Καθεστώς της 4ης Αυγούστου ονομάστηκε το δικτατορικό καθεστώς που είχε η Ελλάδα από τις 4 Αυγούστου 1936, ημερομηνία στην οποία ο Ιωάννης Μεταξάς, σε συνεργασία με το βασιλιά Γεώργιο, κατήργησε τον κοινοβουλευτισμό και επέβαλε δικτατορία, και λειτούργησε μέχρι την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941, τρεις μήνες μετά τον θάνατο του Μεταξά.
Ο Μεταξάς διετέλεσε πρωθυπουργός από τις 13 Απριλίου του 1936 έως τις 29 Ιανουαρίου του 1941. Στη συνέχεια, πρωθυπουργός ανέλαβε ο Αλέξανδρος Κορυζής μέχρι τις 18 Απριλίου 1941 και αργότερα ο Εμμανουήλ Τσουδερός.
Τυπικά το καθεστώς καταργήθηκε με βασιλικό διάταγμα το Φεβρουάριο του 1942, ενώ η χώρα είχε καταληφθεί από τις δυνάμεις του Άξονα και η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση βρισκόταν στην Αίγυπτο.
Μετά την επικράτηση της δικτατορίας ο Μεταξάς φτιάχνει ένα υφυπουργείο Δημοσίας Ασφάλειας στο υπουργείο Εσωτερικών.
Επικεφαλής διορίζει ένα πρόσωπο αφοσιωμένο στην υπόθεση της 4ης Αυγούστου και ιδιαίτερα στον αρχηγό της.
Τον Κ. Μανιαδάκη...
Σ’ αυτόν ανατέθηκε να εδραιώσει την δικτατορία της 4ης Αυγούστου.
Το όνομά του έμεινε στη ιστορία για τις μεθόδους των βασανιστηρίων που εφάρμοζε και συνώνυμο με το απεχθές μαρτύριο του "πάγου και ρετσινόλαδου".
«Τα βασανιστήρια που εφάρμοσαν οι χαφιέδες της δικτατορίας (σ.σ.: του Μεταξά) εναντίον των αντιπάλων του καθεστώτος, των κομμουνιστών, σοσιαλιστών, δημοκρατικών, εναντίον των πρωτοπόρων εργατών, φοιτητών, αγροτών και διανοουμένων είναι πολύ δύσκολο να περιγραφούν.
Το ρετσινόλαδο και ο πάγος ήταν από τις κυριότερες μεθόδους βασανισμού για την απόσπαση "ομολογιών" και "δηλώσεως μετανοίας".
Το βασανιστήριο του ρετσινόλαδου εφαρμοζόταν περίπου με τον παρακάτω τρόπο: Στο τραπέζι του ανακριτή - βασανιστή υπήρχαν τρία ποτήρια, το ένα με 30 δράμια, το άλλο με 75 και το τρίτο με 100 δράμια ρετσινόλαδο.
Αν ο ανακρινόμενος δεν ομολογούσε ή δεν υπέγραφε του έδιναν να πιει το πρώτο ποτήρι. Στην περίπτωση που αρνιόταν και έφερνε αντίσταση άρχιζαν το άγριο ξυλοκόπημα, τη φάλαγγα ή χρησιμοποιούσαν άλλες μεθόδους βασανισμού.
Ύστερα από μισή ώρα, εφόσον ο αρχιβασανιστής - ανακριτής το έκρινε σκόπιμο, ακολουθούσε το δεύτερο στάδιο ανάκρισης και ο κρατούμενος έπινε το δεύτερο ποτήρι των 75 δραμιών.
Αν η αντίσταση του κρατουμένου ήταν μεγάλη, ύστερα από ένα τετράωρο γινόταν και η τρίτη "ανάκρισις" και τον υποχρέωναν να πιει ένα ποτήρι των 100 δραμιών.
Σ' αυτό το διάστημα και αρκετές ώρες ύστερα από την επενέργεια του καθαρτικού, ο κρατούμενος ήταν κλεισμένος στο κελί του και δεν του επέτρεπαν να πάει στο αποχωρητήριο αποτέλεσμα ήταν ότι ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος και το κελί, στο οποίο τον άφηναν κλεισμένο τέσσερις, πέντε και περισσότερες μέρες, αληθινός υπόνομος.
Το δεύτερο βασανιστήριο ήταν η στήλη πάγου.
Ανέβαζαν τον κρατούμενο στην ταράτσα της Ασφάλειας και τον υποχρέωναν να καθίσει γυμνός πάνω σε μια στήλη πάγου. Το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο με του ρετσινόλαδου.
Ο κρατούμενος γινόταν αληθινό ράκος. Πολλές φορές οι βασανιστές τον υποχρέωναν να κάθεται τόση πολλή ώρα πάνω στον πάγο, ώστε ορισμένοι κρατούμενοι πάθαιναν κρυοπαγήματα (...).
Άλλο βασανιστήριο ήταν το τράβηγμα των νυχιών με τσιμπίδες.
Σε άλλους έβαζαν σπίρτα στα νύχια και τα άναβαν ή τους έκαιγαν το κορμί με τσιγάρο. Άλλους τους χτυπούσαν με σακουλάκια άμμο στα πόδια.
Το ξύλο και τα βασανιστήρια γίνονταν συνήθως στην ταράτσα της Γενικής ή Ειδικής Ασφάλειας για να μην ακούγονται οι φωνές του κρατουμένου (...).
Οι βασανιστές του Κ. Μανιαδάκη χρησιμοποιούσαν και πολλά άλλα μέσα για να αποσπάσουν "ομολογίες" ή "δηλώσεις" και να υποτάξουν τους δημοκράτες στο φασιστικό καθεστώς.
Μια μεσαιωνική μέθοδος βασανισμού που χρησιμοποιούσαν ήταν το σιδερένιο στεφάνι.
Το περνούσαν στο κεφάλι του κρατουμένου και το έσφιγγαν σιγά σιγά όσο προχωρούσε η ανάκριση.
Άλλο μέσο ήταν η περίφημη "πιπεριά" που προκαλούσε φοβερό άγχος στον κρατούμενο και η "γάτα" που καταξέσκιζε τις σάρκες.
Η πιο συνηθισμένη μέθοδος ήταν η "φάλαγγα".
Αφού επί ώρες έδερναν οι βασανιστές τον κρατούμενο στα πέλματα με δεμένα πόδια σ' ένα κρεβάτι ή μια καρέκλα, ύστερα τον υποχρέωναν να τρέχει ξυπόλυτος στην ταράτσα της Ασφάλειας.
Η ίδια ομάδα βασανιστών στην Ασφάλεια χρησιμοποιούσε και μια ακόμα βάρβαρη μέθοδο: Αφού έκανε ράκος τον κρατούμενο από το ξύλο, τον περιέλουζε κατόπιν με κουβάδες βρώμικο νερό (...).
Υπολογίζεται ότι εκτός από τους δεκάδες αγωνιστές που πέθαναν από τις κακουχίες στις φυλακές και τις εξορίες και τις εκατοντάδες που παραδόθηκαν από το ξενοκίνητο καθεστώς της 4ης Αυγούστου στους Γερμανοϊταλούς κατακτητές και εκτελέστηκαν, 12 τουλάχιστον δολοφονήθηκαν στην περίοδο της 4ης Αυγούστου κατά τον ίδιο τρόπο στα διάφορα φασιστικά κάτεργα.
Γενική αρχή του καθεστώτος ήταν "σακατεύετε, αλλά μη σκοτώνετε".
Οι αφηνιασμένοι βασανιστές δεν μπορούσαν πάντα να συγκρατήσουν το "ζήλο" τους σε ορισμένα όρια.
Έπειτα, πολλές δολοφονίες έγιναν προμελετημένα, γιατί το καθεστώς ήθελε να "ξεπαστρέψει" και μερικούς για να φοβηθούν και να "σπάζουν" ευκολότερα οι άλλοι.
Σε πολλές δεκάδες φτάνουν οι πολίτες που τρελάθηκαν, έγιναν φυματικοί ή ανάπηροι ή υπέφεραν για πολλά χρόνια ύστερα από τα βασανιστήρια (...)».
Σπύρος Λιναρδάτος, «Η 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου