Hταν το πρόσωπο που κρυβόταν πίσω από τη φρίκη του Ισλαμικού Κράτους. Ο αρχηγός των τζιχαντιστών, ο Ιρακινός Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, δεν είναι πια ζωντανός. Κι αν πολλές φορές κυκλοφόρησε η φήμη ότι τον σκότωσαν, αυτή τη φορά είναι αλήθεια.
«Ο αρχηγός του Ισλαμικού Κράτους, Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι είναι νεκρός». Με αυτή τη δήλωση ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωσε την είδηση που είχε αρχίσει να κάνει τον γύρο του κόσμου. Σε διάγγελμά του, δήλωσε πως ο ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια αμερικανικής επιχείρησης στη Συρία, τη νύχτα της 26ης Οκτωβρίου.
Δίνοντας ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για τον θάνατο του χαλίφη που έκανε ολόκληρο τον κόσμο να ανατριχιάζει με τον «Φρανκενστάιν» που είχε δημιουργήσει, ο Αμερικανός πρόεδρος είπε ότι ο αλ Μπαγκντάντι σκοτώθηκε όταν παγιδεύτηκε σε ένα τούνελ. «Τον κυνήγησαν τα σκυλιά μας. Πυροδότησε γιλέκο και σκοτώθηκε μαζί με τα 3 ανήλικα παιδιά του. Το σώμα του διαλύθηκε, αλλά οι εξετάσεις απέδειξαν ότι ήταν αυτός», είπε. «Ο φονιάς, που προσπαθούσε τόσο σκληρά να εκφοβίσει άλλους, πέρασε τις τελευταίες στιγμές του στον απόλυτο φόβο, πανικό και τρόμο για τις αμερικανικές δυνάμεις που έρχονταν εναντίον του. Οι αναγκαστικοί εξισλαμισμοί, οι πορτοκαλί στολές που φορούσαν στους ομήρους πριν τους εκτελέσουν ήταν αυτό που ήθελε ο Μπαγκντάντι. Και τώρα είναι νεκρός. Πέθανε ως δειλός που τό έβαλε στα πόδια για να σωθεί. Πέθανε σαν σκύλος», συμπλήρωσε.
* ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Όλες οι φορές που ο αλ Μπαγκντάντι «πέθανε»
Ο «ντροπαλός» νέος
Ο Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι είχε γεννηθεί στη Σαμάρα του Ιράκ το 1971. Καταγόταν από αγροτική οικογένεια και αν και δεν είναι πολλά πράγματα γνωστά για την ζωή του, οι μυστικές υπηρεσίες πιστεύουν ότι παρακολούθησε το ισλαμικό πανεπιστήμιο της Βαγδάτης, όπου μελέτησε τον ισλαμικό νόμο και, αργότερα το Κοράνι. Άνθρωποι που τον είχαν γνωρίσει όταν ήταν ακόμα μικρός σε ηλικία και πριν γίνει ο χαλίφης του Ισλαμικού Κράτους, τον είχαν περιγράψει στα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως έναν ντροπαλό νέο με βαθιά γνώση των θρησκευτικών θεμάτων, που ζούσε μακριά από τους ανθρώπους σε ένα δωμάτιο δίπλα από το τζαμί στο Tobchi, μια φτωχή γειτονιά στα δυτικά προάστια της Βαγδάτης, που κατοικείται τόσο από Σιίτες όσο και από Σουνίτες Μουσουλμάνους. Κανένας στα αλήθεια δεν τον είχε προσέξει…
Κάποιοι πιστεύουν ότι ο αλ Μπαγνταντι είχε ριζοσπαστικοποιηθεί ήδη κατά τη διάρκεια του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν, αλλά άλλες αναφορές λένε ότι όταν οι ΗΠΑ εισέβαλαν στο Ιράκ, ήταν απλώς κληρικός σε ένα τζαμί.
Αυτό που είναι σίγουρο πάντως, είναι ότι μετά την αμερικανική εισβολή ίδρυσε την αντάρτικη οργάνωση Jamaat Jaysh Ahl Al Sunnah wa l Jamaah, αναλαμβάνοντας επικεφαλής της επιτροπής για την εφαρμογή του ισλαμικού νόμου (της Σαρία).
Φοιτητής στο «Πανεπιστήμιο της Τζιχάντ»
Τον Φεβρουάριο του 2004 έπεσε για πρώτη φορά στα χέρια των Αμερικάνων. Τον συνέλαβαν ενώ επισκεπτόταν έναν παλιό συμφοιτητή του, ονόματι Νεσαγίφ Νεσαγί, που περιλαμβανόταν και αυτός στη λίστα καταζητούμενων των ΗΠΑ. Τότε οδηγήθηκε στο αμερικανικό στρατόπεδο -φυλακή Camp Bucca, που έμελλε να γίνει εκκολαπτήριο των τζιχαντιστών. Η συγκεκριμένη φυλακή δεν ονομάστηκε άδικα «Πανεπιστήμιο της Τζιχάντ». Ο Αλ Μπαγκντάντι αφέθηκε ελεύθερος στα τέλη του ίδιου χρόνου ελλείψει αποδείξεων εις βάρος του. Οι Ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας τον συνέλαβαν ξανά άλλες δύο φορές, το 2007 και το 2012, αλλά τον άφησαν ελεύθερο γιατί δεν είχαν στα αλήθεια κάτι να του προσάψουν.
Οι σχέσεις με την Αλ Κάιντα
Το 2005 ο Αλ Μπαγκντάντι ορκίστηκε πίστη και αφοσίωση στο διαβόητο ηγέτη του παρακλαδιού της Αλ Κάιντα στο Ιράκ, Αμπού Μουσάμπ αλ Ζαρκάουι, αλλά μετά τον θάνατο του τελευταίου σε επίθεση αμερικανικού drone το 2006 αναρριχήθηκε σιγά-σιγά στην ιεραρχία της οργάνωσης και ανέλαβε τα ηνία της το 2010.
Στη συνέχεια, ήρθε σε ανταγωνισμό με το Συριακό παρακλάδι της Αλ Κάιντα, την οργάνωση Αλ Νούσρα. Όταν η Αλ Κάιντα ζήτησε από τον Αλ Μπαγκντάντι να περιορίσει την δράση του Ισλαμικού κράτους στο Ιράκ, έτσι εκείνος αρνήθηκε με αποτέλεσμα να αποκηρυχθεί τον Φεβρουάριο του 2014.
Από τις 4 Οκτωβρίου 2011, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής είχαν κατατάξει τον αλ-Μπαγκντάντι στη λίστα της διεθνούς τρομοκρατίας, ενώ μάλιστα έχει ανακοινωθεί και η αμοιβή των 25 εκατομμυρίων δολαρίων για οποιαδήποτε πληροφορία θα οδηγούσε στην αιχμαλωσία του ή το θάνατό του.
Η γένεση του «Φρανκενστάιν»
Στις 29 Ιουνίου του 2014 το ISIS ανακοίνωσε την ίδρυση ενός παγκόσμιου «χαλιφάτου» με τον αλ Μπαγκντάντι να αναλαμβάνει τα ηνία του.
Το Ισλαμικό Κράτος είχε καταφέρει την κατάληψη της Μοσούλης, κατατροπώνοντας τον πανίσχυρο ιρακινό στρατό. Περίπου 2.500 χιλιάδες τζιχαντιστές είχαν καταφέρει μια ταπεινωτική και καθοριστική νίκη επί των 60.000 υπερασπιστών της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης του Ιράκ. Τότε το Ισλαμικό Κράτος πήρε τον οπλισμό που υπήρχε στις τάξεις του στρατού αλλά και τα αποθέματα του παραρτήματος της κεντρικής τράπεζας του Ιράκ στη Μοσούλη, που άγγιζαν τα 450 εκατ. δολάρια και ξεκίνησε την επέλασή του. Έθεσε επίσης υπό τον έλεγχο του τις πετρελαιοπηγές της περιοχής. Η διάλυση του ιρακινού στρατού κατέστησε το Ισλαμικό Κράτος πολύ πιο ισχυρό. Και «τίποτα δεν επιτυγχάνει περισσότερο από την επιτυχία», όπως λέει μια ρήση.
Υπενθυμίζεται πως ήταν στη Μοσούλη όπου ο Μπαγκντάντι έκανε την πρώτη γνωστή δημόσια εμφάνισή του, τον Ιούλιο του 2014, στο τέμενος αλ Νούρι. Με τουρμπάνι, μαύρο ράσο και γκρίζα γενειάδα, είχε καλέσει όλους τους πιστούς να ορκιστούν πίστη στον ίδιο, ανακηρύσσοντας την ίδρυση του «χαλιφάτου» του Ισλαμικού κράτους στις αχανείς εκτάσεις της επικράτειας του Ιράκ και της Συρίας που είχαν κυριεύσει οι μαχητές του. Ο αλ Μπαγκντάντι είχε καλέσει τότε τους απανταχού Μουσουλμάνους να γίνουν «πρωταθλητές στην θρησκεία του Αλλάχ» και στον ιερό πόλεμο, καθώς και να μεταναστεύσουν στο Ισλαμικό Κράτος, το οποίο χαρακτήρισε ως «Σπίτι του Ισλάμ».
Χιλιάδες νέοι σουνίτες έσπευσαν τότε να ενταχθούν στις τάξεις του Ισλαμικού Κράτους, με την CIA να υπολογίζει ότι το 2014 το φρικιαστικό μόρφωμα διέθετε 31.000 έμπειρους μαχητές. Το επόμενο διάστημα οι αριθμοί αυτοί αυξήθηκαν σημαντικά. Με τη στρατιωτική αυτή δύναμη άρχισε να επεκτείνεται εδαφικά. Είναι ενδεικτικό ότι η τζιχαντιστική ένοπλη οργάνωση της Λιβύης Ανσάρ Αλ Σαρία, που ήλεγχε σημαντικές περιοχές στη Λιβύη, είχε σπεύσει να ορκιστεί πίστη στον νέο χαλίφη (Αύγουστος 2014), γεγονός που τη μετέτρεψε σε παρακλάδι του Ισλαμικού Κράτους. Το ίδιο έπραξαν και πολλές άλλες τζιχαντιστικές οργανώσεις από τις Φιλιππίνες μέχρι τον Ατλαντικό, μεταξύ αυτών οι Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν (Ιανουάριος 2015) και η Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία (Μάρτιος 2015).
Σε νέο μήνυμά του τον Μάιο του 2015 ο Άμπου Μπακρ αλ Μπαγκντάντι καλούσε τους μουσουλμάνους να ενταχθούν στο «χαλιφάτο» και να διεξάγουν ιερό πόλεμο στις χώρες τους. «Το Ισλάμ δεν ήταν ποτέ θρησκεία της ειρήνης. Το Ισλάμ είναι η θρησκεία του πολέμου», είχε υποστηρίξει τότε.
Το 2015 κι ενώ η οργάνωση επεκτεινόταν τόσο στο Ιράκ όσο και στη Συρία έφτασε να ελέγχει 13 κοιτάσματα πετρελαίου στο Ιράκ και 7 στη Συρία, καθώς και πολλά κοιτάσματα φυσικού αερίου, μεταξύ των οποίων και το μεγαλύτερο κοίτασμα του Ιράκ. Μόνο από το λαθρεμπόριο πετρελαίου που διεξήγε κυρίως με την Τουρκία, υπολογίζεται ότι η τζιχαντιστική οργάνωση εισέπραττε πάνω από 3 εκατ. δολάρια ημερησίως.
Από εδαφικής άποψης το Ισλαμικό Κράτος έφτασε να έχει επεκταθεί σε μία επικράτεια σχεδόν ίση με τη Βρετανία, ενώ είχε υπό την επιρροή του περίπου 10 εκατ. ανθρώπους. Στις περιοχές που ήλεγχε, είχε επιβάλει τη σαρία. Στις σουνιτικές περιοχές είχε οργανώσει ένα υβρίδιο κοινωνικού κράτους, το οποίο του εξασφάλισε λαϊκή υποστήριξη. Σε περιοχές που υπήρχαν χριστιανικές, σιιτικές και κουρδικές κοινότητες, έμπαινε στα χωριά και έσφαζε αδιακρίτως. Όσοι αποφάσιζαν να ακολουθήσουν τους τζιχαντιστές πλήρωναν ειδικό φόρο.
Στο μεταξύ το Ισλαμικό Κράτος μετατράπηκε σε ένα διεθνές δίκτυο τρομοκρατίας, το οποίο ευθύνεται για τις πολύνεκρες επιθέσεις στη Γαλλία, στο Βέλγιο, στη Γερμανία, στις ΗΠΑ και αλλού.
Ο συνασπισμός των δυτικών δυνάμεων και οι αλλεπάλληλοι βομβαρδισμοί στόχων των τζιχαντιστών στη Συρία και η ήττα από τον ιρακινό στρατό συρρίκνωσαν κατά πολύ όμως το χαλιφάτο που είχε εγκαθίδρυση ο αλ Μπαγντάντι, με τους Κούρδους του YPG να δίνουν τη χαριστική βολή, συντρίβοντάς το.
Οι φήμες που τον ήθελαν νεκρό
Υπενθυμίζεται πως στις 11 Ιουλίου του 2017, το Ισλαμικό κράτος είχε ανακοινώσει τον θάνατό του ηγέτη του. Δυο μήνες μετά όμως είχε κυκλοφορήσει σε τζιχαντιστικά μέσα ένα ηχητικό μήνυμά με τη φωνή του Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, που διέψευσε τον θάνατό του.
Η επόμενη εμφάνισή του ήταν τον Απρίλιο του 2019, όταν εμφανίστηκε ξανά σε ένα βίντεο που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο, έκανε την εμφάνισή του σε βίντεο για πρώτη φορά εδώ και 5 χρόνια σε ένα προπαγανδιστικό βίντεο να δηλώνει ότι η «μάχη για τη Μπαγούζ έχει τώρα τελειώσει», αναφερόμενος στο τελευταίο προπύργιο της εξτρεμιστικής οργάνωσης στην ανατολική Συρία, που έπεσε την 23η Μαρτίου του 2019.
Η τελευταία καταγεγραμμένη εμφάνισή του ήρθε τον Σεπτέμβριο του 2019, όπου σε ένα ηχητικό μήνυμα προειδοποιούσε ότι είναι καθ’ οδόν «καθημερινές επιχειρήσεις». Μάλιτσα τότε τα διεθνή ΜΜΕ μετέδιδαν πως η υγεία του ηγέτη του Ισλαμικού Κράτους ήταν σε κακή κατάσταση και ότι με το νέο του μήνυμα είχε στόχο να αναπτερώσει το ηθικό των ακολούθων του.
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι δεν ήταν μόνο ο επιχειρησιακός ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους, αλλά και το σύμβολο των τζιχαντιστών.
Ισχυριζόταν ότι προέρχεται από την ίδια φυλή με τον προφήτη Μωάμεθ, ότι ήταν απόγονος του εγγονού του προφήτη και ότι επαξίως ήταν ο ιδεολογικός και θρησκευτικός ηγέτης των Μουσουλμάνων.
Ο θάνατος του λοιπόν αποτελεί ένα μεγάλο πλήγμα για εκείνους που τον πίστεψαν ως θεό. Και μπορεί ο Αλ Μπαγντάντι να είναι νεκρός, αλλά το δίκτυό του είναι ακόμα ζωντανό.
Τραμπ, ο μεγάλος νικητής
Να σημειωθεί ότι, ο θάνατος του αρχηγού των τζιχαντιστών, έρχεται σε μια χρονική στιγμή όπου ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δεχτεί έντονες επικρίσεις τις τελευταίες εβδομάδες για την απόφασή του να αποσύρει Αμερικανούς στρατιωτικούς που ήταν ανεπτυγμένοι στη βόρεια Συρία, ανοίγοντας τον δρόμο για την εισβολή του στρατού της Τουρκίας κατά των Κούρδων, που βοήθησαν τις ΗΠΑ να πολεμήσουν το Ισλαμικό Κράτος.
Το Reuters σχολιάζει πως πρόκειται για μια μεγάλη νίκη του Τραμπ σε μια περίοδο που επίσης αντιμετωπίζει έρευνα την οποία προωθούν οι Δημοκρατικοί για την παραπομπή του. Το πρακτορείο σημειώνει πως ο φόνος του Μπαγκντάντι, που μπορεί τελικά να είναι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του Τραμπ στον τομέα της εθνικής ασφάλειας, θα βοηθήσει τον ρεπουμπλικανό πρόεδρο να φανεί ισχυρός καθώς δίνει μάχη κατά της έρευνας σε βάρος του που άρχισαν οι Δημοκρατικοί τον περασμένο μήνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου