του Γιώργου Παυλόπουλου
Ας είμαστε ειλικρινείς: την περίοδο της σοβαρότερης κρίσης που έχουν γνωρίσει εδώ και πολλές δεκαετίες ο καπιταλισμός και το πιο φιλόδοξο εγχείρημα ολοκλήρωσης στον πλανήτη, η ΕΕ, η κατάσταση της ευρωπαϊκής Αριστεράς είναι συνολικά πολύ άσχημη, αν όχι καταθλιπτική. Με άλλα λόγια, η Αριστερά αποδεικνύεται απολύτως ανεπαρκής σε σχέση με τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της εποχής – μη εξαιρουμένων κομμάτων και σχηματισμών που (αυτο)χαρακτηρίζονται ως αντικαπιταλιστικοί και επαναστατικοί. Κι αυτό είναι κάτι που ισχύει τόσο για τα εκλογικά ποσοστά, τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις είναι σχεδόν αμελητέα, όσο και σε επίπεδο παρέμβασης και επίδρασης στο πολιτικό (κυρίως) και κοινωνικό γίγνεσθαι.
Στη Γερμανία, για παράδειγμα, τη στιγμή που το κόμμα Αριστερά προσπαθεί εναγωνίως να πείσει ότι μπορεί να γίνει ένας αξιόπιστος κυβερνητικός εταίρος των Σοσιαλδημοκρατών, οτιδήποτε επιχειρεί να κινηθεί σε πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση μοιάζει αναιμικό, ενώ αντιμετωπίζεται από το σύστημα και το κράτος ως το απέναντι άκρο των νεοναζί. Στη Γαλλία, από την άλλη, η αδυναμία οικοδόμησης ενός πειστικού, μαζικού και μάχιμου πόλου (όπως δείχνει και η «καθήλωση» του NPA και της Εργατικής Πάλης), που θα μπορούσε να καλύψει το κενό που έχει αφήσει το …υπό εξαφάνιση ΚΚ, στρώνει το δρόμο για την επέλαση του μεταρρυθμιστικού και βοναπαρτιστικού μοντέλου το οποίο αντιπροσωπεύει ο Μελανσόν.
Στην Ιταλία, μετά την «έκρηξη» της Γένοβας και το «ναυάγιο» του εγχειρήματος της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, η αντικαπιταλιστική-επαναστατική Αριστερά δεν έχει καταφέρει να συγκροτήσει κάτι αξιόλογο και οι όποιες πρωτοβουλιακές διαδικασίες μοιάζουν καθηλωμένες. Αλλά και στην Ισπανία, σηκώνει πολλή συζήτηση πλέον η στάση του εκλογικά ισχυρού καταλανικού CUP, ενώ ο κυβερνητισμός των Podemos μοιάζει να είναι αξεπέραστος, έχοντας επιβάλει την ηγεμονία του στην Ενωμένη Αριστερά και το ΚΚ. Όσο για τη Βρετανία, είναι απογοητευτική η εικόνα του SWP, του ΚΚ και άλλων κομμάτων να καλούν σε υπερψήφιση των Εργατικών, ώστε να κλείσει ο δρόμος στους Τόρις και το Brexit.
Είναι αναγκαίο, κατά συνέπεια, να κάνουμε τις εκτιμήσεις και τους σχεδιασμούς μας με βάση αυτή την πραγματικότητα – η οποία, έστω και με γερή δόση δημοσιογραφικής υπερβολής, κάνει την Ελλάδα να μοιάζει …παράδεισος της κομμουνιστικής, αντικαπιταλιστικής και επαναστατικής Αριστεράς. Και όχι να το επιχειρούμε σε ένα φανταστικό τοπίο, όπου δήθεν όλα βαίνουν καλώς για τον κόσμο της εργασίας, ενώ το σύστημα εξουσίας του κεφαλαίου οδεύει προς τον γκρεμό.
Οφείλουμε, επίσης, να διαπιστώσουμε ότι μια από τις βασικές αιτίες για την εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλεται στην αδυναμία της, την ανεπάρκειά της και την ατολμία της να «διαβάσει» τις εξελίξεις και κυρίως το πέρασμα στο στάδιο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, τις κοινωνικές ανατροπές και τάσεις που αυτός γεννά, το βάθος και τη διάρκεια των κρίσεων, την ορμητική επιστροφή των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Ειδικά τα παραδοσιακά κόμματα του χώρου είχαν σταδιακά μετατραπεί σε «κατοικίδιο» στα σαλόνια του συστήματος και «ναρκωθεί» από την πλασματική εικόνα της αφθονίας, εγκαταλείποντας τη θεωρητική αναζήτηση μετά και το συντριπτικό πλήγμα από την ήττα του 1989-’91.
Οφείλουμε, επίσης, να διαπιστώσουμε ότι μια από τις βασικές αιτίες για την εικόνα που παρουσιάζει σήμερα η ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλεται στην αδυναμία της, την ανεπάρκειά της και την ατολμία της να «διαβάσει» τις εξελίξεις και κυρίως το πέρασμα στο στάδιο του ολοκληρωτικού καπιταλισμού, τις κοινωνικές ανατροπές και τάσεις που αυτός γεννά, το βάθος και τη διάρκεια των κρίσεων, την ορμητική επιστροφή των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Ειδικά τα παραδοσιακά κόμματα του χώρου είχαν σταδιακά μετατραπεί σε «κατοικίδιο» στα σαλόνια του συστήματος και «ναρκωθεί» από την πλασματική εικόνα της αφθονίας, εγκαταλείποντας τη θεωρητική αναζήτηση μετά και το συντριπτικό πλήγμα από την ήττα του 1989-’91.
Σε κάθε περίπτωση, η ευρωπαϊκή Αριστερά στις διάφορες εκδοχές της είτε δεν αισθάνθηκε την ανάγκη είτε δεν κατάφερε να επεξεργαστεί ένα νέο επαναστατικό και απελευθερωτικό «αφήγημα», να επιλέξει τον δύσκολο αλλά συναρπαστικό δρόμο της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. Αυτός είναι, εξάλλου, και ο λόγος που δεν σήκωσε το γάντι της αντιπαράθεσης με την ΕΕ, αφήνοντας πεδίο δόξης λαμπρό στις δυνάμεις της Ακροδεξιάς και του εθνικισμού, οι οποίες απειλούν να γίνουν οι εκφραστές της εργατικής τάξης και της νεολαίας.
Σε αυτό το γκρίζο φόντο και για δεκάδες εκατομμύρια Ευρωπαίους, είτε μας αρέσει είτε όχι, πολιτικοί σαν τον Μελανσόν ή ακόμη και τον Κόρμπιν φαντάζουν ως εκπρόσωποι του πιο ανατρεπτικού και από αριστερά αντισυστημικού μοντέλου που μπορεί να υπάρξει σήμερα. Ακριβώς, δηλαδή, ό,τι ισχύει για πολλούς Αμερικανούς σε σχέση με τον Σάντερς, ο οποίος λίγο έλειψε να χαρακτηριστεί …κομμουνιστής – όπως ο Τσίπρας από τον πρόεδρο του ΕΛΚ στην Ευρωβουλή, Βέμπερ!– μιας και η πολιτική και οι πολιτικοί στην Ευρώπη τείνουν να «αμερικανοποιηθούν».
Σημαίνει, αυτό, άραγε, ότι πρέπει να αποδεχτούμε αυτή την Αριστερά ως το μικρότερο κακό ή, πολύ περισσότερο, να την αποθεώσουμε; Σε καμία περίπτωση. Υπό την προϋπόθεση, φυσικά, πως δεν θα φτιάχνουμε «εικονικές πραγματικότητες» και θα έχουμε συνείδηση ότι η αλλαγή του σκηνικού και των συσχετισμών, η συγκρότηση ενός αυτόνομου, μαζικού και απειλητικού για το σύστημα πόλου της αντικαπιταλιστικής, επαναστατικής, κομμουνιστικής Αριστεράς δεν θα προκύψει με παρθενογένεση ούτε με πλειοδοσία αφορισμών. Αλλά μέσα από κοινή δράση αρχών και εξαντλητική θεωρητική αναζήτηση, μαζικές διαδικασίες και διάλογο, εργατικό πολιτισμό και τολμηρές υπερβάσεις.
ΠΗΓΗ:ΠΡΙΝ
ΠΗΓΗ:ΠΡΙΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου