"Ο μαρξισμός είναι ένας θεωρητικός
πύραυλος,
του οποίου η αποστολή είναι να ανατινάξει,
μέσω της ταξικής πάλης,
όλα αυτά τα σκατά".
K. Marx
Τον τελευταίο καιρό όλοι παρακολουθούμε τα γεγονότα στην Καταλονία, όπου
οι εξελίξεις γύρω από το αίτημα της ανεξαρτησίας έχουν επιταχυνθεί. Ως προς το
ζήτημα, έχει υπάρξει μια πληθώρα αναλύσεων, συνεπώς κρίνουμε ότι έχει νόημα να
δούμε τα γεγονότα, τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων και να προσπαθήσουμε να
βγάλουμε κάποια συμπεράσματα, τόσο για όσα συμβαίνουν εκεί, όσο και για την
πρόσληψή τους εδώ.
Πολιτικό-οικονομικό
πλαίσιο
Στην Καταλονία αυτή τη στιγμή κυβερνά ο συνασπισμός του δεξιού CiU με το
αριστερό ERC και την ψήφο εμπιστοσύνης του αντικαπιταλιστικού CUP. Το μεν CiU,
μαζί με τo ERC και άλλα κόμματα είχαν προσπαθήσει στο παρελθόν να περάσουν τη
διοικητική αυτονομία της Καταλονίας[1]
με τη στήριξη της τότε κυβέρνησης Θαπατέρο, σχέδιο που ναυάγησε με την ανάληψη
της κυβέρνησης από τον Ραχόι. Έχοντας, χωρίς επιτυχία, προσπαθήσει να
διαπραγματευτεί με τον τελευταίο για έναν καλύτερο συμβιβασμό μεταξύ
καταλανικής κυβέρνησης και ισπανικού κράτους, έχοντας ταυτόχρονα ψηφίσει μέτρα
λιτότητας κατηγορώντας γι’ αυτά τη Μαδρίτη, αντιλαμβάνεται ότι είναι πολύ
πιθανό να χάσει την εξουσία κι έτσι συμμετέχει στο σχέδιο της
ανεξαρτητοποίησης, του οποίου βασικός εκφραστής για χρόνια ήταν το ERC[2].
Παράλληλα, το CUP, από τη μία δεχόμενο πίεση από το εσωτερικό του και από τον
ευρύτερο κόσμο της αριστεράς (“δε γίνεται να ξαναπάμε σε εκλογές ενώ είναι η
πρώτη φορά που 20 αντικαπιταλιστές είναι στη βουλή”) , δίνει ψήφο εμπιστοσύνης
στο CiU και στον Puigdemont (είχε πρώτα αρνηθεί να δώσει στον προηγούμενο ηγέτη
του CiU, τον διαπλεκόμενο Mas -όχι ότι ο Puigdemont είναι κάτι πολύ
διαφορετικό), από την άλλη, με το μόνιμο εκβιασμό του ότι θα πέσει η κυβέρνηση,
ψήφισε διάφορα αντιδραστικά- νεοφιλελεύθερα νομοσχέδια, όπως αυτό του
προϋπολογισμού της Καταλονίας. Έτσι, διέψευσε τη δήλωση που είχε κάνει όταν
είχε δώσει ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, η οποία ήταν “θα είμαστε μαζί μόνο
μία μέρα, αυτή της ανεξαρτησίας”.
Όλα αυτά λαμβάνουν χώρα ενώ συμπληρώνονται 10 χρόνια οικονομικής κρίσης,
πολιτικών ακραίας λιτότητας, όξυνσης της καταστολής και πολιτικής
αντιπαράθεσης, όπως αυτή εκφράστηκε και στα διάφορα κινήματα των τελευταίων
ετών στην Ισπανία. Παρά τον κυρηγμένο ταξικό πόλεμο, ο οποίος έχει λάβει
αναβαθμισμένα χαρακτηριστικά ακριβώς λόγω της κρίσης, η Καταλονία βιώνει την
αντίφαση της οικονομικής ευρωστίας (αυτά έχουν γραφτεί και αλλού, οπότε δεν θα
τα επαναλάβουμε), με τη Βαρκελώνη, ειδικά, να είναι ένας από τους πιο
πλεονασματικούς δήμους στη χώρα. Υπάρχουν δηλαδή, τεράστιες ανισότητες. Σε
γενικές γραμμές, το αίτημα της ανεξαρτησίας βρίσκει ακροατήριο σε όλες τις
κοινωνικές τάξεις` το μεν κεφάλαιο επιδιώκει λιγότερη φορολογία και δική του
αυτοδιοίκηση (έτσι κι αλλιώς, αυτό ήταν το αίτημά του χρόνια τώρα, η αυτοτέλεια
και αφού σα σχέδιο κατέρρευσε επί Ραχόι, την ζητά πλέον πιο επιθετικά) η δε
εργατική τάξη, επιθυμεί καλύτερους όρους εργασίας και καθημερινότητας,
αντιλαμβανόμενη ότι η μεν δυνατότητα υπάρχει, η ίδια όμως δεν μπορεί να την
απολαύσει. Επιπλέον, η El Pais δημοσίευσε, μια πολύ ενδιαφέρουσα έρευνα
τις παραμονές του δημοψηφίσματος, η οποία είχε γίνει από το Κέντρο Ερευνών
Κοινής Γνώμης της τοπικής καταλανικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με αυτήν, υπέρ της
ανεξαρτησίας είναι όσοι στο ερώτημα σχετικά με το οικογενειακό τους εισόδημα
απάντησαν ότι βγάζουν από 1.800€ και πάνω μηνιαίως[3]
και όσοι περιγραφικά απάντησαν “ζούμε άνετα”[4],
όσοι στο ερώτημα για την εργασιασή τους κατάσταση απάντησαν ότι “εργάζονται στο
δημόσιο τομέα”[5], όσοι
στην ερώτηση σε σχέση με την καταγωγή τους απάντησαν ότι έχουν τουλάχιστον ένα
γονιό Καταλανό, με το πιο υψηλό ποσοστό υπέρ της απόσχισης να εκφράζει όσους
έχουν 4 Καταλανούς παππούδες[6].
Συνεπώς, παρόλο που όπως αναφέρθηκε, υπέρ της ανεξαρτησίας τάσσονται κομμάτια
του συνόλου της καταλανικής κοινωνίας, βλέπουμε ότι ξεκάθαρα και πλειοψηφικά προς
τα εκεί στρέφονται τα κοινωνικά στρώματα που είναι σε οικονομικά καλύτερη
κατάσταση.
“Από ένα σημείο και μετά δεν υπάρχει πλέον επιστροφή.
Αυτό είναι το σημείο που πρέπει να
φτάσουμε”
Franz Kafka
Τα
γεγονότα
Η καταλανική, λοιπόν, βουλή, σε ήρεμο μέχρι πριν ένα μήνα κλίμα, περνά
τους νόμους για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος με τη διαδικασία του
κατεπείγοντος, σε μια χαοτική κοινοβουλευτική συνεδρίαση. Επικοινωνιακά
βγαίνουν αρκετά εύθραυστοι, ακόμα φαίνεται πως θα πάνε στην ψηφοφορία μόνο οι βαθιά
πεισμένοι. Όπως όλος ο κόσμος περίμενε, το Συνταγματικό Δικαστήριο αμέσως
κρίνει αντισυνταγματικό το δημοψήφισμα και ενημερώνει με προσωπικές επιστολές
πάνω από 1.000 δημοσίους υπαλλήλους και στελέχη πως αν προβούν σε συγκεκριμένες
κινήσεις, διαπράττουν έγκλημα. Σύσσωμος ο κρατικός μηχανισμός τίθεται σε κίνηση
προκειμένου να σταματήσει το δημοψήφισμα: από την κατάρτιση δημοσίων καταλόγων
με εκτυπωτήρια, μέχρι μπλοκάρισμα ιστοσελίδων στο Ίντερνετ, είσοδο της
αστυνομίας στα ΜΜΕ που κάνουν προεκλογική προπαγάνδα, συλλήψεις υψηλόβαθμων
κρατικών στελεχών, πολιορκία των γραφείων του CUP. Ταυτόχρονα, παγώνουν όλοι οι
κρατικοί λογαριασμοί εξόδων, οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν ξέρουν αν θα πληρωθούν
στο τέλος του μήνα, έχουν μπλοκαριστεί ακόμα και ερευνητικά προγράμματα που
χρηματοδοτούνται από την ΕΕ- κατάσταση που μας θυμίζει λίγο το κλίμα πριν το
ελληνικό δημοψήφισμα του 2015. Τα οικονομικά της τοπικής κυβέρνησης ήταν πλήρως
διαμεσολαβημένα, όπως με την Τρόικα. Κατά έναν περίεργο τρόπο, η τοπική
κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με τους νόμους που η καταλανική δεξιά είχε
ψηφίσει τα προηγούμενα χρόνια. Και πραγματοποιείται το δημοψήφισμα, με την
απόλυτη αντίθεση του ισπανικού κράτους. Για πρώτη φορά, όσοι τάσσονται με την
ανεξαρτητοποίηση εμφανίζονται στρατιωτικά οργανωμένοι κι όχι σαν κάποια ΜΚΟ. Οι
φωτογραφίες από την κρατική καταστολή από πλευράς της ισπανικής κυβέρνησης
κάνουν διεθνή γύρο, εκθέτοντας τη Μαδρίτη. Το αποτέλεσμα που προκύπτει, είναι
συντριπτικά υπέρ της απόσχισης, ωστόσο μετά από όλα αυτά δεν μπορεί να είναι
καθαρό. Δεν θα μπορούσαμε να ξέρουμε αν θα ήταν το ίδιο ούτε καθαυτό, ούτε ποια
θα ήταν η συμμετοχή υπό διαφορετικές συνθήκες.
Στις 3 του μήνα οργανώνεται γενική απεργία (μίξη γενικής απεργίας και
lock-out, στους εργαζόμενους για την τοπική κυβέρνηση δόθηκε η άδεια να λάβουν
μέρος στην απεργία δίχως να χάσουν το μισθό τους) με πάρα πολύ κόσμο στο δρόμο
και κλίμα που μοιάζει με τους Αγανακτισμένους του 2011: νέος κόσμος, όχι
αναγκαστικά με την ανεξαρτησία, ενάντια στην κυβέρνηση και την καταστολή, δίχως
πολλές εθνικές σημαίες, κλπ. Οι συμμαχίες που μπορούν να προκύψουν από εδώ, τι
στόχους θα έχουν κι αν πρόκειται να έχουν κάποια διάρκεια, παραμένουν άγνωστα.
Η αίσθηση είναι ότι τα πράγματα έχουν φτάσει σε ένα όριο κινητοποίησης, στο
οποίο η καταστολή πια δεν είναι αποτελεσματική (επιστρέφει σε αυτόν που την
εξαπολύει). Μα, από την άλλη πλευρά, το ισπανικό κράτος δεν έχει άλλο όπλο πέρα
από την καταστολή. Προχθές έβγαλε διάγγελμα μέχρι και ο βασιλιάς, το πρώτο για
το ζήτημα, και ξεκαθάρισε ότι θα συνεχίζουν να την εξαπολύουν.
Η κυβέρνηση Ραχόι εφαρμόζει δόγμα μηδενικής ανοχής, ακριβώς γιατί το
αίτημα για ανεξαρτησία έχει τη στήριξη του καταλανικού κεφαλαίου, ακριβώς γιατί
υπάρχουν οι υλικοί όροι, ώστε το αίτημα να λάβει τελικά χώρα. Επιπλέον,
στοχεύει αφενός στο να οικειοποιηθεί όλο το αντιδραστικό ρεύμα στην ισπανική
κοινωνία, αφετέρου στο να καταρρεύσουν οι ενδιάμεσες τοποθετήσεις πάνω στο θέμα
(του σοσιαλδημοκρατικού PSOE, του φιλελεύθερου Ciudadanos, του Podemos, κοκ.).
Τέλος, στο να πιέσει-εκβιάσει την καταλανική κυβέρνηση για το μέχρι πού μπορεί
αυτή να φτάσει και στο να επιλέξει αν θα επιμείνει στη διαπραγμάτευσή της με το
κράτος ή στο αν θα προχωρήσει στα όσα εξήγγειλε όταν ανέλαβε. Επιδιώκει έτσι
και να τους αποδυναμώσει στο εσωτερικό τους (η πιο “μεσοβέζικη” στάση να
συγκρουστεί με την πιο επιθετική), αλλά και να ξεσκεπάσει τον πολιτικό αριβισμό
τους` εξάλλου, μέχρι τα τελευταία γεγονότα, μεγάλο κομμάτι του κόσμου πίστευε
ότι η καταλανική κυβέρνηση δεν θα φτάσει ως το τέρμα. Μιας και αναφερθήκαμε
στον πολιτικό αριβισμό της κυβέρνησης, αξίζει εδώ να παραθέσουμε μια απάντηση σε συνέντευξη του Puigdemont λίγες μέρες πριν την 1η
Οκτώβρη. Όταν ρωτήθηκε ποια είναι η θέση του για το κουρδικό δημοψήφισμα,
απάντησε πως είναι υπέρ του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης όλων των λαών. Στη
συνέχεια, η δημοσιογράφος τον ρώτησε αν θυμόταν τι είχε ψηφίσει όταν τέθηκε το
ζήτημα στην καταλανική βουλή το 2014 και απάντησε ότι δεν θυμόταν. “Είχατε
ψηφίσει όχι”, του θύμισε[7].
Εντούτοις, στο δίπολο, στο αν τελικά θα αποδειχθούν τσαρλατάνοι ή μάρτυρες, το
CiU επέλεξε το δεύτερο.
Είναι όλα πολύ ανοικτά. Κανείς εκ των δύο πόλων δεν μπορεί να προχωρήσει
από μόνος του. Όπως καθόλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, ο καθένας
εξαρτάται από τα λάθη και τις υπερβολές του άλλου, προκειμένου να επιτύχει τους
στόχους του. Η Μαδρίτη δεν έχει καμία διάθεση και καμία ικανότητα για
διαπραγμάτευση, θεωρούν πως με τη νομική- κατασταλτική μηχανή έχουν αρκετά ώστε
να κερδίσουν την παρτίδα και να γελοιοποιήσουν τους ηττημένους. Βραχυπρόθεσμα μπορεί
να είναι και έτσι. Είναι διατεθειμένοι για τα πάντα, πιθανόν να είναι ικανοί να
κατεβάσουν ακόμη και το στρατό στο δρόμο, αν η κατάσταση το απαιτήσει. Η
κατάσταση, προφανώς, δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ έτσι. Είτε θα χαθεί η
επικράτεια, είτε η κατάσταση θα φτάσει στα πρόθυρα της δικτατορίας. Το μέτωπο
που είναι με την απόσχιση, δε χαρακτηρίζεται από τόσο βαθιά ενότητα. Δεν
ξέρουμε μέχρι που είναι διατεθειμένη να φτάσει η τοπική κυβέρνηση αν τυχόν
υπάρξει κάποια άλλη προσφορά. Το ζήτημα είναι ότι με την κατάσταση, όπως αυτή
έχει διαμορφωθεί, έχουν κινητοποιηθεί οι πάντες, προκειμένου να υπερασπιστούν
ακόμη και τις πιο βασικές ελευθερίες.
"Όπως σκέφτονται οι κύριοι,
δεν έχω από που να πιαστώ:
αν εμένα με σκοτώνουν είναι ειρήνη,
μα είναι πόλεμος το να υπερασπίζομαι τον εαυτό μου”
Alfonso Sastre
Και
τώρα τι;
Η ακραία καταστολή πριν και μετά το
δημοψήφισμα, το κλίμα τρομοκρατίας στην Καταλονία τις τελευταίες εβδομάδες
κινούμενο από τον πολιτικό μανιχαϊσμό της Μαδρίτης, ανάγκασε το σύνολο της
κοινωνίας να τοποθετηθεί επί του ζητήματος, όχι αναγκαστικά υπέρ του “ναι” ή
του “όχι”. Έχουμε πια υπερβεί το σημείο συζήτησης που έχει να κάνει με το κατά
πόσον υπάρχουν πραγματικά ή μη επιχειρήματα για την ενότητα της Ισπανίας ή για
την ανεξαρτησία της Καταλονίας, δε χρειάζεται ούτε να ανατρέξουμε στο τέλος του
πολέμου της διαδοχής στην Ισπανία το 1714 και τη μετάβασή της από ένωση
διαφορετικών κρατών σε συγκεντροποιημένο βασίλειο, ούτε στη νεότερη ιστορία.
Όταν εφαρμόζονται “ο Νόμος και η Τάξη” ακόμα και όσοι σωπάσαμε το προηγούμενο
διάστημα, αναγκαζόμαστε να πάρουμε θέση. Η δική μας θα είναι πάντα ενάντια με
αυτούς που θέλουν ν’ αποκαταστήσουν την τάξη` όπως έλεγε και ένα σύνθημα των
επαναστάσεων του 1848 “Η νομιμότητα μας σκοτώνει”.
Η κρίση του ισπανικού έθνους- κράτους μας έχει, αυτή τη στιγμή,
παγιδέψει σε μια διαμάχη μεταξύ δύο πόλων, ο ένας εκ των οποίων είναι απολύτως
αντιδραστικός και αν κερδίσει με τη βία, θα δημιουργήσει ένα κράτος ακόμη πιο
αυταρχικό, ενώ ο άλλος είναι αποτέλεσμα μιας ασύμμετρης, διαταξικής συμμαχίας,
στον οποίο, κατά πάσα πιθανότητα, αν κερδίσει, θα επιβληθεί ο ολιγαρχικός
τομέας. Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για έναν εμφύλιο πόλεμο μη ταξικά
συνειδητοποιημένων κομματιών καθώς και για μια διαμάχη μεταξύ δύο δημοκρατιών,
της πλειοψηφικής ισπανικής και της μειωνοτικής καταλανικής. Δεν πρόκειται για
ζήτημα δημοκρατίας, μα για κοινωνικό- ταξικό και διεθνιστικό ζήτημα. Όπως είναι
τώρα στημένη η σκακιέρα, όποιος κι αν κερδίσει, η εργατική τάξη στην Καταλονία
θα βρεθεί ταπεινωμένη.
Εντούτοις, στους δρόμους, η τάξη είναι πάντα πιο δυνατή. Κάποια
συνδικάτα έχουν αρχίσει να κάνουν λόγο για γενική απεργία. Άλλα αποσχιστικά
κομμάτια κάνουν όμως λόγο και για διαρραγμένη νομιμότητα. Ωστόσο, είναι ακριβώς
την Κυριακή αυτή που η Καταλονία βίωσε το αυθεντικό κράτος, με τη χομπσιανή
έννοια του όρου. Όταν υπάρχει κρίση ηγεμονίας, αναδύεται ζήτημα κυριαρχίας. Η
κεντρική κυβέρνηση θα λέει ότι υπερασπίστηκε το κράτος δικαίου μέχρι τέλους. Με
αυτό, κατάφερε βέβαια να αποδομήσει το μύθο του κράτους δικαίου εν γένει.
Προκαλεί θυμηδία το ότι οι Καταλανοί πολιτικοί αυτές τις μέρες κατηγορούν τη
Μαδρίτη για μετατροπή του κράτους σε “αστυνομικό- κατασταλτικό”. Μα είναι
ακριβώς το κράτος- άμυνας ασφάλειας αυτό που, με πρόσχημα την τρομοκρατία,
περνάει οτιδήποτε στο νομικό του πλαίσιο και κυνηγά δίχως έλεος τον χρισμένο ως
εχθρό. Είναι το ίδιο κράτος που πολιτικά ουδετεροποιεί το δημόσιο χώρο και
εκδιώχνει τα κοινωνικά υπολείματα. Είναι το ίδιο που σπέρνει και καλλιεργεί τον
κοινωνικό πόλεμο. Το CiU ήταν αυτό που έσπειρε το σπόρο του νόμου Mordaza (εδώ
έγινε γνωστός ως ο “νόμος- φίμωτρο”[8])
το 2012. Πρόκειται για ζήτημα ορισμού του φίλου και του εχθρού, ορισμού του
ποιός ανήκει στο λαό και ποιός δεν ανήκει, ορισμού της σχέσης μεταξύ δύο
δημοκρατιών, ορισμού της κοινωνικής και ταξικής διάρθρωσης των δύο ''λαών'' και
της κρατικής μορφής που της αντιστοιχεί. Σε
έκθεσή του το Πεντάγωνο κάνει λόγω για αύξηση των εμφύλιων πολέμων στη
Δύση, λόγω της οικονομικής κρίσης από τη μία και λόγω των τεχνολογιών
πληροφόρησης, που αποδομούν τα μέχρι τώρα υφιστάμενα συστήματα αυθεντίας (το
έθνος, την οικογένεια, κοκ.) από την άλλη. Ειδικά μετά και το Brexit, φαίνεται
πως η αέναη εξωτερική διαπραγμάτευση δύο κοινοτήτων, τελειώνει με εσωτερικό
ξεκαθάρισμα: από τη μία το κράτος άμυνας- ασφάλειας και από την άλλη χαοτικός
εμφύλιος και κατάρρευση των κυβερνητικών μοντέλων.
Εδώ και χρόνια προσπαθεί να ενοποιήσει το λαό της Καταλονίας σε μία
μοναδική ενότητα, προκειμένου να έχει τη νομιμότητα να διαπραγματεύεται με την
κεντρική κυβέρνηση. Το ηγεμονικό ρεύμα στην ανεξαρτητοποίηση δε θέλει καμιά
πραγματική κοινωνική αλλαγή. Καλεί σε ανυπακοή προς το ισπανικό κράτος, για να
ζητήσει στη συνέχεια υπακοή στην τοπική κυβέρνηση. Είναι οι ίδιοι που εκκένωναν
την κατειλημμένη πλατεία Καταλούνια και οι πρώτοι που ψήφισαν τα αντεργατικά
μέτρα. Το 2011 ο κόσμος περικύκλωνε την καταλανική βουλή για να εμποδίσει
ακριβώς αυτές τις ψηφοφορίες. Εντούτοις, το αποσχιστικό κίνημα κατάφερε να
χτυπήσει το ισπανικό κράτος, και η αντίδραση του τελευταίου το αποδεικνύει.
Ωστόσο, η αντίθεση στο ισπανικό κράτος με την προσδοκία ενός νέου κράτους,
είναι απλά ηττημένη. Ο διαχωρισμός εμείς/ εκείνοι, όταν δεν περιγράφει την
κοινωνική σχέση του κεφαλαίου, αλλά τίθεται με εθνικιστικούς όρους, δεν
προμυνήει τίποτα θετικό.
Το σύνθημα που ηχούσε σε ολόκληρη τη χερσόνησο
το 2011 ήταν το “κανείς δεν μας αντιπροσωπεύει”.
“To
simulate is to feign to have what one doesn't have.”
Jean Baudrillard
Jean Baudrillard
Εδώ
Στη συζήτηση που έχει ξεσπάσει στα ανταγωνιστικά κινήματα του ελλαδικού
χώρου με αφορμή τα γεγονότα στην Καταλονία, έχουμε παρατηρήσει τέσσερις
διαφορετικές γραμμές- αναλύσεις, τις οποίες θα θέλαμε να σχολιάσουμε. Σε μεγάλο
βαθμό, θεωρούμε ότι όσον αφορά την Καταλονία, γίνεται εκεί μια προβολή των
εσωτερικών ζητημάτων των εδώ κινημάτων.
Αρχικά, υπάρχει η πατριωτική αφήγηση, που ως κεντρικό της εργαλείο έχει
την έννοια της εθνικής αυτοδιάθεσης, την
οποία κρίνουν πως επιδιώκουν, στη συγκυρία οι Καταλανοί.
Πλάι σε αυτήν την κατηγορία μπορούν να μπουν και όσοι, έχοντας ορίσει
την ΕΕ σαν το μεγαλύτερο εχθρό, τάσσονται από την πλευρά των Καταλανών, επειδή
έτσι πλήττεται η ΕΕ. Κι εδώ αντίστοιχα, η ΕΕ έχει το ρόλο του απόλυτου
υπερ-κράτους, το οποίο, προκειμένου να χτυπήσει κανείς, τάσσεται με οτιδήποτε
θεωρεί πως μπορεί να το διασπάσει σε μικρότερα κομμάτια, οπότε και η δημιουργία
ενός νέου κράτους στην Καταλονία επιβεβαιώνει αυτήν την ανάλυση.
Έπειτα, κεντρικό ρόλο έχει παίξει η αφήγηση, με βάση την οποία το κίνημα πρέπει να τάσσεται με την πολιτική αστάθεια όπου αυτή ξεσπάει, οπότε, στη συγκεκριμένη συγκυρία, αυτοί που το καταφέρνουν αυτό είναι οι Καταλανοί.
Έπειτα, κεντρικό ρόλο έχει παίξει η αφήγηση, με βάση την οποία το κίνημα πρέπει να τάσσεται με την πολιτική αστάθεια όπου αυτή ξεσπάει, οπότε, στη συγκεκριμένη συγκυρία, αυτοί που το καταφέρνουν αυτό είναι οι Καταλανοί.
Τέλος, υπάρχουν και αυτοί που επικαλούνται το ειδικό βάρος που κατέχει η
Καταλονία. Είτε επειδή εκεί υπάρχουν πιο δυνατά σωματεία και καλύτεροι όροι για
τη διεξαγωγή του ταξικού πολέμου, είτε επειδή εκεί υπάρχουν “ιστορικοί όροι”,
οι οποίοι εξηγούνται με μια αναδρομή στον ισπανικό εμφύλιο.
Βρίσκουμε προβλήματα σε όλες αυτές τις αφηγήσεις. Από τη μία, η αφήγηση
που μεταφράζει το ταξικό σε εθνικό και ουσιαστικά, το όριό της, είναι ένας
εμφύλιος με εθνικούς όρους. Η ιστορία όμως, μας έχει δείξει ότι αν το ζήτημα
της κοινωνικής αλλαγής- επανάστασης δεν τίθεται εξαρχής (αυτό ακριβώς που
γίνεται αυτή τη στιγμή στην Καταλονία, δηλαδή η γραμμή του “κεντρικό ρόλο αυτή
τη στιγμή έχει η ανεξαρτησία, στη συνέχεια θα συζητήσουμε τα υπόλοιπα”), τότε,
το όποιο κίνημα, θα χάσει (αυτό ακριβώς έχει συμβεί και στη χώρα στην οποία ζούμε).
Δεν υπάρχουν ερωτήματα που θα πρέπει να τεθούν “μετά”. Αυτή τη στιγμή, ούτε
αλλαγή του συντάγματος του 1978 δε συζητιέται.
Το δε ζήτημα της αυτοδιάθεσης δεν κρίνεται κάθε φορά με ενιαία κριτήρια,
μα με βάση όρους γεωπολιτικής, άρα με όρους κράτους κι όχι επαναστατικού
κινήματος. Όσον αφορά την ΕΕ, στο συγκεκριμένο ζήτημα φάνηκε η αντίφαση
εθνικού- υπερεθνικού που διατρέχει εξαρχής την ένωση. Η ΕΕ δεν αμφισβήτησε ποτέ
τα έθνη- κράτη που τη συνιστούν. Ακριβώς σε αυτά τα πλαίσια, δεν πρέπει να φαντάζει
περίεργο το ότι στην ανακοίνωσή της κάνει λόγο για εσωτερικό ζήτημα της
Ισπανίας.
Από την άλλη, δεν είναι εξ ορισμού κάθε κίνημα ριζοσπαστικό-
απελευθερωτικό. Επίσης στο παρελθόν έχουμε δει αντιδραστικά κινήματα και δη
μάχιμα, ειδικά σε περιόδους κοινωνικής και πολιτικής αστάθειας, σαν αυτή που
διανύουμε. Συνεπώς, αναλύσεις του τύπου “είναι το μόνο πράγμα που γίνεται
τώρα”, δεν προσφέρουν, κατά τη γνώμη μας, τίποτα στη συζήτηση.
Τέλος, όσον αφορά την ιστορικότητα της Καταλονίας, θα κάνουμε απλά δύο σχόλια.
Το ότι υπάρχουν καλύτεροι όροι για να διεξαχθεί η μάχη στην Καταλονία δε λέει
κάτι σ’ αυτή τη συγκυρία, ακριβώς γιατί κανείς δε μιλάει για ταξική μάχη.
Επίσης, δεν βλέπουμε το κομμάτι αυτό για το οποίο ακούμε, να προτάσσει δομές
δυαδικής εξουσίας ή παντώς τύπου αντι- δομές στις υπάρχουσες κρατικές, αλλά να
πηγαίνει με αυτές. Τέλος, να υπενθυμίσουμε ότι η CNT (Εθνική Συνομοσπονδία
Εργασίας), είχε βάλει το “Εθνικό” στο όνομά της όχι με αναφορά σε ένα έθνος, μα
ακριβώς για να υπερβεί τις διάφορες εθνικότητες που συνυπήρχαν στο ισπανικό
κράτος και για να προτάξει την ταξική και όχι την εθνική ενότητα.
Επιπλέον, ένα πολύ σημαντικό συμπέρασμα που προκύπτει από όλα αυτά είναι
η ανάγκη για έναν αντιπολεμικό, διεθνιστικό συντονισμό, προκειμένου να υπάρχει
μια καλύτερη εικόνα του τι συμβαίνει, βαθύτερες αναλύσεις και για να μαθαίνουμε
απευθείας τι γίνεται, γιατί αυτή τη στιγμή η ενημέρωσή μας, σε μεγάλο βαθμό,
προέρχεται από παραμορφωτικά πρίσματα. Παραδεχόμαστε αυτή μας τη σχετική άγνοια
όχι ως γνωσιοθεωρητικό έλλειμμα, μα ως κοινωνική ήττα.
“Αυτό που πρέπει να γίνει δεν είναι η
διατήρηση του παρελθόντος,
αλλά η υλοποίηση των ελπίδων του
παρελθόντος.
Σήμερα όμως το παρελθόν διατηρείται
ως καταστροφή του παρελθόντος.”
T. Adorno – M. Horkheimer
Τώρα
Κάθε εθνικισμός κατασκευάζεται μετασχηματίζοντας το υποκειμενικό σε
αντικειμενικό. Φτάνοντας στα άκρα, οποιοσδήποτε εθνικισμός αποπλαισιώνει
ιστορικά θραύσματα (ενός μακρινού παρελθόντος ή όσως συνέβησαν χθες)
προκειμένου να καταστήσει την ερμηνεία του για τα γεγονότα αυτά μια απόλυτη
αλήθεια. Έτσι γεννιούνται οι θεμελιώδεις μύθοι κάθε εθνικισμού και προκύπτει το
κλίμα του πατριωτικού ενθουσιασμού. Ο καταλανικός εθνικισμός είναι συστατικό
κομμάτι του ισπανικού κράτους.
Απέναντι σε όλα αυτά, επιλέγουμε να κλείσουμε με μια πρόταση του G.
Agamben[9]:
“Ξεκινώντας με τη Γαλλική επανάσταση, η πολιτική παράδοση της νεωτερικότητας
έχει συλλάβει ως ριζοσπαστικές αλλαγές στη μορφή της επαναστατικής διεργασίας
πράξεις της συντάσσουσας εξουσίας μιας νέας θεσμικής τάξης. Νομίζω ότι πρέπει
να εγκαταλείψουμε αυτό το παράδειγμα και να προσπαθήσουμε να σκεφτούμε κάτι σαν
μια καθαρά αποσυντάσσουσα εξουσία, που δεν μπορεί να συλληφθεί στη δίνη της
ασφάλειας. Είναι η αποσυντάσσουσα εξουσία αυτού του είδους που ο Μπένγιαμιν έχει
κατά νου στο δοκίμιο Για μια κριτική της βίας, όταν προσπαθεί να ορίζει
την καθαρή βία που θα μπορούσε να σπάσει την ψεύτικη διαλεκτική της βίας που
παράγει νόμο και της βίας που συντηρεί το νόμο. [...] Στο σπάσιμο αυτού
του κύκλου που διατηρείται από μυθικές μορφές του νόμου, στην αποσύνταξη του
νόμου και όλων των δυνάμεων από τις οποίες εξαρτάται, συνεπώς στην κατάργηση, επιτέλους, της Κρατικής
εξουσίας, μια νέα ιστορική εποχή ιδρύεται.”
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
Τηλ: 6932 955437
http://diktiospartakos.blogspot.gr
[1] Οι επαρχίες της Ναβάρρας και της Χώρας των
Βάσκων έχουν ήδη διοικητική και οικονομική αυτοτέλεια.
[3] Οι άλλες επιλογές ήταν: “λιγότερα από 900€
μηνιαίως”, “από 900 έως 1.200€ μηνιαίως”, “από 1.200 έως 1.800€ μηνιαίως.
Επίσης, κατά τασσόταν η πλειοψηφία όσων δε δήλωσαν εισόδημα.
[4] Οι άλλες επιλογές ήταν: “έχουμε πολλές
δυσκολίες”, “έχουμε δυσκολίες”, “μας φτάνει για να ζούμε”.
[5] Οι άλλες επιλογές ήταν: “άνεργος”, “δεν
εργάζεται”, “συνταξιούχος” και “εργαζόμενος”. Στο τελευταίο οι γνώμες υπέρ ή
κατά της ανεξαρτησίας ήταν απόλυτα μοιρασμένες, με 45% η κάθε μία.
[6] Κατά τάχθηκαν οι γεννημένοι σε άλλη
ισπανική επαρχία, οι γεννημένοι στο εξωτερικό και οι γεννημένοι στην Καταλονία
από ξένους γονείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου