Η «Υπόθεση Ντρέιφους» υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες δικαστικές πλάνες της ιστορίας και είχε συνταράξει την κοινή γνώμη της Γαλλίας κατά το τέλος του 19ου αιώνα. Το 1894 ένας νέος αξιωματικός του γαλλικού στρατού, ο Άλφρεντ Ντρέιφους, κατηγορήθηκε άδικα ότι κατασκόπευε για λογαριασμό της Γερμανίας. Καταδικάστηκε ως προδότης και στάλθηκε εξόριστος στο Νησί του Διαβόλου. Η αθώωσή του ήρθε 12 χρόνια μετά. Η «Υπόθεση Ντρέιφους» θεωρήθηκε ως η πρώτη οργανωμένη ένδειξη αντισημιτισμού, αφού αυτός που βρέθηκε στο στόχαστρο ήταν εβραϊκής καταγωγής.
Τον Σεπτέμβριο του 1894 στο Παρίσι, η γαλλική υπηρεσία αντικατασκοπείας με το όνομα «Υπηρεσία Στατιστικής» βρισκόταν σε πλήρη λειτουργία, υπό τον Γάλλο συνταγματάρχη Σαντέρ. Στόχος της ήταν οι πληροφορίες από τη Γερμανική πλευρά, καθώς η συμμαχία ανάμεσα στη Γερμανία, την Αυστροουγγαρία και την Ιταλία είχε ανησυχήσει τους Γάλλους, που φοβόντουσαν μήπως χάσουν την κυριαρχία τους στις αποικιοκρατούμενες περιοχές.
Την ίδια ώρα που οι Γάλλοι κατασκόπευαν τους Γερμανούς, το ίδιο έκαναν και οι Γερμανοί. Την περίοδο εκείνη, πρέσβης της Γερμανίας στο Παρίσι ήταν ο Κόμης φον Μόνστερ. Μαζί του υπηρετούσε και ο συνταγματάρχης Μαξιμιλιανός Σβάρτσκοππεν, ο οποίος εκτός από τη δουλειά του στη Γερμανική πρεσβεία, κατασκόπευε τη γαλλική πλευρά τόσο επιτυχημένα, ώστε στην πολυάριθμη λίστα των πληροφοριοδοτών του, ανήκαν και Γάλλοι υπάλληλοι του Υπουργείου των Στρατιωτικών. Η Υπηρεσία Στατιστικής γρήγορα αντιλήφθηκε την κατασκοπεία και έθεσε τον Σβάρτσοκοππεν υπό παρακολούθηση. Ένας από αυτούς που τον παρακολουθούσαν ήταν η Γαλλίδα καθαρίστρια της γερμανικής πρεσβείας, μαντάμ Μπαστιάν.
Το σημείωμα που καταδίκασε τον Άλφρεντ Ντρέιφους
Η μαντάμ Μπαστιάν κάθε μεσημέρι συγκέντρωνε τα χαρτιά που πετούσαν στα σκουπίδια οι υπάλληλοι της πρεσβείας και τα έστελνε στην Υπηρεσία Στατιστικής. Ένα μεσημέρι, ανάμεσα σε αυτά βρέθηκε μια ανυπόγραφη επιστολή προς τον Σβάρτσοκοππεν, στην οποία κάποιος πληροφοριοδότης του υποσχόταν μια σειρά από αναφορές που αφορούσαν απόρρητα στρατιωτικά ζητήματα. Η επιστολή αυτή έμεινε γνωστή ως «μπορντερώ». Η Υπηρεσία Στατιστικής παρέδωσε το μπορντερώ στον Υπουργό των Στρατιωτικών, στρατηγό Μερσιέ, ο οποίος διέταξε την έναρξη ανακρίσεων για την αναζήτηση του συντάκτη της επιστολής.
Το Γενικό Επιτελείο διαβάζοντας την επιστολή αντιλήφθηκε πως μόνο κάποιος υπάλληλός του θα μπορούσε να την είχε γράψει, καθώς παρουσίαζε πληροφορίες απολύτως εσωτερικές. Οι πρώτες ανακρίσεις έγιναν σε αξιωματικούς που βρέθηκαν αποσπασμένοι στο Γενικό Επιτελείο. Έπειτα ανακρίθηκαν όσοι είχαν περάσει από υπηρεσίες που ήταν δυνατόν να έχουν πρόσβαση σε μεγάλη ποικιλία στρατιωτικών θεμάτων. Από όλους λήφθηκαν δείγματα γραφικού χαρακτήρα, προκειμένου να γίνει η αντιστοίχηση με το μπορντερώ. Έτσι οδηγήθηκαν στον Άλφρεντ Ντρέιφους, του οποίου ο γραφικός χαρακτήρας ήταν αρκετά όμοιος με αυτόν της επιστολής.
Η δίκη στηρίχθηκε μόνο στην ομοιότητα του γραφικού χαρακτήρα
Παρά το γεγονός ότι ο Άλφρεντ είχε αριστεύσει κατά την φοίτησή του στη Σχολή Πολέμου και η γενικότερη συμπεριφορά του δεν είχε κινήσει ποτέ τις υποψίες των ανωτέρων του, ο όμοιος γραφικός χαρακτήρας στάθηκε ικανός να τον θέσει στο εδώλιο. Ο στρατηγός Μερσιέ, από την άλλη, ήθελε να κλείσει η υπόθεση επιτυχώς όσο πιο σύντομα γίνεται, προκειμένου να μην μετατραπεί σε σκάνδαλο που ενδεχομένως να είχε και πολιτικό κόστος.
Στις 15 Οκτωβρίου 1984, ο νεαρός αξιωματικός του Πυροβολικού κατηγορήθηκε για προδοσία και συνελήφθη. Ακολούθησε η δίκη του στο Στρατοδικείο, στην οποία ο στρατηγός Μερσιέ παρέδωσε στην έδρα έναν μυστικό φάκελο με ντοκουμέντα που επιβεβαίωναν την ενοχή του Ντρέιφους. Ο Ντρέιφους καταδικάστηκε σε καθαίρεση του βαθμού του και σε ισόβια κάθειρξη πλήρους απομόνωσης σε στρατιωτικό φρούριο. Στις 13 Απριλίου 1895 στάλθηκε εξόριστος στο Νησί του Διαβόλου στη Γαλλική Γουιάνα.
Το κείμενο του Ζολά που υπερασπίστηκε τον Ντρέιφους και δίχασε τη γαλλική κοινή γνώμη
Ο στρατιωτικός και πολιτικός κόσμος φάνηκε να έμεινε αρκετά ικανοποιημένος από την άμεση ανταπόκριση του Υπουργείου Στρατιωτικών. Ένα νέο στοιχείο, όμως, ήρθε να περιπλέξει την υπόθεση. Τον Μάρτιο του 1896 ο νέος διευθυντής της «Υπηρεσίας Στατιστικής» και αντισυνταγματάρχης Ζωρζ Πικάρ παρέλαβε ένα ακόμη μπορντερώ από την καθαρίστρια της πρεσβείας.
Η επιστολή ήταν ακόμη πιο αποκαλυπτική από την προηγούμενη, αφού στο όνομα και στη διεύθυνση του αποστολέα αναγράφονταν τα στοιχεία κάποιου Γάλλου ταγματάρχη. Εκτός από αυτό, ο γραφικός χαρακτήρας ήταν ίδιος με αυτόν της προηγούμενης επιστολής και κατά συνέπεια ανήκε στον Άλφρεντ Ντρέιφους, σύμφωνα με τις αρχές. Μόνο που κάτι τέτοιο ήταν πρακτικά αδύνατον αφού ο Ντρέιφους ήταν έγκλειστος στο Νησί του Διαβόλου.
Ο Ζωρζ Πικάρ διέταξε την έναρξη ανακρίσεων και όπως αποδείχθηκε συντάκτης και των δύο επιστολών ήταν ο ουγγρικής καταγωγής ταγματάρχης Φέρντιναντ Εστερχάζι. Οι διασυνδέσεις του Εστερχάζι, όμως, ήταν ικανές να τον κρατήσουν μακρυά από το Στρατοδικείο. Ο Ζωρζ Πικάρ που μίλησε ανοιχτά για την αθωότητα του Ντρέιφους και την ενοχή του Εστερχάζι, στάλθηκε με δυσμενή μετάθεση στην Τυνησία.
Τότε ήταν που ο Εμίλ Ζολά δημοσίευσε στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «L’ Aurore» το διάσημο «Κατηγορώ» και συντάραξε την κοινή γνώμη. Την ημερομηνία που δημοσιεύτηκε το κείμενο, στις 13 Ιανουαρίου 1898, το τεύχος της γαλλικής εφημερίδας τυπώθηκε σε 300.000 αντίτυπα αντί των 30.000 που ήταν ο συνηθισμένος αριθμός. Η γαλλική κοινωνία διχάστηκε. Προοδευτικοί πολιτικοί, σοσιαλιστές και διανοούμενοι πήραν το μέρος του Ντρέιφους ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που έδειχναν εμπιστοσύνη στις στρατιωτικές αρχές της χώρας.
Η Υπόθεση Ντρέιφους έριξε τη γαλλική κυβέρνηση
Κάτω από το βάρος των εξελίξεων, η γαλλική κυβέρνηση αναγκάστηκε να απευθύνει αίτηση στο εφετείο για αναθεώρηση της δίκης, παρά την αντίθετη γνώμη του Υπουργείου Στρατιωτικών. Το 1899 το εφετείο παρέπεμψε τον Ντρέιφους στο Πολεμικό Συμβούλιο. Οι ταραχές που ξέσπασαν για την υπόθεση οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης.
Τον Ιούνιο του 1899 ο Ντρέιφους επέστρεψε από το Νησί του Διαβόλου και δύο μήνες μετά ξεκίνησε η δίκη του στην πόλη Ρεν. Η απόφαση ήταν πάλι καταδικαστική, αλλά με ελαφρυντικά αυτή τη φορά. Ο νεαρός αξιωματικός δεν έμεινε ικανοποιημένος και έβαλε στόχο να αποδείξει την αθωότητά του. Τον Ιούλιο του 1906 το εφετείο απάλλαξε τον Ντρέιφους από κάθε κατηγορία και αναίρεσε τις προηγούμενες καταδίκες του. Μάλιστα ψηφίστηκε και νόμος στη γαλλική Βουλή που αποκατέστησε πλήρως τον Ντρέιφους. Στις 22 Ιουλίου του απονεμήθηκε το μετάλλιο της Λεγεώνας της Τιμής. Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου κλήθηκε ως αντισυνταγματάρχης και διοίκησε μια φάλαγγα πυρομαχικών. Στις 12 Ιουλίου 1935 πέθανε στο Παρίσι σε ηλικία 76 ετών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου