Αρκετά είναι τα ερωτήματα που έχουμε να θέσουμε σε σχέση με το νέο νόμο (4624/2019) για τα προσωπικά δεδομένα ο οποίος ενσωματώνει ενωσιακό δίκαιο και ψηφίστηκε με ευρύτατη πλειοψηφία πριν λίγες μέρες από ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜΕΡΑ 25.
Το πιο επικίνδυνο είναι μάλλον το άρθρο 27 του νέου νόμου που αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στο πλαίσιο των σχέσεων απασχόλησης. Σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα των εργαζομένων μπορούν να υποβάλλονται για σκοπούς της σύμβασης εργασίας, εφόσον είναι απολύτως απαραίτητο για την απόφαση σύναψης σύμβασης εργασίας ή μετά τη σύμβαση, για την εκτέλεσή της.
Προβλέπεται μεν ότι η συγκατάθεση του εργαζόμενου για την επεξεργασία των δεδομένων του δίνεται σε έγγραφη ή σε ηλεκτρονική μορφή και πρέπει να διακρίνεται σαφώς από τη σύμβαση εργασίας, όμως καμία κύρωση δεν υπάρχει για τον εργοδότη που ζητά τέτοια δεδομένα προφορικά και χωρίς καμία δικαιολογία. Έτσι, μπορεί, ακόμα και εγγράφως, να ζητήσει δεδομένα που δεν του είναι αναγκαία, και ο (υποψήφιος) εργαζόμενος να συγκαταθέσει στην πρόσβαση σε αυτά εξαιτίας του φόβου της μη πρόσληψης/απόλυσής του. Δείτε επίσης και το άρθρο 22 παράγραφος 1 β) που επιτρέπει την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και από ιδιωτικούς φορείς, για την εκτίμηση της ικανότητας προς εργασία του εργαζόμενου!
Πότε όμως είναι «απολύτως απαραίτητη η πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα για τη σύναψη ή την εκτέλεση της σύμβασης εργασίας»; Όταν ένα ζήτημα υγείας του εργαζόμενου μπορεί να επηρεάσει την απόδοσή του. Και να που με τον τρόπο αυτό οι εργαζόμενοι θα χωρίζονται σε πλήρως και λιγότερο υγιείς με τους δεύτερους να οδηγούνται σε μεγάλη δυσκολία εύρεσης μίας θέσης εργασίας και τελικά σε δυσκολία επιβίωσης. Μήπως, επιπλέον, για έναν σοβαρό νοικοκύρη εργοδότη αποτελούν κρίσιμα περιστατικά για τη φήμη της επιχείρησής του και αυτά που άπτονται της προσωπικής ζωής του εργαζόμενου (πχ σεξουαλικές επιλογές, κομματικές πεποιθήσεις, περιπέτειες με τη δικαιοσύνη κλπ);
Γιατί όμως δεν προβλέπεται και αντίστοιχο δικαίωμα πρόσβασης του εργαζόμενου σε προσωπικά δεδομένα του εργοδότη; Δεν μπορεί ποτέ να είναι «απολύτως απαραίτητο» κάτι τέτοιο προκειμένου αυτή τη φορά ο εργαζόμενος να δεχθεί να συνάψει σύμβαση εργασίας; Σίγουρα πολλοί θα δίσταζαν να συνάψουν τέτοια σύμβαση με εργοδότη ο οποίος αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας ή, πολύ περισσότερο, έχει παραβιάσει την εργατική ή οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία και αυτό γιατί στην πρώτη περίπτωση θα υπάρχει κίνδυνος διακοπής λειτουργίας της επιχείρησης, άρα και ανεργίας, ενώ στη δεύτερη περίπτωση και κίνδυνος διακοπής λειτουργίας και κίνδυνος για τα εργατικά δικαιώματα. Γιατί να μην έχει κι ο εργαζόμενος τη δυνατότητα να αξιολογήσει όλα αυτά τα περιστατικά προκειμένου να καταλήξει στο αν θα συνάψει μία σύμβαση εργασίας ή θα αναζητήσει κάτι καλύτερο; Δύο μέτρα και δύο σταθμά λοιπόν και να που οι κοινωνικοί εταίροι δεν είναι ίσοι, και πολλές διατάξεις ευνοούν τον ισχυρό που στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων είναι ο εργοδότης.
Στο ίδιο άρθρο του νέου νόμου (27 παράγραφος 7) αναφέρεται ρητά ότι οι εργοδότες μπορούν να παρακολουθούν με κάμερες του χώρους δουλειάς, με την παρατήρηση ότι τα δεδομένα από τις κάμερες δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται ως κριτήριο για την αξιολόγηση των εργαζόμενων. Όμως ποιος άραγε εγγυάται ότι αυτό δεν θα συμβαίνει; Πολύ απλά, οι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να απολύουν ή να υποβαθμίζουν εργαζόμενους, χρησιμοποιώντας προφάσεις, αντί για την πραγματικότητα της μη έγκρισης της συμπεριφοράς τους την οποία παρατήρησαν μέσω καμερών. Αυτά θα μπορούν να γίνουν πολύ ευκολότερα κατά το πρώτο έτος εργασίας κάποιου σε μία επιχείρηση, αφού αυτός τότε μπορεί να απολυθεί χωρίς να λάβει την παραμικρή αποζημίωση. Παράλληλα η ύπαρξη των καμερών βοηθά τους εργοδότες να πετύχουν το στόχο τους που είναι να δουλεύουμε σαν ρομπότ, χωρίς μάλιστα να συζητούμε για τα εργατικά δικαιώματα εντός των χώρων εργασίας, αφού θα έχουμε το φόβο της παρακολούθησης από το άγρυπνο εργοδοτικό μάτι.
Επίσης, το άρθρο 22 παράγραφος 1 γ) κάνει λόγο για «σοβαρές διασυνοριακές απειλές κατά της υγείας», υιοθετώντας στην ουσία την ακροδεξιά ρητορική περί προσφύγων που κουβαλούν ασθένειες και δίνοντας στο κράτος τη δυνατότητα να φακελώνει πρόσφυγες και μετανάστες ή και να τους απαλύνει με δικαιολογία την προστασία της δημόσιας υγείας. Αλήθεια, γιατί γίνεται αναφορά ειδικά στις «διασυνοριακές απειλές κατά της υγείας»; Δεν μπορούν να υπάρξουν εσωτερικές απειλές από επιδημία που θα ξεσπάσει ανάμεσα στους Έλληνες; Δεν αρρωσταίνει ο περιούσιος λαός παρά μόνο αν άλλοι τον κολλήσουν;
Παράλληλα, ο νέος νόμος τιμωρεί στο άρθρο 38 εξοντωτικά με κάθειρξη και χρηματική ποινή έως 300.000 ευρώ αυτόν που μεταδίδει/διαδίδει κλπ προσωπικά δεδομένα, εάν προκύψει κίνδυνος για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή την εθνική ασφάλεια. Προβλέπεται δηλαδή ένα βαρύ κακούργημα, αν και δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς περιπτώσεις στις οποίες η κοινοποίηση ενός προσωπικού κατά τα άλλα δεδομένου μπορεί να θέσει σε κίνδυνο το πολίτευμα και την εθνική ασφάλεια, καθώς εδώ δεν μιλάμε για κρατικά αλλά για «προσωπικά» απόρρητα. Πότε λοιπόν μπορεί να υπάρξει τέτοιος κίνδυνος; Η διάταξη είναι ασαφής και μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός επιβολής πολυετών καθείρξεων σε όσους αποκαλύπτουν τα κακώς κείμενα του πιο αντιδραστικού κυρίως μέρους του κρατικού μηχανισμού: της αστυνομίας και του στρατού.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η διάταξη του άρθρου 24 παράγραφος 1 β) που επιτρέπει την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων όταν αυτό κρίνεται απαραίτητο για την αποτροπή σημαντικής απειλή για την εθνική ή τη δημόσια ασφάλεια. Η εμπειρία έχει δείξει ότι καμία εμπιστοσύνη δεν πρέπει να δείχνουμε σε αυτούς που κρίνουν πότε η επεξεργασία των δεδομένων είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση τέτοιων «απειλών». Και ο νέος νόμος θα λειτουργήσει ως μέσο φακελώματος των πολιτικών και κοινωνικών αντιπάλων του αστικού κράτους προκειμένου αυτοί να σύρονται πιο εύκολα σε δίκες ή ακόμα και στη φυλακή για εγκλήματα που ποτέ δεν διέπραξαν, όπως έχει συμβεί κατά το παρελθόν. Αλλά και εκεί να μην οδηγούνται, το φακέλωμα ταλαιπωρεί αυτούς που απλά ενοχλούν το και έχει δυσμενείς επιπτώσεις στην κοινωνική, προσωπική και επαγγελματική τους ζωή.
Για αυτές λοιπόν τις ρυθμίσεις πανηγυρίζουν τα κόμματα και ιδίως ο ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος διαφήμισε στην «Αυγή» το νόμο (http://www.avgi.gr/article/10811/10144478/me-90-allages-psephisteke-o-nomos-gia-ta-prosopika-dedomena) , λέγοντας ότι αυτοί ήταν στην ουσία που διαμόρφωσαν το νομοσχέδιο και έφεραν «βελτιώσεις» και αποδεικνύοντας έτσι ότι η Νέα Δημοκρατία απλώς συνεχίζει την εγκεκριμένη από τους «εταίρους μας» και το μεγάλο κεφάλαιο πολιτική της προηγούμενης Κυβέρνησης.
Μία πολιτική που μας θέλει σκληρότερα εργαζόμενους με εξευτελιστικούς μισθούς προκειμένου να αυξήσουν τα κέρδη τους οι εγχώριοι και εξωχώριοι ισχυροί.
Απαιτείται η συγκρότηση ενός πλατιού αγωνιστικούς μετώπου ενάντια στο Επιχειρηματικό κράτος Άμυνας/Ασφάλειας και την καπιταλιστική τους Ανάπτυξη.
ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΦΑΝΤΑΡΩΝ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932955347
ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΦΑΝΤΑΡΩΝ ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ
ΤΗΛ. ΕΠΙΚ. 6932955347
Diktiospartakos.blogspot.com
diktiosprartakos@hotmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου