In-Focus, από το Παρατηρητήριο Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ
Μία από τις σημαντικότερες συνέπειες της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία είναι η στρατηγική αναπροσαρμογή της στρατιωτικής ικανότητας της ΕΕ. Οι τομείς της ασφάλειας και της άμυνας αναδεικνύονται πλέον ως προτεραιότητα για πολλά ευρωπαϊκά κράτη και κατά συνέπεια αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες στο επίπεδο της Ένωσης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η έγκριση από το Συμβούλιο Εξωτερικών και Άμυνας της ΕΕ της «Στρατηγικής Πυξίδας», ενός κοινού σχεδίου το οποίο ανάμεσα σε άλλα προβλέπει τη δημιουργία σώματος ταχείας ανάπτυξης 5.000 στρατιωτών για συγκεκριμένες αποστολές και την αμοιβαία συνδρομή σε περίπτωση επίθεσης κατά κράτους μέλους από τρίτη χώρα.
Σύμφωνα με δεδομένα του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας, οι αμυντικές δαπάνες επιδεικνύουν σημαντική ετερογένεια ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη, παρουσιάζουν όμως κι ένα ευδιάκριτο μοτίβο. Κινούμενοι από τα δυτικά προς τα ανατολικά της Ένωσης, διαπιστώνουμε πως τα κράτη μέλη αφιερώνουν όλο και μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ τους στις αμυντικές δαπάνες, με αποτέλεσμα χώρες οι οποίες αποτελούν τα ανατολικά χερσαία ή θαλάσσια σύνορα της Ευρώπης να επωμίζονται ένα δυσανάλογο κόστος όσον αφορά τον τομέα της άμυνας. Συνεπώς, χώρες όπως η Ιρλανδία, η Μάλτα, η Αυστρία και το Λουξεμβούργο δαπανούν στην άμυνα λιγότερο του 1% του ΑΕΠ τους, ενώ κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης όπως η Λετονία η Πολωνία και η Εσθονία δαπανούν άνω του 2% του ΑΕΠ τους. Η χώρα μας διαχρονικά κατέχει την πρωτιά στις αμυντικές δαπάνες με το ύψος αυτών να ανέρχεται στα 4,8 δις ευρώ για το 2020 (2,9% επί του ΑΕΠ και 4,9% επί των κρατικών δαπανών), ποσό το οποίο αυξήθηκε σημαντικά μέσα στο 2021.
Η σημερινή κρίση στην Ουκρανία ενδεχομένως να αποτελέσει εφαλτήριο ώστε η Ευρώπη να ξεπεράσει τα εγγενή προβλήματα που δημιουργεί η ιδιότυπη φύση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Όπως αναφέρεται και στο έγγραφο εργασίας των Σ. Μπλαβούκου και Γ. Παγουλάτου (βλ. εδώ), οποιεσδήποτε αποφάσεις σχετικά την ασφάλεια, την εξωτερική πολιτική και άμυνα βρίσκονται στον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας και επομένως είναι λογικό η διαδικασία λήψης συλλογικών αποφάσεων σε επίπεδο Ένωσης να προβλέπει ρήτρες αποδέσμευσης των κρατών μελών από σχετικά ψηφίσματα. Ωστόσο, και υπό τις παρούσες διατάξεις, υπάρχει χώρος ώστε η Ευρώπη να προχωρήσει πιο ενεργά στην οικοδόμηση μια ενιαίας πολιτικής άμυνας και ασφάλειας. Σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή θα επιτελέσει η πιο ενεργή εφαρμογή από τα κράτη μέλη της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (PESCO), ενός καταλόγου φιλόδοξων κοινών δεσμεύσεων οι οποίες ως σκοπό έχουν την ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας ανάμεσα στα κράτη μέλη.
Ενδεικτικό της προοπτικής περαιτέρω συνεργασίας στους τομείς άμυνας και ασφάλειας για τις χώρες μέλη είναι ότι από τα 36 δισ. ευρώ που δαπανήθηκαν το 2020 σε προμήθειες αμυντικού εξοπλισμού, μόλις τα 4,1 δισ. ευρώ (11%) κατευθύνθηκαν σε συνεργατικές προμήθειες αμυντικού υλικού ανάμεσα στα κράτη μέλη, απέχοντας κατά πολύ από το επιθυμητό 35% που προβλέπει η PESCO. Όπως διαπιστώνει, λοιπόν και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Άμυνας, υπάρχει σημαντικός χώρος για ανάπτυξη στενότερων σχέσεων ανάμεσα στις ευρωπαϊκά κράτη αναφορικά με την κοινή ασφάλεια και άμυνα.
Η κατεύθυνση των δημοσίων εσόδων σε αμυντικούς εξοπλισμούς αναμφίβολα δεσμεύει σημαντικούς πόρους προς τομείς με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία. Η Ευρώπη λόγω των εξελίξεων υποχρεώνεται να αναθεωρήσει τη στρατηγική της παρουσία ενισχύοντας μια κοινή πολιτική άμυνας. Η ετερογένεια την οποία επιδεικνύουν τα κράτη αναφορικά με τις αμυντικές τους δαπάνες δύναται να αποτελέσει πλεονέκτημα, προσφέροντας τον απαραίτητο χώρο για επιμερισμό του κόστους ανάπτυξης κοινής εξωτερικής πολιτικής, άμυνας και ασφάλειας.
Γιώργος Μανάλης, Μεταδιδακτορικός Ερευνητής, Υπότροφος της Ερευνητικής Έδρας Α. Γ. Λεβέντη, Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
Μάνος Ματσαγγάνης, Κύριος Ερευνητής, Επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Ελληνικής & Ευρωπαϊκής Οικονομίας, Υπότροφος της Έδρας «Σταύρος Κωστόπουλος», Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ)
OT.GR
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου