Πέμπτη 9 Φεβρουαρίου 2017

9 Φλεβάρη 1950. Ξεκίνημα του «Μακαρθισμού» στην Αμερική

Της Αργυρώς Κραββαρίτη
Στις 9 Φλεβάρη 1950, Τζ. Μακ Κάρθι κατηγορεί 205 στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών ότι είναι μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος των ΗΠΑ.
Στις 9 Φεβρουαρίου του 1950, ο Μακάρθι κατηγορεί χωρίς στοιχεία, ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, 205 υπαλλήλους του υπουργείου των Εξωτερικών ως κομμουνιστές, χρεώνοντάς τους τις αποτυχίες του Υπουργείου. Η κατηγορία του Μακάρθι, αν και ήταν αβάσιμη, βρήκε πρόσφορο έδαφος στην τρομαγμένη, από τον «κόκκινο εφιάλτη», αμερικανική κοινωνία. Η εποχή του «Great Red Scare», είχε μόλις αρχίσει.

Σύντομα ο Μακάρθι βρίσκεται στην προεδρία της HUAC, House on Un-American Activities Committee (Επιτροπής κατά των Αντιαμερικανικών Ενεργειών), η οποία είχε συσταθεί ήδη από το 1938. Ο στόχος της επιτροπής γίνεται εύκολα αντιληπτός από το τίτλο της.
Ηθοποιοί, σκηνοθέτες, παραγωγοί αλλά και επιστήμονες, συνθέτες, πολιτικοί, στρατιωτικοί και πολίτες κάθε τάξης καλούνται να καταθέσουν τα αντικομμουνιστικά φρονήματά τους. Ορισμένοι από αυτούς «συμμορφώνονται», άλλοι αρνούνται και διαφεύγουν στο εξωτερικό, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν και άλλοι συνεργάζονται καταδίδοντάς τους «κομουνιστές» συναδέλφους τους.

Συνολικά, η μαύρη λίστα του Χόλιγουντ περιελάμβανε 324 ονόματα, ενώ περίπου 200 ακόμη άνθρωποι του κινηματογράφου αναγκάστηκαν με ποικίλους τρόπους να εγκαταλείψουν την εργασία τους. Mε τον τρόπο που γίνονταν οι καταθέσεις, προκαλούσαν αλυσιδωτές αντιδράσεις.

Είναι πια κοινό μυστικό ότι από τις κυρίαρχες προσωπικότητες σε αυτή την ταραγμένη εποχή, ήταν δυστυχώς και ο ελληνικής καταγωγής, Αμερικανός σκηνοθέτης του θεάτρου και του κινηματογράφου, Eλία Kαζάν.
Ο δημιουργός των ταινιών «Λεωφορείον ο πόθος» (A streetcar named desire, 1951), «Ανατολικά της Εδέμ» (East of Eden, 1955) και «Αμέρικα, Αμέρικα» (America, America, 1963), προκειμένου να προστατέψει την καριέρα του, προτίμησε να κατονομάσει ανθρώπους του περιβάλλοντός του.

Αντίθετα, αρκετοί δημιουργοί αναγκάστηκαν να εργάζονται με ψευδώνυμο, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Nτάλτον Tράμπο, ο οποίος με το όνομα Pόμπερτ Pιτς κέρδισε δύο Όσκαρ σεναρίου. Ένω άλλοι, όπως ο Zυλ Nτασσέν και ο Tζόζεφ Λόουζι, προτίμησαν να εγκαταλείψουν την Aμερική και να αυτοεξοριστούν.

Το 1953, o Έντουαρντ Μάροου,ένας εξαιρετικά πετυχημένος πολιτικός αναλυτής του CBS, ο οποίος υποστηρίζεται από μια σπουδαία δημοσιογραφική ομάδα και τον παραγωγόΦρεντ Φρέντλι, αποφασίζει να διερευνήσει την «ομιχλώδη» υπόθεση αποπομπής από την πολεμική αεροπορία ενός ικανότατου πιλότου. Οι έρευνές του όμως σύντομα θα τον οδηγήσουν σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι, θεμελιωτή της περίφημης «μαύρης λίστας», κάτι που θα θέσει σε κίνδυνο την καριέρα του…

Το κυνήγι μαγισσών συνεχίζεται για μία τετραετία, όμως σταδιακά η αμερικανική κοινωνία αρχίζει να αγανακτεί από την υπερβολική συνωμοσιολογία του Μακάρθι. Έγγραφα που είδαν το φως της δημοσιότητας, εμφανίζουν τον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, «ενοχλημένο».

Η μελέτη και η αξιολόγηση των στοιχείων τις εποχής εκείνης είναι διττή και επίκαιρη όσο ποτέ. Καταρχήν αντιλαμβανόμαστε ότι το ζήτημα της «εθνικής ασφάλειας», είτε χρησιμοποιείται εναντίον του κομμουνισμού είτε εναντίον της «τρομοκρατίας», είναι μια δικαιολογία που επικαλείται συχνά πυκνά μία κυβέρνηση σε περιπτώσεις και σε ιστορικές στιγμές κατά τις οποίες θέλει να πλήξει τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Ο έλεγχος της πληροφορίας ήταν ανέκαθεν βασικός στόχος της εκάστοτε εξουσίας…


Μακαρθισμός

Ο αμερικανικός χαφιεδισμός με τα μανίκια σηκωμένα

Ο κρυφός πόθος κάθε εξουσίας είναι πάντα ο ίδιος: ο έλεγχος της σκέψης, η ποινικοποίηση της ελευθερίας της έκφρασης, η παρεμπόδιση της διακίνησης ιδεών. Το πρόσχημα διαφέρει. Στα χρόνια του μακαρθισμού ήταν ο κομμουνισμός· σήμερα, η τρομοκρατία. Η αμερικανίδα ιστορικός Ελεν Σρέκερ μελετά εδώ και χρόνια τους τρόπους που το «σύστημα» εξευτέλιζε προσωπικότητες και κατέστρεφε ανθρώπους εκείνα τα σκοτεινά χρόνια του Ψυχρού Πολέμου» στις ΗΠΑ. Θυμίζοντάς μας ότι η εξουσία έχει τη δύναμη -όταν τα αντανακλαστικά των πολιτών βρίσκονται εν υπνώσει- και την «τεχνογνωσία» να το κάνει οποτεδήποτε κρίνει ότι της είναι αναγκαίο. Χθες, σήμερα, αύριο…

Ο Μακάρθι πέθανε· ο μακαρθισμός, όχι. Η HUAC συνέχισε το «κυνήγι μαγισσών», οι διαδηλωτές τις διαμαρτυρίες τους κατά των σύγχρονων ιεροεξεταστών και η αστυνομία το έργο της απώθησής τους με κάθε μέσο. Στο τέλος, βέβαια, ο στόχος επετεύχθη – η αμερικανική Αριστερά εξοστρακίστηκε διά παντός από την πολιτική σκηνή των ΗΠΑ. Στις 29 Μαρτίου 1950 έγιναν τα επίσημα… βαφτίσια του μακαρθισμού από τον θρυλικό αμερικανό καρτουνίστα Χέρμπερτ Μπλοκ, που εισήγαγε τον όρο σε ένα σκίτσο του .

Αφορμή, η ομιλία-σταθμός του γερουσιαστή Τζόζεφ Μακάρθι στις 9 Φεβρουαρίου της ίδιας χρονιάς, με την οποία κατηγορεί, χωρίς στοιχεία, ενώπιον της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, 205 υπαλλήλους του υπουργείου Εξωτερικών ως κομμουνιστές. Η κατηγορία, αν και αβάσιμη, σήμανε για τον Μακάρθι την εξασφάλιση της προεδρίας στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών (HUAC)· για τη δε τρομαγμένη από τους «Κόκκινους» τότε Αμερική, την έναρξη της εποχής του Great Red Scare. Ενα ντελίριο αντικομμουνιστικής υστερίας, που κατέληξε σε άγριο κυνήγι μαγισσών για κάθε φιλελεύθερη φωνή. Ηταν ο «αμερικανισμός με τα μανίκια σηκωμένα», όπως αυτάρεσκα θα πει σε ομιλία του το ’52 ο γερουσιαστής, ερμηνεύοντας τον όρο «μακαρθισμός» που προέκυψε από το όνομά του.

Εξήντα χρόνια μετά την επίσημη πρώτη του πιο μελανού παραδείγματος πολιτικής καταστολής στη σύγχρονη Αμερική, η συγγραφέας και ακαδημαϊκός Ελεν Σρέκερ μιλά για το ιστορικό βάθος του μακαρθισμού, τα πραγματικά κίνητρα των υποστηρικτών του και τις επιπτώσεις του στην αμερικανική κοινωνία και στην πολιτική ζωή. Η Σρέκερ είναι αυθεντία στη χώρα της για το θέμα τα τελευταία 30 χρόνια μέσα από πλήθος βιβλίων, όπως το «Many are the crimes: McCarthyism in America» (Princeton University Press, 1999), και ακαδημαϊκών ερευνών.

Στη συζήτησή μας μας επισημαίνει όχι μόνο το γιατί ο Μπλοκ θα έπρεπε να βαφτίσει την αμερικανική αντικομμουνιστική εκστρατεία… «χουβερισμό» (από τον Τζον Χούβερ, διευθυντή του FBI μεταξύ 1935-1972) , αλλά και μας υπενθυμίζει, παράλληλα, αυτό που πολύ εύστοχα έχει παρατηρήσει ο αμερικανός νομικός Ντέιβιντ Κόουλ όσον αφορά τη σχέση του μακαρθισμού με την πολιτική της σημερινής Αμερικής σε θέματα τρομοκρατίας: «Αυτό που μάθαμε από την Ιστορία είναι το πώς να καμουφλάρουμε την επανάληψη των λαθών μας και όχι το πώς να αποφεύγουμε τα ίδια τα λάθη»…
Η αντικομμουνιστική εκστρατεία στις ΗΠΑ ξεκίνησε μετά τον περίφημο λόγο του Μακάρθι στις 9/2/50 ή είχε βαθύτερες ρίζες από την περίοδο της μεγάλης ύφεσης στη χώρα;

«Προφανώς και δεν ξεκίνησε με τον Μακάρθι, ούτε καν με την ύφεση του ’30. Ξεκίνησε πολύ νωρίτερα από αυτήν. Αυτό που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, επίσης, είναι ότι ακόμα και την περίοδο του κραχ του ’29, κατά την οποία το αμερικανικό κομμουνιστικό κόμμα είχε τη μεγαλύτερη δυνατή επιρροή στη χώρα, ακόμα και τότε δεν ήταν δημοφιλές. Πολλοί Αμερικανοί κινδύνευαν και τότε να χάσουν τη δουλειά τους αν ήταν κομμουνιστές. Η διαφορά της αντικομμουνιστικής εκείνης περιόδου με αυτήν του Μακάρθι (που ουσιαστικά ξεκίνησε το 1947 με τον Ψυχρό Πόλεμο) είναι ότι ο μακαρθισμός παρουσίασε και μετέτρεψε το ζήτημα του κομμουνισμού σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας για τις ΗΠΑ, λόγω της σχέσης της ΕΣΣΔ με το αμερικανικό κομμουνιστικό κόμμα. Αυτό επέτεινε την αντικομμουνιστική καταστολή από την πλευρά της αμερικανικής κυβέρνησης και των υπόλοιπων θεσμικών οργάνων της αμερικανικής κοινωνίας».
Υπήρχαν το ’40 και το ’50 σοβαρές απειλές για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ από τη δράση της σοβιετικής κατασκοπείας στο εσωτερικό της χώρας – κάτι που θα δικαιολογούσε, ίσως, τη λήψη ορισμένων μέτρων τύπου Μακάρθι; Γιατί αυτό άρχισαν να υποστηρίζουν πολλοί ρεβιζιονιστές ιστορικοί, όπως ο Αλεν Βάινσταϊν, και ρεπουμπλικάνοι υπέρμαχοι του μακαρθισμού, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ…

«Αυτού του είδους ο ιστορικός ρεβιζιονισμός είναι αρκετά δημοφιλής τελευταία, αλλά είναι, ταυτόχρονα, πολύ άστοχος και παραπλανητικός. Από το 1947 και μετά δεν υπήρχε κανενός είδους κίνδυνος για την ασφάλεια των ΗΠΑ από αμερικανούς κομμουνιστές. Για παράδειγμα, μετά το 1945 ήταν τόσοι πολλοί οι κατάσκοποι της ΕΣΣΔ που είχαν κληθεί πίσω στη Μόσχα, που το παράρτημα της KGB στις ΗΠΑ ήταν ουσιαστικά ανενεργό! Επομένως, η όλη αντικομμουνιστική εκστρατεία του Μακάρθι είχε καθαρά πολιτικά κίνητρα και ήταν άσχετη με τα ζητήματα εθνικής ασφάλειας της χώρας».
Υποστηρίζετε ότι πρέπει να μιλάμε για «χουβερισμό» όταν αναφερόμαστε στο θέμα της πολιτικής εξόντωσης των κομμουνιστών στην Αμερική του ’40 και του ’50. Γιατί;

«Από το 1975, μέσω της διάταξης Freedom of Information Act (σ.σ.: νόμος που δίνει σε κάθε αμερικανό πολίτη το δικαίωμα να αιτείται την πρόσβαση σε έγγραφα της εκτελεστικής εξουσίας των ΗΠΑ· υπογράφτηκε το ’66 από τον πρόεδρο Τζόνσον και τέθηκε σε εφαρμογή το ’67· ουσιαστική ισχύ είχε από το 1974 και μετά, σε μια ανανεωμένη έκδοσή του), αρχίσαμε να έχουμε στη διάθεσή μας απόρρητα αρχεία του FBI της περιόδου εκείνης.

Τα έγγραφα αυτά αποκάλυψαν ότι οι μηχανισμοί πολιτικής καταστολής στην τότε Αμερική, το κύμα του αντικομμουνισμού που ονομάζουμε μακαρθισμό, είχε να κάνει περισσότερο με πρακτικές του FBI και λιγότερο με τον ίδιο τον Μακάρθι. Σκεφτείτε, ας πούμε, ότι το FBI ήταν αυτό που σχεδίαζε το σχετικό πρόγραμμα ασφαλείας και υποστήριξε όλες τις επί μέρους ποινικές διώξεις εναντίον των αμερικανών κομμουνιστών και του κομμουνιστικού κόμματος».
Ο Μακάρθι, δηλαδή, δεν ήταν παρά ένας ταλαντούχος ρήτορας, ένας λαϊκιστής δημαγωγός;

«Ο Μακάρθι ήταν απλώς ένας πολύ φιλόδοξος και έξυπνος πολιτικός, που πήρε στα χέρια του ένα ζήτημα το οποίο είχε ήδη χρησιμοποιηθεί ως πολιτικό εργαλείο από τους Ρεπουμπλικάνους. Ηταν μια συγκεκριμένη τακτική από την πλευρά των Ρεπουμπλικάνων να κατηγορούν τους Δημοκρατικούς ότι είναι ανεκτικοί με τον κομμουνισμό».
Ποιες ήταν οι κύριες επιπτώσεις του μακαρθισμού στην αμερικανική πολιτική σκηνή, που στις μέρες μας, μέσω του δικομματικού μοντέλου, δείχνει να μην εκτιμά ιδιαίτερα την ύπαρξη διαφορετικών πολιτικών φωνών;

«Νομίζω πως η σημαντικότερη συνέπεια ήταν το ότι εκμηδένισε κάθε είδους επιρροή που θα μπορούσε να έχει στα πολιτικά τεκταινόμενα της χώρας η αμερικανική Αριστερά. Μην ξεχνάτε ότι το κομμουνιστικό κόμμα ήταν ο πιο σημαντικός φορέας της τότε Αριστεράς και ο κινητήριος άξονας των κύριων κοινωνικών κινημάτων της περιόδου – βοηθώντας, παράλληλα, το εργατικό κίνημα να λάβει έναν αριστερό προσανατολισμό. Λόγω του μακαρθισμού, λοιπόν, κάθε οργανισμός, κάθε σύνολο ιδεών που σχετιζόταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο με το κομμουνιστικό κόμμα εξοστρακιζόταν αυτομάτως από την αμερικανική πολιτική. Αποτέλεσμα ήταν όλο το πολιτικό σύστημα να στραφεί σταδιακά προς τα δεξιά».
Γιατί οι διερευνητικές επιτροπές του Κογκρέσου και ειδικά η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών έπαιξαν τόσο σημαντικό ρόλο στην αντικομμουνιστική καταστολή και πώς η Επιτροπή εκμεταλλεύθηκε την 5η Τροποποίηση στο αμερικανικό Σύνταγμα για να παγιδεύσει υπόπτους ως κομμουνιστές στις σχετικές δίκες εναντίον τους; Ηταν η τροποποίηση αυτή η αιτία που καλλιτέχνες όπως ο Ελίας Καζάν κατέδωσαν αριστερούς φίλους τους στο Χόλιγουντ;

«Ενας συνδυασμός παραγόντων έκανε τις επιτροπές αυτές τόσο σημαντικές στον πόλεμο του μακαρθισμού εναντίον της αμερικανικής Αριστεράς. Ενας από αυτούς τους παράγοντες είχε απλώς να κάνει με την καριέρα ορισμένων αμερικανών πολιτικών. Για παράδειγμα, ο Νίξον εκλέχθηκε το 1946 στο Κογκρέσο και εκτόξευσε έπειτα στα ύψη τη δημοτικότητά του και την πολιτική του καριέρα με την ανάμειξή του στην αποκάλυψη, μέσω της HUAC, διάφορων κομμουνιστών και ιδιαίτερα του Αλτζερ Χις το 1948. Ο Νίξον ήταν και αυτός, λοιπόν, ένας πολιτικός οπορτουνιστής.

»Ταυτόχρονα, ο Χούβερ διοχέτευε μυστικά πληροφορίες στις επιτροπές αυτές, γιατί πίστευε ότι η κυβέρνηση του Τρούμαν δεν έκανε αρκετά ενάντια στην κομμουνιστική απειλή. Επίσης, οι επιτροπές αυτές επεδίωκαν να τραβήξουν όσο το δυνατόν περισσότερο τα φώτα της δημοσιότητας πάνω τους, γι’ αυτό στόχευαν ανθρώπους σαν τον Καζάν από τη βιομηχανία του θεάματος. Ηθελαν έτσι να εξευτελίσουν τους μάρτυρες αυτούς. Ο στόχος δεν ήταν να πάρουν πληροφορίες από αυτούς· είχαν ήδη όλες όσες χρειάζονταν.

»Η κλασική μέθοδος με την οποία μια επιτροπή ανέκρινε τους μάρτυρες ήταν η εξής: «Είσαι τώρα ή ήσουν ποτέ μέλος του κομμουνιστικού κόμματος;» Και αυτοί απαντούσαν: «Ναι, ήμουν το 1938, αλλά τα παράτησα το 1940…» Και η επιτροπή πρόσθετε: «Ποιοι άλλοι ήταν μαζί σου εκεί;», ζητώντας και άλλα ονόματα. Αν κάποιος δεν απαντούσε στις ερωτήσεις θα μπορούσε να κηρυχθεί ένοχος για προσβολή του Κογκρέσου. Και η 5η Τροποποίηση ήταν ο μόνος τρόπος για να προστατευθεί από το να πάει φυλακή γι’ αυτήν την προσβολή, διότι έλεγε ότι ο κατηγορούμενος δεν οφείλει να απαντήσει στις ερωτήσεις εφόσον οι απαντήσεις του μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε ποινική δίωξη εναντίον του. Αν ο μάρτυρας δεν απαντούσε στις ερωτήσεις επικα- λούμενος την 5η Τροποποίηση, απειλούνταν με ποινική δίωξη. Αν δεν απαντούσε χωρίς να την επικαλεστεί, τότε κατηγορούνταν για προσβολή του Κογκρέσου. Οι επιτροπές ήξεραν ότι παγίδευαν τους μάρτυρες, οι οποίοι είτε θα επικαλούνταν την 5η Τροποποίηση και θα αντιμετώπιζαν την ποινική δίωξη, χάνοντας τη δουλειά τους, είτε θα έδιναν ονόματα. Ο Καζάν, όπως και πολλοί άλλοι, έπεσε στην παγίδα αυτήν».
Κατανόησε με το πέρασμα των χρόνων η αμερικανική κοινή γνώμη τις ευρείες επιπτώσεις του μακαρθισμού στην κοινωνική και πολιτική δομή της χώρας ή μήπως, τελικά, αυτές οι επιπτώσεις έγιναν περισσότερο κατανοητές εκτός Αμερικής – στην Ευρώπη, ας πούμε;

«Ενα από τα κύρια προβλήματα ήταν το γεγονός ότι πολλοί αμερικανοί ιστορικοί και δημοσιογράφοι ταύτισαν το μακαρθισμό με τον Μακάρθι. Και δεν συνειδητοποίησαν ότι ο Μακάρθι ήταν απλώς ένας από τους πιο διαβόητους «επαγγελματίες» αυτής της ευρείας διαδικασίας που ήθελε να ποινικοποιήσει την ελευθερία της έκφρασης και να φιμώσει κάθε αριστερή φωνή.

»Ταυτίζοντας την αντικομμουνιστική καταστολή με τον Μακάρθι, πολλοί υποστηρίζουν ότι «Ολο αυτό ήταν μια απλή παρέκκλιση, το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι πολύ υγιές, ανεχόμαστε τις διαφωνίες και ο Μακάρθι ήταν απλώς ένα τσαρλατάνος». Κάτι που δεν ισχύει. Στην Ευρώπη, αντίθετα, υπήρξε μια πιο ακριβής προσέγγιση και κατανόηση του προβλήματος αυτού, γιατί οι Ευρωπαίοι γνώριζαν καλά τα δομικά ζητήματα της αμερικανικής πολιτικής, σε αντίθεση με τους Αμερικανούς που τα προσέγγιζαν επιφανειακά».
Πιστεύετε ότι, όταν ένας Αμερικανός κατηγορούνταν ως κομμουνιστής, η απώλεια της εργασίας του ήταν η αρχή ενός ντόμινο που οδηγούσε στην πλήρη καταστροφή της ζωής του; Ποιες ήταν οι ευρύτερες επιπτώσεις του μακαρθισμού στο δημοκρατικό πολίτευμα της Αμερικής;

«Οσον αφορά το πρώτο ερώτημα, ναι. Εκτός του ότι οι άνθρωποι εκείνοι έχαναν τη δουλειά τους, έμπαιναν στη συνέχεια σε ακραία κοινωνική απομόνωση. Συχνά διαλυόταν ο γάμος τους και ακόμα και οι γείτονές τους σταματούσαν κάθε επαφή μαζί τους. Πολλά θύματα του μακαρθισμού πάλευαν για χρόνια μετά να καθαρίσουν το όνομά τους από τις κατηγορίες εναντίον τους. Οπως προκύπτει από την έρευνά μου, οι βασικές κυρώσεις ήταν οικονομικής φύσεως. Γι’ αυτό και ο κόσμος συνήθως έχει την εντύπωση ότι η πολιτική καταστολή στις ΗΠΑ δεν ήταν ακραία· σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ, ας πούμε, οι πολιτικά διαφωνούντες δεν βρίσκονταν δολοφονημένοι σε κάποιο υπόγειο ενός κτηρίου της μυστικής αστυνομίας. Δεν υπήρχε αυτού του είδους η πολιτική καταστολή στις ΗΠΑ. Ηταν αρκετά πιο ήπια, με την έννοια ότι περισσότερο οι εργοδότες -παρά το κράτος- επέβαλλαν κυρώσεις στους αμερικανούς πολίτες.

»Ωστόσο, η καταστολή αυτή ήταν εξίσου αποτελεσματική με τη σοβιετική. Να σας δώσω ένα απλό παράδειγμα: όταν στο πανεπιστήμιο ζητώ από τους φοιτητές μου να συζητήσουν για το αντιπολεμικό κίνημα στην Αμερική κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Κορέα, μου απαντάνε, «Δεν υπήρξε κανένα τέτοιο κίνημα». Και τους λέω ότι «Ναι, αυτή είναι η σωστή απάντηση». Δεν υπήρξε κανένα αντιπολεμικό κίνημα στις ΗΠΑ στη διάρκεια του πολέμου στην Κορέα, γιατί τότε ο μακαρθισμός βρισκόταν στο ζενίθ του. Και να σκεφτείτε ότι, στην εποχή του, αυτός ο πόλεμος ήταν τόσο απεχθής στις ΗΠΑ όσο και αργότερα ο πόλεμος στο Βιετνάμ».
Ο «πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία» που κήρυξε η Αμερική μετά την 11η Σεπτεμβρίου, ο οποίος έφερε το Γκουαντάναμο, τις συλλήψεις χωρίς απόδοση κατηγοριών, το Patriot Act στις ΗΠΑ, τον τρομονόμο στην Ε.Ε. κ.λπ., αποτελεί έναν νέου τύπου μακαρθισμό στη χώρα, όπου ο εχθρός κομμουνιστής αντικαταστάθηκε από τον φανατικό μουσουλμάνο τρομοκράτη;

«Ο αποκαλούμενος πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία έχει αρκετά στοιχεία που μας φέρνουν στο νου το μακαρθισμό. Πρόσφατα, μάλιστα, οι «Τάιμς της Ν. Υόρκης» μίλησαν σε κάποιο άρθρο τους για μια νομική υπόθεση που αμφισβητεί έναν νόμο του 1996, ο οποίος επιτρέπει στην κυβέρνηση να διώκει ποινικώς άτομα που παρέχουν «υλική υποστήριξη» σε «τρομοκράτες». Και οι πρωταγωνιστές της υπόθεσης αυτής υποστηρίζουν ότι η έννοια των όρων «τρομοκράτης» και «υλική υποστήριξη» είναι τόσο ασαφής, ώστε θυμίζει πολύ τη γλώσσα και τον τρόπο σκέψης κατά την περίοδο του μακαρθισμού, όπου αμερικανοί πολίτες κατηγορούνταν ως «ένοχοι εκ συναναστροφής». Τότε που, οποιοσδήποτε είχε την οποιουδήποτε είδους σχέση με τον κομμουνισμό, έπρεπε να αποβάλλεται από το αμερικανικό πολιτικό σύστημα.

»Τέλος, υπάρχουν κάποιοι παραλληλισμοί με το μακαρθισμό και στον τρόπο με τον οποίο δαιμονοποιούνται οι αντίπαλοι της αμερικανικής πολιτικής στο Ισραήλ. Το σίγουρο είναι πως ο μακαρθισμός προκάλεσε μεγαλύτερες ζημιές στο Σύνταγμα των ΗΠΑ απ’ ό,τι το αμερικανικό κομμουνιστικό κόμμα».
Έχει αρχίσει να αλλάζει ή προτίθεται να αλλάξει ο Ομπάμα αυτά τα «κατά Μακάρθι μέτρα πολιτικής καταστολής», με τα οποία η κυβέρνηση Μπους εξαπέλυσε τον πόλεμο κατά κεκτημένων ανθρωπίνων ελευθεριών;

«Υπάρχουν κάποιες αλλαγές στις παρυφές του συστήματος. Πρόσφατα, ας πούμε, η κυβέρνηση του Ομπάμα διευκόλυνε την παροχή βίζας προς υψηλά πρόσωπα. Ο Μπους αρνιόταν τη βίζα σε ξένους επιστήμονες με βάση πολιτικά κίνητρα, όπως στην περίπτωση του ελβετού μουσουλμάνου επιστήμονα Ταρίκ Ραμαντάν. Ο Ομπάμα πρόσφατα επέτρεψε στον Ραμαντάν να έρθει να εργαστεί στην Αμερική. Παρόλο, όμως, που υπάρχουν σημάδια βελτίωσης της αμερικανικής κυβέρνησης στα ζητήματα πολιτικών ελευθεριών, δυστυχώς, εξακολουθεί να αρνείται στους πολιτικούς κρατούμενους τα δικαιώματά τους· παραμένει αναμειγμένη σε πολλές ύποπτες υποθέσεις, έχοντας και το Patriot Act ακόμα εν ενεργεία…»
Διακρίνετε ροπή προς το μακαρθισμό και στα αμερικανικά πανεπιστήμια; Η έρευνά σας τα τελευταία χρόνια επικεντρώνεται στο ζήτημα των ακαδημαϊκών ελευθεριών στις ΗΠΑ. Το πρώτο σας βιβλίο μιλούσε για τις επιπτώσεις του μακαρθισμού στα αμερικανικά πανεπιστήμια…

«Στο νέο μου βιβλίο, το οποίο θα βγει το φθινόπωρο, μιλάω για το ζήτημα της ακαδημαϊκής ελευθερίας. Αυτό που παρατηρώ -με εξαίρεση τις επιθέσεις σε ακαδημαϊκούς που έχουν κριτική στάση απέναντι στο Ισραήλ- δεν είναι ακριβώς η ίδια πολιτική καταστολή που είδαμε στα αμερικανικά πανεπιστήμια την περίοδο του μακαρθισμού. Αυτό που είναι πάρα πολύ ανησυχητικό στις μέρες μας είναι ότι η δομή της ακαδημαϊκής κοινότητας έχει αλλάξει πολύ λόγω των υποτιθέμενων οικονομικών προβλημάτων τους και εξαιτίας του αυξημένου ρόλου που κατέχουν οι ιδιωτικές εταιρείες με τη χρηματοδότηση ερευνητικών προγραμμάτων στα πανεπιστήμια. Σκεφτείτε, ας πούμε, ότι τα 2/3 του διδακτικού έργου στις ΗΠΑ σήμερα γίνονται από καθηγητές μερικής απασχόλησης ή από εποχικό ακαδημαϊκό προσωπικό. Τα πανεπιστήμια διψάνε για χρηματοδοτήσεις και το προσωπικό τους δεν μπορεί να εκφράζει αντίλογο εξαιτίας της εργασιακής ανασφάλειας. Αυτά είναι τα μεγαλύτερα εμπόδια στην ελευθερία της έκφρασης και στην ακαδημαϊκή ελευθερία στα αμερικανικά πανεπιστήμια αυτήν τη στιγμή».
Τι μας διδάσκει η περίοδος του μακαρθισμού σε σχέση με τις τωρινές προσπάθειες πολλών δυτικών κυβερνήσεων, οι οποίες χρησιμοποιούν ως δικαιολογία την τρομοκρατία -εν μέσω μιας μεγάλης οικονομικής κρίσης- για να χρησιμοποιήσουν μια σειρά από κατασταλτικά μέτρα (κάμερες, τράπεζες DNA δεδομένων κ.ά.), που παραβιάζουν τον ιδιωτικό μας βίο και τις πολιτικές μας ελευθερίες;

«Οτι το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας, είτε χρησιμοποιείται εναντίον του κομμουνισμού είτε εναντίον της «τρομοκρατίας», είναι μια δικαιολογία που επικαλείται μια κυβέρνηση πάντοτε σε περιπτώσεις και σε ιστορικές στιγμές κατά τις οποίες θέλει να πλήξει τις ατομικές και πολιτικές ελευθερίες. Σχεδόν πάντοτε οι κυβερνώντες υποστηρίζουν ότι η εθνική μας ασφάλεια θα πληγεί – εκτός αν τους παραχωρήσουμε ένα μέρος της ελευθερίας μας, προσθέτοντας ότι κάτι τέτοιο θα είναι «παροδικό, αλλά απαραίτητο». Οι πολιτικοί και οι πολίτες στις ΗΠΑ είναι διατεθειμένοι να κάνουν αυτήν την εξαίρεση όσον αφορά την ελευθερία του λόγου. Θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί μ’ αυτά τα πολύ επικίνδυνα παιχνίδια…»

Το πενάκι που βάφτισε το κυνήγι της «κόκκινης απειλής»

Ο Χέρμπερτ Μπλοκ γεννήθηκε στο Σικάγο το 1909 και είναι ο μεγαλύτερος αμερικανός πολιτικός σκιτσογράφος όλων των εποχών. Το πρώτο του σκίτσο έκανε την εμφάνισή του στην εφημερίδα «Σικάγο Ντέιλι Νιους» το 1929. Ηταν γνωστός με την υπογραφή-παρατσούκλι των σκίτσων του, Herblock. Το κραχ του ’29 επηρέασε πάρα πολύ τα προοδευτικά του πιστεύω και το εκρηκτικό περιεχόμενο των σκίτσων του, που εναντιωνόταν στο πολιτικό στάτους κβο της χώρας του – και όχι μόνο. Τα «βέλη» που εκτοξεύονταν απ’ το πενάκι του έπληξαν, μεταξύ άλλων, τη φασιστική Γερμανία του Χίτλερ, τους αμερικανούς ρατσιστές, τους φανατικούς θρησκόληπτους και, κυρίως, την υποκρισία και τη διαφθορά των αμερικανών πολιτικών. Οπως είχε δηλώσει, «Τα πολιτικά σκίτσα, σε αντίθεση με τα ηλιακά ρολόγια, δεν δείχνουν τις πιο φωτεινές ώρες, αλλά τις πιο σκοτεινές, με την ελπίδα να μας βοηθήσουν να κινηθούμε σε πιο φωτεινούς καιρούς».

Από το 1946 και για 55 συναπτά έτη, έως το τέλος της 72χρονης καριέρας του, εργαζόταν στην «Ουάσινγκτον Ποστ». Στις 29 Μαρτίου 1950 οι σελίδες της εφημερίδας αποτέλεσαν την κολυμπήθρα στην οποία ο Μπλοκ βάφτισε το μακαρθισμό. Το μένος του ενάντια στον Νίξον ήταν παροιμιώδες, όπως και η απόλυτη ανεξαρτησία που απαιτούσε σε σχέση με τη δουλειά του. Οταν σχεδίασε τον Νίξον να σέρνεται βγαίνοντας έξω από έναν υπόνομο, ο αμερικανός πρόεδρος ακύρωσε, εξοργισμένος, τη συνδρομή του στην εφημερίδα! Στη δεκαετία του ’90 τα σκίτσα του Herblock φιλοξενούνταν σε πάνω από 300 εφημερίδες και περιοδικά της Αμερικής.

Πέθανε το 2001 από πνευμονία και έναν χρόνο μετά εκπληρώθηκε η τελευταία του επιθυμία με τα εγκαίνια του Ιδρύματος Χέρμπερτ Μπλοκ. Το ίδρυμα χρηματοδοτήθηκε από την περιουσία του Herblock, ύψους 50 εκατ. δολαρίων, και υποστηρίζει νέους σκιτσογράφους με υποτροφίες και εκπαιδευτικά προγράμματα.

Πηγή: Σπύρος Χατζηγιάννης – «Ελευθεροτυπία» – 18/4/2010http://vathikokkino.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου