915 (Απρίλης) Στο Λονδίνο υπογράφεται μυστική συμφωνία μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας, από τη μια και Ιταλίας από την άλλη, προκειμένου να εξασφαλιστεί η είσοδος της τελευταίας στο πλευρό της Ανταντ. Με αυτό το Σύμφωνο του Λονδίνου οι συμμαχικές δυνάμεις εκχώρησαν στην Ιταλία, ανάμεσα στα άλλα, πλήρη κυριαρχία επί της Λιβύης και επί των Δωδεκανήσων καθώς και μια ζώνη επιρροής στη Μικρά Ασία. Στις 23 Μάη του 1915 η Ιταλία κηρύσσει τον πόλεμο στην Αυστροουγγαρία και πολύ αργότερα, στις 28 Αυγούστου κατά της Γερμανίας.

1916 (5 Ιουνίου): Ξεκινά η Αραβική Εξέγερση. Ενας από τους κυβερνήτες της Αραβίας, ο Σαρίφ Χουσεΐν κηρύσσει τον πόλεμο στην Τουρκία συγκροτώντας έναν ισχυρό αραβικό στρατό από τις γύρω νομαδικές φυλές, κάτω από τη διοίκηση του γιου του εμίρη Φειζάλ και τη συμμετοχή Αγγλων ειδικών συμβούλων, ανάμεσά τους και ο συνταγματάρχης Τόμας Λόρενς. Τα βρετανικά στρατεύματα στα τέλη του 1917 καταλαμβάνουν την Παλαιστίνη και μέχρι τον Οκτώβρη του 1918 βρετανικές και αραβικές δυνάμεις κατακτούν τη Συρία. Στο μεταξύ μονάδες του βρετανικού στρατού από τις Ινδίες αποβιβάζονται στη Μεσοποταμία (Νοέμβρης του 1914) και καταλαμβάνουν τη Βασόρα. Μέχρι το τέλος του πολέμου (1918) θέτουν κάτω από τον έλεγχό τους τη Βαγδάτη (Μάρτης 1917) και τη Μοσούλη (Οκτώβρης 1918).

1917: (6 Απρίλη) Οι ΗΠΑ εισέρχονται στον πόλεμο στο πλευρό της Ανταντ.

1917: Πραγματοποιείται η Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση – Η Σοβιετική Ρωσία προτείνει στις εμπόλεμες χώρες την υπογραφή συνθήκης ειρήνης, χωρίς προσαρτήσεις και επανορθώσεις. Η άρνηση της Αντάντ και των ΗΠΑ να δεχτούν την πρόταση της, οδηγεί την σοσιαλιστική κυβέρνηση στην υπογραφή ανακωχής με τον γερμανικό συνασπισμό και στην έναρξη διαπραγματεύσεων για ειρήνη. Η Σοβιετική Ρωσία βγαίνει από τον πόλεμο και ακυρώνει τα ιμπεριαλιστικά σχέδια της τσαρικής Ρωσίας, ανατρέποντας τις μέχρι τότε μυστικές συμφωνίες μεταξύ των ιμπεριαλιστών που μπροστά στην διαφαινόμενη ήττα της Γερμανίας παζάρευαν το «νέο πρόσωπο του κόσμου».

1916: Η Συμφωνία Σάιξ – Πικό .Τον Νοέμβρη του 1915 ξεκινούν μυστικές συνομιλίες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους Βρετανούς, που εκπροσωπούσε ο σερ Μαρκ Σάιξ και τους Γάλλους με τον Φρανσουά Πικό, με κεντρικό θέμα τη ρύθμιση των γαλλικών διεκδικήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Το Μάρτη του 1916, αφού επιτεύχθηκε μια αρχική συμφωνία, οι δυο πλευρές απέσπασαν την έγκριση της Πετρούπολης, προσφέροντας στη Ρωσία περισσότερα τουρκικά εδάφη (ανάμεσα στα άλλα η Ρωσία μετά τον πόλεμο, έπαιρνε την Κωνσταντινούπολη, τη δυτική όχθη του Βόσπορου, τον έλεγχο της θάλασσας του Μαρμαρά και των νησιών της, τα Στενά των Δαρδανελίων, την Ιμβρο και την Τένεδο, καθώς και την παράκτια περιοχή της Μικράς Ασίας ανατολικά του Βοσπόρου με αντάλλαγμα την ελεύθερη χρήση του λιμανιού της Κωνσταντινούπολης από τις άλλες ευρωπαϊκές δυνάμεις και την ελεύθερη διέλευση των Στενών).

Η αγγλογαλλορωσική Συμφωνία προέβλεπε άμεση κυριαρχία της Βρετανίας στο Ιράκ (στις επαρχίες της Βαγδάτης και της Βασόρας) και σε δυο περιοχές στα παράλια της Παλαιστίνης γύρω από τις πόλεις Χάιφα και Ακκρα.

Η Γαλλία θα αποκτούσε τον άμεσο έλεγχο των παράκτιων περιοχών της Συρίας δυτικά της Δαμασκού καθώς και την Κιλικία στη νοτιοδυτική Τουρκία.

Κάτω από «Διεθνή Διοίκηση» θα έμπαινε το τμήμα της Παλαιστίνης δυτικά του Ιορδάνη ποταμού και νότια μέχρι τη Γάζα. Η μορφή που θα έπαιρνε η Διεθνής Διοίκηση θα καθορίζονταν μετά από διαβουλεύσεις με τη Ρωσία και τον ηγέτη της Αραβικής Εξέγερσης Σαρίφ Χουσεΐν της Μέκκας.

Εμμεση πολιτική επιρροή θα ασκούσαν η μεν Γαλλία στην υπόλοιπη ενδοχώρα της Συρίας και στην επαρχία της Μοσούλης, η δε Βρετανία στα νοτιότερα τμήματα της Μοσούλης, στην Υπεριορδανία και τα νότια τμήματα της Παλαιστίνης, περιοχές στις οποίες θα ιδρυόταν «ανεξάρτητο» αραβικό κράτος ή συνομοσπονδία.

Με αυτή τη μυστική συμφωνία οι Βρετανοί αθετούσαν την υποχρέωση που είχαν αναλάβει μετά από συζητήσεις και ανταλλαγή επιστολών μεταξύ του Βρετανού ύπατου αρμοστή της Αιγύπτου ΜακΜάχον και του Σαρίφ Χουσεΐν, για ανεξαρτησία των αραβόφωνων περιοχών.

Δυο χρόνια μετά την υπογραφή του Συμφώνου και αφού η Ιταλία πληροφορήθηκε τα βασικά σημεία της Συμφωνίας Σάιξ – Πικό η ιταλική κυβέρνηση ζήτησε τροποποίηση της συμφωνίας και πέτυχε νέα συμφωνία (Απρίλης του 1917 – Αγιος Ιωάννης της Μωριέννης) με την οποία της εκχωρήθηκε μεγάλη έκταση τουρκικών εδαφών, συμπεριλαμβανομένης και της Σμύρνης, στο νοτιοδυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας.

Η νεαρή σοβιετική κυβέρνηση, με εντολή του Λένιν, έδωσε στη δημοσιότητα το κείμενο της συμφωνίας το Δεκέμβρη του 1917, καταγγέλλοντας την πολιτική των ιμπεριαλιστών, προκαλώντας αγανάκτηση στον αραβικό κόσμο.

1917 – Η Διακήρυξη Μπάλφουρ

Το καλοκαίρι του 1917 η γερμανική κυβέρνηση, με σκοπό τη διάσπαση του μετώπου των συμμαχικών δυνάμεων, αναλαμβάνει πρωτοβουλία και προτείνει μεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στις ευρωπαϊκές σιωνιστικές οργανώσεις και την Οθωμανική αυτοκρατορία προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για την εγκαθίδρυση εβραϊκής κοινότητας στην Παλαιστίνη. Το ενδεχόμενο να επιτευχθεί συμφωνία και σε συνδυασμό με την πιθανότητα κάτω από τις πιέσεις της Ρωσίας και των ΗΠΑ για έναρξη ειρηνευτικών συνομιλιών, να τερματιστεί «πρόωρα» ο πόλεμος, πριν την ολοκλήρωση του διαμελισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οδήγησε τον εβραϊκής καταγωγής Βρετανό υπουργό Εξωτερικών λόρδο Αρθουρ Μπάλφουρ, στις 2 Νοέμβρη 1917, μετά από σχετικές συνομιλίες με τη Διεθνή Σιωνιστική Οργάνωση, να στείλει επίσημη επιστολή στον Βρετανό σιωνιστή λόρδο Ου. Ρόθτσαϊλντ, με την οποία γνωστοποιούσε την απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης να υποστηρίξει την ίδρυση εβραϊκής εθνικής εστίας στην Παλαιστίνη. Με αυτόν τον τρόπο η Βρετανία επιχείρησε να θέσει υπό τον έλεγχό της ολόκληρη την Παλαιστίνη, εκβιάζοντας τη γαλλική και την ιταλική κυβέρνηση οι οποίες ενέκριναν την Διακήρυξη Μπάλφουρ το Φλεβάρη του 1918, κάτω από την πίεση των σιωνιστικών οργανώσεων που δρούσαν στις χώρες τους και προκειμένου να εξασφαλίσουν τις δικές τους διεκδικήσεις στη Μέση Ανατολή.

Οι Αγγλοι, δυο μήνες μετά τη δημοσίευση της Διακήρυξης, επιχείρησαν να καθησυχάσουν τους Αραβες διαβεβαιώνοντάς τους ότι η Συμφωνία Σάιξ – Πικό είχε προσωρινό χαρακτήρα και ότι η Βρετανία επιθυμούσε τη δημιουργία ανεξάρτητων αραβικών κρατών στην περιοχή με καθεστώτα που θα στηρίζονταν στη βούληση των πληθυσμών τους. Τα αραβικά στρατεύματα συνέχισαν τις πολεμικές επιχειρήσεις στο πλευρό των Αγγλων αρχίζοντας επίθεση κατά των τουρκικών στρατευμάτων τον Σεπτέμβρη 1918 στην Παλαιστίνη και τον Οκτώβρη κατέλαβαν την Δαμασκό.

Το τέλος του πολέμου

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε με ήττα της Γερμανίας και των συμμάχων της, επηρεάζοντας αποφασιστικά ολόκληρο τον πλανήτη. Οι ιμπεριαλιστές πέτυχαν το οριστικό μοίρασμα του κόσμου, δεν υπήρχαν πλέον περιοχές στη γη έξω από τον έλεγχο των ιμπεριαλιστών, με εξαίρεση το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος.

Στις 28.9.1918 συνθηκολογεί η Βουλγαρία, στις 30.10.1918 στο λιμάνι του Μούδρου στη Λήμνο, στο κατάστρωμα του αγγλικού καταδρομικού πλοίου «Αγαμέμνων», υπογράφει συμφωνία συνθηκολόγησης η Τουρκία, στις 3.11.1918 η Αυστροουγγαρία και τέλος στις 11.11.1918 στο δάσος της γαλλικής πόλης Κομπιένη υπογράφτηκε η ανακωχή μεταξύ της ηττημένης Γερμανίας και τους εκπροσώπους των Αγγλων, Γάλλων και Αμερικάνων σηματοδοτώντας το τέλος του πολέμου και προετοιμάζοντας την Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού και την Συνθήκη Ειρήνης των Βερσαλλιών,

Η Διεθνής Συνδιάσκεψη του Παρισιού που συγκάλεσαν οι νικήτριες δυνάμεις προκειμένου να καταρτίσουν και να υπογράψουν τις συνθήκες ειρήνης με τα κράτη που ηττήθηκαν, ξεκίνησε στις 18 Γενάρη του 1919 και, με διακοπές, τερματίστηκε στις 21 Γενάρη του 1920. Στις εργασίες της (τη μεγάλη μοιρασιά) πήραν μέρος τα κράτη: Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ιταλία, Ιαπωνία, Βέλγιο, Βραζιλία, Βρετανικές κτήσεις (Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Καναδάς, Νοτιοαφρικανική Ενωση), Ινδία, Ελλάδα, Γουατεμάλα, Αϊτή, Χετζάζη, Ονδούρα, Κίνα, Κούβα, Σερβία, Λιβερία, Νικαράγουα, Παναμάς, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Σιάμ και Τσεχοσλοβακία. Επίσης τα κράτη που είχαν διακόψει διπλωματικές σχέσεις με το γερμανικό συνασπισμό: Ισημερινός, Περού, Βολιβία και Ουρουγουάη. Η Σοβιετική Ρωσία δεν προσκλήθηκε, φυσικά. Η Γερμανία και οι πρώην σύμμαχοί της παραβρέθηκαν στη Συνδιάσκεψη αφού καταρτίστηκαν τα σχέδια των συνθηκών ειρήνης.

Η Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού κατάρτισε τις συνθήκες: των Βερσαλλιών με την Γερμανία (28 Ιούνη 1919), του Αγίου Γερμανού με την Αυστρία (10 Σεπτέμβρη 1919), του Νεϊγύ με την Βουλγαρία (27 Νοέμβρη 1919), του Τριανόν με την Ουγγαρία (4 Ιούνη 1920) και των Σεβρών με την Τουρκία (10 Αυγούστου 1920).

Με απόφαση της Συνδιάσκεψης δημιουργήθηκε η Κοινωνία των Εθνών (ΚτΕ) υπό τη σκέπη της οποίας ολοκληρώθηκε η διανομή των αποικιών ανάμεσα στα κράτη – νικητές με τη μορφή των Εντολών. Το «υπό εντολή» σύστημα αναφέρεται σε αποικίες και εδάφη «που λόγω του τελευταίου πολέμου, έπαψαν να βρίσκονται υπό την κυριαρχία των κρατών που τις κυβερνούσαν προηγουμένως, και που κατοικούνταν από λαούς οι οποίοι δεν είχαν ακόμη τη δυνατότητα να διοικηθούν μόνοι τους στις σκληρές συνθήκες που επικρατούσαν στο νέο κόσμο».

Τα «υπό εντολή» εδάφη χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες: Τα εδάφη της πρώτης ομάδας οργανώθηκαν ως κράτη, που όμως η νομοθεσία, η εσωτερική πολιτική και οι εξωτερικές σχέσεις κατευθύνονταν από την «εντολοδόχο χώρα» που είχε το δικαίωμα να αποφασίζει για το χρόνο που το «υπό εντολή» κράτος θα αποκτούσε την ικανότητα για αυτοδιαχείριση. Στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονταν: το Ιράκ, η Παλαιστίνη και η Ιορδανία, με εντολοδόχο τη Μεγάλη Βρετανία, και η Συρία και ο Λίβανος, με εντολοδόχο τη Γαλλία.

Τα εδάφη της δεύτερης ομάδας τα κυβερνούσε κατευθείαν το εντολοδόχο κράτος και αφορούσαν τμήματα του Καμερούν, του Τόγκο και της Τανγκανίκα, με εντολοδόχο τη Μεγάλη Βρετανία, ένα άλλο τμήμα του Καμερούν και του Τόγκο, με εντολοδόχο τη Γαλλία, και την Ρουάντα – Ουρούντι, με εντολοδόχο το Βέλγιο.

Τα «υπό εντολή» εδάφη της τρίτης ομάδας διοικούνταν ολοκληρωτικά με βάση τους νόμους του εντολοδόχου κράτους «ως αναπόσπαστα τμήματα της επικράτειάς τους». Στην ομάδα αυτή ανήκουν: η Νοτιοδυτική Αφρική (με εντολοδόχο τη Νοτιοαφρικανική Ενωση), η πρώην γερμανική Νέα Γουινέα (με εντολοδόχο την Αυστραλία), η Δυτική Σαμόα (με εντολοδόχο τη Νέα Ζηλανδία), το Ναουρού (με εντολοδόχους την Αυστραλία, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Νέα Ζηλανδία) και τα νησιά Καρολίνες, Μαριάννες και Μάρσαλ στον Ειρηνικό Ωκεανό (με εντολοδόχο την Ιαπωνία).

Στο μεταξύ, στη προσπάθειά τους να επιβάλουν τα σχέδιά τους στην Τουρκία οι Αγγλογάλλοι ιμπεριαλιστές μπλέκουν την Ελλάδα σε έναν μάταιο πόλεμο και όταν αυτοί εκτίμησαν ότι τα συμφέροντά τους μεταφέρθηκαν στην απέναντι πλευρά, την εγκατέλειψαν οδηγώντας την στην Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.

Η ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ Α΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ

Μεταπολεμικά η περιοχή της Μέσης Ανατολής παρουσίαζε την εξής εικόνα:

Η Ιταλία είχε προσαρτήσει τη Λιβύη και τα Δωδεκάνησα ενώ η Βρετανία την Κύπρο.

ΑΙΓΥΠΤΟΣ: Τον Φλεβάρη του 1922, τερματίζεται, τυπικά, το καθεστώς του προτεκτοράτου της Αγγλίας και ανακηρύσσεται η Αίγυπτος ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Μόνο που η βρετανική κυβέρνηση διατηρεί το «δικαίωμα», κατά την απόλυτη κρίση της και μέχρι την επίτευξη σχετικών συμφωνιών, να χειρίζεται την ασφάλεια των μέσων επικοινωνίας και συγκοινωνίας της βρετανικής αυτοκρατορίας που ήταν εγκατεστημένα στην Αίγυπτο, ανέλαβε την υπεράσπιση της χώρας απέναντι σε οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες εξωτερικές επεμβάσεις ή επιθέσεις, ανέλαβε την προστασία των μειονοτήτων και των ξένων συμφερόντων στην Αίγυπτο και τέλος τη διευθέτηση του μελλοντικού καθεστώτος του Σουδάν. Για τα επόμενα τριάντα χρόνια περίπου τα παραπάνω θέματα αποτελούσαν αντικείμενο άκαρπων διαπραγματεύσεων και την αιτία ή το πρόσχημα διαρκών επεμβάσεων από μέρους του Αγγλου ύπατου αρμοστή, που σε συνεργασία με τον προστατευόμενό του μονάρχη της Αιγύπτου Φουάντ, πότε με εκβιασμούς, πότε με πραξικοπήματα , ανεβοκατέβαζαν κυβερνήσεις, υπαγόρευαν νόμους, έθεσαν υπό διωγμό το λαϊκό κίνημα που πάλευε για εθνική ανεξαρτησία.

ΛΙΒΑΝΟΣ – ΣΥΡΙΑ: Ο Λίβανος και η Συρία, μετά από σφοδρές μάχες με τις δυνάμεις των Αράβων της Συρίας που διεκδικούσαν την δημιουργία ενιαίου ανεξάρτητου αραβικού κράτους στην περιοχή, υποτάσσονται στα γαλλικά στρατεύματα που με υπέρτερες δυνάμεις καταβάλλουν εκείνα των Αράβων στις 24 Ιούλη 1920 και εισβάλουν στη Δαμασκό, υλοποιώντας την απόφαση της ΚτΕ θέτουν τα εδάφη υπό το καθεστώς της γαλλικής Εντολής. Στη συνέχεια προκειμένου να εδραιώσει τη κυριαρχία της αξιοποίησε την ύπαρξη θρησκευτικών μειονοτήτων και καλλιεργώντας και ενθαρρύνοντας αποσχιστικές τάσεις, τον Αύγουστο του 1920, διαίρεσε τα υπό Γαλλική Εντολή εδάφη σε τέσσερα αυτόνομα διοικητικά κρατίδια:

α) Στον Μεγάλο Λίβανο, επεκτείνοντας τα όρια της παλιάς περιφέρειας του Ορους Λιβάνου, έτσι ώστε οι μαρωνίτες έπαψαν να αποτελούν την απόλυτη πλειοψηφία καθώς συμπεριελήφθησαν και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί των γύρω περιοχών, οι σιίτες του νοτίου Λιβάνου και οι χριστιανοί ορθόδοξοι της κοιλάδας Μπεκάα.

β) Το κρατίδιο της Λατάκιας, με κυρίαρχο στοιχείο τους αλαουΐτες.

γ) Το κρατίδιο της Δαμασκού με κατοίκους κύρια σουνίτες και τη μειονότητα των δρούζων, και

δ) Το κρατίδιο του Χαλεπίου που εκτός από σουνίτες συμπεριελάμβανε και την Αλεξανδρέττα σαν αυτόνομη περιοχή της τουρκικής μειονότητας.

Επικεφαλής κάθε κρατιδίου τοποθετήθηκε Γάλλος διοικητής, ο οποίος ήταν άμεσα υπόλογος στον ύπατο αρμοστή που είχε έδρα την Βηρυτό και εκπροσωπούσε τη γαλλική κυβέρνηση στην ανατολική Μεσόγειο. Η γαλλική γλώσσα αντικατέστησε την αραβική στο χώρο της εκπαίδευσης.

Οι μαζικές διαδηλώσεις, την Ανοιξη του 1922, κατά των γαλλικών αρχών οδήγησαν του Γάλλους στην ίδρυση, τον Ιούνη του 1922, της Ομοσπονδιακής Ενωσης της Συρίας, στην οποία συμμετείχαν τα κρατίδια της Λατάκιας, του Χαλεπίου και της Δαμασκού, προκειμένου να ελέγξουν καλύτερα την δυσαρέσκεια των λαών της περιοχής. Δυο χρόνια μετά και κάτω από την πίεση των αντιθέσεων των συμφερόντων που αναπτύσσονται στην περιοχή και κάτω από την αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, διαλύεται η Ομοσπονδία και ιδρύεται στη θέση της η Συριακή Ενωση, με μόνιμη πρωτεύουσα την Δαμασκό. Το καλοκαίρι του 1925 τα γαλλικά στρατεύματα καταπνίγουν στο αίμα τη γενική εξέγερση του πληθυσμού της Συρίας.

Το 1926 και αφού οι Γάλλοι ιμπεριαλιστές επεξεργάστηκαν, δημιούργησαν και επέβαλαν το Σύνταγμα του Λιβάνου, το οποίο μέχρι σήμερα ταλαιπωρεί τη χώρα, τον ανακήρυξαν ξεχωριστό κράτος. Η Γαλλία βέβαια διατήρησε το δικαίωμα να διαμορφώνει την εξωτερική πολιτική, να προβάλλει βέτο στην υπερψήφιση σημαντικών νόμων και να διαλύει τη Βουλή όποτε το θεωρούσε αναγκαίο.

ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ – ΙΟΡΔΑΝΙΑ: Τον Ιούλιο του 1922 οι Βρετανοί που ήδη είχαν καταλάβει την περιοχή θέτουν σε ισχύ την Εντολή διακυβέρνησης της Παλαιστίνης και αμέσως μετά την κατάκτηση νευραλγικών θέσεων στην οικονομία και την πολιτική ζωή, η Μεγάλη Βρετανία, στα πλαίσια της Διακήρυξης Μπάλφουρ, ενθάρρυνε τον εβραϊκό αποικισμό στη Παλαιστίνη και τη διείσδυση του εβραϊκού κεφαλαίου που συνδέονταν με τα ιμπεριαλιστικά μονοπώλια. Ο Βρετανός ύπατος αρμοστής είχε συγκεντρώσει όλη την εξουσία στα χέρια του, ενώ την Παλαιστινιακή κυβέρνηση την αποτελούσαν Βρετανοί αξιωματούχοι. Σε συνδιάσκεψη των αρχηγών των βρετανικών αποικιών που έγινε το Μάρτη του 1921, στο Κάιρο, αποφασίστηκε ο χωρισμός τμήματος του εδάφους της Παλαιστίνης, ανατολικά του ποταμού Ιορδάνη, στο οποίο δεν επεκτεινόταν η Διακήρυξη Μπάλφουρ. Η περιοχή αυτή αποτέλεσε το εμιράτο της Υπεριορδανίας, ο στρατός της οποίας, γνωστός ως Αραβική Λεγεώνα, οργανώθηκε υπό τη διοίκηση Βρετανών Αξιωματικών.

ΙΡΑΚ:Το 1920 οι Βρετανοί χρειάστηκε να δώσουν σκληρές μάχες που κράτησαν περίπου τρεις μήνες, για να υποτάξουν τους εξεγερμένους Ιρακινούς και να θέσουν τη χώρα υπό το καθεστώς της Βρετανικής Εντολής. Τον Οκτώβρη του 1920 ο Βρετανός ύπατος αρμοστής του Ιράκ σερ Πέρσυ Κοξ διόρισε, υπό την εποπτεία του, κυβερνητικό συμβούλιο αποτελούμενο από Ιρακινούς υπουργούς τους οποίους καθοδηγούσαν Βρετανοί σύμβουλοι. Τον Ιούλιο του 1921 ενθρονίζουν τον έκπτωτο μονάρχη της Συρίας Φεϊζάλ βασιλιά του Ιράκ. Από το Μάη μέχρι τον Αύγουστο του 1922 σημειώθηκαν συνεχείς και εκτεταμένες διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα με αίτημα τον τερματισμό της Βρετανικής Εντολής και τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου Ιράκ. Η Βρετανοί αντέδρασαν άμεσα διαλύοντας τα Κόμματα που πρωτοστατούσαν στις κινητοποιήσεις, εξορίζοντας τους ηγέτες τους και βομβαρδίζοντας με αεροπλάνα τις φυλές που τους συμπαραστέκονταν.

Στις 30 Ιούνη του 1930 υπογράφεται στο Λονδίνο Αγγλοϊρακινή Συνθήκη με την οποία αναγνωρίζεται η ανεξαρτησία του Ιράκ, αλλά διατηρείται η εξάρτηση της χώρας στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, η Βρετανία διατηρεί στρατιωτικές βάσεις και το δικαίωμα να χρησιμοποιεί το έδαφος της χώρας σε περίοδο πολέμου. Η συμφωνία είχε διάρκεια 25 ετών και μπήκε σε ισχύ μετά την είσοδο του Ιράκ στην ΚτΕ (το 1932), τερματίζοντας το καθεστώς της Εντολής. Το 1938 ο βασιλιάς Γάζι απαιτεί την επιστροφή του Κουβέιτ στο Ιράκ δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τοΚουβέιτ αποτελούσε τμήμα της επαρχίας της Βασόρας, θεωρώντας άκυρη τη συμφωνία του 1899 μεταξύ της Βρετανίας και του εμίρη του Κουβέιτ.

Τον Οκτώβρη του 1935 η Ιταλία επιτίθεται στην Αιθιοπία την οποία καταλαμβάνει στις 9 Μάη του 1936, απειλώντας έτσι μαζί με την ασφάλεια της Αιγύπτου, τα συμφέροντα των Βρετανών στην περιοχή.

Τον Αύγουστο του 1936, κάτω από την πίεση των μεγάλων αντιβρετανικών διαδηλώσεων (τον Γενάρη στο Κάιρο), υπογράφεται στο Λονδίνο η Αγγλοαιγυπτιακή Συνθήκη η οποία διεύρυνε τυπικά την ανεξαρτησία της χώρας, καταργήθηκαν οι Αγγλοι σύμβουλοι της αιγυπτιακής κυβέρνησης και αυξήθηκε ο αιγυπτιακός στρατός. Η Διώρυγα του Σουέζ, όμως, παραμένει κάτω από τον απόλυτο έλεγχο των αγγλικών στρατευμάτων για άλλα 20 χρόνια, και «σε περίπτωση πολέμου ή άμεσης απειλής πολέμου ή έκτακτης διεθνούς κατάστασης» η Αίγυπτος ήταν υποχρεωμένη να παραχωρήσει στην Αγγλία όλα τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τα μέσα μεταφοράς και επικοινωνίας. Ενα χρόνο μετά, η Αίγυπτος γίνεται μέλος της ΚτΕ.

Την ίδια περίοδο στη Συρία πραγματοποιείται γενική απεργία, στη Δαμασκό, που γρήγορα επεκτάθηκε και σε άλλες πόλεις, με βασική διεκδίκηση την άμεση ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας, την ακύρωση της Διακήρυξης Μπάλφουρ στην Παλαιστίνη καθώς και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού της Συρίας. Οι Γάλλοι, αφού απέτυχαν να καταστείλουν την απεργία, τον Μάρτη του 1936 προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις με αντιπροσωπεία Σύριων, στο Παρίσι, που κατέληξαν τον Σεπτέμβρη στην υπογραφή Γαλλοσυριακής Συνθήκης με την οποία η Συρία έκανε βήματα προς την ανεξαρτησία της. Οι Γάλλοι συνέχισαν να ασκούν την εξωτερική πολιτική της Συρίας και να εποπτεύουν την διατήρηση της δημόσιας τάξης στη χώρα. Το 1939 στο κατώφλι του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, η Γαλλία, αναζητώντας συμμάχους στην περιοχή, παραχωρεί στην Τουρκία την αυτόνομη περιοχή της Αλεξανδρέττας.

Αντίστοιχη Συνθήκη διεκδίκησαν με μεγάλες διαδηλώσεις οι φιλοενωτικές παρατάξεις του Λιβάνου. Οι μαρωνίτες αντέδρασαν δημιουργώντας την παραστρατιωτική οργάνωση Λιβανικές Φάλαγγες. Οι Γάλλοι υπέγραψαν παρόμοια με τους Σύριους Γαλλολιβανική Συνθήκη, με την προσθήκη ότι στη κυβέρνηση του Λιβάνου και στην κατανομή των δημοσίων θέσεων θα εκπροσωπούνται αναλογικά όλες οι θρησκευτικές κοινότητες.

Και οι δυο Συνθήκες, παρά το ότι σημαντικά μέρη τους υλοποιήθηκαν κατά καιρούς, δεν επικυρώθηκαν ποτέ από τη γαλλική Βουλή.

Στην Παλαιστίνη το 1936 – 1939 η αποικιακή πολιτική των Βρετανών που βασιζόταν στη συνεργασία με τον σιωνισμό, προκάλεσε ένοπλες εξεγέρσεις των Παλαιστίνιων κατά του σιωνιστικού αποικισμού. Οι Αγγλοι στην προσπάθειά τους να αποδυναμώσουν τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα των Παλαιστίνιων ανακοινώνουν ότι θα περιορίσουν και στη συνέχεια θα σταματήσουν τη μετανάστευση Εβραίων και την αγορά γης από τις σιωνιστικές οργανώσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου