Βρετανία – Γερμανία καλωσορίζουν τον Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο αυξάνοντας τις πολεμικές τους δαπάνες εν μέσω της πανδημίας κορονοϊού
Γράφει ο Φίλιππος Αδαμίδης στο Geoeurope.org
Η Βρετανία και η Γερμανία φαίνεται να επιθυμούν ένα καλύτερο πλαίσιο κατανόησης με τον νέο πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, στα θέματα ασφάλειας και άμυνας. Και το επιχειρούν με έμπρακτο τρόπο, με αύξηση των αμυντικών τους δαπανών εν μέσω πανδημίας.
Βρετανία
Ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον αναφέρθηκε στη μοναδική ευκαιρία που έχει η χώρα του για να τερματίσει την εποχή της απόσυρσης από τα διεθνή δρώμενα. Με τον τρόπο αυτόν, η Ντάουνιγκ Στριτ εξηγεί την αναγκαιότητα ενός πρόσθετου σχεδίου επενδύσεων για την άμυνα, ύψους περίπου 16,5 δις λιρών για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Τα ποσά θα διοχετευθούν κυρίως σε νέες τεχνολογίες, περιλαμβανομένου και του νέου μαχητικού 6ης γενιάς, Tempest.
Τα ποσά αυτά προστίθενται σε έναν ήδη μεγάλο αμυντικό προϋπολογισμό, τον δεύτερο μετά από αυτόν των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ.
και ως αντιστάθμισμα αναμένεται η δημιουργία ετησίως, 10.000 νέων θέσεων εργασίας.
Ο Μπόρις Τζόνσον διευκρίνισε ότι ο κύριος στόχος είναι η επιβεβαίωση ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα βρεθεί στην Ευρώπη στη θέση του πρώτου επενδυτή στην άμυνα και δεύτερου στο ΝΑΤΟ.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός αναφέρθηκε επίσης στον τερματισμό της αποδυνάμωσης του οπλοστασίου, σε συνάρτηση με την πρόοδο που έχει γίνει από εταίρους και ανταγωνιστές και προσδιόρισε τον ρόλο της Βρετανίας να υπερασπίσει τα συμφέροντά της, όπως και εκείνα των συμμάχων της και των πιο αδύναμων, καθώς και τις αξίες της δημοκρατίας σε έναν γρήγορα μεταβαλλόμενο κόσμο.
Στην ομιλία του υπάρχουν ισχυρές αναφορές σε έναν κόσμο που έχει γίνει περισσότερο περίπλοκος λόγω της πανδημίας, γεμάτος από απειλές και που διολισθαίνει προς την αντιπαράθεση μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, η οποία τώρα έχει επεκταθεί και σε νέα πεδία επιχειρήσεων. Η εκτίμηση είναι ότι ο κόσμος δεν ήταν ποτέ τόσο επικίνδυνος και ανταγωνιστικός, ακόμη και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Βρετανία: Οι πολεμικές δαπάνες
Με τα δεδομένα αυτά, η κυβέρνηση παρουσίασε ένα σχέδιο δαπανών την εποχή της πανδημίας, θεωρώντας ότι η άμυνα αποτελεί προτεραιότητα. Τα 16,5 δις λίρες θα προστεθούν στον ήδη εγκεκριμένο προϋπολογισμό του 2020 που ανέρχεται σε 41,6 δις λίρες, δηλαδή 46,5 δις ευρώ. Για αυτόν τον τακτικό προϋπολογισμό, προβλέπεται ετήσια άνοδος του κατά 0,5% μεγαλύτερη από τον ετήσιο πληθωρισμό, ενώ ο έκτακτος προϋπολογισμός θα διαμοιραστεί την επόμενη τετραετία.
Η δημιουργία των νέων θέσεων εργασίας στα ναυπηγεία και στον αεροδιαστημικό τομέα, ήταν το επιχείρημα που έπεισε τον υπουργό Οικονομικών Ρίσι Σουνάκ να συμφωνήσει με τον σχεδιασμό του ομολόγου του της Άμυνας, Μπεν Γουάλας.
Ο διάλογος με την Ουάσιγκτον
Στην επιχειρησιακή και οικονομική διάσταση των νέων μέτρων, πρέπει να προστεθεί και αυτή των διεθνών σχέσεων. Ο νέος προϋπολογισμός απευθύνεται ιδιαίτερα στον νέο πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, τον οποίον συγχαίροντας ο Μπόρις Τζόνσον, έκανε σαφή την αποφασιστικότητα του Η.Β. να παραμείνει ένας «πολύτιμος στρατιωτικός εταίρος».
Βέβαια, στην πρωτοβουλία του Λονδίνου απάντησε ο νυν υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, που επιλέχθηκε προσωρινά από τον Ντόναλντ Τραμπ, λέγοντας ότι το Η.Β. αποτελεί τον πιο πιστό και ικανό σύμμαχο των ΗΠΑ και ότι η αύξηση του αμυντικού του προϋπολογισμού, αποτελεί μία ένδειξη της δέσμευσής του στο ΝΑΤΟ και στην κοινή ασφάλεια.
Στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, το Η.Β. εφαρμόζει τον κανόνα του 2% στις αμυντικές δαπάνες, εδώ και πολλά χρόνια. Ο κανόνας αυτός αναμένεται να διατηρηθεί και επί προεδρίας Μπάιντεν, αλλά χωρίς τη χρησιμοποίηση φραστικών υπερβολών που χαρακτήριζαν τον Ντόναλντ Τραμπ.
Ο τεχνολογικός τομέας
Οι πόροι του έκτακτου προϋπολογισμού θα διοχετευθούν κυρίως, στις καινοτόμες τεχνολογίες και στα νέα επιχειρησιακά πεδία. Μεταξύ των νέων πρωτοβουλιών περιλαμβάνεται η δημιουργία μίας στρατιωτικής υπηρεσίας για τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης στον στρατό, καθώς και η δημιουργία ενός ξεχωριστού οργανισμού που θα ονομάζεται National Cyber Force. Θα διοικείται από κοινού, από το υπουργείο Άμυνας και από το Αρχηγείο Επικοινωνιών της Κυβέρνησης. Η δημιουργία Διοίκησης Διαστήματος για τον στρατό, έχει ήδη ανακοινωθεί από τον Ιούλιο 2020.
Οι στρατηγικές βλέψεις
Όλα τα προηγούμενα συμπυκνώνονται στο στρατηγικό όραμα της «παγκόσμιας Βρετανίας», δηλαδή στην προβολή ισχύος του Η.Β. σε παγκόσμια κλίμακα, έξω από το πλαίσιο της ΕΕ. Ήδη από τον περασμένο Μάρτιο, πριν ξεσπάσει η πανδημία στην Ευρώπη, η κυβέρνηση Τζόνσον είχε αρχίσει να κάνει κινήσεις στον αμυντικό τομέα Οι πρόσφατες αποφάσεις, αποδεικνύουν ότι η πανδημία δεν μπλόκαρε αυτές τις τάσεις, αλλά αντίθετα τις επιτάχυνε.
Γερμανία
Η Γερμανία συνεχίζει το σχέδιο για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της. Πριν από λίγες ημέρες, η Bundestag ενέκρινε σχεδόν 3 δις ευρώ για το πρόγραμμα που προώθησε η υπουργός Άμυνας Αννεγκρέτ Κραμπ-Κάρρενμπαουερ και αφορούσε ελικόπτερα πολλαπλών ρόλων, ακολουθώντας την πρόσφατη παραγγελία 38 Eurofighters [1].
Τα ελικόπτερα
Το πρόγραμμα των 31 ελικοπτέρων Sea Tigers κόστισε 2,7 δις ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των ανταλλακτικών και των υπηρεσιών εκπαίδευσης. Από το 2025, τα Sea Tigers θα αντικαταστήσουν τα Sea Lynx του γερμανικού Ναυτικού που βρίσκονται σε υπηρεσία από τη δεκαετία του ’80. Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας, το Sea Tiger θα είναι το μοναδικό ελικόπτερο πολλαπλού ρόλου του Ναυτικού.
Το Sea Tiger θα είναι η γερμανική έκδοση του Naval Frigate Helicopter (NFH), το οποίο θα κατασκευάζεται από το κονσόρτσιουμ NH Industries στο οποίο συμμετέχουν η ιταλική Leonardo, η γαλλογερμανική Airbus και η ολλανδική Fokker.
Ο πολεμικός προϋπολογισμός
Ο πολεμικός προϋπολογισμός για το 2020, ανέρχεται περίπου στα 50 δις ευρώ και είναι λίγο μεγαλύτερος από αυτόν του Η.Β.
Η αγορά των 38 Eurofighters που θα κοστίσει 5,5 δις ευρώ, συνοδεύτηκε και με τον αποκλεισμό του F-35, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις σχέσεις με τη διοίκηση Τραμπ. Συνοδεύτηκε και με αποκλεισμό από τον διαγωνισμό για το ελικόπτερο βαρέων μεταφορών STH, των προσφορών της Boeing και της Lockheed, οι οποίες κρίθηκαν οικονομικά ασύμφορες.
Εκτός από τα ελικόπτερα και τα νέα μαχητικά αεροσκάφη, η Bundestag ενέκρινε και μία σειρά από μικρότερα προγράμματα που αφορούσαν τον εκσυγχρονισμό τορπιλών, νέα πυρομαχικά για άρματα και εκσυγχρονισμό του συστήματος τηλεπικοινωνιών.
Η στρατηγική διάσταση
Τα προγράμματα που προαναφέρθηκαν, ανταποκρίνονται στα αιτήματα των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίες εδώ και πολύ καιρό ασκούσαν πιέσεις στο πολιτικό προσωπικό να στηρίξει το αίτημα για εκσυγχρονισμό του υπάρχοντος αμυντικού υλικού.
Οι πιέσεις αυτές συμβάδιζαν με την αναζήτηση από την πλευρά της Γερμανίας για έναν πιο καθοριστικό ρόλο στη διεθνή σκηνή, ακόμh και αν αφορούσε εμπλοκή σε πεδία χρήσης σκληρής ισχύος, με ανάπτυξη δυνάμεων εκτός συνόρων. Παράλληλα, θα έπρεπε να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες και η κίνηση αυτή να εκτιμηθεί από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ενώ στα πλαίσια της τελευταίας, η Γερμανία θα ήθελε να αναβαθμίσει τη θέση της στους τομείς της άμυνας και της ασφάλειας.
Μηνύματα στον Μπάιντεν από Βρετανία και Γερμανία οι νέοι εξοπλισμοί
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι τόσο η Βρετανία όσο και η Γερμανία, προετοιμάζονται για την έλευση Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο. Το Λονδίνο επιθυμεί να επανεπιβεβαιώσει μία ιδιαίτερη σχέση με την Ουάσιγκτον και να τονίσει την αξιοπιστία του ως στρατιωτικά ικανός σύμμαχος, κυρίως την εποχή μετά το Brexit.
Από την πλευρά του το Βερολίνο, έχει προσδοκίες για μία βελτίωση των διατλαντικών σχέσεων και στο πλαίσιο αυτό δεν θα πρέπει να αφήνει χώρο σε κριτικές για το ύψος των αμυντικών του δαπανών.
Και οι δύο χώρες έχουν θέσει υψηλούς στρατηγικούς στόχους, με το Λονδίνο να προωθεί το όραμα της «παγκόσμιας Βρετανίας», ενώ το Βερολίνο περιορίζει τους στόχους του σε αναβάθμιση της Γερμανίας μέσα στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.
Οι διαφορές στους στρατηγικούς στόχους δεν αφορούν μόνο τις υπάρχουσες στρατιωτικές δυνατότητες των δύο χωρών και τις αναμενόμενες μελλοντικές, αλλά κυρίως στο επίπεδο της στρατηγικής κουλτούρας που τις χαρακτηρίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου