Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2019

Να κηρύξουμε τον πόλεμο ενάντια στους ενεργειακούς σχεδιασμούς. Να αυξήσουμε το κόστος για κράτος και εταιρείες.

1. Το «γενικό» πρόβλημα της ενέργειας
Το «πρόβλημα» της ενέργειας εμφανίζεται συστηματικά από τα μίντια και την πολιτική τάξη διεθνώς ως ένα γενικό πρόβλημα των κοινωνιών. Υπονοούν περίπου πως δε θα φτάνει το ηλεκτρικό ρεύμα για να φορτίζουμε τα κινητά, ότι δε θα έχουμε θέρμανση (λες και τώρα έχουμε) και ότι θα πεθάνουμε της πείνας επειδή θα τελειώσουν τα πετρέλαια και το φαγητό δε θα φτάνει για όλους. Είναι δικιά μας δουλειά να δείχνουμε συνέχεια ότι αυτό που παρουσιάζεται ως γενικό πρόβλημα είναι ειδικό πρόβλημα των καπιταλιστών και δε μας αφορά καθόλου. 

Η ζήτηση για την ενέργεια δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια «φυσική» συνέπεια της λογικής της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Η θέληση των κυρίαρχων, από τότε που υπάρχουν, για αύξηση της ισχύος τους εμφανίζεται στον καπιταλισμό ως επιδίωξη για αύξηση των κερδών. Αύξηση της υπεραξίας με κάθε μέσο. Με υποτίμηση της εργατικής δύναμης, με επέκταση του συστήματος της αγοράς/της κυκλοφορίας του εμπορεύματος σε όλο και περισσότερες πτυχές της ζωής (στη Κίνα πουλάνε αέρα κοπανιστό αφού ο αέρας δεν αναπνέεται πια, στην Δύση δουλεύεις για να συναρμολογείς τα έπιπλα ΙΚΕΑ για αυτούς που τα αγοράζουν) και φυσικά με όλο και μεγαλύτερη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων.



Το ειδικό πρόβλημα «έλλειψη της ενέργειας» εμφανίζεται με δύο τρόπους στον καπιταλισμό. Αφενός, ως απαραίτητη προϋπόθεση της επέκτασης του συστήματος της αγοράς, αφετέρου ως ένα ειδικό εμπόρευμα προς πώληση. Στην πρώτη περίπτωση, η διαρκής ανάγκη για νέα εμπορεύματα και άρα αύξηση της ζήτησης για την παραγωγική και την καταναλωτική διαδικασία εμφανίζεται απλοϊκά ως ανάγκη για να καίμε περισσότερο, για να δουλεύει η μηχανή. Είτε μια μηχανή που την κινεί η μισθωτή εργασία για να παράξει προϊόντα (πχ. σε ένα εργοστάσιο αυτοκινήτων ή στον προγραμματισμό), είτε για τις μηχανές που απαιτούνται για την μετακίνηση και την πώληση των εμπορευμάτων (πχ. τα μέσα μαζικής μεταφοράς ή τα καταστήματα ρούχων). Το ζήτημα (από πρακτικής σκοπιάς) είναι ότι κάτι πρέπει να κάνεις για να παράξεις ηλεκτρικό ρεύμα (να γυρνάς τη μανιβέλα με το μαγνήτη) και συνήθως (με την εξαίρεση της ηλιακής) κάτι πρέπει να γυρνάς. Το ποιος θα το κάνει αυτό είναι γνωστό, δεν υπάρχει ερώτημα επί τούτου. Η ανθρώπινη εργασία. Όσο κι αν κάψεις, όσο κι αν φυσήξει πάντοτε χρειάζεται η ανθρώπινη ενέργεια για να παραχθεί το κέρδος. Για την αέναη επέκταση του καπιταλιστικού συστήματος (που την ονομάζει ανάπτυξη) χρειάζεται όμως να βρίσκει και συνεχώς νέους πόρους και αυτοί να είναι όσο πιο φτηνοί γίνεται.



Νέοι και παλιοί τρόποι παραγωγής ενέργειας: Αντικατάσταση ή απλή πρόσθεση.

Ένας άλλος μύθος που κυκλοφορεί παρέα με αυτόν περί γενικού προβλήματος της ενέργειας είναι ότι τελειώνουν οι μέχρι τώρα φυσικοί πόροι άρα πρέπει να βρούμε νέους. Είναι βασική μεθοδολογία των από πάνω να παρομοιάζουν τα προβλήματα του καπιταλισμού με απλά καθημερινά προβλήματα που βιώνουμε στην άμεση εμπειρία μας.

Είναι σα να λένε για παράδειγμα το εξής: Φέτος, έχεις 2 τόνους πετρέλαιο και 100 κιλά ξύλα για να βγάλεις το χειμώνα. Του χρόνου δε θα σου φτάσουν γιατί θα είναι διαθέσιμα μόνο 1 τόνος πετρέλαιο και 60 κιλά ξύλα. Άρα θα σε φάει το κρύο. Η πραγματικότητα είναι κάπως διαφορετική. Για να κάνουμε μια τίμια αναλογία με την καθημερινή εμπειρία το ενεργειακό πρόβλημα του καπιταλισμού έχει να κάνει με το ότι: Του χρόνου, δε θα σου φτάσουν οι 2 τόνοι πετρέλαιο και τα 100 κιλά ξύλα όχι επειδή δε θα είναι διαθέσιμες αυτές οι ποσότητες αλλά επειδή ΕΣΥ θα χρειάζεσαι 3 τόνους πετρέλαιο και 250 κιλά ξύλα για να καλύψεις τις ανάγκες σου. 

Το πρόβλημα, λοιπόν, είναι η αύξηση της ζήτησης και όχι η μείωση των πόρων. Η εκμετάλλευση του άνθρακα, του πετρελαίου και των πυρηνικών θα συνεχίζεται αμείωτη (για να μην πω αυξανόμενη) και οι νέες μορφές ενέργειας (ήλιος, αέρας) θα έρχονται να προστεθούν στις παλιές και όχι να τις αντικαταστήσουν για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες. Δεν τα λέω εγώ αυτά, τα λένε μόνοι τους. Ρίξτε μια ματιά στις εκτιμήσεις του International Energy Agency. 

Σε αυτή τη ζήτηση πρέπει να προσθέσουμε και την προσπάθεια των παραγωγών της ενέργειας να πουλήσουν ντε και καλά το προϊόν τους ανεξάρτητα αν καλύπτει κάποια κοινωνική ανάγκη. Την ανάγκη θα την δημιουργήσουν με το ζόρι όπως κάνουν με όλων των ειδών τα εμπορεύματα όταν προσπαθούν να τα πουλήσουν. Τίποτα ιδιαίτερο εδώ.

2. Το ελληνικό κράτος

Το ελληνικό κράτος ως διακριτός εκφραστής συμφερόντων των καπιταλιστών αλλά και άλλων κοινωνικών τάξεων ξεδιπλώνει συνεχώς μια στρατηγική για να υπηρετήσει αυτά τα συμφέροντα. Σήμερα αυτή η στρατηγική εκφράζεται με τον λεγόμενο «πυλώνα σταθερότητας της περιοχής». Δηλαδή, η συμμαχία και εξυπηρέτηση γενικότερων καπιταλιστικών συμφερόντων (που οργανώνονται στρατιωτικά κυρίως υπό τη μορφή του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ, η οποία χρόνο με το χρόνο αυξάνει γεωμετρικά τα λεφτά για στρατιωτική αναβάθμιση) και η δικιά του ισχυροποίηση εντός και εκτός της επικράτειας του.

Πώς αποτυπώνεται αυτή η στρατηγική; Με την αναβάθμιση των βάσεων του ΝΑΤΟ και τη δημιουργία νέων σε όλη την επικράτεια, χτίσιμο νέων συμμαχιών (διμερών/τριμερών κτλ), την στρατοπέδευση χιλιάδων μεταναστών υπό τη δικαιοδοσία του ελληνικού στρατού, την διευκόλυνση επενδυτών στον τομέα των ακινήτων (βλ. βίζα και Κινέζους/Ρώσους επενδυτές), την αναβάθμιση των υποδομών για την ενέργεια και την κυκλοφορία των εμπορευμάτων (είτε μιλάμε για τα ενεργειακά έργα, είτε για τη σύνδεση λιμανιών-τρένων κτλ, είτε τους εθνικούς δρόμους). Ακόμα με τον εσωτερικό πόλεμο για την αναδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, την ταχύτερη λειτουργία της κρατικής διοίκησης και την αναβάθμιση του ελέγχου (βλ. εδώ και την ψηφιοποίηση σε όλα τα μέτωπα – taxis, κτηματολόγιο, ΜΜΜ κτλ). Οργανώνει συνεχώς τις κοινωνικές σχέσεις και δυναμικές με σκοπό την ενδυνάμωσή του ως καπιταλιστικό κράτος ενταγμένο στα 30-40 πιο ισχυρά κράτη στον κόσμο. Η ανάπτυξή του ως τέτοιο είναι εξαιρετικά κρίσιμη σε μια εποχή ανακατατάξεων που ευνοεί την άνοδο (και την κάθοδο) στην ιεραρχία του παγκόσμιου καπιταλισμού. Μην ξεχνάμε ότι το ελληνικό κράτος παραδοσιακά και από τα γεννοφάσκια του έχει συνδέσει την εδραίωση και ανάπτυξή του με τέτοιες κρίσιμες εποχές (από το 1821 και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μέχρι και την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας η ελληνική ιστορία είναι η απόδειξη αυτού του ισχυρισμού).

Η ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών (παραγωγή, δίκτυα, αποθήκευση) εντός του ελληνικού κράτος είναι πολιτική πράξη που αυξάνει την ισχύ του ελληνικού κράτους αφού δημιουργεί εξαρτήσεις και υλικά συμφέροντα με άλλα κράτη. Οι διακρατικές συμμαχίες με Ισραήλ, Κύπρο, Αίγυπτο είναι μια ορατή περίπτωση. Όπως θα το έλεγε και ο διευθύνων σύμβουλος της ΤΕΡΝΑ η Ελλάδα θα μπορούσε να γίνει «μπαταρία» του Ευρωπαϊκού Νότου. Και όποιος μπορεί να γίνει μπαταρία κάνει κουμάντο.

Συστηματικά οι έρευνες για εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα ξεκίνησε στην χρυσή εποχή του ελληνικού καπιταλισμού (αν και έχουν γίνει και παλιότερα όχι συστηματικά) την δεκαετία του ’60 και του ’70 φτάνοντας το 1975 στην ίδρυση της Δημόσιας Επιχείρησης Πετρελαίου. Τότε γίνεται και η ανακάλυψη του κοιτάσματος του Πρίνου στην Καβάλα, του οποίου η άντληση ξεκινά το 1981. Τότε γίνονται και οι ανακαλύψεις άλλων κοιτασμάτων (πχ Κατάκολο) που απασχολούν σήμερα πάλι τις εταιρείες.

Την δεκαετία του ’90 αλλάζει το καθεστώς στα πλαίσια της φιλελευθεροποίησης και το 1996 γίνεται ο πρώτος διεθνής διαγωνισμός παραχωρήσεων στις ίδιες περίπου περιοχές που σήμερα έχουν δοθεί για έρευνες (Ιωάννινα, Αιτωλοακαρνανία, ΒΔ Πελοπόννησος, Πατραϊκός Κόλπος). Για διάφορους λόγους (τεχνικούς/κόστους κτλ) δεν προχώρησαν αυτές οι επενδύσεις. Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ο μακροχρόνιος σχεδιασμός από τη μεριά του κράτους. Είναι κρίσιμο να αντιληφθούμε την ιστορία που έχει από πίσω του και τα όρια που αυτό θέτει στη στρατηγική μας.

Από το 2009 και μετά ξεκινάνε πιο δυναμικά οι διαδικασίες για παραχώρηση περιοχών για έρευνες με κεντρικό πολιτικό πρόσωπο που ακόμα και σήμερα δουλεύει πάνω στο θέμα τον Μανιάτη, υφυπουργό του ΠΑΣΟΚ. Στις μέρες του δόθηκε η παραχώρηση για τις Σκουριές και με το νόμο 4001/2011 για την αγορά ενέργειας ρυθμίζονται τα ζητήματα σχετικά με τις έρευνες υδρογονανθράκων.

Τα οικόπεδα μοιράστηκαν, οι διαγωνισμοί άνοιξαν και άρχισαν να δίνονται τα οικόπεδα. Οι εταιρείες Repsol, Εxxon Μobil, Τotal, Edison, ΕΛΠΕ και Calfrac μοιράζονται προς το παρόν την πίτα είτε μόνες τους, είτε συνήθως με συμπράξεις.

Είναι σημαντικό εδώ να αναφέρουμε και τις υποδομές αγωγών του φυσικού αερίου που συνιστούν επίσης και υλικές στρατηγικές συμμαχίες με τα γειτονικά κράτη: TAP (Τουρκία, Ελλάδα, Αλβανία), IGB (Βουλγαρία, Ελλάδα), IGI (Τουρκία, Ελλάδα, Ιταλία) και τα σχέδια για τον αγωγό East Med που πιθανολογείται ότι θα εξυπηρετεί τη μεταφορά αερίου από τις αραβικές χώρες στο Ισραήλ με την Κύπρο, την Ελλάδα, τη Λιβύη, την Ιταλία και μετά Βόρεια Ευρώπη. Παράλληλα, η ταχύτατη εξάπλωση των ΑΠΕ (ανεμογεννήτριες, φωτοβολταϊκά, βιομάζα κτλ κτλ) είναι ήδη μια πραγματικότητα – αλλά δε θα εστιάσω σε αυτά εδώ.

Είναι απαραίτητο να αποκτούμε μια συνολική εικόνα για τις υποδομές του ελληνικού κράτους που φανερώνουν εν τέλει και την πραγματική του πολιτική ανεξάρτητα από το ιδεολογικό της περίβλημα. Είτε αυτό έχει να κάνει με τα ενεργειακά, είτε με οτιδήποτε άλλο. Επειδή δεν μπορώ να δώσω μια τέτοια εικόνα αναφέρω αποσπασματικά κάποια στοιχεία.

3. Η φάση της έρευνας ως λεηλασία της φύσης και ως ευκαιρία 

Στα τέλη του 2014 υπογράφεται η πρώτη σύμβαση παραχώρησης για έρευνες υδρογονανθράκων. Ήδη, έχουν αρχίσει οι έρευνες στα Γιάννενα και Θεσπρωτία. Σεισμικές έρευνες που γίνονται με εκρήξεις (περίπου 11.500 για το «οικόπεδο» των Ιωαννίνων). Στις παραχωρήσεις που γίνονται συμπεριλαμβάνεται και το στάδιο της έρευνας και της εκμετάλλευσης. Το πρώτο στάδιο της έρευνας αποτελείται και αυτό από 3 υποστάδια: της αρχικής έρευνας, των γεωτρήσεων με σκοπό των εντοπισμών των κοιτασμάτων και τον καθορισμό των κοιτασμάτων που αξίζουν εμπορικά να αξιοποιηθούν. Ύστερα ακολουθεί η δεύτερη φάση της εκμετάλλευσης που περιλαμβάνει την εξόρυξη, την ανάπτυξη υποδομών αποθήκευσης, επεξεργασίας και δικτύων μεταφοράς. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η πρώτη φάση διαρκεί περίπου 7 χρόνια. Ας το κρατήσουμε αυτό.

Για να αποφασίσει μια εταιρεία να πραγματοποιήσει μια επένδυση σημαίνει ότι έχει ισχυρότατες ενδείξεις ότι τα κέρδη της θα είναι πάνω από ένα συγκεκριμένο ποσοστό που αυτή έχει ορίσει. Δεν μιλάμε δηλαδή απλά για απόσβεση αλλά για κέρδη. Ας υποθέσουμε ότι θέλει να έχει κέρδη του 10%. Είμαι άσχετος από αυτά, το λέω στη τύχη. Όταν, λοιπόν, θα κάνει τις εξισώσεις του το οικονομικό τμήμα της εταιρείας θα έχει από τη μια μεριά τα κόστη και από την άλλη τα εκτιμώμενα έσοδα από τη πώληση. Προσπαθεί με τα χίλια ζόρια να ρίξει τα κόστη. Το ελληνικό κράτος παραχωρεί τζάμπα αρκετά πράγματα και δε ζητάει και πολλά. Για παράδειγμα, υπεύθυνη για τον έλεγχο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων είναι η ίδια εταιρεία. Οπότε μειώνονται και άλλο τα κόστη αφού δε θα χρειαστεί να αποζημιώσουν κανέναν, αφού «δεν θα υπάρχουν» σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις (γιάννης κερνάει, γιάννης πίνει).

Εμείς ως κοινωνία και ως κινήματα βρισκόμαστε στην μεριά του κόστους. Αυτά τα 7 χρόνια που διαρκεί η περίοδος των ερευνών και θα εμφανίζονται τα κόστη είμαστε υποχρεωμένοι να αυξήσουμε το κόστος τόσο πολύ που τελικά να μειώνεται το ποσοστό εκτιμώμενου κέρδους και να καταστήσουμε το έργο μη κερδοφόρο. Τα γεωστρατηγικά οφέλη των έργων θα κάνουν το ελληνικό κράτος να καλύψει πολλά από αυτά τα κόστη (είτε στις υποδομές, είτε στην καταστολή – πολλά όπως είπαμε θα τα προσφέρει τζάμπα). Αυτό είναι ένα σημείο κλειδί πάνω στο οποίο πρέπει να χτίσουμε την στρατηγική μας αντί για γενικόλογα περί κράτους και καπιταλισμού. Να γίνουμε κόστος για τις εταιρείες και το κράτος. Αυτός είναι ένας χειροπιαστός σκοπός. Και το κόστος υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αυξηθεί.

4. Το πλαίσιο εντός του οποίου είμαστε υποχρεωμένοι/ες να αναπτύξουμε την επίθεσή μας

Ο πρωταρχικός αντικειμενικός σκοπός του πολέμου ενάντια στους ενεργειακούς σχεδιασμούς δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αποκαλείται «Μηδενική λύση» ή αλλιώς η μη υλοποίηση των έργων. Στη βάση αυτού του σκοπού πρέπει να συναντηθούμε με τις ευρύτερες κοινωνικές αντιστάσεις που αναδύονται και δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή και όχι στη βάση της ιδεολογικής συμφωνίας.

Κάποια σημεία για το πλαίσιο του κοινωνικού αγώνα.

Η επίτευξη του σκοπού της μηδενικής λύσης είναι το πρώτο που ενδιαφέρει όσους ανθρώπους δραστηριοποιούνται γύρω από αυτά. Οι άνθρωποι αυτοί, πολλοί από την επαρχία και χωρίς αναγκαστικά πρότερη κινηματική εμπειρία ή πολιτικοποίηση χρησιμοποιούν αναγκαστικά τις ήδη υπάρχουσες μορφές συλλογικής οργάνωσης για να αντισταθούν. Είτε αυτό είναι σύλλογοι, παρατάξεις, πολιτικές ομάδες ή αυτοοργανωμένες πρωτοβουλίες. Είμαστε τυχεροί γιατί έχει αναπτυχθεί μια κουλτούρα αδιαμεσολάβητων αγώνων. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει με το καλημέρα να περιμένουμε από άλλους να υιοθετούν μορφές πάλης που υποστηρίζουμε εμείς. Για παράδειγμα, δεχόμαστε μορφές οργάνωσης που έχουν οι μεταναστευτικές κοινότητες όταν υπάρχει ένα άμεσο επίδικο. Μορφές οργάνωσης που είναι ιεραρχικές, πατριαρχικές και μπορεί να έχουν όλα τα κακά του κόσμου. Το ίδιο πρέπει να γίνει και εδώ. Είναι μέσα από την πρακτική εμπειρία του αγώνα που ριζοσπαστικοποιούνται οι άνθρωποι, όχι μέσα από καλές ιδέες.

Παράλληλα, πρέπει να δεχθούμε ότι για την αποτελεσματικότητα αυτής της μάχης θα χρειαστούν όλα τα μέσα. Από παρεμβάσεις στα συμβούλια των Δήμων και των Περιφερειών για να δώσουν αρνητικές γνωμοδοτήσεις ή αποφάσεις (όπως έγινε στην Άρτα) μέχρι συλλογή υπογραφών για το Συμβούλιο της Επικρατείας, από καταλήψεις σε δρόμους μέχρι την χρήση της άμεσης δράσης για σαμποτάζ και παρεμπόδιση ή ακόμα και την «παρέμβαση» σε φυσικά πρόσωπα. Όλα τα μέσα με το κατάλληλο τρόπο. Αύξηση του κόστους με όλα τα μέσα. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι μορφές οργάνωσης της πάλης πρέπει στο σύνολό τους να λειτουργήσουν για τον σκοπό ακόμα και αν διαφωνούμε με κάποια από αυτά.

Εμείς μπορούμε να γίνουμε ένα μέρος αυτής της κοινωνικής κίνησης. Ένα μέρος που θα αναδεικνύει το δομικό ρόλο του ελληνικού κράτους ενάντια σε λογικές εξάρτησης από τις πολυεθνικές και τις μεγάλες δυνάμεις (όπου μια καλή κυβέρνηση θα έλυνε το πρόβλημα – ο ΣΥΡΙΖΑ δόξα το θεό μας βοηθάει σε αυτό). Ένα μέρος που θα μοιράζεται την γνώση της αδιαμεσολάβητης, αυτόνομης, αντιιεραρχικής οργάνωσης μέσα στην κοινωνία, ένα μέρος που θα μοιράζεται όλες τις μεθόδους που μπορούν να οξύνουν τους αγώνες. Και ένα μέρος που θα μαθαίνει από την κοινωνία να αγωνίζεται. Δάσκαλοι και μαθητές ταυτόχρονα.

Υπάρχει ένα αντικειμενικό πλεονέκτημα. Οι περιοχές που πλήττονται είναι τόσες πολλές που σε ένα μοίρασμα σε ένα τυχαίο δείγμα ανθρώπων στο μετρό ή στο λεωφορείο είναι αρκετά πιθανό να συναντήσεις κάποιον/α που έχει ένα υλικό/συναισθηματικό/κοινωνικό συμφέρον να σε ακούσει και ίσως να συμφωνήσει μαζί σου, δεδομένου ότι ο μισός πληθυσμός στην Ελλάδα και παραπάνω ζει στην Αθήνα. Είναι ένα στοίχημα πως απέναντι στους τόνους μικροαστισμού, πατριωτισμού και αγάπης για την παράδοση μπορούμε να αντιτάξουμε την εμπειρία των αγώνων μας για να μετατοπίσουμε τις συνειδήσεις. Για παράδειγμα, στην Αλβανία υπάρχουν μέρη που έχουν λεηλατηθεί από τις εξορύξεις πετρελαίου και περιοχές που οι άνθρωποι δεν μπορούν να πιουν νερό επειδή έχει ανακατευτεί το πετρέλαιο με το νερό μετά από την εξόρυξη. Τέτοια παραδείγματα δείχνουν τα κοινά συμφέροντα ενάντια στο ρατσισμό. Η γενική στρατηγική του ελληνικού κράτους που αναφέρω στην αρχή μπορεί να ενοποιήσει τις εξορύξεις, με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και την ξεφτίλα των εργασιακών σχέσεων. Μόνο η γενική αντίληψη και γνώση μπορεί να μας κάνει να συναντηθούμε με την κοινωνία και να μετατοπίσουμε τις συνειδήσεις. Ούτε τα τσιτάτα, ούτε οι τσαμπουκάδες, ούτε η απομόνωση και ο σεχταρισμός. Αν έχουμε δίκιο τότε μπορούμε σίγουρα να το επικοινωνήσουμε.

Υπάρχει κι ένα αντικειμενικό πρόβλημα. Η άμεση εμπειρία των ανθρώπων (και ειδικά των κινηματικών) που ζούνε ή/και έχουν μεγαλώσει στην Αθήνα δεν συμπεριλαμβάνει τις επιπτώσεις που έχουν αυτά τα ενεργειακά έργα. Αν μπορούμε να πάμε στην Πέτρου Ράλλη και να δούμε τον ολοκληρωτικό χαρακτήρα του κράτους που κρατάει έγκλειστους τους μετανάστες, αν καθημερινά βιώνουμε στους δρόμους της Αθήνας, στη δουλειά τον κόσμο της εξουσίας, δεν βλέπουμε τις ανεμογεννήτριες στα Άγραφα, ούτε και τις έρευνες στη Ζίτσα Ιωαννίνων. Και είμαστε αρκετά συνηθισμένοι να αγωνιζόμαστε για ότι βρίσκεται στην άμεση εμπειρία μας και μπορούμε συναισθηματικά να συνδεθούμε. Όμως ο αγώνας μας ως αναρχικοί/ες δεν αρκείται στην ικανοποίηση των ειδικών συμφερόντων αλλά στο γενικό συμφέρον, στην συνολική απελευθέρωση.

Αυτή η μάχη ενάντια στα ενεργειακά μας καλεί να αναμετρηθούμε με αυτή ακριβώς την αιχμή των προταγμάτων μας. Τη συνολική ελευθερία.

Το με ποιες μορφές οργάνωσης, ποιους τρόπους παρέμβασης θα επιλέξουμε ή πως θα εντάξουμε αυτόν τον αγώνα στις ατζέντες μας όχι ως θεματικό αγώνα αλλά ενοποιημένο με το συνολικό αγώνα είναι ερωτήματα που δεν απαντιούνται θεωρητικά παρά μόνο μέσα από τις συλλογικές διεργασίες και προπαντός μέσα στον ίδιο τον αγώνα.

Ας συνδυάσουμε όλο τον πλούτο που έχουμε γεννήσει τις τελευταίες δεκαετίες. Την αυτοοργάνωση, τον αντιφασισμό (θα βρούμε πολλούς πατριώτες μπροστά μας, να μην αφήσουμε στους φασίστες χώρο), την κριτική στον σπισισμό και την καταστροφή της φύσης, την μάχη ενάντια στην πατριαρχία (η απληστία και η αδιαφορία για τη φύση είναι συγκροτητικό της πατριαρχίας), τις πρακτικές άμεσης δράσης. Και ας δοκιμάσουμε αυτό που τόσο συχνά λέμε. Την συνδιαμόρφωση με άλλους, έξω από εμάς, παράλληλα με την δικιά μας παρέμβαση.

{Να δώσω ένα ακόμα παράδειγμα. Κάποιοι θα λέγανε πως η πατριαρχική καταπίεση είναι ένα δευτερεύον ζήτημα σε αυτούς τους αγώνες. Αντίθετα, όμως η επιμονή για να αναδείξουμε τον καθημερινό καταναγκασμό της πατριαρχίας (και ειδικά στην επαρχία) και πως αυτή έχει καθορίσει την αντίληψη για τη λεηλασία της φύσης ή τις μορφές οργάνωσης που ήδη υπάρχουν (σύλλογοι, πρωτοβουλίες κτλ) και δεν συμπεριλαμβάνουν τις γυναίκες, μπορεί ακριβώς να απελευθερώσει ένα νέο δυναμικό κομμάτι που είναι πρωτοπόρο έτσι κι αλλιώς σήμερα είτε στα «αμιγώς» ζητήματα έμφυλης καταπίεσης, είτε στους αγώνες γύρω από την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Η ενσυναίσθηση και η φροντίδα που η γυναίκα έχει αναπτύξει μέσα στην πατριαρχία είναι ικανότητες που την καθιστούν πιο κατάλληλη να αντιληφθεί τις συνέπειες της λεηλασίας της φύσης αντίθετα με τον φτωχό συναισθηματικά άνδρα που θεωρεί αυθόρμητα αυτά τα ζητήματα φλώρικα και εξίσου αυθόρμητα εμπλέκεται σε αγώνες μέσα από τους οποίους υπάρχει η δυνατότητα να γίνει ήρωας με υψωμένη γροθιά.}

Αυτά.
Έχουμε μια θερμή δεκαετία επίθεσης μπροστά μας. Έχουμε μια θερμή δεκαετία αγώνα μπροστά μας; Ας απαντήσουμε θετικά σε αυτό το ερώτημα ως μέρος του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου