Του Άρη Μπιλίνη*
Δεν είναι λίγες οι φορές που οι αξιωματούχοι κυρίως της Γαλλίας, αλλά και της Γερμανίας, έχουν επισημάνει τη σημασία της δημιουργίας ενός ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού, ενός στρατού της Ευρωπαϊκής Ένωσης δηλαδή.
Η ιδέα κάθε άλλο παρά καινούργια είναι και υπήρχε ήδη από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, όταν μια ευρωπαϊκή αποτροπή σε μια ενδεχόμενη σοβιετική επίθεση ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατη χωρίς την προστασία των ΗΠΑ και της ΝΑΤΟϊκής ομπρέλας που προσέφερε.
Σήμερα, με την Βρετανία να αποχωρίζεται την ΕΕ και την Αμερική του Τραμπ να μην δείχνει τις καλύτερες διαθέσεις απέναντι στην Ευρώπη, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού μοιάζει να έχει μια ευκαιρία άνευ προηγουμένου.
Σήμερα, με την Βρετανία να αποχωρίζεται την ΕΕ και την Αμερική του Τραμπ να μην δείχνει τις καλύτερες διαθέσεις απέναντι στην Ευρώπη, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού μοιάζει να έχει μια ευκαιρία άνευ προηγουμένου.
Ο ευρωπαϊκός στρατός θα διαθέτει πυρηνικό πρόγραμμα, αυτό της Γαλλίας, ένα μεγάλο γεωγραφικό εκτόπισμα αλλά και πολυπληθείς μονάδες που θα τον καθιστούν υπολογίσιμη δύναμη τόσο απέναντι στις ΗΠΑ όσο και απέναντι σε Ρωσία και Κίνα. Μεγαλύτερο εμπόδιο στη δημιουργία του πάντως παραμένουν οι εξωτερικές πιέσεις αλλά και η υφιστάμενη πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη που δεν ευνοεί την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση.
Για την Ελλάδα, η συμμετοχή της σε αυτό το εγχείρημα παρουσιάζει ευκαιρίες, νέες δυνατότητες αλλά και πολλούς προβληματισμούς. H Αθήνα, μετά και την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανία από την ΕΕ, θα κατείχε τον 6ο δυνατότερο στρατό σε ένα σύνολο 27 κρατών και έναν στόλο που τόσο λόγο της υπεροπλίας του όσο και της γεωγραφικής του θέσης θα έπαιζε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η εμπειρία των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων θα καθιστούσε την Ελλάδα έναν βασικό εταίρο και “δάσκαλο” πολλών χωρών, που θα καλούνταν να αναπτύξουν το αμυντικό τους πρόγραμμα μέσα στο πλαίσιο του ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού.
Παράλληλα, το σημαντικότερο στοιχείο για την Ελλάδα θα ήταν η συμμετοχή της σε μια στρατιωτική συμμαχία όπου δε θα βρίσκεται η Τουρκία, σε αντίθεση δηλαδή με το ΝΑΤΟ, το οποίο αδυνατεί να στηρίξει εμπράκτως τα εθνικά μας συμφέροντα λόγω της τουρκικής παρουσίας σε αυτό. Όπως δηλαδή η Ελλάδα εκμεταλλεύεται το διπλωματικό της πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας με τη συμμετοχή της στην ΕΕ το ίδιο θα μπορεί πλέον να κάνει και σε στρατιωτικό επίπεδο. Χαρακτηριστικά, να επισημανθεί ότι τις μέρες της κρίσης των Ιμίων οι Βρυξέλλες ανακοίνωσαν ότι στηρίζουν την Αθήνα στη διαμάχη, μιας και η ελληνική επικράτεια ήταν αυτομάτως και ευρωπαϊκή, τη στιγμή που το ΝΑΤΟ τηρούσε σιγήν ιχθύος.
Το γεγονός επίσης ότι στη συμμαχία θα είναι παρούσα και η Κύπρος μεγιστοποιεί τις ελληνικές δυνατότητες για αποτελεσματικότερη αποτροπή του τουρκικού κινδύνου. Η Κύπρος για πρώτη φορά θα έχει τη δυνατότητα να βρίσκεται σε μια πολυεθνική στρατιωτική συμμαχία και να αναβαθμίσει έτσι το αμυντικό της στάτους.
Και αν τα πλεονεκτήματα για την Ελλάδα μοιάζουν συντριπτικά, εντούτοις ο ευρωπαϊκος στρατός δε θα είναι πανάκεια για τα εθνικά μας συμφέροντα. Οι ΗΠΑ, διαχρονικά, έχουν σταθεί ενάντια στο ενδεχόμενο αυτό κατηγορώντας μάλιστα τις ευρωπαϊκές ηγεσίες για “αχαριστία” μετά από τις τόσες αμυντικές υπηρεσίες που έχουν προσφέρει στην Ευρώπη. Η Ελλάδα είναι ξεκάθαρο ότι χρειάζεται την συνεργασία με τις ΗΠΑ όπως έχουν δείξει και οι τελευταίες εξελίξεις. Η στρατιωτική σύμπραξη ανάμεσα σε Αθήνα και Oυάσινγκτον έχει αναβαθμιστεί πολλαπλά και εις βάρος μάλιστα της Τουρκίας σε πολλές περιπτώσεις.
Η συμμετοχή της Ελλάδας σε έναν οργανισμό που προκαλεί τον “εκνευρισμό” των ΗΠΑ θα έχει εμφανή αντίκτυπο και στη συνέχεια αυτής της πολιτικής. Η ελληνική ηγεσία θα πρέπει να εξισορροπήσει ανάμεσα σε Ευρώπη και Αμερική με έναν παράτολμο τρόπο προκειμένου να αποσπάσει οφέλη και από τους δύο ταυτόχρονα, κάτι που δεν μπορεί να το εγγυηθεί κανείς και ειδικά για μια χώρα αδύναμη όπως η Ελλάδα.
Τέλος, η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού θα αναπροσαρμόσει το ΝΑΤΟ. Η σύμπλευση ανάμεσα σε ΝΑΤΟ και ευρωπαϊκο στρατό φαντάζει απίθανη με το ρόλο του ΝΑΤΟ να υποβιβάζεται έναντι της ευρωπαϊκής συμμαχίας. Αυτό είναι πολύ πιθανό να συσφίξει τις σχέσεις των εξω-ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ και κατά κύριο λόγο των ΗΠΑ, της Μεγάλης Βρετανίας και της Τουρκίας απέναντι στην ΕΕ. Δεν αποκλείεται έτσι να δούμε μια επαναπροσέγγιση της Άγκυρας με την Ουάσινγκτον και αυτή τη φορά έχοντας να αντιμετωπίσουν μια κοινή απειλή.
Εν κατακλείδι, συμπεραίνεται ότι για την Ελλάδα το ιδανικό σενάριο θα ήταν η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού, ο οποίος όμως θα χαίρει της στήριξης και της εμπιστοσύνης των ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο όμως φαντάζει αδύνατον. Ρεαλιστικά επομένως, η Αθήνα ευελπιστεί να μην κλιμακωθεί η σύγκρουση ανάμεσα σε Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον και παράλληλα η Άγκυρα να συνεχίσει να απομακρύνεται από αμφότερες.
* Ο Άρης Μπιλίνης είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
http://www.onalert.gr
http://www.onalert.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου