Όχι, ο τίτλος δεν αναφέρεται στην ομώνυμη
σειρά του Νίκου Φώσκολου αλλά στον εμφύλιο στην Κρήτη, που μαθαίνουμε
τελευταία από μερικούς ότι χάρη στην παρέμβαση του Κωνσταντίνου
Μητσοτάκη δεν έγινε ποτέ. Στο άρθρο που ακολουθεί, θα σταθώ σε μερικά
γεγονότα του εμφυλίου στην Κρήτη, διότι όπως φαίνεται, στις μέρες μας
πρέπει να αποδεικνύουμε τα αυταπόδεικτα, διαφορετικά οι πλαστογράφοι θα
τα μπαζώσουν και θα τα θάψουν κάτω από ιστορίες για αχρείους.
Καταρχάς, καλό θα ήταν να αναφερθούμε σε μια από τις ιδιομορφίες που
αφορούν την Κρήτη και συγκεκριμένα τα Χανιά.
Το ένοπλο αντιστασιακό
κίνημα στα Χανιά δημιουργούσε πρόβλημα στις αστικές δυνάμεις, καθώς με
την επερχόμενη απόσυρση των Γερμανικών στρατευμάτων από τη χώρα, υπήρξε ο
κίνδυνος να εξοπλιστούν με τα δικά τους όπλα τα αντάρτικα ένοπλα
τμήματα. Το καλοκαίρι του 44′ η απελευθέρωση του νησιού έμεινε ημιτελής,
αφού, αν και τα περισσότερα στρατεύματα αποχώρησαν, οι Γερμανοί είχαν
κρατήσει μια ζώνη δυτικά του Αποκόρωνα, που περιελάμβανε το Ακρωτήρι και
την πόλη των Χανίων. Την πολιορκία των δυνάμεων αυτών την είχαν
αναλάβει οι αντιστασιακές οργανώσεις, και κυρίως το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, κάτι που
αύξησε την αριθμητική ανάπτυξη τους και ενίσχυσε την θετική εικόνα τους
στον τόπο. Αυτό, φυσικά, ήταν κάτι που προβλημάτιζε
τις βρετανικές και τις αστικές δυνάμεις, για αυτό και κράτησαν όσο
περισσότερο μπορούσαν τους Γερμανούς στο νησί, ώστε να κερδίσουν χρόνο
έχοντας τους αντάρτες απασχολημένους και προετοιμάζοντας το σχέδιο
αντιμετώπισής τους. Εκεί λοιπόν που τα περισσότερα μέρη της
Ελλάδας απελευθερώθηκαν τον Οκτώβρη του 44′, στα Χανιά οι δυνάμεις
κατοχής έμειναν ακόμη και μετά τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας (8 Μαΐου
45′) δηλαδή μέχρι το καλοκαίρι του 45′, κι αποχώρησαν μόνο όταν οι
αστικές δυνάμεις ήταν έτοιμες για την ομαλή μετάβαση των εξουσιών.1
Γενικότερα στο νησί, μετά την αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων,
άρχισαν να οργανώνονται τα γνωστά τμήματα κομμουνιστολαγωνικών ΜΑΥ και
χωροφυλακής, κάτω από τις διαταγές του Γύπαρη2
στα Χανιά, και του Μπαντουβά στο Ηράκλειο που είχαν σαν στόχο τους την
δίωξη των αριστερών και των οικογενειών τους και την επιβολή της
[αστικής] τάξης. Οι συλλήψεις αριστερών τερμάτισαν την περίοδο της
«ειρηνικής συνύπαρξης» και έτσι το νησί στις αρχές του 47, με την
παράλληλη ένταση του εμφυλίου στην υπόλοιπη χώρα, άρχισε να εισέρχεται
και αυτό στην ένοπλη αντιπαράθεση, με φυγή των αριστερών στα βουνά και
όλα τα συναφή.3
Στα βουνά της ανατολικής Κρήτης, από την πλευρά των ανταρτών,
δραστηριοποιούνταν τα τμήματα του Ποδιά, όμως εξαιτίας των δύσκολων
συνθηκών (έλλειψη νερού, ελλιπής υποστήριξη) και του ανελέητου
κυνηγητού, εξανδραποδίστηκαν από τις δυνάμεις του Μπαντουβά. Ο ίδιος ο
Ποδιάς έπεσε στην μάχη, ενώ οι «εθνικόφρονες» περιέφεραν στα γύρω χωριά
και στην πόλη του Ηρακλείου το κεφάλι του και το χέρι του, προκειμένου
να διαφημίσουν την νίκη τους, να ξεφτιλίσουν τον αντίπαλο, και να
τρομοκρατήσουν τους πληθυσμούς ώστε να μην τους μπαίνουν στο μυαλό
[επαναστατικές] ιδέες.4 Την τακτική αυτή άλλωστε οι αστικές δυνάμεις την ακολουθούσαν σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Για τα Χανιά, σημείο σταθμός για την έναρξη του εμφυλίου, μπορεί να
θεωρηθεί η σύλληψη και η εκτόπιση σχεδόν του συνόλου των μελλών της
Νομαρχιακής Επιτροπής Χανίων του ΕΑΜ στις 22 του Απρίλη του 1947. Το
ίδιο βράδυ, εξοπλίστηκαν οι σταθμοί χωροφυλακής Φρε, Αποκορώνου,
Θερίσσου κ.α.5
Μετά από αυτές τις συλλήψεις ακολούθησε μια σειρά από εξοντώσεις και
διώξεις όσων σχετίζονταν με τις αντιστασιακές οργανώσεις της αριστεράς,
οδηγώντας τους έτσι να βγουν πάλι στο βουνό για να οργανωθούν και να
πολεμήσουν.
Για να καταλάβει κανείς την φρικαλεότητα των πράξεων των χωροφυλάκων
και των λοιπόν επίσημων και ανεπίσημων δυνάμεων της αστικής τάξης, αρκεί
να ακούσει την ιστορία του Παπά Αποστολάκη Νικόλαου (Παπά Νικολή). Στο
σπίτι του Παπά– ο οποίος διακατέχονταν από προοδευτικές ιδέες και
φιλοεαμικά αισθήματα- στο Νεροχώρι Αποκορώνου, λειτουργούσε παράνομος
μηχανισμός του ΕΑΜ. Άρχισαν, λοιπόν, σταδιακά να δημιουργούνται υποψίες
γύρω από το άτομο του, και έτσι μπήκε στο στόχαστρο των Μάυδων του
Γύπαρη και των λοιπών παρακρατικών, που άρχισαν να τον παρενοχλούν και
να τον απειλούν ότι θα τον γδάρουν σαν τον Αθανάσιο Διάκο. 6
Χαρακτηριστικά, την Μεγάλη Πέμπτη του 1947, και την ώρα που αυτός λειτουργούσε και είχε φτάσει στο 6ο
ευαγγέλιο, παρακρατικοί όρμηξαν μέσα στην εκκλησία του και με την
απειλή όπλων τον εξανάγκασαν να πει ξανά από την αρχή όλα τα ευαγγέλια.
Μακάρι όμως να έμεναν μόνο εκεί. Στις 2 Αυγούστου του 1947, οι γυπαραίοι
μπήκαν τα μεσάνυχτα στο σπίτι του και τον άρπαξαν μπροστά στην ανήμπορη
να τους εμποδίσει γυναίκα του. Τον έβαλαν σε ένα φορτηγό και όσο αυτό
ήταν εν κινήσει, άρχισαν να τον κατακρεουργούν. Του βγάλανε τα μάτια,
τον έγδαραν όπως του είχαν τάξει, του έκοψαν τα γεννητικά του όργανα και
τελικά τον εκτέλεσαν με μια βολή στο κεφάλι. Ύστερα πέταξαν το άψυχο
σώμα του σε ένα γκρεμό κοντά στις φυλακές του Καλαμιού (Ιτσεδίν),
ονόματι «Κόκκινος Γκρεμός».7
Το παραπάνω, είναι μοναχά ένα από τα εκατοντάδες ή και χιλιάδες
περιστατικά δολοφονιών, συλλήψεων, βασανισμών, πυρπολήσεων σπιτιών,
βιασμών και ληστειών των γυπαραίων, των μπαντουβάδων και των επιτελείων
τους.
«Ο Ελκόμενος επί Κρημνού»
Η αντίσταση των αριστερών δυνάμεων στα Χανιά κράτησε περισσότερο από
ό,τι αυτή του Ηρακλείου, όμως είχε και αυτή τραγική αλλά ηρωική
κατάληξη, με την αρχή του τέλους να σηματοδοτείται στη Μάχη της
Σαμαριάς. Αξίζει να σημειωθεί ότι η καθημερινή επιβίωση των ανταρτών
ήταν ένα στοίχημα πολύ δύσκολο, αφού πέρα από τα στοιχεία της φύσης στα
οποία βρίσκονταν εκτεθειμένοι, είχαν να αντιμετωπίσουν την πείνα και τη
δίψα, αφού ο εφοδιασμός τους από συμπαθούντες ήταν πολύ δύσκολος και
επικίνδυνος, και κάποιες φορές αδύνατος. Γνωρίζοντας το αυτό, οι
δυνάμεις χωροφυλακής, κρύβονταν κοντά σε πηγές νερού ή σε βρύσες,
περιμένοντας τους αντάρτες να πλησιάσουν, για να τους τουφεκίσουν ή να
τους συλλάβουν.
Μετά από πολλούς μήνες επιτυχιών, αναποδιών, συμπλοκών, κυνηγητού και
κρυψίματος, οι αντάρτικες δυνάμεις του νομού Χανίων που κρύβονταν στα
Λευκά Όρη, υποχώρησαν στο φαράγγι της Σαμαριάς (τέλη Μάη – αρχές Ιούνη
1948), διαπράττοντας έτσι ένα μοιραίο λάθος αφού αποκλείστηκαν εκεί από
τις αστικές δυνάμεις. Οι διωκόμενοι παγιδεύτηκαν στο φαράγγι και από τις
δύο πλευρές, με τις παρακρατικές μονάδες να εισέρχονται ταυτόχρονα από
την ορεινή πλευρά του φαραγγιού στον Ομαλό, και από την Αγιά Ρουμέλη,
την παραθαλάσσια περιοχή στην οποία καταλήγει το φαράγγι, όπου οι
κυβερνητικές δυνάμεις έφταναν με πλοία. Οι αντάρτες προέβαλαν σθεναρή
αντίσταση και παρόλο που έχασαν αρκετούς μαχητές, κατάφεραν να γλιτώσουν
ένα μεγάλο μέρος της δύναμης τους διαφεύγοντας από ένα δύσβατο πέρασμα
προς την πλευρά του Σελίνου.8
Η διαφυγή αυτή έγινε δυνατή λόγω της αυτοθυσίας μελών της δύναμης του
ΔΣΕ που έμειναν πίσω –σε μια πράξη αυτοθυσίας- για να καθυστερήσουν τους
επιτιθέμενους. Αξίζει σε αυτό το σημείο να παραθέσουμε τις συγκινητικές
περιγραφές από το βιβλίο του Λευτέρη Ηλιάκη «Ο εμφύλιος πόλεμος στην
Κρήτη».
«Τη μεγαλύτερη πίεση δέχτηκε η Ομάδα του Νίκο Ξερογιαννάκη, από
δυνάμεις ΜΑΥδων και Χωροφυλακής με επικεφαλής το Μοίραρχο Μαλινδρέτο. Η
πίεση έφτασε στο κατακόρυφο την 4η μέρα μάχης. Η ομάδα δεν
είχε ειδοποιηθεί για υποχώρηση μέχρι τις 4 το απόγευμα. Δυο μέλη της
ομάδας με τα πολυβόλα τους συμπτύχθηκαν για να καλύψουν την υποχώρηση.
Στη σκληρή αυτή γιγαντομαχία από τη θρυλική ομάδα σκοτώθηκαν οι:
Γεώργιος Παπαδόπουλος, αεροπόρος που με την κατάληψη του αεροδρομίου του
Μάλεμε είχε προσχωρήσει με τους αντάρτες, Νικόλαος Μαθουλάκης από τον
Πλατανιά Κυδωνίας, Ηλίας και Σπύρος Παντελάκης, αδελφοί, από το Βουτά
Σελίνου, Ηλίας Ποντικάκης, από το χωριό Μουστάκο Σελίνου, Γεώργιος
Ψαρός, από την Αθήνα, αεροπόρος του αεροδρομίου Μάλεμε. Τελευταίος
έμεινε ο καπετάν Βαρδαλιάς, κομματιασμένος από τις σφαίρες και για να
μην πέσει ζωντανός στα χέρια των διωχτών του και γίνει περίπαιγμα τους,
αυτοκτόνησε με το γερμανικό του πιστόλι. Τραυματισμένος ελαφριά κατάφερε
να διαφύγει ο Κωστής Μπιτζανάκης.»9
Η Μάχη της Σαμαριάς δεν κατάφερε να εξαφανίσει οριστικά την ύπαρξη
των αντάρτικων τμημάτων, αλλά τους αποδυνάμωσε πολύ, και τους χώρισε σε
μικρότερα κομμάτια, ενώ άλλοι γύρισαν στα σπίτια τους ή παραδόθηκαν,
σηματοδοτώντας έτσι την αρχή του τέλους για την αντίσταση.10
Ακόμη και μετά τη λήξη του ελληνικού εμφυλίου, το κυρίαρχο αστικό
κράτος συνέχισε να διώκει ανελέητα τους αριστερούς και τους αντάρτες για
πολλά χρόνια. Στα Χανιά συγκεκριμένα, Ο Νίκος και η Αργυρώ Κοκοβλή
φυγαδεύτηκαν το 1961 στις σοσιαλιστικές χώρες για να γλιτώσουν τη
σύλληψη, ενώ ο Σπύρος Μπλαζάκης και Γιώργος Τσομπανάκης, κρύβονταν από
το 1949 ως το 1974 (που έπεσε η Χούντα) στα Λευκά Όρη, προφανώς κανείς
δεν βρέθηκε να τους πει ότι δεν υπήρξε εμφύλιος στην Κρήτη.11
«η ιστορία των δυο ανταρτών Μπλαζάκη και Τσομπανάκη»
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)
1 Γιώργος Μαργαρίτης, Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου 1946-1949, τόμος 2, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα 2006, σελ. 440 – 441.
2 Στην
κηδεία του Γύπαρη, ο Μητσοτάκης εκφώνησε επικήδειο επαινώντας τον για
την συμβολή του στον συμμοριτοπόλεμο, αξίζει επίσης να σημειωθεί την
είσοδο του Δημοτικού Κήπου Χανίων την «κοσμεί» προτομή του
κομμουνιστοφάγου Γύπαρη.
3 Ο.Π. «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου», σελ. 446 – 447.
4 Στο ίδιο, σελ. 447.
5 Λευτέρη Ι. Ηλιάκη, Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Κρήτη, Χανιά 2002, σελ. 9.
6 Για
το περιστατικό της δολοφονίας του Παπά Νικολή πρόσφατα δημιουργήθηκε
ένα ντοκυμαντέρ με τίτλο από τον Κώστα Νταντινάκη με τίτλο «Ο Ελκόμενος
επί κρημνού»
7 Ο.Π. «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Κρήτη», σελ. 191 – 192.
8 Ο.Π. «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου», σελ. 451.
9 Ο.Π. «Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Κρήτη», σελ. 88 – 89.
10 Ο.Π. «Ιστορία του Ελληνικού Εμφυλίου», σελ. 451.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου