Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Ένα φρικιαστικό έγκλημα του ελληνικού μιλιταρισμού στην Ουκρανία, τις μέρες της αντισοβιετικής επέμβασης – Το «Ολοκαύτωμα του αμπαριού»

Το «Ολοκαύτωμα του αμπαριού» αποτελεί ένα φρικιαστικό έγκλημα της ελληνικής αστικής τάξης, στην επέμβασή της στην Ουκρανία, που δεν διαφέρει από τα εγκλήματα των ναζί. Στόχος ήταν να καταπνιγεί η νεαρή σοβιετική εξουσία.
«Αν παρατηρήσει κανείς τα ονόματα των πόλεων που αναγράφονται στο μνημείο του άγνωστου στρατιώτη στην πλατεία Συντάγματος, ανάμεσά τους θα ξεχωρίσει τις πόλεις: Χερσών – Σέρμπκα – Οδησσός – Σεβαστούπολη. Γιατί, άραγε, ο ελληνικός στρατός «ανδραγάθησε» στις περιοχές αυτές της «Μεσημβρινής Ρωσίας», όπως καταγράφεται στα ντοκουμέντα της εποχής; Σε αυτές τις περιοχές ο ελληνικός στρατός βρέθηκε, για να καταπνίξει τη νεαρή σοβιετική εξουσία», γράφει ο Ριζοσπάστης το 2014 σε σχετικό, με το σημερινό κομμάτι του αφιερώματός μας, θέμα. 

Το «Ολοκαύτωμα του αμπαριού» είναι όπως αναφέρεται και στον τίτλο μια άγνωστη πτυχή της στρατιωτικής επέμβασης του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος το 1919 στην Ουκρανία, για την ακρίβεια ένα φρικιαστικό έγκλημα της ελληνικής αστικής τάξης, που δεν διαφέρει από τα εγκλήματα των ναζί. Το χρονικό παρουσιάζεται στον Ριζοσπάστη της 18 του Ιούλη 1935. 

ΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΤΟΥ ΑΜΠΑΡΙΟΥ
ΜΙΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΜΙΛΙΤΑΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΟΒΙΕΤΙΚΗΣ ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ
Του ανταποκριτή μας στη Σοβιετική Ένωση σ. Δ. ΛΙΑΣΚΟΒΑ
Ριζοσπάστης, 18 του Ιούλη 1935 
«ΧΕΡΣΩΝΑ (Νότια Ουκρανία). Ιούλης. Σύντροφοι, συγχωρέστε μου που μεταχειρίζομαι μια καθαρευουσιάνικη λέξη, που θα σας θυμίσει το Αρκάδι και τον καλόγερο Σαμουήλ στο Σούλι και τον ατελείωτο αγώνα που έκαναν οι παππούδες μας ν’ αλλάξουν τον Τούρκο μπέη και πασά με τους Ρωμιούς Ζαΐμηδες και Τομάζηδες… Είχαν περάσει ακριβώς εκατό χρόνια από τότε και οι ανάξιοι απόγονοι του Σαμουήλ και του Καραϊσκάκη πατούσαν το ρωσικό έδαφος σαν βάνδαλοι επιδρομείς. 

Στην περιβόητη Συνδιάσκεψη στο Ιάσιο της Ρουμανίας, στις 17 του Νοέμβρη του 1918, όπου πήραν μέρος οι αντιπρόσωποι του γαλλικού, βρετανικού, ιταλικού και αμερικάνικου καπιταλισμού μαζί με τα μαντρόσκυλα της ρωσικής αντεπανάστασης αποφασίστηκε η στρατιωτική επέμβαση κατά του επαναστατημένου ρωσικού λαού. Έχοντας σίγουρη την συγκατάθεση του Βενιζέλου, η Συνδιάσκεψη αποφάσισε ότι ο στρατός της επέμβασης θα είναι «γαλλικός και ελληνικός». 

Τι είχε χάσει ο ελληνικός λαός για να πάει να το βρει σε μακρινή χώρα, χτυπώντας και βιάζοντας ένα άλλο λαό; Τι είχε να κερδίσει όταν τον έκαναν χωροφύλακα για τα συμφέροντα του τσαρισμού και της Αντάντ; Αυτός τίποτα, αντίθετα είχε ν’ αφήσει τα κόκκαλα των παιδιών του, των εργατών και χωρικών στις πεδιάδες και τα βουνά της Κριμαίας. Αλλά η ελληνική μπουρζουαζία, αυτή είχε να κερδίσει πολλά πράγματα. Παζαρεύοντας πάνω στο αίμα το ελληνικό και το ρώσικο που θα έχυνε, πήρε την υπόσχεση να πάρει το Βιλαέτι της Σμύρνης και το Αϊβαλί. Υπόσχεση που άνοιγε – αλίμονο – νέες πληγές στο βασανισμένο κορμί του ελληνικού λαού. Γιατί οι τουρκικές μάζες, ξεσηκωμένες σε μια παλλαϊκή εξέγερση έβαλαν τέλος στην επίθεση του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού και πέταξαν στη θάλασσα το χωροφύλακά του, τον ελληνικό μιλιταρισμό. 

O Ριζοσπάστης της 18 του Ιούλη 1935, στην πρώτη του σελίδα περιγράφει το φρικιαστικό έγκλημα στη Χερσώνα. 

Στις 21 του Γενάρη του 1919, οι πρώτοι τρεις χιλιάδες Έλληνες στρατιώτες αποβιβάστηκαν στην Οντέσσα, σε λίγο ήρθαν κι άλλοι, στην Οντέσσα, στο Νικολάγιεφ και στη Χερσώνα. Με τη βοήθεια του στόλου αποβιβάστηκε στρατός και στην Κριμαία, στη Σεβαστούπολη, Συμφερούπολη, Μπαλακλάβα, κλπ. Ο στρατηγός Νίδερ έβγαλε και μια ημερήσια διαταγή. Δεν μπορούσε βέβαια να πει στους έλληνες φαντάρους ότι πρέπει να σκοτωθούν και να σκοτώσουν τους Ρώσους αδερφούς τους, γιατί το ελληνικό χρηματιστικό κεφάλαιο έχει απόλυτη ανάγκη από το Βιλαέτι της Σμύρνης και γιατί οι διωγμένοι Γραικοί έμποροι, τραπεζίτες, βιομήχανοι και σπεκουλιάντες της Νότιας Ρωσίας έπρεπε να ξανακαθίσουν στο σβέρκο του εργαζόμενου λαού. Θυμήθηκε, λοιπόν την Μεγάλη Αικατερίνη κι έγραφε (μεταφράζω από τα ρούσικα): «Η Ρωσία που της οφείλουμε τόσα πολλά από τον καιρό της Μεγάλης Αικατερίνης, έχει τώρα ανάγκη από τη βοήθεια του πολιτισμένου κόσμου και μαζί με τους άλλους και της Ελλάδας· θα φέρουμε στο ρωσικό λαό την τάξη και την ασφάλεια της εσωτερικής του ειρήνης, θα εξοφλήσουμε το παλιό μας χρέος απέναντι της Ρωσίας, της ισχυρής και φιλελεύθερης Ρωσίας των παλαιών χρόνων…» 

Ο «πολιτισμένος κόσμος» ήταν οι ορδές της Αντάντ και οι βασιβουζούκοι αξιωματικοί του Βενιζέλου. Μα πώς γίνεται και ο «ρωσικός λαός», που αυτοί πήγαιναν να του φέρουν «τάξη και γαλήνη», αντί να τους υποδεχτεί για ελευθερωτές, τους έβαζε στο τουφεκίδι, όπου και όπως μπορούσε; Πριν τρεις μέρες που ήμουνα στην Οντέσσα, μαζί με ένα Ρώσο σύντροφο, περπατούσα τυχαία (ίσως και γιατί η Μόσχα δεν μας κακοσυνηθίζει από ήλιο) μέσα στη μέση στο δρόμο, στον ήλιο. Ο σύντροφος, σκάζοντας στα γέλια, μου λέει: 

Σα Ρωμιός περπατάς! Και μου εξήγησε, ότι στην Οντέσσα έχει μείνει πια στο στόμα του λαού η φράση αυτή από τον καιρό της επέμβασης. Γιατί οι Ρωμιοί, ιδίως οι αξιωματικοί, απέφευγαν σαν το διάολο να περπατήσουν πλάι στον τοίχο. Πότε μια σφαίρα, μια γλάστρα, ένα σιδερικό τους ερχόταν στο κεφάλι και τους ξάπλωνε στον τόπο – αδιάψευστο δείγμα της μεγάλης ευγνωμοσύνης του ρωσικού λαού προς τους «πολιτισμένους ελευθερωτές» του. 

Και όταν κάποτε διάβασα στη Στρατιωτική και Ναυτική Εγκυκλοπαίδεια (περιοδικό των ελληνικών γενικών επιτελείων) την Ιστορία της Ουκρανικής Εκστρατείας, γραμμένη από τον ίδιο τον στρατηγό Νίδερ (καλά θα κάνει ο Ρίζος να δημοσιεύσει μερικά πολύ διδακτικά αποσπάσματα), εύρισκα διασκεδαστική την απελπισία του μεγάλου καραβανά, που διαβεβαιώνει πως συναντούσαν παντού – στα τραίνα, στις πόλεις, στα λιμάνια, στα χωριά – μα παντού «μπολσεβίκους», μυριάδες ατελείωτες, που τους πέταξαν στα γρήγορα στη θάλασσα. 

Μα πώς έφεραν οι «πολιτισμένοι» επιδρομείς την τάξη και εσωτερική γαλήνη στον ξένο τόπο; Πλιατσικολογώντας αισχρά στη ράχη του φτωχού και πεινασμένου ντόπιου λαού και οργιάζοντας με τις μεγάλες κυρίες της ρωσικής αριστοκρατίας και μπουρζουαζίας – το τελευταίο γλέντι πριν να βρουν σε λίγο τη θέση που τους άρμοζε μέσα στα μπορντέλα και στα καφέ σαντάν της Πόλης της Αθήνας και της Δυτικής Ευρώπης… 

Μα οι ήρωες Έλληνες αξιωματικοί πριν εγκαταλείψουν πανικόβλητοι και κουβαλώντας μαζί τους ανοικτά το πλιάτσικο στα κεφάλια (μαντολίνα, ραπτομηχανές, ρουχικά και γουναρικά, χρυσαφικά και ό,τι πιάσει η απόχη των απογόνων του Κολοκοτρώνη και του Οδυσσέα Ανδρούτσου) έγραψαν την πιο βρώμικη σελίδα στην ιστορία της ελληνικής μπουρζουαζίας και του μιλιταρισμού της. 

Όταν, πολύ πριν φανεί ο τακτικός κόκκινος στρατός στη Χερσώνα πλησίαζαν οι κόκκινοι αντάρτες (παρτιζάνοι του αταμάνου Γρηγόριεφ, ασύνταχτοι, με ελάχιστα πολεμοφόδια και πολεμική πείρα), ο τακτικός ελληνικός στρατός θεώρησε πιο σωστό να το βάλει στα πόδια. Και να σκεφτεί κανένας, πως οι αξιωματικοί είχαν πριν – στα σίγουρα! – την αφέλεια και το θράσος να βγάλουν μια ημερήσια διαταγή (σώζεται στο μουσείο της Χερσώνας), όπου έλεγαν ότι ο ελληνικός στρατός στη Χερσώνα θα γράψει νέες ένδοξες σελίδες στην ελληνική ιστορία, αντάξιες του αγώνα των Θερμοπυλών!!! 

Και να πώς την έγραψαν: Λυσσασμένοι από το κακό τους και τον φόβο τους μπρος στους παρτιζάνους του Γρηγόριεφ, μάζεψαν με το στανιό την τελευταία μέρα (9 του Μάρτη 1919 το απόγευμα) από τους δρόμους και τα σπίτια ΟΠΟΙΟ ΕΒΡΙΣΚΑΝ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥΣ, ιδίως γυναίκες, γέρους και παιδιά. Στη Χερσώνα με διαβεβαίωσαν οι Γραικοί ότι ΥΠΗΡΧΑΝ ΚΑΙ ΝΤΟΠΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ μέσα σ’ αυτούς που μάζεψαν, ονόματα δεν μπόρεσα να βρω. 

Τους κουβάλησαν σαν κοπάδι κάτω στο λιμάνι και τους έκλεισαν σαν πρόβατα μέσα σε μια μεγάλη αποθήκη, το ιστορικό ΑΜΠΑΡΙ. Κάπου 2.000 ανθρώπους έκλεισαν έτσι μέσα, μαντάλωσαν καλά απ’ έξω τις πόρτες κι έστησαν και πολυβόλα τριγύρω, για να μη τολμήσουν και σπάσουν τις πόρτες για να βγουν. Οι κλεισμένοι, αλαφιασμένοι από τον φόβο τους περίμεναν ίσαμε τις οκτώ το βράδυ. Ως τότε είχε τελειώσει η κανονική επιβίβαση ολόκληρου του ελληνικού στρατού. Αλλά μόλις τελείωσε, έγινε το απίστευτο κακό. Οι Έλληνες αξιωματικοί, με μια θηριωδία αντάξια του κυνισμού του Βενιζέλου και των καπιταλιστών που τους έστειλαν στην Ουκρανία, διέταξαν το σύντονο βομβαρδισμό του Αμπαριού από τα πολεμικά καράβια. 

Από τον θρήνο και τον οδυρμό των μανταλωμένων βούιζε όλη η Χερσώνα. Η ξύλινη παράγκα πήρα φωτιά, οι κλεισμένοι μέσα καίγονταν ζωντανοί και μονάχα με μια τελευταία απελπισμένη προσπάθεια, πατώντας πάνω σε πτώματα και σε καρβουνιασμένους ανθρώπους μπόρεσαν ν’ ανοίξουν μια έξοδο μέσα από τα φλεγόμενα ξύλα της παράγκας και να βγουν. Οι Έλληνες αξιωματικοί πάνω στα σίγουρα καράβια τους παρακολουθούσαν με νερώνεια ευχαρίστηση πώς γραφόταν αυτή η «αντάξια των Θερμοπυλών» σελίδα της ελληνικής ιστορίας… Από τους κλεισμένους στο Αμπάρι 500 έμειναν στον τόπο και μονάχα για 85 από αυτούς μπόρεσε να διαπιστωθεί η ταυτότητα. Οι άλλοι έγιναν κάρβουνο. Η παράγκα καιγόταν ίσαμε τα μεσάνυχτα, η ανθρώπινη κνίσα έφτανε ίσαμε τα ελληνικά καράβια, το ίδιο και ο σπαραγμός των σωσμένων, που μισοκαμένοι, πληγωμένοι, κομματιασμένοι σέρνονταν μέσα από τις φλόγες έξω από την παράγκα. 

Στο μουσείο της Χερσώνας υπάρχουν ανατριχιαστικές φωτογραφίες των καμένων και των πληγωμένων και απάνω – απάνω η ιστορική ημερήσια διαταγή των απογόνων των Θερμοπυλών. Όταν ήμουν στο μουσείο αυτό, μια μεγάλη μερίδα από πιονιέρηδες άκουγε με δακρυσμένα μάτια το μάθημα που τους έκανε η αρχηγίνα τους, μια νέα κομσομόλα δεκαοκτώ χρονών. Αφουγκράστηκα προσεκτικά. Ούτε μια φορά δεν τους είπε μονάχη τη λέξη «Έλληνες», αλλά πάντοτε «οι Έλληνες κεφαλαιοκράτες, οι Έλληνες μιλιταριστές, η Αντάντ». Και όταν τελείωσε, είπε: «Οι Έλληνες εργάτες δεν θα ξαναφήσουν τους αξιωματικούς τους να ξανάρθουν και να μας ξανακάνουν τα ίδια. Θα κάνουν ό,τι έκαναν και οι Γάλλοι ναύτες στη Σεβαστούπολη και στην Οντέσσα. Θα γυρίσουν τα όπλα κατά των αξιωματικών τους και θα ενωθούν μαζί μας.» 

Ας κάνουμε και εμείς το ίδιο που κάνει η κομσομόλα με τους μικρούς πιονιέρους της. Ας εκλαϊκεύσουμε μέσα στους φαντάρους και τους ναύτες μας, μέσα σε όλο τον εργαζόμενο λαό, τη θλιβερή και θηριώδη ιστορία της αντισοβιετικής επέμβασης του 1919. Ας κάνουμε γνωστή σε κάθε εργαζόμενο την ηρωική εξέγερση των Γάλλων ναυτών, που βοήθησε τόσο πολύ την Οχτωβριανή Επανάσταση, βάζοντας τέλος στην Ουκρανική επέμβαση. ΚΙ ΑΣ ΕΤΟΙΜΑΣΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΝΑ ΞΕΠΛΥΝΟΥΝ ΤΟ ΑΙΣΧΟΣ ΤΗΣ ΑΤΙΜΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΚΗΣ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ.»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου