Στην πολύχρονη ιστορία της Σχολής Ευελπιδων- που ιδρύθηκε την 1η Ιουλίου του 1828-, έχει καταγραφεί μια ένοπλη εξέγερση των σπουδαστών, η οποία προκάλεσε τριγμούς και σοβαρά προβλήματα στο στρατιωτικό και πολιτικό κατεστημένο της εποχής.
Γράφει ο Δημήτρης Σταυρόπουλος
Οι ευέλπιδες, πήραν τα όπλα και ταμπουρώθηκαν στις τότε εγκαταστάσεις στον Πειραιά, διαμαρτυρόμενοι για… τυραννία που προήρχετο από τον σκληρό και απότομο τρόπο του Διοικητή και των Αξιωματικών, πολιτικές παρεμβάσεις και ρουσφέτια και ανεπαρκή και κακής ποιότητας τροφή συσσιτίου.
Αρχικά κατέστρεψαν την τραπεζαρία και στην συνέχεια κινήθηκαν προς την αποθήκη οπλισμού, έσπασαν τα λουκέτα και άρχισαν να διανέμουν όπλα και πυρομαχικά.
Συνέλαβαν κάποιους επιτηρητές που κλειδαμπάρωσαν στο πειθαρχείο και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα για εκφοβισμό.
Τα όσα ακoλούθησαν ήταν πρωτοφανή!
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΟΥ 1846
Όλα άρχισαν στις 11 Απριλίου 1846, στις οκτώ η ώρα το πρωί.
Προ της στάσεως επικράτησε φήμη μεταξύ των σπουδαστών, ότι είχε προηγηθεί έγγραφη αναφορά σπουδαστή προς το Υπουργείο των Στρατιωτικών η οποία ουδέποτε απαντήθηκε.
Αφού οι ευέλπιδες ανέμεναν για κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα για την υποτιθέμενη απάντηση, στις οκτώ το πρωί μετά την ολοκλήρωση του πρωινού συσσιτίου, άρχισαν να σπάνε τα πιάτα και τα τζάμια των παραθύρων της τραπεζαρίας.
Σύντομα η κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτη και δεν άργησε η στάση να λάβει τα χαρακτηριστικά ένοπλης εξέγερσης, καθώς οι σπουδαστές κινήθηκαν προς το οπλοστάσιο.
Η σχολή διέθετε 1.500 τυφέκια και ένα μικρό κανόνι, το οποίο οι σπουδαστές έβγαλαν έξω από την αποθήκη και αφού το γέμισαν το έστησαν μπροστά από την κεντρική πύλη.
Η κατάσταση έδειχνε να ξεφεύγει τελείως.
Γρήγορα ειδοποιήθηκε το Υπουργείο των Στρατιωτικών, σύμφωνα πάντα με τα μέσα της εποχής, δηλαδή μέσω αγγελιαφόρων.
Περίπου τα μεσάνυχτα κατέβηκε στον Πειραιά ο Γάλλος Συνταγματάρχης Ιλαρίων Τουρέ και παρακάλεσε τους μαθητές να ανοίξουν την κεντρική θύρα και να μιλήσουν με ηρεμία
Αυτοί αρνήθηκαν και του υπέβαλαν γραπτή αναφορά όμοια με εκείνη που κατά δήλωσή τους είχαν στείλει ταχυδρομικώς προς το υπουργείο για την οποία ουδέποτε έλαβαν απάντηση. Ανέφεραν ότι θα μιλούσαν μόνο με τον ίδιο τον υπουργό.
Πραγματικά την επομένη ημέρα 12 Απριλίου το μεσημέρι έφτασε στη σχολή και ο υπουργός των Στρατιωτικών, ο Σουλιώτης ήρωας της επανάστασης Κίτσος Τζαβέλας.
Μόλις τον είδαν οι σπουδαστές άνοιξαν την πύλη της σχολής και τον υποδέχθηκαν εν μέσω ζητωκραυγών δίνοντας την εντύπωση ότι η λύση θα ερχόταν μέσω του υπουργού.
Ο Τζαβέλας όμως εισήλθε στη σχολή μαζί με κάποιους αξιωματικούς, στους οποίους είχε ανατεθεί ο σχηματισμός επιτροπής διερεύνησης των αιτιών της στάσης αλλά και της εύρεσης των πρωταιτίων αυτής.
Ο Κίτσος Τζαβέλας αντίθετα από ότι θα περίμεναν οι σπουδαστές μίλησε σκληρά, αρνήθηκε να συνδιαλέγει μαζί τους λέγοντας ότι η ανάρμοστη συμπεριφορά τους δεν θα μπορούσε να παραβλεφθεί και θα επιβάλλονταν ποινές ανάλογες των πράξεών τους.
Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΡΟΥΣΦΕΤΙΑ
Η επιτροπή έλαβε μαρτυρικές καταθέσεις από όλους τους σπουδαστές και δήλωσε ότι η ενέργεια ήταν ομαδική καθώς εκδηλώθηκε ταυτόχρονα.
Δέκα Ευέλπιδες φυλακίστηκαν ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν και ο Δημήτριος Τζαβέλας, γιος του Σουλιώτη υποστρατήγου και υπουργού των Στρατιωτικών Κίτσου Τζαβέλα, ο οποίος το 1827 ύστερα από τον θάνατο του Γεωργίου Καραϊσκάκη είχε διοριστεί αρχηγός του ελληνικού στρατοπέδου στον Πειραιά.
Οι ανώτατοι στρατιωτικοί πίεζαν για την προσωρινή διάλυση της σχολής, άλλοι για τρεις μήνες κι άλλοι για ένα έτος, άποψη που επικροτούσαν και οι εφημερίδες της εποχής καθώς έκριναν ότι στη σχολή επικρατούσε «φατριαστικόν πνεύμα».
Συγκεκριμένα αποκαλύφθηκε ότι οι εκατό περίπου Ευέλπιδες της σχολής ήταν συγγενείς βουλευτών ή γερουσιαστών, οι οποίοι έδιδαν ως αντάλλαγμα της εισόδου στη σχολή, τη στήριξή τους προς την κυβέρνηση και ειδικώς προς το πρόσωπο και τις αποφάσεις του εκάστοτε υπουργού των Στρατιωτικών.
Όταν η επιτροπή που είχε συγκροτηθεί ολοκλήρωσε τη λήψη καταθέσεων διαπίστωσε τα εξής.
Ουδέποτε σημειώθηκε περίπτωση ανεπάρκειας τροφής ή μη σίτισης των σπουδαστών.
Κι αυτό διότι η διατροφή είχε ανατεθεί σε ιδιώτη (εργολαβία) με συμβόλαιο ύστερα από κρατικό διαγωνισμό.
Η ανάληψη αυτής της εργολαβίας απαιτούσε να ορίζεται η ακριβής ποσότητα και ποιότητα των φαγητών. Υπήρχε οικονομικό συμβούλιο που επόπτευε την τήρηση του συμβολαίου και έλεγχε το παρεχόμενο φαγητό. Επικεφαλής του συμβουλίου αυτού ήταν ο Συνταγματάρχης Σταυρίδης.
Οι Ευέλπιδες έτρωγαν τέσσερις φορές την ημέρα, πρόγευμα στις επτά το πρωί, γεύμα στις δώδεκα το μεσημέρι, πρόδειπνο στις πέντε το απόγευμα και δείπνο στις εννιά το βράδυ.
Τα παρεχόμενα φαγητά, όχι μόνο ως προς τη συχνότητά τους αλλά και ως προς την ποσότητα, έκλειναν μάλλον προς την πολυφαγία και ουσιαστικά έρχονταν σε αντίθεση με το στρατιωτικό πνεύμα που απαιτούσε ολιγάρκεια.
Μάλιστα είχε τεθεί και το ερώτημα μείωσης φαγητού καθώς το παρεχόμενο κρίθηκε ότι δεν θα διαπαιδαγωγούσε στρατιωτικά τους Ευέλπιδες.
Το εβδομαδιαίο πρόγραμμα γινόταν γνωστό με τοιχοκόλληση κάθε Κυριακή, στην κεντρική θύρα της τραπεζαρίας.
ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
Διαπιστώθηκε επίσης ότι ουδέποτε οι Ευέλπιδες είχαν υποβάλλει έγγραφη αναφορά που δεν απαντήθηκε προς το υπουργείο ή προς την διοίκηση της σχολής, όπως λανθασμένα είχε διαδοθεί μεταξύ τους.
Οι περισσότεροι Ευέλπιδες της συγκεκριμένης σειράς ήταν όντως παιδιά ή συγγενικά πρόσωπα βουλευτών, υπουργών και γερουσιαστών που μόλις είχαν επιστρέψει από τα σπίτια των γονιών τους, από την άδεια που είχαν λάβει για τον εορτασμό του Πάσχα.
Ως προς την αυστηρότητα του Διοικητή που κατηγορήθηκε ότι έφτανε μέχρι… τυραννίας οι σπουδαστές δεν κατάφεραν να περιγράψουν στην επιτροπή χαρακτηριστικά παραδείγματα υπέρβασης ορίων αυστηρότητας.
Η επιτροπή διαπίστωσε ότι στην ερώτησή της προς τους σπουδαστές «πώς αντιλαμβάνονται την αυστηρότητα» οι περισσότεροι απάντησαν ότι αυτή εκφράστηκε μέσω των βαθμών των τριμηνιαίων εξετάσεων!
Η επιτροπή κατέληξε ότι εξωτερικοί παράγοντες παρενέβαιναν διαρκώς στο ημερήσιο πρόγραμμα, με σκοπό να πλήξουν τον Διοικητή που δεν υποχωρούσε στις πιέσεις τους, διασπείροντας ψεύδη ή διαβάλλοντας την διοίκηση της σχολής.
Η Επιτροπή που ολοκλήρωσε τις ανακρίσεις την 20η Απριλίου του 1846, δεν διαπίστωσε στρατιωτική ή διδασκαλική υστέρηση αλλά αντιθετως, κάθε υπηρεσία εκτελείτο με ακρίβεια όπως προέβλεπαν οι εγκύκλιοι του υπουργείου.
Η στάση των σπουδαστών της συγκεκριμένης εκπαιδευτικής σειράς προήλθε «από την κακώς εννοούμενη πολιτικήν επήρειαν των γονέων των και των συγγενών των, και από κακώς εννοουμένην και κάκιστα ενεργουμένην υπό των γονέων τούτων και συγγενών φιλοστοργίαν και προστασίαν».
Η ΑΛΗΘΕΙΑ
Με λίγα λόγια υπήρξε διαρκής παρέμβαση πολιτικών της εποχής, για την απαλλαγή των δικών τους παιδιών από καθήκοντα, διαρκή αιτήματα με σκοπό την ευνοϊκή μεταχείριση, τη μη επιβολή ποινών σε παραπτώματά τους, τη μεσολάβηση για την διαμόρφωση επετηρίδας εξόδου μέσω βαθμολόγησης που δεν ανταποκρινόταν στην πραγματική αξία των σπουδαστών.
Η προστασία των πολιτικών προσώπων ήταν τόσο μεγάλη που τελικώς καλλιέργησε το πνεύμα της απείθειας στους γιους και συγγενείς των επεμβαινόντων και για αυτό το λόγο και εκείνοι ήταν που στάθηκαν πρωταίτιοι της εξέγερσης!
Καμιά διοίκηση δεν θα μπορούσε να ευδοκιμήσει σε τέτοιες συνθήκες.
Οι εξωτερικές πιέσεις που δεχόταν ο διοικητής της σχολής Συνταγματάρχης Γεώργιος Καρατζάς ήταν μεγάλες που έφταναν στα όρια απειλής.
Καθώς τα πολιτικά πρόσωπα έβλεπαν ότι οι πιέσεις τους δεν έπιαναν τόπο συμβούλευσαν τους Ευέλπιδες να κινηθούν «δια της απείθειας» ώστε να πετύχουν την αντικατάσταση του Διοικητού της σχολής.
Οι Ευέλπιδες πίστευαν ότι μπορούσαν να κάνουν τα πάντα έχοντας την υψηλή προστασία των κρατούντων την εξουσία γονιών τους!
Η εξέγερση της Σχολής Ευελπίδων στον Πειραιά καταγράφηκε λανθασμένα στην ιστορία ότι έγινε για την ανεπαρκή τροφή και την αυστηρότητα του διοικητού της.
Η πραγματικότητα δυστυχώς κατέδειξε την ίδια ασθένεια από την οποία έπασχε και πάσχει όλη η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα.
Άνωθεν παρεμβάσεις, προστασία των «δικών μας» παιδιών και πολιτικές πιέσεις ανάλογα με το βαθμό συγγένειας του προστατευόμενου ατόμου…
ΕΚΛΕΙΣΕ Η ΣΧΟΛΗ ΕΥΕΛΠΙΔΩΝ
Η Σχολή Ευελπίδων ύστερα από τα γεγονότα της 11ης Απριλίου παρέμεινε κλειστή μέχρι την 7η Σεπτεμβρίου, για ένα διάστημα περίπου πέντε μηνών. Άλλοι εκ των σπουδαστών αποβλήθηκαν για πάντα, άλλοι φυλακίστηκαν και ελάχιστοι μόνο επέστρεψαν στα σπίτια τους έχοντας το δικαίωμα συμμετοχής όταν η σχολή θα επαναλειτουργούσε. Μεταξύ των οριστικώς αποβληθέντων ήταν και ο γιος του Σουλιώτη ήρωα της επανάστασης Κίτσου Τζαβέλα, ο ανυπάκουος Δημήτρης Τζαβέλας που εκτός του ότι βρέθηκε ανεπάγγελτος, δεν επιδείκνυε ιδιαίτερη επαγγελματική κλίση σε οτιδήποτε.
Ο πατέρας του Κίτσος απογοητευμένος με την πορεία του γιου του, έδωσε προσταγή να μην επιστρέψει ποτέ ξανά στο σπίτι των Τζαβελαίων, παρά μόνο όταν θα έχει διαπρέψει στα πεδία των μαχών.
Ο Δημήτρης Τζαβέλας εξαφανίστηκε από την Ελλάδα για μισό περίπου αιώνα και όταν εμφανίστηκε ξανά στο λιμάνι του Πειραιά, μονοπώλησε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων με τις απίστευτες περιπέτειές του.
Ο Διοικητής της Σχολής, Συνταγματάρχης Γεώργιος Καρατζάς όχι μόνο δεν μετακινήθηκε αλλά παρέμεινε διοικητής της, συμπληρώνοντας συνολικά 18 χρόνια (από 1844 έως το 1862) με μια μικρά παύση το 1855 – 56 που την διοίκηση ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Δημήτριος Σταυρίδης που ήταν εκείνος που κατά την διάρκεια της στάσης των σπουδαστών απέδειξε ότι δεν υπήρχε ανεπάρκεια τροφής, καθώς ήταν ο διευθυντής της επιτροπής σίτισης.
Πληροφορίες
PIREORAMA
Στέφανος Μίλεσης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου