Δευτέρα 11 Απριλίου 2022

Χτίζοντας αλληλεγγύη ενάντια στη διπρόσωπη προσφυγική πολιτική της Πολωνίας

The Press Project
Χτίζοντας αλληλεγγύη ενάντια στη διπρόσωπη προσφυγική πολιτική της Πολωνίας
Η υποδοχή Ουκρανών προσφύγων στην Πολωνία δίνει την εντύπωση μιας χώρας που καλωσορίζει πρόσφυγες. Όμως η κρίση στα σύνορα με τη Λευκορωσία δείχνει μια διαφορετική πραγματικότητα. «Ο εκτιμώμενος αριθμός επιβεβαιωμένων θανάτων από την Πολωνική πλευρά είναι 19. Από τη Λευκορωσική πλευρά, φυσικά δεν υπάρχουν πληροφορίες, διότι τα μέσα ενημέρωσης του Λευκορωσικού καθεστώτος δεν πρόκειται να καλύψουν το θέμα... Αλλά με βάση όσα έχουμε δει, δεν είναι παράλογο να περιμένει κανείς να βρεθούν ομαδικοί τάφοι στην Πολωνική πλευρά».

Από το Grupo Granica*

Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έχει αναγκάσει παραπάνω από 10 εκατομμύρια ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους αναζητώντας ασφάλεια. Η πλειονότητα αυτών των ανθρώπων έχει καταφύγει σε άλλο σημείο εντός της χώρας, αλλά περίπου 4,2 εκατομμύρια άνθρωποι είχαν διαφύγει στο εξωτερικό μέχρι τις αρχές Απριλίου, εκ των οποίων τα 2,4 εκατομμύρια βρίσκονται αυτή τη στιγμή στην Πολωνία. Για όσους έχουν γίνει δεκτοί, βλέπουμε τη δυνατότητα υποστήριξης ως απάντηση σε μια βάναυση κατάσταση κρίσης. Αυτό καθεαυτό είναι ένα παράδειγμα του πώς οι κοινωνίες μπορούν να απομακρυνθούν μερικώς από την απάτη της ανεπάρκειας και να καλύψουν τις βασικές ανάγκες του κόσμου.

Παράλληλα, η ευκολία με την οποία η παροχή υποστήριξης και καταλυμάτων διοργανώνεται για εκατομμύρια ανθρώπων μέσα σε λίγες εβδομάδες υπονομεύει τη βασική προϋπόθεση της υποτιθέμενης «προσφυγικής κρίσης» της Ευρώπης, η οποία δεν είχε ποτέ να κάνει με έλλειψη χώρου ή πόρων. Όπως το συνόψισε κάποιος στο Twitter: «Η Ευρώπη δεν είχε ποτέ μεταναστευτική κρίση. Έχει ρατσιστική κρίση.». Αυτή η αλήθεια δεν επιβεβαιώνεται μόνο από το πώς έχουν συμπεριφερθεί στα σύνορα στους μη λευκούς πρόσφυγες που εγκαταλείπουν την Ουκρανία, αλλά επίσης από την ανθρωπιστική κρίση που λαμβάνει χώρα στα σύνορα της Πολωνίας με τη Λευκορωσία από το καλοκαίρι του 2021. Εδώ, οι πρόσφυγες δε γίνονται δεκτοί με κούπες ζεστού τσαγιού και δωρεάν μεταφορά, αλλά με ριπές δακρυγόνων, συρματοπλέγματα και επαναπροωθήσεις.

Από το προηγούμενο καλοκαίρι, οι Λευκορωσικές αρχές έχουν εξαναγκάσει χιλιάδες ανθρώπων να επιχειρήσουν να εισέλθουν στην Πολωνία μέσω της Λευκορωσίας, με τους Πολωνούς συνοριοφύλακες να τους απωθούν βίαια. Για εβδομάδες και μήνες, έχουν παγιδευτεί ανάμεσα στα δύο σύνορα, απεγνωσμένα ακινητοποιημένοι ανάμεσα στα δύο κράτη. Ενώ αυτή η κρίση έχει απασχολήσει περιοδικά το ενδιαφέρον των μέσων μαζικής ενημέρωσης, κατά βάση – σύμφωνα με το έπος της Ευρώπης-φρούριο σε όλα τα μέτωπα – έχει κυρίως αγνοηθεί.

Αρκετές ομάδες αλληλεγγύης που δραστηριοποιούνται μαζί με την τοπική κοινωνία στη συνοριακή περιοχή παρέχουν υποστήριξη στους ανθρώπους που μετακινούνται στα ορεινά αυτά εδάφη. Μεταξύ αυτών είναι και το Grupa Granica, ένας συνασπισμός που σχηματίστηκε ως μέρος της αντίδρασης των τοπικών οργανώσεων λαϊκής βάσης στην κρίση στα σύνορα με τη Λευκορωσία. Μιλήσαμε μαζί τους για να μάθουμε για την κατάσταση στα σύνορα, ένα ακόμα σημείο εστίασης του ρατσιστικού, βίαιου και εγκλήματικού συνοριακού καθεστώτος της Ευρώπης.

Σημ. Μετά τη διεξαγωγή της συνέντευξης, αρκετά μέλη του συνασπισμού Grupa Granica έχουν συλληφθεί από τις Πολωνικές αρχές με κατασκευασμένες κατηγορίες λαθρεμπορίου ανθρώπων. Αυτό δείχνει μέχρι που είναι διατεθειμένο να φτάσει το Πολωνικό κράτος για να ποινικοποιήσει και να παρεμποδίζει το σωτήριο έργο αλληλεγγύης των ακτιβιστών που δραστηριοποιούνται στην περιοχή των συνόρων.

Απαντώντας σε αυτή την ξεκάθαρη απόπειρα εκφοβισμού, το Grupa Granica δήλωσε: «Η άσκηση ποινικών διώξεων κατά τεσσάρων ακτιβιστών που με αυταπάρνηση βοηθούν πρόσφυγες στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας πρέπει να αντιμετωπιστεί ως παράδειγμα παράνομης παρενόχλησης και εκφοβισμού ανθρώπων που σώζουν τις ζωές άλλων. Αυτό που τους κάνει ήρωες στα Ουκρανικά σύνορα επιφέρει την άδικη ταμπέλα του εγκληματία στα σύνορα με τη Λευκορωσία. Το Πολωνικό δίκαιο όχι μόνο δεν αποτρέπει, αλλά επιβάλλει τη βοήθεια όσων οι ζωές βρίσκονται σε κίνδυνο. Αυτός είναι ο λόγος που αντιτασσόμαστε σθεναρά στην ποινικοποίηση της παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας σε πρόσφυγες!»

Το ROAR καταδικάζει τις πράξεις του Πολωνικού κράτους και στέκεται σε πλήρη αλληλεγγύη με τους συντρόφους του Grupa Granica. Μπορείτε να συνεισφέρετε στο έργο τους εδώ.

ROAR: Μπορείτε να συνοψίσετε την κατάσταση στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας από το προηγούμενο καλοκαίρι;

Grupa Granica: Η ανθρωπιστική κρίση στα σύνορα μεταξύ Πολωνίας και Λευκορωσίας έχει αρχίσει εδώ και πάνω από εννιά μήνες. Από τον Ιούλιο του 2021, η απολυταρχική κυβέρνηση του Προέδρου της Λευκορωσίας Αλεξάντρ Λουκασένκο παρότρυνε ανθρώπους κυρίως από το Αφγανιστάν και αποσταθεροποιημένες περιοχές της Μέσης Ανατολής και Αφρικής να ταξιδέψουν στη Λευκορωσία με την υπόσχεση διόδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω των Πολωνικών συνόρων. Αυτό ήταν μέρος ενός καταχθόνιου παιχνιδιού εξουσίας μεταξύ του Λευκορωσικού καθεστώτος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε απάντηση στις κυρώσεις της ΕΕ μετά την καταστολή της εκλογικής αντιπολίτευσης και των διαδηλώσεων την περίοδο 2020-2021.

Τον Αύγουστο του 2021, στην Πολωνική συνοριακή πόλη Usnarz Górny, 32 πρόσφυγες εγκλωβίστηκαν ανάμεσα τα δύο κρατικά σύνορα, με τους συνοριοφύλακες και των δύο πλευρών να αποτρέπουν τη μετακίνησή τους. Η ομάδα περιλάμβανε 27 άντρες και πέντε γυναίκες, όλοι από το Αφγανιστάν. Κοιμούνταν σε σκηνές, και πέρα από λίγο ψωμί που τους έδωσαν οι Λευκορώσοι συνοριοφύλακες, δεν έλαβαν καμία βοήθεια και αναγκάστηκαν να πίνουν νερό από ένα κοντινό ποταμό. Πολωνοί συνοριοφύλακες απέτρεψαν ακτιβιστές από την Πολωνία από το να βοηθήσουν την ομάδα. Μετά από κάποιες εβδομάδες σε αυτό το αδιέξοδο, οι Πολωνοί αστυνομικοί και συνοριοφύλακες τους περικύκλωσαν και απώθησαν βίαια πίσω στη Λευκορωσία. Ήταν μια συμβολική στιγμή κατά την οποία οι αρχές αποκάλυψαν την ακραία βιαιότητά τους, και η κοινωνία δεν ήταν ικανή να αντιδράσει. Οι ακτιβιστές στην περιοχή αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν.

Από τον Αύγουστο και μετά, μικρές ομάδες ακτιβιστών άρχισαν να δραστηριοποιούνται κατά μήκος των συνόρων Πολωνίας-Λευκορωσίας, προσπαθώντας να βοηθήσουν τους ανθρώπους που επιχειρούσαν να διασχίσουν από τη Λευκορωσία. Αυτή ήταν η αρχή αυτού που η κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης έχουν αποκαλέσει «μεταναστευτική κρίση», αλλά στην πραγματικότητα – λόγω της κλίμακας της βίας, συμπεριλαμβανομένων θανάτων – είναι ξεκάθαρα μια ανθρωπιστική κρίση. Οι Λευκορωσικές αρχές δελέασαν ανθρώπους στα σύνορα με ψεύτικες υποσχέσεις, όπου πολλοί συνελλήφθησαν, χτυπήθηκαν και επαναπροωθήθηκαν από Πολωνούς συνοριοφύλακες. Κάποιοι άνθρωποι επιχείρησαν να διασχίσουν τα σύνορα προς την Πολωνία μέχρι και 20 φορές.

Ως αποτέλεσμα της αναλγησίας και ανικανότητας αντίδρασης του Πολωνικού κράτους, τοπικές κοινωνίες και οργανώσεις λαϊκής βάσης έχουν ριζοσπαστικοποιηθεί και αναλάβει δράση, παρέχοντας ανθρωπιστική βοήθεια σε όσους έχουν εγκλωβιστεί στα δάση κατά μήκος των συνόρων και καταγράφοντας αυτή τη βιαιότητα. Το δίκτυο του Grupa Granica – ένας ανεπίσημος συνασπισμός 14 ΜΚΟ και ακτιβιστών διαφορετικής προέλευσης, που περιλαμβάνει ομάδες κατά των συνόρων, αναρχικούς και άλλους αριστερούς – έχει αναδυθεί σε αυτό το πλαίσιο.

Πολλές ομάδες κατοίκων της περιοχής αψηφούν τις συνθήκες στρατιωτικού νόμου, κάνοντας ό,τι μπορούν για να σταματήσουν την οδύνη και το θάνατο που υποφέρουν οι πρόσφυγες και οι μετανάστες. Παρά την ποινικοποίηση της παροχής βοήθειας από τις αρχές μέσω της εφαρμογής στρατιωτικού νόμου στις συνοριακές περιοχές, οι ακτιβιστές συνεχίζουν να παρέχουν υπηρεσίες υποστήριξης και να καταγράφουν την κατάσταση.

Μπορείτε να επεκταθείτε σχετικά με το ρόλο της Λευκορωσίας και της Πολωνίας σε αυτή την κατάσταση;

Και οι δύο ευθύνονται για αυτή την κρίση με τον τρόπο τους, αντιμετωπίζοντας τους μετανάστες ως αναλώσιμα εργαλεία, πιόνια ή ακόμα και ως στρατηγικά στοιχεία σε ένα πλαίσιο «υβριδικού πολέμου». Από τα τέλη του καλοκαιριού του 2021, το καθεστώς του Λουκασένκο έχει εκμεταλλευτεί κυνικά την ανησυχία των ηγετών και κοινωνιών της ΕΕ σχετικά με τη μετανάστευση. Η κυβέρνησή του εκδίδει βίζες σε χιλιάδες ανθρώπων που αναζητούν μια δίοδο στην ΕΕ, ώστε να τους εξαναγκάσει σε παράνομη είσοδο στην Πολωνία, τη Λιθουανία ή τη Λετονία. Εκμεταλλευόμενος την έλλειψη ασφαλών ανθρωπιστικών διαδρόμων και την πιθανότητα αίτησης διεθνούς προστασίας, ο Λουκασένκο εφάρμοσε ένα σύστημα από «βίζες και εισιτήρια για την Ευρώπη». Κόσμος έφτανε στο Μινσκ χωρίς γνώση του πλαισίου και έπειτα ένα δίκτυο ταξιδιωτικών πρακτορείων ή ταξί ή στρατιωτικών οχημάτων εξασφάλιζε τη μεταφορά τους στα σύνορα. Εκεί, υποβάλλονταν σε ακραία βιαιότητα – ξυλοδαρμοί, ηλεκτροπληξία, βιασμοί, ασιτία, κρατήσεις και πολλά περισσότερα. Φυσικά, δεν είχαν καμία ελπίδα να διασχίσουν απλά στην επικράτεια της Πολωνίας ή της ΕΕ και εξαρχής αντιμετωπίστηκαν με βάρβαρο τρόπο από τις Πολωνικές αρχές.

Η απάντηση της Πολωνικής κυβέρνησης βρίσκεται σε συμφωνία με την εχθρότητα και τη βαναυσότητα που έχει γίνει κανονικότητα για τα Δυτικά συνοριακά καθεστώτα – επαναπροωθήσεις, ανάπτυξη στρατευμάτων και κατασκευή μεθοριακού τείχους. Είναι είτε ανίκανη είτε απρόθυμη να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κρίση ή να τηρήσει το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Η κύρια πλαισίωση της κατάστασης από το κράτος – με την υποστήριξη των συνένοχων Πολωνικών μέσων ενημέρωσης – αναφέρεται σε συνομωτικό «υβριδικό πόλεμο» που διεξάγει η Λευκορωσία. Αυτός ο αποκαλούμενος υβριδικός πόλεμος βασίζεται στην παραπληροφόρηση και τους κοινωνικούς διαχωρισμούς. Πράγματι, ο Λουκασένκο χρησιμοποιεί τους μετανάστες ως στρατηγικά στοιχεία για να απαντήσει στις κυρώσεις της ΕΕ. Όμως το Πολωνικό κράτος ήταν ήδη παραπάνω από έτοιμο να αντιμετωπίσει τους μετανάστες κατ’ αυτόν τον τρόπο, και αυτή η γραμμή «υβριδικού πολέμου» παρέχει την αιτιολόγηση να διεξάγουν αυτήν την βιαιότητα.

Ακολουθώντας αυτό το πολεμικό αφήγημα, η Πολωνία ανακοίνωσε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στις αρχές του Σεπτεμβρίου, καλύπτοντας τρία χιλιόμετρα των συνοριακών περιοχών (Podlaskie και Lubelskie). Ως αποτέλεσμα, η πρόσβαση δημοσιογράφων, ακτιβιστών, οργανώσεων και ομάδων ιατρικής περίθαλψης από την Πολωνία και το εξωτερικό στην περιοχή των συνόρων απαγορεύθηκε. Σύμφωνα με το Πολωνικό σύνταγμα, η «Ζώνη Στρατιωτικού Νόμου» (ή «Κόκκινη Ζώνη») θα έπρεπε να έχει επιτραπεί μόνο για τρεις μήνες. Ωστόσο, μετά το πέρας αυτής της περιόδου, απλά άλλαξαν το νόμο και από τότε επέκτειναν επ’ αόριστον το στρατιωτικό νόμο στην περιοχή. Το αποτέλεσμα είναι η συστηματική στρατιωτικοποίηση των συνόρων και της καθημερινής ζωής στην περιοχή και μια πολιτική μηδενικής πρόσβασης στη συνοριακή περιοχή για ακτιβιστές, δημοσιογράφους και ανθρωπιστικές οργανώσεις. Μόνο όσοι κατοικούν εντός της Κόκκινης Ζώνης μπορούν να εισέλθουν.

Αποτρέποντας την είσοδο μέσων ενημέρωσης και ακτιβιστών, οι περισσότερες πληροφορίες από την περιοχή των συνόρων είναι πρακτικά κρατική προπαγάνδα. Τον Οκτώβριο, όταν λόγω της πίεσης που ασκούνταν από ακτιβιστικές ομάδες και δημοσιογράφους δεν ήταν πια δυνατή η απόκρυψη της κλίμακας της βιαιότητας στα σύνορα, η Πολωνική κυβέρνηση διοργάνωσε συνέντευξη τύπου. Εκεί, παρουσίασε στα εγχώρια και διεθνή μέσα ενημέρωσης αισχρά, ρατσιστικά ψεύδη περί «επιθετικών» μεταναστών αποφασισμένων να «διεισδύσουν και να επιτεθούν» στο κράτος. Το παράλογο επίπεδο ρατσιστικής παραπληροφόρησης που έχει γίνει κανονικότητα στον Πολωνικό πολιτικό διάλογο και τα ευρύτερα μέσα ενημέρωσης ξεπερνά κάθε φαντασία. Το γενικό μήνυμα της συνέντευξης τύπου ήταν πως κάθε μετανάστης είναι άντρας, και κάποια παραλλαγή κτηνοβάτη, Ρώσου πράκτορα, ή ατόμου εθισμένου στα ναρκωτικά. Οι πρώτες απώλειες της πολιτικής επαναπροωθήσεων υποτίθεται πως πέθαναν ως αποτέλεσμα της «λήψης ναρκωτικών».

Ο φόβος της Πολωνικής κυβέρνησης για την έκθεση των παράνομων και καταπιεστικών μεθόδων τους φαίνεται από το γεγονός ότι έχουν απαγορεύσει μέχρι και στη Frontex – της οποίας τα κεντρικά βρίσκονται στη Βαρσοβία – την είσοδο στην Κόκκινη Ζώνη. Ας πάει να γαμηθεί η Frontex, προφανώς, όμως αυτό δείχνει μέχρι που είναι διατεθειμένη να φτάσει η δεξιά κυβέρνηση για να διατηρήσει τον έλεγχο στην περιοχή και είναι ενδεικτικό του πώς θα αψηφήσει την ΕΕ προτιμώντας να υπηρετήσει την εθνικιστική ατζέντα της.

Θα μπορούσατε να σχολιάσετε το γενικότερο πλαίσιο της απάντησης του Πολωνικού κράτους όπως το αντιλαμβάνεστε, ιστορικά ή όσον αφορά τη θέση του στο συνοριακό καθεστώς της ΕΕ;

Η πολιτική επαναπροωθήσεων της Πολωνίας στα σύνορα με τη Λευκορωσία δεν είναι πρόσφατη εξέλιξη – παρόμοιες πρακτικές ήταν κοινές μεταξύ του 2013 και του 2015, με μαρτυρίες πολλαπλών επαναπροωθήσεων σε επίσημα συνοριακά σημεία διέλευσης, ειδικά με στόχο Τσετσένους. Καθώς έχει διαμορφωθεί μια γενικότερη τάση κατά μήκος των εχθρικών συνόρων και διόδων της ΕΕ, η Σύμβαση της Γενεύης έχει παύσει να ισχύει στην πράξη – κανονικοποιώντας διακρίσεις σχετικά με το ποιος έχει δικαίωμα στην ασφάλεια.

Υπό το λάβαρο μιας πολιτικής «ασφάλειας», οι αρχές του Πολωνικού κράτους έχουν ενισχύσει κυνικά ρατσιστικά στερεότυπα και έχουν αναθρέψει μια ανεκτικότητα προς την κρατική βία. Αυτό επίσης βοηθάει τη νομιμοποίηση των δικών τους ρατσιστικών παιχνιδιών εξουσίας. Τα κρατικά σύνορα πάντα υπηρετούσαν τη διατήρηση των ιεραρχιών και κοινωνικών διαχωρισμών στον παγκόσμιο γεωπολιτικό χάρτη. Η κρίση που τροφοδοτήθηκε από το Λουκασένκο δημιουργεί μια ευκαιρία για το Πολωνικό κράτος να διεκδικήσει σκληρότερα σύνορα και να εδραιώσει περεταίρω την εγχώρια αμυντική ξενοφοβική αφοσίωση.

Από το τέλος του Κομμουνιστικού καθεστώτος το 1989, οι Πολωνικές μεταναστευτικές πολιτικές βασίζονταν σε διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες σχετικά με τα μέτρα ασφαλείας γύρω από τα ανατολικά σύνορα της Ζώνης Σένγκεν, δηλαδή τη συνοριακή ενίσχυση και ένα οργανωμένο σύστημα απελάσεων. Από το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η χώρα έχει επίσης υπάρξει εσωστρεφής και ομοιογενής. Έχει υπάρξει ελάχιστη δημόσια διαβούλευση γύρω από οποιαδήποτε βασική ιδέα σχετίζεται με τον πολυπολιτισμό, ελάχιστη επαφή με κόσμο εκτός της Πολωνίας και σε αυτό το περιβάλλον, ένας φόβος του «Άλλου» έχει επιτραπεί να αναπτυχθεί. Είναι μια οικεία ιστορία.

Για χρόνια, οι πολιτικοί και τα μέσα ενημέρωσης παρουσιάζουν τους μετανάστες ως απειλή για την εθνική ασφάλεια. Η ξενοφοβική και ρατσιστική έκφραση που χρησιμοποιείται είναι βγαλμένη κατευθείαν από το νεοναζιστικό λεξικό. Ήδη το 2015, όταν το ζήτημα της «προσφυγικής κρίσης» είχε προσελκύσει το ενδιαφέρον σε όλη την Ευρώπη, οι Πολωνικές αρχές μίλησαν δημόσια και ανοιχτά για τα «παράσιτα» που φέρνουν οι πρόσφυγες και την ανάγκη της υπεράσπισης του εθνικού κράτους από τους αποκαλούμενους βιαστές και τρομοκράτες.

Φυσικά, ανεξάρτητα από το αν συμβαίνει στην Πολωνία ή αλλού στην Ευρώπη, οφείλουμε να θυμηθούμε πως η συντριπτική πλειονότητα των προσφύγων και μεταναστών του κόσμου βρίσκονται στον Παγκόσμιο Νότο. Η ρατσιστική υστερία της Πολωνίας είναι απλά μια άλλη εκδοχή μιας πιο γενικευμένης Ευρωπαϊκής ψευδαίσθησης για μια «μεταναστευτική κρίση». Και αυτό έχει αποτέλεσμα τον καλύτερο έλεγχο της κοινωνίας και την ενδυνάμωση του κράτους. Όλα αυτά αναδεικνύουν τη βαθιά κρίση των δυτικών πολιτικών θεσμών όσον αφορά την ανάληψη των ευθυνών για τη συνεχιζόμενη ιστορία εξαγωγής πόρων και αποσταθεροποίησης στη Μέση Ανατολή και τον Παγκόσμιο Νότο από το Δυτικό κόσμο. Η Πολωνία απέχει πολύ από μια ιμπεριαλιστική δύναμη, αλλά με την εισαγωγή της στο ΝΑΤΟ το 1999 και στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004, έχει συντάξει αποφασιστικά τα συμφέροντά της με αυτά των πιο παραδοσιακών Δυτικών δυνάμεων.

Ως τώρα, ορισμένες βασικές προϋποθέσεις (όπως η βασική άρνηση να αφεθούν να πεθάνουν άνθρωποι) έχουν αλλάξει επικίνδυνα. Αυτό που για πολλούς αντιμετωπιζόταν ως εξαίρεση – μια παρέκκλιση από το νόμο και εξαίρεση από τον κανόνα – έχει τώρα γίνει κανονικότητα, και σπάνια αμφισβητείται. Αυτό το βλέπουμε στην κανονικοποίηση και την εξοικείωση με τον αυξανόμενο αριθμό θανάτων που προκαλούνται από πολιτικές που εφαρμόζει το κράτος και υποθέσεις αγνοούμενων ανθρώπων στην περιοχή των συνόρων – και στο γεγονός ότι κανείς δεν έχει λογοδοτήσει για αυτές τις αδικίες. Η αντιμετώπιση του «Άλλου» ως μη ανθρώπινο ον που διαφέρει υπαρξιακά από την Πολωνική πλειονότητα – σε μια κυρίως ομοιογενή κοινωνία – έθεσε τα θεμέλια για τη βιαιότητα.

Πώς έχει αντιδράσει το Πολωνικό κράτος πέρα από τη στρατιωτικοποιημένη ζώνη και την απαγόρευση της πρόσβασης στα σύνορα; Υπάρχουν επίσης σχέδια για την κατασκευή ενός τεράστιου συνοριακού τείχους. Μπορείτε να μιλήσετε για αυτό;

Η απόφαση να εφαρμοστεί κατάσταση εκτάκτου ανάγκης καθορίστηκε πάνω από όλα από την ανάγκη να παρεμποδιστεί κάθε δυνατότητα παρακολούθησης των αρχών και δημοσιοποίησης της κλίμακας της βαναυσότητας και βιαιότητας που διοργανώνονται από την κυβέρνηση. Αυτό περιλαμβάνει την απόκρυψη του πραγματικού αριθμού θανάτων που προκλήθηκαν άμεσα από τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν, τον αριθμό των παιδιών που επαναπροωθούνται και τα διαφορετικά βασανιστήρια στα οποία έχουν υποβληθεί μετανάστες.

Μέχρι τα μέσα του Μαρτίου του 2022 ο εκτιμώμενος αριθμός επιβεβαιωμένων θανάτων από την Πολωνική πλευρά είναι 19. Από τη Λευκορωσική πλευρά, φυσικά δεν υπάρχουν πληροφορίες, διότι τα μέσα ενημέρωσης του Λευκορωσικού καθεστώτος δεν πρόκειται να καλύψουν το θέμα. Κανείς δε μπορεί να δώσει τη σωστή εκτίμηση. Αλλά με βάση όσα έχουμε δει, δεν είναι παράλογο να περιμένει κανείς να βρεθούν ομαδικοί τάφοι στην Πολωνική πλευρά.

Πέρα από τις επαναπροωθήσεις και το στρατιωτικό νόμο, το κράτος έχει ανακοινώσει σχέδιο κατασκευής ατσάλινου τείχους με συρματόπλεγμα στην κορυφή κατά μήκος των συνόρων Πολωνίας-Λευκορωσίας. Οι εργασίες ξεκίνησαν την 25η Ιανουαρίου του 2022 και αναμένεται να διαρκέσουν αρκετούς μήνες.

Πέρα από τον ανθρωπιστικό αντίκτυπο της αύξησης του κινδύνου διάσχισης των συνόρων, βρισκόμαστε επίσης αντίθετοι με το σχέδιο λόγω του τεράστιου περιβαλλοντικού και οικονομικού κόστους της κατασκευής, που θα είναι μη αναστρέψιμο. Θα χτιστεί κατά μήκος μιας πολύτιμης και προστατευμένης περιοχής, ενός από τα πιο πολύτιμα δάση στην Ευρώπη – το Παρθένο Δάσος Białowieża – το οποίο ακτιβιστές προστατεύουν από την καταστροφή εδώ και χρόνια.

Όσον αφορά το οικονομικό κόστος, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να ξοδέψει ένα συνταρακτικό ποσό της τάξεως των 360 εκατομμυρίων ευρώ σε μια «επένδυση» καταδικασμένη να αποτύχει. Είναι καταδικασμένη διότι κανένα τείχος μέχρι τώρα δεν έχει σταματήσει την αναγκαστική μετανάστευση των ανθρώπων που αναζητούν καταφύγιο από τον πόλεμο, τη φτώχεια, τη βία, τους διωγμούς ή τα βασανιστήρια. Όλα αυτά σε μια εποχή ραγδαία αυξανόμενου πληθωρισμού και της συνεχιζόμενης πανδημίας του κορονοϊού.

Το χρηματικό ποσό που έχει διατεθεί για το τείχος είναι παραπάνω από 10 φορές μεγαλύτερο από το φετινό προϋπολογισμό του Πολωνικού Γραφείου Μετανάστευσης. Αυτός ο θεσμός είναι υπεύθυνος για τη διεξαγωγή των διαδικασιών διεθνούς προστασίας και τη διαχείριση των προσφυγικών κέντρων. Σε αυτά τα κέντρα καταλήγουν να κρατούνται όσοι καταφέρνουν να διασχίσουν, αν εκκινήσουν επίσημες διαδικασίες ασύλου. Είναι πρακτικά φυλακές, με υπερπλήρη δωμάτια, ελάχιστη ιατρική περίθαλψη, κακής ποιότητας φαγητό και μηδαμινή επαφή με την ευρύτερη κοινωνία. Πολυάριθμες διαμαρτυρίες έχουν διεξαχθεί από όσους κρατούνται – ανεξαρτήτως φύλου και ηλικιακής ομάδας – απαιτώντας αξιοπρεπή μεταχείριση.

Αντί για τέτοια τείχη και φυλακές, η κυβέρνηση θα έπρεπε να διαθέτει δημόσιους πόρους για την ανάπτυξη θεσμών, υπηρεσιών, και οργανισμών με τους απαραίτητους πόρους και ικανότητες να εφαρμόσουν μια μεταναστευτική πολιτική η οποία εστιάζει στα δικαιώματα, την αξιοπρέπεια και την ασφάλεια των μεταναστών. Αυτές είναι οι αρχές που έχουν επιδείξει στην πράξη οι ομάδες αλληλεγγύης λαϊκής βάσης στο διάστημα των τελευταίων μηνών.

Το κράτος έχει δώσει έμφαση σε αυτό το πλαίσιο υβριδικού πολέμου, και έχει μετατρέψει το θέμα της μετανάστευσης σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Πώς έχει εξελιχθεί αυτό όσον αφορά τις πιέσεις των ομάδων αλληλεγγύης;

Το Πολωνικό κράτος έχει ποινικοποιήσει τα άτομα που παρέχουν υποστήριξη και φέρνουν ορατότητα στο ζήτημα. Ανακοινώνοντας πως η ανθρωπιστική κρίση είναι μια στρατιωτικο-πολιτική σύγκρουση με τη Λευκορωσία, έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση στην οποία ακόμα και οι υπηρεσίες άμεσης δράσης του Πολωνικού κράτους υπόκεινται σε περιορισμούς στην περιοχή των συνόρων. Τα ασθενοφόρα, οι τραυματιοφορείς και ο Ερυθρός Σταυρός της Πολωνίας, καθώς και όλοι οι θεσμοί και διεθνείς οργανώσεις που θα μπορούσαν να εντοπίσουν τους μετανάστες και να τους παρέχουν άμεση βοήθεια δεν επιτρέπεται να εισέλθουν στην Κόκκινη Ζώνη. Φοβούμενοι τις πολιτικές αντιδράσεις, αυτές οι οργανώσεις συμμορφώνονται με τους κανονισμούς που ορίζει η κυβέρνηση και επομένως δεν ασκούν επαρκή πίεση ώστε να αλλάξουν οι κανονισμοί.

Όλες οι Πολωνικές ΜΚΟ που είναι μέλη του Grupa Granica έχουν δηλώσει πως επιθυμούν να εισέλθουν στην Κόκκινη Ζώνη, όπως και ορισμένες διεθνείς ΜΚΟ. Όμως η κυβέρνηση δεν το επιτρέπει. Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: σύμφωνα με το νέο νόμο, «είναι απαγορευμένη ζώνη. Πρέπει να υπερασπιστούμε τη χώρα». Όσοι υποστηρίζουν τους μετανάστες είναι «χρήσιμοι ηλίθιοι» στον υβριδικό πόλεμο του Λουκασένκο και συνιστούν επίσης απειλή για την ασφάλεια της χώρας.

Αντίστοιχα με όσα βλέπετε αλλού με την καταστολή της αλληλεγγύης, εθελοντές αντιμετωπίζουν κατηγορίες λαθρεμπορίας, υποστήριξης της παράνομης μετανάστευσης και άλλα. Απλές πράξεις όπως η παροχή τσαγιού ή κουβερτών σε υποθερμικούς πρόσφυγες ποινικοποιούνται. Η πρόσβαση στην περιοχή των συνόρων απαγορεύεται, ακόμα κι αν κάποιος κινδυνεύει να πεθάνει – καλώντας για ασθενοφόρο μετά από εβδομάδες στο δάσος τρώγοντας φύλλα και πίνοντας νερό από το ποτάμι.

Ωστόσο, πολλοί στην Πολωνική κοινωνία έχουν συνειδητοποιήσει πως μια ανθρώπινη αντίδραση στην κατάσταση στα σύνορα είναι βασικό καθήκον. Λόγω αυτού έχουμε δει την ανάδειξη συνασπισμών όπως το Grupa Granica, το οποίο δε θα είχε υπάρξει ποτέ σε διαφορετικό πλαίσιο. Διαφορετικές ΜΚΟ, ακτιβιστές και κάτοικοι συνεργάζονται και είναι αποφασισμένοι να συνεχίσουν να παρεμβαίνουν και να αντιδρούν έμπρακτα στην κρίση. Παρομοίως, μόνο αυτοοργανωμένες δομές και προσωρινοί συνασπισμοί όπως ο δικός μας μπορούν να ασκήσουν πίεση στους πολιτικούς για οποιαδήποτε αλλαγή στην πολιτική.

Οι πραγματικοί ήρωες είναι εκείνες οι γυναίκες, οι άντρες και τα παιδιά που έχουν υποφέρει πολέμους και ποιος ξέρει τι άλλη καταστολή στις χώρες τους ή στο ταξίδι τους μέχρι εδώ. Η διατήρηση της αλληλεγγύης, της υποστήριξης και μορφών συνεργασίας για να γίνουν ορατοί όλοι οι βίαιοι συνοριακοί μηχανισμοί – αυτό είναι το βασικό μας καθήκον.

Ποια είναι η κύρια αλλαγή από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία;

Εν συντομία, η κατάσταση στα σύνορα Πολωνίας – Λευκορωσίας από την έναρξη της μαζικής εξόδου από την Ουκρανία δεν έχει βελτιωθεί με κανέναν τρόπο. Είναι καταγεγραμμένη η ύπαρξη διακρίσεων στη διαδικασία υποδοχής ανθρώπων που έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν την Ουκρανία. Υπάρχουν λίγα που μπορούμε να προσθέσουμε για αυτό. Συνεχίζουμε το έργο μας, ακόμα και καθώς το κράτος κλιμακώνει την ποινικοποίηση της αλληλεγγύης. Όσοι βρίσκονται στα σύνορα με τη Λευκορωσία είναι ακόμα αντιμέτωποι με την ίδια πραγματικότητα, όντας εγκλωβισμένοι εκεί – επαναπροωθούμενοι προς τη μία και την άλλη κατεύθυνση – και στερούμενοι οποιαδήποτε ασφάλεια.

Από τη μία, με τη μαζική έξοδο από την Ουκρανία, το Πολωνικό κράτος άλλαξε την πολιτική του ώστε να διευκολυνθεί η διέλευση. Αυτό επέτρεψε την ταχύτερη διαφυγή από τον πόλεμο και προφανώς έδειξε πως μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση του μεταναστευτικού είναι δυνατή. Στις φωτογραφίες από την περιοχή των συνόρων μπορούμε να δούμε στρατιώτες και το στρατό να βοηθάνε ανθρώπους, Πολωνικές και ξένες ΜΚΟ να παρέχουν βασική βοήθεια. Στην πραγματικότητα το πιο σημαντικό έργο εκτελείται από την κοινωνία (άτομα ή ΜΚΟ, όχι μόνο από την Πολωνία αλλά και από άλλες χώρες. Πολλοί είναι αυτοοργανωμένοι και εργάζονται δωρεάν). Αυτό το δίκτυο αλληλεγγύης δε μπορεί να αντέξει σε τέτοια συνεχιζόμενη πίεση, χωρίς δύναμη και εργαλεία για κοινωνική αλλαγή. Η δυσαρέσκεια αυξάνεται, διότι την ίδια στιγμή οι Πολωνικές αρχές χρησιμοποιούν την κατάσταση στην Ουκρανία για πολιτικούς σκοπούς – να διαγράψουν την ιστορία και καθημερινή βιαιότητα κατά μήκος των συνόρων με τη Λευκορωσία και να δείξουν στον κόσμο πως η Πολωνία «καλωσορίζει τους πρόσφυγες».

Πράγματι, στη διεθνή αρένα, η Πολωνία πλέον αντιμετωπίζεται κυρίως ως μια χώρα που παρέχει βοήθεια και καταφύγιο στους πρόσφυγες. Και αυτό δεν είναι αλήθεια, διότι πρόκειται για πολύ επιφανειακή βοήθεια που βασίζεται σε ρατσιστικές διακρίσεις. Αυτή η πολιτική είναι έκφραση του συστημικού ρατσισμού που διαχωρίζει τους ανθρώπους εν κινήσει σε αυτούς που αξίζουν βοήθεια ή βασικά δικαιώματα και σε εκείνους που δεν τα αξίζουν.

Κατά μήκος των συνόρων με τη Λευκορωσία υπάρχουν ακόμα τεράστιοι αριθμοί ανθρώπων που δεν έχουν άλλη επιλογή και – παρά το έντονο ψύχος, την έλλειψη στέγης ή τροφίμων ή ιατρικής περίθαλψης – συνεχίζουν να προσπαθούν να διασχίσουν. Σήμερα, κάθε επαναπροώθηση θέτει σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή τους. Πολλοί άνθρωποι που προσπαθούν να εισέλθουν στην Πολωνία από το περασμένο φθινόπωρο ακόμα προσπαθούν. Πέρασαν το χειμώνα σε μια αποθήκη μιας πρώην στρατιωτικής βάσης της Λευκορωσίας, ή στο Μινσκ ή στο Γκρόντνο και ακόμα παλεύουν για μια καλύτερη ζωή με τον τρόπο που θεωρούν καλύτερο – προσπαθώντας να φτάσουν στην Ευρώπη.

Όσο ο πολιτικός διάλογος που βασίζεται σε ψέματα και την απάνθρωπη αντιμετώπιση μένει αναντίρρητος, οι βίαιες πολιτικές που τον ακολουθούν θα συνεχίσουν, με τη συνενοχή της ευρύτερης Πολωνικής κοινωνίας. Ως απάντηση σε αυτή τη ρατσιστική κρατική βία, πρέπει να παρέμβουμε και να οργανωθούμε, χτίζοντας δομές υποστήριξης σε συνεργασία με τους ανθρώπους εν κινήσει. Μαζί θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε.

*Το Grupa Granica είναι ένας συνασπισμός ΜΚΟ και αυτόνομων ομάδων ανθρωπιστικής βοήθειας που παρέχει υποστήριξη σε ανθρώπους που έχουν παγιδευτεί στα σύνορα Πολωνίας-Λευκορωσίας και καταγράφει την κατάσταση εκεί από τον Αύγουστο του 2021.

To άρθρο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Roar στα αγγλικά. Απόδοση στα ελληνικά: Ε.Ζ.

Photo: Irek Dorozanski / DWOT, μέσω Flickr.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου