Γιώργος Μουρμούρης
Εκατοντάδες αγωνιστές της μαχόμενης και αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, πρωτίστως οι νέοι και νέες της δουλειάς και των αμφιθεάτρων, εργαζόμενοι και συνδικαλιστές από πολλά σωματεία έστειλαν μήνυμα ανυπακοής και απειθαρχίας στα χουντικά φιρμάνια της κυβέρνησης και του Χρυσοχοΐδη. Γέμισαν τελικά, παρά την εκστρατεία τρόμου, δρόμοι και πλατείες σε όλη τη χώρα. Το ‘73 το ζήσαμε ξανά αυτήν την Τρίτη. Αλλά όχι μόνο για τις δεκάδες συλλήψεις, τα χημικά, τις αύρες, το άγριο ξύλο! Αλλά πρώτα και κύρια γιατί η νεολαία αλλά και οι μεγαλύτεροι όρθωσαν ανάστημα και απάντησαν γενναία. Πρωτοπόρο «παρών» έδωσαν αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ΝΑΡ και της νΚΑ, αψηφώντας την πρωτοφανή αστυνομοκρατία, την οικονομική τρομοκρατία των εξοντωτικών προστίμων, την τρομολαγνεία των ΜΜΕ, τον φόβο της καταστολής και των συλλήψεων. Έδωσαν με θάρρος και αυταπάρνηση τη μεγάλη μάχη με το πάνοπλο κράτος και τις απειλές της κυβέρνησης.
Σταθερό μέλημα όλων των πολιτικών πρωτοβουλιών που αναλήφθηκαν από τις δυνάμεις του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν η συσπείρωση της «εκτός των τειχών αριστεράς» και της ταξικής πτέρυγας του εργατικού κινήματος, αλλά και η κοινή δράση της Αριστεράς, έτσι ώστε να σπάσει στην πράξη η απαγόρευση. Μια προσπάθεια που απέδωσε «καρπούς», όχι μόνο στις κοινές ανακοινώσεις πριν και μετά τη 17η Νοέμβρη, αλλά και ως ένα βαθμό στη συσπείρωση και τον συντονισμό δυνάμεων στο δρόμο.
«Η σιγή νεκροταφείου που θέλησε να επιβάλει η κυβέρνηση δεν πέρασε», τονίζουν μετά τα γεγονότα της Τρίτης, οι ΑΝΤΑΡΣΥΑ, Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, ΔΕΑ, ΕΕΚ, ΕΚΚΕ, ΚΚΕ(μ-λ), Κόκκινο Νήμα, ΛΑΕ, ΝΑΡ, νΚΑ, Ξεκίνημα, ΟΚΔΕ, ΟΚΔΕ-Σπάρτακος, ΣΕΚ, Συνάντηση για μια ΑΔΑ και Συντονισμός Κομμουνιστικών Δυνάμεων. Το ΝΑΡ τονίζει ότι «με επόμενο σταθμό την απεργία στις 26 Νοέμβρη, το ζητούμενο είναι ένα αγωνιστικό εργατικό μέτωπο και μια πολιτική συσπείρωση δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής μαχόμενης αριστεράς, που θα θέσουν επί τάπητος την ανατροπή της καταστροφικής υγειονομικής πολιτικής της κυβέρνησης, καθώς και των αντεργατικών μέτρων και σχεδίων κατά των ελευθεριών».
Η κυβέρνηση δεν ήθελε να πραγματοποιηθεί ο φετινός εορτασμός του Πολυτεχνείου για λόγους που σχετίζονται με τον συμβολισμό του και όχι με τον κορονοϊό
Η κυβέρνηση δεν ήθελε να πραγματοποιηθεί ο εορτασμός του Πολυτεχνείου, για λόγους που σχετίζονται με τον συμβολισμό του και όχι με τον κορονοϊό. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα όσων έλαβαν χώρα στους δρόμους της Αθήνας τη Δευτέρα 16 και κυρίως την Τρίτη, 17 Νοεμβρίου. Ήδη από τη Δευτέρα, ο ιστορικός χώρος του ΕΜΠ ήταν έντονα αστυνομοκρατούμενος, ενώ όποιος περαστικός άφηνε ένα γαρύφαλλο ή στεκόταν να αποτίσει φόρο τιμής στους νεκρούς, το έκανε υπό την παρακολούθηση των αστυνομικών οργάνων. Είναι χαρακτηριστικό, εξάλλου, ότι μέλη πρωτοβάθμιων σωματείων και πολιτικών οργανώσεων της Αριστεράς, μεταξύ των οποίων του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, επιχειρήθηκε να παρεμποδιστούν να αναρτήσουν πανό στα κάγκελα.
Την Τρίτη το κλίμα έγινε ασφυκτικό: Η περιοχή από την Ομόνοια μέχρι το Πολυτεχνείο ήταν γεμάτη με εκατοντάδες αστυνομικούς κάθε είδους, ενώ η πρόσβαση στο Πολυτεχνείο ήταν αδύνατη για τη συντριπτική πλειοψηφία όσων κινούνταν στα πέριξ, πλην των δημοσιογράφων, οι οποίοι επίσης υφίσταντο συχνούς ελέγχους. Καταθέσεις στεφάνων επιτρέπονταν σε ομάδες έως τριών ατόμων και μόνο έπειτα από τη σύμφωνη γνώμη της ΕΛΑΣ, ενώ ενδεικτικό του κλίματος τρομοκρατίας ήταν το πρόστιμο 300 ευρώ που επιβλήθηκε σε γυναίκα η οποία άφησε λουλούδια στην πύλη του Πολυτεχνείου, επειδή είχε δηλώσει μετακίνηση για σωματική άσκηση (πάρθηκε πίσω μετά τις έντονες διαμαρτυρίες). Επίσης, δεν επετράπη σε στρατευμένο να καταθέσει στεφάνι στην πύλη που ισοπέδωσε το τανκ της δικτατορίας πριν 47 χρόνια, ενώ αντιπροσωπεία της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΝΑΡ υπέστη έλεγχο από αστυνομικούς χωρίς διακριτικά.
Γύρω στις 10 το πρωί, περίπου 250 μέλη του ΚΚΕ πραγματοποίησαν συγκέντρωση μπροστά στο Πάρκο Ελευθερίας και δίπλα στην αμερικανική πρεσβεία, η οποία ήταν ασφυκτικά περικυκλωμένη από κλούβες και άνδρες των ΜΑΤ. Λίγο μετά τις 2 το μεσημέρι, επίσης, με μία καλά οργανωμένη ενέργεια, μέλη του ΚΚΕ παρατάχθηκαν φορώντας μάσκες και τηρώντας τις αποστάσεις στην Πανεπιστημίου. Λίγο πιο πάνω, στην πλατεία Κοραή, παρέμβαση με αντίστοιχα μέτρα προστασίας πραγματοποιούσαν το ΣΕΚ και η ΟΚΔΕ-Σπάρτακος. Στο ύψος της συμβολής Ιπποκράτους και Πανεπιστημίου ισχυρότατες δυνάμεις της ομάδας ΔΡΑΣΗ έσπευσαν να κόψουν στα δύο τη συγκέντρωση του ΚΚΕ. Οι εικόνες με τις εφόδους της επίλεκτη ομάδας καταστολής της ΕΛΑΣ έκαναν τον γύρο των ΜΜΕ: Αστυνομικοί να πιάνουν από τον λαιμό διαδηλωτή, αφαιρώντας του τη μάσκα και άλλοι να πατούν μια γυναίκα πεσμένη στο έδαφος. Από μέλη της ΔΡΑΣΗ δέχτηκε προπηλακισμό και ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Θανάσης Παφίλης. Στο ίδιο σημείο πραγματοποιήθηκαν πέντε προσαγωγές, με τον επικεφαλής αξιωματικό της ΕΛΑΣ να απαιτεί από την ηγεσία του ΚΚΕ να διαλύσει τη συγκέντρωση για να τους απελευθερώσει.
Ενώ δε η διαπραγμάτευση βρισκόταν σε εξέλιξη, με μία αιφνιδιαστική ενέργεια ο φραγμός της ΔΡΑΣΗ λύθηκε και οι αστυνομικοί απομακρύνθηκαν πάνω στις μηχανές. Δευτερόλεπτα αργότερα, ξεκίνησε η γενικευμένη επίθεση της αστυνομίας για τη διάλυση της συγκέντρωσης. Η επίθεση ξεκίνησε από το ύψος περίπου της οδού Ομήρου, με ρίψη νερού από δύο «αύρες», χημικά και κρότου λάμψης μέσα στο μπλοκ των διαδηλωτών και κυνηγητό από τα ΜΑΤ και την ομάδα ΔΡΑΣΗ. Με επιθέσεις κατά κύματα, η ΕΛΑΣ απώθησε τους διαδηλωτές του ΚΚΕ μέχρι τουλάχιστον την πλατεία Καραϊσκάκη στο Μεταξουργείο. Η εκτεταμένη χρήση χημικών, εν μέσω πανδημίας, προκαλούσε σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα, ενώ είναι αυτονόητο ότι ήταν αδύνατο να τηρηθούν οι αποστάσεις ασφαλείας υπό αυτές τις συνθήκες.
Την ώρα που οι ισχυρές δυνάμεις της ΕΛΑΣ οι οποίες είχαν διαλύσει τη συγκέντρωση του ΚΚΕ έφταναν στην πλατεία Καραϊσκάκη, λίγο πιο μακριά, στον σταθμό Λαρίσης, συγκροτούνταν τα μπλοκ πρωτοβάθμιων σωματείων και οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, του ΝΑΡ, της νΚΑ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η διαδήλωση χτυπήθηκε αμέσως σχεδόν μόλις ξεκίνησε από ισχυρές δυνάμεις της αστυνομίας και μία από τις «αύρες» που βρισκόταν στο σημείο. Ωστόσο, γρήγορα ανασυγκροτήθηκε και πραγματοποίησε για αρκετή ώρα συγκέντρωση μέσα κι έξω από τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό. Στη συνέχεια πραγματοποίησε διαδήλωση στους δρόμους των Σεπολίων, μέχρι τον τοπικό σταθμό του Μετρό, ενώ καταγράφηκαν συγκινητικές στιγμές με κατοίκους να χειροκροτούν και να χαιρετούν από τα μπαλκόνια τους και τους διαδηλωτές να ανταποδίδουν.
Ενώ όμως η διαδήλωση είχε ήδη καταλήξει στον σταθμό του Μετρό και οι συγκεντρωμένοι αποχωρούσαν, έκαναν την εμφάνισή τους εκ νέου μηχανές της ομάδας ΔΡΑΣΗ. Το γεγονός ότι ταυτόχρονα επιχειρήθηκε να κλείσει ο σταθμός, πριν απομακρυνθούν όλοι οι διαδηλωτές, μαρτυρά ότι επρόκειτο για μια καθόλου τυχαία «επίσκεψη». Οι αστυνομικοί κινήθηκαν προς το σημείο που βρίσκονταν οι λιγοστοί πια συγκεντρωμένοι, στοχοποιώντας έναν από αυτούς που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για την παρουσία τους, τον οποίο κυνήγησαν μέχρι την πυλωτή της πολυκατοικίας του. Ακολούθησαν σκηνές ωμής αστυνομικής βίας: Άνδρες της ΔΡΑΣΗ τραβούσαν τον νεαρό φοιτητή ο οποίος φώναζε «το Πολυτεχνείο ζει», καθώς και τη μητέρα του που έσπευσε να τον υπερασπιστεί, ενώ χτύπησαν με κλομπ την αδελφή του. Επιχείρησαν δε να συλλάβουν τον γιατρό και πρόεδρο του σωματείου εργαζομένων στο «Αττικό», Μιχάλη Ρίζο, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των γειτόνων οι οποίοι παρακολουθούσαν την ξαφνική εισβολή της ΔΡΑΣΗ στη γειτονιά τους. Μετά τη σύλληψη, αποχώρησαν με τη φράση «σας ξέρουμε».
Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις νέων αγωνιστών ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική
Η τελευταία σκηνή μιας ημέρας που ήταν γεμάτη με αστυνομική βία στους δρόμους και τις γειτονιές της Αθήνας γράφτηκε έξω από το ΑΤ Κολωνού, όπου συγκεντρώθηκαν κάτοικοι της περιοχής για να απαιτήσουν την απελευθέρωση του συλληφθέντος, με την αστυνομία να προχωρά και σε νέες συλλήψεις. Η ένταση που επικράτησε είχε ως αποτέλεσμα να καταρρεύσει ο πατέρας του συλληφθέντος, η μεταφορά του οποίου στον Ευαγγελισμό καθυστέρησε μέχρι να αποφασιστεί πώς θα συνοδευτεί από άνδρα της ΕΛΑΣ, καθώς αρχικά επιχειρήθηκε να συλληφθεί. Συνελήφθη όμως η αδελφή του την οποία, σε βίντεο και ηχητικό που δημοσίευσε η σελίδα «Μένουμε Ενεργοί», ακούγεται καθαρά να εξυβρίζει αστυνομικός.
Σημειώνεται ότι αστυνομικές επεμβάσεις για τη διάλυση διαδηλώσεων ή την τρομοκράτηση κατοίκων πραγματοποιήθηκαν και σε άλλες περιοχές του Λεκανοπεδίου, όπως στην Καισαριανή και τα Πετράλωνα. Κοινή συνισταμένη όλων, η αδιαφορία για τη δημόσια υγεία –και πολύ περισσότερο την υγεία των συμμετεχόντων– και η με ωμή, απρόκλητη και απροκάλυπτη καταστολή. Ακόμα και έτσι, όμως, το βράδυ της 17ης Νοέμβρη ήταν πλέον γεγονός ότι η απαγόρευση έσπασε στην πράξη.
Δυναμικό «παρών» και μήνυμα ελπίδας η συγκέντρωση στον Σταθμό Λαρίσης
Δημήτρης Σταμούλης
Η αταλάντευτη στάση των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το μαζικό κάλεσμα που απηύθυναν στον κόσμο να αμφισβητήσει έμπρακτα και όχι στα λόγια τη χουντική απαγόρευση των συγκεντρώσεων, συνέβαλαν καθοριστικά στο να στραπατσαριστεί η κυβερνητική γραμμή της καταστολής και της υποταγής. Οι διαδηλωτές ακολούθησαν με υποδειγματικό τρόπο τα υγειονομικά πρωτόκολλα φορώντας μάσκα και τηρώντας αποστάσεις ανάμεσα τους, αποδεικνύοντας περίτρανα, όπως επισήμανε και η ΟΕΝΓΕ, ότι «η προστασία απ’ την πανδημία για την απαγόρευση ήταν μόνο το πρόσχημα, αφού οι πρώτοι που αγνόησαν προκλητικά τα μέτρα προστασίας ήταν η κυβέρνηση, το κράτος και οι κατασταλτικοί μηχανισμοί»!
Έγκαιρα οι δυνάμεις του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ κάλεσαν σε συντονισμό όλες τις οργανώσεις της μαχόμενης Αριστεράς, και υπήρξαν σημαντικά βήματα. Αυτή η προσήλωση στην ανάγκη έμπρακτης αμφισβήτησης της «κόκκινης» γραμμής που έθεσε η κυβέρνηση έπαιξε προωθητικό ρόλο στην κινητοποίηση ενός ευρύτερου αγωνιστικού δυναμικού και στη διαμόρφωση ενός ανάλογου κλίματος μέσα στον κόσμο του κινήματος. Έκφρασή του ήταν το γεγονός πως πολλές δυνάμεις επιχείρησαν να δράσουν στο δρόμο, αλλά και πως το ΚΚΕ δεν περιορίστηκε στην «ανεκτή», όπως φάνηκε, πρωινή παρέμβαση κοντά στην πρεσβεία των ΗΠΑ, αλλά επιχείρησε δεύτερη πιο μαζική κάθοδο στα Προπύλαια, που κτυπήθηκε.
Το ΝΑΡ και η νΚΑ, μέσα σε αυτές τις έκτακτες συνθήκες που διαμορφώθηκαν από την ευρεία κρατική καταστολή, είχαν ως μέλημά τους την όσο το δυνατόν μαζικότερη παρουσία στο «δρόμο». Οι εξελίξεις επέβαλαν τη μετάθεση του τόπου προσυγκέντρωσης από την Κλαυθμώνος όπου είχε ήδη ξεκινήσει η κατασταλτική επιδρομή της ΕΛΑΣ στο σταθμό Λαρίσης, αφού εξετάστηκαν και άλλες επιλογές. Εκεί συγκεντρώθηκαν συντονισμένα και αιφνιδιαστικά για την αστυνομία εκατοντάδες αγωνιστές, συγκροτήθηκαν στο δρόμο, με τις απαιτούμενες αποστάσεις και μάσκες, πορεύτηκαν. Αλλά τα ΜΑΤ τους επιτέθηκαν άγρια, απωθώντας τους ως τον κεντρικό σταθμό του ΟΣΕ. Δεν σκόρπισαν όμως. Ο χώρος βοήθησε στην ανασυγκρότηση των δυνάμεων, αλλά και στην πραγματοποίηση συγκέντρωσης με ομιλίες συνδικαλιστών, φοιτητών και αγωνιστών. Το μήνυμα που έστειλε η συγκέντρωση στον σταθμό Λαρίσης ήταν ότι δεν θα το βάλουμε κάτω, ότι ο λαός και η νεολαία θα επιμείνουν, ότι «θα συνεχίσουμε και θα κλιμακώσουμε με γενικό ξεσηκωμό, με απεργίες», όπως είπε χαρακτηριστικά μιλώντας στους συγκεντρωμένους ο Μ. Ρίζος, γιατρός, πρόεδρος των εργαζομένων στο Αττικό. Γιατί «αυτή η κυβέρνηση είναι έκπτωτη και πρέπει να ανατραπεί υπό το βάρος των λαϊκών αντιδράσεων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου