Πετρέλαιο: Ποιος θα λυγίσει πρώτος;
Η Σαουδική Αραβία κήρυξε τον... πόλεμο ανακοινώνοντας κάθετη μείωση των επίσημων τιμών πώλησης αναγκάζοντας έτσι τη Ρωσία και τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγές χώρες σε ανάλογη κίνηση.
Ο πόλεμος τιμών μεταξύ των πετρελαϊκών τιτάνων της υφηλίου ξεκίνησε και το ζητούμενο πλέον είναι ποιος θα λυγίσει πρώτος: η Σαουδική Αραβία που έριξε την πρώτη βολή; Η Ρωσία; Ή μήπως οι... ΗΠΑ, η βιομηχανία σχιστολιθικού πετρελαίου των οποίων απειλείται με αφανισμό;
Ο πόλεμος ξεκινησε το περασμένο Σάββατο, μία μέρα μετά την αποτυχία του ΟΠΕΚ να έλθει σε συμφωνία με τις σύμμαχες πετρελαϊκές χώρες. Το καρτέλ είχε προτείνει μείωση της παραγωγής κατά 1,5 εκατ. βαρέλια ημερησίως από τον επόμενο μήνα και έως το τέλος του έτους, για να απορροφηθούν οι επιπτώσεις που προκαλεί στην παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου η επιδημία του κορονοϊού. Ομως η Ρωσία απέρριψε την πρόταση. Στη συνάντηση των πετρελαιοπαραγωγών χωρών στη Βιέννη δεν υπήρξε επίσης καμία ντιρεκτίβα για τις ποσοστώσεις στην παραγωγή που ισχύουν και οι οποίες εκπνέουν στο τέλος Μαρτίου.
Πριν περάσουν 24 ώρες η Σαουδική Αραβία -επικεφαλής του ΟΠΕΚ και μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο- κήρυξε τον πόλεμο. Ανακοίνωσε κάθετη μείωση των επίσημων τιμών πώλησης όλων των τύπου πετρελαίου προς όλες τις περιοχές του κόσμου κατά 6-8 δολάρια το βαρέλι. Ηταν η μεγαλύτερη μείωση των επίσημων τιμών του Ριάντ εδώ και δεκαετίες.
Η κίνηση υποχρεώνει επί της ουσίας τη Ρωσία και τις υπόλοιπες πετρελαιοπαραγωγές χώρες σε ανάλογη μεγάλη μείωση των τιμών τους, για να μπορούν να πουλήσουν το πετρέλαιό τους και να διατηρήσουν το μερίδιό τους στην αγορά. Οι επιπτώσεις στις τιμές ήταν άμεσες. Η τιμή του πετρελαίου μπρεντ γκρεμίστηκε μέσα σε λίγες ώρες υποχωρώντας πάνω από 30% έως και τα 31,27 δολάρια ανά βαρέλι πριν ανακτήσει κάποιες από τις απώλειές του. Χθες αργά το απόγευμα το μπρεντ κυμαινόταν περί τα 36,22 δολάρια ανά βαρέλι περιορίζοντας τις απώλειές του κοντά στο 20%.
Η κατάσταση που καλείται να διαχειριστεί η αγορά είναι αναμφίβολα πρωτόγνωρη αφού, εκτός από το σοκ που προκαλεί ο κορονοϊός στη ζήτηση, προστέθηκε και το σοκ που προκαλεί στην προσφορά η Σαουδική Αραβία. Ζητούμενο για τους αναλυτές της αγοράς το ποια από τις πετρελαιοπαραγωγές χώρες θα λυγίσει πρώτη σε αυτόν τον πόλεμο. Οι γνώμες διίστανται.
Οι χαμηλότερες τιμές θα θέσουν υπό δοκιμασία τα δημοσιονομικά μεγέθη της Σαουδικής Αραβίας, παρά το γεγονός ότι αυτή έχει το χαμηλότερο κόστος παραγωγής ανά βαρέλι και πολύ χαμηλό χρέος. Από την άλλη πλευρά η Ρωσία -σε αντίθεση με τη Σαουδική Αραβία που έχει συνδεδεμένο το ριάλ με το αμερικανικό δολάριο- μπορεί να επιτρέψει την υποτίμηση του ρουβλίου (πτώση 4% χθες) προκειμένου να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών της.
Δημόσιο έλλειμμα
Η Μόσχα διεμήνυσε χθες ότι θα μπορούσε να αντέξει τιμές 25-30 δολαριών ανά βαρέλι για 6 έως 10 χρόνια. Από την πλευρά του το Ριάντ μπορεί να αντέξει μια τιμή πετρελαίου στα 30 δολάρια ανά βαρέλι, αλλά θα πρέπει να πουλήσει περισσότερο πετρέλαιο προκειμένου να απαλύνει το χτύπημα που θα δεχτούν τα έσοδά του.
Η τιμή του πετρελαίου στην οποία το Ριάντ επιτυγχάνει ισοσκελισμένο προϋπολογισμό αγγίζει, σύμφωνα με τους αναλυτές, τα 80 δολάρια ανά βαρέλι και είναι διπλάσια από αυτήν που χρειάζεται αντίστοιχα η Ρωσία. Αν οι πετρελαϊκές τιμές παραμείνουν κοντά στα 30 δολάρια, τότε το δημόσιο έλλειμμα θα προσεγγίσει διψήφιο νούμερο φέτος, μακριά από το 6,4% του ΑΕΠ που αναμένει η κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά το Ριάντ διαθέτει σήμερα συναλλαγματικά αποθέματα 500 δισ. δολαρίων και αναλογία χρέους ΑΕΠ μόλις στο 25%. Το γεγονός αυτό προσφέρει αρκετά περιθώρια για κάλυψη κενών και δανεισμό.
Από το 2016 η Σαουδική Αραβία έχει άλλωστε δανειστεί πάνω από 100 δισ. δολάρια προκειμένου να απορροφήσει τις επιπτώσεις από τις χαμηλότερες πετρελαϊκές τιμές. Ωστόσο οι παρατεταμένες χαμηλές τιμές θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μείωση των δαπανών και απεμπόληση του σχεδίου διαφοροποίησης της οικονομίας από το πετρέλαιο.
Η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν από την άλλη πλευρά έχει συναλλαγματικά αποθέματα 570 εκατ. δολαρίων. Η ελεύθερη διακύμανση του ρουβλίου επιτρέπει ακόμα τη γρήγορη προσαρμογή του στις συνθήκες της αγοράς και την υποτίμησή του. Υπό αυτό το πρίσμα οι αναλυτές θεωρουν ότι η οικονομία της βρίσκεται σε καλύτερη θέση προκειμένου να αντέξει ένα οικονομικό σοκ σε σχέση με το 2014, όταν η Δύση τής επέβαλε κυρώσεις για την εισβολή στην Κριμαία ή το 2008 μετά το κραχ.
Στα συναλλαγματικά αποθέματα των 570 δισ. δολαρίων περιλαμβάνεται και το ύψους 150,1 δισ. δολαρίων Ταμείο Εθνικού Πλούτου, που το ρωσικό υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε χθες ότι θα χρησιμοποιηθεί προκειμένου να αντισταθμιστουν πιθανα λιγότερα έσοδα από τις εξαγωγές πετρελαίου.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα ίσως τελικά να το έχουν οι ΗΠΑ. Οι χαμηλότερες τιμές πετρελαίου θα μπορούσαν να γονατίσουν τις αμερικανικές εταιρείες ενέργειας που εξάγουν ακριβά πετρέλαιο από σχιστολιθικά πετρώματα. Οι εταιρείες αυτές άνθησαν τα τελευταία χρόνια, καθιστώντας τις ΗΠΑ τη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα του κόσμου χάρη στις υψηλότερες διεθνείς τιμές και τη γενναία χρηματοδότησή τους από τις αγορές ομολόγων.
Αν οι τιμές παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα για μήνες, τότε το ενδεχόμενο αδυναμίας εξυπηρέτησης αυτού του χρέους (που στο μεγαλύτερο μέρος του είναι χαμηλής ποιοτητας) και χρεοκοπιών είναι πολύ πιθανό. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και τα λουκέτα αυτά θα μπορούσαν εν συνεχεία να ταρακουνήσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα της υπερδύναμης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου