Περίπου 134.000 άνθρωποι απολύθηκαν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της Τουρκίας το 2016.
Οι περισσότεροι εξακολουθούν να είναι άνεργοι, αναγκάζονται να παλεύουν για το δικαίωμα στην υγειονομική περίθαλψη και στη συνταξιοδότηση, ενώ πολλοί πάσχουν από διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD).
Στο πλαίσιο του πρωτοφανούς πογκρόμ και των μαζικών απολύσεων στη γειτονική χώρα στρατιωτικοί, αστυνομικοί, δικαστικοί, καθηγητές, διανοούμενοι και δημοσιογράφοι θεωρήθηκαν από τις αρχές ύποπτοι για σχέσεις με «τρομοκρατικές οργανώσεις», κατηγορήθηκαν και απολύθηκαν.
Ο 56χρονος Tahsin Uysal, ένας από τους δεκάδες χιλιάδες δημόσιους υπαλλήλους που έχασαν τη δουλειά τους μετά την 15η Ιουνίου 2016, εργάστηκε ως δάσκαλος στην πόλη Άδανα μέχρι να κατηγορηθεί ως μέλος συνδικαλιστικής οργάνωσης με διασυνδέσεις στο κίνημα Γκιουλέν, του αυτοεξόριστου στις ΗΠΑ ιεροκήρυκα τον οποίο η Άγκυρα «βλέπει» πίσω από την απόπειρα του πραξικοπήματος.
O Uysal πέρασε οκτώ μήνες στη φυλακή, πριν απελευθερωθεί, και πολύ καιρό μέχρι να βρει μια δημόσια αρχή να εξετάσει το αίτημά του να αντλήσει χρήματα από τις κρατήσεις στο λογαριασμό συνταξιοδότησής του, το οποίο τελικά απορρίφθηκε.
Ο ίδιος αμφισβήτησε δικαστικά την απόφαση και κέρδισε, αλλά το ποσό της αποζημίωσης μόλις που έφτασε για να καλύψει τα δικαστικά του έξοδα. Οι τραπεζικοί του λογαριασμοί και οι πιστωτικές του κάρτες πάγωσαν.
Η Οδύσσεια του δεν σταμάτησε εκεί, αφού στη συνέχεια καταδικάστηκε σε ακόμα εξήμιση φυλάκιση. Η εκτέλεση της ποινής προς το παρόν εκκρεμεί, επειδή πρέπει να περάσει επανεξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο της Τουρκίας.
Το μακρύ χέρι του τουρκικού κράτους έφτασε και την κόρη του. Πρόκειται για ακαδημαϊκό που επίσης φυλακίστηκε λόγω της συνδικαλιστικής δράσης του πατέρα της. Παρά το γεγονός ότι κρίθηκε αθώα στα δικαστήρια, της απαγορεύτηκε να επιστρέψει στη δουλειά της.
Η σύζυγος του Uysal διαγνώστηκε με καρκίνο. Παρά ταύτα ο 56χρονος δηλώνει αισιόδοξος: «Δεν θα σταματήσουμε να αγωνιζόμαστε. Κάποια μέρα, όλες αυτές οι αδικίες θα έρθουν στο φως, δεν είμαστε ούτε ένοπλοι τρομοκράτες ούτε εχθροί του κράτους. Η μόνη μου αμαρτία είναι ότι συμμετείχα σε ένα σωματείο».
Μακρύς ο κατάλογος των αδικιών
Οι συλληφθέντες δηλώνουν θύματα «κοινωνικού λιντσαρίσματος». Μακρύς ο κατάλογος των αδικιών σε βάρος τους, όπως φαίνεται από τις ιστορίες των απολυμένων. Άλλοι αναζητούν απεγνωσμένα εργασία, ενώ σε άλλους αρνούνται αυθαίρετα υγειονομική περίθαλψη ή τους έχουν κατάσχει τα διαβατήρια στερώντας με αυτόν τον τρόπο την έξοδο από τη χώρα.
Συνολικά περίπου 134.000 απολύθηκαν από διάφορους τομείς του δημοσίου. Όσοι έχουν πληγεί από τα προεδρικά διατάγματα, που έχουν ισχύ νόμου και δεν μπορούν να προσβληθούν ούτε στο Συνταγματικό Δικαστήριο, συνομιλούν μεταξύ τους σε διαδικτυακά φόρουμ μοιράζοντας τις εμπειρίες τους.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 126.000 άτομα υπέβαλαν αιτήσεις στην Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης της Τουρκίας προκείμενου να ξαναπιάσουν δουλειά. Όμως, μέχρι στιγμής, η Επιτροπή έχει επεξεργαστεί το 78% των αιτήσεων και έχει απορρίψει 88.700 από αυτές.
Μέχρι σήμερα μόνο σε 9.600 ανθρώπους έχει επιτραπεί να επιστρέψουν στις πρώην θέσεις εργασίας τους και 28.000 περιμένουν να δουν τι μέλλει γενέσθαι.
Μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης
Ο Omer Faruk Gergerlioglu, γιατρός και βουλευτής του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, καταγγέλλει ότι η χώρα του βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση έκτακτης ανάγκης, περισσότερο από τρία χρόνια μετά το πραξικόπημα.
«Εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούν να νιώθουν τις επιπτώσεις» λέει ο Τούρκος κοινοβουλευτικός. «Πολλοί ψάχνουν μάταια για δουλειές στον ιδιωτικό τομέα, πολλοί δεν έχουν το δικαίωμα να ταξιδεύσουν στο εξωτερικό, δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ομοσπονδιακές υπηρεσίες απασχόλησης και οι αρχές της πόλης τους απαγορεύουν να ξεκινήσουν δικές τους επιχειρήσεις. Συχνά απαγορεύεται να τραβήξουν τα χρήματα που στέλνουν από το εξωτερικό».
Ο βουλευτής δηλώνει αγανακτισμένος κάνοντας παράλληλα λόγο για «ναζιστικές μεθόδους, σχεδιασμένες για να “σπάσουν” τους ανθρώπους».
Από δάσκαλος επιστάτης
Τη δική του συγκλονιστική ιστορία μοιράστηκε μιλώντας υπό το καθεστώς ανωνυμίας στη Deutsche Welle ένας 33χρονος καθηγητής Ιστορίας. Μετά την απόπειρα του πραξικοπήματος και αυτός απολύθηκε για να μπει στη φυλακή.
Κατηγορήθηκε ότι αντάλλαξε αποκρυπτογραφημένα μηνύματα μέσω του ByLock. Οι τουρκικές αρχές υποστηρίζουν ότι η συγκεκριμένη εφαρμογή χρησιμοποιείται αποκλειστικά από μέλη του κινήματος Gulen. Όμως, ο 33χρονος αθωώθηκε αφού τα μηνύματά του -όπως πολλών άλλων- έγιναν γνωστά εκτός του Bylock εν αγνοία του.
Ύστερα ο ίδιος έμεινε άνεργος για μήνες. Προσπαθώντας να ζήσει την οικογένειά του μετακόμισε σε άλλη πόλη ώστε να ψάξει δουλειά. Εκεί βρήκε μία θέση επιστάτη αλλά απολύθηκε τρεις ημέρες αργότερα, αφού μαθεύτηκε το «παρελθόν» του.
Τελικά, βρήκε μία άλλη θέση στον τομέα της επιστασίας για ένα χρόνο, όμως στο μεταξύ κόπηκε το οικονομικό βοήθημα για την άρρωστη πεθερά του. Τώρα ο ίδιος διαγνώστηκε με καρκίνο και προσπαθεί να αντιμετωπίσει την ασθένειά του.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειώσουμε ότι η τουρκική κυβέρνηση έχει κάνει περικοπές στις κοινωνικές και ιατρικές παροχές παροχές των συγγενών συγγενείς των «υπόπτων», ατόμων που ανήκουν στην τρίτη ηλικία ή σε ευπαθείς ομάδες. Επίσης, φοιτητές έχουν χάσει επιδόματα, ενώ άλλοι λένε ότι κανείς δεν τους νοικιάζει διαμερίσματα.
Βαρύτερο το τραύμα που προκλήθηκε από άλλον άνθρωπο
Ο απολυμένος καθηγητής ψυχολογίας, Haluk Savas, εκτίμησε ότι όλοι «αυτοί οι άνθρωποι υποφέρουν από μεγάλο ψυχολογικό στρες επειδή αισθάνονται σαν να έχουν γίνει κοινωνικοί εξόριστοι». «Πέρα από την εξάντληση και τη σωματική ασθένεια, ο πόνος που οι άνθρωποι επιβάλλουν ο ένας στον άλλο έχει πιο βαριές ψυχολογικές συνέπειες από ένα τραύμα που οφείλεται σε γεγονότα, όπως ο σεισμός» τόνισε.
Τέλος, ο ίδιος επεσήμανε ότι εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που επηρεάζονται άμεσα από τις απολύσεις, καθώς και οι συγγενείς των πληγέντων πάσχουν από μετατραυματική διαταραχή άγχους (PTSD), κάτι που προηγουμένως διαγιγνώσκονταν μόνο σε θύματα κακοποίησης και πολέμου ή επιζώντες σοβαρών ατυχημάτων. «Είναι καταδικασμένοι να παλεύουν με το παρελθόν, υποφέρουν από αϋπνία και εφιάλτες».
Επιμέλεια: Λένα Κυριακίδη
Πηγή: Deutsche Welle
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου