Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ είναι μια αντιδραστική συμφωνία, με την οποία η ελληνική αστική τάξη και το ελληνικό κράτος επιβάλλονται σε μια κατά πολύ ασθενέστερη οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά χώρα, με αντάλλαγμα να μην εμποδίσουν την ένταξή της στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Τους τελευταίους μήνες το θέμα ανακινήθηκε λόγω της προσπάθειας να διευθυνθεί η παρουσία του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, στο πλαίσιο και του γεωστρατηγικού ανταγωνισμού του δυτικού ιμπεριαλισμού με τον ρωσικό.
Η ελληνική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να επιβάλλει την αλλαγή του ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, να διεκδικήσει τον ρόλο του Διαμεσολαβητή και του βασικού εκπροσώπου του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, να επιβεβαιώσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία του ελληνικού καπιταλισμού επί της γειτονικής χώρας.
Η ελληνική κυβέρνηση βρήκε την ευκαιρία να επιβάλλει την αλλαγή του ονόματος της Δημοκρατίας της Μακεδονίας, να διεκδικήσει τον ρόλο του Διαμεσολαβητή και του βασικού εκπροσώπου του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στην περιοχή, να επιβεβαιώσει την πολιτική και οικονομική κυριαρχία του ελληνικού καπιταλισμού επί της γειτονικής χώρας.
Τσίπρας και Κοτζιάς μιλούν για δίκαιη λύση, την ίδια στιγμή που κυβερνητικά στελέχη κυνικά ομολογούν ότι δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία κατά το οποία μια χώρα να υποχρεώθηκε να αλλάξει το όνομά της για χάρη μιας άλλης. Εκτός από την αλλαγή του ονόματος σε «Βόρεια Μακεδονία», η συμφωνία επιβάλλει στη γείτονα χώρα να αποκηρύξει τη μακεδονική μειονότητα στην Ελλάδα, η οποία έχει διωχθεί συστηματικά από το ελληνικό κράτος εδώ και δεκαετίες. Επιβάλλει ακόμα να ορκιστεί η γειτονική χώρα ότι η γλώσσα της δεν έχει σχέση με τα αρχαία ελληνικά, να ξηλώσει αγάλματα, να ορκιστεί ότι οι Μακεδόνες δεν έχουν σχέση με τον Μέγα Αλέξανδρο – λες και ήταν δυνατόν σε μια τόσο πολυφυλετική περιοχή όσο είναι τα Βαλκάνια να γνωρίζει κανείς από ποιον κατάγεται. Με τη συμφωνία, ο ΣΥΡΙΖΑ υλοποιεί την «εθνική γραμμή» του Καραμανλή και την επιδίωξη της ηγεμονικής σήμερα μερίδας της ελληνικής αστικής τάξης για «λύση» του ζητήματος, με την Ελλάδα να έχει καθαρά το πάνω χέρι και με τη διεύρυνση των ιμπεριαλιστικών μηχανισμών των οποίων η Ελλάδα είναι οργανικό μέρος.
Από την άλλη πλευρά, απηχώντας της απόψεις μιας ακόμα πιο συντηρητικής μερίδας της αστικής τάξης και κυρίως του εθνικισμού του συρμού που θεωρεί προδοσία οποιαδήποτε χρήση του όρου «Μακεδονία» από μια περιοχή που λέγεται έτσι εδώ και πάνω από έναν αιώνα, η δεξιά και η ακροδεξιά φωνάζουν για εθνική προδοσία. Η ΝΔ του Μητσοτάκη επιλέγει τη «λαϊκή δεξιά» πλευρά του εαυτού της έναντι της φιλελεύθερης κοσμοπολίτικης πλευράς της. Ο Μπαρμπαρούσης της ΧΑ καλεί ανοιχτά τον στρατό σε πραξικόπημα. Οι ακροδεξιές εφημερίδες ζητάν εκτελέσεις των «προδοτών». Νέα εθνικιστικά συλλαλητήρια ετοιμάζονται.
Η αντιπολίτευση στη Βουλή απαντά στον εθνικισμό του Κοτζιά με ακόμα περισσότερο εθνικισμό. Αυτό δεν αφορά μόνο την ακροδεξιά, τη δεξιά και το «Κέντρο» (ΠΑΣΟΚ, Ένωση Κεντρώων), αλλά και το ΚΚΕ, που αναπαράγει τον εθνικιστικό μύθο περί αλυτρωτισμού των Σκοπίων και δηλώνει πρώτο συμμετοχή στην υπεράσπιση της (καπιταλιστικής) πατρίδας.
Η ένταξη της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ και στα Βαλκάνια δεν θα φέρει περισσότερη σταθερότητα και συνεργασία στην περιοχή, αλλά περισσότερα σύννεφα πολέμου, μεγαλύτερη έξαρση των εθνικισμών. Η ελληνική επιβολή στη γειτονική χώρα δίνει αέρα στα πανιά και των εκεί εθνικιστών. Κοτζιάς, Τσίπρας και Καμμένος θέλουν να δείξουν τον ίδιο τσαμπουκά και προς την Τουρκία, αναζωπυρώνοντας τον επικίνδυνο ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό με την κυβέρνηση Ερντογάν.
Η ελληνική εργατική τάξη, τα φτωχά στρώματα, η νεολαία, έχουν μόνο να χάσουν από την κούρσα των εθνικισμών. Τα δικαιώματα και τις ανάγκες της δεν τα απειλεί το όνομα με το οποίο αυτοπροσδιορίζεται μια άλλη χώρα. Τα απειλούν η λιτότητα, τα μνημόνια, οι ελληνικές κυβερνήσεις και οι σύμμαχοί τους, ΕΕ, ΔΝΤ και ΝΑΤΟ. Η διεθνιστική αλληλεγγύη και η άμεση συνεργασία Ελλήνων, Μακεδόνων, Αλβανών εργαζομένων είναι η μόνη λύση ενάντια στους εθνικισμούς, τον ιμπεριαλισμό και την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Η αναγνώριση της γειτονικής χώρας με το όνομα που επιλέγει, καθώς και της μακεδονικής μειονότητας στην Ελλάδα, είναι προϋπόθεση για μια τέτοια διεθνιστική συνεργασία.
ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου