CNN.gr
© CNN.gr Πολωνία, η αναδυόμενη στρατιωτική υπερδύναμη της Ευρώπης
Στη στροφή της Πολωνίας προς τη Νότια Κορέα για αγορά όπλων, και τις υπέρογκες αμυντικές δαπάνες που δρομολογεί συνολικά προς ενίσχυση του στρατού της, αναφέρεται η επιθεώρηση Politico, κάνοντας λόγο για την αναδυόμενη στρατιωτική υπερδύναμη της Ευρώπης.
Όταν ένας αδέσποτος πύραυλος έπεσε σε συνοριακή πόλη της Πολωνίας την περασμένη εβδομάδα σκοτώνοντας δύο ανθρώπους, ορισμένοι Ευρωπαίοι ηγέτες ανησυχούσαν τόσο για την πιθανότητα η Ρωσία να είχε διατάξει το χτύπημα, όσο και για το πώς θα αντιδρούσε η δεξιά κυβέρνηση της Πολωνίας.
Η μακροχρόνια δυσπιστία της Πολωνίας για κάθε τι που αφορά στη Ρωσία και η βαθιά αντιπάθεια της σημερινής κυβέρνησης προς τη Μόσχα πυροδότησαν κύμα ανησυχίας από τις Βρυξέλλες έως το Βερολίνο ότι η Βαρσοβία μπορεί να κάνει κάτι βεβιασμένο.
Ωστόσο, αντί να χάσει την ψυχραιμία της, η Βαρσοβία επέδειξε στωικότητα, έθεσε τις ένοπλες δυνάμεις της σε επιφυλακή, και σε στρατιωτικό επίπεδο τήρησε στάση αναμονής μέχρι να ξεκαθαρίσει τι συνέβη -και το συμπέρασμα τελικά ήταν ότι δεν επρόκειτο για ρωσικό πλήγμα, αλλά για ουκρανικό αντιαεροπορικό πύραυλο.
Η ψύχραιμη αυτή στάση πηγάζει από μια απλή πραγματικότητα που έχει περάσει εδώ και χρόνια απαρατήρητη στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης: Η Πολωνία διαθέτει αναμφισβήτητα τον καλύτερο στρατό της Ευρώπης, ο οποίος και πρόκειται να καταστεί ακόμη πιο ισχυρός, εκτιμά το Politico.
«Η παράνοια της Πολωνίας για τη Ρωσία την ώθησε να αποφύγει το 'Zeitgeist' που επικρατούσε σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης ότι ο συμβατικός πόλεμος ήταν παρελθόν», αναφέρει η επιθεώρηση, συμπληρώνοντας ότι αντίθετα, σταθερά οικοδομούσε χερσαίες δυνάμεις που σήμερα βρίσκονται σε πορεία να καταστούν οι ισχυρότερες στην ΕΕ.
«Ο πολωνικός στρατός πρέπει να είναι τόσο ισχυρός ώστε να μην χρειάζεται να πολεμήσει χάρη στη δύναμή του και μόνο», δήλωσε ο πρωθυπουργός Ματέους Μοραβιέτσκι την παραμονή της ημέρας της ανεξαρτησίας της Πολωνίας -στάση που σαφώς βρίσκει απήχηση στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Η Πολωνία έχει καταστεί ο πιο σημαντικός εταίρος μας στην ηπειρωτική Ευρώπη», δήλωσε ανώτερος αξιωματούχος του αμερικανικού στρατού στην Ευρώπη, υπογραμμίζοντας τον κρίσιμο ρόλο που διαδραμάτισε η Πολωνία στην υποστήριξη της Ουκρανίας και στη στήριξη της άμυνας του ΝΑΤΟ στη Βαλτική.
Ενώ η Γερμανία, παραδοσιακά ο βασικός σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή, παραμένει βασικός κόμβος υλικοτεχνικής υποστήριξης, οι ανεξάντλητες συζητήσεις του Βερολίνου για το πώς να «αναστήσει» το στρατό του και η έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας έχουν παρεμποδίσει την αποτελεσματικότητά του ως εταίρου, κατά τον ίδιο αξιωματούχο.
Ενόσω η Γερμανία συνεχίζει να συζητά τις λεπτομέρειες του αποκαλούμενου «Zeitenwende», ή στρατηγικό σημείο καμπής που προκλήθηκε από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η Πολωνία κάνει ήδη σημαντικές επενδύσεις.
Η Βαρσοβία έχει δηλώσει ότι θα αυξήσει το στόχο για τις αμυντικές δαπάνες από το 2,4% στο 5% του ΑΕΠ. Εν τω μεταξύ, η Γερμανία, η οποία δαπάνησε περίπου το 1,5% ΑΕΠ για την άμυνα πέρυσι, συζητά εάν μπορεί να διατηρήσει το στόχο του 2% του ΝΑΤΟ αφού εξαντλήσει ένα ταμείο αμυντικών επενδύσεων ύψους 100 δισ. ευρώ που ενέκρινε νωρίτερα φέτος.
«Oι ισχυρότερες χερσαίες δυνάμεις στην Ευρώπη»
Ο Πολωνός υπουργός Άμυνας, Μάριους Μπλαστσάκ, δεσμεύτηκε τον Ιούλιο ότι η χώρα του θα έχει «τις πιο ισχυρές χερσαίες δυνάμεις στην Ευρώπη». Και βρίσκεται σε καλό δρόμο, κατά το Politico.
Η Πολωνία διαθέτει ήδη περισσότερα άρματα μάχης και συστήματα howitzer από τη Γερμανία, ενώ βρίσκεται σε τροχιά να έχει αριθμητικά και πολύ μεγαλύτερο στρατό, με στόχο να φθάνει τους 300.000 στρατιώτες έως το 2035, σε σύγκριση με τους σημερινούς 170.000 στρατιώτες της Γερμανίας. Σήμερα, ο στρατός της Πολωνίας αριθμεί περίπου 150.000 άτομα, με τα 30.000 εξ αυτών να ανήκουν σε μια νέα χερσαία αμυντική δύναμη που συστάθηκε το 2017.
Πρόκειται για «περιστασιακούς» στρατιώτες, οι οποίοι υποβάλλονται σε 16 ημέρες εκπαίδευσης που ακολουθούνται από πρόσθετη κατάρτιση. Αρχικά η σύσταση της ομάδας δεν ελήφθη στα σοβαρά, αλλά η επιτυχία της Ουκρανίας στη χρήση ευέλικτων πολιτοφυλακών εξοπλισμένων με αντιαρματικά και αντιαεροπορικά όπλα κάνει τώρα την πολωνική ιδέα να φαίνεται πολύ πιο λογική.
«Σήμερα, αυτές οι αμφιβολίες έχουν εξαφανιστεί», είπε ο Μάριους Μπλαστσάκ κατά τη διάρκεια πρόσφατης τελετής ορκωμοσίας για τους νέους στρατιώτες.
Σε αντίθεση με τη Γερμανία, η οποία αγωνίζεται να προσελκύσει νέα στρατεύματα, η προσπάθεια στρατολόγησης της Πολωνίας είναι αξιοσημείωτη.
«Οι Πολωνοί έχουν πολύ πιο θετική στάση απέναντι στον στρατό τους από τη Γερμανία, επειδή έπρεπε να πολεμήσουν για την ελευθερία τους», λέει ο Γκουστάφ Γκρέσελ, πρώην Αυστριακός στρατιωτικός και ερευνητής επί θεμάτων ασφαλείας τώρα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων. «Στους στρατιωτικούς κύκλους κανείς δεν αμφισβητεί την ποιότητα του πολωνικού στρατού», σημειώνει.
Ωστόσο, το αν η στρατιωτική ισχύς της Πολωνίας θα μεταφραστεί σε πολιτική επιρροή στην Ευρώπη είναι ένα άλλο ζήτημα.
Μέχρι στιγμής αυτό δεν έχει συμβεί, σε μεγάλο βαθμό επειδή οι κεντρώες δυνάμεις που κυριαρχούν στην ΕΕ δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση της Πολωνίας, η οποία ελέγχεται από το εθνικιστικό Κόμμα Νόμου και Δικαιοσύνης (PiS), επισημαίνει το Politico.
Η συνεχιζόμενη διελκυστίνδα μεταξύ Βαρσοβίας και Βρυξελλών σχετικά με αυτό που η ΕΕ θεωρεί ως περιφρόνηση της πολωνικής κυβέρνησης για τους δημοκρατικούς κανόνες και το κράτος Δικαίου έχει ζημιώσει την εικόνα της χώρας σε ολόκληρο το ευρωπαϊκό μπλοκ.
«Η Πολωνία βαραίνει πολιτικά λόγω των εσωτερικών της συγκρούσεων», επισημαίνει ο Γκρέσελ, υπογραμμίζοντας τις εσωτερικές διαμάχες που υπάρχουν ακόμη και εντός του PiS για την κατεύθυνση της χώρας και πόσο μακριά πρέπει να προχωρήσουν σε συμβιβασμούς με την Ευρώπη.
Ωστόσο, το μόνο πράγμα στο οποίο μπορούν να συμφωνήσουν τα πολιτικά κόμματα της Πολωνίας είναι η αναγκαιότητα ενίσχυσης του στρατού.
Αν και την ώθηση προς αυτή την κατεύθυνση έδωσαν οι ανησυχίες για τη Ρωσία, η Βαρσοβία ανησυχεί επίσης για την αξιοπιστία της Ουάσινγκτον.
Σε αντίθεση με τα περισσότερα κράτη-μέλη της ΕΕ, ωστόσο, η ανησυχία τους δεν είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιστρέψει ως πρόεδρος, αλλά ότι δεν θα επιστρέψει. Παρά την εμβάθυνση της συνεργασίας μεταξύ των αμερικανικών και πολωνικών στρατιωτικών για να βοηθήσουν την Ουκρανία, η σημερινή ηγεσία της Πολωνίας εξακολουθεί να έχει δυσπιστία στο πρόσωπο του προέδρου Τζο Μπάιντεν, ο οποίος ως υποψήφιος αναφέρθηκε στην κυβέρνηση της χώρας ως «ολοκληρωτική».
«Made in Korea»
Παρόλο που η Ουάσινγκτον καλωσόρισε τις δεσμεύσεις της Πολωνίας για τις αμυντικές δαπάνες, υπάρχουν επίσης αμφιβολίες εάν θα γίνουν πράξη, καθώς και ενόχληση που η Βαρσοβία στρέφεται στη Νότια Κορέα για μερικές από τις μεγαλύτερες αγορές της.
Η Πολωνία υπέγραψε συμφωνία ύψους 23 δισ. ζλότι (4,9 δισ. ευρώ) για 250 άρματα μάχης Abrams από τις Ηνωμένες Πολιτείες αυτή την άνοιξη -σε μία γρήγορη αντικατάσταση για τα 240 τανκ της σοβιετικής εποχής που στάλθηκαν στην Ουκρανία. Η αεροπορία της είναι εξοπλισμένη με αμερικανικά F-16 και το 2020 η Βαρσοβία υπέγραψε συμφωνία ύψους 4,6 δισ. δολαρίων για 32 μαχητικά F-35.
Όμως, το επίκεντρο των πρόσφατων στρατιωτικών της δαπανών ήταν η Νότια Κορέα, όπου έχει υπογράψει μια σειρά από συμφωνίες για την αγορά αρμάτων μάχης, αεροσκαφών και άλλων όπλων.
Μέχρι στιγμής, η Πολωνία έχει παραγγείλει όπλα αξίας μεταξύ 10 και 12 δισ. δολαρίων από τη Σεούλ, δήλωσε ο Μαριούζ Σιέλμα, συντάκτης και αναλυτής στο Nowa Technika Wojskowa, έναν ιστότοπο ειδήσεων και ανάλυσης στρατιωτικής τεχνολογίας.
Οι συμφωνίες περιλαμβάνουν 180 άρματα μάχης K2 Black Panther, 200 οβίδες K9 Thunder, 48 ελαφρά επιθετικά αεροσκάφη FA-50 και 218 εκτοξευτές πυραύλων K239 Chunmoo.
Και αυτά είναι μόνο τα μεταχειρισμένα όπλα. Η επιθυμία της Πολωνίας για νέα όπλα είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Συμπληρώνοντας τις άμεσες προμήθειες, η Νότια Κορέα αναμένεται να προμηθεύσει την Πολωνία με συνολικά 1.000 άρματα μάχης K2 και 600 K9 Howitzer μέχρι τα μέσα έως τα τέλη της δεκαετίας του 2020.
«Καμία δυτική χώρα δεν θέλει να ενισχύσει το στρατό της τόσο πολύ και τόσο γρήγορα. Όποιος συνάψει συμφωνίες με την Πολωνία, έχει οφέλη για δεκαετίες, επειδή πρέπει να συντηρείται και να επισκευάζεται ο εξοπλισμός», επισημαίνει ο Σιέλμα.
Αυτό που έλκει τη Βαρσοβία προς τη Νότια Κορέα είναι ότι ο στρατιωτικός εξοπλισμός της είναι γενικά φθηνότερος από τους αμερικανικούς και ευρωπαϊκούς εναλλακτικούς και μπορεί να τον παράγει σε αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Οι αγορές είναι φυσικά, κατά το Politico, μία πρόκληση για το όνειρα του Γάλλου προέδρου, Εμανουέλ Μακρόν, για «στρατηγική αυτονομία», όπου φαντάζεται μια Ευρώπη που είναι σε θέση να αμυνθεί με εγχώρια (πιθανότατα, γαλλικά) όπλα.
Ωστόσο, οι Πολωνοί ηγέτες δεν έχουν κρύψει ότι η πίεση της Ευρώπης στη Βαρσοβία για τις αμφιλεγόμενες δικαστικές μεταρρυθμίσεις και άλλα ζητήματα διαδραμάτισε επίσης ρόλο στις αποφάσεις για.. «ψώνια» στη Σεούλ.
«Είμαστε έτοιμοι να αγοράσουμε όπλα από άλλες χώρες της ΕΕ, αλλά πρέπει να σταματήσουν τον πόλεμο εναντίον της Πολωνίας», δήλωσε ο πρόεδρος του PiS, Γιάροσλαβ Καζίνσκι, νωρίτερα αυτό το μήνα. «Είμαστε έτοιμοι να μοιράσουμε συμφωνίες και χρήματα, αλλά όχι όταν μας λένε ότι δεν υπάρχει κράτος Δικαίου στην Πολωνία», υποστήριξε.
Η Βαρσοβία έχει παραγγείλει ιταλικά ελικόπτερα Leonardo για 8 δισ. ζλότι (1,7 δισ. ευρώ), αλλά η συμφωνία όριζε ότι τα ελικόπτερα θα κατασκευάζονται στην Πολωνία.
Αν και ουδείς αμφισβητεί τη φιλοδοξία της Πολωνίας για μπαράζ αμυντικών δαπανών, ορισμένοι αναρωτιούνται για τη σκοπιμότητα και τα πολιτικά κίνητρα που καθοδηγούν τις σχετικές κινήσεις. Μέχρι το 2035, η χώρα σκοπεύει να δαπανήσει 524 δισ. ζλότι (111,52 δισ. ευρώ) για το στρατό της.
«Εντάξει, χρειαζόμαστε άρματα μάχης και hozeitzer, αλλά χρειαζόμαστε τόσα πολλά από στρατηγική και επιχειρησιακή άποψη; Δεν υπάρχει σαφήνεια ως προς το γιατί το υπουργείο ανακοίνωσε ξαφνικά όλες αυτές τις συμφωνίες», δηλώνει ο απόστρατος στρατηγός Στάνισλαβ Κόζιτζ, πρώην αρχηγός του Γραφείου Εθνικής Ασφάλειας της Πολωνίας.
Δεδομένης της σημασίας της ασφάλειας για το εκλογικό σώμα της Πολωνίας, πολλοί θεωρούν ότι το PiS κλείνει τις συμφωνίες με το βλέμμα στις εθνικές εκλογές του επόμενου έτους, καθώς το κόμμα χάνει δυναμική στις δημοσκοπήσεις.
Εάν υπάρξει αλλαγή κυβέρνησης, το νέο υπουργικό συμβούλιο θα πρέπει να θέσει ορισμένα σκληρά ερωτήματα σχετικά με την ικανότητα της Πολωνίας να χρηματοδοτήσει μια τόσο τεράστια στρατιωτική επέκταση, λέει ο Κόζιτζ. Ενώ η οικονομία της Πολωνίας είναι εύρωστη τα τελευταία χρόνια, το επίπεδο των προγραμματισμένων στρατιωτικών δαπανών είναι άνευ προηγουμένου και είναι βέβαιο ότι θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της χώρας.
«Πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ των στρατιωτικών δαπανών και της συνολικής οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Όποια και αν είναι τα σχέδια, καλύτερα να περάσουν από μια ανάλυση του ποιες θα είναι οι στρατηγικές συνθήκες ασφάλειας της Πολωνίας μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία», επισημαίνει ο ίδιος.
Η Γερμανία, εν τω μεταξύ, φαίνεται να χαιρετίζει την ενίσχυση του στρατού της Πολωνίας παρά τη δύσκολη διμερή σχέση και την ταραγμένη ιστορία τους. Το Βερολίνο θεωρεί την Πολωνία ως ρυθμιστή που το χωρίζει από τη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Όσο περισσότερα άρματα μάχης και στρατεύματα έχει η Πολωνία, τόσο πιο ασφαλής θα είναι η Γερμανία.
«Έχω την εντύπωση ότι οι Γερμανοί βλέπουν την επόμενη αιώρα», λέει ο Γκρέσελ, αναφερόμενος στη φήμη του Βερολίνου ότι κάθεται και χαλαρώνει ενώ οι σύμμαχοι, ιδιαίτερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, κάνουν τη «βαριά δουλειά» στην άμυνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου