Το Πεκίνο παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο μέτωπο της Ουκρανίας, βγάζοντας συμπεράσματα και περιμένοντας ευκαιρία να «χτυπήσει» στα δικά του ανοιχτά μέτωπα. Τι θα πουν Σι και Πούτιν την Παρασκευή.
Την ερχόμενη Παρασκευή, 4 Φεβρουαρίου, με την ευκαιρία της επίσημης έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα επιβεβαιώσει ότι θεωρεί την Κίνα φίλη, σύμμαχο και εταίρο. Σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Βρετανία και άλλες χώρες, που αποφάσισαν να επιβάλλουν πολιτικό εμπάργκο και δεν θα εκπροσωπηθούν στην τελετή.
Η συνάντηση που θα έχει ο πρόεδρος της Ρωσίας με τον Κινέζο ομόλογό του, Σι Τζινπίνγκ, θα έρθει σε μια κρίσιμη περίοδο και για τους δύο. Ο πρώτος, όπως είναι γνωστό, κατηγορείται από τη Δύση ότι είναι έτοιμος να εισβάλει ανά πάσα στιγμή στην Ουκρανία. Όσο για τον δεύτερο, είναι γνωστό ότι του αποδίδονται ανάλογα σχέδια για την Ταϊβάν.
Ολυμπιακοί Αγώνες και πόλεμος
Δεν λείπουν και εκείνοι, μάλιστα, που θεωρούν ότι η περίοδος των Ολυμπιακών Αγώνων είναι εξαιρετικά υψηλού κινδύνου για τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι το λογικό θα ήταν ο Σι να έχει ζητήσει από τη Μόσχα να μην κάνει την κίνησή της στη διάρκειά τους, καθώς έτσι η προσοχή όλων θα στρεφόταν στον πόλεμο και κανείς δεν θα έπαιρνε χαμπάρι τι συμβαίνει στον αθλητισμό.
Ουδείς, άλλωστε, μπορεί να ξεχάσει τα όσα είχαν συμβεί στη Γεωργία, το καλοκαίρι του 2008. Τότε, δηλαδή, που σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλαν στη Γεωργία, φτάνοντας μέχρι τα πρόθυρα της πρωτεύουσάς της, Τιφλίδας. Όσο για την αφορμή, ήταν η προσπάθεια της τότε κυβέρνησης της χώρας του Καυκάσου να ανακτήσει τον έλεγχο δύο αυτόνομων περιοχών που πρόσκεινται φιλικά στη Μόσχα, της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας – κάτι που παραπέμπει ευθέως στα όσα συμβαίνουν στο Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας.
Με το βλέμμα στην Ταϊβάν
Το σίγουρο, σε κάθε περίπτωση, είναι ότι ο Σι παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στην Ουκρανία, εκτιμώντας ότι δεν είναι άσχετες και με τις δικές του κινήσεις έναντι της Ταϊβάν. «Στην Ουάσιγκτον, υπάρχουν εκείνοι που ισχυρίζονται ότι Ρωσία και Κίνα έχουν αμοιβαίο ενδιαφέρον για μια ένοπλη περιπέτεια στην Ουκρανία, η οποία θα δοκιμάσει την αποφασιστικότητα του προέδρου των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν», σημειώνει χαρακτηριστικά στο τελευταίο του τεύχος ο Economist.
Το βρετανικό περιοδικό συνεχίζει, προσθέτοντας ότι «ορισμένοι πηγαίνουν ακόμη πιο πέρα, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ο κ. Σι θα επιθυμούσε να δει μια ρωσική εισβολή στην Ουκρανία που δεν θα προκαλούσε αντίδραση, έτσι ώστε να συμπεράνει πως μπορεί με ασφάλεια να εισβάλει και αυτός στην Ταϊβάν».
«Εάν ξεσπάσει πόλεμος (στην Ουκρανία), θα αποτελέσει μια τεράστια απόσπαση προσοχής για τις ΗΠΑ. Για την Κίνα, αντιθέτως, θα είναι μια ευκαιρία, ανάλογη εκείνης του 2014», δήλωσε από την πλευρά του στους Financial Times ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, ειδικός στα θέματα της Κίνας στο ινστιτούτο Carnegie της Μόσχας.
Ρωσία-Κίνα, συμμαχία
Όπως σημειώνουν, ωστόσο, οι FT στην ανάλυσή τους, το βασικότερο διακύβευμα δεν αφορά στην Ταϊβάν, αλλά στις διεθνείς στρατηγικές ισορροπίες. «Τα πιο σημαντικά ερωτήματα που τίθενται αναφορικά με τον ενδεχόμενο ρόλο της Κίνας σε μια σύγκρουση στην Ουκρανία έχουν να κάνουν με την πολιτική και στρατιωτική της εταιρική σχέση με τη Ρωσία».
Μιλώντας στην ίδια εφημερίδα, ο Αλεξάντερ Κορόλεφ, ειδικός στις ρωσο-κινεζικές σχέσεις από το πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας, τόνισε ότι Μόσχα και Πεκίνο αλληλοϋποστηρίζονται πιο ενεργά σε θέματα που αφορούν στον κοινό τους στόχο, της αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ. «Εάν η Κίνα ερμηνεύσει την κρίση της Ουκρανίας ως τμήμα αυτής της παγκόσμιας διαμάχης, θα την εκμεταλλευτεί για να διαβρώσει την ισχύ των ΗΠΑ – έστω και αν παρατηρητές σημειώνουν ότι δεν θα επιτεθεί στην Ταϊβάν».
Αναμφίβολα, πέρα από τη στρατιωτική συνεργασία που αναπτύσσεται και βαθαίνει διαρκώς, πολλά θα κριθούν στην οικονομία. Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι η σχέση των δύο χωρών σε αυτό το επίπεδο έχει αναβαθμιστεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
«Κλειδί» η οικονομία και η ενέργεια
Για του λόγου το αληθές, το μερίδιο της Κίνας στο εξωτερικό εμπόριο της Ρωσίας έχει διπλασιαστεί, από το 10% στο 20%, την περίοδο 2013-’20 (διάστημα κατά το οποίο Σι και Πούτιν έχουν συναντηθεί 37 φορές!). Μόνο τους πρώτους 11 μήνες του 2021 δε, η αξία των διμερών εμπορικών συναλλαγών διαμορφώθηκε στα 123 δισ. δολάρια, αυξημένη κατά 31% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020.
Ειδικά δε σε ζητήματα ενέργειας, οι δεσμοί είναι πολύ ισχυροί, καθώς η Ρωσία τροφοδοτεί με άφθονο πετρέλαιο και φυσικό αέριο την Κίνα (μέσω αγωγών, μάλιστα, οι οποίοι δεν διέρχονται από ιδιαιτέρως «επικίνδυνα» εδάφη). Επίσης, στενή συνεργασία υπάρχει και στην πυρηνική ενέργεια, την οποία και οι δύο χώρες αξιοποιούν σημαντικά.
Σχεδόν όλοι παραδέχονται, επίσης, ότι στην περίπτωση που η Δύση προχωρήσει στο πολύ σκληρό μέτρο του αποκλεισμού της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT, τότε η… αδελφοποίηση με το Πεκίνο θα είναι πρακτικά η μοναδική επιλογή που θα έχει απομείνει στη Μόσχα, προκειμένου να συνεχίσει να εξάγει τον πλούτο της και να μην χρεοκοπήσει.
Το καίριο ερώτημα
Όλα τα παραπάνω – και πολλά ακόμη – αποδεικνύουν ότι οι εξελίξεις στην Ουκρανία αφορούν άμεσα και την Κίνα. Όχι απλώς επειδή θα εξάγει πολύτιμα συμπεράσματα για την τακτική που θα ακολουθήσει στα δικά της «καυτά μέτωπα», την Ταϊβάν και τη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, αλλά και για έναν ακόμη λόγο: Διότι θα κρίνει εάν θα φέρει οριστικά τη Ρωσία στο δικό της στρατόπεδο, συγκροτώντας ένα πανίσχυρο άξονα – γεωπολιτικό, στρατιωτικό και οικονομικό – απέναντι στη Δύση.
Είναι κάτι, άλλωστε, που ενδιαφέρει άμεσα και άλλες χώρες, μικρότερου μεγέθους και βεληνεκούς. Όπως είναι, για παράδειγμα, το Ιράν, η Αυστραλία, αλλά και η Ιαπωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου