Την 1η Οκτωβρίου, η αυτονομιστική κυβέρνηση της Καταλονίας συγκαλεί ένα μη δεσμευτικό δημοψήφισμα για το αν η περιοχή θα πρέπει να κηρυχθεί ως ανεξάρτητο έθνος από την Ισπανία [2]. Αυτό ακολουθεί τη νίκη των καταλανικών εθνικιστικών δυνάμεων στις περιφερειακές εκλογές του 2015, που για πρώτη φορά στην ιστορία της Καταλονίας έφεραν στην εξουσία έναν συνασπισμό πολιτικών κομμάτων που απαιτούσε πλήρη ανεξαρτησία [3]. Με την διακήρυξη της νίκης, ο πρωθυπουργός της Καταλονίας Κάρλες Πουτζδεμόν (Carles Puigdemont) ανακοίνωσε ότι ήταν πρόθεσή του να επιδιώξει την ίδρυση της «Δημοκρατίας της Καταλονίας».
Άνθρωποι κρατούν καταλανικές αποσχιστικές σημαίες γνωστές ως Esteladas σε συγκέντρωση που σηματοδοτεί την Ημέρα της Καταλονίας, Diada, στο κέντρο της Βαρκελώνης, τον Σεπτέμβριο του 2016. ALBERT GEA / REUTERS
------------------------------------------------------------------
Εάν επιτύχει, η κίνηση της Καταλονίας προς την ανεξαρτησία της θα αλλάξει δραματικά την γεωγραφία του Βασιλείου της Ισπανίας, μιας χώρας που βασικά υπάρχει με την τρέχουσα διαμόρφωσή της από το 1492, με το γάμο της Βασίλισσας Ισαβέλλας της Καστίλλης και του Φερδινάνδου της Αραγονίας (ένα βασίλειο που περιλάμβανε το Πριγκιπάτο της Καταλονίας), παγκοσμίως γνωστοί ως «Καθολικοί Μονάρχες» (Catholic Monarchs). Θα μειώσει επίσης σημαντικά την Ισπανία ως εθνικό κράτος: Η Καταλονία αποτελεί το 16% του ισπανικού πληθυσμού και αντιπροσωπεύει το 20% του ΑΕΠ της.
Τέλος, μια ανεξάρτητη Καταλονία θα μεταμόρφωνε το πολιτικό τοπίο της Δυτικής Ευρώπης, με την δημιουργία ενός νέου, μεσαίου μεγέθους κράτους, το οποίο θα ήταν ανάμεσα στην Ισπανία και την Γαλλία, να μην πούμε τίποτα για την ενθάρρυνση των άλλων αποκαλούμενων ανιθαγενών εθνών στην Ευρώπη που επιδιώκουν την ανεξαρτησία τους, κυρίως την Σκωτία , της οποίας η προσπάθεια για ανεξαρτησία απέτυχε να απογειωθεί το 2015. Περιττό να πούμε ότι η καταλανική ανεξαρτησία θα ήταν βαρυσήματη.
ΤΑ ΕΜΠΟΔΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
Ωστόσο, κανείς δεν πρέπει να περιμένει την καταλανική ανεξαρτησία σύντομα, , ακόμη και αν το δημοψήφισμα φέρει μια αποφασιστική νίκη στο κίνημα ανεξαρτησίας. Πρώτον, δεν είναι ξεκάθαρο ότι το κίνημα έχει την υποστήριξη που χρειάζεται για να κερδίσει το δημοψήφισμα, πολύ λιγότερο για να αναλάβει τις μακρές διαπραγματεύσεις με την Μαδρίτη που θα συνεπάγονταν μια ομαλή απόσχιση. Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη δημοσκόπηση [4] από την κορυφαία εφημερίδα της Ισπανίας El País, μια σαφής πλειοψηφία των Καταλανών προτιμά η περιοχή να έχει το δικαίωμα να καθορίσει το πολιτικό της μέλλον, αλλά λιγότεροι υποστηρίζουν την αποσύνδεση των σχέσεών της με την Ισπανία από όσους θέλουν να παραμείνει εντός αυτής.
Η στήριξη για την ανεξαρτησία είναι πιο αδύναμη στην Βαρκελώνη, την πρωτεύουσα της Καταλονίας, η οποία φιλοξενεί εκατοντάδες χιλιάδες μη Καταλανούς, όπως και Ισπανούς γεννημένους στο εξωτερικό, από την Λατινική Αμερική, την Βόρεια Αφρική και άλλα μέρη της Ευρώπης. Για πολλούς από αυτούς, η προοπτική μιας ανεξάρτητης Καταλονίας είναι μάλλον ανησυχητική. Πολλοί φοβούνται την έλευση ενός κύματος ξενοφοβίας˙ τουλάχιστον, πολλοί αναμένουν την καταστολή της μετανάστευσης. Η στήριξη για την ανεξαρτησία είναι επίσης χλιαρή στους επιχειρηματικούς ηγέτες της Βαρκελώνης, πολλοί από τους οποίους έχουν σοβαρές αμφιβολίες ότι η περιοχή μπορεί να επιβιώσει οικονομικά από μόνη της. Φοβούνται επίσης το κόστος που θα μπορούσε να δημιουργήσει η κρίση στην τουριστική βιομηχανία, ειδικά εάν ξεσπάσει βία μετά το δημοψήφισμα. Όλα αυτά είναι ειρωνικά, δεδομένου ότι οι υποστηρικτές εμφανίζουν την ανάδυση της Βαρκελώνης ως παγκόσμια πόλη σαν μέρος της λογικής υπέρ της καταλανικής ανεξαρτησίας.
Το πιο σημαντικό [εμπόδιο] είναι ότι το καταλανικό δημοψήφισμα δεν αναγνωρίζεται από την κεντρική κυβέρνηση της Μαδρίτης. Από αυτή την άποψη, διαφέρει σημαντικά από παρόμοια δημοψηφίσματα που διεξήχθησαν σε άλλες αυτονομιστικές περιοχές, όπως στην Σκωτία και το Κεμπέκ. Στην πραγματικότητα, το δημοψήφισμα είναι παράνομο σύμφωνα με το ισπανικό Σύνταγμα. Το Άρθρο Δύο κάνει συγκεκριμένη αναφορά στον «αδιαίρετο» χαρακτήρα του ισπανικού κράτους, ένα σημείο το οποίο ανέφερε το ισπανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας, όταν αποφάσισε ότι το δημοψήφισμα είναι αντισυνταγματικό. Η παρανομία του δημοψηφίσματος καθιστά το αποτέλεσμά του εξαιρετικά ύποπτο. Ένα προηγούμενο μη δεσμευτικό δημοψήφισμα τον Νοέμβριο του 2014, το οποίο διαφημίστηκε από υποστηρικτές της ανεξαρτησίας ως «δοκιμαστικό μπαλόνι», δεν πήγε πουθενά. Συγκέντρωσε περίπου 80% έγκριση για την ανεξαρτησία, αλλά λίγοι έλαβαν αυτό το αποτέλεσμα στα σοβαρά, καθώς εμφανίστηκαν για να ψηφίσουν κυρίως μόνο όσοι ευνοούσαν την ανεξαρτησία. (Συμμετείχε λιγότερο από το 40% από εκείνους που δικαιούντο να ψηφίσουν). Αυτό το νέο δημοψήφισμα θα μπορούσε να έχει παρόμοια μοίρα.
ΜΙΑ ΚΡΙΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΔΡΙΤΗ;
Ωστόσο, τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι το καταλανικό δημοψήφισμα είναι ασήμαντο –το αντίθετο. Τα διακυβεύματα είναι υψηλότερα για την κυβέρνηση του πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι, του Συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (PP). Μετά από δύο πρόσφατες εθνικές εκλογές που δεν κατέληξαν σε [ξεκάθαρο] αποτέλεσμα, η λαβή του Ραχόι στην εξουσία στην Μαδρίτη είναι μάλλον αδύναμη. Μια ευνοϊκή ψήφος για την ανεξαρτησία θα μπορούσε ενδεχομένως να οδηγήσει στην κατάρρευση της κυβέρνησής του είτε με την πυροδότηση μιας ψηφοφορίας μη εμπιστοσύνης από το ίδιο το κόμμα του είτε, πιθανότατα, με την αποχώρηση από τον συνασπισμό του των Cuidadanos, ή «Πολίτες», ένα καταλανικό κόμμα που αντιτίθεται σθεναρά στην καταλανική ανεξαρτησία.
Το λιγότερο, η ψήφος υπέρ της ανεξαρτησίας θα αποδυναμώσει την κυβέρνηση του Rajoy ενισχύοντας τις επιθέσεις από την κοινοβουλευτική αντιπολίτευση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (PSOE). Αν και οι βουλευτές του PSOE αντιτίθενται επίσης στο καταλανικό δημοψήφισμα, δεν είναι ιδιαίτερα πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Rajoy να βρει μια διέξοδο από την κρίση, η οποία ελπίζουν ότι θα τους επιτρέψει να αναλάβουν τον έλεγχο της κυβέρνησης. Το PSOE ήταν στην εξουσία για τελευταία φορά από το 2004 έως το 2011. Κατά την διάρκεια εκείνης της περιόδου, το 2008, το κόμμα απέτρεψε την απειλή για ένα βασκικό δημοψήφισμα ανεξαρτησίας. Όπως και με το καταλανικό δημοψήφισμα, το Συνταγματικό Δικαστήριο κήρυξε αντισυνταγματικό το δημοψήφισμα των Βάσκων. Οι Βάσκοι υπέβαλαν έφεση ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υποστηρίζοντας ότι είχε παραβιαστεί το δικαίωμά τους για αυτοδιάθεση, αλλά ήταν ανεπιτυχείς.
Οι προοπτικές ότι ο Rajoy θα πληρώσει κάποιο αντίτιμο για το δημοψήφισμα, ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, ενισχύονται από το ότι ο ίδιος έκανε κακή διαχείριση της κρίσης. Η αντίδρασή του στο καταλανικό δημοψήφισμα ξακίνησε από το να το αγνοεί και πήγε μέχρι την απελπισμένη προσπάθεια να αναγκάσει την καταλανική κυβέρνηση να το ανακαλέσει. Αρχικά, αγνοούσε τις εκκλήσεις των μετριοπαθών ομάδων του καταλανικού εθνικιστικού κινήματος να διαπραγματευτούν περισσότερη αυτονομία για την περιοχή, ειδικά στο θέμα των οικονομικών. Οι Καταλανοί παραπονιούνται παραδοσιακά ότι πρέπει να έχουν μεγαλύτερο λόγο σχετικά με τους φόρους που εισπράττει η Μαδρίτη από την Καταλονία και ότι συμβάλλουν περισσότερο στον κρατικό προϋπολογισμό από όσο παίρνουν πίσω ως ανταπόδοση από την Μαδρίτη. Οι κατηγορίες αυτές ήταν στο επίκεντρο του Νέας Χάρτας Αυτονομίας, μια δήλωση που ενέκριναν οι Καταλανοί ψηφοφόροι το 2006 που αναφερόταν στην Καταλονία ως «έθνος» και έκαναν έκκληση για μεγαλύτερη οικονομική αυτονομία στην περιοχή, μεταξύ άλλων απαιτήσεων για μεγαλύτερη ελευθερία από την Μαδρίτη.
Το 2015, αφού η κυβέρνηση της Καταλονίας προώθησε τα σχέδιά της για δημοψήφισμα, ο Rajoy πήγε στο Συνταγματικό Δικαστήριο για να ελέγξει την συνταγματικότητα του δημοψηφίσματος. Κέρδισε στο δικαστήριο αλλά έχασε την μάχη στους δρόμους. Η απόφαση του Δικαστηρίου ότι το δημοψήφισμα ήταν αντισυνταγματικό προκάλεσε τεράστιες διαμαρτυρίες σε όλη την Καταλονία και επέτρεψε στους Καταλανούς αυτονομιστές να διατυπώσουν το ζήτημα ως το βασικό δικαίωμα όλων των λαών στην αυτοδιάθεση. Ειδικότερα, η απόφαση επέτρεψε στους Καταλανούς εθνικιστές να ισχυριστούν ψευδώς ότι η βούληση του λαού είχε αγνοηθεί και ότι η αυτοδιαχείριση δεν μπορούσε να ενισχυθεί μέσα από το σημερινό σύστημα περιφερειακής αυτοδιοίκησης.
Σε μια προσπάθεια εκφοβισμού της καταλανικής κυβέρνησης, η κυβέρνηση Rajoy απείλησε με ποινή φυλάκισης κάθε δημόσιο υπάλληλο που διευκολύνει το δημοψήφισμα. Ο γενικός εισαγγελέας της Ισπανίας, José Manuel Maza, δεν απέκλεισε την σύλληψη του Puigdemont, είτε πριν είτε μετά την ψηφοφορία, στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης καταστολής του δημοψηφίσματος. Και ο ίδιος ο Rajoy ήταν αμφίθυμος για το αν έπρεπε να επικαλεστεί το άρθρο 155 του ισπανικού Συντάγματος, το οποίο επιτρέπει στην Μαδρίτη να αναστείλει την χάρτα ανεξαρτησίας οποιασδήποτε περιοχής εάν θέτει «σοβαρή απειλή» στην εθνική ασφάλεια.
Όπως είναι αναμενόμενο, οι Καταλανοί αυτονομιστές δεν έχασαν καθόλου χρόνοι για να χαρακτηρίσουν την υπέρβαση του Rajoy ως ότι θυμίζει τις προσπάθειες του δικτατορικού καθεστώτος του Generalissimo Francisco Franco που ήταν στην εξουσία από το τέλος του ισπανικού εμφυλίου πολέμου το 1939 μέχρι τον θάνατο του Φράνκο από φυσικές αιτίες το 1975, για την καταστολή των περιφερειακών διακρίσεων της Ισπανίας. Υπό τις πολιτικές πολιτισμικής ομοιογένειας του Franco, η καταλανική γλώσσα, η σημαία και η εθνική εορτή, η Diada, απαγορεύτηκαν. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για άλλες αποσχιστικές περιοχές της Ισπανίας, κυρίως την Χώρα των Βάσκων.
Λιγότερο φανερό είναι ότι ο Rajoy απέτυχε παταγωδώς να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες και τα ρήγματα μέσα στο κίνημα ανεξαρτησίας της Καταλανίας. Από την πλευρά του υπήρξε πολύ λίγη στρατηγική του τύπου «διαίρει και βασίλευε». Παρά τις εικόνες μεγάλου αριθμού ανθρώπων στην κεντρική πλατεία της Βαρκελώνης να απαιτούν ανεξαρτησία από την Ισπανία που κυκλοφόρησαν στα διεθνή μέσα ενημέρωσης, το κίνημα ανεξαρτησίας της Καταλανίας απέχει πολύ από το να είναι μια ισχυρή και συνεκτική δύναμη. Σε αντίθεση με την κατάσταση στην Χώρα των Βάσκων, όπου η αναζήτηση της βασκικής ανεξαρτησίας έχει προκαλέσει αιματοχυσία -από τα τέλη της δεκαετίας του 1950- που έχει στοιχίσει την ζωή περίπου 1.000 ανθρώπων, η πλειοψηφία των οποίων σκοτώθηκε από την τρομοκρατική οργάνωση ΕΤΑ, το καταλανικό εθνικιστικό κίνημα παραδοσιακά κυριαρχείτο από μετριοπαθείς και ρεαλιστές ηγέτες.
Ο Jordi Pujol, ο ιδρυτής του σύγχρονου καταλανικού εθνικιστικού κινήματος, προσπάθησε να τονίσει τις φιλοδοξίες της Καταλονίας για τοπική εξουσία, σε αντίθεση με την ανεξαρτησία. Υποστήριξε επίσης την ιδέα της «Ευρώπης των Περιφερειών», ενός κινήματος που προωθεί την περιφερειακή αυτοδιοίκηση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όχι την απόσχιση. Ο Pujol άνοιξε το δρόμο για άλλους Καταλανούς εθνικιστές ηγέτες όπως ο Artur Mas, ο πρωθυπουργός της Καταλονίας που προσπάθησε με ελάχιστη επιτυχία να αναγκάσει την Μαδρίτη να αποδεχθεί τις διατάξεις της Νέας Χάρτας Αυτονομίας μεταξύ του 2010 και του 2015. Ο Rajoy απομάκρυνε τον Mas με το να απορρίψει το να διαπραγματευθεί ένα νέο σύστημα χρηματοδότησης για την περιοχή καθώς και έναν μακρύ κατάλογο αιτημάτων που περιελάμβαναν κρατικές επενδύσεις στην Καταλονία.
Όπως αποκαλύπτεται, ακόμη και οι ίδιοι οι σύμμαχοι του Rajoy τον επέκριναν για την απροθυμία του να διαπραγματευτεί με τους Καταλανούς. Η πιο αιχμηρή κριτική προέρχεται από τον ηγέτη του Cuidadanos, τον Albert Rivera, ο οποίος τον περασμένο Μάρτιο κατηγόρησε τον Rajoy ότι «εγκατέλειψε την Καταλονία επειδή δεν θέλει να μιλήσει με τον Καταλανό πρόεδρο». Σύμφωνα με τις παραδοσιακές καταλανικές εθνικιστικές απόψεις, ο Rivera πιστεύει ότι ο καταλανικός λαός επιδιώκει μεγαλύτερο έλεγχο των καθημερινών υποθέσεών του μέσα στην Ισπανία, παρά την ανεξαρτησία του από την Ισπανία.
Επιπλέον, ο συνασπισμός υπέρ της ανεξαρτησίας, Junts pel si («Μαζί για το ναι»), είναι ένας πολύ εύθραυστος συνασπισμός συντηρητικών, αριστερών δημοκρατών και αντικαπιταλιστών που είναι ενωμένοι μόνο στην επιθυμία τους να δουν μια ανεξάρτητη Καταλονία. Ο έλεγχός του επί της περιφερειακής κυβέρνησης της Καταλανίας είναι ακόμα πιο αδύναμος από τον έλεγχο του Rajoy στην διοίκηση της Μαδρίτης. Ο Puigdemont, ο οποίος κατάγεται από την Χιρόνα, την πιο έντονα υπέρ της ανεξαρτησίας εκ των τεσσάρων επαρχιών της Καταλονίας, ήταν ικανός να σχηματίσει μια καταλανική κυβέρνηση μόνο αφού έλαβε την υποστήριξη της «Υποψηφιότητας της Λαϊκής Ενότητας», ενός μικρού αριστερού κόμματος, του οποίου η ριζοσπαστική οικονομική πλατφόρμα έχει πολύ λίγα να κάνει με εκείνη του καταλανικού εθνικιστικού κόμματος «Σύγκλιση και Ένωση», που τείνει να είναι οικονομικά αρκετά συντηρητικό. Και μόνο την τελευταία στιγμή ο συνασπισμός αυτός πραγματοποιήθηκε τελικά.
ΜΙΑ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΛΥΣΗ
Οτιδήποτε κι αν συμβεί την 1η Οκτωβρίου, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα προκαλέσει καμία ουσιαστική αντίδραση από την Μαδρίτη. Η διοίκηση του Rajoy πιθανώς θα επιτεθεί στη νομιμότητα του αποτελέσματος, ειδικά αν είναι θετικό για τις αυτονομιστικές δυνάμεις, αξιοποιώντας αρκετές αμφιλεγόμενες πτυχές του δημοψηφίσματος που υπερβαίνουν την βασική του παρανομία. Σχεδιασμένο μονομερώς από την καταλανική κυβέρνηση, το δημοψήφισμα δεν απαιτεί να ισχύει ένα ελάχιστο επίπεδο συμμετοχής των ψηφοφόρων. Ισχυρίζεται επίσης ότι οποιοδήποτε αποτέλεσμα άνω του 50% των ψήφων υπέρ του «ναι» θα αρκεί για να δηλωθεί η ανεξαρτησία.
Αλλά η κρίση θα συνεχιστεί, πράγμα που εγείρει το ερώτημα του πώς θα μπορούσε να επιλυθεί τα επόμενα χρόνια. Η ανεξαρτησία είναι σίγουρα μια επιλογή, αλλά είναι απομακρυσμένη, δεδομένου ότι είναι απίθανο η Μαδρίτη να συμφωνήσει ποτέ σε αυτήν. Επιπλέον, η διεθνής υποστήριξη για την καταλανική ανεξαρτησία είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Χωρίς να προσβάλει τους Καταλανούς, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέστησε σαφές ότι η αποδοχή μιας ανεξάρτητης Καταλονίας στην ΕΕ δεν είναι δεδομένη. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ, σημείωσε [7] ότι «αν υπερισχύσει το “ναι” υπέρ της καταλανικής ανεξαρτησίας, τότε θα σεβαστούμε αυτήν την γνώμη, αλλά η Καταλονία δεν θα είναι σε θέση να είναι μέλος της ΕΕ την επόμενη ημέρα μετά από μια τέτοια ψηφοφορία». Η κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ήταν πιο αποφασισμένη να αντιταχθεί στην καταλανική ανεξαρτησία. Σε μια κοινή συνέντευξη τύπου στον Λευκό Οίκο στις 26 Σεπτεμβρίου με τον Rajoy, ο Trump δήλωσε [8]: «Νομίζω ότι η Ισπανία είναι μια μεγάλη χώρα και πρέπει να παραμείνει ενωμένη. Έχουμε να κάνουμε με μια σπουδαία χώρα και πρέπει να παραμείνει ενωμένη».
Ένα πιο πιθανό σενάριο, ιδίως στο πλαίσιο μιας νέας κυβέρνησης στη Μαδρίτη και μιας λιγότερο αδιάλλακτης ηγεσίας στην Καταλονία, είναι ότι οι κύριοι ενδιαφερόμενοι θα πάνε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για να διαπραγματευτούν μια συμφωνία αυτονομίας για την Καταλονία, η οποία θα ενσωματώνει ένα νέο σχέδιο χρηματοδότησης. Η λύση αυτή δεν θα κατευνάσει τους ακραιφνείς αποσχιστές, αλλά θα υποβαθμίσει την βασική υπόθεση της συμμαχίας υπέρ της ανεξαρτησίας, ότι δεν είναι δυνατή περισσότερη αυτονομία για την Καταλονία στο σημερινό σύστημα περιφερειακής αυτονομίας. Μια πιο ριζοσπαστική λύση θα ήταν να συγκεντρώσει η πολιτική τάξη της Ισπανίας την πολιτική βούληση να μετακινήσει το έθνος προς την κατεύθυνση του πλήρους ομοσπονδιακού συστήματος. Αυτός είναι ένας ανηφορικός αγώνας, σίγουρα.
Ο φεντεραλισμός είναι κάτι σαν το κουτί της Πανδώρας στην Ισπανία˙ οι προηγούμενες απόπειρες ομοσπονδοποίησης της Ισπανίας τον 19ο αιώνα και κατά την διάρκεια των χρόνων του μεσοπολέμου οδήγησαν σε χάος και εμφύλιο πόλεμο. Πράγματι, η πίεση της Καταλονίας για πολιτική αυτονομία ήταν ένας από τους παράγοντες που προκάλεσαν τον εμφύλιο πόλεμο. Επιπλέον, η ομοσπονδία, η οποία θα συνεπαγόταν την παροχή ίδιας αυτονομίας και στις 17 περιφέρειες της Ισπανίας, καθώς και η περικοπή της εξουσίας της κεντρικής κυβέρνησης στη Μαδρίτη, θα απαιτούσε τροποποίηση του ισπανικού Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει την κατάτμηση της χώρας σε ομοσπονδιακά κράτη.
Δεν είναι σαν η χώρα να μην έχει μεταρρυθμίσει το Σύνταγμά της και παλιότερα, ωστόσο. Την τελευταία φορά που τα μεγάλα πολιτικά κόμματα συμφώνησαν σε μια συνταγματική τροποποίηση ήταν μόλις το 2011, όταν εισήχθη το ανώτατο όριο στις δημόσιες δαπάνες με στόχο την αποκατάσταση της οικονομικής σταθερότητας κατά την διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Σίγουρα, η διατήρηση του έθνους σε ειρήνη με τον εαυτό του, είναι εξίσου σημαντική με το να διατηρείται οικονομικά σταθερό.
Copyright © 2017 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Σύνδεσμοι:
Μπορείτε να ακολουθείτε το «Foreign Affairs, The Hellenic Edition» στο TWITTER στην διεύθυνση www.twitter.com/foreigngr αλλά και στο FACEBOOK, στην διεύθυνση www.facebook.com/ForeignAffairs.gr και στο linkedin στην διεύθυνση https://www.linkedin.com/company/foreign-affairs-the-hellenic-edition
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου