Κάποιοι κοιμούνται στο δρόμο, σε άθλιες συνθήκες, όπως κατάγγειλε η UNHCR
Του Μάριου Δημητρίου
Πολύ μεγαλύτερος από την ηλικία του, λόγω της αϋπνίας, της ασιτίας και της κακής κατάστασης της υγείας του, σωματικής και ψυχολογικής, φαίνεται ο 23χρονος Γκαμπριέλ, αιτητής ασύλου από το Καμερούν, που τις τελευταίες τρεις εβδομάδες, κοιμάται κυριολεκτικά στο δρόμο, σε παγκάκια της πλατείας Σολωμού και στον παρακείμενο δημόσιο κήπο, όπως είπε ο ίδιος στην «24», όταν τον συναντήσαμε χθες Πέμπτη 26 Απριλίου 2017. Προέρχεται από μια οικογένεια που τον εγκατέλειψε από μικρό παιδί, με αποτέλεσμα να γνωρίσει τη σεξουαλική κακοποίηση και εκμετάλλευση στην πατρίδα του, από τα παιδικά του χρόνια. Την ίδια μέρα, συναντήσαμε στην Παλλουριώτισσα, όπου διαμένει σε άθλιες συνθήκες, σε ένα μικρό στούντιο με άλλους τρεις αιτητές ασύλου, τον 31χρονο συμπατριώτη του Γιανίκ, που υποφέρει με πολιομυελίτιδα από τα παιδικά του χρόνια και που όπως μας είπε, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα του, λόγω της κακομεταχείρισης και του εκφοβισμού που υφίστατο, εξαιτίας της ομοφυλοφιλίας του. Ο Γκαμπριέλ και ο Γιανίκ, δεν έχουν καμιά στήριξη από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, ή από άλλο κρατικό φορέα, πέρα από ένα μικρό ποσό που τους δόθηκε το πρώτο διάστημα της άφιξής τους στο νησί – να σημειώσουμε ότι και οι δύο, όπως και πολλοί άλλοι αιτητές ασύλου, πέρασαν στις ελεύθερες περιοχές, από την κατεχόμενη Κύπρο, ενώ ο Γκαμπριέλ, που φυλακίστηκε για ένα χρονικό διάστημα στον Χώρο Κράτησης Απαγορευμένων Μεταναστών στη Μενόγεια, διέμενε στα κατεχόμενα, τα προηγούμενα διόμισι χρόνια. Ο Γιανίκ, είχε επίσης κρατηθεί για ένα διάστημα, ως «παράνομος» μετανάστης, σε φυλακές στα κατεχόμενα.
Λόγω ελλείψεων στην πολιτική ασύλου
Μαζί μας ήταν η λειτουργός της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο (UNHCR) Αιμιλία Στροβολίδου, που κατάγγειλε αυτή τη βδομάδα, με ανοικτή επιστολή της στον Τύπο, ότι ανησυχητικά ψηλός αριθμός αιτητών ασύλου στην Κύπρο, που δραπέτευσαν από τις διώξεις και τη βία στις χώρες καταγωγής τους, είναι άστεγοι, ή κινδυνεύουν να μείνουν άστεγοι, σε συνθήκες αθλιότητας και απόγνωσης, λόγω των σοβαρών ελλείψεων στις εθνικές πολιτικές ασύλου και υποδοχής. (Μας συνόδευσε επίσης, η διερμηνέας της Γαλλικής γλώσσας Ελεωνόρα Cazany, αφού οι πρόσφυγες από το Καμερούν, είναι γαλλόφωνοι). Η κυρία Στροβολίδου, μας είπε ότι η Αρμοστεία, γνωρίζει πολλές υποθέσεις άστεγων ανδρών, γυναικών και οικογενειών με μικρά παιδιά, που ανέρχονται περίπου στους 50 και προέρχονται από χώρες, όπως η Συρία, το Καμερούν, η Σομαλία και το Ιράκ. «Αν δεν είναι ήδη άστεγοι», τόνισε, «στεγάζονται προσωρινά με συγγενείς, φίλους ή αγνώστους, σε πολύ μικρά και συχνά υπερπλήρη στούντιο, ή μικρά διαμερίσματα, που δεν μπορούν να θεωρηθούν αξιοπρεπής στέγαση. Μερικοί, οι οποίοι αναγκάζονται να κοιμούνται στο πάτωμα και χωρίς πρόσβαση σε ντους ή τουαλέτες, είναι ιδιαίτερα ευάλωτα άτομα, με αναπηρίες και άλλα προβλήματα υγείας». Η Αιμιλία Στροβολίδου, ανέφερε στην «24», την περίπτωση ενός ανάπηρου αιτητή ασύλου, ακρωτηριασμένου και στα δύο του πόδια, που πρόσφατα, κοιμόταν για μια εβδομάδα σε πάρκο στη Λεμεσό, μέχρι που τον περιμάζεψε η μη κυβερνητική οργάνωση Caritas, που με δικούς της πόρους, κάλυψε τις ανάγκες του σε στέγαση και σίτιση.
Η περίπτωση του αυτόχειρα Mohamed Dahir
«Το θέμα της στέγασης, αποτελεί αιτία σοβαρής ανησυχίας κι έχει οδηγήσει ορισμένους αιτητές ασύλου, σε απόπειρες αυτοκτονίας», μας είπε η Αιμιλία Στροβολίδου. Να αναφέρουμε στο σημείο αυτό, ότι κάποιοι αιτητές ασύλου, έχουν αυτοκτονήσει στην Κύπρο και να υπενθυμίσουμε σχετικά, την περίπτωση του 18χρονου Mohamed Dahir, που ο υπογράφων, κάλυψα για την «24». Ο νεαρός, είχε έρθει στην Κύπρο από τη Σομαλία μέσω Τουρκίας και κατεχομένων πριν ενάμισι χρόνο ως ασυνόδευτος ανήλικος και βρέθηκε νεκρός από τους δύο συγκάτοικούς του, στις 29 Αυγούστου 2017, στο δωμάτιο του διαμερίσματος του σε παλιά πολυκατοικία στο κέντρο της Λάρνακας, κοντά στην οδό Ερμού. «Ο νεαρός πρόσφυγας από την Σομαλία, αυτοκτόνησε, ουσιαστικά απελπισμένος από τους χειρισμούς των αρμόδιων αρχών σε σχέση με την υπόθεση ασύλου και τις περιστάσεις του», αναφερόταν σε σχετική ανακοίνωση της ΚΙΣΑ. Η κηδεία και η ταφή του, έγινε στις 2 Σεπτεμβρίου 2017 στο τουρκοκυπριακό κοιμητήριο Λάρνακας (όπου τα τελευταία χρόνια θάβονται μουσουλμάνοι διαφόρων εθνικοτήτων) και σε αυτήν παρευρέθηκαν η θεία του (αδελφή του πατέρα του) Sahra Mohamed και ο σύζυγός της Ali Farah, που ήρθαν στην Κύπρο γι’ αυτό το σκοπό από το Μάντσιεστερ της Αγγλίας, όπου είναι εγκατεστημένοι. Ο νεαρός, είχε κάνει το 2016 αίτηση για οικογενειακή επανένωση με τους συγγενείς του αυτούς στην Αγγλία, που μπλοκαρίστηκε από τις αρμόδιες αρχές, οι οποίες, σύμφωνα με τη θεία του, έκριναν λανθασμένα ότι είχε κλείσει τα 18 και είχε ενηλικιωθεί, ενώ στην πραγματικότητα ήταν 17 χρόνων (γεννήθηκε το 1999). Στη βάση αυτή, εκδιώχθηκε από τον κρατικό, εφηβικό ξενώνα όπου φιλοξενείτο μέχρι πριν λίγους μήνες, ενώ απορρίφθηκε και το αίτημά του για παροχή πολιτικού ασύλου, με αποτέλεσμα, όπως μας είπε η θεία του, «να χαθούν όλα τα όνειρά του και οι ελπίδες του για μια καλύτερη ζωή, κοντά στους συγγενείς του στην Ευρώπη». Όπως φαίνεται από την εξέλιξη των γεγονότων, ο νεαρός Σομαλός βίωσε αυτή την κατάσταση ως ένα τραυματικό, ψυχολογικό πλήγμα. «Τον τελευταίο καιρό είχε πολύ άγχος και κλεινόταν στον εαυτό του», μας είχαν πει οι φίλοι του.
Καθυστερήσεις στην καταγραφή αιτήσεων
Σύμφωνα με την Αιμιλία Στροβολίδου και την UNHCR, «το πρόβλημα έχει κλιμακωθεί από την αρχή του έτους, επιδεινώνοντας τις ήδη δύσκολες συνθήκες διαβίωσης που αντιμετωπίζουν οι αιτητές ασύλου, που ζουν εκτός του Κέντρου Υποδοχής στην Κοφίνου. Παρόλο που ο Κυπριακός Νόμος για τους Πρόσφυγες, προβλέπει την άμεση πρόσβαση των αιτητών ασύλου στη στέγαση και την κοινωνική αρωγή μόλις υποβάλουν τις αιτήσεις ασύλου στις Αρχές, το υφιστάμενο σύστημα δεν ικανοποιεί αυτά τα θεμελιώδη δικαιώματα, θέτοντας σε κίνδυνο ορισμένους αιτούντες άσυλο. Ένα από τα κύρια προβλήματα, είναι οι καθυστερήσεις στην καταγραφή των αιτήσεων, οι οποίες με τη σειρά τους, δημιουργούν εμπόδια στην πρόσβαση στην κοινωνική πρόνοια. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παρέχεται ένα μικρό ποσό έκτακτης ανάγκης, το οποίο αποσκοπεί να καλύψει τις άμεσες ανάγκες, μέχρι να εξεταστεί και να τεθεί σε ισχύ, η αίτηση κοινωνικής πρόνοιας. Ωστόσο, αυτό το ποσό, μπορεί να καλύψει τις βασικές ανάγκες για λίγες μόνο ημέρες, ενώ η εξέταση αιτήσεων κοινωνικής πρόνοιας, συνήθως διαρκεί αρκετές εβδομάδες ή και μήνες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, άτομα και οικογένειες να παραμένουν άστεγοι και να εξαρτώνται απόλυτα από την καλή θέληση πολιτών και την στήριξη ενός μικρού αριθμού φιλανθρωπικών οργανώσεων, που έχουν οι ίδιες περιορισμένους πόρους».
Οι περισσότεροι, εκτός της Κοφίνου
«Η κατάσταση επιδεινώνεται», συνέχισε η κυρία Στροβολίδου, «από το γεγονός ότι μονήρεις αιτητές ασύλου, δεν γίνονται πλέον δεκτοί στο Κέντρο Υποδοχής Κοφίνου, το οποίο, ακόμη και όταν είναι πλήρες, φιλοξενεί λιγότερο από το 5% του πληθυσμού των αιτητών ασύλου στη χώρα. Συνεπώς, η μεγάλη πλειοψηφία των αιτητών ασύλου, διαμένει εκτός του Κέντρου. Ορισμένοι εργάζονται, αλλά οι περισσότεροι δεν απασχολούνται, κυρίως λόγω περιοριστικών κυβερνητικών πολιτικών που απαγορεύουν στους αιτητές ασύλου να εργοδοτηθούν σε οποιαδήποτε εργασία κατά τη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών, από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης ασύλου. Ακόμα και μετά τους έξι μήνες, μπορούν να εργοδοτηθούν, μόνο σε ορισμένους τομείς που βρίσκονται στην κατώτερη βαθμίδα της μισθολογικής κλίμακας, π. χ. γεωργία, κτηνοτροφία, συλλογή απορριμμάτων, πλύσιμο αυτοκινήτων και τα συναφή, ανεξάρτητα από τα ακαδημαϊκά προσόντα, ή την επαγγελματική τους πείρα.
Να τους επιτραπεί να εργάζονται
Ο Αντιπρόσωπος της UNHCR στην Κύπρο, Damtew Dessalegne, δήλωσε ότι «δεδομένου του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί σήμερα το εθνικό σύστημα ασύλου και οι πολιτικές υποδοχής, η έλλειψη στέγης και η φτώχεια, είναι δυστυχώς αναπόφευκτες συνέπειες, για πολλούς αιτητές ασύλου, τόσο νεοαφιχθέντων όσο και άλλους. Το πρόβλημα μπορεί, ωστόσο, να αποφευχθεί. Δεν πρόκειται απλώς για πρόσθετους πόρους. Ο καλύτερος τρόπος για να εξασφαλιστεί η αξιοπρέπεια και η ευημερία των αιτητών ασύλου, με μειωμένο κόστος για την κυβέρνηση, είναι να τους επιτραπεί να εργάζονται το συντομότερο δυνατόν και σε όσο το δυνατόν περισσότερους τομείς, βάσει του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης . Όσο πιο σύντομα έχουν οι αιτητές ασύλου πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τόσο πιο γρήγορα γίνονται ανεξάρτητοι από την κρατική στήριξη και μπορούν να ζουν μια αυτόνομη και παραγωγική ζωή, συμβάλλοντας έτσι στην ανάπτυξη της χώρας υποδοχής τους. Το ζήτημα της έλλειψης στέγης, προστίθεται στην επιδείνωση των συνθηκών υποδοχής των αιτητών ασύλου, που παρατηρείται τα τελευταία δύο χρόνια. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, έχει επανειλημμένα εκφράσει τις ανησυχίες της για το χαμηλό επίπεδο βοήθειας που παρέχεται στους αιτητές ασύλου, σε κουπόνια και ισοδυναμεί με λιγότερο από το ήμισυ του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος που λαμβάνουν οι Κύπριοι και αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, σε παρόμοια κατάσταση. Αυτό σημαίνει ότι με τους αιτητές ασύλου να λαμβάνουν 100 ευρώ, ως επίδομα ενοικίου, υπάρχουν τεράστιες δυσκολίες στην εξεύρεση αξιοπρεπούς στέγασης, ενόψει των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά στέγασης.
Να επανεξεταστεί η τρέχουσα πολιτική
«Όσο το δυνατόν πιο σύντομα σταθούν οι πρόσφυγες στα πόδια τους, θα είναι προς το συμφέρον, όχι μόνο των ιδίων, αλλά και της κοινότητας υποδοχής», πρόσθεσε ο DamtewDessalegne. «Είναι επόμένως απαραίτητο, να επανεξεταστεί επειγόντως η τρέχουσα πολιτική για τις συνθήκες υποδοχής των αιτητών ασύλου, έτσι ώστε η βοήθεια που παρέχεται, να εξασφαλίζει ένα βιοτικό επίπεδο κατάλληλο για την υγεία τους και επαρκές για να διασφαλίσει τη διαβίωσή τους, όπως απαιτείται από τη νομοθεσία της ΕΕ. Η έμφαση, πρέπει να δοθεί στην παροχή επαρκούς βοήθειας στους αιτητές ασύλου, εκτός των κέντρων υποδοχής, καθώς αυτό θα έχει καλύτερες προοπτικές επιτυχούς ενσωμάτωσης, στον κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό ιστό της κοινωνίας υποδοχής, όταν αναγνωριστούν ως πρόσφυγες».
Διακρίσεις και αποκλεισμός προσφύγων
Η ΚΙΣΑ εξάλλου, σε ανακοίνωσή της μετά την αυτοκτονία του Mohamed Dahir, είχε τονίσει ότι «το πλαίσιο ασύλου της Κυπριακής Δημοκρατίας, χαρακτηρίζεται από έντονα στοιχεία διακρίσεων και αποκλεισμού των προσφύγων από την κυπριακή κοινωνία. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι δεν εφαρμόζεται, ούτε και υφίσταται οποιοσδήποτε μηχανισμός αξιολόγησης με εξατομικευμένο τρόπο, της κατάστασης και των αναγκών των αιτητών ασύλου και ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων, όπως οι ασυνόδευτοι ανήλικοι. Περαιτέρω, δεν υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός που να επιτρέπει την άμεση πρόσβαση των ατόμων που αιτούνται διεθνούς προστασίας, σε υλικές συνθήκες υποδοχής που να διασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση. Για την παροχή των προβλεπόμενων από τον νόμο υλικών συνθηκών υποδοχής, οι αιτήτριες/τές ασύλου, πρέπει να υποβάλουν ειδική αίτηση στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, κάτι που τις/τους παγιδεύει σε έναν κυκεώνα γραφειοκρατίας, με πραγματικό σκοπό τον αποκλεισμό τους από τα δικαιώματά τους. Η επιβίωση είναι δύσκολη, ακόμα και για όσες/όσους καταφέρνουν να αποκτήσουν πρόσβαση στις υλικές συνθήκες υποδοχής, αφού τα ποσά που τους δίνονται για ενοίκιο και φαγητό (σε μορφή κουπονιών), δεν μπορούν να καλύψουν τις πραγματικές τους ανάγκες. Ακόμα, οι συνθήκες του Κέντρου Υποδοχής, επιδεινώνουν τις τραυματικές εμπειρίες που οι πρόσφυγες έχουν ήδη βιώσει και καθιστούν τις ευάλωτες ομάδες (γυναίκες, μονογονεϊκές οικογένειες, ΛΟΑΤΙΚ άτομα, ανάπηρα άτομα), ακόμα πιο ευάλωτες και εκτεθειμένες στη βία και τον αποκλεισμό».
Δεν είναι ευπρόσδεκτοι στην Κύπρο…
Η οργάνωση σημείωσε ότι «παρά τα θετικά βήματα και τη βελτίωση των τελευταίων χρόνων, εξακολουθούν να υπάρχουν ουσιαστικά προβλήματα όσον αφορά την πρόσβαση των προσφύγων στα δικαιώματά τους, καθώς και τον χειρισμό των θεμάτων που τις και τους απασχολούν. Η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι η κυπριακή κυβέρνηση, δεν ικανοποιεί αποτελεσματικά τις ανάγκες των προσφύγων και επιδεικνύει πλήρη αδιαφορία ως προς την στήριξη των δικαιωμάτων τους. Στην Κύπρο, οι πρόσφυγες δεν έχουν πρόσβαση στην ισότιμη, δίκαιη και ενεργή συμμετοχή στην κοινωνία. Οι πολιτικές και πρακτικές της Κυπριακής Δημοκρατίας έναντι των προσφύγων, στοχεύουν στο να αποτρέπουν πρόσφυγες από το να έρχονται στην Κύπρο και να μεταφέρουν το μήνυμα ότι οι πρόσφυγες δεν είναι ευπρόσδεκτες/οι, εμποδίζοντας την πρόσβαση τους σε βασικά δικαιώματα και καθιστώντας την ένταξη τους, αδύνατη. Ως αποτέλεσμα, οι πρόσφυγες αναζητούν διεθνή προστασία σε άλλες χώρες. Παράλληλα, όμως, η κυπριακή κυβέρνηση συλλαμβάνει και διώκει ποινικά πρόσφυγες που, λόγω έλλειψης όποιων άλλων τρόπων, επιχειρούν να φτάσουν στον προορισμό τους μέσω Κύπρου, χρησιμοποιώντας πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα».
Αυτά πρέπει να κάνει η Κύπρος
«Οι συνθήκες υποδοχής στην Κύπρο πάσχουν σοβαρά, καθώς δεν καλύπτουν ούτε τις βασικές ανάγκες των προσφύγων στους τομείς της υγείας, της στέγασης, της εκπαίδευσης και της ένταξης. Γι’ αυτό, η ΚΙΣΑ ζητά από την Κυπριακή Δημοκρατία να προχωρήσει άμεσα στα ακόλουθα:
*Να διασφαλίσει την ουσιαστική πρόσβαση των προσφύγων σε αξιοπρεπείς και δίκαιες συνθήκες υποδοχής. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί, μόνο μέσω της σύστασης ενός συντονιστικού φορέα που να αποτελείται από ΜΚΟ και κυβερνητικές υπηρεσίες, που να είναι αρμόδιες για την πρόσβαση των προσφύγων σε δίκαιες συνθήκες υποδοχής. Η ικανοποιητική πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας, στέγασης και αξιοπρεπούς διαβίωσης, πρέπει να διασφαλίζεται για όλες και όλους, τις και τους πρόσφυγες, αμέσως μετά την άφιξη τους και χωρίς διακρίσεις.
*Να διασφαλίσει γρήγορη και δίκαιη εξέταση των αιτήσεων ασύλου όλων των προσφύγων, ανεξάρτητα της καταγωγής τους, στα πλαίσια της αρχής για αξιοπρεπείς και δίκαιες συνθήκες υποδοχής .
*Να διασφαλίσει την ουσιαστική πρόσβαση των προσφύγων σε νομική αρωγή, ως την πιο ασφαλή δίοδο για αξιοπρεπείς και δίκαιες διαδικασίες ασύλου.
*Να κλείσει το υφιστάμενο κέντρο υποδοχής στην Κοφίνου και να δημιουργήσει μικρότερα κέντρα υποδοχής σε κάθε δήμο, ξεκινώντας από τους μεγαλύτερους. Το κέντρο στην Κοφίνου μπορεί, αν χρειάζεται, να μετατραπεί σε κέντρο έκτακτης ανάγκης για βραχυπρόθεσμη στέγαση προσφύγων, κατά την άφιξη τους στην Κύπρο.
*Να αναπτύξει πρόγραμμα για την ουσιαστική πρόσβαση παιδιών προσφύγων στην εκπαίδευση. Τα παιδιά πρόσφυγες θα πρέπει να μπορούν να εγγραφούν στο σχολείο ως μαθήτριες/τες και όχι ως «παρατηρητές», όπως συμβαίνει σήμερα. Οι «παρατηρητές» δεν μπορούν να πάρουν απολυτήριο και να συνεχίσουν την εκπαίδευση τους. Επίσης, τα παιδιά πρόσφυγες, πρέπει να έχουν άμεση πρόσβαση στην εκμάθηση των ελληνικών και να έχουν μέρος της εκπαίδευσης τους, στη μητρική τους γλώσσα.
*Να αναπτύξει σχέδιο δράσης, μέσω του οποίου οι πρόσφυγες θα έχουν πραγματική πρόσβαση στην ένταξη, ως ίσα και ενεργά μέλη της κοινωνίας.
*Να τερματίσει την ποινικοποίηση των προσφύγων που χρησιμοποιούν πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα για να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό, μέσω Κύπρου».
Ο 23χρονος Γκαμπριέλ, σε παγκάκι της πλατείας Σολωμού, χθες Πέμπτη 26 Απριλίου 2018. Μπροστά του, το πάρκο όπου κοιμάται τις τελευταίες τρεις εβδομάδες.
Με πολιομυελίτιδα υποφέρει από τα παιδικά του χρόνια, ο 31χρονος αιτητής ασύλου από το Καμερούν.
Η πολυκατοικία στη Λάρνακα, όπου διέμενε και όπου αυτοκτόνησε στις 29 Αυγούστου 2017, ο 18χρονος Σομαλός αιτητής ασύλου, Mohamed Dahir. «Οι πολιτικές της Κυπριακής Δημοκρατίας σπρώχνουν πρόσφυγες στην αυτοκτονία», είχε δηλώσει σχετικά, η μη κυβερνητική οργάνωση υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων Κίνηση για Ισότητα, Στήριξη, Αντιρατσισμό (ΚΙΣΑ), προσδίδοντας στον τραγικό θάνατο του τις συγκλονιστικές πολιτικές, αλλά και ηθικές διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού και της καταπάτησης στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων και των αιτητών ασύλου στην Κύπρο.
Φωτό: Στιγμιότυπο από τη συνάντηση του 31χρονου Γιανίκ, χθες Πέμπτη 26 Απριλίου 2018, με τον Μάριο Δημητρίου και τη λειτουργό της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο, Αιμιλία Στροβολίδου. Δίπλα στον νεαρό Αφρικανό, η διερμηνέας Γαλλικής γλώσσας, Ελεωνόρα Cazany.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου