Τρίτη 11 Ιανουαρίου 2022

Οι Αμερικανοί «φίλοι της δημοκρατίας»

dreamstime_xxl_207972818.jpg
Οι Αμερικανοί «φίλοι της δημοκρατίας»
Καθοριστικό ρόλο στον διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, ένα χρόνο μετά την εισβολή των ακροδεξιών οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο, έχει διαδραματίσει, όπως φαίνεται, και η επιχειρηματική ελίτ της υπερδύναμης.

Επιχειρηματικοί κολοσσοί των ΗΠΑ, όπως οι φαρμακευτικές εταιρείες Pfizer, Johnson & Johnson, Merck, Elli Lilly, οι αμυντικές βιομηχανίες Lockheed, Martin, Raytheon Technologies, Boeing και οι πετρελαϊκές Exxon Mobil, Chevron και Valero Energy, αλλά και εταιρικοί σύνδεσμοι, όπως η American Bankers Association (τράπεζες) και η Associated Builders And Contractors (κατασκευαστές), έσπευσαν λίγους μήνες μετά τη μαύρη εισβολή της 6ης Ιανουαρίου 2021 να ανοίξουν τους κρουνούς της χρηματοδότησης προς τους πολιτικούς που υποκίνησαν την επίθεση των ακροδεξιών. Συγκεκριμένα, προς τους 147 βουλευτές και γερουσιαστές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος που αρνήθηκαν το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020 και την ήττα του Τραμπ από τον Μπάιντεν.

Μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο, το σύνολο των επιχειρήσεων είχε κατακλύσει την αμερικανική κοινή γνώμη με διαβεβαιώσεις και υποσχέσεις ότι θα υπερασπιστούν τη δημοκρατία απέναντι στα ψέματα του Ντόναλντ Τραμπ για το αποτέλεσμα των εκλογών. Από τις μεγάλες αλυσίδες λιανικού εμπορίου έως τις πανίσχυρες βιομηχανίες όπλων και τους φαρμακευτικούς κολοσσούς, σχεδόν όλες οι μεγάλες εταιρείες των ΗΠΑ καταδίκασαν την επίθεση, ενώ δεκάδες εξ αυτών δεσμεύτηκαν ότι θα διακόψουν κάθε δεσμό με τους πολιτικούς που υποκίνησαν την εισβολή.



Οι κορυφαίοι δωρητές σε αρνητές του αποτελέσματος των αμερικανικών εκλογών 2020

Είπαν - ξείπαν

Μια σειρά μελετών της Accountable.US διαπίστωσε ωστόσο ότι οι επιχειρήσεις ξέχασαν πολύ γρήγορα αυτές τις δεσμεύσεις. Ύστερα από μια μικρή παύση στο α’ τρίμηνο του 2021, συνέχισαν να χρηματοδοτούν τα μέλη του Κογκρέσου που αρνήθηκαν να επικυρώσουν το αποτέλεσμα των εκλογών, δωρίζοντάς τους συνολικά ως τα τέλη Οκτωβρίου 8,1 εκατ. δολάρια. Μεταξύ αυτών, η Altria –πρώην Phillip Morris– που χαρακτήρισε την εισβολή στο Καπιτώλιο «σκοτεινή ημέρα στην ιστορία της Αμερικής» και διέκοψε τις χορηγίες της σε πολιτικούς, πρόσφερε 84.500 δολάρια στους αρνητές του εκλογικού αποτελέσματος και τους Ρεπουμπλικανούς κυβερνήτες της Τζόρτζια και του Τέξας, που πέρασαν αντιδημοκρατικούς νόμους για τον περιορισμό του δικαιώματος ψήφου. Η Boeing είχε επίσης καταδικάσει και αυτή –μία εβδομάδα μετά την εισβολή– «τη βία, την ανομία και την καταστροφή που έλαβαν χώρα στο Καπιτώλιο των ΗΠΑ στις 6 Ιανουαρίου του 2021», διαμηνύοντας ότι δεν θα προβεί σε πολιτικές δωρεές πλέον. Πριν αλέκτορα φωνήσαι... ο αεροναυπηγικός και αμυντικός κολοσσός, που αυτοδιαφημίζεται για τα «υψηλά ηθικά πρότυπα» και την προώθηση της εμπιστοσύνης και της διαφάνειας, τα γύρισε, δωρίζοντας συνολικά στους υποκινητές της εισβολής 190.000 δολάρια. Η Lockheed Martin, μία από τις πέντε μεγαλύτερες βιομηχανίες όπλων στον κόσμο, δεν καταδίκασε την εισβολή. Διέκοψε όμως τις δωρεές σε πολιτικούς, διαμηνύοντας ότι θέλει να «τις ευθυγραμμίσει με τις επιχειρηματικές της προτεραιότητες». Τους επόμενους μήνες αποδείχτηκε όμως ότι αυτές οι προτεραιότητες ήταν στενά συνδεδεμένες με τους αρνητές του εκλογικού αποτελέσματος, καθώς δώρισε σε αυτούς 190.000 δολάρια.


Κάποιες από τις εταιρείες που έσπευσαν να χρηματοδοτήσουν την αμερικανική ακροδεξιάDreamstime
Οι «Big Pharma»

Από τους «φίλους της δημοκρατίας» δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες που πλουτίζουν στον καιρό της πανδημίας, με τα σκευάσματα κατά του κορονοϊού. Η Pfizer είχε διακόψει αμέσως μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο τις δωρεές της προς τους αρνητές των εκλογών. Τον Μάρτιο του 2021 επανέλαβε τη θέση της αυτή, ακυρώνοντας δωρεά προς τον Ρεπουμπλικανό βουλευτή Αντριαν Σμιθ, λέγοντας ότι έγινε κατά λάθος. Από τον Αύγουστο όμως, η φαρμακευτική εταιρεία τα ξέχασε όλα και άρχισε να δωρίζει εκ νέου στα φιλαράκια του Τραμπ, χρηματοδοτώντας τους με περισσότερα από 49.500 δολάρια. Παράλληλα, η... δημοκράτισσα Pfizer πρόσφερε κάποιες χιλιάδες δολάρια για τον Ρεπουμπλικανό... δημοκράτη κυβερνήτη της Τζόρτζια. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας συμμετέχει ένας πρώην ανώτερος αξιωματούχος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης που είχε διοριστεί από τον Ντόναλντ Τραμπ. Πρόκειται για τον δρα Σκοτ Γκότλιμπ, ο οποίος μεταξύ 2017 και 2019 ήταν επικεφαλής του αμερικανικής Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), δηλαδή του φορέα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης που αργότερα άναψε το πράσινο φως για τον εμβολιασμό του αμερικανικού πληθυσμού –και επί της ουσίας ολόκληρης της ανθρωπότητας– με τα σκευάσματα της Pfizer και των άλλων φαρμακευτικών κολοσσών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου, επί θητείας Γκότλιμπ στην FDA, η μίζα και η διαπλοκή έπεφτε σύννεφο με τελικό αποτέλεσμα μεταξύ άλλων, τη χαλάρωση των κανονισμών και την επιτάχυνση της διαδικασίας έγκρισης των φαρμάκων.
ΕΦΣΥΝ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου